Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Από την Ορθόδοξη στην 

Οικουμενιστική Ανατολή

(Οι ορθόδοξες Πατριαρχικές και Συνοδικές εγκύκλιοι του 19ου αιώνα  και οι εγκύκλιοι 

1902, 1904  και 1920).




Έρευνα: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου 

(χημικός-βιοχημικός)

 

Ενημερωτικό σημείωμα για τους αναγνώστες


Από τις αρχές του 20ου αιώνος, το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχωρεί σε πρωτόγνωρη στην ιστορία αλλαγή πορείας. Ανοίγεται στον Οικουμενισμό, γίνεται φιλοπαπικό και φιλοπροτεσταντικό, διακριτικά στην αρχή, ολοφάνερα και προκλητικά στη συνέχεια μέχρι των ημερών μας· Για να φανεί αυτή η μεγάλη αλλαγή και ανατροπή που έγινε στην Κωνσταντινούπολη, διακριτικά από τον πατριάρχη Ιωακείμ Γ´, στις αρχές του 20ου αιώνος, με θρασύτητα και ορμή από τον τοποτηρητή του πατριαρχικού θρόνου μητροπολίτη Προύσσης Δωρόθεο (Εγκύκλιος 1920), και προκλητικά από τους Μελέτιο Μεταξάκη, Αθηναγόρα και Βαρθολομαίο, θα παρουσιάσουμε ορισμένα  συνοδικά και πατριαρχικά κείμενα του 19ου αιώνος, για τις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπό χριστιανικό κόσμο, κυρίως προς τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό, τους οποίους αδίστακτα χαρακτηρίζουν ως επικίνδυνες αιρέσεις, για να φανεί ότι έχει διακοπεί η διαδοχή στην Ορθόδοξη Πίστη, επομένως και η διαδοχή στους θρόνους, και οι οποιεσδήποτε επομένως αποφάσεις λαμβάνονται ή θα ληφθούν δεν θα προέρχονται από Ορθόδοξη Σύνοδο. Οι πατριαρχικές και συνοδικές εγκύκλιοι του 19ου αιώνος είναι θεολογικά ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ κείμενα μεγάλης θεολογικής σοφίας.

Είναι οι επίσημες ορθόδοξες  απαντήσεις σε όσα απαράδεκτα εκκλησιολογικά αποφασίστηκαν στην Κολυμπάριο Σύνοδο το 2016 και ό,τι θα εφαρμοστεί από εδώ και στο εξής. Οι επίσημες αυτές Πατριαρχικές και Συνοδικές εγκύκλιοι οριοθετούν το τέλος μιας εποχής που ξεκίνησε από το Μεγάλο Σχίσμα το 1054. Από τον 20ο αιώνα με τις Πατριαρχικές εγκυκλίους 1902 και 1920 ξεκινάει επίσημα πλέον η Οικουμενιστική πρακτική στον Ορθόδοξο εκκλησιαστικό χώρο. 

Για τη συγγραφή των παρακάτω άρθρων βασική βιβλιογραφική πηγή ήταν τα βιβλία Ιω. Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν ως πηγές

-Η σχετική εργασία του κ.Γεωργίου Μπενέκου (Αθήνα 2026), άρθρα  του π.Θ.Ζήση καθώς και τα βιβλία:

-ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΤ., Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός και Ορθοδοξία, εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 1992.

-Μ. ΜΠΕΓΖΟΣ, ΣΤ. ΠΑΡΤΕΛΑΝΟΣ, ΑΛ. ΚΑΡΙΩΤΟΓΛΟΥ, Γ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, Η ορθοδοξία ως κληρονομιά, τ. Β΄, Η  ορθόδοξη Εκκλησία σε Ανατολή και Δύση, ΕΑΠ, Πάτρα 2001

-Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τ. Β

 

ΜΕΡΟΣ Α

Εισαγωγικά

Ο ΙΘ' αιώνας υπήρξε αιώνας μεγάλων ανακατατάξεων. Τόσο από πλευράς πολιτικής, όσο και από πλευράς εκκλησιαστικής. Την εποχή αυτή έχουμε  την αυτοκεφαλία των ορθοδόξων εκκλησιών της Βαλκανικής Χερσονήσου, οι οποίες ακολουθούν στο ζήτημα της ανεξαρτησίας τους τα εθνικά κάθε φορά δεδομένα. Στη γενική πολιτική, γεωγραφική και εκκλησιαστική ανακατάταξη Διαμαρτυρόμενοι, αλλά και Ρωμαιοκαθολικοί ιεραπόστολοι βρίσκουν ευκαιρία, ώστε να επέμβουν στους χριστιανικούς πληθυσμούς της παρακμάζουσας  Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι οργανώνουν ιεραποστολές, ιδρύουν σχολεία, κτίζουν ναούς και μοναστήρια ουνιτικά και με κάθε μέσο προσπαθούν να υφαρπάξουν από την ορθόδοξη εκκλησία (κυρίως από το ποίμνιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου) πιστούς και να τους καταστήσουν μέλη των δικών τους εκκλησιών, δηλαδή άλλοτε των Προτεσταντικών παραφυάδων και άλλοτε της Ρωμαιοκαθολικών.

Ενώπιον αυτής της καταστάσεως ευρισκόμενοι οι ορθόδοξοι επίσκοποι της Ανατολής και ειδικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά και τα υπόλοιπα πρεσβυγενή Πατριαρχεία, εκδίδουν Εγκυκλίους Πατριαρχικές και Συνοδικές, από το περιεχόμενο των οποίων μαθαίνουμε όχι μόνο τα σχετικά με τη δράση και τα έργα των ετεροδιδασκάλων στην ανατολή, αλλά και την ορθόδοξη άποψη και τους τρόπους αντιμετώπισης των κακόβουλων εισβολέων στον χώρο της ανατολής.

Γενικά χαρακτηριστικά των εγκυκλίων

Θέματα των εγκυκλίων
1.Έτος 1836 μ.Χ. Εγκύκλιος κατά των Διαμαρτυρομένων.

2.Έτος 1838 μ.Χ. Εγκύκλιος κατά των Λατίνων

3.Ετος 1848 μ.Χ. Απάντηση προς τον Πάπα Πίο Θ΄

4.Έτος  1868 μ.Χ. Απόρριψη της παπικής προσκλήσεως στην Α Βατικάνεια Σύνοδο.

5. Έτος 1895 μ.Χ. Απάντηση στον Πάπα Λέοντα ιστ.

Αναλυτικότερα:

Η Πατριαρχική και Συνοδική Εγκύκλιος του 1836, θα μπορούσε να ονομασθεί και ως κατά των Διαμαρτυρομένων ιεραποστόλων εγκύκλιος. Αφορμή για την έκδοση αυτής της εγκυκλίου έδωσαν οι Διαμαρτυρόμενοι Ιεραπόστολοι, οι οποίοι δρούσαν προπαγανδιστικά και προσηλυτιστικά στην ορθόδοξη ελληνική Ανατολή. Η εγκύκλιος χαρακτηρίζεται για το γνήσιο ορθόδοξο φρόνημά της και σ' αυτήν γίνεται χρήση αυστηρών εκφράσεων και χαρακτηρισμών και ασκείται δριμύτατος έλεγχος προς τους Διαμαρτυρόμενους Ιεραποστόλους. Κοινή αφορμή με την έκδοση της εγκυκλίου του 1836 είχε και η εγκύκλιος του 1838.

Η  κατά το έτος 1848 εκδοθείσα. πατριαρχική και συνοδική εγκύκλιος στρέφεται κατά των Ρωμαιοκαθολικών. Αφορμή για την έκδοση αυτής της εγκυκλίου υπήρξε η εγκύκλιος που εξέδωσε ο Πάπας Πίος Θ’, στις 6 Ιανουαρίου 1848, αμέσως μόλις ανήλθε στον παπικό θρόνο. Η παπική εγκύκλιος, η οποία απευθυνόταν «προς τους Ανατολικούς» (Litarae ad orientales), προέτρεπε τους ορθοδόξους και λοιπούς χριστιανούς της Ανατολής να ενωθούν με τη Ρωμαιοκαθολική αίρεση ή καλύτερα να υπαχθούν στην αιρετική εκκλησία της Ρώμης, αποδεχόμενοι πλήρως όλες τις Παπικές διδασκαλίες και αναγνωρίζοντας πρωτίστως και κυρίως το παπικό πρωτείο.

 Το 1868 έχουμε την απόρριψη από Πατριάρχη Γρηγόριο ΣΤ’ της παπικής πρόσκλησης για συμμετοχή των ορθοδόξων στην Βατικάνειο Σύνοδο του 1868 (Α’ Βατικάνειος Σύνοδος). Τέλος για τη πατριαρχική εγκύκλιο του 1895 αφορμή έδωσε ο Πάπας Λέων ΙΓ’, ο οποίος με την ευκαιρία του επισκοπικού ιωβηλαίου του, απηύθυνε στις 20 Ιουνίου 1894 την εγκύκλιό του «Praeclara gratulationis», προς τους ηγεμόνες και τους λαούς της οικουμένης και απευθυνόμενος προς την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία την καλούσε σε ένωση με τον παπικό θρόνο. Πρότυπο της ένωσης αυτής θεωρούσε την «Ουνιτική» ένωση, δηλαδή με άλλες λέξεις ο Πάπας θα επέτρεπε στους ορθοδόξους λαούς να διατηρήσουν τη γλώσσα τους στη λατρεία και τα τελετουργικά έθιμα και τις διάφορες παραδόσεις τους, αρκεί και μόνο να αναγνώριζαν τον Πάπα ως κεφαλή της Εκκλησίας «ως άκρο αρχιερέα και υπέρτατο πνευματικό τε και κοσμικό άρχοντα της καθόλου εκκλησίας και μόνο αντιπρόσωπο του Χριστού επί της γης και πάσης χάριτος διανομέα».

Οι ορθόδοξοι πατριάρχες επαγρυπνούντες προκειμένου να στηρίξουν τις θέσεις της εκκλησίας τους ή επιθυμούντες να προστατεύσουν το ποίμνιό τους, με τις εγκυκλίους τους αυτές τις οποίες απέστειλαν στους απανταχού ορθόδοξους χριστιανούς, επεσήμαναν τις μεταξύ των ξεχωριστών Χριστιανικών ομολογιών διαφοροποιήσεις και με τρόπο ευσύνοπτο, περιεκτικό και συνάμα οξυδερκή, κατάφεραν να στηρίξουν την ορθόδοξη πίστη στηριζόμενοι στην Αγία Γραφή, στις Οικουμενικές Συνόδους, στην Ιερή της Ορθοδοξίας παράδοση και στους άγιους Πατέρες.

Αφορμή για την εγκύκλιο του έτους 1895 έδωσε η εγκύκλιος του πάπα Λέοντος ΙΓ, την οποία απηύθυνε «Προς τους ηγεμόνας και τους λαούς της οικουμένης» τον Ιούνιο του 1894, καλώντας και τους Ορθοδόξους να ενωθούν με τον παπικό θρόνο. Το αρχικό σχέδιο της απαντήσεως ετοίμασε ο τότε καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Χάλκης και μετέπειτα μητροπολίτης Καστορίας και θρυλικός Μακεδονομάχος Γερμανός Καραβαγγέλης, το οποίο, αφού το εξέτασε τριμελής συνοδική επιτροπή, έγινε δεκτό από τη Σύνοδο, μεταφράσθηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες και σχολιάσθηκε ευμενώς.

Οι υπογράφοντες

Η εγκύκλιος του έτους 1836 υπογράφεται  εκτός από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κων/πόλεως Γρηγόριο ΣΤ’ και από  τη σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου (17 αρχιερείς από διάφορα μέρη)  και από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων.

Αυτή του έτους 1838 υπογράφεται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κων/πόλεως Γρηγόριο ΣΤ’, από την ενδεκαμελή πατριαρχική σύνοδο, και τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Αθανάσιο, συμφωνούντων των πατριαρχών Αλεξανδρείας Ιεροθέου και Αντιοχείας Μεθοδίου.

Αυτή του έτους 1848 υπογράφεται από τους πατριάρχες Κων/πόλεως Άνθιμο ΣΤ’, Αλεξανδρείας Ιερόθεο Β’, Αντιοχείας Μεθόδιο, Ιεροσολύμων Κύριλλο Β’ με τις περί αυτούς Ιερές Συνόδους των εκκλησιών τους δηλαδή συνολικά 29 Μητροπολίτες.

Την εγκύκλιο του έτους 1868 τη συνέταξε ο τότε καθηγητής της θεολογικής Σχολής της Χάλκης λόγιος και περισπούδαστος Αρχιμανδρίτης Γερμανός Καραβαγγέλης. Το σχέδιο αυτό, μετά την έγκρισή του από τους συνοδικούς μητροπολίτες Νικομηδείας Φιλόθεο, Σμύρνης Βασίλειο και Φιλαδελφείας Στέφανο εγκρίθηκε οριστικώς και τελικώς από την πατριαρχική Σύνοδο και απεστάλη τον Αύγουστο του 1895. Την πατριαρχική Σύνοδο την αποτελούσαν οι μητροπολίτες Κυζίκου Νικόδημος, Νικομηδείας Φιλόθεος, Νικαίας Ιερώνυμος, Προύσης Ναθαναήλ, Σμύρνης Βασίλειος, Φιλαδελφείας Στέφανος, Λήμνου Αθανάσιος, Δυρραχίου Βησσαρίων, Βελεγράδων Δωρόθεος, Ελασσώνος Νικόδημος, Καρπάθου και Κάσσου Σωφρόνιος, Ελευθερουπόλεως Διονύσιος και βεβαίως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος.

 

Η διακήρυξη των εγκυκλίων για την 

Ορθόδοξη Εκκλησία

Η Ορθόδοξη Εκκλησία χαρακτηρίζεται «αγία» και «φιλόστοργη κοινή πάντων μήτηρ». Οι πιστοί της παρομοιάζονται ως «πρόβατα του Χριστού τα οποία κατασπαράσσονται από τους αιμοβόρους λύκους», γι’ αυτό και η εκκλησία παρομοιάζεται με «λογική του Χριστού μάνδρα» . Αποκαλείται «αγία και άμωμος» και «ιερά» και η πίστη της χαρακτηρίζεται «αμώμητος»  .

Θεωρείται ως «η έχουσα την μόνη αληθινή θρησκεία, την μόνη θεάρεστο λατρεία, την μόνη σωτήρια οδό» και διακηρύσσεται το γεγονός ότι κρατά όλα αυτά «απαραμείωτα, απαραχάρακτα, απαράλλακτα, καθώς τα παρέλαβε από τον αρχηγό και τελειωτή Κύριο Ιησού Χριστό, από τους ιερούς Αποστόλους και τους θείους πατέρες» .

Χαρακτηρίζεται ως «η μία του Χριστού, αγία, καθολική και αποστολική», η οποία και επαγρυπνεί αόκνως και επιθυμεί να οδηγεί τα λογικά του Χριστού πρόβατα «προς νομάς σωτηρίους, εν τόπω χλόης και επί ύδατος αναπαύσεως, άπερ εισίν η άνωθεν παρά των ιερών Αποστόλων και των επτά οικουμενικών Συνόδων ανόθευτος και απαραχάρακτος, ορθή και υγιαίνουσα διδασκαλία της ευσεβούς ημών πίστεως, και το αραρός και ακίβδηλον των θείων δογμάτων, εθίμων τε και διδαγμάτων της Ανατολικής Ορθοδόξου εκκλησίας». Είναι η «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα παρεκτροπών από των αρχαίων διατυπώσεων» καθότι δεν αποδέχθηκε  ποτέ προσθήκη ή αφαίρεση ή καινοτομία δογματική , προς τούτο και κατακραυγάζεται το γεγονός ότι «ταύτης της Εκκλησίας, της εχούσης κεφαλήν τον Χριστόν και ουχί τον Πάπα, ημείς εσμέν ακόλουθοι ακριβείς, και τέκνα γνήσια και πιστά, και πας όστις θέλει σωτηρίας τυχείν της εν Χριστώ, και ορθόδοξος είναι και λέγεσθαι τη αληθεία, εις ταύτα πρέπει να εμμένη ασάλευτος και να διαφυλάττη απαραχάρακτα».

Η ορθοδοξία διακηρύσσεται ως η μόνη η οποία «ως εμψυχουμένη παρά του ζώντος Λόγου του Θεού, διατελεί και αυτή αιωνία, κατά την αψευδή επαγγελία του Κυρίου «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» , ήτοι στόματα ασεβών και αιρετικών όσον δεινά, όσον εύλαλα και πιθανά, όσο καταπληκτικά και αν ώσιν, ου κατισχύσουσι της ησύχου και σιγηλής ορθής διδασκαλίας»  και η ορθόδοξη εκκλησία χαρακτηρίζεται ως «όρνις επισυνάγουσα τα νοσσία εαυτής», αλλά και ως καλλονή ενδεδυμμένη με φωτεινό χιτώνα «ον περιέβαλεν ιδίαις αυτού χερσίν ο νυμφίος ο ωραίος κάλλει, ότε ελυτρώσατο αυτήν εκ της δουλείας του πλάνου και εστόλισεν αυτήν νύμφην εαυτώ αιωνίαν. Παρουσιάζεται ως η έχουσα «την ανεκτίμητη κληρονομιά των πατέρων», την οποία ως ορθόδοξοι, «μετοχετεύσομεν ως θησαυρόν πολύτιμον εις τας επερχομένας γενεάς μέχρι της συντελείας των αιώνων». Η ορθόδοξη πίστη θεωρείται ότι είναι πίστις «ουκ εξ ανθρώπων ουδέ δι’ ανθρώπου, αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού, ην εκήρυξαν οι θείοι απόστολοι, εκράτυναν αι οικουμενικαί σύνοδοι, παρέδωκαν εκ διαδοχής οι μέγιστοι σοφοί Διδάσκαλοι της οικουμένης και επεκύρωσαν τα εκχυθέντα αίματα των αγίων μαρτύρων». Χαρακτηρίζεται «νοητή Εδέμ», «αγιώτατη μήτηρ απάντων ημών» και «όρνις» επισυνάγουσα τα νοσσία εαυτής».

Σύμφωνα με τα παρουσιαζόμενα στα κείμενα των εγκυκλίων στοιχεία «μόνη η Ορθοδοξία της Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ως εμψυχουμένη παρά του ζώντος Λόγου του Θεού, διατελεί και αυτή αιωνία, κατά την αψευδή επαγγελίαν του Κυρίου, «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Διότι «στόματα ασεβών και αιρετικών (ως εξηγούνται ημίν οι θείοι Πατέρες) όσον δεινά, όσον εύλαλα και πιθανά, όσον καταπληκτικά και αν ώσιν, ου κατισχύσουσι της ησύχου και σιγηλής ορθής διδασκαλίας.

Νουθεσίες  προς τους 

απανταχού Ορθοδόξους λαούς.

Οι αιρετικοί σύμφωνα με τις εγκυκλίους είναι «οι πλέον πολυάριθμοι και οι πλέον δόλιοι και οι πλέον επιτήδειοι εις το να κρύπτωσι τον φαρμακερόν αυτών ιόν υπό τα πλέον εύσχημα σεμνολογήματα και επωφελή δήθεν ευεργετήματα, ώστε να εξαπατώσι πολλούς, μάλιστα των απλουστέρων και ακάκων». Γι΄αυτό οι Ορθόδοξοι Αρχιερείς απευθύνουν  γραπτές νουθεσίες στο χριστεπώνυμο πλήρωμα για αποφυγή των αιρετικών ως εξής:

-Για τους Παπικούς και Τον Πάπα: (Εγκύκλιος 1838)

«Ιδού ημείς, εκπληρούντες τα ποιμαντορικά ημών χρέη, υψούμεν την φωνήν της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, της κοινής ημών μητρός και τροφού, προς υμάς τα πνευματικά αυτής τέκνα, διά της παρούσης πατριαρχικής ημών και συνοδικής εγκυκλίου επιστολής, και προτρεπόμεθα και συμβουλεύομεν υμάς άπαντας, ίνα προσέχητε εαυτοίς και μη συγκοινωνήτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους του αιώνος τούτου· ίνα στήκητε στερεοί επί την ακράδαντον πέτραν της ορθοδόξου πίστεως, επί την ομολογίαν, ην εδώκατε εν τω καιρώ της αναγεννήσεως υμών της διά του λουτρού του θείου βαπτίσματος ενώπιον του φοβερού Θεού και των αοράτως παρισταμένων εκεί αΰλων αυτού λειτουργών και θείων αγγέλων και ενώπιον ανθρώπων, και την οποίαν μέλλει να απαιτήση αφ’ υμών εν τη δευτέρα αυτού φρικτή παρουσία ο Κύριος· ίνα διακρατήτε ανόθευτα τα δόγματα και τα μυστήρια της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, εις την οποίαν και εγεννήθητε και εβαπτίσθητε και ηυξήθητε και εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού εφθάσατε· ίνα μη, αντί της αληθινής κεφαλής της Εκκλησίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του σωτήρος και λυτρωτού των ημετέρων ψυχών, ομολογούντες κεφαλήν της Εκκλησίας άνθρωπον γηγενή, τον Πάπαν, ανεπαισθήτως αρνησίχριστοι αναφανήτε· ίνα μη, δοκούντες πίστιν ευράμενοι άνετον, εις βάραθρα ασεβείας καταντήσητε· ο γαρ από της Χριστού πίστεως παρεκκλίνων, εις ναυάγιον απιστίας και αιρέσεων καταβυθίζεται. Διό και ο Παύλος Τιμοθέω γράφων λέγει· «ταύτην την παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι, ίνα στρατεύη την καλήν στρατείαν, έχων πίστιν και αγαθήν συνείδησιν, ην τινες απωσάμενοι περί την πίστιν εναυάγησαν». Το δε της υγιούς και ορθής πίστεως ναυάγιον ερήμωσίς εστι και γύμνωσις πάντων των καλών και πάσης αρετής, και ουδεμία ελπίς απολείπεται, εάν μη επιστροφή γένηται· τι γαρ όφελος του λοιπού όλου σώματος, της κεφαλής διεφθαρμένης υπαρχούσης; Κατέχετε λοιπόν, τέκνα ημών αγαπητά, την ορθόδοξον πίστιν ημών εν ακεραιότητι, εν ευθύτητι γνώμης, εν απλάστω καρδία, εν καθαρώ ψυχής συνειδότι, ακεραίαν απαραχάρακτον, απαράβατον, αμετάθετον, αδιάβλητον, ανυπόκριτον, και ως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός απεκάλυψεν ημίν, και οι θείοι Απόστολοι παρέδωκαν και αι θεόπνευστοι επτά οικουμενικαί Σύνοδοι επεκύρωσαν, δίχα προσθήκης, δίχα αφαιρέσεως, δίχα παρεκτροπής τινος ή αλλοιώσεως, ίνα έξητε σωτηρίαν την εν Χριστώ τω Θεώ ημών.

Ταύτα λοιπόν η αγία του Χριστού Εκκλησία, ομοφρόνως τε και ομοφώνως προς πάντας τους Ορθοδόξους αποτεινομένη, συμβουλεύει πατρικώς και προτρέπεται πνευματικώς, εκπληρούσα χρέη ποιμαντικά ενώπιον Θεού και ανθρώπων, προς απολογίαν ευπρόσδεκτον την επί του φοβερού αυτού βήματος. Και εάν υμείς φυλάξητε, ην παρελάβετε παρακαταθήκην της πίστεως σώαν και ακεραίαν, μέγας έσται ο μισθός τιμών εν τοις ουρανοίς· ει δε μη, ανένοχοι ημείς παρά τω Θεώ. Προς δε τους όπώσποτε εξολισθήσαντας και εκτραχηλισθέντας εις τον θεοστυγή Καθολικισμόν και εξαπατηθέντας παρά των λαοπλάνων και δολερών αποτείνοντες τον λόγον, συμβουλεύομεν ίνα επιστρέψωσιν εις την πατροπαράδοτον αυτών ευσέβειαν και Ορθοδοξίαν, μεταμεληθέντες δι’ ον εαυτοίς επεσπάσαντο κίνδυνον ψυχικόν, απομακρυνθέντες από του Θεού και της αμώμου και αδόλου πίστεως του Ιησού Χριστού, και κλαύσαντες επί τη απαρνήσει της Ορθοδοξίας, συνταγώσι πάλιν τη Ανατολική Εκκλησία, αμετατρέπτω λογισμώ και ανεπιστρόφω καρδία, ίνα εύρωσιν έλεος εν ημέρα κρίσεως παρά του φοβερού κριτού, του Κυρίου ημών, ου η χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων υμών.

-Για τους Λουθηροκαλβικινισττές ως εξής (Εγκύκλιος 1836).

«Επεκτείνοντες δ’ επί πλέον την φωνήν μας και προς πάντας τους απανταχού Ορθοδόξους χριστωνύμους λαούς, παραγγέλλομεν εν Κυρίω, ίνα προσέχητε εαυτοίς επιμελώς και από τούτους τους επιβούλους εχθρούς της αμωμήτου ημών πίστεως.

-Μη απατάσθε εις το εξής, ως τα μωρά νήπια, από τας απατηλάς δωρεάς των και από την υποκριτικήν αυτών φιλανθρωπίαν και φιλαδελφίαν. Διότι είναι όνειδος εις ημάς να παραβλέπωμεν ή να προδίδωμεν τα πλέον φίλτατα και τιμαλφέστατα, την σωτηρίαν, λέγω, των ψυχών μας, την διατήρησιν της θρησκείας των αγίων Πατέρων μας, τον εθνικόν χαρακτήρα και την υπόληψιν του εαυτού μας διά ποταπά και μάταια κέρδη!

-Είναι όνειδος εις ημάς να εγκαταλείψωμεν εκείνην την θεόσδοτον πίστιν, την οποίαν απεκάλυψεν εις ημάς ο Θεός, και η οποία εκηρύχθη από τους πνευματεμφόρους Αποστόλους, εστερεώθη με την θυσίαν τόσων μαρτύρων, επεκυρώθη με τόσα θαύματα, διεφυλάχθη μέχρι τούδε θαυμασίως από τόσας αιρέσεις, εθριάμβευσεν εναντίον τόσων φοβερών εχθρών, επροστατεύθη μέχρις αίματος από τους γενναίους, σοφούς και πνευματοφόρους Πατέρας, και διεσώθη εις ημάς μετά παρέλευσιν τοσούτων αιώνων και τοσούτων περιστάσεων σώα και άσπιλος και απαραμείωτος!

-Είναι όνειδος εις ημάς να αφήσωμεν τοιαύτην ουράνιον και θείαν διδασκαλίαν, ήτις εφώτισε τον κόσμον όλον και ηγίασε τόσας μυριάδας ψυχάς, διά να επακολουθήσωμεν τας βλασφήμους αιρέσεις και αλλοκότους καινοτομίας ενός παραβάτου Λουθήρου και ενός θεηλάτου Καλβίνου, αι οποίαι τοσάκις ανεθεματίσθησαν από τας οικουμενικάς αγίας Συνόδους των αγίων Πατέρων μας, εις τόσους άλλους αιρετικούς προκατόχους των, φρονούντας και πρεσβεύοντας τα αυτά! Είναι όνειδος εις ημάς τέλος πάντων να μας απατήσωσι και δελεάσωσι τοιούτοι άνθρωποι από τα έσχατα μέρη του κόσμου, ξένης πατρίδος, ξένης γλώσσης, ξένης θρησκείας, εις πράγματα τόσον υψηλά και μεγάλα, και να μη σταθώμεν ικανοί να εννοήσωμεν τους κεκρυμμένους σκοπούς των ή να προφυλάξωμεν τον εαυτόν μας και τα τέκνα μας μέσα εις τους κόλπους της ημετέρας πατρίδος και του έθνους μας!

Διά να αποφύγωμεν λοιπόν, τέκνα ημών αγαπητά, όλα ταύτα τα ονείδη, υπακούσατε εις ταύτας τας ημετέρας συμβουλάς, και εκτελέσατε πιστώς, όσα διορίζομεν προς υμάς και προς τους γνησίους πνευματικούς ποιμένας σας. Προφυλάξατε αβλαβή τον εαυτόν σας από τας βλασφημίας τούτων των νέων αιρετικών, τα οποίας επίτηδες εξεθέμεθα, διά να γνωρίσητε πόσον είναι θεοστυγείς.

-Προφυλάξατε τα τέκνα σας με τους οποίους σας παραγγέλλομεν τρόπους, γινώσκοντες καλώς, ότι ταύτα είναι τα κυριώτερα χρέη σας και η μεγαλυτέρα απολογία, την οποίαν θέλετε δώσει εν ημέρα κρίσεως.

-Προσέχετε προς τούτοις επιμελώς και από τους ομογενείς ημών, οίτινες φεύ! παρεσύρθησαν από τους αιρετικούς και ηπατήθησαν από τα χρήματα και από τους δόλους τούτων των ψευδοδιδασκάλων και ψευδαποστόλων. Διότι ούτοι είναι και πλέον επικίνδυνοι και πλέον πανούργοι, ως τα συνήθη όργανα των αιρετικών, με τα οποία πλανώσι και τους άλλους, μάλιστα τους απλουστέρους. Τώρα θέλετε τους γνωρίζει ευκολώτερα από τα φρονήματα, από τους λόγους, από τας πράξεις και από το όλον της διαγωγής των. Είναι άξιοι της αποστροφής και της καταφρονήσεως όλων των Ορθοδόξων, οποιοιδήποτε και αν είναι, συγγενείς, φίλοι, αδελφοί ή και αυτοί οι γονείς μας. Διότι θέλουσιν επισπάση εναντίον των, επιμένοντες, και την οργήν του Θεού και τας ποινάς της Εκκλησίας.

Συνεχίζεται


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου