Κδ΄
Ἀγωνιστής καί ποιμήν τῶν λογικῶν προβάτων΄
Ἐνῶ λοιπόν δινόταν αὐτός ὁ τιτάνιος ἀγώνας κατά τῆς ἀντικανονικότητας καί τῆς παρανομίας στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ πολυσχιδής καί πολυτάλαντος προσωπικότητα τοῦ Ἀττικῆς Νικοδήμου εἶχε τήν εὐχέρεια νά κινεῖται παράλληλα καί σέ ἄλλα πεδία, μερικά ἀπό τά ὁποῖα θά ἀναφέρουμε παρακάτω.
1) Τήν περίοδο αὐτή, τῆς παρουσίας τοῦ Ἀττικῆς Νικοδήμου στό ἐπισκοπεῖο στήν Κηφισιά, κορυφώνεται ἡ δραστηριότητά του ὡς δημοσιογράφου στήν ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξος Τύπος». Ἐπί μιά ὁλόκληρη δεκαετία (1988 ἕως 1998) ὑπῆρχε αὐτή ἡ συνεργασία μέ τήν ἐκκλησιαστική αὐτή ἐφημερίδα. Ὁ ὑπεύθυνος πνευματικός τῆς ἐφημερίδας, π. Μάρκος Μανώλης, μετά τή δυνατότητα πού δόθηκε στούς 12 μητροπολίτες νά προσφύγουν στό Σ.τ.Ε. καί μετά τίς ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε. ὑπέρ τῶν προσφυγόντων μητροπολιτῶν, κατανόησε ὅτι τό πρῶτο πλέον θέμα στήν ἐκκλησιαστική ἐπικαιρότητα ἦταν οἱ μεγάλες κανονικές ἐκτροπές στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ παρενέργειες πού προκαλοῦσαν στό πνευματικό καί ποιμαντικό της ἔργο. Δέχθηκε λοιπόν ὅλα αὐτά τά χρόνια τήν συνεισφορά τοῦ λογίου καί μεγάλου θεολόγου μέ τήν ξεχωριστή δημοσιογραφική πένα, Ἀττικῆς Νικοδήμου, γιά τήν περιγραφή τῆς τραγικῆς ἀνέλιξης ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ἔτσι, δόθηκε ἕνα βῆμα στόν μητροπολίτη Ἀττικῆς νά ἀσκήσει κριτική, νά γράψει σχόλια, πολλές φορές νά ἀποτυπώσει μέ ἀκρίβεια τό ἐκκλησιαστικό ρεπορτάζ ἀπό τίς στῆλες τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐτῆς ἐφημερίδας. Ἐξόχως βαρυσήμαντα ἦταν τά κύρια ἄρθρα του τήν περίοδο 1993-1998, τά ὁποῖα ἀποτελοῦσαν τό θεωρητικό ὑπόβαθρο τοῦ μεγάλου ἀγῶνα πού δινόταν γιά τήν Ἐκκλησία. Ἡ νομοκανονική τεκμηρίωση τῶν ἀπόψεών του στό ἄρθρο αὐτό ἦταν τόσο πειστική ὥστε στήν πληθώρα τῶν τοποθετήσεών του δέν ἀκούσθηκε σοβαρή κριτική ἀπό ἐπίσημα πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας οὔτε γράφτηκε ἐπώνυμη διαφωνία ἀπό ἔγκριτη θεολογική πένα.
2) Ἡ συλλογή τῶν περισσοτέρων ἀπό αὐτά τά κύρια ἄρθρα ἀποτέλεσε τό περιεχόμενο τριῶν βιβλίων πού ἐκδόθηκαν τήν ἐποχή ἐκείνη. Τά βιβλία αὐτά ἦταν: «Φωνή θρηνούντων ποιμένων», «Ἐνύσταξαν οἱ ποιμένες» καί «Ἡ ἐλπίδα μου». Τό περιεχόμενό τους, ὅπως εἴπαμε, εἶναι διάφορες νομοκανονικές τοποθετήσεις σέ τρέχοντα ἐκκλησιαστικά γεγονότα. Σχολιάζουν δηλαδή καί καταδικάζουν πλῆθος ἐνεργειῶν, πράξεων καί ἀποφάσεων τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί τῶν δύο συνοδικῶν σωμάτων (ΔΙΣ, ΙΣΙ), ἀποδεικνύοντας ὅτι ἀποτελοῦν ἐκτροπή ἀπό τήν κανονικότητα, τήν τήρηση δηλαδή τῶν Κανόνων -πράγμα πού ἀπαιτεῖ ἡ Ἐκκλησία μας ἀπό τά μέλη της- καί ἀπό τήν νομιμότητα, τήν τήρηση δηλαδή τῶν νόμων -και σ’ αὐτό δεσμεύεται ἡ Ἐκκλησία λόγῳ τῆς ἰδιότυπης σχέσης της μέ τήν Πολιτεία (στήν Ἑλλάδα τά τῆς Ἐκκλησίας ρυθμίζονται ἀπό νόμο πού ψηφίστηκε στή Βουλή καί σ’ αὐτό ἔχει συγκατατεθεῖ καί ἡ Ἐκκλησία). Ξεχωριστό ἐπίσης βιβλίο του, ὥριμος καρπός πού δείχνει τή γνώση του ἀλλά καί τήν ἀνησυχία του γιά τήν ἐν γένει Ὀρθοδοξία (συλλογή κι αὐτή ἀπό τά ἄρθρα γραμμῆς τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου), ἀποτέλεσε καί «Ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας».
3) Ἕνα μνημειῶδες ἐπίσης ἔργο τῆς ἐποχῆς αὐτῆς, πού γράφτηκε ἀπό τόν μητροπολίτη Ἀττικῆς Νικόδημο, εἶναι τό ἀποτελούμενο ἀπό 640 σελίδες βιβλίο «Εἰπέ τῇ Ἐκκλησίᾳ». Τό βιβλίο αὐτό εἶναι ἱστορικό καί νομοκανονικό. Διαπραγματεύεται τό ἐκκλησιαστικό πρόβλημα πού προέκυψε μέ τήν ἐκτόπιση 12 μητροπολιτῶν καί καλύπτει τήν περίοδο 1974-1994. Βρίθει ἀπό στοιχεῖα καί ντοκουμέντα πού ἀποδεικνύουν καί τήν ἀλήθεια τῶν ἱστορικῶν γεγονότων, ὅπως περιγράφονται, καί τό μέγεθος τῆς κανονικῆς καί νομικῆς παρεκτροπῆς τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
4) Ὑπῆρξαν ὅμως καί ἄλλες πολλές δραστηριότητες τοῦ Ἀττικῆς Νικοδήμου τῆς περιόδου ἐκείνης πού εἶχαν νά κάνουν μέ τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Ποτέ δέν εἶδε, ὁ χαρισματικός ἐπίσκοπος, τόν λαό τοῦ Θεοῦ ὡς ὄχλο πού μέ κάποια δημαγωγικά συνθήματα θά τόν ἀγρεύσει γιά νά τόν μετατρέψει σέ ὁπαδούς προσκολλημένους στό πρόσωπό του. Τό μεγάλο πλῆθος λαοῦ πού συσπειρώθηκε γύρω του, στόν ἀνιδιοτελή ἀγώνα του, τό ἤθελε νά ἀπαρτίζεται ἀπό ἐλεύθερους ἀνθρώπους, πού μέ τή θέληση καί γνώμη τους συμμετεῖχαν καί οἱ ὁποῖοι ὡς ξεχωριστές προσωπικότητες εἶχαν τήν ἄποψή τους, τίς ἀντιρρήσεις τους καί τίς ἐποικοδομητικές προτάσεις τους. Στό πλευρό του λοιπόν συντάχθηκε ἡ «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ», μιά δυναμική ὁμάδα ζωντανῶν καί χαρισματικῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, πού μέ πόνο καί ἀγωνία παρακολουθοῦσαν τή ροή τῶν ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων. Μέ μεγάλη ἑτοιμότητα ἐνημέρωναν τό πλήρωμα τῶν πιστῶν καί τά ΜΜΕ καί ἀντιδροῦσαν δυναμικά μέ διαμαρτυρίες τους στή Σύνοδο, στόν Ἀρχιεπίσκοπο, σέ διαφόρους μητροπολίτες, σέ Ὑπουργούς καί σέ Βουλευτές. Κατάγγέλναν στίς εἰσαγγελικές καί δικαστικές ἀρχές πράξεις τόσο τῶν διοικητικῶν σωμάτων τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί συγκεκριμένων ἐπισκόπων, ὅταν ἐκτρέπονταν χωρίς ντροπή σέ ποινικά κολάσιμες πράξεις. Συγχρόνως, ἡ δυναμική αὐτή ὁμάδα τῶν πιστῶν διοργάνωνε, σέ αἴθουσες καί κινηματοθέατρα, ἀρκετές ἐνημερωτικές, ἑορταστικές καί ἐποικοδομητικές εὐκαιρίες, στίς ὁποῖες συμμετεῖχαν πλήθη λαοῦ. Χαρακτηριστικό ὅλων αὐτῶν τῶν συνάξεων ἦταν ἡ ἐνίσχυση τοῦ ἀδελφικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δεσμοῦ μεταξύ τῶν μετεχόντων σ’ αὐτές καί ἡ τόνωση τοῦ ἀγωνιστικοῦ φρονήματος μέσα στήν Ἐκκλησία.
5) Ἡ σχέση του ὅμως μέ τό λαό τοῦ Θεοῦ ἦταν κυρίως σχέση ποιμένα πρός τό ποίμνιό του, πατέρα πνευματικοῦ πρός τά παιδιά του. Ποτέ, σέ καμιά ἐπιδείνωση, σέ καμιά ἔκρηξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ προβλήματος, ὁ μητροπολίτης Ἀττικῆς δέν ἀποδύθηκε τόν βασικό αὐτό ρόλο τοῦ ἐπισκόπου, πού μεριμνᾶ, φροντίζει, παιδαγωγεῖ, νουθετεῖ, διδάσκει τό ποίμνιό του. Ἀνύστακτος καί ἀκούραστος θεωροῦσε πρωταρχικό καί βασικό αὐτό τό ἔργο. Πέρα ἀπό τούς δυναμικούς ἀγῶνες του αἰσθανόταν πάντα ἐπιτακτική τήν ἀνάγκη νά θρέψει τό λαό τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄρτο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, νά ξεδιψάσει τίς ψυχές τῶν πιστῶν του μέ τά νάματα τῆς πίστεως καί νά μεταδώσει ζωντανά τήν ἐμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Ὅλα τά χρόνια μέσα στή μητρόπολη ὑπῆρχαν σταθερές εὐκαιρίες τροφοδοσίας πνευματικῆς τοῦ λαοῦ πού προσερχόταν κοντά στόν ἀγωνιστή ἐπίσκοπο. Κάθε Σάββατο, ὑπῆρχε μιά συνάντηση φοιτητῶν, στούς ὁποίους ὁ ἐπίσκοπος ἄνοιγε ὁρίζοντες πνευματικῆς ζωῆς ἀφορμώμενος ἀπό σύγχρονα καί ἐπίκαιρα θέματα. Ἔδινε μιά σαφή γραμμή πνευματικῆς πλεύσης γιά τά νέα βλαστάρια τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά περάσουν ἀπό τίς συμπληγάδες τῆς σημερινῆς ἐποχῆς. Μετά ἀπό αὐτήν τήν ὡριαία συνάντηση μέ τούς νέους ἐπακολουθοῦσε καί νέα ὡριαία ὁμιλία καί πρός τά μεγαλύτερα σέ ἡλικία μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καί μετά ἀπό τήν πνευματική αὐτή τροφοδοσία ὁ ἑσπερινός γιά τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως. Καρπός σημαντικός τῆς παραπάνω πνευματικῆς προσφορᾶς ἦταν τήν περίοδο αὐτή καί ἄλλα δύο βιβλία: «Μαθητεία στό σχολεῖο τῆς ἐρήμου», μέ ἀναλύσεις σοφῶν λογίων τῶν γερόντων τῆς ἐρήμου, καί«Σπουδή ἀγάπης», μιά πραγματική σπουδή τῆς ἀγάπης ἀπό τά περί ἀγάπης Κεφάλαια τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητή.
Πέρα ἀπό τίς εὐκαιρίες αὐτές ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἀττικῆς Νικόδημος συνέχισε καί μέσα στή μητρόπολη τό ἔργο του ὡς πνευματικός πατέρας τῶν ψυχῶν πού εἶχαν προσέλθει στό πετραχήλι του γιά νά μεταφέρουν τή συντριβή τῆς καρδιᾶς τους γιά τίς ἁμαρτίες τους καί γιά νά λάβουν τήν ἄφεση. Ἀλλά καί κάθε ἄνθρωπος πού εἶχε τήν ἀνάγκη γιά πνευματική συμβουλή καί καθοδήγηση τόν ἔβρισκε εὔκολα -παρ’ ὅλη τή δίνη τῶν ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων- γιά νά λάβει ἀπ’ αὐτόν τήν βοήθεια καί τήν ἐνίσχυση.
6) Μιά ἐξ ἴσου σημαντική κίνηση ἐκείνων τῶν χρόνων μέσα στήν μητρόπολη ἦταν καί ἡ πρωτοβουλία τῆς λειτουργίας ἑνός ἐκκλησιαστικοῦ ραδιοφωνικοῦ σταθμοῦ μέσα στό χῶρο τῆς μητροπόλεως. Τό ὄνομα τοῦ σταθμοῦ, «Ἀττικός Οὐρανός». Μιά προσπάθεια πού ἐπιστράτευσε πλῆθος ἐθελοντῶν, πού ἄλλοι ἀνέλαβαν τήν εὐθύνη καί τό βάρος τῆς πνευματικῆς προσφορᾶς διά τῶν ἐπί μέρους ἐκπομπῶν, ἐνῶ ἄλλοι ἐπιφορτίστηκαν μέ τήν ὅλη λειτουργία τοῦ σταθμοῦ (τή ρύθμιση τῶν ἤχων καί τήν εὐθύνη γιά τήν κανονική ροή ὅλου τοῦ προγράμματος).
Στά πλαίσια τῶν ἐκπομπῶν τοῦ σταθμοῦ καί ὁ μητροπολίτης Ἀττικῆς Νικόδημος εἶχε τήν ἑβδομαδιαία ἐκπομπή «Οἱ ἀνησυχίες μας σέ διάλογο καί ἀντίλογο». Ἡ ἐκπομπή αὐτή διαπραγματευόταν θέματα σχετικά μέ τήν ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων προκλήσεων τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, προσπαθώντας νά χαράξει πνευματικό προσανατολισμό πού νά δίνει ἕνα ὅραμα ζωῆς στόν σημερινό ἄνθρωπο. Προσφιλές ἐπίσης θέμα τῆς ἐκπομπῆς ἦταν ἡ αὐτοκριτική. Στό προσωπικό ἐπίπεδο, ὡς στοιχεῖο σημαντικό καί ἀπαραίτητο τῆς πνευματικῆς ζωῆς κάθε πιστοῦ, αὐτή τόν ὁδηγεῖ στή μετάνοια καί τή συντριβή τῆς καρδίας κι ἔτσι τόν βοηθάει νά ἐπιστρέψει καί πάλι στό σπίτι τοῦ Θεοῦ Πατέρα, στήν Ἐκκλησία. Ἐξ ἴσου σημαντική θεωροῦσε ἐπίσης καί τήν αὐτοκριτική μέσα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἁμαρτωλότητά μας καί τά πάθη μας μεταφέρουν τήν παθογένεια καί στό ἱερό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ τρόπος πού ὅλοι ἐνεργοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία πρέπει νά ἐλέγχεται ἀπό τόν ἐρευνητικό φακό τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ πατερικοῦ βιώματος. Ὅ,τι ἀποτελεῖ ἐκτροπή πρέπει νά στιγματίζεται, νά ἐλέγχεται καί νά διορθώνεται. Τό πῶς λειτουργεῖ π.χ. ἡ Σύνοδος, πῶς ἐκλέγονται οἱ ἐπίσκοποι καί μέ ποιά κριτήρια προχωράει ἕνας νέος τίς βαθμίδες τῆς ἱερωσύνης εἶναι θέματα πού πρέπει νά ἀπασχολήσουν τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας στή γνήσια καί εἰλικρινή αὐτοκριτική του. Ἐπίσης καί ἡ διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν τῆς Ἐκκλησίας, τά θέματα πού ἀφοροῦν τήν ἐκκλησιαστική περιουσία, ἀλλά καί ἡ στάση τοῦ σώματος καί τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας στά σκάνδαλα τῶν μελῶν της, ὅλης τῆς ἱεραρχικῆς κλίμακας, δέν εἶναι καθόλου δευτερεύοντα στήν αὐτοκριτική τῆς Ἐκκλησίας. Περιττόν εἶναι βέβαια νά τονίσουμε ἐδῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα -μέ κεφαλή τόν θεάνθρωπο Χριστό- εἶναι Ἁγία. Ὡς πρός τόν ἀνθρώπινο παράγοντα ὅμως, συχνά πάσχει, ἀρρωσταίνει, ματώνει. Τότε, ὅλο τό σῶμα πονᾶ καί ὑποφέρει καί κινεῖται πρός θεραπεία τῆς πληγῆς καί τῆς ἀσθένειας. Πλῆθος τέτοια θέματα, πού καθιστοῦσαν τούς ἀκροατές ἀνήσυχους γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀκούστηκαν ἀπό τά Ἐρτζιανά κύματα τοῦ «Ἀττικοῦ Οὐρανοῦ» τήν περίοδο ἐκείνη.
7) Εἶναι σίγουρο ὅτι θά ἀδικούσαμε αὐτή τή μεγάλη ἐκκλησιαστική μορφή, ἄν δέ λέγαμε καί ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό τῆς προσωπικότητάς του, πού εἶναι τό πλέον σημαντικό καί γι’ αὐτό τό ἀφήσαμε καί τελευταῖο. Ὁ Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικόδημος ἦταν κυρίως ὁ λειτουργός τοῦ Ὑψίστου. Ὅταν
λειτουργοῦσε, αἰσθανόσουν ὅτι ἀνέβαινε, ὅτι... βρισκόταν ἀλλοῦ. Ἀπό τό πρωί πού ξυπνοῦσε προσηλωνόταν στό ὕψιστο μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας. Ἀμίλητος μέχρι τό «δι’ εὐχῶν...». Μέ τό βλέμμα στραμμένο στόν οὐρανό. Μέ τήν προσοχή προσηλωμένη στήν ἱερουργία τοῦ μυστηρίου. Μεταρσιωνόταν καί μεταμορφώνονταν μέ τή μετοχή στό ποτήριο τῆς ζωῆς. Ἔβγαινε ἀπό τήν θεία λειτουργία ἔχοντας ὑποστεῖ τήν «καλήν ἀλλοίωσιν» ἀπό τήν κοινωνία του μέ τόν Κύριο. Ἐξερχόταν τῆς Εὐχαριστίας ἔχοντας πλησιάσει ἀγαπητικά τούς πνευματικούς ἀδελφούς του, τά πιστά μέλη πού μετεῖχαν στό μυστήριο.
Ἀπό τήν ἔντονη αὐτή λειτουργική ἐμπειρία του προερχόταν καί αὐτό τό ὄμορφο κλίμα πού ἔβρισκε κανείς στήν οἰκογενειακή καί ἀδελφική συντροφιά πού τόν περιτριγύριζε. Ἔβλεπε κανείς ἀνθρώπους χωρίς ἰδιοτέλειες καί σκοπιμότητες νά προσφέρουν τήν εὐχαριστία τους στόν Κύριο, νά κοινωνοῦν μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, καί στή συνέχεια νά κοινωνοῦν μεταξύ τους ἀγαπητικά σάν μιά πνευματική οἰκογένεια.
Αὐτός ἦταν ὁ πλοῦτος τῆς ποιμαντικῆς καί τῆς διακονίας στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ διωκομένου καί ἀγωνιζομένου ἐπισκόπου. Ποτέ ὁ ἀγῶνας γιά τά ἐκκλησιαστικά δέν ἐπισκίασε τήν ποιμαντική φροντίδα καί μέριμνά του γιά τούς ἀδελφούς του. Ἀντίθετα, κατά ἕναν παράξενο τρόπο, ὅσο οἱ διωγμοί καί οἱ περιπέτειές του αὐξάνονταν, τόσο ὁ λαός τοῦ Θεοῦ πλησίαζε πιό κοντά του, συγκλονιζόταν σέ κάθε κτύπημα πού τοῦ ἐπέφεραν οἱ δήμιοί του, συμπονοῦσε καί ἔκλαιγε γιά τά δεινά πού ὑφίστατο ὁ ποιμένας του. Καί μέσα σ’ αὐτόν τόν παροξυσμό τῆς ἀγάπης μετεῖχε στούς συνεχιζόμενους ἀγῶνες του. Καί ὅσο πιό πολυπληθῆ ἔβλεπε τόν λαό τοῦ Θεοῦ νά βρίσκεται κοντά του καί ὅσο πιό θερμό στήν ἀγάπη του, ὁ ἀληθινός ἐπίσκοπος, τόσο αὐξανόταν ὁ ζῆλος του γιά νά τόν διαποιμάνει «εἰς νομάς οὐρανίους».
Οἱ περισσότερες ἀπό τίς παραπάνω πνευματικές, ποιμαντικές καί διδακτικές δραστηριότητες τοῦ μητροπολίτη Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου ἔχουν καταγραφεῖ καί ἀπαρτίζουν ἕνα πολύ μεγάλο ἀρχεῖο μέ κείμενα, ἠχητικά καί βίντεο, τά ὁποῖα μιά ὁμάδα ἀδελφῶν προσπαθοῦν νά τά συλλέξουν καί νά τά προσφέρουν εἴτε μέ τή μορφή βιβλίων εἴτε μέ τήν προβολή καί παρουσίασή τους σέ κοινή χρήση στό διαδίκτυο.
Αὐτή ἦταν ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἀττικῆς Νικοδήμου αὐτά τά προσόντα του καί ἡ ἀφιέρωσή του στήν ἀποστολή του, στήν ὁποία τόν ἔταξε ὁ καλός Θεός, ἀλλ’ ὁ πειρασμός τῶν ζηλοτύπων ἀντιδίκων του μεθόδευσε ἀπαράδεκτες δολοπλοκίες πού παρέσυραν τίς ἀρχές σέ μιά αὐθαίρετη καί βίαιη ἔξωση ἀπό τό ἐπισκοπεῖο, δίχως ἀμετάκλητη καί ἐκτελεστή δικαστική κρίση. Κι ἔτσι ἔκλεισε ἡ περίοδος τῆς παραμονῆς τοῦ Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου στήν μητρόπολη τῆς Κηφισιᾶς. Κλείνοντας τό κεφάλαιο αὐτό νά δώσουμε μερικές ἀκόμα πληροφορίες τῆς πληθώρας τῶν ὑποθέσεων πού ἀφοροῦσαν τούς τρεῖς μητροπολίτες. Μετά τίς ἀρνητικές σέ βάρος τους ἀποφάσεις τῆς Ὁλομελείας τοῦ Σ.τ.Ε. (ἀποφάσεις πού ἀνέτρεπαν προηγούμενες ἀποφάσεις -τῆς Ὁλομελείας καί αὐτές) οἱ τρεῖς μητροπολίτες προσέφυγαν «στό κατά τό ἄρθρο 99 τοῦ Συντάγματος καί τό Ν. 693/1977 Εἰδικό Δικαστήριο πρός ἐκδίκαση ἀγωγῶν κακοδικίας» κατά τῶν μελῶν τῆς Ὁλομελείας τοῦ Σ.τ.Ε. Ἡ ἀπόφαση τοῦ δικαστηρίου αὐτοῦ ἐκδόθηκε στίς 30 Ἰουνίου 1997. Ἡ σύνθεση αὐτοῦ τοῦ δικαστηρίου ἦταν ἑπταμελής. Ἀπαρτιζόταν ἀπό τούς: Στ. Ματθία, Πρόεδρο τοῦ Ἀρείου Πάγου, Πρόεδρο, Ν. Παραθύρα, Ἀρεοπαγίτη, Χρ. Χριστοφιλόπουλο, Σύμβουλο τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου, Ἰσμήνη Ἀνδρουλιδάκη, Καθηγήτρια τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἰ. Κονιδάρη, Καθηγητή τῆς Νομικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Θεόδ. Ξιφαρά, Δικηγόρο καί Ἰω. Γουσέτη, Δικηγόρο. Ἀξίζει νά διαβάσουμε ἕνα ἀπόσπασμα τῆς ἀπόφασης πού καταδεικνύει -μέ συγκεκαλυμένο κάπως τρόπο- τήν κακοδικία:
«...Οἱ παραπάνω ἑρμηνευτικές ἐκδοχές τῆς πλειοψηφίας τῆς Ὁλομελείας τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (τῶν ἐναγομένων) εἶναι κατά τήν πλειοψηφήσασαν γνώμη τοῦ Δικαστηρίου τούτου ὑποστηρίξιμες, ἀνεξαρτήτως δέ τῆς ὀρθότητάς τους δέν προέκυψε δόλος ἤ βαριά ἀμέλεια τῶν ἐναγομένων. Κατά τή γνώμη ὅμως τοῦ Προέδρου τοῦ Δικαστηρίου Στέφανου Ματθία καί τῶν μελῶν Νικολάου Παραθύρα, ἀρεοπαγίτη καί Χρίστου Χριστοφιλοπούλου, σύμβουλου τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου, οἱ ἐκδοχές αὐτές εἶναι ἀντικειμενικά ὑποστηρίξιμες καί ἑπομένως καθ ’ἑαυτές δέν εἶναι ἐσφαλμένες καί ἄρα δέν τίθεται θέμα δόλου ἤ βαριάς ἀμέλειας τῶν ἐναγομένων...»
Νά ποῦμε μέ πιό ἁπλά λόγια αὐτό πού ἀποφάσισε τό δικαστήριο. Εἶπε ὅτι οἱ ἑρμηνευτικές ἐκδοχές τῆς Ὁλομέλειας τοῦ Σ.τ.Ε. εἶναι «ὑποστηρίξιμες», θά μποροῦσε δηλαδή κάποιος νά τίς ὑποστηρίξει. Μᾶς αἰφνιδιάζει ὅμως ἡ ἑπόμενη ἀποστροφή τοῦ λόγου τοῦ δικαστηρίου: «ἀνεξαρτήτως δέ τῆς ὀρθότητάς τους δέν προέκυψε δόλος ἤ βαριά ἀμέλεια τῶν ἐναγομένων». Ὁ δεύτερος αὐτός λόγος μᾶς διασαφήνίζει ὅτι εἶναι μέν ὑποστηρίξιμες ἀλλά ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ὀρθότητά τους (ἄρα μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ὀρθές) δέν προέκυψε δόλος ἤ βαριά ἀμέλεια ἐκ μέρους τῶν δικαστῶν τοῦ Σ.τ.Ε. (σέ ἀντίθετη περίπτωση τό δικαστήριο ἔπρεπε νά ἀσκήσει πειθαρχικές διώξεις στούς δικαστές). Κάτι πού κάνει ἀκόμα πιό καθαρή τήν ἀπόφαση τῆς πλειοψηφίας εἶναι ἡ τοποθέτηση τῶν τριῶν δικαστῶν τῆς μειοψηφίας. Εἶπαν ὅτι: «οἱ ἐκδοχές αὐτές εἶναι ἀντικειμενικά ὑποστηρίξιμες καί ἑπομένως καθ ’ἑαυτές δέν εἶναι ἐσφαλμένες». Ἀντί τοῦ «ὑποστηρίξιμες» τῆς πλειοψηφίας ὑπάρχει ἡ ἔκφραση «ἀντικειμενικά ὑποστηρίξιμες» ἀπό τήν μειοψηφία καί ἑπομένως «καθ’ ἑαυτές δέν εἶναι ἐσφαλμένες», καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ δέν τίθεται κἄν ἀπό τήν μειοψηφία θέμα δόλου ἤ βαριᾶς ἀμέλειας. Οἱ δυό ἐκφράσεις γιά τίς ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε.: «ἀνεξαρτήτως δέ τῆς ὀρθότητάς τους» (ἀπό τήν πλειοψηφία) καί «καθ ’ἑαυτές δέν εἶναι ἐσφαλμένες» (ἀπό τήν μειοψηφία) νομίζω ὅτι γιά κάθε νοήμονα ἄνθρωπο μεταφράζονται στό ὅτι ἡ Ὁλομέλεια τοῦ Σ.τ.Ε. ἔβγαλε ἐσφαλμένες ἀποφάσεις γιά τούς τρεῖς μητροπολίτες. Ἁπλά τό δικαστήριο τῆς κακοδικίας δέν παραδέχθηκε τόν δόλο καί τήν βαριά ἀμέλεια κι ἔτσι δέν ἄσκησε καί πειθαρχικές διώξεις κατά τῶν δικαστῶν τοῦ Σ.τ.Ε.
Ὅσο γιά τήν αὐθαιρεσία τῆς βίαιης ἔξωσης ἀπό τό ἐπισκοπεῖο τῆς Κηφισιᾶς καί ἐκεῖ τά δικαστήρια ἦρθαν νά ἐπιβεβαιώσουν ὅτι ἡ παραμονή τοῦ μητροπολίτη στό ἐπισκοπεῖο δέν ἦταν ἀδίκημα πού τιμωρεῖται ἀπό τόν νόμο καί μάλιστα μέ διαδικασία αὐτόφωρου (!) Ἀπόδειξη γι’ αὐτό ἀποτελοῦσε ἡ προτροπή ἐκ μέρους τῆς ἀσφαλείας Κηφισιᾶς, μετά τήν ἐκδίωξη τοῦ Ἀττικῆς Νικοδήμου, νά ἀφεθεῖ ἐλεύθερος χωρίς νά ὑποστεῖ διώξεις ἄν κι ἐκεῖνος δέν ἐγκαλέσει αὐτούς πού συμμετεῖχαν στήν ἐπιχείρηση. Ἄν ἕνας κάνει ἀδίκημα ὑποχρεωτικά τοῦ ἀσκεῖς δίωξη. Ὅταν ὁ μητροπολίτης ἐνημέρωσε ὅτι ἀπό τή δική του μεριά θά ἀσκήσει διώξεις κατά τῶν πρωτεργατῶν τῆς βίαιης ἔξωσής του, ἄσκησαν καί κεῖνοι. Οἱ διώξεις αὐτές κατά τῶν Εἰσαγγελέων Σπυρόπουλου καί Ντογιάκου κ.ἄ. πῆγαν στήν Εἰσαγγελία Θηβῶν καί μετά Χαλκίδος γιά νά ἀθωώσουν τελικά ὅλους τούς ἐγκαλουμένους. Ἀλλά καί ἡ ἄλλη ἔγκληση κατά τοῦ μητροπολίτη καί ὅλων τῶν παρόντων μέσα στό ἐπισκοπεῖο τήν ὥρα τῆς βίαιης ἔξωσης εἶχε τήν ἴδια τύχη. Ἀθωώθηκαν ὅλοι. Οὔτε ἔγκλημα λοιπόν, οὔτε ἀδίκημα, οὔτε ἡ παραμικρή παρανομία. Ὁ μητροπολίτης ὅμως συνελήφθη ὡς κακοποιός καί βρέθηκε ἐξόριστος μακριά ἀπό τό ποίμνιό του.
Τό κλείσιμο αὐτοῦ τοῦ τόσο μαύρου κεφαλαίου ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας συμπίπτει καί μέ τό τέλος ἐποχῆς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σεραφείμ. Ὁ δημιουργός ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ προβλήματος, πού ταλάνισε τήν Ἐκκλησία 24 ὁλόκληρα χρόνια, αὐτός πού, παρ’ ὅλο ὅτι τοῦ δόθηκε ἐπανειλημμένα ἡ εὐκαιρία νά διορθώσει τό κακό πού δημιούργησε, δέν τό ἔκανε, βάδιζε πλέον τά τελευταῖα βήματα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Τά τελευταῖα χρόνια ἀσθενής μπαινόβγαινε στά νοσοκομεῖα μέ ὅλο καί πιό πολλά προβλήματα στήν ὑγεία του. Ὥσπου στίς 10-4-1998 ταλαιπωρημένος ἀπό τή μακροχρόνια ἀσθένειά του κοιμήθηκε. Ὁ μητροπολίτης Ἀττικῆς σεβόμενος τήν ἱερότητα τῆς στιγμῆς πού ἕνας ἄνθρωπος ἀφήνει τήν τελευταία πνοή του καί ἀμέσως βρίσκεται πρό τοῦ φοβεροῦ ἐκείνου δικαστηρίου τοῦ δικαίου Κριτή, ἐξέφρασε, στή νεκρολογία του, εὐχές γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του. Καί ἄφησε τήν ἱστορία νά καταγράψει μέ ψυχραιμία καί νηφαλιότητα τά γεγονότα στά χρόνια τῆς ἀρχιεπισκοπείας του.
Τέλος ἐποχῆς ἑνός Ἀρχιεπισκόπου ἀλλά ὄχι καί τέλος γιά τά βάσανα, τούς κόπους καί τίς περιπέτειες γιά τόν μητροπολίτη Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικόδημο. Καί ἄλλες συνωμοσίες καί ἄλλες δολοπλοκίες καί ἄλλες ἀντικανονικές πράξεις θά προστεθοῦν σέ βάρος του. Ἡ σταυρωμένη πορεία του θά συνεχίσει γιά πολύ ἀκόμα μέχρι νά ἀποθέσει στά χέρια τοῦ Θεοῦ τό πνεῦμα του.
Ἀρχ. Εἰρηναῖος Μπουσδέκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου