Η ΟΥΝΙΑ
ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Έρευνα: πρωτοπρεσβυτέρου
Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
ΜΕΡΟΣ-Α
Για τους αναγνώστες.
Στα πλαίσια της
αντι-οικουμενιστικής κατηχητικής προσπάθειας ξεκινάμε την δημοσίευση μιας
σειράς άρθρων με θέμα την δράση της Ουνίας στην Ευρώπη. Πρόκειται για μια
απλουστευμένη ερευνητική καταγραφή άγνωστων ιστορικών γεγονότων, που
φτάνουν μέχρι τις μέρες μας. Θεωρούμε ότι η γνώση των γεγονότων αυτών
είναι απαραίτητη μια και η Ουνία χαρακτηρίζεται «ως μέθοδος του παποκεντρικού
Οικουμενισμού».
Μέχρι τώρα έχουμε δημοσιεύσει τα
εξής σχετικά κείμενα.
1.Η Ουνία (γενικά ιστορικά
στοιχεία-η Ουνία στους θεολογικούς διαλόγους).
2.Ο Εφέσου Μάρκος ελέγχει δριμύτατα
τους Ουνίτες του Φαναρίου.
3.Η Ουνία στο Διάταγμα περί
Οικουμενισμού (UR) της Β Βατικάνειας Συνόδου.
4..Η Ουνία στην Ελλάδα σήμερα.
Εισαγωγικά.
Η Ουνία αποτελεί συνέχεια των
επιδιώξεων του Πάπα και του Βατικανού, όπως με όλη τους τραγικότητα φάνηκαν στη
Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-1439). Τότε, όταν οι Έλληνες ήσαν σε δεινή
κατάσταση, ο Πάπας επιδίωξε να τους κάνει ουνίτες, να ακολουθούν δηλαδή το δικό
τους λειτουργικό τυπικό, αλλά να τον αναγνωρίζουν ως εξουσιαστή τους. Οι άλλοι
Πατριάρχες της πενταρχίας (Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και
Ιεροσολύμων) θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν, θα κρατούσαν τους τίτλους τους και
τις δικαιοδοσίες τους, θα ελάμβαναν, τον τίτλο του καρδιναλίου, θα συμμετείχαν
στην Κούρια, στην παπική αυλή δηλαδή, αλλά θα ήσαν υποτελείς στον Πάπα, ως
απόλυτου και μόνου ηγεμόνος της Εκκλησίας.
Το παπικό σχέδιο δεν πέτυχε τότε να
επιβληθεί στα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Ανατολής, αλλά πέτυχε να επεκταθεί
σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και στη Μέση
Ανατολή, έως την Ινδία. Το υλοποιούσαν και το υλοποιούν κυρίως ιησουίτες
μοναχοί, εφαρμόζοντας το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» που τα
χρησιμοποιούν χωρίς καμία αναστολή. Στις χώρες της Ευρώπης (Πολωνία,
Λιθουανία, Αυστροουγγαρία κ.α.) χρησιμοποίησαν την κρατική εξουσία και τη βία
για να προσηλυτίσουν, «εκπολιτίσουν» κατά την προπαγάνδα τους,
τους Ορθοδόξους. Στη Μέση Ανατολή και την Ινδία με τη βοήθεια αποικιοκρατών
(λ.χ. Γάλλων και Πορτογάλων) και τη βία, αλλά και με την παροχή προστασίας προς
όσους ασπάζονταν την παπική εμβάδα έναντι των πολυπληθέστερων στις περιοχές
αυτές Μουσουλμάνων και Ινδουιστών.
Η παπική εγκύκλιος του Πάπα Παύλου Στ΄, «Orientalium Ecclesiarum», που εξεδόθη στις 21 Νοεμβρίου 1964, δείχνει με σαφήνεια τη στρατηγική του Βατικανού για τον προσηλυτισμό των Ορθοδόξων και των άλλων Χριστιανών που δεν αναγνωρίζουν την ηγεμονία του Πάπα. Μεταξύ άλλων τονίζεται: «Οι Ανατολικές Εκκλησίες έχουν καθήκον να προωθήσουν την ενότητα όλων των Χριστιανών, κυρίως αυτών της Ανατολής, κατά τις αρχές της αποφάσεως αυτής της Συνόδου (Β΄ Βατικανής) επί του οικουμενισμού…». Ξεκινώντας τον 15ο αιώνα με μηδέν Ουνίτες σήμερα το Βατικανό υπερηφανεύεται ότι διαθέτει 14 εκατομμύρια, που τους έχει αποσπάσει από τις Ανατολικές Εκκλησίες, Ορθόδοξες και Μονοφυσιτικές. Και ο σημερινός Πάπας συνεχίζει με εντατικότερους ρυθμούς το έργο των Ουνιτών. Σημειώνεται ότι είναι Ιησουίτης…
Σημειώνεται ότι ο αείμνηστος
Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος (Παπαδόπουλος) απευθυνόμενος γραπτώς στον Ουνίτη
Επίσκοπο Θεοδωρουπόλεως Γεώργιο τόνισε, μεταξύ των άλλων:
«Πιστεύσατέ μοι ότι η ουνία εις
ημάς τους ορθοδόξους προκαλεί πάντοτε φρίκην, διότι αντιπροσωπεύει δόλον και
απάτην εν τοις ζητήμασι της θρησκείας. Η ουνία είναι νόθον κατασκεύασμα ζητούν
να ελκύση δολίως εις την Λατινικήν Εκκλησίαν τους ορθοδόξους». Οι δια της Ουνίας προσηλυτιστικές ενέργειες του Πάπα κατά
των Ορθοδόξων προκαλούν το εύλογο ερώτημα γιατί πραγματοποιείται ο
θεολογικός διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Στη διάρκεια του και προς στην
επιθετικότητα των Λατίνων οι Ορθόδοξοι εκουσίως υποχώρησαν. Παραιτήθηκαν της
συζήτησης για την Ουνία, κάτι το απαράδεκτο από ιστορικής, θεολογικής και
εκκλησιολογικής απόψεως, αφού η παρουσία και η δράση της προϋποθέτουν την
μετά φανατισμού πρόσδεση του Βατικανού στο δόγμα περί απολύτου
κυριαρχίας του επί όλων των Χριστιανών.
H Ουνιτικη Ενωτικη Σύνοδος του Μπρέστ (1596)
Τα
γεγονότα πριν την Σύνοδο του Μπρέστ
Η επέκταση του Μεγάλου Δουκάτου της
Λιθουανίας συμπεριέλαβε, από τις αρχές του 14ου αιώνα, στα όριά του το
μέγιστο μέρος από την σημερινή Ουκρανία –πλην βεβαίως της Κριμαίας που ανήκε στο Ταταρικό Χανάτο–
της Λευκορωσίας, αλλά και της βορειοδυτικής Ρωσίας. Εντός της επικράτειάς του,
οι ανατολικοί Σλάβοι απολάμβαναν σχετική ελευθερία, ενώ τα μέλη της ηγεμονικής
τάξης του κράτους ήταν ακόμη παγανιστές.
Ωστόσο, μετά το 1385 (που
συμφωνήθηκε ένωση του Βασιλείου της Πολωνίας και του Μεγάλου Δουκάτου της
Λιθουανίας) η καθολική διείσδυση γίνεται εντονότερη. Η κυρίαρχη καθολική
μοναρχία άρχισε να ασκεί πολιτιστική, πολιτική και οικονομική πίεση στους μη
Καθολικούς Ρώσους και Λιθουανούς ευγενείς, για να τους αναγκάσει να αποδεχτούν
τα πολωνικά έθιμα και ήθη και, κυρίως, τον καθολικισμό.
Μετά την ίδρυση της
Πολωνο-λιθουανικής Πολιτείας (Ένωση του Λιούμπλιν 1569) λαμβάνει χώρα αθρόα
προσχώρηση στον καθολικισμό ορθοδόξων γαιοκτημόνων, που σκοπό είχε την
κατοχύρωση και την αύξηση των προνομίων τους. Είναι η εποχή κατά την οποία, στο
πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης, εκτυλίσσεται μια σχεδιασμένη επιχείρηση εκ μέρους
της πολωνικής ηγεσίας, με την ενεργητική αρωγή των Ιησουιτών μοναχών και τον
συντονισμό του ίδιου του Βατικανού. Στόχος να αφομοιωθεί, μέσω της θρησκευτικής
του αποστασίας, ο ορθόδοξος σλαβικός πληθυσμός. Στόχος του σχεδίου είναι η
θρησκευτική ομοιογένεια του κράτους, άρα και η ενίσχυση της συνοχής του, αλλά
και η απάλειψη του ισχυρού πληθυσμιακού ερείσματος της Μόσχας εντός της
Κοινοπολιτείας.
Σε αυτό το κλίμα, δημοσιεύεται το
1577 το δοκίμιο του Πολωνού Ιησουίτη Piotr Skarga με τίτλο «Για την Ένωση
της Εκκλησίας του Θεού υπό έναν ποιμένα». Σε αυτό απαριθμούνται τα οφέλη
μιας “Ένωσης” με τη Ρωσική Εκκλησία, που θα την αποσπούσε από την ελληνική
ορθοδοξία, αλλά πρότεινε την έναρξη αυτής της διαδικασίας εντός των ορίων της
Πολωνο-λιθουανικής Πολιτείας.. Φαίνεται ότι, μάλλον, οι αρχικές σκέψεις ήταν η
εκστρατεία προσηλυτισμού να επεκταθεί και στην ίδια την Ρωσία.
Η Σύνοδος του Μπρέστ (1596)
Έτσι φθάνουμε στην λεγόμενη
“Εκκλησιαστική Ένωση” ή Ουνία, που ανακηρύσσεται στο Μπρεστ το 1596, με απόφαση
των πέντε από τους επτά Επισκόπους της δυτικής ρωσικής εκκλησίας, με επικεφαλής
τον Μητροπολίτη Κιέβου, Γαλικίας και πάσης Ρους Μιχαήλ Ρογκόζα, που υπαγόταν
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, τότε
πρωτοσύγκελλος κι αργότερα Πατριάρχης Αλεξανδρείας και στη συνέχεια
Κωνσταντινουπόλεως, Κύριλλος Λούκαρης, αλλά κι αυτός του Οικουμενικού
Πατριάρχη, Νικηφόρος, δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την απόφαση, που είχε τη άμεση
στήριξη της πολωνικής εξουσίας. Μάλιστα, ο Νικηφόρος θα πεθάνει από ασιτία σε
πολωνική φυλακή, ενώ ο Λούκαρης θα γλυτώσει διαφεύγοντας εγκαίρως. Τελικώς, θα
δολοφονηθεί και αυτός, πολύ αργότερα, στην Πόλη, από τους Οθωμανούς, κατόπιν
παρασκηνιακών ενεργειών των καθολικών.
Με την «Ένωση του Μπρέστ» οι μέχρι
τότε Ορθόδοξες εκκλησίες της Πολωνίας και Λιθουανίας υποτάχτηκαν στον Πάπα της
Ρώμης.
Η απόφαση πάρθηκε το 1595-1596 και
εκτός διαδικασίας έμεινε η Επαρχία του Μουκάτσεβο που βρισκόταν στο Βασίλειο
της Ουγγαρίας. Η Ένωση του Μπρεστ ίδρυσε τη Ρουθηνική Ουνιτική Εκκλησία, η
οποία σήμερα υπάρχει ως Ουκρανική Ελληνοκαθολική Εκκλησία, και την
Λευκορωσική Ελληνοκαθολική Εκκλησία.
Η Ένωση του Μπρεστ θεωρήθηκε ως
μέρος της «καθολικοποίησης» και «πολωνοποίησης», διαδικασίες που συνέβαλαν στην
Εξέγερση του Χμελνίτσκι στην Ουκρανία.
Προηγούμενες προσπάθειες για ένωση
με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έγιναν σε πολλές περιπτώσεις, όπως όταν ο
Μητροπολίτης Κιέβου Ισίδωρος υπέγραψε την Ένωση της Φλωρεντίας.
Το 1588-1589, ο Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β' ο Τρανός ταξίδεψε σε όλη την Ανατολική Ευρώπη,
ειδικά στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία και το Μεγάλο Δουκάτο της Μόσχας,
όπου ήδη από το 1458 αναγνωριζόταν η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στη Μόσχα και
χειροτόνησε τον Πατριάρχη Ιώβ της Μόσχας. Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β' καθαίρεσε
τον Μητροπολίτη Κιέβου Ονησιφόρο Ντιβότσκα και, κατόπιν έγκρισης του Βασιλιά
της Πολωνίας Σιγισμούνδου Γ', χειροτόνησε τον Μιχαήλ Ροχόζα ως νέο «Μητροπολίτη
Κιέβου, Χαλιτσίου και πάντων των Ρως».
Μετά την αποχώρηση του Ιερεμία Β',
τέσσερις από τους εννέα επισκόπους της Ρουθηνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του
Βίλνιους συνήλθαν σε σύνοδο το 1590 στην πόλη του Μπρεστ και υπέγραψαν δήλωση
βούλησης να υπογράψουν ένωση με τη Ρώμη, αποτελούμενη από 33 άρθρα, τα οποία
έγιναν δεκτά από τον Πάπα. Στην αρχή είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά σε μερικές
δεκαετίες είχε χάσει μεγάλο μέρος της αρχικής επιρροής της, κυρίως λόγω της
επιβολής της στις Ορθόδοξες ενορίες, η οποία προκάλεσε πολλές μαζικές εξεγέρσεις.
Επιμέρους όροι και αποτελέσματα
Οι όροι της Ουνίας συνοψίζονταν στα
εξής: απαραβίαστο των ορθόδοξων δογμάτων και τελετουργιών, υποταγή της νέας
εκκλησίας στον πάπα, διατήρηση των εκκλησιαστικών κτημάτων, απόκτηση
συγκλητικών τίτλων για τον ανώτερο κλήρο και προστασία της δυτικής ρωσικής
εκκλησίας από την επιρροή των Ελλήνων. Εν συνεχεία, ναοί, μονές και όλα τα
περιουσιακά στοιχεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποδόθηκαν στους Ουνίτες.
Συμφωνήθηκε ότι το filioque δεν θα
εισαχθεί στο Σύμβολο της Πίστεως και έτσι οι Ρουθήνοι θα παρέμεναν στο δόγμα
ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός (και διά του Υιού).
Οι επίσκοποι ζήτησαν επίσης να
απαλλαγούν από την υποχρέωση καθιέρωσης του Γρηγοριανού Ημερολογίου, ώστε να
αποφευχθεί λαϊκή δυσαρέσκεια και διχόνοιες, και επέμεναν ότι ο βασιλιάς έπρεπε
να τους παραχωρήσει, όπως επιβαλλόταν, τον τίτλο των συγκλητικών.
Η ένωση υποστηρίχθηκε σθεναρά από
τον Βασιλιά της Πολωνίας και Μέγα Δούκα της Λιθουανίας Σιγισμούνδο Γ΄, αλλά
συνάντησε την αντίδραση ορισμένων επισκόπων και ευγενών της Ρωσίας και, ίσως το
πιο σημαντικό, του εκκολαπτόμενου κινήματος των Κοζάκων για την αυτοδιοίκηση
της Ουκρανίας. Το αποτέλεσμα ήταν «Ρως να πολεμούν εναντίον Ρως» και η διάσπαση
της Εκκλησίας των Ρως σε ελληνόρρυθμη καθολική και ορθόδοξη δικαιοδοσία.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου