Άποψη-ένσταση
τέταρτη
«Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Χρυσόστομος ὅταν τὸν
καθαίρεσαν τοὺς
λέγει: Ἐντάξει, δὲν θὰ
ὑπογράψετε ἐναντίον μου τὶς ἀποφάσεις,
ἀλλὰ
δὲν θὰ
σχισθεῖτε ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησία, δὲν θὰ
φύγετε ἀπὸ
τὴν Ἐκκλησία.
Θὰ κάνετε ὑπακοὴ
σὲ αὐτὸν ποὺ
πῆγε στὴν
θέση μου, δὲν
θὰ φύγετε, δὲν θὰ
κάνετε σχίσμα, καταλάβατε, αὐτὸ εἶναι
τὸ ὀρθόδοξο.
Καὶ σήμερα εἶναι κάποιοι ποὺ κόβουν τὸ μνημόσυνο, νὰ τὸ
ποῦμε καὶ
αὐτό, αὐτὸ θέλει πολλὴ ὡριμότητα
σκέψης καὶ
πολλὴ ἁγιότητα
νὰ τὸ
κάνει κανείς. Ἀλλὰ ἅπαξ
καὶ τὸ
κάνουν, θὰ
πρέπει νὰ ἔχουν
τὴν διάκριση τὴν στοιχειώδη ὅπως πρὶν ἀπὸ χρόνια εἶχε ξαναγίνει μὲ τρεῖς
Ἀρχιερεῖς, νὰ
συλλειτουργοῦν
μὲ τοὺς
ἄλλους ποὺ ἀκόμη
δὲν ἔκοψαν
τὸ μνημόσυνο. Οἱ τρεῖς
Ἀρχιερεῖς τότε ποὺ εἶχαν
κόψει τὸ μνημόσυνο, ὁ Ἐλευθερουπόλεως
Ἀμβρόσιος, ὁ μακαριστὸς Φλωρίνης Αὐγουστῖνος
καὶ τρίτος ὁ Παῦλος
Παραμυθίας, αὐτοὶ οἱ
τρεῖς λοιπόν, δὲν μνημόνευαν τότε τὸν Ἀθηναγόρα
ποὺ ἦταν
οἰκουμενιστὴς ἄκρος,
ἀλλὰ
συλλειτουργοῦσαν
μὲ τοὺς
ἄλλους Ἀρχιερεῖς ποὺ
ἀκόμη τὸν μνημόνευαν, αὐτὸ
εἶναι τὸ
σωστό. Ἡ διακοπὴ τοῦ
μνημοσύνου δὲν
σημαίνει σχίσμα, προσέξτε το αὐτό.
Σχίσμα σημαίνει νὰ
φύγεις τελείως καὶ
νὰ μὴ
συλλειτουργεῖς
μὲ κανένα καὶ νὰ
κάνεις δική σου παντιέρα, δικό σου κομματάκι, δική σου Ἐκκλησία, αὐτὸ
εἶναι λάθος, τεράστιο λάθος, αὐτὸ
εἶναι χειρότερο καὶ ἀπὸ τὴν
αἵρεση, λένε οἱ Πατέρες. Καὶ αὐτοὶ τώρα ποὺ κόβουν τὸ μνημόσυνο δὲν πρέπει νὰ κόψουν τὴν ἐπικοινωνία
μὲ τὴν
ὑπόλοιπη Ἐκκλησία καὶ νὰ
μὴ συλλειτουργοῦν καὶ
νὰ μὴ
κοινωνοῦν. Γιατὶ ἀκόμη
ὁ Οἰκουμενικός,
εἶναι καθαιρετέος, βέβαια εἶναι, ἀφοῦ ἔχει
παραβεῖ τοὺς
κανόνες τῆς
Ἐκκλησίας. Ἔβαλε τὸ 2006 τὸν Πάπα στὸ Φανάρι μέσα νὰ πεῖ
τὸ Πάτερ ἡμῶν
καὶ ὑπάρχει
ρητὸς κανόνας τῆς Ἐκκλησίας
ποὺ λέγει, κληρικὸς ποὺ
θὰ ἐπιτρέψει
σὲ ἕναν
ἀκοινώνητο, σὲ ἕναν
αἱρετικό, νὰ κάνει κάτι μέσα στὸ ναὸ
σὲ ὥρα
λειτουργίας, καθαιρεῖται.
Ἀλλὰ
δὲν εἶναι
ἐνεργείᾳ καθηρημένος, εἶναι δυνάμει, πρέπει νὰ γίνει σύνοδος γιὰ νὰ
καθαιρεθεῖ
καὶ ὅποιοι
συμπλέουν μαζί του. Μέχρι τότε ὅμως
δὲ πρέπει αὐτὸς
ποὺ κόβει τὸ μνημόσυνο καὶ δὲν
τὸν μνημονεύει νὰ παύσει νὰ συλλειτουργεῖ μὲ
τοὺς ἄλλους
ποὺ τὸν
μνημονεύουν. Αὐτὴ εἶναι
ἡ λεπτὴ
διάκριση, τὸ
λεπτὸ σημεῖο.
Καὶ ἐπειδὴ δὲν
τὴν ἔχουν
αὐτὴ
τὴν διάκριση καὶ τὴν
ὡριμότητα, γι’ αὐτὸ
λέμε καλύτερα περιμένετε ἀκόμη.
Καὶ ὁ
λαὸς δὲν
μπορεῖ εὔκολα
νὰ τὰ
καταλάβει αὐτά,
ἀκούει καὶ κάποιες ἄλλες ἰδέες
ὅτι μολύνεσαι καὶ λοιπά, δὲν μολύνεσαι, ἐφ’ ὅσον
αὐτὸς
ποὺ μνημονεύεται δὲν ἔχει
καθαιρεθεῖ.
Τὰ μυστήρια εἶναι ἔγκυρα»
Σχόλια
Ἀπ’
αὐτὸ
τὸ τελευταῖο ποὺ
λέγεται ὑπὸ
τῆς ἐνστάσεως:
«δὲν μολύνεσαι, ἐφ’ ὅσον
αὐτὸς
ποὺ μνημονεύεται δὲν ἔχει
καθαιρεθεῖ.
Τὰ μυστήρια εἶναι ἔγκυρα»,
προκύπτει ὅτι
ὑπάρχει μολυσμὸς στὸν
ὀρθόδοξο ὅταν κοινωνεῖ μὲ
καθηρημένο καὶ
δὲν ὑπάρχει
μολυσμὸς ὅταν
κοινωνεῖ μὲ
ἀκαθαίρετο. Καὶ ἀκόμη
πρέπει νὰ προστεθεῖ, ὅτι
ἡ ἔνσταση
ἐκλαμβάνει τὸν μολυσμὸ μὲ
τὴν ἔννοια
τῆς ἀπωλείας
τῆς ἱερωσύνης
στὸν ὀρθόδοξο
κληρικὸ χωρὶς
τὴν πράξη τῆς καθαιρέσεως, ἐξ αἰτίας
τῆς κοινωνίας μὲ καθηρημένο κληρικό. Τέτοιος μολυσμὸς ὅμως
δὲν ὑπάρχει,
εἴτε κοινωνεῖ ὁ
ὀρθόδοξος μὲ καθηρημένο, εἴτε μὲ
ἀκαθαίρετο αἱρετικό. Ὑπάρχει ὅμως ἄλλος μολυσμὸς ποὺ ἐκφεύγει τῆς ἀντιλήψεως τῆς ἐνστάσεως. Ὁ ὁποῖος αὐτὸς συμμολυσμὸς συγκατακρίνει τὸν ὀρθόδοξο, ἐξ αἰτίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας του μὲ τὸν ἀκαθαίρετο αἱρετικὸ συμφώνως μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐνδεικτικῶς ἐδῶ ἀναφέρουμε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τὸν συνοπτικὸ θεολόγο ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ . Συνεπῶς αὐτὸ ποὺ λέγεται ὑπὸ τῆς ἐνστάσεως ὅτι «δὲν μολύνεσαι, ἐφ’ ὅσον αὐτὸς ποὺ μνημονεύεται δὲν ἔχει καθαιρεθεῖ», δὲν ἰσχύει. Ἂν ὅμως μολύνεται ὁ ὀρθόδοξος ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ ἀκαθαιρέτου αἱρετικοῦ καὶ ὄντως μολύνεται, αὐτὸ σημαίνει ὅτι καθίσταται καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος. Καὶ ἀκόμη, ἂν ὁ μολυσμὸς μεταδδεται ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ αἱρετικοῦ στὸν ὀρθόδοξο ἄρα αὐτὸς ὁ μολυσμὸς διὰ τῆς κοινωνίας μεταδίδεται καὶ στὸν τρίτο ποὺ κοινωνεῖ μ’ αὐτὸν ποὺ κοινωνεῖ μὲ τὸν ἀκοινώνητο. Τὴν ἀρχὴ «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος ἔστω» οἱ Πατέρες τὴν ἐξέλαβαν ὅτι ἰσχύει καὶ ὡς πρὸς ἀκαθαιρέτῳ «ἀκοινωνήτῳ».
Δὲν
μπορεῖ λοιπὸν
νὰ δημιουργεῖται σχίσμα, κατὰ τὸν
ἰσχυρισμὸ τῆς
ἐνστάσεως, ὅταν τηρεῖται ἡ
ἀνωτέρω ἀρχὴ
ἀπὸ
ἀκαθαιρέτῳ «ἀκοινωνήτῳ», Οἱ
τρεῖς Ἐπίσκοποι
ποὺ εἰσηγεῖται ἡ
ἔνσταση ὅτι ἔπραξαν
αὐτὴν
τὴν διακοπὴ μνημοσύνου, πράγματι εἶναι ἔτσι
ὅπως τὸ
λέγει. Ἡ διακοπὴ μνημοσύνου ποὺ συνέβη ἐκείνη τὴν περίοδο (1970 κ.ἑ.), τελοῦσε ὑπὸ τὸ
κράτος τῆς διδασκαλίας τοῦ βιβλίου «Τὰ δύο ἄκρα»
τοῦ Ἀρχιμ.
Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Ποὺ θέλει, αὐτὴ
ἡ διδασκαλία, νὰ μὴν
ὑπάρχει μολυσμὸς στὸν
ὀρθόδοξο ποὺ κοινωνεῖ μὲ
ἀκαθαίρετο αἱρετικό. Ἀλλ’ αὐτό,
δὲν ἔχει
πατερικὰ ἐρείσματα,
ὑπάρχει αὐτὸς
ὁ συμμολυσμὸς . Ἐδῶ, ἐνδεικτικῶς μόνον, ἀντιπαραβάλλουμε τὴν διακοπὴ μνημοσύνου τῶν τριῶν
αὐτῶν
σεβαστῶν Ἱεραρχῶν μὲ
τὴν διακοπή, πλέον ὄχι μόνον τοῦ μνημοσύνου ἀλλὰ
καὶ τῆς
γενικῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ἑνὸς
ἄλλου σεπτοῦ καὶ
ἁγίου Ἱεράρχου
τῆς Ἐκκλησίας
μας, τοῦ Μ. Βασιλείου καὶ μὲ
τὸν ἀκαθαίρετο
αἱρετικὸ
καὶ μὲ
ὅσους ὀρθοδόξους
κοινωνοῦσαν μαζί του. Ὁ Μ. Βασίλειος καὶ μολυσμὸ δέχεται ἀπὸ
τὴν κοινωνία τοῦ ἀκαθαιρέτου
αἱρετικοῦ καὶ
ἐντέλλεται νὰ τηρηθεῖ ἡ
ἀρχὴ
«ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος
ἔστω» ἀπὸ ἀκαθαιρέτῳ «ἀκοινωνήτῳ» καὶ
ἔτσι νὰ
γίνονται κοινωνικοὶ
οἱ Ὀρθόδοξοι.
Εἶναι
φανερὸ λοιπὸν
ὅτι ἡ
πράξη τῆς διακοπῆς μνημοσύνου, ἔτσι ὅπως
ἔγινε τὸ 1970, ἔρχεται σὲ ἀντίθεση
μὲ τὴν
διδασκαλία καὶ
πράξη τῆς Ἐκκλησίας
μιᾶς καὶ
ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι ἕνας
κύριος ἐκφραστής της. Ὁ δὲ
ἱερὸς
Χρυσόστομος ποὺ
ἐπικαλεῖται ἡ
ἔνσταση δὲν ἀφορᾶ τὸ
θέμα τῆς αἱρέσεως,
διότι αὐτὰ
ποὺ λέγονται ὑπὸ
τοῦ ἱεροῦ Πατρὸς
στὴν συγκεκριμένη συνάφεια ἀναφέρονται σὲ θέματα δικαιοσύνης. Σὲ θέματα πίστεως εἶναι ξεκάθαρη ἡ διδασκαλία του, ὡς τὸν
ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι
Πατέρες, Ἐδῶ μόνον ἐνδεικτικῶς ἐπαναλαμβάνουμε
τοῦ ὁσίου
Θεοδώρου τοῦ
Στουδίτου: «Ἐχθροὺς γὰρ
Θεοῦ ὁ
Χρυσόστομος οὐ
μόνον τοὺς αἱρετικούς,
ἀλλὰ
καὶ τοὺς
τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καὶ
πολλῇ τῇ
φωνῇ ἀπεφήνατο».
Καὶ ἀλλοῦ ὁ
Ὅσιος Θεόδωρος, πάλι γιὰ τὸν
ἱερὸ
Χρυσόστομο, λέγει ὅτι
γιὰ νὰ
γίνει κοινωνικὸς
ὁ Ἱερεὺς πρέπει νὰ τηρεῖ
τὴν ἀρχὴ «ὁ
κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος
ἔστω» ἀπὸ ἀκαθαίρετο
«ἀκοινώνητῳ» διότι ἐὰν δὲν
τὴν τηρεῖ τότε εἶναι κατεγνωσμένος καὶ ἀκοινώνητος
παρ’ ὅτι ἀκαθαίρετος
ὁ ἴδιος.
Ποὺ σημαίνει γιὰ νὰ
εἶναι κατεγνωσμένος ὅτι συμμολύνεται. Ἄλλωστε καὶ ὁ
ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης στὴν ἐκεῖ συνάφεια λέγει ὅτι πρόκειται «περὶ γὰρ
μεγάλων ὁ κίνδυνος», . Λέγεται ἀκόμη ὑπὸ τῆς
ἐνστάσεως ὅτι θέλει πολλὴ ὡριμότητα
σκέψης καὶ
πολλὴ ἁγιότητα
γιὰ νὰ
προβεῖ κανεὶς
στὴν διακοπὴ μνημοσύνου. Αὐτὴν
ὅμως τὴν
πολλὴ ὡριμότητα
καὶ τὴν
πολλὴ ἁγιότητα
τὴν συναντᾶμε στοὺς μόλις ἀνωτέρω δύο ἐκ τῶν
τριῶν ἁγίων
Ἱεραρχῶν,
Μ. Βασίλειο καὶ
Ἰωάννη Χρυσόστομο. Καὶ γιὰ
νὰ μὴν
ἀφήσουμε παραπονεμένο καὶ τὸν
τρίτο ἅγιο Ἱεράρχη
τῆς Ἐκκλησίας
μας Γρηγόριο Θεολόγο καὶ
αὐτὸς
τὰ ἴδια
λέγει, ὅτι καὶ
μολυσμὸς ὑπάρχει
στὸν ὀρθόδοξο
ἀπὸ
τὴν κοινωνία τοῦ ἀκαθαιρέτου
αἱρετικοῦ καὶ
γιὰ νὰ
γίνει κοινωνικὸς
ὁ Ἱερεὺς πρέπει νὰ τηρεῖ
τὴν ἀρχὴ «ὁ
κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος
ἔστω» ἀπὸ ἀκαθαιρέτῳ «ἀκοινωνήτῳ», (βλ. τὴν ἀνωτέρω
παρένθεση). Οἱ
ἔχοντες λοιπὸν αὐτὴν τὴν
πολλὴ ὡριμότητα
καὶ πολλὴ
ἁγιότητα τρεῖς Ἱεράρχες
τῆς Ἐκκλησίας
μας, μὲ ἕνα
στόμα, ἐντέλλονται ὅτι ὄχι
γιὰ νὰ
φθάσει κανεὶς
στὴν πολλὴ ἁγιότητα
ἀλλὰ
κατ’ ἀρχὰς
σὺν Θεῷ
νὰ ἀποφύγει
τὸν συμμολυσμό, ἔτσι ὥστε
μετὰ τὴν
κάθαρση νὰ
φθάσει πρῶτα
στὴν ἁγιότητα
καὶ μετὰ
καὶ στὴν
πολλὴ ἁγιότητα,
πρέπει νὰ τηρήσει τὶς θεμελιώδεις ἀρχὲς
«αὐτῶν
ποὺ ἀποστρεφόμαστε
τὸ φρόνημα, ἀπ’ αὐτοὺς πρέπει νὰ φύγουμε τὴν κοινωνία», καὶ «αὐτὸς ποὺ
κοινωνεῖ μὲ
τὸν ἀκοινώνητο
νὰ εἶναι
καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος»
ἀπὸ
ἀκαθαίρετο ἀκοινώνητο γιὰ τὴν
ἀποφυγὴ
τοῦ συμμολυσμοῦ. Καὶ
τὸ ὅτι
εἶναι διαχρονικὴ ἡ
ἐντολή τους αὐτὴ
προκύπτει ἀπὸ τὴν
ἑρμηνεία εἰς τοὺς
τρεῖς Ἱεράρχες
γι’ αὐτὸ
τὸ θέμα τῶν Ὁσίων:
Θεοδώρου Στουδίτου, Μελετίου Γαλησιώτου, Ἰωσὴφ Πατριάρχου Κπόλεως κ.ἄ. (ἐπιτιμίου
καὶ τοῦ
συμμολυσμοῦ.
(Ιερομονάχου Ευγενίου .Η έννοια
του μολυσμού. Οι παραπομπές των κειμένων βρίσκονται στο βιβλίο. Ευχαριστούμε
τον Γέροντα για την άδεια δημοσίευσης αποσπασμάτων του βιβλίου του.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου