Βασικά σημεία εκκλησιολογικών φρονημάτων σύγχρονου Ορθοδόξου Χριστιανού
(σχέδιο προβληματισμού και διαλόγου)
------------------------------
Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου (χημικός-βιοχημικός)
Εισαγωγικά
Ζούμε αναμφίβολα σε περίοδο κοσμογονικών αλλαγών. Τα γεγονότα, κατευθυνόμενα πλέον, τρέχουν με ξέφρενους ρυθμούς. Ο Οικουμενισμός εξελίσσεται μέσα στην ισοπεδωτική προοπτική της Παγκοσμιοποιήσεως, που επιβάλλουν ισχυρά πολιτικοοικονομικά κέντρα. Μέσα σε αυτόν τον καταιγισμό των γεγονότων οι ορθόδοξοι Χριστιανοί (κλήρος και λαός) έχουν να διαδραματίσουν πολύ ουσιαστικό ρόλο. Η Εκκλησιαστική ιστορία μάς διδάσκει ότι κριτήριο της Ορθοδοξίας παραμένει ο πιστός και ευσεβής λαός. Κανείς, ούτε Πατριάρχες, ούτε Σύνοδοι μπορούν να τον παρακάμψουν και να φιμώσουν τη συνείδησή του.
Όμως η σημερινή κατάσταση είναι απογοητευτική. Η αδιαφορία και το ακατήχητο του λαού και οι αρχές της προτεσταντίζουσας Ορθοδοξίας, που καθιερώνουν πνευματικοί και Γεροντάδες, έχει ως αποτέλεσμα να αμβλυνθεί η δογματική συνείδηση του λαού. Επιβάλλεται επομένως η αφύπνιση του χριστεπωνύμου πληρώματος, ώστε ο λαός να πάρει τη θέση που του ανήκει. Ας μη ξεχνάμε ότι το ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ μας θα είναι και το Κριτήριο της σωτηρίας μας, επειδή η συμμετοχή στα Μυστήρια με αλλοιωμένη την πίστη οδηγεί «εις ΚΡΙΜΑ και ΚΑΤΑΚΡΙΜΑ».
Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μία ομολογία πίστεως του γράφοντος με αφορμή σύγχρονα εκκλησιολογικά θέματα, γι΄αυτό χρησιμοποιείται στα γραφόμενα το πρώτο ενικό πρόσωπο. Δημοσιεύεται για πρώτη φορά με αυτή τη μορφή σαν μια αρχή αφύπνισης, προβληματισμού και διαλόγου, ώστε το τελικό κείμενο που θα διαμορφωθεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο οδηγό πνευματικής πορείας.
Για τη σύνταξη του κειμένου βασική βιβλιογραφική πηγή ήταν κείμενα ομολογίας πίστεως που κυκλοφόρησαν από 2009 και μετά. Οι υπόλοιπες βιβλιογραφικές πηγές θα αναφερθούν στο τέλος του κειμένου.
Εκ προοιμίου το κείμενο αποτελεί σχέδιο για συζήτηση και δεν διεκδικεί το ΑΛΑΘΗΤΟ. Επειδή πάλι αναμένω «αφοριστικές κριτικές» σε επίμαχα σημεία, θα παρακαλέσω, όσοι θελήσουν να σχολιάσουν, να ακολουθήσουν απαραίτητα τους δημοκρατικούς κανόνες συζήτησης μακριά από φανατικούς ζηλωτισμούς.
«Δεύτε διαλεχθώμεν» (Ησ. 1, 18)
----------------
Περιεχόμενα πρώτου Κεφαλαίου
Α. Το Σύμβολο της Πίστεως
Β. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και τα μυστήρια.
Γ. Τα σημεία ενότητας της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Δ. Πλανάται η Εκκλησία;
Ε. Ορθόδοξη Εκκλησία και Ιεραρχία
Ουκ αρνησόμεθά σε, φίλη Ορθοδοξία· ου ψευσόμεθά σου πατροπαράδοτον σέβας· εν σοι εγεννήθημεν, και σοι ζώμεν, και εν σοι κοιμηθησόμεθα· ει δε καλέσει καιρός, και μυριάκις υπέρ σου τεθνηξόμεθα.
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Tο Σύμβολο της πιστεως
Πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων.
Και εις ένα Κύριον ΙησούνΧριστόν, τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων· φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' Ου τα πάντα εγένετο· Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα· σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα· και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς· και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός· και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς· Ου της Βασιλείας ουκ έσται τέλος.
Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν διά των Προφητών.
Εις μίαν Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν.
Ομολογώ εν Βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.
Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία και τα μυστήρια.
Ορθόδοξη Εκκλησία (Ορθοδοξία, Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ή Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία) αποκαλείται το σύνολο των αυτοκέφαλων και αυτόνομων Χριστιανικών Εκκλησιών που διοικούνται κατά συλλογικό τρόπο από Συνόδους, έχουν αποδεχτεί το περιεχόμενο των αποφάσεων των επτά πρώτων Οικουμενικών Συνόδων και παραμένουν σε πλήρη κοινωνία μεταξύ τους. Επίσης αξιώνουν ως αφετηρία τους τον Ιησού Χριστό και τους Αποστόλους του μέσω της συνεχούς αποστολικής διαδοχής.
Η ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, συνέχεια της Εκκλησίας που ίδρυσε ο Κύριος, που συνέχισαν οι Απόστολοι και αργότερα ο κλήρος με την τριττή ιεραρχία του Επισκόπου, Πρεσβυτέρου και Διακόνου, μέχρι τις μέρες μας. Είναι «θεοσύστατος κοινωνία» που οφείλει την ύπαρξή της στον Τριαδικό Θεό μέσω του ενανθρωπήσαντος, σταυρωθέντος και αναστάντος Ιησού Χριστού, του Λόγου του Θεού. Ιδρύθηκε μία φορά, υφίσταται και συνεχίζει τη ζωή της ανεξάρτητα και άσχετα με την είσοδο ή έξοδο των μελών είτε μεμονωμένα ή ομαδικά.
Η ορθόδοξη Ιερά Παράδοση διδάσκει ομόφωνα βάσει αρχαιοτάτων εκκλησιαστικών συμβόλων και μάλιστα με το ιερό Σύμβολο της πίστεως της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου ότι η Εκκλησία είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική.
Είναι Μία, αυτή είναι και η κύρια ιδιότητά της, μοναδική, ενιαία, οργανική ενότητα, ένα ζωντανό σώμα, ένας ενιαίος οργανισμός μιας πίστεως,
μιας ελπίδας, μιας αγάπης, μιας λατρείας. Η Εκκλησία είναι Μία, επειδή μια είναι και η Βασιλεία του Θεού, μια η κεφαλή της, ο Ιησούς Χριστός, ένας ο τρόπος της σωτηρίας και ένας ο τρόπος του καταρτισμού της Βασιλείας του Θεού για τους σωσμένους από την αμαρτία.
Είναι «Σώμα Χριστού» «ον ο Θεός έδωκε κεφαλήν υπέρ πάντα τη Εκκλησία, ήτις εστί το σώμα αυτού». Προεγκαθιδρύεται από τον Θεό και κρατύνεται από το Άγιο Πνεύμα. Η ενότητα της Εκκλησίας εκφράζεται στα χωρία: Ματθ. ια΄,18,. κστ΄,17. κη΄,16. Ιωαν. ι΄, 19. Πράξ. α΄,12. β΄,41. δ΄, 32. Ρωμ. ε΄,12. Ιβ΄, 4. ιε΄, 5. Α΄ Κορ. α΄, 10 -13. γ΄, 4. Γαλ. α΄, 13. Φιλιπ. β΄, 1. Κολ. α΄,18. Α΄ Θεσ. δ΄,13. Α΄ Τιμ. γ΄,15. Β΄ Τιμ. α΄,18. Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει: «Εν σώμα, και εν Πνεύμα… εις Κύριος, μια πίστις, εν Βάπτισμα». Στόχος είναι «ίνα πάντες εν ώσιν… και ίνα ώσιν τετελειωμένοι εις εν».
Η Εκκλησία είναι Αγία, επειδή άγιος είναι η κεφαλή της, ο Ιησούς Χριστός που επιτελεί τον αγιασμό όσων εισέρχονται και παραμένουν σε αυτή «εις σωτηρίαν», παρέχοντάς τους τη Θεία Χάρη. Η αγιότητά της είναι απόρροια της ενότητας της Εκκλησίας με τον Χριστό και το Άγιο Πνεύμα, είναι ουσιαστική της ιδιότητα.
Είναι Καθολική, παγκόσμια και πανανθρώπινη. Περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως πολιτικών, πολιτιστικών, φυλετικών, γλωσσικών και κοινωνικών διαφορών, δεν περιορίζεται τοπικά ή χρονικά, είναι η ουράνια και η επίγεια εκκλησία. Σκοπός της είναι η σωτηρία των πιστών, να έρθουν σε κοινωνία με τον τριαδικό Θεό που είναι η πηγή της ενότητας και της καθολικότητάς της. Είναι αληθής αυθεντική και τέλεια. Διδάσκει την ορθόδοξη διδασκαλία εμμένοντας στερεά στην αρχέγονη παράδοση των Αποστόλων κρατώντας ακέραια και αναλλοίωτη την ορθή πίστη και τη διδασκαλία του Κυρίου κατέχοντας ολόκληρη, «πάσα» την αλήθεια και ολόκληρες τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ο Χριστός είναι το πρόσωπο εκείνο της Αγίας Τριάδος που συγκροτεί την Εκκλησία, είναι το υποστατικό επίκεντρό της σε μία σχέση που δεν είναι στατική, αλλά Τριαδοκεντρική.
Η Εκκλησία είναι Aποστολική, καθώς ιδρύθηκε από τον Κύριο που είναι ο πρώτος και ο μέγιστος «απόστολος», οικοδομήθηκε «επί τω θεμελίω των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Χριστού Ιησού» και ανάγει την αρχή της στους Αποστόλους τηρώντας αναλλοίωτη τη διδασκαλία και τις υπόλοιπες παραδόσεις και διατάξεις τους, διακατέχοντας και φυλάσσοντας απαράθραυστη και αδιάκοπη την αποστολική διαδοχή.
Η διαδοχή αυτή είναι ολοκληρωτική, μυστηριακή, περιλαμβάνει το σύνολο των παραδοθέντων από τον Κύριο στην Εκκλησία με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος στους διαδόχους των Αποστόλων αδιάκοπα που διασώζονται στην Εκκλησία εν Χριστώ και στην κατά Χριστόν ζωή». Οι δωρεές της Θείας Χάριτος και αληθείας εκχύνονται από το σύνολο των Αποστόλων, ενωμένων στην ίδια πίστη και αγάπη μεταδιδόμενες συνέχεια και ακατάπαυστα στους κανονικούς διαδόχους τους επισκόπους με την αδιάκοπη αποστολική διαδοχή και με το ιερατικό χάρισμα που τους συνδέει άρρηκτα με τους Αποστόλους.
Η Εκκλησία αποτελεί φανέρωση της βασιλείας του Θεού μέσα στο χώρο και το χρόνο και ο πιστός μετέχοντας σε αυτή μετέχει στη χάρη του Αγίου Πνεύματος και μεταμορφώνεται «από δόξης εις δόξαν».
Η Εκκλησία εκφράζεται ως σύνολο όταν αποφαίνεται και αποφασίζει «εν οικουμενική Συνόδω». Μια οικουμενική Σύνοδος συγκροτείται από όλους τους εν ενεργεία ιεράρχες της Εκκλησίας που έχουν επισκοπή – πλήρωμα. Αυτοί αντιπροσωπεύουν τους ζώντες χριστιανούς της επαρχίας τους. Όλοι μαζί αντιπροσωπεύουν το σύνολο της επί γης στρατευομένης και αγωνιζομένης ορατής Εκκλησίας. Η σύνδεση με τη θριαμβεύουσα επιτυγχάνεται, όταν κάθε οικουμενική Σύνοδος συμφωνεί απόλυτα με την προηγούμενή της. Κάθε οικουμενική Σύνοδος έχει ορισμένες ιδιότητες: Α. Καθολικότητα κατά βάθος, ή καθέτως ή εν χρόνω. Β. Κατά πλάτος ή οριζοντίως ή εν τόπω. Όλες οι αποφάσεις των οικουμενικών Συνόδων και γενικά το περιεχόμενό τους συγκροτούν την κατά κυριολεξία «Εκκλησιαστική Παράδοση».
Ως ετερόδοξες «χριστιανικές ομολογίες» θεωρούνται οι ακόλουθες
· -Ρωμαιοκαθολική. Αποσχίσθηκε το 1054 μ.Χ. εισάγοντας το πρωτείο και αλάθητο του Πάπα, την εκπόρευση και εκ του Υιού του Αγίου Πνεύματος καθώς και νεωτερισμούς στα μυστήρια.
· -Της Διαμαρτυρήσεως. Οι βασικότερες είναι η Αγγλικανική, Λουθηρανική, Πρεσβυτεριανή, οι Βαπτιστές, οι Μεθοδιστές, και οι Πεντηκοστιανοί.
· -Παλαιοκαθολική. Αποτελείται από τρεις ομάδες. Την Εκκλησία της Ουτρέχτης, τις Κοινότητες Γερμανίας, Αυστρίας και Ελβετίας.
· -Των Μορμόνων.
· Οι λεγόμενες «Ανατολικές». Αυτές είναι οι πέντε μονοφυσιτικές. Δηλαδή η Αρμενική, η Συροϊακωβιτική, Μαλαμπαρική, Κοπτικές Αιγύπτου και Αιθιοπίας. Ακόμη στις χριστιανικές ομολογίες της Ανατολής ανήκει και ο ονομαζόμενη Νεστοριανή ή Ασσυριακή ομολογία.
------------------------------
Τα μυστήρια κατέχουν σημαντικότατη θέση στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Είναι οι θεοσύστατες τελετές με τις οποίες μεταδίδεται στους πιστούς η «αναγεννώσα και αυξάνουσα τούτους εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού θεία χάρις» . Τα μυστήρια της Εκκλησίας είναι «μυστήρια πίστεως». Όλα τα Μυστήρια μεταδίδουν τη μία Θεία Χάρη, το καθένα με ειδική τελετή και είναι αναγκαία για τη σωτηρία μας όχι όμως όλα. Υποχρεωτικά είναι τα Μυστήρια του Βαπτίσματος, του Χρίσματος, της Θείας Ευχαριστίας και της Μετανοίας - Εξομολογήσεως. Προαιρετικά είναι, της Ιεροσύνης, του Γάμου και του Ευχελαίου.
Οι θεοσύστατες αυτές τελετές ονομάστηκαν μυστήρια για δύο λόγους. Πρώτον, διότι κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, «έτερα ορώμεν και έτερα πιστεύομεν» δηλ. η Θεία Χάρη που μεταδίδουν είναι πραγματική, αλλά αόρατη. Δεύτερον, διότι δεν επιτρεπόταν να τα παρακολουθούν οι άπιστοι ή οι ειδωλολάτρες, αλλά μόνον οι πιστοί. Δε δίδονται τα αγία Μυστήρια της πίστεως σε ανθρώπους που ζουν βίο ασεβή ή μπορεί να τα καταπατήσουν. Είναι δωρεές του Θεού που μεταδίδονται στο πλήρωμα της Εκκλησίας, συνεργεία του Αγίου Πνεύματος μέσω των κανονικώς χειτοτονημένων λειτουργών της.
Κάθε μυστήριο προϋποθέτει και εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας που το τελεί. Η πίστη της Εκκλησίας αποτελεί τον κανόνα και το κριτήριο της προσωπικής πράξεως της πίστεως. Η πίστη δεν είναι προϊόν λογικής επεξεργασίας και αναγκαιότητας αλλά επιδράσεως της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος.Στο μυστήριο η Εκκλησία όχι μόνο ομολογεί και εκφράζει την πίστη της, αλλά και καθιστά παρόν το μυστήριο που τελείται από αυτήν. Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει την Εκκλησία ως Σώμα Χριστού, την οποία συγκροτεί και αυξάνει. Υπάρχει ένα μόνο μυστήριο του Χριστού και η δωρεά του Θεού είναι μοναδική, ακέραια και αμετάκλητη.
Το περιεχόμενο της πίστεως είναι το σύνολο της διδασκαλίας και της πράξεως της Εκκλησίας που αναφέρεται στη σωτηρία. Δόγμα, ήθος και λατρεία συμπλέκονται σε ένα ενιαίο όλο συναποτελώντας το θησαυρό της πίστεως. Η πίστη, την οποία αναγγέλει η Εκκλησία, κηρύσσεται, βιώνεται και μεταδίδεται μέσα σε μία ορατή τοπική Εκκλησία που βρίσκεται σε κοινωνία με όλες τις κατεσπαρμένες τοπικές Εκκλησίες, δηλαδή με την καθολική Εκκλησία κάθε εποχής και κάθε τόπου. Ο άνθρωπος εντάσσεται στο Σώμα του Χριστού, μέσω της κοινωνίας του στην ορατή Εκκλησία, η οποία μέσω της μυστηριακής ζωής τρέφει σε αυτόν την πίστη και μέσα στην οποία ενεργεί σε αυτόν το Άγιο Πνεύμα. Σε ομολογίες πίστεως του ιστ΄ και ιζ΄ αιώνα παρατίθενται και άλλοι πατερικοί ορισμοί. Ο Μελέτιος Πηγάς προσδιορίζει τα μυστήρια σαν εκείνες τις πράξεις, οι οποίες κατά την τέλεσή τους, μέσω ορατών συμβόλων, προξενούν «χάριν αόρατον».
Τρία είναι τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των μυστηρίων χωρίς τα οποία αδυνατεί μία τελετή να κληθεί μυστήριο:
α. Η θεία σύσταση
β. Τα αισθητά σημεία
γ. Η μετάδοση της θείας χάριτος.
Τα μυστήρια ιδρύθηκαν από τον Ιησού Χριστό, την Κεφαλή της Εκκλησίας. Η μεταδιδόμενη χάρη σ’ αυτά, που είναι αόρατη, συνδέθηκε με αισθητά σημεία εξαιτίας της ανθρώπινης φύσης. Οι άνθρωποι ως όντα και υλικά αισθάνονται την ανάγκη και μέσα από τις αισθήσεις να αντιληφθούν τη μεταδιδόμενη χάρη. Η θεία Χάρις είναι η δύναμη του Θεού: «λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς». Ο θείος παράγοντας αυτής της δύναμης είναι το Πνεύμα της χάριτος. Τα αισθητά σημεία της Θείας Χάριτος είναι απαραίτητα για τη σωτηρία των πιστών.
Τα μυστήρια τελούνται στην Εκκλησία ακριβώς επειδή σε αυτήν διαφυλάσσεται η παράδοση και σε αυτήν γίνεται η λατρεία. Κάθε εκκλησία επηρεάζεται από την εκκλησιολογία της. Οι ετερόδοξοι επιδιώκουν την ευχαριστιακή κοινωνία, ενώ οι εκκλησιολογίες τους διαφέρουν. Δεν είναι δυνατό να κοινωνούν όλοι και ενώ οι Ορθόδοξοι κοινωνούν Σώμα και Αίμα Χριστού οι Προτεστάντες να το θεωρούν ως απλή ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο καθώς ξεκινά από την πίστη, συνδέεται με την παράδοση, συνεχίζει στη λατρεία, στην εκκλησιολογία και φυσικά στη διοίκηση της κάθε ομολογίας.
Η Θεία Χάρις βρίσκεται στο πλήρωμα της Εκκλησίας στην ορθή της πίστη και στην άρρηκτη ενότητα και γνησιότητα της παράδοσής της. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από το ορθό και το καθαρό συνιστά πλάνη και έλλειψη της Θ. Χάριτος αυτής που αναγεννά, δημιουργεί και συνέχει το πλήρωμα της Εκκλησίας, της τοπικής αλλά και Μίας. Ο νζ΄Κανόνας της Συνόδου στην Καρθαγένη αναφερόμενος στα μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας «μόνης μητέρας των χριστιανών», τονίζει την αξία που έχουν αυτά για τη σωτηρία των πιστών, αντιδιαστέλλοντάς τα με αυτά που τελούν οι ετερόδοξοι στις δικές τους εκκλησίες:
«πάντα τα αγιάσματα σωτηριωδώς αιώνια και ζωτικά παραλαμβάνονται. Άτινα τοις επιμένουσιν εν τη αιρέσει μεγάλην της καταδίκης την τιμωρίαν πορίζουσιν, ίνα, όπερ ην αυτοίς εν τη αληθεία προς την αιώνιον ζωήν….φωτεινότερον, τούτο γένηται αυτοίς εν τη πλάνη σκοτεινότερον και πλέον καταδεδικασμένον. Όπερ τινές έφυγον, και της εκκλησίας της καθολικής μητρός τα ευθύτατα επιγνόντες, πάντα εκείνα τα άγια μυστήρια φίλτρω της αληθείας επίστευσαν και υπεδέξαντο».
|
-Τα μυστήρια δεν είναι μόνο σημεία που βεβαιώνουν τις θείες υποσχέσεις, ούτε μέσα για να ζωοποιούν την πίστη και την εμπιστοσύνη, δεν παρέχουν μόνο, αλλά περιέχουν την χάρη, είναι οχήματα ή «εφόδια» της αθανασίας, είναι μαζί τα όργανα της σωτηρίας και η σωτηρία η ίδια. Τα μυστήρια επομένως είναι και αισθητά σημεία της θείας Χάριτος. Εφόσον ορίσθηκαν από τον ίδιο τον Κύριο ως μέσα της χάριτος, έπεται ότι η χρήση τους είναι απολύτως αναγκαία.
Τα μυστήρια δεν είναι σύμβολα, όπως πρεσβεύουν μερικοί ακραίοι Διαμαρτυρόμενοι, αλλά είναι συγχρόνως και δραστικοί φορείς της Χάριτος μεταδίδοντάς την σε όσους κοινωνούν.
-Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι η πιο τέλεια μορφή κοινωνίας, είναι το επιστέγασμα της κοινής πίστης, η τελείωση και το αποκορύφωμα της κοινής μυστηριακής ζωής στο χώρο της Εκκλησίας. Είναι αναγκαίο επομένως να προηγηθεί η δογματική σύμπνοια ως προς το πιστεύω των μελών της Εκκλησίας-πιστών, ώστε να γίνει εφικτή η κοινή τους μυστηριακή ζωή. Μόνο τότε θα δρα η σωστική δύναμη της Θείας Χάριτος στα μέλη της Εκκλησίας απρόσκοπτα, όταν θα υπάρχει κοινή πίστη στα δόγματα που θα πηγάζει από τη μια και μοναδική αλήθεια. Γιατί η Ευχαριστία είναι «πράξις κοινωνίας της εκκλησίας, δι’ ης πραγματούται η ενότης αυτής και εκφράζεται αυτή η εκκλησία, και ως τοιαύτη πρέπει να τελήται εν τη εκκλησία και υπό της εκκλησίας».
------------------------------
Διακηρύττω ότι τα σημεία τα οποία ενώνουν την Μία Ορθόδοξη Εκκλησία είναι:
α.Το ορθόδοξο βάπτισμα. Σχετικά με το ορθόδοξο βάπτισμα παραθέτουμε απόσπασμα από την Πατριαρχική εγκύκλιο του 1829.
«… Διαβεβαιούμεν δια τούδε του Πατριαρχικού και Συνοδικού Γράμματος και αποφαινόμεθα, ίνα το θείον και ιερόν βάπτισμα, ώσπερ απανταχού των Ορθοδόξων… …Ανάγκη γαρ γίνεσθαι εντελείς μέχρι υπέρ κεφαλήν τας τρεις καταδύσεις του βαπτιζομένου…» Και ούτω το βάπτισμα τετελεσμένον εστίν ευαγγελικώς τε και κανονικώς και κατά την εν Ευαγγελίοις του Κυρίου ημών εντολήν τοις ιεροίς αυτού μαθηταίς εντειλαμένου: Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη Βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Βαπτίζοντας αυτούς είπεν ο Κύριος ουχί επριραντίζοντες ή επιχέοντες.
Η γάρ κυρίως σημασία και έννοια του ρήματος Βαπτίζω ουδέν άλλον σημαίνουσα εστίν, ειμή εμβάλλειν τοις ύδασι το βαπτιζόμενον και κοινότερον ειπείν, βουτών αυτό καλύπτειν ολόκληρον εν τοις ύδασι… Το δε μέχρι της οσφύος ( μέσης ) εμβυθίζειν και τη δεξιά χειρί επιρραντίζειν επί την κεφαλήν του νηπίου τρις ύδωρ, πρώτον επιβοών το Εις το όνομα του Πατρός, τρις δεύτερον και τρις τρίτον και όσα άλλα παρά την κανονικήν ταύτην έκθεσιν της του ιερού τούτου μυστηρίου τελετής εις πράξιν τυχόν χωρούσι σκολιά και κακόδοξα και ουδόλως εξ΄αρχαίας εκκλησιαστικής παραδόσεως βεβαιωμένα, απαράδεκτα διόλου εστί τη Ανατολική ημών Εκκλησία, ως αντιβαίνοντα τοις αποστολικοίς και συνοδικοίς κανόσι και αυτή τη θεία του Κυρίου ημών εντολή απάδοντα, ως ανωτέρω διείληπται και ο επιχειρών δε τη πράξει των τοιούτων σκολιών και τη Εκκλησία απαραδέκτων και μη διορθούμενος, ένοχος εστί τοις παρά των ιερών Αποστόλων εν τη παραβάσει τούτων ωρισμένοις επιτιμίοις και αποδοκιμαστέος».
β.Η ενότητα πίστεως. Αυτή εκδηλώνεται στην ιστορικά αδιαμφισβήτητα και θεολογικά ομοιότυπη έκφραση και αποδοχή των ίδιων δογμάτων και κεφαλαιωδών διδασκαλιών της Μίας και Αδιαιρέτου Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας που αποδέχεται και στέργει «τας Αγίας και Οικουμενικάς επτά Συνόδους, αίτινες επί φυλακή των ορθών δογμάτων συνηθροίσθησαν, καθομολογούσα τους υπ αυτών διωρισμένους στέργειν και φυλάττειν Κανόνας και τας αγίας Διατάξεις, όσαι τοις ιεροίς ημών πατράσι, κατά διαφόρους καιρούς και χρόνους, διετυπώθησαν, πάντας ους αποδέχονται συναποδεχομένη και ους αποστρέφονται συναποστρεφομένη».
Γ. Η ενότητα παραδόσεως της Ιεράς Παραδόσεως. Αυτή φαίνεται στη ζώσα και δια της ζώσης μεταβιβασθείσα διδασκαλία του Κυρίου και των Αποστόλων της παρά την Αγίαν Γραφήν και συν τη Αγία Γραφή αποτελώντας τη δεύτερη πηγή της Αποκαλύψεως, που είναι αποθησαυρισμένη στην Εκκλησία, οικοδομούσα τη ζώσα επιμαρτυρία του Παρακλήτου που, κατά την υπόσχεση του Κυρίου, μένει με αυτήν εις τον αιώνα για να την οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν». Η Παράδοση αυτή ως παρακαταθήκη ουσιωδώς ίση και παράλληλος προς τη Γραφή διαπιστώνεται και συναντάται στη Μια και αληθινή Εκκλησία αποτελώντας ένα εκ των εξωτερικών και εκδήλων κριτηρίων της ενότητας της Μίας Ορθοδοξίας.
δ.Η ενότητα λατρείας. Αυτή εκφράζεται από τη διοικούσα αντίληψη της Ορθοδόξου Εκκλησίας και εκδοχή του ιδίου πνεύματος «του προσκυνείν και λατρεύειν τον εν Τριάδι υμνούμενον Θεόν», που επαναπαύεται στους Αγίους και τη δόξα, τον αίνο και τις ικετήριες δεήσεις των πιστών, αποδεχόμενη τις ανάγκες του ποιμνίου, θεραπεύοντας με τη Χάρη Του με τους ίδιους λατρευτικούς τύπους τις ίδιες διατυπώσεις και ευχολογίες, τις ίδιες τελετές και τα αυτά μυστήρια που εκφράζουν κοινή λατρευτική ζωή η οποία και οπουδήποτε και εάν ήθελε συναντηθεί και παρά την ποικιλία και πολλαπλότητα των εξωτερικών τύπων και τρόπων εκφράσεως αυτής, είναι η μια Ορθόδοξος Λατρεία της Μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας που στο λειτουργικό και λατρευτικό πνεύμα της σώζει την έννοια της ενότητάς της.
ε. Η ενότητα μέσω της Αποστολικής διαδοχής. Με την Αποστολική Διαδοχή τα μυστήρια είναι έγκυρα και κανονικά.
στ. Η ενότητα της ορθοδόξου συνειδήσεως, του ορθοδόξου κριτηρίου ή αισθητηρίου ή πνεύματος. Έκφραση και εμφάνιση της ορθοδόξου πίστεως σε κάθε πιστό μέλος της Εκκλησίας ανεξάρτητα από την πνευματική και θεολογική του κατάρτιση και δοκιμότητά του και αλάνθαστη μέσω του ορθοδόξου αισθητηρίου του διαίσθηση ή αναγνώριση και απόρριψη οποιασδήποτε αιρετικής και κακόδοξης διδασκαλίας.
Πιστεύω και διακηρύττω ότι η Εκκλησία δεν πλανάται ποτέ· Η Εκκλησία έχει κεφαλή της τον Χριστό και καθοδηγείται από το Άγιο Πνεύμα «εις πάσαν την αλήθειαν» και είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας».
«Πιστεύομεν υπό του αγίου Πνεύματος διδάσκεσθαι την ΚαθολικήνΕκκλησίαν. Αυτό γαρ εστιν ο αληθής Παράκλητος, ον πέμπει παρά του Πατρός ο Χριστός του διδάσκειν ένεκα την αλήθειαν και το σκότος από της των πιστών διανοίας αποδιώκειν. Η του αγίου Πνεύματος όμως διδαχή ουκ αμέσως, αλλά διά των αγίων πατέρων και καθηγεμόνων της Καθολικής Εκκλησίας καταγλαϊζει την Εκκλησίαν. Ως γαρ η πάσα Γραφή εστί τε και λέγεται λόγος του αγίου Πνεύματος, ουχ ότι αμέσως υπ᾽ αυτού ελαλήθη, αλλ᾽ ότι υπ᾽ αυτού διά των αποστόλων και προφητών, ούτω και η Εκκλησία διδάσκεται μεν υπό του ζωαρχικού Πνεύματος, αλλά διά μέσου των αγίων πατέρων και διδασκάλων (ων κανών μετά της Γραφής και έσχατον κριτήριον αι οικουμενικαί άγιαι σύνοδοι) και διά τούτο ου μόνον πεπείσμεθα, αλλά και αληθές και βέβαιον αναμφιβόλως είναι ομολογούμεν, την ΚαθολικήνΕκκλησίαν αδύνατον αμαρτήσαι ή όλωςπλανηθήναι ή ποτε το ψεύδος αντί της αληθείας εκλέξαι. Το γαρ πανάγιον Πνεύμα, αείποτε ενεργούν διά των πιστώς διακονούντων αγίων πατέρων και καθηγεμόνων, πάσης οποιασούν πλάνης την Εκκλησίαν απαλλάττει» (Ομολογία πίστεως Δοσιθέου Ιεροσολύμων)..(π.Θεόδωρος Ζήσης.Απόσπασμα)
Όσοι πιστεύουν το αντίθετο καταδικάζονται και αναθεματίζονται. Αυτοί που κάνουν το σωστό, αυτοί είναι εντός της Εκκλησίας, γιατί η Εκκλησία ευρίσκεται εκεί όπου ευρίσκεται η αλήθεια, και όχι η πλάνη και η αίρεση. Οι επίσκοποι και οι σύνοδοι, που διδάσκουν αιρέσεις και νομιμοποιούν αιρέσεις, ευρίσκονται εκτός της Εκκλησίας. «Καλύτερα λοιπόν είναι να μην υπακούς πλανεμένους επισκόπους· όταν κάνεις το σωστό, είσαι εντός της Εκκλησίας. Όσοι πιστεύουν, ότι η Εκκλησία μπορεί να πλανηθεί, καταδικάζονται και αναθεματίζονται».
Η Εκκλησία διαχρονικά είναι αποτειχισμένη από την αίρεση.
Η Εκκλησία δεν ταυτίζεται με την Ιεραρχία των επισκόπων. Οι επίσκοποι μπορεί να πλανηθούν, όχι όμως και η Εκκλησία που έχει κεφαλή της τον Χριστό και καθοδηγείται από το Άγιο Πνεύμα. Όταν λοιπόν πλανάται η Ιεραρχία, με αλυσίδα μάλιστα πλανών, όπως σήμερα, δεν σημαίνει αυτό ότι πρέπει να ακολουθούμε και εμείς την πλάνη των επισκόπων, διότι αυτοί θέτουν τους εαυτούς των εκτός Εκκλησίας, η οποία ευρίσκεται εκεί, όπου βρίσκεται η αλήθεια και όχι εκεί, όπου ευρίσκεται η πλάνη, το ψεύδος και η αίρεση. Την αγιοπνευματική αλήθεια κατά καιρούς μπορεί να την εκφράζουν ακόμη και πρόσωπα μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Θα υπενθυμίσουμε λ.χ. ότι, όταν επί δεκαετίες όλοι σχεδόν οι επίσκοποι της Αυτοκρατορίας είχαν προσχωρήσει στον Μονοθελητισμό, την Εκκλησία δεν την αποτελούσαν αυτοί, αλλά βασικά ένας μοναχός, ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (μετ’ ολίγων ακόμη). Την Εκκλησία πάλι μόνος του την αποτελούσε (ως προς την πλευρά του κλήρου εννοείται) ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός κατά τους χρόνους της Ψευδοσυνόδου της Φερράρας-Φλωρεντίας.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ρητά, ότι και τρία μόνο άτομα να κρατήσουν ακέραιη την Ορθή Πίστη, αυτά μόνο θ’ αποτελούν την Εκκλησία του Χριστού ,ενώ το ίδιο τονίζει και ο άγιος Νικηφόρος ο Ομολογητής (μέγας υπέρμαχος της Ορθοδοξίας κατά την εποχή της Εικονομαχίας), λέγοντας:
«Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὁλίγοι ἐν τῇ εὐσεβείᾳ καὶ Ὀρθοδοξίᾳ διαμείνωσιν, οὗτοι εἰσίν Ἐκκλησία καὶ τὸ κύρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐν αυτοῖς κεῖται, κἄν αὐτοῖς ὑπέρ τῆς εὐσεβείας κακοπαθῆσαι δεήσοι» («αν όμως ελάχιστοι απομείνουν στην ευσέβεια και την ορθοδοξία, τότε αυτοί είναι η Εκκλησία και σ’ αυτούς εναπόκειται η εγκυρότητα και η προστασία των εκκλησιαστικών θεσμών, ακόμη κι αν χρειαστεί να δεινοπαθήσουν υπέρ της ευσέβειας»: (PG 99, 1049). Δεν διευκρινίζουν μάλιστα καν οι εν λόγω μεγάλοι Πατέρες αν αυτοί οι ολίγοι θα είναι οπωσδήποτε κληρικοί. Το ίδιο τονίζει και ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς λέγοντας ότι οι πιστοί δε θα βρίσκουν ιερέα και ποιμένα να τους προστατέψει από την πλάνη και ότι σε αυτή την εποχή ο κάθε πιστός θα είναι υπεύθυνος για όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας.
Συνεχιζεται….
Σχόλια υπάρχουν αλλά θα διαφερατε από τους λοιπούς να
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημοσιεύετε κατά τα ίδια
Δόξα τμώ Θεω