Ο ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
του Δρ. Θεολογιας-Φιλολογιας
Κων. ΣΙΑΜΑΚΗ
Προκειμένου γιὰ τοὺς ἀποστόλους,
θὰ ἐξετάσω
μερικὲς ἐνδείξεις,
μία γιὰ τοὺς ἀποστόλους
Πέτρο καὶ Ἰωάννη
καὶ ὀχτὼ γιὰ τὸν ἀπόστολο
Παῦλο, ἀπὸ τὶς ὁποῖες
βγαίνουν κάποιες ἀμυδρὲς σχετικὲς
πληροφορίες.
Στὸ Κατὰ
Ίωάννην Εὐαγγέλιον λέγεται ὅτι, ὅταν τὸ πρωῒ τῆς ἀναστάσεως
οἱ μαθηταὶ Πέτρος
καὶ Ἰωάννης
πήγαιναν στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ μὲν Ἰωάννης ἔτρεξε
πρῶτος (προέδραμε τάχιον) ὁ δὲ Πέτρος
ἔφτασε
βαδίζοντας κανονικὰ ὕστερ’ ἀπὸ λίγο (Ἰω
20,4-6). ἀπ’ αὐτὴ τὴν
πληροφορία φαίνεται ἴσως μόνο κάποια διαφορὰ ἡλικίας.
καὶ ὡς ψαρᾶδες καὶ οἱ δυὸ ἦταν
σκληραγωγημένοι καὶ ἡλιοκαμμένοι.
Φρικτὴ
παρανόησι μερικῶν ἀμαθῶν ἑρμηνευτῶν εἶναι ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ὁ ἀπόστολος
Παῦλος ὑπέφερε ἀπὸ μιὰ σοβαρὴ ἀνίατη
κι ἀποκρουστικὴ νόσο,
καὶ σὰν
τέτοια νόσο του ὑποστηρίζουν ὁ καθένας ἄλλη.
παρανοοῦν ὅλοι τους δυὸ χωρία
του, ἕνα τῆς Πρὸς
Γαλάτας κι ἕνα τῆς Β΄ Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολῆς του.
στὸ πρῶτο λέει∙
Ξέρετε καλὰ ὅτι «δι’ ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς» σᾶς κήρυξα τὸ εὐαγγέλιο τὴν πρώτη φορά, καὶ «τὸν ἐν τῇ σαρκὶ
πειρασμόν μου» αὐτὸν δὲν τὸν «ἐξεπτύσατε», ἀλλὰ μὲ δεχτήκατε σὰν ἄγγελο τοῦ θεοῦ, σὰν τὸν Ἰησοῦ Χριστό. …μαρτυρῶ γιὰ σᾶς ὅτι, ἂν ἦταν
δυνατὸν,
θὰ
βγάζατε νὰ μοῦ δώσετε καὶ τὰ μάτια σας (Γα
4,13-15). ἀπ’ αὐτὸ τὸ
τελευταῖο
μερικοὶ
φαντάστηκαν ὅτι ἔπασχε στὰ μάτια του ἀπὸ μιὰ ἀρρώστια
σιχαμερὴ (γιὰ φτύσιμο).
ἐν
τούτοις αὐτὸ μὲν εἶναι
παροιμιώδης ἔκφρασι γενικοῦ νοήματος, ὅπως ὅταν λέμε τώρα «τὴ μπουκιά του ἀπὸ τὸ στόμα
του ἦταν
πρόθυμος νὰ τοῦ δώσῃ», δὲν ἐννοοῦμε ὁπωσδήποτε
πεῖνα, ἀλλὰ κι ὁποιαδήποτε
ἄλλη ἀνάγκη. ὁ δὲ πειρασμὸς ἐν τῇ σαρκί εἶναι
διωγμός. πειρασμὸν οἱ πρῶτοι
Χριστιανοὶ δὲν ἔλεγαν αὐτὸ ποὺ λέμε
«πειρασμὸ» τώρα,
δηλαδὴ κάποια
δίψυχη ταλάντευσι μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ σταθερῆς
πίστεως, καὶ κυρίως σεξουαλικῶν ἐρεθισμάτων
δειλὴ καὶ ὀλιγόπιστη
ἀντιμετώπισι∙
κάθε ἄλλο∙ ἐννοοῦσαν
κυρίως τὸ διωγμὸ ἢ σὲ μερικὲς
περιπτώσεις τὴ φτώχεια καὶ τὴν ἀνέχεια.
ὅσο γιὰ τὴν ἔκφρασι ἐν τῇ σαρκί,
πρέπει νὰ
γνωρίζουμε ὅτι σάρκα ὁ Παῦλος
συνήθως καὶ κυρίως λέει τὴν ἐθνικὴ καὶ
κοινωνικὴ ὀντότητα
ἑνὸς ἀνθρώπου,
λ.χ. ἡ ἰδιότης
τοῦ
κυνηγημένου, τοῦ καταζητουμένου, καὶ τοῦ δραπέτου,
εἶναι
«σάρξ ἐν
πειρασμῷ», ἐνῷ τὸ νἄχῃ κανεὶς τὸ
καύχημα ὅτι εἶναι Ῥωμαῖος
πολίτης ἢ Ἑβραῖος
καθαρόαιμος ἢ ὅτι ἡ δραστηριότης του ὅλη εἶναι
κρατικῶς ἀναγνωρισμένη
καὶ νομικῶς
κατωχυρωμένη εἶναι «σάρξ ἔνδοξος»
καὶ ἔξω ἀπὸ κάθε «πειρασμόν». ὁ Παῦλος
θέλει νὰ πῇ ὅτι, ὅταν γιὰ πρώτη
φορὰ πῆγε στοὺς
Γαλάτας νὰ κηρύξῃ τὸ εὐαγγέλιο,
ὄχι μόνο
δὲν ἦταν ἐπίσημος,
διάσημος, καὶ πολιτικῶς καὶ θρησκευτικῶς
κατωχυρωμένος καὶ προνομιοῦχος, ἀλλ’ ἦταν καὶ μὴ
νόμιμος, κυνηγημένος, ἴσως καὶ πρόσφατα μαστιγωμένος, μὲ ἐμφανῆ τὰ
σημάδια τῆς μαστιγώσεως (βλ. καὶ Γα 6,17). αὐτοὺς δὲ τοὺς ἀνθρώπους,
ποὺ τοὺς ἔλεγαν
καὶ μαστιγίας, τοὺς
περιφρονοῦσαν τότε καὶ τοὺς
σιχαίνονταν, καὶ τοὺς ταύτιζαν μὲ τοὺς
δραπέτες δούλους. τοὺς ἔλεγαν ἐπίσης
καὶ στιγματίας, καὶ ἴσως αὐτὸ ὑπαινίσσεται
ὁ Παῦλος στὸ τέλος
τῆς Ἐπιστολῆς του αὐτῆς,
λέγοντας ὅτι Ἐγὼ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. ὄχι μόνο
δὲν
ντρέπεται ποὺ εἶναι στιγματίας
καὶ μαστιγίας, ἀλλὰ καὶ τὸ
χαίρεται. ἔξω ὅμως ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἐν Χριστῷ
καύχησι τοῦ Παύλου γι’ αὐτὰ τὰ
σημάδια του, ὁ κόσμος, ὅταν ἔλεγε γιὰ
κάποιον τὶς λέξεις αὐτὲς στιγματίας καὶ μαστιγίας,
ἐξέφραζε
γι’ αὐτὸν τὸν ἀποτροπιασμό
του, σὰ νὰ ἔλεγαν μὲ τὴ
σημερινὴ
φρασεολογία∙ «Ἒ ὄχι καὶ νὰ
πιστέψουμε σ’ αὐτὸ τὸ γύφτο,
τὸν
καρπαζοεισπράκτορα, τὸν καταζητούμενο!». κι ὅμως οἱ Γαλάτες, ποὺ τὸν εἶχαν δῆ τότε
γιὰ πρώτη
φορὰ καὶ γιὰ πρώτη
φορὰ ἄκουγαν
τὸ
χριστιανικὸ κήρυγμα, παρ’ ὅλη τὴν ἔλλειψι
κάθε ἐγκοσμίου
κύρους πίστεψαν στὸ κήρυγμά του.
καὶ τὸν ἀγάπησαν καὶ τὸν ἐκτίμησαν
μέχρι ποὺ νὰ τοῦ δίνουν
καὶ τὰ μάτια
τους, ἂν
χρειαστῇ. αὐτὸ θέλει
νὰ πῇ.
Στὸ
δεύτερο χωρίο, μετὰ τὴν ἀπαρίθμησι μεγάλων θείων ἀποκαλύψεών
του, ὁ Παῦλος
λέει∙ Καὶ λόγῳ τῶν καταπληκτικῶν μου ἀποκαλύψεων,
γιὰ
νὰ
μὴν
ὑπερηφανεύωμαι,
μοῦ
δόθηκε «σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατάν», γιὰ νὰ μοῦ δίνῃ
σβερκιές, γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανεύωμαι. γι’ αὐτὸν
παρακάλεσα τὸν Κύριο τρεῖς φορές, νὰ μ’ἀφήσῃ ἥσυχο, κι ἐκεῖνος μοῦ εἶπε∙ Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρι μου∙ διότι ἡ δύναμί
μου ἐκδηλώνεται
σ’ ὅλο
τὸ
μεγαλεῖο
της «ἐν
ἀσθενείᾳ» (Β΄Κο
12,7-9). καὶ τί δὲν λὲν ἐδῶ οἱ ἀμαθεῖς ἑρμηνευταί!
μέχρι ἐπιληψία,
δαιμονισμό, καὶ εἰδεχθῆ ἀσέλγεια ἰσχυρίζονται.
προφανῶς κρίνουν ἐξ ἰδίων,
καὶ δὲν ἀντέχουν
νὰ
φανταστοῦν τὸν Παῦλο ἀνώτερο ἀπὸ τὰ ὑποκείμενά
τους. ὁ
μεγάλος ἑρμηνευτὴς τῶν αἰώνων Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
καὶ πολλοὶ ἄλλοι
σπουδαῖοι ἑρμηνευταὶ ἐξηγοῦν ὅτι αὐτὸς ὁ σατὰν (= ἀντιρρησίας,
δράστης ἀντιπράξεως∙
βλ. Μθ 16,23) εἶναι κάποιος πολὺ δύσκολος κι ἐπικίνδυνος
ἐχθρὸς τοῦ
Παύλου, ποὺ τὸν ἐπιβουλεύεται θανάσιμα, τὸν ἀκολουθεῖ κατὰ πόλι,
καταστρέφει τὸ ἔργο του, καὶ τοῦ εἶναι
δυσαπάλλακτος. ἄγγελοι στὴ Γραφὴ
λέγονται καὶ τ’ ἀσώματα πνεύματα, τὰ ἅγια ἢ τὰ
πονηρά, καὶ διάφοροι ἄνθρωποι, ἰδίως ἐκτελεσταὶ ἑνὸς ἔργου καὶ μιᾶς ἀποστολῆς, τόσο
οἱ ἅγιοι ὅσο καὶ οἱ κακοί,
λ.χ. ὁ
προφήτης Μαλαχίας, ὁ Ἰωάννης ὁ
βαπτιστής, οἱ ἐπίσκοποι τῶν ἑπτὰ
Μικρασιατικῶν πόλεων τῆς Ἀποκαλύψεως καὶ
μάλιστα καὶ οἱ δυὸ κακοί. σατὰν ἐπίσης λέγεται ἀπὸ τὸν Κύριο
μιὰ φορὰ καὶ ὁ
Πέτρος, ἐπειδὴ τοῦ ἔφερε ἀντίρρησι.
αὐτὸς λοιπὸν ὁ ἐχθρὸς τοῦ Παύλου
ὁ
δυσαπάλλακτος κι ἐπικίνδυνος δὲν ἀφήνει τὸν ἀπόστολο
νὰ χαρῇ τὸ ἔργο του
ἀνεπιφύλακτα
καὶ νὰ τὸ
καμαρώσῃ. καὶ παρ’ ὅλο ποὺ
παρακάλεσε τὸν Κύριο τρεῖς φορὲς νὰ τὸν ἀπαλλάξῃ ἀπ’ αὐτὸν τὸν ἐχθρό, ὁ Κύριος
τοῦ ἀπάντησε∙
«Ὄχι∙ σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρι
μου∙ ἡ δύναμί
μου, ἔτσι, μ’
αὐτὲς τὶς συνθῆκες τῆς ἀδυναμίας
σου (ἐν ἀσθενείᾳ) ἐκδηλώνεται καὶ φαίνεται σ’ὅλο τὸ μεγαλεῖο της».
τὸν λέει
δὲ καὶ σκόλοπα (= ἀγκάθι) τῇ σαρκί του ὁ Παῦλος, ἢ ἐπειδὴ εἶναι ἄνθρωπος
τῆς σαρκός του, δηλαδὴ ὁμοεθνής
του Ἑβραῖος, ἢ ἐπειδὴ τὸν
μάχεται μόνο κατὰ κόσμον, χωρὶς νὰ μπορῇ νὰ τὸν βλάψῃ καὶ στὰ τῆς
σωτηρίας του ἢ στὸ νὰ σῴζῃ ἄλλες
ψυχὲς
καλοπροαίρετες, ἢ καὶ γιὰ τὶς δυὸ αἰτίες.
στὶς
τελευταῖες Ἐπιστολές
του ὁ Παῦλος μᾶς δίνει
τὰ ὀνόματα
πέντε τέτοιων μεγάλων ἐχθρῶν του, ποὺ ἦταν
πρώην συνεργάτες του Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ἀποστάτησαν∙ εἶναι οἱ Ἀλέξανδρος
χαλκεύς, Ὑμέναιος, Φίλητος,
Φύγελλος, καὶ Ἑρμογένης, πιθανῶς Ἰουδαῖοι καὶ πρὶν
πιστεύσουν καὶ μετὰ τὴν ἀποστασία
τους. ὁ Κύριος
ἀντὶ νὰ τὸν ἀπαλλάξῃ ἀπ’ αὐτούς,
τοὺς ἔκανε ἀπὸ ἕναν
πέντε. ἔτσι ἦταν τὸ θέλημά
του. τὸ νὰ ἔρθῃ πρῶτος
κάποιος ἀθλητής,
εἶναι
δόξα∙ ἀλλὰ τὸ νὰ τὸν ῥίξουν
κατὰ γῆς, καθὼς ἔρχεται
πρῶτος, καὶ νὰ
περάσουν ὅλοι ἀπὸ πάνω του ποδοπατώντας τον, κι ἔπειτα ἀπὸ
τελευταῖος καὶ
τραυματισμένος νὰ σηκωθῇ, νὰ τρέξῃ καὶ νὰ τοὺς περάσῃ πάλι ὅλους καὶ νὰ
τερματίσῃ πρῶτος, αὐτὸ εἶναι
μεγάλη δόξα. κι ὁ Κύριος μὲ τέτοια δόξα ἤθελε νὰ ἐπιτελέσῃ τὸ ἔργο του
ὁ Παῦλος, ὁ πιστὸς καὶ ἀτσάλινος
Παῦλος.
Στὶς
Πράξεις τῶν ἀποστόλων ἱστορεῖται ὅτι κατὰ τὴν πρώτη
του ἀποστολικὴ
περιοδεία, στὰ Λύστρα τῆς Μ. Ἀσίας, οἱ Ἰουδαῖοι
λιθοβόλησαν τὸν Παῦλο, κι ὁ ὄχλος, ποὺ νόμισε
ὅτι εἶναι πιὰ
νεκρός, τὸν ἔσυραν ἔξω τῆς πόλεως καὶ τὸν
πέταξαν κάπου σὰν ψοφήμι. οἱ Χριστιανοὶ πῆγαν νὰ τὸν
περισυλλέξουν, προφανῶς γιὰ νὰ τὸν
θάψουν, ἀλλὰ, καθὼς τὸν
περικύκλωσαν, τὸν εἶδαν νὰ ἔχῃ
συνέλθει, νὰ σηκώνεται, καὶ φυσικὰ μετὰ ἀπὸ τὴν εὐνόητη ἐπίδεσι
τῶν
τραυμάτων του, νὰ πηγαίνῃ τὴν ἄλλη
μέρα στὴ
γειτονικὴ Δέρβη
καὶ νὰ κηρύττῃ τὸ εὐαγγέλιο,
σὰ νὰ μὴν τοῦ εἶχε συμβῆ
τίποτε. αὐτό, ἐκτὸς ἀσφαλῶς ἀπὸ τὴ μεγάλη
πίστι του, δείχνει κι ἕναν ἄντρα σπανίας σωματικῆς ἀντοχῆς καὶ ὑγείας
καὶ πολὺ
σκληραγωγημένο (Πρξ 14,19-20). καθὼς ἦταν στὸ ἐπάγγελμα
σκηνοποιός, εἶχε χέρια σκληραγωγημένα καὶ ἴσως ῥοζιασμένα∙
αὐτὸ ὑπαινίσσεται
προφανῶς
δείχνοντας καὶ τὰ χέρια του, ὅταν, καθὼς ἀποχαιρετάει
τοὺς ἐπισκόπους
καὶ
πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου καὶ τῆς
Μιλήτου, τοὺς τονίζῃ ὅτι μὲ τὴν
προσωπική του χειρωνακτικὴ ἐργασία συντηροῦσε τὸν ἑαυτό
του κι ὅλους τοὺς
συνεργάτες του, χωρὶς νὰ ἐπιβαρύνῃ
καθόλου τὴν ἐκκλησία καὶ τοὺς
μεμονωμένους Χριστιανοὺς γιὰ τὶς
δαπάνες τοῦ κηρύγματος καὶ τῶν
περιοδειῶν του. Ταῖς χρείαις μου, λέει,
καὶ τοῖς οὖσι μετ’ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται (Πρξ 20,34). στὴ Β΄ Πρὸς
Κορινθίους Ἐπιστολή του, γραμμένη πρίν ἀπὸ τὴ μέση τῆς
δράσεώς του, ἀπαριθμεῖ τὶς κακουχίες καὶ
κακοποιήσεις ποὺ εἶχε ὑποστῆ μέχρι
τότε∙ φυλακὴ καὶ ξυλοκόπημα μέχρι θανάτου ὑπέστη
πολλὲς
φορές, ἰδιαιτέρως
πέντε φορὲς μαστιγώθηκε μὲ 39 βουρδουλιὲς κάθε
φορὰ (τότε
οἱ ἄνθρωποι
συνήθως πέθαιναν μ’ ἕνα μαστίγωμα), τρεῖς φορὲς
ξυλοκοπήθηκε μὲ ῥόπαλα, μιὰ φορὰ
λιθοβολήθηκε (ἐννοεῖ ὁπωσδήποτε τὸ
λιθοβολισμὸ ποὺ ἀναφέρθηκε παραπάνω), τρεῖς φορὲς
ναυάγησε καὶ προφανῶς γλύτωσε κολυμπώντας σὲ
τρικυμισμένη θάλασσα ἐπὶ ὧρες, μιὰ φορὰ ἔκανε
μέσα στὴ
θάλασσα ἕνα
μερόνυχτο, ὁδοιπορίες ἔκανε ἀμέτρητες (λ.χ. Καβάλα
–Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη –Βέροια), πάρα πολλὲς φορὲς
κυνηγήθηκε σὲ πόλεις, σὲ ὕπαιθρο, σὲ
θάλασσα, ἀπὸ Ἰουδαίους, εἰδωλολάτρες,
καὶ
ψευτοχριστιανούς∙ κόπους ἐξοντωτικούς, πεῖνες, δίψες ἐπικίνδυνες,
ἀγρυπνίες,
κρύα ὑπέφερε ἀμέτρητες
φορές∙ καὶ μέσα σ’ ὅλα αὐτὰ μεριμνοῦσε γιὰ τὴ
διοίκησι πολλῶν ἐκκλησιῶν. ὁλ’ αὐτὰ ἔξω ἀπὸ τὸ κήρυγμα καὶ τὴ διδαχή (Β΄Κο 11,23-28). αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος
ἦταν ἀτσάλινος,
γερὸς καὶ σκληρὸς ὅσο δὲν
γίνεται ἄλλο.
μετὰ πολλὰ χρόνια
ἀπὸ τὸτε ποὺ τὰ λέει αὐτά, τὸν
παρακολουθοῦμε πῶς συμπεριφέρεται σ’ ἕνα
πολύμηνο ναυάγιο ἀπὸ τὴν Κρήτη
μέχρι τὴ Μάλτα.
ἀποδείχτηκε
ὄχι μόνο
σωματικὰ ἀνθεκτικὸς καὶ ἀκατάβλητος,
ἀλλὰ γεμᾶτος αἰσιοδοξία,
ποὺ ἐνθάρρυνε
κι ἔδινε
κουράγιο ἀκόμη καὶ στοὺς θαλασσόλυκους ναυτικούς ( Πρξ
27,13-14). πέρα ἀπὸ τὴν ἀνυπολόγιστη
πίστι του στὸν Κύριο ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶχε καὶ μιὰ ὑγεία
χαλύβδινη. χαλύβδινος λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ὑγεία,
στὴν ἀρτιμέλεια,
στὴν ἀντοχή,
στὴ σκληραγωγία. στὴ δὲ πίστι ἄφθαστος.
ὄντως σκεῦος ἐκλογῆς.
Σὲ δυὸ χωρία
τῆς Κ.
Διαθήκης φαίνεται νὰ ἔχουμε ἐνδείξεις
καὶ γιὰ τὸ ἀνάστημά
του. στὶς
Πράξεις τῶν ἀποστόλων ὁ Λουκᾶς διηγεῖται ὅτι στὰ Λύστρα
τῆς Μ. Ἀσίας, ὅταν οἱ ἀπόστολοι
Βαρνάβας καὶ Παῦλος θεράπευσαν ἕναν ἐκ γενετῆς
κουτσό, οἱ εἰδωλολάτρες κάτοικοι τοὺς
πέρασαν γιὰ θεούς, κι ἔλεγαν τὸν μὲν
Βαρνάβαν Δία, τὸ δὲ Παῦλον Ἑρμῆν, ἐπειδὴ αὐτὸς ἦν ὁ ἡγούμενος
τοῦ
λόγου (Πρξ. 14,11-12). αὐτὸ δείχνει ὁπωσδήποτε
ὅτι ὁ
Βαρνάβας ἦταν πιὸ ἡλικιωμένος κι ὀλιγομίλητος, ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες
φαντάζονταν τὸ Δία, ὁ δὲ Παῦλος πιὸ νέος
κι ὁμιλητικός,
ὅπως
φαντάζονταν τὸν Ἑρμῆ∙ αὐτὰ ἀσφαλῶς εἶναι
γνωστὰ κι ἀπὸ ἄλλα σημεῖα τῶν
Πράξεων. νὰ σημαίνῃ ὅμως ἆραγε τὸ χωρίο
αὐτὸ κι ὅτι ὁ
Βαρνάβας ἦταν ψηλότερος κι ὁ Παῦλος
κοντότερος, ἢ ὅτι ὁ Βαρνάβας ἦταν πιὸ
γεμάτος κι ὁ Παῦλος λεπτότερος; κι ἂν
σημαίνῃ κάτι
τέτοιο, ἐννοεῖται ἆραγε ὅτι ἦταν καὶ οἱ δυὸ ψηλοὶ κι ὁ ἕνας
ψηλότερος τοῦ ἄλλου, ἢ καὶ οἱ δυὸ κοντοὶ κι ὁ ἕνας
κοντότερος τοῦ ἄλλου ἢ καὶ οἱ δυὸ γύρω
στὸ μέτριο
ἀνάστημα;
ἡ ἴδια ἀμφιβολία
ὑπάρχει
καὶ γιὰ τὴ
λεπτότητά τους. ἐν τέλει ἀπὸ τὸ χωρίο
αὐτὸ δὲν
βγαίνει τίποτε ἐκτὸς ἀπὸ τὴ
σύγκρισι.
Στὴ Β΄ Πρὸς
Κορινθίους Ἐπιστολή του ὁ Παῦλος παρουσιάζει τὰ
περιφρονητικὰ λόγια, ποὺ συνήθιζε νὰ λέῃ γι’ αὐτὸν
κάποιος ἐχθρός
του καὶ
σαμποταριστὴς τοῦ ἔργου του στὴν
Κόρινθο, καὶ στὴ συνέχεια τοῦ ἀπαντάει. γράφει∙ Αἱ μὲν Ἐπιστολαί, φησί, βαρεῖαι καὶ ἰσχυραί,
ἡ
δὲ
παρουσία τοῦ σώματος ἀσθενὴς καὶ ὁ λόγος ἐξουθενημένος
(10,10-11). βαρειὲς καὶ δυνατὲς οἱ Ἐπιστολὲς τοῦ
Παύλου, ναί, ἀλλὰ ἡ παρουσία τοῦ σώματος ἀσθενὴς καὶ ὁ λόγος ἐξουθενημένος. θὰ νόμιζε
κανεὶς ἐκ
πρώτης ὄψεως, ὅτι στὸ χωρίο
αὐτὸ ἐννοεῖται ὅτι ὁ Παῦλος ἦταν
μικρόσωμος καὶ ἰσχνόφωνος ἢ χαμηλόφωνος περίπου σὰν τὸ Μωϋσῆ. ἐν τούτοις μία καλλίτερη ἐξέτασι
τοῦ
σχετικοῦ
κειμένου δείχνει ὅτι δὲν ἐννοεῖται
κάτι τέτοιο. ὁ ἐξουθενημένος λόγος του
λίγο παρακάτω ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἀπὸστολο, ὅταν λέῃ: Εἰ δὲ καὶ ἰδιώτης (εἰμὶ) τῷ λόγῳ, ἀλλ’οὐ τῇ γνώσει (Β΄Κο 11,6). ἐννοεῖται
λοιπὸν ἁπλῶς ὅτι ὁ Παῦλος δὲν ἦταν ῥήτορας
μὲ λόγο
περίτεχνο ἢ ὅτι δὲν εἶχε λόγο
ἄψογου ἑλληνιστοῦ. αὐτὸ τὸ
βλέπουμε καὶ σήμερα στὶς Ἐπιστολές του, ἂν
συγκρίνουμε τὴν ἀδέξια καὶ ἁπλοϊκὴ ἑλληνική
τους γλῶσσα μὲ τὴν ἄψογη καὶ ὡραία ἑλληνικὴ τῶν
κειμένων τοῦ Λουκᾶ. μία μόνο Ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου
ποὺ ἔχει ἄψογη καὶ ὡραία ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἡ Πρὸς Ἑβραίους,
εἶναι
γραμμένη γλωσσικῶς ἀπὸ τὸ Λουκᾶ. ἡ γλῶσσα τῶν ἄλλων 13
Ἐπιστολῶν του,
ποὺ εἶναι ἡ δική
του, εἶναι
κατώτερη καὶ λαϊκώτερη. ἀνάλογη θὰ ἦταν φυσικὰ καὶ ἡ
προφορικὴ ὁμιλία
του, κι αὐτὸ ἐννοεῖται μὲ τὴν ἔκφρασι ἐξουθενημένος
λόγος∙ δηλαδὴ λόγος χαμηλῆς γλωσσικῆς ἀξίας. ὅσο γιὰ τὴν ἀσθενῆ
παρουσίαν τοῦ σώματος τοῦ
Παύλου, καὶ πάλι δὲν ἐννοεῖται
βραχυσωμία ἢ καχεκτικότης. ἡ ἀσθένεια ποὺ ἐννοεῖται εἶναι
ταξικὴ καὶ
κοινωνική. ἐννοεῖται δηλαδὴ ὅτι ὁ Παῦλος ἐμφανιζόταν
καὶ
κυκλοφοροῦσε φτωχοντυμένος σὰν ἕνας ἁπλὸς καὶ ἄσημος ἄνθρωπος
τοῦ λαοῦ. ἡ ἐνδυμασία
του δὲν εἶχε
τίποτε τὸ
μεγαλοπρεπὲς καὶ σπουδαῖο καὶ ὑπολογίσιμο,
δὲν τὸν ἔδειχνε ἄνθρωπο ὑψηλῆς
κοινωνικῆς
θέσεως∙ ἐκ
πρώτης ὄψεως ὁ Παῦλος μὲ τὸ
ντύσιμό του δὲν ἐνέπνεε κανένα δέος. εὐσχήμονες (Μρ 15,43∙ Πρξ 13,50∙
17,12), δηλαδὴ καλοντυμένοι καὶ λαμπροφορεμένοι, λέγονται στὴν
Κ.Διαθήκη οἱ ἐπίσημοι καὶ κοινωνικῶς σπουδαῖοι ἄντρες
καὶ γυναῖκες τῆς ἀριστοκρατίας,
ἐνῷ σὲ ἄλλα
σύγχρονά της κείμενα λέγονται καὶ εὐπάρυφοι, ἐπειδὴ τὰ ῥοῦχα τους
εἶχαν τὶς
«παρυφές», δηλαδὴ τὶς οὔγιες,
διακοσμημένες μὲ πορφυρὴ ταινία –μπουρντούρα. ὁ Παῦλος δὲν ἐμφάνιζε
κάτι τέτοιο, ἀλλ’ἀπὸ τὸ ντύσιμό
του φαινόταν ἄνθρωπος τῆς χαμηλῆς κοινωνικῆς
τάξεως, ἀσθενής, χωρίς
κανένα ἐγκόσμιο
κῦρος.
Κανένα λοιπὸν
βιβλικὸ χωρίο
δὲν
δείχνει τὸ ἀνάστημα καὶ τὴ μορφὴ τοῦ Παύλου
ἢ ἄλλου ἀποστόλου
ἢ
βιβλικοῦ
Χριστιανοῦ.
Ὅσο ἀφορᾷ στὴν
κόμωσι τοῦ Παύλου, κατ’ ἀρχὴν
πρέπει νὰ
πιστεύουμε ὅτι κι ὁ ἴδιος ἐφήρμοζε
τὴ διδαχή
του, ὅτι Αὐτὴ ἡ φύσις διδάσκει ἡμᾶς ὅτι ἀνὴρ ἐὰν κομᾷ, ἀτιμία αὐτῷ ἐστιν (=ἡ ἴδια ἡ φύσι μᾶς
διδάσκει ὅτι ὁ ἄντρας ἂν ἔχῃ μακριὰ
μαλλιά, αὐτὸ εἶναι κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο
πρέπει νὰ
ντρέπεται∙ Α΄Κο 11,14). διότι τότε ὅλοι οἱ ἄντρες οἱ ὄντως ἄντρες,
κουρεύονταν ὅπως ἀκριβῶς οἱ
σημερινοὶ ἄντρες
καὶ μόνο οἱ ἀμφίβολοι
καὶ
ξεδιάντροποι καὶ «παρὰ φύσιν» ἐμφανιζόμενοι
«ἄντρες»,
δηλαδὴ οἱ
θηλυπρεπεῖς, ἔτρεφαν μακριὰ μαλλιά. ἀσφαλῶς ὁ Παῦλος ἀκολουθοῦσε αὐτὸ ποὺ
πίστευε καὶ δίδασκε, καὶ τὸ ἴδιο γνώριζε καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους
καὶ γιὰ τὸν
Κύριο.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ
συνηθισμένο κούρεμα ὁ Παῦλος ἀναφέρει
καὶ τὸ
σύρριζο κούρεμα καὶ τὸ ξύρισμα τῆς κεφαλῆς. ὁ ἴδιος
μία φορὰ
κούρεψε τὸ κεφάλι του σύρριζα στὶς Κεγχρεὲς τῆς
Κορίνθου (Πρξ 18,18) καὶ μία τὸ ξύρισε μαζὶ μὲ ἄλλους
στὰ Ἰεροσόλυμα
(Πρξ 21,24). αὐτὰ τὰ δυὸ ὅμως ἦταν
λατρευτικὰ τάματα (εὐχαὶ) τοῦ
Ίουδαϊσμοῦ, ποὺ τὰ ἔκανε γιὰ
κάποιους λόγους τακτικῆς, χωρὶς νὰ πιστεύῃ στὴν ἀποτελεσματικότητά
τους στὰ
πνευματικὰ πράγματα. τὰ ἔκανε μόνο γιὰ νὰ βουλώσῃ τὰ
στόματα μερικῶν ἰουδαϊζόντων Χριστιανῶν ποὺ τὸν
διέβαλλαν συνεχῶς. δὲν ἦταν ἡ
συνηθισμένη κόμωσι αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἀποστόλων
καὶ
Χριστιανῶν.
Η ίδια η φύσι μας διδάσκει ότι, το φυσικό στον άντρα είναι να έχη κοντά μαλλιά. Εννοεί τη φαλάκρα, η οποία παρουσιάζεται σε αρκετούς άντρες. Ο κ. Σιαμάκης, εδώ δεν αναφέρει, διότι το ανέφερε στο προηγούμενο μέρος για όλα τα βιβλικά πρόσωπα, ότι όπως ο Κύριος, όπως ο Απ. Παύλος, εκτός από τα οπωσδήποτε κοντά μαλλιά είχαν και γένεια, κοντά γένεια, πλην εξαιρέσεων όπως του Ιωσήφ που στην Αίγυπο ξυριζόταν όπως οι Αιγύπτιοι. Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός στις διδαχές του προτρέπει τους Ορθοδόξους να έχουν γένεια, να μην ξυρίζονται, ιδίως όσοι είναι ηλικιωμένοι να αφήνουν τα γἐνεια τους.
ΑπάντησηΔιαγραφή