Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

Οι κακοδοξίες του Παπισμού για την Παναγία (ΔΥΟ ΜΕΡΗ)


πρωτοπρεσβυτέρου Δημητριου Αθανασίου

ΜΕΡΟΣ -Α

Οι παπικοί, παρεκκλίνοντας από την ορθή διδασκαλία των Πατέρων μας, οδηγήθηκε σε κακοδοξίες, καινοτομίες και εσφαλμένα δόγματα ως προς το πρόσωπο της Παναγίας. Έτσι το 1854 θεσπίστηκε το δόγμα της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, που όριζε ότι «Η Παρθένος Μαρία από της πρώτης στιγμής της συλλήψεώς της διετηρήθη καθαρά παντός εκ του προπατορικού αμαρτήματος ρύπου».

Το 1950, ο πάπας Πίος ΙΒ', ανεκήρυξε σε δόγμα την ενσώματη μετάσταση της Θεοτόκου, σύμφωνα με το οποίο «η αειπάρθενος Θεομήτωρ μετά την επί γης ζωήν αυτής, μετέστη εν σώματι και ψυχή εις την ουράνιον δόξαν». Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται εκ μέρους των παπικών μια έντονη τάση απόδοσης υπερβολικών τιμών στη Θεοτόκο, που φτάνει στα όρια της λατρείας. «Συλλυτρώτρια», «Μητέρα της Εκκλησίας», «Μεσίτρια πασών των χαρίτων» είναι κάποιοι από τους τιμητικούς τίτλους που αποδίδουν στην Παναγία, με εσφαλμένο και προβληματικό περιεχόμενο.

Η «άσπιλη σύλληψη» της Θεοτόκου

Η Κυρία Θεοτόκος αξιώθηκε από τον Φιλάνθρωπο Θεό μας να γίνει η Χώρα του Αχωρήτου και η γέφυρα που ένωσε τα επίγεια με τα ουράνια με την ενσάρκωση στην πανάχραντη κοιλία της του Υιού και Λόγου του Θεού, του Ιησού Χριστού. Η τιμή λοιπόν που της αποδίδουν οι Χριστιανοί, πλην των Προτεσταντών, είναι μεγάλη και δικαιολογημένη.

Πρέπει όμως να γνωρίζουμε και να πιστεύουμε ακραδάντως ότι η Θεοτόκος Μαρία ήταν μία απλή γυναίκα, όπως όλες οι γυναίκες του κόσμου, διότι γεννήθηκε κι αυτή από σαρκικούς γονείς, τον Ιωακείμ και την Άννα. Μεταδόθηκε και σ᾿ αυτήν το προπατορικό αμάρτημα των Πρωτοπλάστων, από το οποίον απαλλάχτηκε την ημέρα του ευαγγελισμού της από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, ότι θα γεννήσει τον Υιό του Θεού και Σωτήρα του κόσμου. Η Κυρία Θεοτόκος δεν βαπτίσθηκε για να απαλλαγεί απ᾿ αυτή την παλαιά ενοχή, αλλά, με τον χαιρετισμό του Αρχαγγέλου και την συγκατάθεσή της να δεχθεί να γίνει Μητέρα του Θεού, αμέσως γέμισε και χαριτώθηκε από το Άγιο Πνεύμα.

Οι τιμές των Παπικών προς την Θεομήτορα ξεπέρασαν τα όρια και έφθασαν σε αξιοκατάκριτες πλάνες. Έτσι, ο πάπας Πίος ο 9ος, (είναι ο ίδιος που θέσπισε και τα άλλα δύο «δόγματα» του Παπισμού, το «πρωτείο» και το «αλάθητο» του πάπα) στις 8 Δεκεμβρίου του 1854 δογμάτισε για την άσπιλη «Σύλληψη» της Παρθένου.

«Χάριτι του Παντοδυνάμου Θεού επί τη προόψει των αξιομισθιών του Σωτήρος, η Θεοτόκος διατηρήθηκε καθαρά παντός εκ του προπατορικού αμαρτήματος ρύπου, την δε τοιαύτην διδασκαλίαν, ούσαν παρά του Θεού αποκεκαλυμμένην, οφείλουσι να πιστεύωσι σταθερώς και ακραδάντως πάντες οι πιστοί». (δογματολόγου Χ. Ανδρούτσου, Συμβολική, σελ.201.202):

Η ορθόδοξη άποψη

Εδώ οι Παπικοί λέγουν ότι είναι δόγμα που αποκαλύφθηκε από τον Θεό, αλλά δεν μας σημειώνουν ούτε ένα χωρίο. Αλλά στην Αγία Γραφή βρίσκομε άλλα χωρία που μας λέγουν ότι όλοι οι άνθρωποι που γεννήθηκαν από τον Αδάμ και την Εύα είναι θνητοί και σε όλους μπήκε ο θάνατος, σαν καρπός της πτώσεως των Πρωτοπλάστων. Έτσι, όλοι οι απόγονοι του Αδάμ είναι αμαρτωλοί και όλοι αμάρτησαν. Η δικαίωση του ανθρωπίνου γένους προήλθε από τον Ιησού Χριστό, ο οποίος δεν προερχόταν από το γένος του Αδάμ, εφ᾿ όσον γεννήθηκε «ασπόρως» από τα άχραντα αίματα της Παρθένου Μαρίας.

«Διά τούτο ώσπερ δι᾿ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτως εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ᾿ ω πάντες ήμαρτον»(Ρωμ.5,12).

Εφ᾿ όσον η Θεοτόκος είχε γονείς, που προερχόταν από το γενεαλογικό δένδρο του Αδάμ και της Εύας, πως δογμάτισαν οι Παπικοί για την άσπιλη σύλληψή της; Ακόμη η ίδια η Θεοτόκος είχε επίγνωση της προελεύσεώς της και στην περίφημη 9η Ωδή αναφέρεται ότι ομολογεί τον Χριστό ως Χριστό, ως Σωτήρα της. Ιδού το χωρίο: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμά μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου».(Λουκ.1,46-47).

Κι εμείς οι Ορθόδοξοι την καλούμε: «Άσπιλη, αμόλυντη, Άχραντη, Αγνή, Πανάμωμη, αλλά αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν αναφέρονται στον προπατορικό ρύπο, αλλά στην έλλειψη δικών της αμαρτημάτων, και μάλιστα μετά την επέλευση του Αγίου Πνεύματος στην ζωή της. Δηλαδή, μετά τον Ευαγγελισμό της η Θεοτόκος δεν επιτέλεσε καμία αμαρτία, γι᾿ αυτό και ονομάζεται Παναγία. Το Άγιο Πνεύμα την αγίασε και της χάρισε το δώρο να ζεί κατά τρόπον αναμάρτητο.

Στην Ορθοδοξία η λατρεία ανήκει μόνο στον Τριαδικό Θεό, ενώ στους αγίους και την Παναγία αρμόζει η τιμητική προσκύνηση και η πρεσβευτική ιδιότητα προς τον μόνο Σωτήρα, τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν. Με μεγάλη σαφήνεια η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος (787) ορίζει: «τιμάν και μεγαλύνειν εμάθομεν πρώτον μεν και κυρίως και αληθώς την του Θεού Γεννήτριαν και τας αγίας και αγγελικάς Δυνάμεις και τους ενδόξους Μάρτυρας, αλλά και τους αγίους άνδρας, και τούτων αιτείν τας πρεσβείας», (βλ. σχ. Αρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, εκδ. Ορθοδόξου τύπου, Αθήνα 1969, σελ. 164-191).

Μόνο ο Χριστός γεννήθηκε αναμάρτητος εκ Πνεύματος Αγίου, είναι η μοναδική περίπτωση κατά την οποία δεν μεσολάβησε σάρκα και αίμα. Ο Χριστός μας γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, άνευ συνάφειας ανδρός. Δεν ήλθε σε σαρκική ένωση η Παναγία με άνδρα. Το Άγιο Πνεύμα επισκίασε την Παναγία και δι’ Αγίου Πνεύματος γεννήθηκε ο Κύριος μας· ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου από την Παρθένο Μαρία, γι’ αυτό και είναι αναμάρτητος. Η Παναγία όμως δεν γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου· γεννήθηκε από γονείς φυσιολογικά, κανονικά, από τον Ιωακείμ και από την Άννα. Προσβάλλει επομένως η διδασκαλία αυτή την μοναδικότητα της γεννήσεως του Χριστού. Η μοναδική γέννηση, η οποία έγινε εκ Πνεύματος Αγίου και είναι γι’ αυτό άσπιλη, είναι η γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Στην Ορθοδοξία έχουμε «αφθορον σύλληψιν» του Χριστού και όχι «άσπιλον σύλληψιν της Θεοτόκου».

Ενώ λοιπόν νομίζουν ότι με την άσπιλη σύλληψη υπερυψώνουν την Παναγία, ουσιαστικώς την μειώνουν. Γιατί η Παναγία εξυψώνεται πιο πολύ αν παρουσιασθεί ότι αυτά που κατόρθωσε, αυτή η αγιότης την οποία κατόρθωσε, δεν τα κατόρθωσε γιατί ήταν αναμάρτητη εκ φύσεως, τα κατόρθωσε γιατί ενώ ήταν άνθρωπος σαν εμάς, γεννήθηκε από φυσικούς γονείς, από τον Ιωακείμ και την Άννα, ενώ ήταν άνθρωπος καθόλα φυσιολογικός, είχε αυτήν την δική μας τη φύση, η οποία ρέπει προς την αμαρτία, κατόρθωσε εν τούτοις να καλλιεργήσει τις αρετές με πολλή άσκηση, με προσευχή, με νηστείες με εγκράτεια, με αγνότητα ιδιαιτέρως, και να φθάσει στα ύψη αυτά της αγιότητας, συνεργώντας και κοπιάζοντας η ίδια.

Εμείς οι πιστοί, θα πρέπει να την έχουμε ως παράδειγμα και ως δίδαγμα και ως στόχο. Εκείνη κατόρθωσε να φθάσει σ’ αυτήν την αγιότητα και να υμνείται «δι’ όλων των αιώνων»· Εκείνη ήταν σκεύος εκλογής. Λόγω της αγιότητάς της κατόρθωσε και είλκυσε την προσοχή του Θεού και έγινε η αγαπητή του Θεού: «Χαίρε Κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί». Έδειξε με την άγια ζωή της, την άφθαστη υπακοή της, την πολλή ταπείνωση, την ανυπέρβλητη αγνότητα, μέχρι που μπορεί να υψωθεί ο άνθρωπος.

«. Στην διδασκαλία για την Θεοτόκο υπάρχουν δύο ακρότητες. Η Ορθόδοξος εκκλησία είναι ανάμεσα, ακολουθεί τη χρυσή οδό. Ποιες είναι οι δύο αυτές ακρότητες; Η μια ακρότητα είναι αυτή η όποια υπερεξαίρει την Παναγία, κάνει την Παναγία Θεά, θεοποιεί την Παναγία, είναι η Μαριολατρεία. Διδάσκει ότι η Παναγία είναι Θεός, και αυτή την τάση υπηρετεί η διδασκαλία της Ρωμαϊκής εκκλησίας, της Παπικής εκκλησίας, περί του ότι η Παναγία είναι άσπιλη, την εξισώνει με τον Χριστό, ένα πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.

Στο άλλο άκρο είναι ο λεγόμενος Αντιδικομαριανισμός, οι αντίθετοι, οι αντίδικοι της Μαρίας, οι εχθροί της Μαρίας, στην εποχή μας οι Προτεστάντες. Από την μία πλευρά οι παπικοί, οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν την Μαριολατρεία, κάνουν την Θεοτόκο Θεό, και από την άλλη πλευρά στη Δύση και πάλι, στην Ευρώπη, υπάρχει τελείως αντίθετη τάση, των έχθρων της Παναγίας. Ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης σ’ ένα βιβλίο το όποιο έχει γράψει για την Παναγία δημοσιεύει ένα γράμμα του γέροντος του, Αθανασίου του Ιβηρίτη, ο οποίος αναφερόταν σ’ αυτήν την εχθρότητα που έχουν οι Προτεστάντες εναντίον της Παναγίας. Οι Ευαγγελικοί-Προτεστάντες, δεν πιστεύουν στις εικόνες, δεν έχουν καμία τιμή, κανένα σεβασμό προς την Παναγία. Αντίθετα εκφράζονται υποτιμητικά γι’ Αυτήν.

Έχοντας λοιπόν κατά νουν ο Γέρων Αθανάσιος ο Ιβηρίτης την ασέβεια προς την Παναγία, εκφράζεται στο γράμμα αυτό πολύ σκληρά για τους Προτεστάντες και τους προτεσταντίζοντες. Δεν διστάζουν οι Άγιοι να χρησιμοποιήσουν σκληρές λέξεις, όταν υβρίζονται άγια πρόσωπα»(π.Θεόδωρος Ζήσης-Η Αγιότητα και η αναμαρτησία της Θεοτόκου-Περιοδικό Θεοδρομία).

Ανάμεσα λοιπόν στις δύο αυτές τάσεις, από την μια πλευρά της Μαριολατρείας του Παπισμού και της εχθρότητος προς την Παναγία, της μειώσεως της Παναγίας, των Προτεσταντών είναι η δική μας η Ορθόδοξη εκκλησία, η όποια σέβεται και τιμά και υμνεί την Θεοτόκο με τόσους ύμνους, δεν κάνει όμως την Παναγία Θεά. Την τοποθετεί μετά τη Θεότητα. Οι ιερείς μνημονεύουμε πρώτα τον Χριστό και μετά την Παναγία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου