![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgxP_-e7RfFg0OCm9iGgJkTKSp6BXKEjVvmLwHO-c80d7XhmMBKYow9Ayp07p7UW6x_1MdyV0W6-buTCCU_36UzwTiprFRGMtp2BLDzH_TrcgMn7wd1v0QwDuJYIuekqzXh4yk-O8nN1Skk/s400/%25CE%2595%25CE%2593%25CE%25A9.jpg)
ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
Ο κ. Βαρθολομαίος Αρχοντώνης στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών φέτος μας ξάφνιασε πάλι με τις κενολογίες του. Ως φαίνεται, τον ενδιαφέρει πολύ να εμφανίζεται στο λόγο του εντυπωσιακός, μορφωμένος, πληθωρικός, άσχετα αν αυτά που λέει με τον ξύλινο και απειρόκαλλο και τεχνητό ρητορισμό του δεν στέκουν από ορθοδόξου ερμηνευτικής θεολογίας. Ξέρει όμως ότι μιλάει σε ανθρώπους που δεν μπορούν να διακρίνουν τη θεολογική και ερμηνευτική παρέκκλισή του, και μιλάει ελεύθερα χωρίς αναστολές, αφήνοντας να φανεί το παγόβουνο της προτεσταντικής θεολογίας που κρύβει μέσα του.
Ο άνθρωπος έχει σπουδάσει παπική και προτεσταντική θεολογία, δηλαδή ορθολογιστική και αθεϊστική θεολογία, και βγάζει από το περίσσευμα της καρδιάς του.
Εξάλλου κι αν κάποιοι χριστιανοί διαβάσουν τα λεγόμενά του και εντοπίσουν σ’ αυτά άμεσους προτεσταντικούς επηρεασμούς, νομίζετε ότι θα νοιαστεί;
Να είστε σίγουροι ότι ούτε θα νοιαστεί ούτε θα «ιδρώσει». Γιατί ξέρει πως κανένας δεν θα φέρει αντίρρηση σ’ έναν πατριάρχη, κανένας δεν θα τολμήσει να αντιλέξει στο αγιατολάχειο ταμπού του.
Όλοι σχεδόν οι κοσμικοί είτε από άγνοια είτε από θρησκευτική δουλοπρέπεια αποδέχονται τυφλοίς όμμασι τα λεγόμενά του ως ορθά, τρέφοντας την ασυδοσία του και εξωθώντας την να μετατραπεί σε παπική αυθεντία, ή καλύτερα σε παπικό αλάθητο, μια και έχει αποδειχθεί καλός αντιγραφέας του προτύπου του.
Αλλ’ ας δούμε τι είπε κατά τον επίσημο εορτασμό των χριστιανικών γραμμάτων.
«Πρέπει να τονισθεί, είπε, η συνεισφορά της θύραθεν σοφίας και των γραμμάτων, μάλιστα των ελληνικών, εις την Εκκλησίαν¨… Η Εκκλησία ήδη από τους Αποστόλους, οι οποίοι είναι σφάλμα να εκλαμβάνονται όλοι συλλήβδην ως αγράμματοι, εδέχθη πλουσίως την ευεργετικήν επίδρασιν των ελληνικών γραμμάτων και της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο απόστολος λ.χ. και ευαγγελιστής Ιωάννης, και θεολόγος, ήτο άριστος γνώστης της Πυθαγορείου φιλοσοφίας και ενήμερος της ελληνικής σκέψεως, διά μέσου του μεγάλου ελληνιστού φιλοσόφου Φίλωνος… Η περί του Λόγου θεολογία του, η εκφραζομένη εις τον πρόλογον του Ευαγγελίου του, προϋποθέτει την αντίστοιχον περί λόγου φιλοσοφίαν του Πλάτωνος και του Φίλωνος. Ο απόστολος Παύλος είχεν αρίστην ελληνικήν παιδείαν. Οι Απόστολοι Πέτρος και Ανδρέας είχον θαυμασίαν ελληνομάθειαν, όπως άλλωστε προδίδουν και αι δύο Καθολικαί Επιστολαί του πρώτου. Το ίδιον και ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος επιπροσθέτως ήτο και ιατρός» (Ρομφαία, 31-1-2009).
Αυτά τα ανήκουστα στον ορθόδοξο χώρο είπε ο κ. Βαρθολομαίος.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, αφού η Εκκλησία, όπως λέει, «εδέχθη πλουσίως την ευεργετικήν επίδρασιν των ελληνικών γραμμάτων και της ελληνικής φιλοσοφίας» και αφού ο ελληνισμός χρονικώς προηγήθηκε του Χριστιανισμού, ο κ. Βαρθολομαίος εννοεί τη χριστιανική εκκλησία σαν ένα παρακλάδι της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ο κορμός είναι ο ελληνισμός, η ελληνική σκέψη και φιλοσοφία, από την οποία ξεπήδησαν τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα πυθαγορείων, πλατωνικών, περιπατητικών, νεοπλατωνικών, κλπ, και η Εκκλησία.
Όλα αυτά τα κινήματα ευεργετήθηκαν από το σαθρό ανθρώπινο σύστημα της ελληνικής φιλοσοφίας, και η Εκκλησία.
Αυτά τα βλάσφημα υποστηρίζει με απλά λόγια ο κ. Βαρθολομαίος.
Τέτοιον υποστηρικτή οι δωδεκαθεϊτες και οι λεγόμενοι ελληναράδες δεν θα μπορούσαν να τον βρουν πουθενά όσο και όπου κι αν τον έψαχναν. Διότι αυτοί υποστηρίζουν τέτοια πράγματα, επειδή μισούν θανασίμως το Χριστό και τη διδασκαλία του.
Και τώρα μπορεί να φαντασθεί κανείς πόση χαρά θα κάνουν σαν μάθουν τις «σοφίες» του. Μη σας φαίνεται παράξενο. Το πράγμα είναι μέσα στις βασικές επιδιώξεις του Βαρθολομαίου. Ο κύριος αυτός ζει και ενεργεί για να προσπορίζει χαρά στους αιρετικούς και στους συγκεκαλυμμένους εχθρούς του Χριστού και των λόγων του. Γι’ αυτό τον αγαπούν οι παπικοί, γι’ αυτό οι προτεστάντες, γι’ αυτό οι ανατολικές θρησκείες, γι’ αυτό τώρα και οι ελληναράδες. Χαίρονται και παράλληλα γελούν μαζί του. Τον βλέπουν σαν τον νοήμονα εκείνον που ανέβηκε στο δέντρο και πριόνιζε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόταν!
Για τον κ. Βαρθολομαίο, που νομίζει ότι είναι πατριάρχης, αλλά στην πραγματικότητα είναι αιρεσιάρχης, δεν έχει καμμιά σημασία ότι η ελληνική σκέψη δημιούργησε ολόκληρη αλυσίδα αιρέσεων, των λεγομένων γνωστικών αιρέσεων, που τις εμφάνισαν άνθρωποι των πρώτων αιώνων που πίστευαν σαν κι αυτόν ότι ο Χριστιανισμός ευεργετήθηκε από τον ελληνισμό, και ότι η γνησία έκφραση της πίστεως δεν είναι ο σκέτος χριστιανισμός αλλά το κράμα χριστιανισμού και ελληνισμού.
Δεν τον νοιάζει ότι η Εκκλησία με τις κατά καιρούς οικουμενικές συνόδους της καταδίκασε όλες αυτές τις αιρέσεις σαν πυώδη αποστήματα του σώματος του Χριστού και τα απέρριψε. Δεν πιστεύει κάν στις οικουμενικές συνόδους και στις υπ’ αυτών καταδίκες των αιρέσεων, διότι δεν πιστεύει ότι είναι αιρέσεις, αλλά πιστεύει ότι είναι εκκλησίες ισότιμες μεταξύ τους και με την Ορθόδοξη.
Έτσι εξηγείται η σπουδή του να συγκαλέσει στις μέρες μας «οικουμενική σύνοδο», για να αποκηρύξει κάποιες αποφάσεις τους που τον ενοχλούν και τον εμποδίζουν στη ταυτοποίησή του με τον παπισμό και με όλες τις θρησκείες ανατολής και δύσεως, σύμφωνα με τις επιταγές της σατανικής παγκοσμιοποιήσεως.
Ηδη έχει πει επανειλημμένως ότι έκαναν λάθος οι πατέρες που έλαβαν μέρος στις οικουμενικές συνόδους και καταδίκασαν τον παπισμό, τον προτεσταντισμό, και τις άλλες αιρέσεις. Και το λάθος εκείνων θέλει τώρα να το αποκαταστήσει αυτός, μόνος του, όπως, ας πούμε, ο πάπας των παπικών και του Βαρθολομαίου, αποκατέστησε τους σταυροφόρους με τη συγγνώμη πού ζήτησε αυτός για λογαριασμό τους, και όπως σκέφτεται να αποκαταστήσει και το αποστολικό κύρος του Ιούδα του προδότου.
Και επειδή δεν του φτάνει, θέλει να αποκαταστήσει τα «λάθη» των συνοδικών συγκαλώντας ο ίδιος οικουμενική σύνοδο και δίνοντας οικουμενικό και συνοδικό κύρος στις δογματικές του δυσπλασίες και ακυρώνοντας τις αποφάσεις εκείνων.
Πράγματι είναι σφάλμα να εκλαμβάνονται όλοι συλλήβδην οι Απόστολοι ως αγράμματοι. Διότι υπήρξαν και εγγράμματοι. Αλλ’ αν αυτό είναι σφάλμα, πολύ μεγαλύτερο σφάλμα είναι να εκλαμβάνονται όλοι συλλήβδην οι απόστολοι ως εγγράμματοι, διότι υπήρξαν και ολιγογράμματοι ή καλύτερα εκείνοι που μιλούσαν ελληνικά, αλλά δεν μπορούσαν να συντάξουν ελληνικά κείμενα.
Διότι τότε όλοι μιλούσαν ελληνικά, γι’ αυτό και τα χρόνια εκείνα λέγονται ελληνιστικά, αλλά δεν μπορούσαν όλοι να γράψουν ελληνικά. Άλλο μιλώ και άλλο μιλώ και γράφω μια γλώσσα. Ο βαθμός του πόσο καλά ξέρει κανείς την ελληνική φαίνεται σαν δοκάρι μέσα στο μάτι στον προφορικό και μάλιστα στο γραπτό λόγο. Και ο βαθμός της ελληνομάθειας των ιερών συγγραφέων των θεοπνεύστων βιβλίων της Καινής Διαθήκης είναι σαφώς ευδιάκριτος και στον πιο απλό αναγνώστη.
Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο απόστολος Παύλος που έγραψε τις προς Ρωμαίους, Εβραίους, Εφεσίους, Κολασσαείς, και τις άλλες Επιστολές δεν γνωρίζει καλά την ελληνική.
Αντιθέτως ο απόστολος Παύλος θαυμάζεται για την εμβριθή γνώση της ελληνικής, μερικά δε κομμάτια των Επιστολών του είναι εφάμιλα και ανώτερα σε έκφραση, ποιητικότητα, δύναμη, από τα κείμενα του Πινδάρου, του Ομήρου και άλλων επιφανών Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών, όπως είναι το γνωστό κομμάτι της προς Κορινθίους πρώτης Επιστολής, όπου μιλάει για την αγάπη, ή όπως είναι το ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους Επιστολής, στο οποίο μιλάει για τους άνδρες της μεγάλης και αδίστακτης πίστεως.
Δεν μπορούμε επίσης να πούμε ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο γιατρός, δεν ήξερε ελληνικά, διότι μαρτυρούν τα ιερά κείμενά του, Ευαγγέλιο και Πράξεις.
Δεν μπορούμε να πούμε για τον ευαγγελιστή Ματθαίο, που κατείχε δημόσια θέση όταν κλήθηκε από το Χριστό σαν μαθητής του, θέση που προϋπέθετε γνώσεις και γλώσσες.
Όσο μωρό είναι να ισχυριστούμε γι’ αυτούς ότι δεν ήξεραν καλά ελληνικά, άλλο τόσο ανόητο είναι να λέμε ότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο ψαράς, γνώριζε την πυθαγόρεια και πλατωνική και φιλωνική φιλοσοφία και ακόμη ότι ήταν επηρεασμένος απ’ αυτές. Ποιος διαβάζει το Ευαγγέλιο του Ιωάννου και την Αποκάλυψη και τις τρεις Επιστολές του και δεν καταλαβαίνει ότι η ελληνική του είναι λίγη, ότι το λεξιλόγιό του είναι φτωχό, η σύνταξη λαϊκή;
Ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι στο λόγο του έχει επαναλήψεις, πλεονασμούς, πλατυασμούς, και άλλες εκφραστικές λαϊκότητες;
Και όμως το πνευματικό ύψος του ευαγγελιστού Ιωάννου κρύβεται στην απλότητα και στην γλωσσική αδεξιότητα.
Όλο το βάθος της θεολογίας της πίστεώς μας το βρίσκει κανείς στον Ιωάννη.
Έτσι διατρανώνεται το ποσοστό της μετοχής του θείου παράγοντος στη συγγραφή των βιβλίων του, δηλαδή της θεοπνευστίας.
Ο ολιγότερο γραμματιζούμενος γράφει το θεολογικότερο ευαγγέλιο. Ιδού το θαύμα! Το βάθος της θεολογίας στηρίζεται στα νοήματα και όχι στις λέξεις και στη σύνταξη.
Στο χώρο της ορθόδοξης θεολογικής εν Ελλάδι επιστήμης δεν υπάρχει κανένας βέβαια που να υποστηρίζει για τον ευαγγελιστή Ιωάννη το αντίθετο, ότι δηλαδή ήξερε πολλά γράμματα και ήταν γνώστης και οπαδός των φλυάρων ελληνιστών φιλοσόφων.
Εξαίρεση αποτελούν οι προτεστάντες της δύσεως, οι σχολαστικοί, δηλαδή οι ορθολογισταί, του παπισμού, που με τη φλυαρία τους παρουσιάζουν το κουνούπι για ελέφαντα, οι ακραίοι «ορθόδοξοι» θεολόγοι, τύπου Αγουρίδη και της ομάδος του, και τώρα και του Βαρθολομαίου.
Που να περιμένει κανείς ότι ορθόδοξος πατριάρχης θα είναι επηρεασμένος τόσο βαθειά από τις ορθολογιστικές και αθεϊστικές αυτές ερμηνευτικές θεωρίες των αιρετικών και να τις κηρύττει σε επίσημη μέρα μπροστά και στους ανήλικους Ελληνόπαιδες μαθητάς.
Και όμως η αιρετική συνείδηση του Βαρθολομαίου αποκαλύφθηκε και από την πλευρά αυτή. Πελάζει ο Βαρθολομαίος τους ομοίους του και ως προς τούτο.
Και πως εξηγείται ότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο προοίμιο του Ευαγγελίου του γράφει περί του Λόγου;
Πράγματι ο Ιωάννης, όπως είναι γνωστό, αρχίζει το Ευαγγέλιό του με τον θεολογικά υψήγορο λόγο «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος».
Το πράγμα δεν θέλει πολλή σκέψη. Θέλει καλή διάθεση.
Ο Ιωάννης σαν απλός άνθρωπος που ζούσε μέσα σε μια κοινωνία μουλιασμένη τότε στις νεοπλατωνικές θεωρίες για το «λόγο», ότι τάχα ο λόγος είναι ο δεύτερος θεός του κόσμου, η δευτερεύουσα ύπαρξη που είναι ανώτερη από όλα τα λογικά κτίσματα, με την οποία ο απρόσιτος και υπερκόσμιος θεός επικοινωνεί με τον κόσμο, γράφοντας το Ευαγγέλιό του τους λέει:
Να ποιος είναι ο Λόγος, είναι ο Γιος του Θεού.
Και είναι Θεός άναρχος, ισότιμος και συνάναρχος με το Θεό και όχι κτίσμα, όπως έλεγαν οι νεοπλατωνικοί, αλλά κτίστης του κόσμου, όχι αρχάγγελος του θεού αλλά Θεός ομοούσιος με τον Πατέρα, όπως φλυαρούσαν ο Εβραίος Φίλων και ο δυσσεβής Άρειος, και οι θεομάχοι «μάρτυρες του Ιεχωβά» σήμερα, και ο πολύς Βαρθολομαίος.
Αν είναι δυνατόν να πιστεύει ο Ιωάννης για το Λόγο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ό,τι πίστευε ο σχιζοφρενής Φίλων για το δικό του λόγο!
Όσο για τον απόστολο Πέτρο, που ήταν ολιγογράμματος, αλλά οι Επιστολές του μαρτυρούν μια λογιότητα, και πάλι δεν χρειάζεται πολλή σκέψη, αρκεί να έχει διαβάσει κανείς την πρώτη Επιστολή του, όπου με πολύ φυσικό τρόπο μαρτυρεί πως έγραψε την Επιστολή.
«Δια Σιλουανού υμίν του πιστού αδελφού, ως λογίζομαι, δι’ ολίγων έγραψα, παρακαλών και επιμαρτυρών ταύτην είναι αληθή χάριν του Θεού, εις ην εστήκατε» (5,12).
Να πως έγραψε ο απόστολος Πέτρος. Με το χέρι του αποστόλου Σίλλα, που τον ονομάζει Σιλουανό, ο οποίος και προφανώς εκόμισε την Επιστολή στους παραλήπτας.
Φαίνεται πως ο Βαρθολομαίος αντί να διαβάσει ο ίδιος τα θεόπνευστα κείμενα, για να έχει ιδία αντίληψη, προτιμάει να καταπίνει αμάσητους τους «προβληματισμούς» των προτεσταντών και των παπικών «θεολόγων», που λόγω της αθεϊας τους εκφράζουν και για τα πιο απλά πράγματα αμφιβολίες ή άλλες άσχετες και ετερόκλητες θεωρίες.
Προφανώς τον εκφράζουν περισσότερο αυτά, παρά ο γνήσιος λόγος του ιερού κειμένου.
Τέλος είναι απορίας άξιο πως ο Βαρθολομαίος εντάσσει ανάμεσα στους Αποστόλους που είχαν «θαυμασίαν ελληνομάθειαν» και τον Απόστολο Ανδρέα, αδελφό του Αποστόλου Πέτρου.
Ο απόστολος Πέτρος μας άφησε τις δύο Επιστολές του και μας έδωσε δυνατότητα εκφοράς γνώμης.
Αλλ’ ως γνωστόν ο Απόστολος Ανδρέας δεν μας άφησε κάτι γραπτό, για να δούμε τη γλώσσα του, το κήρυγμά του, τη θεολογία του, την αντιαιρετική πολεμική του. Πως άραγε ξέρει ο Βαρθολομαίος ότι είχε ελληνομάθεια και μάλιστα «θαυμασίαν»;
Που το στηρίζει;
Μην ψάχνετε.
Δεν το στηρίζει σε ντοκουμέντα, αλλά στην «πατριαρχική» αυθεντία του.
Όπως καταλαβαίνετε δεν έχει αυθεντία μόνο ο πάπας των παπικών αλλά και ο πάπας της ανατολής.
Τα έχουν αυτά οι πάπες.
Από το περιοδικό ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ μηνός Απριλίου 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου