Δημοσιεύουμε σήμερα την δεύτερη ενότητα από το τελευταίο μέρος των άρθρων που αναφέρονται στο Κείμενο της
Αλεξάνδρειας
Ελπίζω
η προσπάθεια παρουσίασης
εκλαϊκευμένων εννέα μικρών
σχετικών άρθρων να βοήθησε στην
ενημέρωση των ενδιαφερομένων για το τι ετοιμάζεται καθώς και το μοντέλο της
Ένωσης Ορθοδόξων-Παπικών. Υπάρχουν όμως
και άλλα πολλά που θα μπορούσαν να γραφτούν για το κείμενο αυτό. Αυτό όμως
απαιτεί ειδικές γνώσεις και ξεπερνά τα όρια της εκλαϊκευμένης κατήχησης.
ΜΕΡΟΣ
ENNATO
( Θ2 δεύτερη ενότητα)
Έρευνα
:πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου (χημικός)
Συνέχεια από το προηγούμενο Θ1
Γ. Οι ιδιαίτερες αναφορές που γίνονται στο κείμενο της Αλεξάνδρειας στο κείμενο του Chieti
(Κέϊτι) επιβάλλει να αποκρυπτογραφήσουμε τα γραφόμενα.
Υπενθυμίζουμε ότι το κείμενο του Chieti (Κέϊτι) είχε ως θέμα.«Συνοδικότητα καί Πρωτεῖο κατά τήν πρώτη χιλιετία : καθ’ὁδόν πρός μιά κοινή κατανόηση στήν ὑπηρεσία τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας»
1.Κειμενο Κέϊτι παράγραφος 2
2. Από
αρχαιοτάτων χρόνων, η μία Εκκλησία εκφραζόταν σε πολλές τοπικές εκκλησίες. Η
κοινωνία του Αγίου Πνεύματος (βλ. Β’ Κορ. 13,13), βιώνονταν τόσο σε κάθε
τοπική εκκλησία όσο και στις σχέσεις μεταξύ τους ως ενότητα στην
ποικιλομορφία. Με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος (πρβλ. Ιω. 16,13), η
Εκκλησία ανέπτυξε πρότυπα της τάξεως και διάφορες πρακτικές, σύμφωνα με την
φύση της ως “ενός λαού που βίωνε στην ενότητα του σύμφωνα με την ενότητα του
Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”
|
ΣΧΟΛΙΑ. Η αρχή της ενότητος μέσα στην
διαφορετικότητα ή την ποικιλομορφία (unity in diversity) είναι μία από τις
βασικές προτεσταντικές εκκλησιολογικές αρχές. Πιο συγκεκριμένα, είναι μία από
τις εννέα αρχές της λεγομένης «Κοινότητας του Χριστού», μιάς παραφυάδας των
Μορμόνων. Σύμφωνα μ’αυτήν, ο Χριστιανισμός παρέχει ένα πλαίσιο, βάσει του
οποίου οι διάφορες κοινότητες και κοινωνίες μπορούν να είναι ενωμένες με μια
κοινή κατανόηση του εαυτού τους, του σκοπού τους και της έννοιας της ζωής, των
προσπαθειών και δράσεών τους και να ανακαλύψουν σημεία συμφωνίας και σύγκλισης.
Στο «Παγκόσμιο Συνέδριο των Εθνικών Θρησκειών» (World Congress of Ethnic
Religions) τον Ιούνιο του 1998 στο Vilnius της Λιθουανίας, η ιδρυτική Διακήρυξη
του Συνεδρίου αυτού τελειώνει με το «Ενότητα μέσω της Πολυμορφίας». Το σύνθημα
αυτό προχωράει και σε διαθρησκειακό επίπεδο, λέγοντας ότι όλες οι θρησκείες
έχουν την ίδια πηγή, αρχές και στόχους και δίνεται έμφαση στην «ενότητα» και
στην «παγκόσμια ενοποίηση». Ένας από τους σκοπούς της «Νέας Τάξεως Πραγμάτων»
είναι η ενότητα στην ποικιλομορφία».
Οι οικουμενιστές, παρερμηνεύοντας το εδάφιο Α’ Κορ.
12,7, ισχυρίζονται ότι η Εκκλησία καλείται να φανερώνει την μοναδικότητά της
μέσα σε ευρεία διαφορετικότητα. Όμως, το εδάφιο κάνει λόγο για ποικιλία
χαρισμάτων και διακονιών μέσα στην Εκκλησία. Οι διαιρέσεις των χαρισμάτων, των
διακονιών και των ενεργημάτων αποτελούν δωρεές του Αγίου Πνεύματος,
προσφερόμενες στα μέλη της Εκκλησίας. Όπως λέγει ο ίδιος ο Απ. Παύλος,
πραγματευόμενος το ίδιο θέμα στην επιστολή του προς Εφεσίους, η διαφορά των
χαρισμάτων δίδεται «προς τον καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις
οικοδομήν του σώματος του Χριστού, μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα
της πίστεως και της επιγνώσεως του υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον
ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Δεν πρέπει οι «διαιρέσεις των χαρισμάτων»
να εννοούνται ως δογματικές διαφοροποιήσεις, αντιευαγγελικές ηθικές επιλογές
και ματαιόφρονες ανθρώπινες πρακτικές, διότι από αυτές ακριβώς ο Απ. Παύλος
θέλει να προφύλαξει τα μέλη της Εκκλησίας, λέγοντας στη συνέχεια του εδαφίου :
«ίνα μηκέτι ώμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι και περιφερόμενοι παντί ανέμω της
διδασκαλίας εν τη κυβεία των ανθρώπων εν πανουργία προς την μεθοδείαν της
πλάνης». Πηγή της αρχής της ενότητος στην διαφορετικότητα ή την ποικιλομορφία
είναι η προτεσταντική θεωρία των κλάδων.
2.Κείμενο Κέϊτι παράγραφος 4 και 5
4. Ο όρος
πρωτείο αναφέρεται σε αυτόν που είναι πρώτος (primus, πρώτος). Στην Εκκλησία,
το πρωτείο ανήκει στην Κεφαλή της – τον Ιησού Χριστό, «ὅς
ἐστιν ἀρχή,
πρωτότοκος ἐκ τῶν
νεκρῶν, ἵνα
γένηται ἐν πᾶσιν
αὐτὸς
πρωτεύων» (Κολ 1:18). Η χριστιανική
παράδοση διευκρινίζει σαφέστερα ότι κατά την διάρκεια της συνοδικής ζωής της
Εκκλησίας σε διάφορα επίπεδα, ο επίσκοπος αναγνωρίζεται ως ο “πρώτος”. Ο
Ιησούς Χριστός συνδυάζει το «πρωτείο» με την «διακονία»: «εἴ
τις θέλει πρῶτος εἶναι,
ἔσται πάντων ἔσχατος
καὶ πάντων διάκονος» (Μκ 9:35).
|
5. Στην
δεύτερη χιλιετία διασπάστηκε η κοινωνία μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Πολλές
προσπάθειες έχουν γίνει για την αποκατάσταση της κοινωνίας μεταξύ Καθολικών
και Ορθοδόξων, χωρίς όμως αποτελέσματα. Η Μικτή Διεθνής Επιτροπή του
Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας,
στο πλαίσιο των εργασιών της προσπαθεί να ξεπεράσει τις θεολογικές αποκλίσεις
μελετώντας τη σχέση συνοδικότητας και πρωτείου στην ζωή της Εκκλησίας.
Διαφορετικές κατανοήσεις αυτής της πραγματικότητας διαδραμάτισαν σημαντικό
ρόλο στην διαίρεση μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών. Είναι, ως εκ τούτου,
απαραίτητο να επιδιώξουμε να καταλήξουμε σε μια κοινή κατανόηση αυτών των
αλληλένδετων, συμπληρωματικών και αδιαχώριστων πραγματικοτήτων.
|
ΣΧΟΛΙΑ
Το χωρίο από την προς Κολασσαείς επιστολή
παρερμηνεύεται και εμφανίζεται ο Χριστός να έχει πρωτείο εξουσίας, σαν του
Πάπα. Όμως, στο εν λόγω χωρίο ο Χριστός λέγεται αρχή και πρώτος όχι μόνο κατά
την άνω εκ του Πατρός γέννηση και κατά την κάτω εκ της Παρθένου, αλλά και κατά
την εκ νεκρών ανάσταση. Γι’ αυτό και δικαίως λέγεται ότι είναι και πρωτότοκος
εκ νεκρών. Ο Χριστός αναστήθηκε πρώτος από τους νεκρούς ως απαρχή τους, για να
γίνει πρώτος σε όλα τα περί αυτόν δημιουργικώς θεωρούμενα, γι’αυτό και πριν απ’
όλα τα κτίσματα γεννήθηκε από τον Πατέρα κατά την Θεότητα. Είναι πρώτος όλων
των ανθρώπων κατά την ανθρωπότητα, ως κεφαλή της Εκκλησίας. Και πρώτος όλων
αναστήθηκε και πλέον δεν πέθανε, χαρίζοντας σε όλους τους ανθρώπους την
ανάσταση και την αφθαρσία ως απαρχή της αναστάσεως[
Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία δεν νοείται «Πρώτος»
γενικά και αόριστα χωρίς την παρουσία της συγκεκριμένης συνόδου μιάς επαρχίας.
Ο θεσμός των πρεσβείων τιμής (αυτός είναι ο όρος, που χρησιμοποιεί η ορθόδοξη
εκκλησιαστική παράδοση σε αντίθεση με τον μεταγενέστερο όρο «πρωτείον», που
χρησιμοποιούν οι παπικοί) εκφράζει και διασφαλίζει την ενότητα και την
συνοδικότητα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας.
Η πενταρχία
των πατριαρχικών θρόνων είναι η μορφή, την οποία η Εκκλησία έδωσε στον θεσμό
των πρεσβείων τιμής κατά την πρώτη χιλιετία. Η εξουσία του «πρώτου», η οποία
απορρέει από τα πρεσβεία τιμής, είναι καρπός της συνοδικότητος, ενώ η εξουσία,
που άρχισε να οικειοποιείται ο επίσκοπος της Ρώμης ήδη από την πρώτη χιλιετία
είναι αποτέλεσμα της καταλύσεως του συνοδικού πολιτεύματος της Εκκλησίας.
Στην Εκκλησία της α΄ χιλιετίας δεν υφίστατο «θείω
δικαίω» παπικό πρωτείο δικαιοδοσίας και εξουσίας εφ’ όλης της Εκκλησίας, αλλά η
Εκκλησία είχε το δικαίωμα να αποφασίζει τα της διοικήσεώς της και χωρίς τον
πάπα και ακόμα περισσότερο και παρά τη δική του έντονη αντίθεση και οι
αποφάσεις της αυτές είχαν καθολική ισχύ. Επίσης, στις ανωτέρω παραγράφους το
θέμα του πρωτείου τίθεται με τη μάσκα και το προσωπείο
Η θέση ότι ο Διάλογος «προσπαθεί να ξεπεράσει τις
θεολογικές αποκλίσεις», επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό ότι αυτός δεν εξετάζει
θεολογικώς και εις βάθος τα θέματα, που χωρίζουν τις δύο πλευρές, αλλά
προσπαθεί να επιτύχει μία άμικτη μίξη μεταξύ πρωτείου και συνοδικότητος.
Προτεραιότητα έχουν και προβάλλονται μόνο τα κοινά και ενούντα σημεία.
Δ. Στην παράγραφο 5.5 γίνεται οικουμενιστική
ερμηνεία των λόγων του Χριστού «ίνα πάντες εν ώσι» (Ιω 17:21).(υπάρχει
παλιότερο σχετικό κείμενο δημοσιευμένο με αναλυτικό σχολιασμό).
Τελικά
συμπεράσματα
Με βάση όσα αναφέρθηκαν και στα προηγούμενα άρθρα
διαπιστώνουμε ότι το τελικό κείμενο της Αλεξάνδρειας , κυριαρχεί μια
συμβιβαστική νοοτροπία, σε ό,τι αφορά το
θέμα: Συνοδικότης και Πρωτείο. Μεθοδεύεται μια προσπάθεια εναρμονίσεως των δύο
αυτών μεγεθών, ώστε να φθάσουμε τελικά σε μια «ενότητα εν τη
διαφορετικότητι» και εν τέλει σε μια ουνιτικού τύπου ένωση με τη
Ρώμη. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι Ορθόδοξοι θα αναγνωρίσουμε στον πάπα τον απολυταρχικό
του ρόλο στη Δύση, όπως του τον εξασφάλισαν οι παπικές ψευδοσύνοδοι, οι δε
Ρωμαιοκαθολικοί θα αναγνωρίσουν στους Ορθοδόξους το δικαίωμα να διοικούνται
συνοδικά, όπως ορίζει το Κανονικό Δίκαιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Θα
αναγνωρίσουν επίσης οι Ορθοδόξοι στον πάπα, ένα «ρόλο συντονισμού» επί
της παγκόσμιας «ενωμένης» Χριστιανοσύνης. Παράλληλα
αμφότεροι, Ορθόδοξοι και παπικοί, θα κρατήσουν τα δόγματά τους αμετακίνητα.
Ολόκληρες Σύνοδοι, όπως η Η΄επί Μ. Φωτίου
(879-880), οι Ησυχαστικές Σύνοδοι τού 1341, 1347, 1451 (Θ΄Οικουμενική), οι
νεότερες πατριαρχικές Σύνοδοι τής ΚΠόλεως (1722, 1727, 1838 κ.ά), αλλά καί οι
θεοφώτιστοι άγιοι Πατέρες άγιος Μάρκος Εφέσου, άγιος Αθανάσιος Πάριος, άγιος
Νικόδημος ο Αγιορείτης, άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως μέ ευαγγελική, πατερική καί
αγιοσυνοδική θεολογική τεκμηρίωση καταδικάζουν απερίφραστα ως αιρετικούς
τούς Λατίνους ή τούς Λατινόφρονες. Κατά κανόνα μάλιστα αι Σύνοδοι και αι
Πατριαρχικές Εγκύκλιοι από ποιμαντική επιταγή περιφρουρήσεως τού λαού από τίς
προπαγάνδες τών Φραγκολατίνων, χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς εντονότατα οξείς,
όχι όμως αναληθείς ή εμπαθείς. Τό αυτό παρατηρούμε καί στό “Συνοδικό τής
Ορθοδοξίας”, τό οποίο περιελήφθη στό Τριώδιο . Βάσει τοιούτων Ορθοδόξων
Συνοδικών καί Πατερικών κριτηρίων, σέ πρόσφατο άρθρο ο Σεβ. Ναυπάκτου, τονίζει
ότι δέν υπάρχει αποστολική διαδοχή (παράδοσις Χάριτος καί αληθείας) ούτε
Μυστήρια ούτε κυριολεκτουμένη Εκκλησία στόν Παπισμό. Διαφορετικά, άν η ιστορική
διαδοχή αποτελούσε τό εχέγγυο τής αποστολικότητος ερήμην τής αληθείας
(ορθοδοξίας), τότε θά έπρεπε νά τήν αναγνωρίζουμε καί στούς λοιπούς αιρετικούς
καί αιρεσιάρχες,
Δεν αποκλείεται όλα αυτά να πραγματοποιηθούν
το 2025, την επέτειο της συμπληρώσεως 1700 ετών από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο,
πράγμα το οποίο και απευχόμεθα, ικετεύοντας τον Κύριο της Εκκλησίας να μην επιτρέψει
τέτοιο τρομακτικό πειρασμό.
Βιβλιογραφικές πηγές.
1,Όσες αναφέρθηκαν στα προηγούμενα σχετικά άρθρα.
2. http://www.imconstantias.org.cy/2954.html
3. αγίου Μαξίμου τοῦ Ομολογητοῦ, Μυσταγωγία, PG 91,
663D.
5. ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ, «Ο Οἰικουμενισμὸς στην πράξη, ήτοι τὴν θεολογία και την ἄσκηση»,στὸ Οικουμενισμός, Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, εκδ. Θεοδρομία, τ. Β, σελ. 787,
6. ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ,ανακοινωθέν γιά τήν ημερίδα για τήν Β΄ Βατικανή Σύνοδο, 5-11-2013, http://www.impantokratoros.gr/BC5632ED.el.aspx.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου