ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ κ.κ. ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΝ
Ὁλόκληρη
ἡ ἀνοικτή ἐπιστολή πρὸς τὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τοῦ Μητροπολίτου
Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, στὴν «Χριστιανικὴ Σπίθα», αριθμ. φυλ.
248-249, Μαϊος Ἰουνιος 1962
- «Πᾶς
ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα, κἄν ἀξιόπιστος ἦ, κἄν νηστεύη, κἄν
παρθενεύη, κἄν σημεῖα ποιῆ, κἄν προφητεύη, λύκος σοι φαινέσθω ἐν
προβάτου δορᾶ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος» (Θεοφόρος Ἰγνάτιος)
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Ἐν πρώτοις ὀφείλω νὰ κάμω μίαν
ἐξομολόγησιν. Νὰ γνωρίσω ὑμῖν, ὅτι ὁ ὑποφαινόμενος, πρὶν ἤ λάβω τὴν
τολμηρὰν ἀπόφασιν νʼ ἀπευθύνω πρὸς Ὑμᾶς, τὴν κορυφὴν τῆς Iεραρχίας τῆς
Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας, τὴν παροῦσαν ἐπιστολήν, διῆλθον διά τινος
ἐσωτερικῆς κρίσεως. Ἐπάλαισα πολὺ μὲ τὸν ἑαυτόν μου, προσπαθῶν νὰ
ὑπερνικήσω τοὺς δισταγμούς, τοὺς ὁποίους ἐγέννα εἰς τὸ πνεῦμά μου ἡ
σκέψις, ὅτι ἐλάχιστος ἐγὼ ἱερομόναχος ἀναγκάζομαι νὰ ἔλθω εἰς διαφωνίαν
καὶ σύγκρουσιν μὲ τὴν Ὑμετέραν Παναγιότητα. Ναί! Ἐδίσταζον. Διότι Ὑμεῖς
δὲν εἶσθε ἕνα κοσμικὸν πρόσωπον, δὲν εἶσθε ἄρχων πολιτείας, τὸν ὁποίον
δημοσία παρεκτρεπόμενον καὶ σκανδαλίζοντα τὸν λαὸν δυνάμεθα εὐχερῶς νὰ
ἐλέγξωμεν, ἐπαναλαμβάνοντες ἐν τῆ συγχρόνω ἐποχῆ τὸ «οὐκ ἔξεστί σοι» τοῦ
Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Μάρκ. 6, 18). Οὕτως ἐν τῆ δημοκρατικῆ μας
πατρίδι διʼ ἀνοικτῆς ἐπιστολῆς ἠλέγξαμεν τὸν Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων, ὅταν
εἴδομεν ὅτι ὡρισμένη ἐνέργεια, υπογραφὴ Β. Διατάγματος προστατεύοντος
τὴν ἀντίχριστον Μασονίαν, ὑπενόμευε τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἧς οὗτος ὡς
βασιλεὺς Ὀρθοδόξου βασιλείου ἔχει ὁρκισθῆ νὰ εἶνε φρουρὸς (Ἴδε «Σπίθαν»,
φύλλον 179/1956). Τὸν Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων ἠλέγξαμεν, ἀλλὰ πῶς νὰ
παρατηρήσωμεν, πῶς νὰ ἐλέγξωμεν ἕνα ἀνώτατον ταγὸν τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα
Πατριάρχην, καὶ μάλιστα ὄταν ὁ Πατριάρχης αὐτὸς κατέχη τὸν ἐνδοξότερον
Θρόνον τῆς Ὀρθοδοξίας; Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἐν τῆ συνειδήσει
ὅλων τῶν ὀρθοδόξων, τῶν κατοικούντων εἰς τὴν μικρὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς
γῆς, ἡ ὁποία ὀνομάζεται Ἑλλάς, ἔχει θέσιν ἰδιάζουσαν, περιβάλλεται μὲ
πνευματικὴν αἴγλην αἰώνων, ὑπενθυμίζει σκληροὺς καὶ αἱματηροὺς ἀγῶνας.
Πρὸς τὸ Πατριαρχεῖον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔστρεφον ἐναγωνίως τὰ
βλέμματά των γενεαὶ γενεῶν Ἑλλήνων καὶ ἐκεῖθεν ἐλάμβανον πνευματικὴν
καθοδήγησιν καὶ ἐνίσχυσιν ἐν δυσχειμέροις καιροῖς. Ὡς τηλαυγῆ φάρον μὲ
παγκόσμιον ἀκτινοβολίαν θέλουν νὰ βλέπουν καὶ οἱ νεώτεροι Ἕλληνες τὸ
Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως. Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον
ἐν τῆ συνειδήσει τοῦ λαοῦ μας εἶνε ἔννοιαι ταὐτόσημοι. Ὁ ἑκάστοτε
Πατριάρχης θεωρεῖται ὡς κανὼν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Διὰ τοῦτο ἡ
συνείδησις τοῦ λαοῦ φρικιᾶ καὶ ἐπὶ τῆ σκέψει ἀκόμη, ὅτι ὁ Πατριάρχης
δύναται καὶ ἐπʼ ἐλάχιστον νὰ παρεκκλίνη ἐκ τῶν γραμμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ
Πατριάρχης ἐτάχθη νὰ εἶνε ὁ βράχος, ἐφʼ οὗ νὰ θραύωνται ὅλα τʼ
ἀβυσσαλέα καὶ ἀφρίζοντα κύματα τῆς πλάνης.
Λύομεν τὴν σιωπήν
Γνωρίζοντες τὴν ὑψηλὴν ἰδέαν, τὴν ὁποίαν ἔχει ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς
περὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἱστάμεθα καὶ ἡμεῖς μὲ αἰσθήματα
εὐλαβείας ἀπέναντι αὐτοῦ καὶ ὁ κάλαμός μας, ὁ τόσον ὀξὺς πρὸς ἄλλας
κατευθύνσεις, ὑπῆρξε πάντοτε συγκρατημένος, προκειμένου νὰ κρίνωμεν
ἐνεργείας Πατριαρχικάς. Οὐκ ὀλίγαι δὲ ὑπῆρξαν αἱ περιπτώσεις, καθʼ ἅς
ἐσιωπήσαμεν, ἵνα μὴ διὰ τῆς ἀρθρογραφίας μας δώσωμεν ἀφορμὴν ἀνιέρου
ἐπιθέσεως εἰς τοὺς καραδοκοῦντες ἐχθροὺς τῆς Πίστεως. Φοβούμεθα τὸ
ἁμάρτημα τοῦ Χάμ. Ἀλλὰ τὴν σιωπήν, τὴν ὁποίαν ἐτηρήσαμεν μέχρι τοῦδε,
δὲν δυνάμεθα νὰ ἐξακολουθήσωμεν. Εἰς λύσιν σιωπῆς πιεζόμεθα ἔσωθεν καὶ
ἔξωθεν. Ἔσωθεν μὲν ὑπὸ τῆς συνειδήσεώς μας, ἡ ὁποία ἐξανίσταται. Ἔξωθεν
δὲ ὑπὸ εὐλαβῶν τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν τέκνων, τὰ ὁποῖα πολλαχόθεν πρὸς ἡμᾶς
ἀπευθυνόμεθα ἐκφράζουν τὴν ἀπορίαν των διὰ τὴν σιωπήν μας.
Θὰ λύσωμεν, λοιπόν, τὴν σιωπήν μας καὶ θὰ ἐκφράσωμεν τὴν
ταπεινήν μας κρίσιν. Εὐτυχῶς, ὑπὲρ τῆς ἐλευθέρας διατυπώσεως τῶν γνωμῶν
ἐπὶ θεμάτων ποὺ συγκλονίζουν τὰ πνεύματα τῶν Ὀρθόδόξων, θερμὸν συνήγορον
εὕρομεν τὸν θεοφιλέστατον ἐπίσκοπον Μελόης κ. Αἰμιλιανόν, μόνιμον
ἀντιπρόσωπον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχεῖου παρὰ τῶ Π.Σ.Ε. ἐν Γενεύη,
ὅστις πιστότερον παντὸς ἄλλου διερμηνεύων τὰς σκέψεις τῆς Ὑμετέρας
Παναγιότητος γράφει εἰς τὸ ἐπίσημον ὄργανον τοῦ Πατριαρχείου «Ἀπόστολος
Ἀνδρέας» τὰ ἐξῆς: «Ἄς ἀφεθοῦν ἐλεύθεροι οἱ πιστοί μας νὰ ἐκφράζουν τὰς
σκέψεις των καὶ νὰ ὑποδεικνύουν τὰ συμπτώματα τῶν γεγονότων, ἀναφέροντες
τοὺς λόγους καὶ τὰς αἰτίας, ποὺ προὐκάλεσεν τὴν σύγχρονον ἀποστασίαν
καὶ τὴν ἀναστάτωσιν τῆς μεταπολεμικῆς κοινωνίας. Ἄς ἀφεθοῦν ἐπίσης
ἐλεύθεροι νὰ συζητοῦν τὰ ὑπὲρ καὶ τὰ κατὰ τῆς πνευματικῆς Ἐκκλησιαστικῆς
μας ζωῆς. Διότι αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ οὐσιῶδες προνόμιον ἑνὸς χριστιανοῦ, τὸ
ὁποῖον μόνον εἰς ἀπολυταρχικὰ καὶ μοναρχικὰ συστήματα δὲν ἀναγνωρίζεται
ὡς δικαίωμα» (Ἴδε φύλλον 17 Μαΐου 1961). Ἐκ τῶν γραφομένων σας, λοιπόν,
λαμβάνομεν τὸ δικαίωμα, ἵνα ἐκφέρωμεν καὶ ἡμεῖς τὴν κρίσιν μας ἐπὶ
ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων.
Θὰ ἠδυνάμεθα, Παναγιώτατε, καὶ ἐξ ἄλλης πλευρᾶς νὰ κρίνωμε τὰ
ὑμέτερα. Καὶ ἡ πλευρὰ αὕτη εἶνε, ὅτι εἶσθε πνευματικὸς προϊστάμενος τῆς
Ἑλληνικῆς μειονότητος, ἡ ὁποία, κατόπιν διεθνῶν συμβάσεων, παρέμεινεν ἐν
τῶ νέω Τουρκικῶ Κράτει. Ἀναποσπάστως συνδέεσθε μετὰ τῆς μειονότητος
ταύτης, ὡς ἡ κεφαλὴ μετὰ τοῦ σώματος. Πατριάρχης ἄνευ τῆς μειονότητος
ταύτης δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὅπως καὶ ἰμάμης ἐν
Ἑλλάδι δὲν δύναται νὰ νοηθῆ ἄνευ τῆς Τουρικικῆς μειονότητος. Ὑπάρχετε ἐν
Κωνσταντινουπόλει, διότι ὑπάρχουν ἐκεῖ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Ἀλλʼ ἐνῶ οἱ
ἐν Ἑλλάδι θρησκευτικοὶ ἡγέται τῆς Τουρκικῆς μειονότητος διὰ πᾶσαν
ὑποτιθεμένην ἀδικίαν ἐκ μέρους τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας εἰς βάρος αὐτῆς
διαμαρτύρονται ἐντονώτατα, Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, θρησκευτικὸς ἡγέτης τῆς
ἐν Τουρκία Ἑλληνικῆς μειονότητος τὶ ἐπράξατε κατὰ τὴν φοβερὰν ἐκείνην
νύκτα, κατὰ τὴν ὁποίαν βαρβαρικὰ στίφη ἐπέδραμον κατὰ τῶν πνευματικῶν
σας τέκνων, ληστεύοντες, φονεύοντες, ἀτιμάζοντες καὶ βεβηλοῦντες τὰ ἱερὰ
καὶ τὰ ὅσια; Ὑπάρχουν πολλοὶ ἐν Ἑλλάδι, ἀλλὰ καὶ ἐν Τουρκία, οἱ ὁποῖοι
φρονοῦν, ὅτι ἐὰν ὑψώνατε τότε τὸ ἀνάστημά σας καὶ ἐγίνεσθε μιμητὴς
ἀειμνήστων προκατόχων σας θυσιασθέντων ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου των,
διαφορετικὴ θὰ ἦτο ἡ κατάστασις καὶ δὲν θὰ ὑφίστασθε τὸν ἐξευτελισμὸν νὰ
συρθῆτε εἰς τὴν νῆσον τῶν Σκύλων ὡς μάρτυς (κατηγορίας ἤ ὑπερασπίσεως;)
εἰς τὴν περιβόητον δίκην τῶν μεντερικῶν καθαρμάτων, τὰ ὁποῖα, διὰ
λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητος, ὑπῆρξαν οἱ κυριώτεροι ὑποκινηταὶ τῆς
φοβερᾶς ἐκείνης ἐπιδρομῆς. Πίπτοντες τότε ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου σας θὰ
περιεβάλλεσθε μὲ τὸν φωτοστέφανον τοῦ μάρτυρος καὶ τοῦ καλοῦ ποιμένος,
καὶ ὁ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς χριστιανικὸς κόσμος θὰ ἐκαυχᾶτο διὰ τὸ ὄνομά
σας.
Θρησκευτικὴ στάσις τοῦ Πατριάρχου – Δέκα δείγματα
Ἀλλʼ ἐὰν διὰ τὴν στάσιν σας ἐκείνην εὑρίσκωνται ἄλλοι οἱ ὁποῖοι
σᾶς δικαιολογοῦν, λέγοντες, ὅτι δὲν ἠδύνασθε νὰ πράξητε ἄλλως καὶ ὅτι
μία τυχὸν σθεναρὰ ἐκδήλωλίς σας θὰ ἐξηρέθιζεν ἔτι μᾶλλον τὰ πνεύματα τῶν
φανατισμένων ὀρδῶν καὶ θὰ εἴχομεν νὰ θρηνήσωμεν μεγαλυτέρας συμφορᾶς,
διὰ τὴν θρησκευτικὴν ὅμως στάσιν, τὴν ὁποίαν λαμβάνετε ἐπὶ θεμάτων
ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἥν οὐδεὶς Μεντερὲς σᾶς πιέζει, πόσοι
ἆρά γε νὰ εἶ’νε ἐκείνοι ἐκ τῶν εὐσεβῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι
σᾶς ἐπιδοκιμάζουν;
Δυστυχῶς, αἱ ἐνέργειαι τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, εἰς τὰς
οποίας ὁ εὐσεβὴς λαὸς δὲν βλέπει τὸν Πατριάρχην ἄγρυπνον φρουρὸν τῆς
Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς, δὲν εἶναι ὀλίγαι. Πρὸς πίστωσιν ἀναφέρομεν
ὡρισμένα δείγματα.