ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1.Επιστροφή στην Πόλη
2. Θάνατος τοῦ Ἰωσὴφ
3. Διωγμὸς καὶ φυγὴ
4.Το στήριγμα και η ομόνοια της Πόλης
5. Σύνοδος Ὀρθόδοξη κατὰ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας
6. Ἐπιστροφὴ
τῶν μετανοούντων
7. Κοίμηση τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ
--------------------------------------------------------------------------------------
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ [1.2.1440]
Γιὰ
νὰ συντομεύσω λοιπὸν τὰ
ἐνδιάμεσα τοῦ ταξιδιοῦ τῆς
ἐπιστροφῆς, ἔφτασαν
καὶ στὴν
Κωνσταντινούπολη. Κι ἐπειδὴ ἡ
φήμη εἶχε προλάβει νὰ φτάσει καὶ νὰ
διακηρύξει τοὺς
ἀγῶνες
τοῦ ἁγίου
καὶ τὴν
τέλεια ἀντίσταση καὶ παραμονή του στὴν πατρογονικὴ εὐσέβεια,
δὲν ἔτρεξε
τόσος λαὸς νὰ
προϋπαντήσει τό βασιλιὰ
(μάλιστα οἱ
περισσότεροι, ἐπειδὴ τὸν
μισοῦσαν τὸν
ἀπέφευγαν), ὅσος συνέρευσε στὴν ὑποδοχὴ αὐτοῦ του ἱεροῦ ἥρωα
τῆς Ἐκκλησίας,
τοῦ λαμπροῦ καὶ
ἄριστου. Ἄλλοι τὸν ὀνόμαζαν
ἀκλόνητο στύλο τῆς Ἐκκλησίας,
ἄλλοι ἀσύλητο
ταμεῖο τῆς
Ὀρθόδοξης πίστης. Κι ἄλλοι τὸν ἀποκαλοῦσαν Ἀθανάσιο,
ἄλλοι Κύριλλο, ἄλλοι νέο Ἰωάννη Θεολόγο, τοῦ ὁποίου
εἶχε κληρωθεῖ καὶ
τὸν ἱερότατο
θρόνο, δηλαδὴ
τὴν Ἔφεσο.
Καὶ γιὰ
τὸ πώς καὶ μὲ
ποιὸ τρόπο φέρονταν πρὸς τοὺς
ἄλλους, πού κακῶς ὁλοκλήρωσαν
ἐκείνη τὴν κακὴ
ἕνωση, δὲν μπορεῖ κανεὶς
νὰ παραστήσει ἱκανοποιητικὰ τὴν
σύγχυση, τὴν
ἀνακατωσούρα καὶ τὴν
ἀθλιότητα ἐκείνης τῆς πόλης. Ἐκτὸς
ἀπ’ αὐτὸ μόνο, ὅτι ἔγινε
μεγάλο σχίσμα καὶ
χάσμα. μεταξύ τοῦ
Ὀρθόδοξου λαοῦ καὶ
τῶν Λατινισθέντων. Οἱ ἀρχιερεῖς ἀπέφευγαν
τοὺς ἀρχιερεῖς, οἱ
ἱερεῖς
τοὺς ἱερεῖς, οἱ
μοναχοί, τοὺς
μοναχοὺς καὶ
ὅλοι ὅλους
μ’ ἄκρατο μίσος καὶ τοὺς
ἀποστρέφονταν ὡς μιάσματα καὶ βδελύγματα. Καὶ δὲν
ἀκούγοταν τίποτα ἄλλο, παρὰ: «Οἱ προδότες τῆς πίστης, οἱ ἐπίβουλοι
τῆς Ἐκκλησίας,
οἱ πολέμιοι τῆς Ὀρθοδοξίας».
Τόσο ἦταν τὸ
μίσος καὶ ἡ
ἀποστροφὴ πρὸς
τὴν αἵρεση
ἐκείνου τοῦ ὀρθόδοξου
λαοῦ, ὥστε
καὶ μόνο ἐπειδὴ
ἕνας ἱερέας
πῆγε νὰ
δεῖ τὴν
ἐνθρόνηση τοῦ νέου Πατριάρχη, πού ἦταν ἀπὸ τοὺς
λατινόφρονες, οἱ
ἐνορίτες του δὲν πάτησαν στὴν ἐκκλησία
οὔτε τὸ
βράδυ, οὔτε τὸ
πρωί, πού ἔτυχε
νὰ εἶναι
καὶ Δεσποτικὴ γιορτή, δηλαδὴ τῆς
Ἀναλήψεως. Τόσο μεγάλο ἔγινε λοιπὸν τὸ
σχίσμα κι ἡ
διαίρεση μεταξύ των οὐνιτῶν καὶ
τῶν εὐσεβῶν. Μόνος λοιπὸν ὁ
μέγας Μάρκος, ἀνάμεσά
σέ κείνους τοὺς
ζοφεροὺς πλανῆτες, τοὺς σκοτεινοὺς ταξιδευτὲς πού σκοτείνιασαν μέσα στὴν αἰσθητὴ καὶ
νοητὴ Δύση, μόνος φαινόταν κι ἄστραφτε σᾶν ἄλλος
ἥλιος, μὲ τὶς
ἀκτίνες ὁ ἥλιος
τῆς στερεῆς ὁμολογίας
καὶ τοῦ
ἀγώνα, ὁ Εὐγενικός.
Θάνατος τοῦ Ἰωσὴφ
Ἐπειδὴ ἄνεφερα
ἐδῶ
τὴν ἐνθρόνηση
τοῦ νέου Πατριάρχη, ἀναγκαστικά θὰ βρεθεῖ σὲ
ἀπορία ὁ φιλαναγνώστης σχετικὰ μὲ
τὸ τί ἔγινε
ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ
ποὺ ἦταν
στὴν Σύνοδο.
Γι’ αὐτό, πρὸς πληροφόρηση, σημειώνω ἐδῶ
το φοβερό του τέλος. Ἀφοῦ λοιπὸν
εἶπε προφορικὰ τὴ
γνώμη του, νὰ
δεχτοῦν τὸ
΄ἐκ τοῦ
Υἱοῦ΄
καὶ νὰ
ἑνωθοῦν
μὲ τοὺς
Λατίνους, φεύγοντας ἀπὸ κεΐ, γευμάτισε. Καὶ μπαίνοντας στὸν οἴκισκο
πού κοιμόταν γιὰ
ν’ ἀναπαυθεῖ, πῆρε
χαρτὶ καὶ
μολύβι κι ἔγραφε.
Κι ἐκεῖ
ἔπαθε τρόμο καὶ κλονισμὸ κι ἀμέσως
ξεψύχησε.
Κι ὅταν ἀκούστηκε
αὐτό, ὅλοι
ταράχτηκαν. Καὶ
τρέχοντας, τὸν
βρῆκαν νεκρὸ καὶ
παίρνοντας τὸ
χαρτὶ γιὰ
νὰ δοῦν
τί ἔγραψε, βρῆκαν γραμμένη τὴ γνώμη του, τῆς ὁποίας
τὰ λόγια, παρόλο πού εἶναι λίγα, τὰ παραβλέπω ὡς περιττά. Κι γι’ αὐτὰ
πού ἔγραψα νὰ μὴν
ἀμφιβάλλει κανείς, γιατί εἶναι παρμένα ἀπὸ
τὰ πρακτικὰ ἐκείνης
τῆς συνόδου, τὰ ὁποία
τά ἔγραψε καὶ λατινόφρονας καὶ τυπώνονται στὴ Ρώμη κι εἶναι ἀληθέστατα,
ἀφοῦ
εἶναι γραμμένα κι ἀπὸ
τοὺς ἐχθρούς.
Γι’ αὐτὸ
λοιπὸν ὁ
βασιλιάς, διέταξε κι ἐξέλεξαν
ἄλλον ὅταν
γύρισαν. Δηλαδὴ
ἕναν ἀπὸ τοὺς
ἑνωτικούς κι αὐτὸς
ἦταν ὁ
Κυζίκου Μητροφάνης (Β’, (4. 5.1440 -1.8.1443). Ὁ
ὁποίος, ὅταν ἔγινε
Πατριάρχης, φρόντισε τόσο πολὺ
νὰ διαφυλάξει τὴν κάκιστη ἕνωση, ὥστε ἐνοχλοῦσε ἐπίμονα
καὶ τὸν
βασιλιά, ν’ ἀσκήσει
βία σὲ κείνους πού τὴν ἀπέφευγαν.
Διωγμὸς καὶ φυγὴ
Γι΄ αὐτὸ ὁ
θεῖος Μάρκος, ἀπὸ
τὴ μία γιὰ νὰ
δώσει τόπο στὴν
ὀργὴ
πρὸς τὸ
παρὸν κι ἀπὸ τὴν
ἄλλη γιὰ νὰ
ἐπισκεφτεῖ καὶ
τὸ ἀγαπητό
του ποίμνιο, ἐπειδή
δέν εἶχε προλάβει στὴν ἀρχὴ ὅταν
χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος
Ἐφέσου ἀφοῦ
εἶχε φύγει ἀμέσως γιὰ τὴν
Ἰταλία. Τώρα λοιπὸν ἔφυγε
κρυφὰ ἀπὸ τὴν
Πόλη γιὰ τὴν
Προῦσα κι ἀπὸ
κεῖ πέρασε γρήγορα στὴν ἀγαπημένη
του ἐπαρχία. Καὶ γιὰ
τὸ πώς τὸν δέχτηκαν ἐκεῖ
οἱ χριστιανοὶ καὶ
ποιὰ κατορθώματα ἔκανε ὅσο
ἔμεινε ἐκεῖ,
τὸ εἶπα
καὶ πρίν, πώς ἡ κοινή μας δυστυχία μᾶς ἀποστέρησε
ἀπὸ
πολλὰ καλά.
Γι’ αὐτὸ
κι ἐγώ, μὴν
ἔχοντας τί νὰ γράψω ἐκτός ἀπὸ κεῖνα
πού ὁ καθένας μπορεῖ νὰ
σκεφτεῖ ἀπὸ μόνος του. Δηλαδὴ μὲ
πόση χαρὰ κι εὐφροσύνη
δέχτηκαν ἐκεῖνοι ἕναν
τέτοιο ποιμένα καί, τί λογὴς
διδαχὲς τοὺς
ἔκανε ἐκεῖνος ὁ
ποιμένας τους καὶ
πώς τοὺς νουθετοῦσε γιά νὰ κρατοῦν στερεὴ τὴν
πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ κυριεύονταν ἀπὸ
τότε ἀκόμα ἀπὸ τοὺς
ἄθεους Ἀγαρηνούς. Μὴν ἔχοντας
λέω νὰ γράψω κάτι ἄλλο ἐκτὸς ἀπ’
αὐτά, ἔρχομαι
τώρα σὲ κεῖνο
τὸ μέγα ἔργο πού ὑποσχέθηκα νὰ διηγηθῶ.
ΤΟ ΣΤΗΡΙΓΜΑ ΚΑΙ Η ΟΜΟΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Ἐνῶ λοιπὸν
ὁ ἅγιος
ἦταν στὴν ΄Ἐφεσο
καὶ δίδασκε τὸ λαὸ
του σύμφωνα μὲ
τὸ χρέος ἑνὸς
τέτοιου ποιμένα, προσκαλεῖται
στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ
διορθώσει τὴν
κακῶς ἔχουσα
Ἐκκλησία. Γιατί ὁ λατινόφρονας βασιλιὰς Ἰωάννης,
πέρασε στὸν
ἄλλο κόσμο γιὰ νὰ
λογοδοτήσει ὁ
ἄθλιος, γιὰ τὴν
ἀθέτηση καὶ τὴν
προδοσία τοῦ
πατρικοῦ δόγματος καὶ κάθισε στὸ θρόνο ὁ ἀδερφὸς τοῦ
Κωνσταντῖνος,΄[31] ὁ ὁποίος
καὶ κατὰ
τὸ ὄνομα
καὶ κατὰ
τὴν βασιλεία, ὀνομάστηκε ἔσχατος. Καὶ θεωρώντας ὁ Μάρκος πώς ἡ Ἐκκλησία
τῆς Κωνσταντινούπολης, εἶναι ἡ
κεφαλὴ κι ἡ
καρδιὰ ὅλης
τῆς Ὀρθόδοξης
οἰκουμένης κι ὅταν ἐκείνη
βαίνει καλῶς,
ἀναγκαστικὰ εἶναι
καλὰ καὶ
τὰ ἔξω
ἀπ’ αὐτὴ καὶ
πάλι, ἂν αὐτὴ βαίνει κακῶς καὶ
τὰ ἔξω
κακῶς ἔχουν,
ἔτρεξε τάχιστα στὴν Πόλη. Καὶ γιὰ
τὸ ὅτι
γι’ αὐτὸ
καὶ μόνο ἔκανε στὴν Ἰταλία
ἐκείνους τοῦς αἰώνιους
ἀγῶνες
κι ἀντιστάθηκε μέχρι αἵματος στὴν κακῶς
γενόμενη ἕνωση.
Γι΄ αὐτὸν
καὶ μόνο τό σκοπὸ λέω, γιὰ νὰ
διαφυλάξει ἐκείνη
τὴν εὐσέβεια
πού παρέλαβε ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησία του. Γιὶ΄ αὐτὸ κι ἔπρεπε
κι ὁ ἴδιος
νὰ τὴν
ἀνασυστήσει καὶ νὰ
τὴν ἀνακαινίσει
κατὰ κάποιο τρόπο, ἀφοῦ
φθάρηκε κι ἀπωλέστηκε
ἀπὸ
τοὺς κακοὺς ἑνωτικούς.
Σύνοδος Ὀρθόδοξη κατὰ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας
Γι΄αὐτὸ ἀρπάζοντας
τὴν εὐκαιρία,
δηλαδὴ τοῦ
νέου βασιλιὰ
γιὰ τὴν
διόρθωση τῆς
Ἐκκλησίας, ἔφτασε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὶν μεταστρέφουν τὸν Κωνσταντῖνο οἱ
πολέμιοι τῆς
εὐσέβειας. Δὲν ὑπάρχει
ἀμφιβολία, πώς οἱ πολίτες δέχτηκαν τὸν δάσκαλο τῆς πίστης καὶ τὸν
γενναῖο πρόμαχο τῆς Ἐκκλησίας,
μ’ ἄκρατη χαρά, τόσο ὅλος ὁ
ἱερὸς
κλῆρος, ὅσο
κι ὁ βασιλιὰς μὲ
τὴ σύγκλητο καὶ ἰδιαίτερα
ὁ φιλοχριστὸς λαός. Μόνο οἱ ἐχθροί
τῆς πίστης στενοχωρήθηκαν καὶ ταράχτηκαν μὲ τὸν
ἐρχομό του, ὅπως κάποτε κι οἱ θεομίσητοι ἀρειανοι ὅταν γύριζε στὸ θρόνο του ὁ μέγας Ἀθανάσιος.
Καὶ Πατριάρχης τότε, ἦταν ἐκεῖνος ὁ
παγκάκιστος Γρηγόριος, πού πολλὲς
φορὲς ἀναφέρθηκε
ὡς πρωτοσύγκελλος. Ὁ μέγας Μάρκος λοιπόν, ἀμέσως σκέφτηκε ὡς ἀναγκαία
μία γενικὴ
Σύνοδο, γιὰ
ν’ ἀνατρέφει καὶ νὰ
καταδικάσει συνοδικά τα κακὰ
κι ὀλέθρια πού ἔγιναν στὴν Φλωρεντία. Ἡ ὅποια
καὶ συγκροτήθηκε μὲ βασιλικὴ διαταγὴ στὸν
ναὸ τῆς
ἁγίας Σοφίας, μετὰ ἀπ’
ἕνα χρόνο καὶ ἕξι
μῆνες ἀπὸ τὸ
θάνατο τοῦ
βασιλιὰ Ἰωάννη
καὶ μὲ
παρόντες καὶ
τοὺς τρεῖς
Πατριάρχες τῆς
Ἀνατολῆς,
δηλαδὴ τὸν
Ἀλεξάνδρειας, τὸν Ἀντιόχειας
καὶ τῶν
Ἱεροσολύμων καὶ πολλῶν
μητροπολιτῶν
καὶ δασκάλων κι ἄλλων πολλῶν. Αὐτὴ πρῶτα,
καθαιρεῖ ἀπὸ τὸν
θρόνο τῆς βασιλεύουσας τὸν ἀσεβή
καὶ μιαρότατο Γρηγόριο, ὁ ὁποίος
καὶ μὴν
ἀντέχοντας τὴν ντροπή, ἐπειδὴ
ἔμεινε πιστὸς στὴν
ἕνωση, γύρισε στὴ Ρώμη, τὴν πηγὴ
τῆς ἀποστασίας.
Κι ἀντὶ
αὐτοῦ,
χειροτονεῖται
ὁ Ἀθανάσιος
[33], ἄνδρας κόσμιος κι εὐσεβέστατος, κατὰ τοῦ
ὁποίου τὴν πατριαρχικὴ θητεία, ὅπως θέλουν κάποιοι, ἔγινε κι ἡ ἅλωση
τῆς Πόλης. Καὶ μετὰ
ἀπ’ αὐτό,
καταδικάζει κι ἀνατρέπει
ὅσα ἔγιναν
στὴν Ἰταλία,
κάνοντας σὲ
διάφορα σημεῖα
λαμπρὰ κι ἐξαίρετα
ἐγκώμια τοῦ θείου Μάρκου καὶ ὑποδεικνύοντας,
ὅτι αὐτὸς δὲν
διαφέρει σὲ
τίποτα ἀπὸ
τοὺς παλιοὺς καὶ
περιβόητους Πατέρες καὶ
δασκάλους, στὴ
σοφία καὶ τὴν
ὀρθότητα τῶν δογμάτων.
Ἐπιστροφὴ τῶν μετανοούντων
Σὲ
αὐτὴ
λοιπὸν τὴν
περίσταση, αὐτὸς ὁ
μέγας προστάτης τῆς
Ἐκκλησίας, ἔδειξε ἀπὸ
τὴν ἀρχὴ τὸν
συνηθισμένο του ζῆλο,
ἐπιστράτευσε ὅλη του τὴν ἐπιμέλεια,
μεταχειρίστηκε κάθε ἀγώνα,
γιὰ νὰ
συμφιλιώσει τ’ ἀντιμαχόμενα
μέρη, πού ὡς
τότε ἦταν κακὰ καὶ
ἄθλια μεταξύ τους, ἀπὸ
τότε δηλαδὴ
πού γύρισαν ἀπὸ τὴ
σύνοδο τῆς Ἰταλίας.
Γι’ αὐτὸ
καὶ σ’ ὅσους
ἔκλαιγαν γιά τὴν ὑπογραφὴ τοῦ
λατινισμοῦ,
ἔδωσε θάρρος μὲ τὴν
ἐλπίδα τῆς θείας συμπόνιας γιὰ τὴν
μετάνοιά τους. Γιὰ
ὅσους δὲν εἶχαν
ἀντιληφθεῖ καὶ
στοχάζονταν αὐτὸ πού εἶχε γίνει ὡς ἀδιάφορο
ἤ κι ὡς
καλό, τοὺς ὁδήγησε
σὲ μετάνοια δίνοντάς τους νὰ καταλάβουν τί μεγάλο κακὸ διέπραξαν. Κι ἀπὸ
τὸ ἄλλο
μέρος, δίδασκε ἀκόμα
κι αὐτοὺς
πού ἦταν στὴν Πόλη καὶ δὲν
εἶχαν πάει στὴ σύνοδο τῆς Ἰταλίας,
νὰ μὴν
φέρονται μὲ
σκληρότητα κι ἀποστροφὴ πρὸς
τοὺς μετανοοῦντες ἀδελφοὺς οἱ
ὁποίοι καταφεύγουν στὸ ἔλεος
τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ πρατοντὰς ἔτσι,
ἐπανέφερε τοῦς πλανημένους, ἀνόρθωσε αὐτοὺς
πού εἶχαν πέσει, ἕνωσε τ’ ἀντιμαχόμενα μέρη κι ἠρέμησαν οἱ ταραχὲς μεταξύ τῶν ὁμοφύλων,
γνώρισαν οἱ
ὁμογενεῖς τοῦς
ὁμογενεῖς τους κι ἐπανήλθε ἡ εἰρήνη.
Κι ἐκτὸς
ἀπὸ
δύο ἡ τρεῖς,
πού προτίμησαν ἑκούσια
τὴν ἀπώλεια
τῶν ψυχῶν
τους, ὅλοι οἱ
ὑπόλοιποι, διέγραψαν μὲ τὴν
μετάνοιά τους τὰ
κακῶς γενόμενα ἀπ’ αὐτοὺς στὴν
Ἰταλία. Ἔτσι ἔγιναν
ὅλοι ἕνα
ποίμνιο καὶ
ἕνα σῶμα,
ὑπὸ
ἕναν ποιμένα καὶ μία κεφαλή, ὄχι τοῦ
βρωμεροῦ κι ἀποστάτη
κι ἀξιοκατάκριτου γυναικοπρόσωπου Πάπα,
ἀλλὰ
τῆς ἀθάνατης
κεφαλῆς ὅλων,
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Κοίμηση τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ
Ἀλλὰ ἔφτασε
τέλος καὶ γι΄αὐτὸν ν’ ἀφήσει
αὐτὴ
΄τὴν κοιλάδα τῶν δακρύων΄ καὶ ν’ ἀνεβεῖ στὴν
οὐράνια κληρουχία, γιὰ νὰ
λάβει ἐκεῖ
ἀπὸ
τὸν ἀγωνοθέτη
Χριστό, τὶς
ἐπάξιες ἀμοιβὲς
τῶν μυρίων του ἀγώνων. Ἔτσι καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς
νόμους τῆς φύσης, ἀσθένησε λίγο καὶ κείτονταν στὴν πατρική του κατοικία, στὸ Γαλατά. Καὶ πλησιάζοντας στὸ τέλος, δίδασκε τοὺς παρόντες Χριστιανοὺς τὰ
πρέποντα κι ἰδιαίτερα
τούς δίδασκε ν’ ἀποφεύγουν
μ’ ὅλες τὶς
δυνάμεις τους τὴν
ψυχοφθόρα ἕνωση,
πού εἶναι ἀνατροπὴ ὅλης
της Ὀρθόδοξης πίστης. Κι ἀφοῦ
παράγγειλε αὐτὰ καὶ
παραινοῦσε καὶ
δίδασκε τοὺς
πάντες, νὰ
ἐμμένουν στὴν καλὴ
ὁμολογία τῶν Πατέρων τους καὶ νὰ
μὴν ἔξαπατουνται
ἀπὸ
τὰ χρηστὰ καὶ
γλυκὰ λόγια τῶν ἀπατεώνων
παπιστῶν, παρέδωσε ἐν εἰρήνη
τὸ πνεῦμα
του στὸν Ἀρχιποίμενα
Ἰησοῦ,
αὐτὸς
ὁ καλὸς
ποιμὴν καὶ
γνήσιος μαθητὴς
αὐτοῦ
τοῦ Ἀρχιποίμενα,
ὁ μιμητὴς τοῦ
θείου Παύλου, τὸ
στόμα τῶν θεολόγων, τὸ μέγα ἀμόνι τῆς πίστης, ὁ ἀπερίγραπτος
πύργος τῆς γενναιότητας, ὁ ἀσφαλέστατος
ὁδηγὸς
τῶν πλανεμένων.
Πόσα καὶ
ποιὰ εὔφημα
ὀνόματα νὰ πῶ,
γιὰ νὰ
πλέξω τὸ ἄξιο
ἐγκώμιο αὐτοῦ,
ἀφοῦ
ὅσα κι ἂν παραθέσω, δὲν εἶναι
δυνατὸν νὰ
προσεγγίσω τὴν
ἀξία του οὔτε στὸ
ἐλάχιστο;
Τελείωσε λοιπὸν
τὴ ζωὴ
του ὁ μέγας Μάρκος, ὁ εὐγενέστατος
ἀπόγονος τῶν Εὐγενικῶν καὶ
λαμπρὸς πρόεδρος τῶν Ἐφεσίων
καὶ κοινὸς
Δάσκαλος ὅλης
τῆς οἰκουμένης.
Καὶ τελείωσε τὴ ζωὴ
του θαυμάσια, ὅπως
τὸ μαρτυρεῖ κι ἡ
ἐπικήδεια μονωδία τοῦ σοφότατου Σχολαρίου, τὴν ὁποία
ἐκφώνησε στὴν ἱερή
του ταφή, θρηνώντας κι ὀδυρόμενος
γιὰ τὴν
ἀπώλειά του πού τὸ γένος δέχθηκε ἀπὸ
τὴν κοίμηση ἑνὸς
τέτοιου μεγάλου προστάτη καί, πρόμαχου. Καί στὴν
ἱερή του ταφὴ συνέρευσε ὅλη ἡ
πόλη, οἱ ἀρχιερεῖς ποὺ
παρευρίσκονταν τότε ἐκεῖ, ὅλοι
οἱ ἱερεῖς, τὰ
πλήθη τῶν μοναχῶν, ἄνδρες
καὶ γυναῖκες,
νέοι καὶ παρθένες, πρεσβύτεροι καὶ νεότεροι. Ὅλοι συνέρευσαν ἀπὸ
παντοῦ, ὄχι
τόσο γιὰ νὰ
τιμήσουν αὐτὸν πού τίμησε τοὺς πάντες, ὅσο γιὰ
ν’ ἀξιωθοῦν
τὴν εὐλογία
καὶ τὴ
χάρη πού ἐξέπεμπε
ἐκεῖνο
τὸ πανίερο καὶ θεῖο
σῶμα, ἄλλοι
μὲ τὸν
ἀσπασμό του κι ἄλλοι μόνο μὲ τὴ
θέα του, μὴ
μπορώντας νὰ
πλησιάσουν ἀπὸ τὸ
μέγεθος τοῦ
πλήθους. Καὶ
τὸ ἱερότατο
σῶμα του, μετὰ ἀπ’
αὐτὴ
τὴν πανκοινὴ ἐκφορὰ ἀπ’
ὅλους τούς ὁμίλους πού προπορευόταν καὶ τὸ
συνόδευε μὲ
τοὺς ἱεροὺς καὶ
θείους ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας,
παραδόθηκε στὴ
γῆ, σύμφωνα μὲ τὸν
κοινὸ νόμο τῶν σωμάτων, κι ἡ μακάρια ψυχή του, ἐγκαταλείποντας τό χῶμα, μεταφέρθηκε στὸν Δεσπότη πού ποθοῦσε καὶ
γιὰ τὸν
ὁποίο τέλεσε ἐκείνους τοὺς μακροχρόνιους καὶ συνεχεῖς ἀγῶνες καὶ τὰ
παλέματα. Καὶ
προσμετρήθηκε μὲ
τοὺς ὅσιους
αὐτὸς
ὁ ὅσιος,
μὲ τοὺς
ἱεράρχες ὁ ἱεράρχης,
μὲ τοὺς
θεολόγους ὁ
θεολόγος, μὲ
τοὺς ἀθλητὲς ὁ
ἀθλητής, μὲ τοὺς
ὁμολογητὲς ὁ
ὁμολογητὴς καὶ
μὲ τοὺς
μάρτυρες ὁ
ἀναίμακτος μὲ τὴ
θέλησή του μάρτυρας. Κι ὅτι
στ’ ἀλήθεια ὑπῆρξε
τέλειο τό μαρτύριο σ’ αὐτὸν μὲ
τὴ δική του ἐπιθυμία, τὸ ἀποδείξαμε
ἱκανοποιητικὰ κι εἶναι
εὔκολο νὰ τὸ
καταλάβει ὁ
καθένας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου