Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

 

Υμνογραφική προσέγγιση της θεολογίας της εορτής του Ευαγγελισμού

Ευαγγελισμός

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.

Η Βυζαντινή υμνογραφία της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως ομοίως των Χριστουγέννων χαρακτηρίζεται όχι μόνο πλούσια, πανηγυρική και με μεγάλη ποιητική αξία, αλλά και με ιστορική ακόμα αξία συνδεόμενη με ιστορικά γεγονότα του Βυζαντίου, που διακρίνονται από αισθήματα δέους και θάμβους, κατάνυξης και ευλάβειας . Οι μεγάλοι υμνογράφοι στους ύμνους τους συμπυκνώνουν σε απαράμιλλους στίχους και όλη τη θεολογία της Εκκλησίας.

Η υμνογραφία της εορτής του Ευαγγελισμού, επηρεάστηκε από την πατερική ομιλητική και εγκωμιαστική παραγωγή. Κατά την χειρόγραφη παράδοση, αν και αντιμετωπίζουμε την έλλειψη πατρότητας σε πολλά από τα τροπάρια, η ακολουθία του Ευαγγελισμού αποκτά τη συνηθισμένη δομή με προεόρτια, κύρια εορτή και μεθέορτα ήδη από τον Η ‘ως τον Ι’ αιώνα. Εκτός από τα πατερικά ομιλητικά έργα, το θεολογικό και θεομητορικό περιεχόμενο στηρίζεται και σε δύο άλλες σημαντικές πηγές, τον Ακάθιστο Ύμνο και τα κοντάκια του Ρωμανού του Μελωδού.

Α.Προεόρτιος Κανόνας.

Από την αρχή του Κανόνα τονίζεται το σωτηριολογικό θέμα της ανάκλησης του προπάτορα Αδάμ και της λύτρωσης του ανθρωπίνου γένους.

Ωδή α.

Ὁ κόσμος, περιχαρῶς εὐφράνθητι, ὥσπερ αἰσθόμενος, τὴν τοῦ Κυρίου κάθοδον ἐν σοί · διὰ σπλάγχνα ἐλέους γάρ, ἐξ οὐρανοῦ κατέρχεται, γαστρὶ Παρθένου σωματούμενος.

Ἰδοὺ σοι, τῇ Βασιλίδι στέλλεται, θεῖος Ἀρχάγγελος, τοῦ Βασιλέως πάντων καὶ Θεοῦ, προμηνῦσαι τὴν ἔλευσιν, καὶ προσφωνήσει · Χαῖρέ σοι, ἐπ ‘ἀνακλήσει τοῦ Προπάτορος.

Ἡ στάμνος, ἡ φωταυγὴς καὶ πάγχρυσος, διευτρεπίσθητι, πρὸς εἰσδοχὴν τοῦ μάννα τῆς ζωῆς · ἐπὶ σὲ γὰρ ἐλεύσεται, διὰ φωνῆς Ἀγγέλου σοι, ὑπερφυῶς εἰσοικιζόμενος.

Στο τρίτο τροπάριο της πρώτης ωδής, ο υμνογράφος χρησιμοποιεί μία βαθύτατη ποιητική έκφραση έτσι ώστε να περιγράψει την κατ οικονομίαν κατάβαση του Λόγου του Θεού προκειμένου να θεώσει την ανθρώπινη φύση ·

«Λαγόσι, σοῦ τῆς Ἁγνῆς οἰκίζεσθαι, μέλλει ὁ Κύριος, ὁ κατοικῶν ἀεὶ τοὺς οὐρανούς · οὐρανῶσαι γὰρ ἔρχεται, τῶν γηγενῶν τὸ φύραμα, τοῦτο σαφῶς ἐπενδυσάμενος». 

Η τρίτη ωδή του κανόνα αναφέρεται στην προπατορική παράβαση και στην κατάρα που θεραπεύται με τον ερχομό του Χριστού.

Η ποιητική έκφραση συνδέεται με την εικόνα της φθαρτής ανθρώπινης φύσης, που, ξεκινώντας από την απάτη της Εύας, έχει καλλιεργήσει τα αγκάθια της αμαρτίας, τα οποία καταστρέφονται τώρα από τον αληθινό και αθάνατο Γεωργό ·

«Γῆ τὰς ἀκάνθας τῶν παθῶν λυπηρῶς ἡ βλαστήσασα, σκίρτα χόρευε, ἰδού, ὁ γεωργὸς ὁ ἀθάνατος, κατάρας ἐξαίρων σε, νῦν ἐπελεύσεται». 

 

Ο προεόρτιος κανόνας χαρακτηρίζεται από την παρουσία μίας συμβολικής σειράς με την οποία εικονίζεται το μυστήριο της σύλληψης του Χριστού στην μήτρα της Παρθένου. Βασικά αντιμετωπίζουμε μία τέτοια σειρά των συμβολισμών της Παλαιάς Διαθήκης και μία άλλη των συμβολισμών κάποιων γνωστών θεμάτων με τους οποίους η ομιλητική και υμνογραφική παράδοση εκφράζει μεταφορικά το ρόλο και το πρόσωπο της Παναγίας.

Η πρώτη σειρά μας καθοδηγεί στις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης οι οποίες προεικονίζουν τον ανέκφραστο τρόπο με τον οποίο η Παρθένος Μαρία γίνεται Θεοτόκος, συμβολίζοντάς την ως εξής ·

«Ἡ στάμνος, ἡ φωταυγὴς καὶ πάγχρυσος» που ετοιμάζεται «πρὸς εἰσδοχὴν τοῦ μάννα τῆς ζωῆς».

Αυτή η προτύπωση μας υπενθυμίζει τον τρόπο που ο Θεός έθρεψε τους Ισραηλίτες στην έρημο και τώρα η αληθινή στάμνα, η Θεοτόκος φέρει μέσα Της τον Ιησού, τον άρτο της ζωής. Η Παρθένος εικονίζεται ως «θεῖος πόκος», επάνω στον οποίο «ὁ Θεός, ὡς ὑετὸς καταβήσεται, ξηρᾶναι τά ῥεύματα, τῆς παραβάσεως».

Ένας άλλος συμβολισμός περιγράφει τη παρθενική μήτρα ως το θείο τόμο μέσα στον οποίο ο ουράνιος Πατέρας γράφει με το δάκτυλό Του την ενσάρκωση του Υιού Του.

Παρόμοια με την εικόνα της στάμνου του μάννα, μία άλλη συμβολική γνωστή προτύπωση χαρακτηρίζει τη μήτρα της Παρθένου ως  «χρυσῆ λυχνία », στην οποία κατοικεί  «τὸ πύρ τῆς θεότητος […] δι ‘οὗ τῶν κακῶν ἡμῶν, σκότος λυθήσεται».

Η σειρά συμβολισμών συνεχίζει με την προφητική όραση του Αββακούμ για το κατάσκιο όρος που προτυπώνει την παρθενική γέννηση της Θεοτόκου. Η «ὑπὲρ φύσιν» γέννηση συμβολίζεται με άλλες δυο εκφράσεις «ἡ ῥάβδος ἡ μυστική», και η ρίζα του Ιεσσαί, από την οποία θα ανθίσει το θείο άνθος, που επιβεβαιώνουν την θεϊκή πραγματικότητα ότι η γέννηση του Χριστού ξεπερνάει το φυσικό ανθρώπινο τρόπο.

Η Θεοτόκος είναι το όρος από το οποίο θα κοπεί «ὁ νοητὸς λίθος» ο οποίος θα «συντρίψει, τῶν δαιμόνων τὰ ἄψυχα ξόανα».

«Ἡ κιβωτὸς ἡ λογική», συμβολίζει την Παρθένο που φύλαξε στα σπλάγνα της τον Χριστό, την απαρχή της καινής κτίσης.

Ένας άλλος συμβολισμός μαρτυρούμενος από τον υμνογράφο για την περιγραφή του τόπου της σάρκωσης αναφέρεται στην παρθενική μήτρα ως «καθέδρα» ὴ «θρόνος» του Βασιλέα Χριστού και μας υπενθυμίζει τη χρήση του στην Παλαιά Διαθήκη για τη σημασία της δύναμης.

Μία άλλη εικόνα ιδιαιτέρως προσφιλής στους Πατέρες και στους υμνογράφους συμβολίζει τη μήτρα της Θεοτόκου ως «τη φλεγόμενη βάτο», η οποία έχει λάβει μέσα της «τὸ πῦρ τῆς θεότητος» το οποίο την διατήρησε άφθορο.

Η άλλη σειρά συμβολισμών του εν λόγω κανόνα συνδέεται με την πατερική ομιλητική παράδοση η οποία χρησιμοποιεί συχνά μία μεταφορική ορολογία έτσι ώστε να εκφράσει αποφατικά τις θείες πραγματικότητες. Επομένως, η Παναγία προτυπώνεται ως «ἄσπιλος ἀμνάς» που θα γεννήσει τον Αμνό του Θεού, «ὁ αἴρων ἡμῶν τὰ ἁμαρτήματα. Είναι «ἡ ἄμπελος» που ετοιμάζεται «πρὸς βλάστησιν ἀκηράτου βότρυος». Είναι «ἡ κουφή νεφέλη τοῦ φωτός», επάνω στην οποία λάμπει ο Χριστός, ο ήλιος, «λύων κακίας τὴν ζόφωσιν». Είναι «ὡς ῥόδον κοιλάδων καθαρόν, ὡς κρίνον εὔοσμον» της οποίας κάλλος «ο Πλαστουργός ἠράσθη».

Β.Κανόνας του Όρθρου.

«Ἀνοίξω τὸ στόμα μου καὶ πληρωθήσεται Πνεύματος, καὶ λόγον ἐρεύξομαι, τῇ Βασιλίδι Μητρί, καὶ ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων, καὶ ᾄσω γηθόμενος, ταύτης τήν Σύλληψιν».

 

ᾈδέτω σοι Δέσποινα, κινῶν τὴν λύραν τοῦ Πνεύματος, Δαυῒδ ὁ Προπάτωρ σου · Ἄκουσον θύγατερ, τὴν χαρμόσυνον, φωνὴν τὴν τοῦ Ἀγγέλου · χαρὰν γὰρ μηνύει σοι, τὴν ἀνεκλάλητον.

 

Όπως φαίνεται στην πρώτη ωδή, ο υμνογράφος, «κινών τὴν λύραν τοῦ Πνεύματος», ετοιμάζεται, διά του στόματος του Αρχαγγέλου να φέρει στη Θεοτόκο την «ανεκλάλητο χαρά» της σύλληψης του Θεού στη μήτρα της.

Α Ωδή

 

Ὁ Ἄγγελος

Βοῶ σοι γηθομενος · κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ πρόσχες μοι, Θεοῦ καταγγέλλοντι, σύλληψιν ἄσπορον · εὗρες χάριν γάρ, ἐνώπιον Κυρίου, ἣν εὗρεν οὐδέποτε, ἄλλη τις Πάναγνε.

Ἡ Θεοτόκος

Γνωσθήτω μοι Ἄγγελε, τῶν σῶν ῥημάτων ἡ δύναμις, πῶς ἔσται ὃ εἴρηκας? λέγε σαφέστατα, πῶς συλλήψομαι, Παρθένος οὖσα Κόρη? πῶς δὲ καὶ γενήσομαι, Μήτηρ τοῦ Κτίστου μου?

Ὁ Ἄγγελος

Δολίως με φθέγγεσθαι, διαλογίζῃ ὡς ἔοικε · καὶ χαίρω θεώμενος, τὴν σὴν ἀσφάλειαν, θάρσει Δέσποινα · Θεοῦ γὰρ βουλομένου, ῥαδίως περαίνεται, καὶ τὰ παράδοξα.

Το μήνυμα του Γαβριήλ αναφέρεται εξαιρέτως σ ‘ένα μοναδικό τρόπο σύλληψης που περνάει τα όρια της συνηθισμένης συνουσίας της γυναίκας και του άνδρα. Η θεολογική προοπτική των Πατέρων επιμένει στην πραγματικότητα ότι ο τρόπος σύλληψης του Χριστού είναι «ἀνερμήνευτος».

Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης, επιλαμβάνοντας κάποιες ερμηνείες του Μυριοβιβλίου του Αγίου Φωτίου, εξηγεί ότι ήταν αναγκαίο να μη φανερωθεί ο τρόπος σάρκωσης του Λόγου «ἵνα τοῦ σκότους τὸν ἄρχοντα λάθη · φησὶ γὰρ ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος τρία λαθεῖν τὸν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου, τὴν παρθενίαν Μαρίας , τὴν σύλληψιν τοῦ Κυρίου καὶ τὴν σταύρωσιν »(Ἑορτοδρόμιον).

Γ Ωδή.

Ἡ Θεοτόκος

Ἐξέλιπεν Ἄρχων ἐξ Ἰούδα, ὁ χρόνος ἐφέστηκε λοιπόν, καθ ‘ὃν ἀναφανήσεται, ἡ τῶν ἐθνῶν ἐλπὶς ὁ Χριστός, σὺ δὲ πῶς τοῦτον τέξομαι, Παρθένος οὖσα, σαφήνισον.

Ὁ Ἄγγελος

Ζητεῖς παρ ‘ἐμοῦ γνῶναι Παρθένε, τὸν τρόπον συλλήψεως τῆς σῆς, ἀλλ’ οὗτος ἀνερμήνευτος · τὸ Πνεῦμα δὲ τὸ Ἅγιον, δημιουργῷ δυνάμει σοι, ἐπισκιάσαν ἐργάσεται.

Ἡ Θεοτόκος

Ἡ ἐμὴ Προμήτωρ δεξαμένη, τὴν γνώμην τοῦ ὄφεως τρυφῆς, τῆς θείας ἐξωστράκισται · διὸ περ κἀγὼ δέδοικα, τὸν ἀσπασμὸν τὸν ξένον σου, εὐλαβουμένη τὸν ὄλισθον.

Ὁ Ἄγγελος

Θεοῦ παραστάτης ἀπεστάλην, τὴν θείαν μηνύσων σοι βουλήν, τὶ με φοβῇ Πανάμωμε, τὸν μᾶλλόν σε φοβούμενον, τὶ εὐλαβῇ με Δέσποινα, τὸν σὲ σεπτῶς εὐλαβούμενον?

Ο φόβος της Παρθένου απέναντι στον παράδοξο ασπασμό του Γαβριήλ κατανοείται εδώ παράλληλα με την προπατορική πτώση, εξ αιτίας της οποίας η Εύα εξορίστηκε από τον παράδεισο. Η έρευνα της Παρθένου και η συνεχής μνήμη της πτώσης της Εύας οφείλεται σε μία «θεόσοφο» και «ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πεφωτισμένη» ζωή της Παναγίας στα Άγια των Άγίων από τα οποία είχε ακούσει από τας θείας Γραφάς για την παράβαση των προπατόρων.

Το τελευταίο τροπάριο της γ ‘ωδής επηρεάστηκε από ένα απόσπασμα του αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων. Ο Αρχάγγελος προσπαθεί να λύσει το φόβο της Παρθένου λέγοντας ότι, για το μεγαλείο του μυστηρίου, αυτός θα έπρεπε να φοβάται μπροστά σ ‘αυτή που αξιώθηκε να γίνει Μητέρα του Θεού, Δεσπότου και κτίσαντός της.

Δ Ωδή

Ὁ Εἱρμὸς

«Ὁ καθήμενος ἐν δόξῃ, ἐπὶ θρόνου Θεότητος, ἐν νεφέλῃ κούφῃ, ἦλθεν Ἰησοῦς ὁ ὑπέρθεος, τῇ ἀκηράτῳ παλάμῃ καὶ διέσωσε, τοὺς κραυγάζοντας · Δόξα Χριστὲ τῇ δυνάμει σου».

Ἡ Θεοτόκος

Ἱεράν τινα Παρθένον, τεξομένην ἀκήκοα, τοῦ Προφήτου πάλαι, τὸν Ἐμμανουὴλ προθεσπίσαντος, ἐπιποθῶ δὲ τοῦ γνῶναι, πῶς Θεότητος, τὴν ἀνάκρασιν, φύσις βροτῶν ὑποστήσεται?

Ὁ Ἄγγελος

Κατεμήνυσεν ἡ βάτος, ἀκατάφλεκτος μείνασα, δεξαμένη φλόγα, Κεχαριτωμένη ἀνύμφευτε, τοῦ κατὰ σὲ Μυστηρίου τὸ ἀπόρρητον · μετὰ τόκον γάρ, μενεῖς Ἁγνή, ἀειπάρθενος.

Ἡ Θεοτόκος

Λαμπρυνόμενος τῷ φέγγει, τοῦ Θεοῦ παντοκράτορος, ἀληθείας κήρυξ, λέγε, Γαβριήλ, ἀληθέστατα, πῶς, ἀκηράτου μενούσης τῆς ἁγνείας μου? Λόγον τέξομαι, μετὰ σαρκὸς τὸν ἀσώματον.

Ὁ Ἄγγελος

Μετὰ δέους σοι ὡς δοῦλος, τῇ Κυρίᾳ παρίσταμαι, μετὰ φόβου Κόρη, νῦν κατανοεῖν εὐλαβοῦμαί σε, ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον καταβήσεται, ἐπὶ σὲ Λόγος, ὁ τοῦ Πατρός ὡς ηὐδόκησε.

Tο πρώτο τροπάριο της τέταρτης ωδής του κανόνα εμπνεύστηκε από μία προφητεία του Αββακούμ. Ο υμνογράφος χρησιμοποιεί την προφητεία για να συμβολίζει την από την εποχή των προφήτων αναμονή να ολοκληρωθεί η βούληση του ανάρχου Πατρός, να έλθει στον κόσμο ο Υιός του. Αυτή η βούληση και ο τρόπος ολοκλήρωσής της μένει «ἀνεξιχνίαστος».

Η απάντηση της Παρθένου, εμπνευσμένη από την προφητεία του Ησαία επιβεβαιώνει τη θεία οικονομία κατά την οποία μόνο μία κόρη που είχε αφιερώσει την παρθενία της στο Θεό, θα γεννήσει τον Εμμανουήλ. Αυτή η προφητεία παραπέμπει σε μία ερμηνεία του Ιωσήφ Βρυεννίου, κατά την οποία η προσθήκη του άρθρου (δηλαδή του «η») τονίζει ότι μία και μοναδική είναι αυτή για την οποία μιλάει ο Ησαίας. Το πράγμα που ακόμα μένει απόρρητο γι ‘αυτή είναι ο τρόπος σύγκρασης της θείας φύσης με την ανθρώπινη.

Το δεύτερο τροπάριο της τέταρτης ωδής επαναλαμβάνει τον παραλληλισμό μεταξύ της Θεοτόκου και της αφλέκτου βάτου, προεικονίζοντας το μύστηριο της Ενανθρώπησης του Χριστού. Με αυτό το συμβολισμό ο υμνογράφος υποστηρίζει όχι μόνο το γεγονός κατά το οποίο η μήτρα της Παρθένου δεν υπέστη καμία φθορά, αλλά και ότι διατήρησε την αειπαρθενία της. Επίσης, όπως υπογραμμίζει και ο άγιος Νικόδημος, η Παρθένος ονομάζεται «κεχαριτωμένη» σ ‘αυτό το τροπάριο, επειδή είχε το πλήρωμα της χάριτος «καί ἐν τῇ συλλήψει, καὶ μετὰ τὴν σύλληψιν».

Η απορία της Παρθένου εκφράζεται και στο επόμενο τροπάριο, στο οποίο αυτή ψάχνει να μάθει κάτι «ὑπερφυέστερον», δηλαδή πως μπορεί να φυλάξει και την παρθενία και να συλλάβει «βρέφος ἐννεάμηνον με τὸν φυσικὸν ὄγκον ὅλων τῶν μελῶν καὶ μερῶν τοῦ σώματος».

Το τελευταίο τροπάριο της τέταρτης ωδής αναφέρεται σε άλλη προεικόνιση του μυστηρίου της σάρκωσης του Θεού, ο οποίος θα κατέβει στη μήτρα της Παρθένου ως η βροχή στο «ποκάριο των μαλλιών». Ο άγιος Νικόδημος ερμηνεύει ότι ο Χριστός θέλει να κατέβει στην άχραντο κοιλία της Παρθένου «με τόσην ἡσυχίαν καὶ κρυφιότητα, ὥστε δέν ἐδυνήθη νά καταλάβῃ τινάς τὸν τρόπο τῆς αὐτοῦ καταβάσεως, οὔτε ἀπό τοὺς Ἀγγέλους, οὔτε ἀπό τοὺς ἀνθρώπους».

ᾨδὴ ε ‘

Ὁ Εἱρμὸς

«Ἐξέστη τὰ σύμπαντα, ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου · σὺ γὰρ ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεόν, καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσί σε, σωτηρίαν βραβεύοντα».

Ἡ Θεοτόκος

Νοεῖν σου οὐ δύναμαι, τῶν λόγων τὴν ἀκρίβειαν · θαύματα γὰρ γέγονε πολλάκις, θείᾳ δυνάμει τερατουργούμενα, σύμβολα καὶ τύποι νομικοί, τέτοκε Παρθένος δέ, ἀπειράνδρως οὐδέποτε.

Ὁ Ἄγγελος

Ξενίζῃ Πανάμωμε · καὶ ξένον γὰρ τὸ θαῦμά σου · μόνη γὰρ τὸν πάντων Βασιλέα, δέξῃ ἐν μήτρᾳ σαρκωθησόμενον, καὶ σὲ προτυποῦσι Προφητῶν, ῥήσεις καὶ αἰνίγματα, καὶ τοῦ Νόμου τὰ σύμβολα.

Ἡ Θεοτόκος

Ὁ πᾶσιν ἀχώρητος, καὶ πᾶσιν ἀθεώρητος, πῶς οὗτος δυνήσεται Παρθένου, μήτραν οἰκῆσαι, ἣν αὐτὸς ἔπλασε? πῶς δὲ καὶ συλλήψομαι Θεόν, Λόγον τὸν συνάναρχον, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Πνεύματι?

Ὁ Ἄγγελος

Πρὸς τὸν σὸν Προπάτορα, Δαυῒδ ἐπαγγειλάμενος, θήσειν ἐκ καρποῦ τοῦ τῆς κοιλίας, ἐπὶ τὸν θρόνον τῆς Βασιλείας αὐτοῦ, τὴν τοῦ Ἰακὼβ σε καλλονήν, μόνην ἐξελέξατο, λογικὸν ἐνδιαίτημα.

Ο ειρμός της πέμπτης ωδής · «Ἐξέστη τὰ σύμπαντα ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου · σύ γὰρ, ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν … »υπογραμμίζει την πρόθεση του υμνογράφου να τονίσει το ομοούσιον του Υιού με τον Πατέρα. Η Θεοτόκος γεννάει πέρα από την ανθρώπινη κατανόηση τον «ἐπὶ πάντων Θεὸν» και άναρχο Υιό. Κατά την ερμηνεία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο Υιός, ομοούσιος με τον Πατέρα, είναι και απερίγραπτος στα όρια ενός χρόνου ὴ μίας αρχής · «Ὁ δὲ Υἱὸς, ἐὰν μὲν ὡς αἴτιον τὸν Πατέρα λαμβάνῃς, οὐκ ἄναρχος ∙ ἀρχὴ γὰρ Υἱοῦ Πατὴρ ὡς αἴτιος ∙ ἐὰν δὲ τὴν ἀπὸ χρόνου νοῇς ἀρχὴν, καὶ ἄναρχος · οὐκ ἄρχεται γὰρ ὑπὸ χρόνου ὁ χρόνων Δεσπότης ».

Το δεύτερο τροπάριο της πέμπτης ωδής συνθέτει τους συμβολισμούς της Παλαιάς Διαθήκης με τους οποίους περιγράφεται η θέση της Θεοτόκου στο οικονομικό πλαίσιο της σωτηρίας και το ρόλο της στο μυστήριο της ενανθρώπησης του Χριστού. Παρομοίως με τη χρήση τους στον κανόνα της προεόρτιας ακολουθίας, η Θεοτόκος ταυτίζεται με τη στάμνο του μάννα, με τη ράβδο του Ααρών, με τις πλάκες της Διαθήκης, με το ιλαστήριον, με το χρυσό θυμιατήριον. Προτυπώνεται στις προφητείες, ως «ὁ τόμος ὁ καινὸς τοῦ Ἠσαΐου ἐν ᾧ ἐγράφη ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ με τὸ δάκτυλον τοῦ Θεοῦ», ως «ἡ πύλη τοῦ Ἰεζεκιήλ», ως «τὸ ἀλατόμητον ὄρος τοῦ Δανιήλ», από το οποίο «ἐγεννήθη ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος Χριστὸς ἄνευ συνουσίας ἀνδρός », ως« ἡ Ἄμπελος ἡ εὐκληματοῦσα τοῦ Ὠσηέ »· ως« τὸ τεῖχος τὸ ἀδαμάντινον τοῦ Ἀμώς », ως« τὸ κατάσκιον ὄρος τοῦ Ἀββακούμ », ως η« χρυσῆ Λυχνία τοῦ Ζαχαρίου.

Το τελευταίο τροπάριο αυτής της ωδής είναι εμπνευσμένο από δύο στίχους των Ψαλμών οι οποίοι επιβεβαιώνουν, κατά τη βιβλική παράδοση, ότι η Παρθένος Μαρία είναι καρπός της γενεάς του Δαβίδ από την οποία θα γεννηθεί ο Χριστός, ο Βασιλέας μίας καινούριας βασιλείας. Αυτός ο Βασιλέας έχει επιλέξει την Παρθένο ως «λογικὸν ἐνδιαίτημα», δηλαδή ως ἔμψυχο και νοερά κατοικία.

ᾨδὴ ς ».

Ὁ Εἱρμὸς

«Ἐβόησε, προτυπῶν τὴν ταφὴν τὴν τριήμερον, ὁ Προφήτης, Ἰωνᾶς ἐν τῷ κήτει δεόμενος · Ἐκ φθορᾶς με ῥῦσαι, Ἰησοῦ Βασιλεῦ τῶν δυνάμεων».

 

Ἡ Θεοτόκος

Ῥημάτων σου, τὴν φωνὴν Γαβριήλ, τὴν χαρμόσυνον, δεξαμένη, εὐφροσύνης ἐνθέου πεπλήρωμαι · χαρὰν γὰρ μηνύεις, καὶ χαρὰν καταγγέλλεις τὴν ἄληκτον.

Ὁ Ἄγγελος

Σοὶ δέδοται, ἡ χαρὰ Θεομῆτορ ἡ ἔνθεος, σοὶ τὸ Χαῖρε, πᾶσα κτίσις κραυγάζει Θεόνυμφε · σὺ γὰρ μόνη Μήτηρ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ προωρίσθης Ἁγνή.

Ἡ Θεοτόκος

Τῆς Εὔας νῦν, δι ἐμοῦ καταργείσθω κατάκριμα, ἀποδότω, δι ‘ἐμοῦ τὸ ὀφείλημα σήμερον, δι’ ἐμοῦ τὸ χρέος, τὸ ἀρχαῖον δοθήτω πληρέστατον.

Ὁ Ἄγγελος

Ὑπέσχετο, ὁ Θεός, Ἀβραὰμ τῷ προπάτορι, εὐλογεῖσθαι, ἐν τῷ σπέρματι τούτου τὰ Ἔθνη Ἁγνή · διὰ σοῦ δὲ πέρας, ἡ ὑπόσχεσις δέχεται σήμερον.

Η έκτη ωδή του κανόνα εκφράζει, διά του στόματος του Αρχαγγέλου, τη άπειρη χαρά της επιλογής της Παρθένου και της συγκατάθεσής της στο Λόγο του Θεού. Η Παρθένος φοβισμένη στην αρχή του διαλόγου με τον Γαβριήλ να μην απατηθεί όπως η Εύα, καταλαβαίνει τώρα ότι η σύλληψή της θα καταργήσει το προπατορικό αμάρτημα, και, ακόμα περισσότερο, θα σβήσει οποιοδήποτε σχίσμα μεταξύ Θεού και ανθρώπου.

Από τη στιγμή που ο αρχάγγελος φέρει το μήνυμα του Θεού, γίνεται μέσα στην Παρθένο μία διαδικασία καθαγιασμού, όπως το μαρτυρεί και το προτελευταίο τροπάριο της έκτης ωδής · «Ψυχήν ἥγνισε, καὶ σῶμα καθηγίασε, ναὸν εἰργάσατο, χωρητικὸν με Θεοῦ, σκηνὴν θεοκόσμητον, ἔμψυχον τέμενος, ἡ ἐπέλευσις τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ ζωῆς ἁγνὴν Μητέρα ».

ᾨδὴ ζ ‘

Ὁ Εἱρμὸς

«Οὐκ ἐλάτρευσαν, τῇ κτίστει οἱ Θεόφρονες, παρὰ τὸν κτίσαντα, ἀλλὰ πυρὸς ἀπειλήν, ἀνδρείως πατήσαντες, χαίροντες ἔψαλλον · Ὑπερύμνητε, ὁ τῶν Πατέρων Κύριος, καὶ Θεὸς εὐλογητὸς εἶ».

Ἡ Θεοτόκος

Φῶς τὸ ἄϋλον, μηνύων ὕλῃ σώματος, ἑνωθησόμενον, δι ‘εὐσπλαγχνίαν πολλήν, φαιδρὸν Εὐαγγέλιον, θεῖα κηρύγματα, νῦν κραυγάζεις μοι · Εὐλογημένος Πάναγνε, ὁ καρπὸς τῆς σῆς κοιλίας.

Ὁ Ἄγγελος

Χαῖρε δέσποινα, Παρθένε χαῖρε πάναγνε, χαῖρε δοχεῖον Θεοῦ, χαῖρε λυχνία φωτός, Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις, Εὔας ἡ λύτρωσις, ὄρος ἅγιον, περιφανὲς ἁγίασμα, καὶ νυμφὼν ἀθανασίας.

Ἡ Θεοτόκος

Ψυχὴν ἥγνισε, καὶ σῶμα καθηγίασε, ναὸν εἰργάσατο, χωρητικὸν με Θεοῦ, σκηνὴν Θεοκόσμητον, ἔμψυχον τέμενος, ἡ ἐπέλευσις, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ ζωῆς ἁγνὴν Μητέρα.

Ὁ Ἄγγελος

Ὡς πολύφωτον, λαμπάδα καὶ θεότευκτον, παστάδα βλέπω σε, νῦν ὡς χρυσῆ Κιβωτός, τοῦ Νόμου τὸν πάροχον, δέχου Πανάμωμε, εὐδοκήσαντα, τὴν τῶν ἀνθρώπων ῥύσασθαι, διὰ σοῦ

Με την ζ ‘ωδή τελειώνει και το αλφάβητο, οπότε ο υμνογράφος, προκειμένου να ολοκληρώσει τις εννέα ωδές, προσθέτει μία ακροστιχίδα ενός άλλου συντομότερου αλφαβήτου, ξεκινώντας με την η «ωδή. Με τον τρόπο αυτό, οι τελευταίες δύο ωδές περιλαμβάνουν έξι τροπάρια τα οποία έχουν τέσσερα στοιχεία του αλφαβήτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου