Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι Παναίρεση. Ἰσχύουν
λοιπὸν γι’ αὐτὸν –κατὰ μείζονα λόγο– ὅσα οἱ Ἅγιοι ἔχουν διδάξει γιὰ τὶς ἄλλες αἱρέσεις.
Ὁ καθηγητὴς Κωνσταντῖνος Κορναράκης στὸ θαυμάσιο ἔργο του «Ἡ
Θεολογία τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων κατὰ τὸν Ὅσιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη», παρουσιάζει
μὲ σαφήνεια τὶς σοβαρότατες ἐπιπτώσεις
ποὺ εἶχε στὸ Δόγμα καὶ στὸ Ἦθος τῆς Ἐκκλησίας ἡ αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας.
Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ κάνει ἐντύπωση εἶναι ἡ διαπίστωση ὅτι, οἱ οὐσιαστικὲς παρατηρήσεις
τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου –ὅπως τὶς παρουσιάζει ὁ καθηγητὴς Κορναράκης– ταιριάζουν ἀπόλυτα στὴν αἵρεση τῆς ἐποχῆς μας, τὸν Οἰκουμενισμό. Ὡσὰν ὁ ὅσιος νὰ ἔγραφε ἀκριβῶς γιὰ τοὺς σύγχρονους Οἰκουμενιστὲς καὶ τοὺς
ψευτο-ἀντι-Οἰκουμενιστές! Ἂν ἀλλάξετε τὴ λέξη «Εἰκονομάχοι» καὶ βάλετε τὴ λέξη «Οἰκουμενισμός»,
νομίζει κανεὶς πὼς ὁ Ὅσιος ἀναφέρεται στὴ σύγχρονή μας αἵρεση.
Διαβάζοντας κανεὶς τὸ βιβλίο τοῦ καθηγητὴ Κωνσταντίνου Κορναράκης, διαπιστώνει
ὅτι ἐπιβεβαιώνεται ἡ ὀρθότητα τῶν θέσεων τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, ὅπως τὶς
παραθέτει στὰ βιβλία του. Καὶ δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι διαφορετικά, ἀφοῦ ὁ π. Εὐθύμιος
μελετᾶ ἐπὶ δεκαετίες, βιώνει καὶ «παραδίδει» ὄχι δικές του θεολογίες, ἀλλὰ τὴν
διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου.
Συγκεκριμένα ὁ κ. Κορναράκης γράφει:
Ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα τῶν αἱρετικῶν (Εἰκονομάχων τότε καὶ
Οἰκουμενιστῶν σήμερα) διαψεύδουν τὴν διαβεβαίωσή τους ὅτι εἶναι
Ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ ἀπορρίπτουν πτυχὲς τῆς Πίστεως (ὅπως π.χ. τὸ
ἔνατο καὶ δέκατο ἄρθρο τοῦ «Πιστεύω» οἱ Οἰκουμενιστές). Αὐτὴ ἡ ἀπόρριψη καταδεικνύει τὴν ἀποκοπῆς τῆς σχέσεως κάθε αἱρετικοῦ μὲ
τὸ Θεό (τῶν Εἰκονομάχων καὶ Οἰκουμενιστῶν). Ἀποτελεῖ δὲ προϊὸν «ἐσκοτισμένης καρδίας».
Οἱ ὁμοιότητες τῶν ἀντιΠαραδοσιακῶν μεθοδεύσεων τῆς Εἰκονομαχίας μὲ αὐτὲς
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ἐκπληκτικές. Γράφει ὁ Ὅσιος ὅτι παραμερίζονται ἀπὸ τὴν
κανονικὴ τάξη τῆς Ἐκκλησίας ὕμνοι «θεοπαράδοτοι» «ἡ Εὐχαριστία ἀναθεωρουμένη, συντομεύεται· τροπάρια ἁγίων, ἀγρυπνίαι καί τινες τῶν
ἀκολουθιῶν παύονται· πολλαὶ δὲ τῶν ἑορτῶν νηστειῶν καὶ
παραμονῶν καταργοῦνται ἐν τῷ Τυπικῷ τῆς Ἐκκλησίας»! (Ἀκριβῶς ὅπως σήμερα μὲ τὸν Οἰκουμενισμό).
Στὸν ἀντίποδα τοῦ αἱρετικοῦ βίου τοῦ εἰκονομάχου εὑρίσκεται ὁ βίος τοῦ
ὀρθοδόξου! Μεγάλο βάρος δίνει ὁ Ὅσιος στὸν ἀγῶνα τῶν μοναχῶν γιὰ τὴν διατήρηση
τῆς Πίστεως. Οἱ μοναχοὶ ἀποτελοῦν τὰ «νεῦρα τῆς Ἐκκλησίας», καὶ εἶναι
ἐπιφορτισμένοι μὲ τὴν εὐθύνη τῆς ὑπερασπίσεως τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων τῆς
Ἐκκλησίας μὲ τὴν «ὁμολογία» καὶ τὸ «μαρτύριο», ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἔσχατη ἔκφραση
τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ ἔκφραση τοῦ ὀρθοδόξου βίου δὲν ἐξαντλεῖται στὴν
προσκύνηση καὶ τιμὴ πρὸς τὶς εἰκόνες (ἢ στὶς ὁμιλίες, τὰ Ἀνακοινωθέντα
καὶ τὸν χαρτοπόλεμο τῶν συγχρόνων ἀντι-Οἰκουμενιστῶν), ἀλλὰ στὸ μαρτύριο ὑπὲρ τῆς Πίστεως, τὴν θυσία τῶν ἐκκλησιαστικῶν θέσεων
ποὺ κατεῖχαν, ἀκόμα καὶ τοῦ λειτουργήματός τους ὑπὲρ τῆς Πίστεως.
Κ. Κορναράκης
«Ἡ Θεολογία τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων
κατὰ τὸν Ὅσιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη»
(Ἀπόσπασμα, σελ. 307-318)
Ὁ βίος τῶν
Εἰκονομάχων ὡς ἀπόρριψη
τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας.
Κατὰ
τὸν ὅσιο Θεόδωρο, ἡ ὀρθότητα τῆς πίστεως δὲν ἀποτελεῖ αὐτονόητο ἰδίωμα τῶν
μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πίστη εἶναι μία ἀλλά, γιὰ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ
πίστη, ὡς ἔκφραση τῆς πνευματικῆς του βιωτῆς καὶ ἀναλόγως πρὸς τὴν βιωτὴ αὐτή, "μεγαλύνεται"
ἢ "σμικρύνεται"...
Στὴν
περίπτωση (τῆς ”σμικρύνσεως”) τῆς ἐκπτώσεως σὲ
πλάνη, ὑπάγονται οἱ Εἰκονομάχοι.
Ἐφ’
ὅσον δὲν νοεῖται ὀρθὴ πίστη ἄνευ ὀρθοῦ βίου, εἶναι προφανές, ὅτι οἱ
Εἰκονομάχοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριπταν τὴν πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς πρὸς τὴν τιμὴ
καὶ τὸν σεβασμὸ πρὸς τὶς εἰκόνες, συγχρόνως ἀρνοῦντο τὰ δόγματα ἐκεῖνα, ποὺ
θεμελιώνουν χριστολογικῶς τὴν εἰκονογράφηση τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ... Κατὰ τὴν
σχετικὴ ἐπισήμανση τοῦ ἱεροῦ πατέρα, ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα τῶν εἰκονομάχων
διαψεύδουν τὴν ὁμολογία τους γιὰ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἰδιαιτέρως στὸ δεύτερο
πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
...Οἱ
εἰκονομάχοι, ἂν καὶ διακήρυτταν τὴν ἐμμονή τους στὴν Παράδοση, ἐντούτοις,
ἀρνούμενοι βασικὲς διδασκαλίες αὐτῆς... ἀπεδείκνυαν κακότροπη βίωση αὐτῆς τῆς
Παραδόσεως... Ἡ ἀποδοχὴ ἢ μὴ τῆς εἰκονογραφήσεως τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ εἶναι
ἐνδεικτικὴ καταφατικῆς ἢ ἀρνητικῆς στάσεως ἔναντι τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος
καὶ ἑπομένως κριτήριο διατηρήσεως ἢ ἀποκοπῆς τῆς σχέσεως μὲ τὸ Θεό.
Αὐτὸ
ποὺ ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὑπογραμμίζει στὶς
συγγραφές του, εἶναι ἡ ἀσυμφωνία βίου καὶ πίστεως ἐκ μέρους τῶν εἰκονομάχων. Ἡ
ἀσυμφωνία αὐτή, κατὰ τὸν ὅσιο, ἦταν λογικὴ ἀκολουθία τῆς προσπάθειας τῶν εἰκονομάχων
νὰ ὑποστηρίξουν μὲ τρόπο
θεωρητικὸ μιὰ πρακτική (αὐτὴ τῆς ἀρνήσεως τῶν ἱερῶν Εἰκόνων)
καταδικασμένη ἀπὸ
τὴν Ἐκκλησία. Kατ' αὐτὸ τὸν τρόπο, οἱ εἰκονομάχοι ἐμφάνιζαν ἀντιφατικὴ
συμπεριφορά, καθὼς τὴ στιγμὴ ποὺ ἰσχυρίζονταν, ὅτι αὐτοὶ μόνοι
ἀκολουθοῦν τὴν Παράδοση, ἔρχονταν σὲ ἀντίθεση μὲ θεμελιώδη δόγματα τῆς
Ἐκκλησίας, τὰ ὁποῖα ἐπιχειροῦσαν νὰ ἑρμηνεύσουν μὲ τὸ δικό τους τρόπο,
πολλὲς φορὲς διαφορετικὸ σὲ σχέση μὲ ὅσα φρονοῦσαν ἀρχικῶς. (Τοῦτο
ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ τοὺς σύγχρονους Οἰκουμενιστές, ἐν μέρει δὲ καὶ μὲ
τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές, καὶ ἀναφερόμαστε πάντα στὸ κρίσιμο σημεῖο τῆς
ἀνοχῆς ἢ τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικούς, παρὰ τὶς ἀντίθετες
διακηρύξεις τους καὶ "Ὁμολογίες Πίστεως"!).
Κατὰ
τὸν
ἱερὸ Πατέρα, ἡ ἀντιφατικὴ αὐτὴ συμπεριφορὰ τῶν εἰκονομάχων, ἀποτελεῖ
προϊὸν "ἀδοκίμου νοῦ" καὶ "ἐσκοτισμένης καρδίας" καὶ ἀποκαλύπτει τὴ
σύγχυση, στὴν
ὁποία εἶχαν περιέλθει οἱ Εἰκονομάχοι...
Κατὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο, Ὁ τρόπος τοῦ βίου τῶν
Εἰκονομάχων προσδιορίζει τὸ εἶδος τῆς πίστεώς τους, ὅπως καὶ ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος διδάσκει ὅτι "τῶν λόγων σου τὰ ἔργα ἐμοὶ πιστότερα" "συνῆκται οὖν
ἐξ ἀληθείας ἰουδαΐζειν τοὺς εἰκονομάχους". Εἶναι σαφὲς ὅτι τὸ "ἐξ ἀληθείας"
ἀντιπροσωπεύει τὸν τρόπο βίου τῶν εἰκονομάχων, ὁ ὁποῖος ἀποκαλύπτει τὸ εἶδος
τῆς πίστεώς τους.
Ἡ
παρερμηνεία τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους ἐπηρέαζε ἐπίσης
ἀντιστρόφως τὸν τρόπο τοῦ βίου τους, οὕτως ὥστε νὰ προκαλεῖται μία ἀδιέξοδη
ἀνακύκληση, ποὺ ἐπέτεινε τὸ μέγεθος τῶν κακοδοξιῶν αὐτῶν.
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος προχωρεῖ καὶ σὲ αὐτὴ τὴν ἀξιόλογη παρατήρηση. Πὼς
ἀκόμα κι ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἔχει καταδικάσει τὶς εἰκονομαχικὲς
κακοδοξίες, ἐντούτοις τὰ "ψυχόλεθρα διδάγματα", ποὺ ἀποτελοῦν προϊὸν ἀσεβείας
δὲν ἔχουν ἐκλείψει παντελῶς. Ἀντιθέτως λειτουργοῦν πλέον ὡς παραδιδόμενες
διδασκαλίες στὶς ἑπόμενες γενεές.
Πρόκειται γιὰ μιὰ νέα μορφὴ Παραδόσεως
ἀπόρριψη τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ "μεταστοιχείωσιν
τῶν ἁπάντων ἀθεωτάτην". Μὲ τὴν ἀπόρριψη αὐτὴ παραμερίζονται ἀπὸ τὴν κανονικὴ
τάξη τῆς Ἐκκλησίας ὕμνοι "θεοπαράδοτοι" ...μὲ συνέπεια τὴν παγίωση ἑνὸς τρόπου
θρησκευτικοῦ βίου ἀντιθέτου ὡς πρὸς τὸ πνεῦμα καὶ τὸ χαρακτῆρα τῆς γνήσιας
Παραδόσεως.
"Ἐλεεινὰ
τὰ πάντα ἡμῖν καὶ ὀδυρμῶν ἄξια· παραστέλλονται ψαλμῳδίαι ἀρχαιοπαράδοτοι, ἐν αἷς περὶ
εἰκόνων ᾄδεταί τι, ἀντᾴδεται τὰ νέα δόγματα, ἀσεβῆ εἰς προῦπτον κείμενα, ἄλλα
τοῖς παισὶ πρὸς τῶν διδασκάλων παραδιδόμενα· καὶ μεταστοιχείωσις τῶν πάντων ἀθεωτάτη.
ἐγενόμεθα κυρίως εἰπεῖν ὡς Σόδομα καὶ Γόμορρα κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν...".
"Ἡ
Εὐχαριστία ἀναθεωρουμένη, συντομεύεται· τροπάρια ἁγίων, ἀγρυπνίαι καί τινες τῶν
ἀκολουθιῶν παύονται· πολλαὶ δὲ τῶν ἑορτῶν νηστειῶν καὶ παραμονῶν
καταργοῦνται ἐν τῷ Τυπικῷ τῆς Ἐκκλησίας".
Ἀπὸ
τὶς ἐπισημάνσεις αὐτὲς τοῦ ὁσίου Θεοδώρου, καθίσταται σαφές, ὅτι ἤδη ἀπὸ τὴν
ἐποχή του εἶχε παγιωθεῖ μία μορφὴ παραδόσεως τῆς διδασκαλίας τῶν εἰκονομάχων, ἡ
ὁποία, ἐνῶ ἀπέρριπτε οὐσιώδη χαρακτηριστικὰ τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας,
ἐντούτοις διεκδικοῦσε τὴν αὐθεντικότητα τῆς ὀρθοδοξίας. Ἡ μορφὴ αὐτὴ τῆς
Παραδόσεως, τὴν ὁποία ὁ ἱερὸς πατέρας ὁρίζει ὡς "μεταστοιχείωσιν τῶν ἁπάντων
ἀθεωτάτην", ἐπειδὴ στὴν οὐσία ἀντιμαχόταν τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν
φυσικὸ ὅτι δὲν ἀνῆκε στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ στὸ χῶρο τῆς αἱρέσεως.
Σύμφωνα
μὲ πληροφορίες συγγραφέων τῆς ἐποχῆς οἱ εἰκονομάχοι εἶχαν ἐπαναφέρει στὴ Θ.
Λειτουργία τὸ ἁρμόνιο καὶ ἄλλα ὄργανα, καθιστώντας την κοσμικὸ θέαμα.
β) Τὸ μαρτύριο ὡς ἡ ἐσχάτη ἔκφραση τῆς συμφωνίας πίστεως καὶ βίου τοῦ
ὀρθοδόξου, μὲ κύρια ἀναφορὰ στὸ μοναχισμό.
Στὸν ἀντίποδα τοῦ αἱρετικοῦ
βίου τοῦ εἰκονομάχου εὑρίσκεται ὁ βίος τοῦ ὀρθοδόξου. Ἡ ἀντίθεση μεταξὺ τῶν δύο
βίων προκύπτει ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τὴς στάσεως τοῦ ὀρθοδόξου ἔνανατι τῶν ἱερῶν εἰκόνων
καὶ τοῦ τρόπου ζωῆς, ποὺ διορίζει καὶ προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ στάση αὐτή. Ὁ
ὀρθόδοξος θεωρεῖ τὴ συμφωνία πίστεως καὶ βίου ὡς θεμέλιο λίθο αὐθεντικῆς
πνευματικῆς ζωῆς.
Οἱ βασικὲς ἀρχὲς
πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ἱεροῦ πατέρα, κατὰ πρῶτο λόγο, ἀφοροῦν στοὺς μοναχούς. Σὲ
μιὰ δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, οἱ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν τὰ "νεῦρα
τῆς Ἐκκλησίας", ἦσαν ἐπιφορτισμένοι ἰδιαιτέρως μὲ τὴν εὐθύνη τῆς ὑπερασπίσεως
τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας... Ὁ ἀγωνιστὴς μοναχός, πρέπει νὰ τηρεῖ,
ὡς πλαίσιο τοῦ πνευματικοῦ του ἀγώνα, τὴ συμφωνία πίστεως καὶ βίου, τὴν ὁποία
ἀστόχησαν νὰ ἐφαρμόσουν οἱ εἰκονομάχοι. Ἡ συμφωνία ὅμως πίστεως καὶ βίου
λειτουργεῖ ὡς πλαίσιο μίας γνησιότερης πνευματικῆς ζωῆς, τῆς ὁποίας ἡ ὕψιστη
ἀρχὴ εὑρίσκεται στὴν "ὁμολογία" καὶ τὸ "μαρτύριο"..., ποὺ
ἀποτελεῖ τὴν ἔσχατη ἔκφρασή της. Μὲ τὸν
τρόπο αὐτό, ὁ ὅσιος προβάλλει πλέον μιὰ ἄλλη ἀντίληψη γιὰ τὴ δυναμικὴ τῆς
ἀντιδράσεως τῶν ὀρθοδόξων ἔναντι τῶν κακοδοξιῶν τῶν εἰκονομάχων. Γιὰ τὸν
ὁμολογητὴ μοναχό, ἡ ἔκφραση τοῦ ὀρθοδόξου βίου δὲν ἐξαντλεῖται στὴν προσκύνηση
καὶ τιμὴ πρὸς τὶς εἰκόνες ἀλλὰ στὸ μαρτύριο ὑπὲρ αὐτῶν. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά τὸ
μαρτύριο ὑπὲρ τῶν εἰκόνων ἀποτελεῖ "ἐνέχυρο"
ὀρθῆς πίστεως.
Να ξεκαθαριστεί όμως τι είναι ιερά παράδοσις. Είναι αυτή που αναφέρει ρητώς ο θεόπνευστος Απόστολος λέγοντας "Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις, ας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι΄ επιστολής ημών (2 Θεσσαλ. β΄15). Ιερά παράδοσις είναι ό,τι εδίδαξε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και οι θεόπνευστοι Απόστολοί Του, και καταγράφηκε στην Καινή Διαθήκη, κηρύχθηκε και εφαρμόσθηκε από την Αληθινή Εκκλησία των πρώτων αιώνων και διευθετήθηκε από τις Συνοδικές αποφάσεις των Οκτώ (8) Οικουμενικών Συνόδων. Η άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις Πίστις η εκ θείας Αποκαλύψεως. Αυτή και μόνον είναι η Ιερά Παράδοσις, αυτή και η Ιερά Παρακαταθήκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είναι Ιερά Παράδοσις τα παρεισφρύσαντα σκύβαλα των ειδωλολατρών ούτε και οι επιδράσεις των ανατολικών μυστικιστών. Ούτε το ράσο είναι Ορθόδοξος ιερά παράδοσις, ούτε οι εικόνες (απεναντίας: "ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον ου προσκυνήσεις ουδέ μη λατρεύσεις αυτοίς" ) όταν οι εικόνες αντί τιμής επιδέχονται προσκυνήσεως και λατρείας ή θαυματουργικής υποστάσεως, ούτε τα τεριρέμ, ούτε η σιμωνία και η πώλησις των μυστηρίων, ούτε η υποχρεωτική αγαμία του ανώτερου κλήρου, ούτε η υπαλληλική στο Κράτος υπόστασις των εκκλησιαστικών ηγουμένων, ούτε η αναχώρησις δια κατά μόνας ησυχασμόν εκ του κόσμου πλην ελαχίστων παροδικών περιπτώσεων. Δεν διδάσκει τέτοια το ευαγγέλιο. Αν οι θεωρούμενοι σούπερ Ορθόδοξοι ποδοπατούν το Ευαγγέλιο και πιστεύουν και εφαρμόζουν μεταγενέστερες διατάξεις ανθρώπων, θα τους κρίνουν οι πράξεις τους αλλά και οι πιστεύοντες στον Λόγο του Θεού και όχι σε ανθρώπινα υποκατάστατά του, έστω και αν αυτούς τους θεωρούν οι "παπίσκοι" αιρετικούς. Αιρετικός είναι αυτός που εκτρέπεται από το Ευαγγέλιο.
Ε! τι λές " και διευθετήθηκε από τις Συνοδικές αποφάσεις των Οκτώ (8) Οικουμενικών Συνόδων."
ΔιαγραφήΗ 9η Οικουμενική Σύνοδος: 1341 μ.Χ. συγκλήθηκε από αυτοκράτορα, (Συνοδικός Τόμος του 1341) και συμμετείχε Θεούμενος (Άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς), και οι αποφάσεις της έγιναν δεκτές από ολόκληρη την Εκκλησία. τα πρακτικά της προσυπέγραψαν τέσσερις ρωμαίοι Πατριάρχες και επικύρωσε ο ρωμαίος αυτοκράτορας. Απουσίαζε η Ρώμης που εν τω μεταξύ είχε καταληφθεί βίαια από τους Φράγκους, Συνεπώς και η Σύνοδος αυτή έχει αξία Οικουμενικής Συνόδου. Δογμάτισε για την άκτιστη Ουσία και την άκτιστη Ενέργεια του Θεού, καθώς επίσης και για τον Ησυχασμό, καταδικάζοντας τον αιρετικό Βαρλαάμ τον Καλαβρό.
Τι θέλεις να πεις ανώνυμε; Δεν τα λέει καλά ο Άγιος Θεόδωρος; Μιλά το κείμενο του Κορναράκη για κακή Παράδοση; Τι διευκρινίζεις; Ποιο σκοπό (ή σκοπιμότητα) εξυπηρετεί το σχόλιό σου;
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Θεωρούμε, ότι η ανωτέρω θεώρηση είναι άστοχη, διότι:
1/ Το ράσο είναι παράδοση μόνο για τους μοναχούς και όχι για τους εγγάμους ιερείς.
2/ Οι εικόνες αποτελούν παράδοση βασιζόμενη στις απόφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
3/ Η λατρεία των εικόνων των αγίων δεν είναι παράδοση. Η λατρεία της εικόνας του Χριστού είναι παράδοση. Αντίθετα, η προσκήνυση όλων των εικόνων είναι παράδοση.
4/ Οπωσδήποτε δεν είναι παράδοση τα τεριρέμ, η σιμωνία, η πώληση των μυστηρίων.
5/ Η υποχρεωτική αγαμία του ανώτερου κλήρου είναι παράδοση βάσει του ιβ΄ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής, που διορίζει, ότι οι Αρχιερείς είναι άγαμοι (μοναχοί).
6/ Η μισθοδοσία του κλήρου δεν είναι παράδοση, τουναντίον καταπάτηση του ευαγγελικού λόγου, περί μισθωτού και ποιμένος.
7/ Ο ησυχασμός αποτελεί παράδοση ήδη από τον απόστολο Παύλο, που θέλει να είναι όλοι σαν και αυτόν (δηλ. άνευ συζύγου).
8/ Οι μεταγενέστερες διατάξεις ανθρώπων είναι διατάξεις της Εκκλησίας, δηλ. του σώματος του Χριστού, του σώματος των αγίων.
9/ Το Ευαγγέλιο δεν είναι ο Λόγος του Θεού. Είναι ο λόγος περί του Λόγου του Θεού. Πάνω από όλους και όλα είναι ο Χριστός, η κεφαλή της Εκκλησίας, η οποία Εκκλησία γράφει το Ευαγγέλιο δια των αγίων ευαγγελιστών και αποστόλων και το ερνηνεύει δια των αγίων Πατέρων και των αγίων Συνόδων. Επομένως πάνω από τους πάντες και τα πάντα (και μετά το Χριστό) είναι η Εκκλησία.
10/ Αιρετικός δεν είναι αυτός που εκτρέπεται από το Ευαγγέλιο, αλλά αυτός που εκτρέπεται από τα Δόγματα και τους Κανόνες της Εκκλησίας, καθότι η εκτροπή από μόνο το Ευαγγέλιο μυρίζει Προτεσταντισμό.
ΙΚ
Τι λέει ο άνθρωπος;
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ σκοπιμότητα του α σχολίου είχε σχέση με τον υπέρτιτλο και μόνο : "Απόρριψη της Παραδόσεως από Εικονομάχους καὶ Οικουμενιστές" ώστε με την ευκαιρία, για πολλοστή φορά σαν σχόλιο, να διευκρινιστεί τι είναι πραγματική Ιερά Παράδοσις και τι όχι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι οι Εικονο(ειδωλο)λάτρες της εποχής μας καταπατούν την Ιερά Παράδοση. π.χ. δεν είναι ιερά παράδοσις η ειδωλολατρικού χαρακτήρα λατρεία των περιφερόμενων "θαυματουργών" εικόνων αλλά και των περιφερόμενων προσκυνητών προς την "θαυματουργή" εικόνα και προσκύνημα (και οι βυζαντινές αυτοκρατορικές πολυτελείς στολές). Κι ας αποφέρουν οβολούς. Δεν είναι Ιερά Παράδοσις αλλά ούτε καν Ορθοδοξία. Ας αποκαταστήσουμε κάποτε την αληθινή Πίστι μας.
Και οι Αντιοικουμενιστές, παρομοίως ας μην νομίζουν ότι δεν καταπατούν την Ιερά Παράδοση λόγω του αντιοικουμενικού αγώνος τους, όταν αποδέχονται εκτροπές, όπως π.χ. ελάχιστα παραδείγματα ανέφερα. π.χ. πόσοι "Ορθόδοξοι" αποδέχονται την όγδοη (8η) Οικουμενική Σύνοδο;
Συμφωνώντας εις άπαντα πλην όσων διευκρινίζονται, με τον ΙΚ, ο α σχολιαστής εννοεί ότι αιρετικός είναι αυτός που εκτρέπεται από το Ευαγγέλιο, και από τα Δόγματα και τους Κανόνες της Εκκλησίας εφόσον αυτοί δεν διαφωνούν με την Αγία Γραφή.
Ο Απόστολος Παύλος ήταν μοναχός αλλά απαντήστε μου σε ποιο μοναστήρι μόνασε απομονωμένος. Οργωσε δυο και τρεις φορές τον τότε γνωστό κόσμο εντός του κόσμου και της Εκκλησίας.
Η υποχρεωτική αγαμία του ανώτερου κλήρου δεν είναι Ιερά παράδοση αλλά προσωρινή εκτροπή από την Ευαγγελική διδασκαλία.
Αντιγράφω σχετικό άρθρο, στο οποίο φαίνεται πόσο σε βάθος χρόνου οι Ορθόδοξοι περιφρονούμε τις αληθινές ιερές Παραδόσεις, πόσο οι δήθεν "ορθόδοξοι" προσκυνούμε το πασουμάκι του "αλάθητου" και "εις τόπον θεού" μη αποδεχόμενοι την ογδόη Οικουμενική Σύνοδο και τον Μεγάλο Φώτιο, αλλά αποδεχόμαστε ευχάριστα κάθε παραμύθι και σκοταδιστική πλάνη.
6 Φεβρουαρίου, Φωτίου
Φώτιος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Εἶναι λυπηρὸ ὅτι ἡ ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη τιμᾶται στὶς 6 Φεβρουαρίου, δὲν ἀνευρίσκονταν στὰ μηναῖα τῆς ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος γνωρίζει ποιοί εἶναι οἱ λόγοι ποὺ ὁ Φώτιος, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐκκλησιαστικὲς προσωπικότητες, πέρασαν δέκα περίπου αἰῶνες γιὰ νὰ μπῇ στὶς μέρες μας στὰ βιβλία τῆς ἐκκλησίας! Ἡ ἡμέρα ἐκείνη θὰ τὸ ἀποκαλύψῃ.
Συνέχεια :
ΑπάντησηΔιαγραφήὉ Φώτιος (820-891) γεννήθηκε στὴ Βασιλεύουσα ἀπὸ γονεῖς ποὺ κατεῖχαν μεγάλα ἀξιώματα καὶ εἶχαν ἀριστοκρατικὴ καὶ εὐγενῆ καταγωγή. Ὁ Σέργιος καὶ ἡ Εἰρήνη, εὐλαβέστατοι Χριστιανοί, μαρτύρησαν στὰ ἄστατα χρόνια τῆς εἰκονομαχίας καὶ γιορτάζονται σὰ μάρτυρες στὶς 13 Μαΐου. Ὁ ἐξ αἵματος εὐγενὴς καὶ πλούσιος οἰκονομικὰ γιός τους Φώτιος, λόγῳ καὶ τῆς ἐκτάκτου εὐφυΐας του, πῆρε καλὴ μόρφωσι. Ὅπως ὁμολογεῖ ἕνας ἀντίπαλός του, διδάχτηκε «μαθήματα γραμματικῆς καὶ ποιήσεως, ῥητορικῆς τε καὶ φιλοσοφίας, καὶ δὴ καὶ ἰατρικῆς καὶ πάσης ὀλίγου δεῖν (= σχεδὸν) ἐπιστήμης τῆς θύραθεν»1 . Νωρὶς τέλειωσε τὶς σπουδές του καὶ δίδαξε στὰ ἀνώτατα διδακτήρια τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς καθηγητής.
Αἰῶνες εἶχε νὰ ἐμφανιστῇ στὸ στερέωμα τῆς ἐκκλησίας ἄνθρωπος τέτοιων καταπληκτικῶν ἱκανοτήτων ἤθους καὶ δραστηριότητος. Φιλομαθής, πολυμαθής, ὀξύνους, ξεπέρασε στὴ σοφία ὅλους τοὺς συγχρόνους του. Δὲν ὑπῆρξε τομέας στὴν πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ζωή, στὸν ὁποῖο νὰ κατέγινε καὶ νὰ μὴ διέπρεψε. Ἀνέβηκε μὲ τὴν ἀξία του στὰ ὑψηλότερα ἀξιώματα τῆς πολιτείας καὶ στὴ συνέχεια τῆς ἐκκλησίας. Ἔγινε πρωτοσπαθάριος (= ἀρχηγὸς τῆς φρουρᾶς τοῦ αὐτοκράτορος), πρωτοασηκρῆτις (= γενικὸς γραμματέας τοῦ κράτους), καὶ συγκλητικὸς (= βουλευτής).
Παράλληλα ὁ Φώτιος ἦταν καὶ πιστὸς καὶ εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος καὶ ταπεινὸς καὶ κατὰ Θεὸν σοφός. Ἡ ὀρθόδοξη ἀνατολικὴ ἐκκλησία, ἐπωφελούμενη τὰ σπάνια χαρίσματά του τὸν ἀξιοποίησε.
Ἦταν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία τὸ σκάφος της δερνόταν ἀπὸ τὴ μιὰ ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα τῶν ἐσωτερικῶν διαταραχῶν καὶ αἱρέσεων, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀπὸ τὴν ἀδηφάγο πλεονεκτικότητα τοῦ παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἅπλωνε τὰ πλοκάμια του αὐθαιρέτως μέχρι τὴν ἀνατολή, στηριζόμενος στὴν ψευδο-κωνσταντίνεια δωρεὰ2 καὶ στὶς ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις3, μὲ προφανῆ σκοπὸ νὰ ἐπιβάλῃ τὸ παπικὸ βέτο στὴν ἁπανταχοῦ γῆς ἐκκλησία. Σὲ μιὰ τέτοια ἐποχὴ ἡ ἐκκλησία προώθηκε τὸ Φώτιο ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ διακόνου μέχρι τοῦ πατριάρχου σὲ 7 μέρες.
Στὴ δεκαετία 857-867 μὲ τὸ Φώτιο πατριάρχη αὐξήθηκε τόσο πολὺ τὸ κῦρος τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας, ὥστε ὁ πάπας μὲ ἀνησυχία ἔβλεπε νὰ ματαιώνωνται ὅλες οἱ βλέψεις του. Ὁ Φώτιος διωργάνωσε τὸν κλῆρο, συγκάλεσε συνόδους, ἀπέστειλε ἱεραποστολὲς στὶς σλαυϊκὲς χῶρες καὶ τὶς ἐκχριστιάνισε ὅλες, μειώνοντας ἀφάνταστα τὴν ἐπιρροὴ τοῦ παπισμοῦ.
Κάθε μεγάλο ἔργο ὅμως δὲν ἦταν δυνατὸν παρὰ νὰ πολεμηθῇ. Πολιτικὲς διαταραχὲς κατεβάζουν τὸ Φώτιο ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο, ἀλλ᾿ ἐκεῖνος δὲν ἔχασε τὴν ψυχραιμία του. Μὲ αἰσθήματα μεγαλοψυχίας ὑπέμεινε τὴν ταπείνωσι αὐτή, ἕως ὅτου ἐπανῆλθε στὴν πατριαρχική του ἐξουσία γιὰ ἄλλα ὀχτὼ χρόνια (878-886), ὅταν ἀπὸ τὸ Λέοντα σοφὸ ἀπομακρύνθηκε ὁριστικά, καὶ μετὰ δέκα χρόνια ἰδιωτικῆς ζωῆς ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ.
Συνέχεια: ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΠΟΥ ΟΜΩΣ ΚΑΤΑΠΑΤΟΥΜΕ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤὸ μεγαλύτερο ἔργο τῆς δεύτερης πατριαρχικῆς θητείας του ἦταν ἡ σύγκλησι τῆς Η΄ οἰκουμενικῆς συνόδου τὸ 879, ἡ ὁποία ἔδωσε τὸ ἰσχυρότερο μάθημα στὴν παπικὴ αὐθαιρεσία. Κατ᾿ αὐτὴν καταδικάστηκε τὸ Filioque σὰν διδαχὴ καὶ προσθήκη στὸ σύμβολο τῆς πίστεως, ἀγνοήθηκε παντελῶς τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα Ῥώμης καὶ τὸ ἔκκλητο4, ἀποκρούστηκε ἡ συζήτησι γιὰ τὴ Βουλγαρία, ἐπικυρώθηκε ἡ ἐγκυρότητα τῆς ἀρχιερωσύνης τοῦ Φωτίου ἀπὸ ὅλα τὰ πατριαρχεῖα, ὑπερθεματίζοντος καὶ τοῦ πάπα Ῥώμης, ἀναθεματίστηκαν ὅλες οἱ κατὰ τοῦ Φωτίου σύνοδοι ποὺ ἔγιναν στὴ Ῥώμη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι. Ὅλα αὐτὰ ταπεινωμένος τὰ ὑπέγραψε καὶ ὁ πάπας Ῥώμης καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του. Αὐτὴ εἶναι ἡ Η’οἰκουμενικὴ σύνοδος, ἡ ὁποία ἀργότερα φρόντισε ὁ παπισμὸς νὰ τὴν ἐξαφανίσῃ ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς ἱστορίας, ὥστε νὰ παραμείνῃ ἄγνωστη ὡς Η΄ οἰκουμενική. Ἀκόμη καὶ στὰ πανεπιστήμια σήμερα γίνεται λόγος μόνο γιὰ 7 οἰκουμενικὲς συνόδους5
Ὁ Φώτιος ὑπῆρξε μέγας ἄντρας καὶ δικαίως τοῦ ἀποδόθηκε ὁ τίτλος αὐτός. Εὔστροφος πολιτικός, ἀκαταπόνητος ἱεράρχης, πολυμερὴς ἐπιστήμων, πολυγραφώτατος συγγραφεύς, ἀπαράμιλλος κριτικός, δόκιμος διδάσκαλος, ἀκατάβλητος ἱεραπόστολος.
Δὲν θὰ γίνῃ λεπτομερὴς λόγος γιὰ τὰ συγγράμματά του. Ἀρκεῖ νὰ λεχθῇ ὅτι ὠνομάστηκε «νεώτερος Ἀριστοτέλης». Σήμερα, ὕστερα ἀπὸ κορυφαία ἐξέλιξι στὶς ἐπιστῆμες, τὰ συγγράμματα τοῦ Φωτίου δὲν ἔχασαν τὴν ἐπιστημονική τους ἀξία· χρησιμοποιοῦνται εὐρύτατα ἀπὸ τοὺς ἐρευνητὰς ὡς πηγὲς γνώσεως καὶ εὐσεβείας.
Ἂς παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ ν᾿ ἀναδεικνύῃ στὰ ὕπατα ἀξιώματα τῆς πολιτείας καὶ τῆς ἐκκλησίας, τέτοιας βαρύτητος καὶ τέτοιου ἤθους ἀναστήματα.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
1. Mansi 16, βίος Ἰγνατίου, σελ. 207.
2. Μῦθος καὶ χάλκευμα τοῦ παπισμοῦ, ὅτι τάχα ὁ Κωνσταντῖνος φεύγοντας ἀπὸ τὴ δύσι καὶ ἐγκαθιστάμενος στὴν ἀνατολὴ δώρισε στὸν πάπα Σίλβεστρο καὶ σ’ὅλους τοὺς μετὰ ἀπὸ αὐτὸν ἐσαεὶ πάπες τὴν ἀνωτάτη ἐγκόσμια ἐξουσία πάνω στὴ γῆ, πιὸ πάνω καὶ ἀπὸ τὴ δική του, καὶ πολλὲς ἄλλες προνομίες· Σιαμάκης Κ., Τόμος χαρᾶς, σ. 18-19.
3. Πλαστὴ συλλογὴ ἀποφάσεων (Decretalium Collectio) ὑπὲρ τῆς παπικῆς ὑπερεξουσίας, ποὺ ἀποδίδεται στὸν Ἰσίδωρο Ἱσπάλεως. Μία ἀπ᾿ αὐτὲς εἶναι καὶ ἡ λεγομένη «Κωνσταντίνειος δωρεά»· Τοῦ αὐτοῦ, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σ. 18-20.
4. Ἔκκλητον λέγεται ἡ αὐθαίρετη καὶ ἑωσφορικὴ ἀξίωσι τοῦ πάπα νὰ προσφεύγῃ σ᾿ αὐτὸν ὅλη ἡ ἐκκλησία τῆς οἰκουμένης τόσο γιὰ τὰ πνευματικὰ ὅσο καὶ γιὰ τὰ διοικητικὰ θέματα σὰν σὲ ἀνωτάτη καὶ μοναδικὴ ἀρχὴ πάνω στὴ γῆ, ποὺ ἔχει χορηγηθῆ σ’αὐτὸν ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ Μ. Κωνσταντῖνο.
5. Σιαμάκης Κ., Τόμος χαρᾶς, σ. 48.
Και τελευταία διαφωνία με τον Κο ΙΚ (ανιαρή η επανάληψη αλλά χρήσιμη λόγω θεμάτων Σωτηρίας)
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο Ευαγγέλιο είναι ο λόγος του θεού.
Το Ευαγγέλιο φυσικά είναι και ιστορικό βιβλίο (λόγος για τον Λόγο) αλλά πρώτιστα είναι το ιερό κείμενο της νέας συμφωνίας, η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ, δηλαδή το έγγραφο Συμβόλαιο μεταξύ Θεού και ανθρώπων, Θεόπνευστο (όλη η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη - "πάσα Γραφή θεόπνευστος") ο Λόγος του Θεού, η όντως Ιερά Παράδοσις και η Ιερά Παρακαταθήκη.
Το ότι το Ευαγγέλιο είναι ο απαρέκκλιτος οδηγός της Εκκλησίας φαίνεται όχι από το ότι κατά τη Θ. Λειτουργία υψώνεται, αναγινώσκεται και προσκυνείται αλλά από το ότι ρητώς αναφέρεται οτι "ει τις την διδαχήν αυτήν ου φέρει" ανάθεμα έστω, καν διδάσκαλος (ψευδοδιδάσκαλος), καν επίσκοπος (ανάξιος πλην έχων την χάριν των μυστηρίων), καν εκκλησία (πλανεμένη, αποτειχισθώμεν της πλάνης).
Ας επαναλάβω, ότι ο Ιερός Χρυσόστομος διδάσκει πως επειδή ο Θεός γνωρίζει την πονηρία των ανθρώπων οι οποίοι θα φρόντιζαν να αλλοιώσουν κατά το δοκούν του αμαρτωλού αλαζονικού σαρκίου τους τις διδασκαλίες του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού φρόντισε δια του Αγίου Πνεύματος ΄ώστε: οι απαραίτητες για την Σωτηρία μας Αλήθειες της Πίστεως και οι οδηγίες βίου να καταγραφούν απο τους Αποστόλους, και να συμπεριληφθούν στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης.
Η Εκκλησία ΔΕΝ γράφει το Ευαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΑΞ από τους συγκεκριμένους συγγραφείς - Αποστόλους του Θεού και δεν ξαναγράφεται ούτε μπορεί η Εκκλησία να το αλλοιώσει εις τον Αιώνα του Αιώνος.
Μοναδική δικαιοδοσία της Εκκλησίας ήταν και ειναι να ερευνήσει ποια είναι τα γνήσια συγγράμματα των Αποστόλων, να τα συμπεριλάβει στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, στο "Ευαγγέλιο" (αντίστοιχα 'επραξε με τα βιβλία της Π.Δ.) και να διαφυλάξει στους αιώνες α) την γνησιότητα του Κανόνος δηλ. ποια είναι κανονικά βιβλία και ποια όχι (νόθα, απόκρυφα) β) την αυθεντικότητα του κειμένου γ) την Εκκλησιαστική Αποστολική Ερμηνεία (η οποία υφίσταται, έστω κι αν σε χρόνους απατηλούς η εκκλησία παρεκκλίνει ακύρως και προσωρινώς).
Ευχαριστώ.
Εγινες και εικονομαχος,γιατρε!Τον ιβ' κανονα της Πενθεκτης Οικουμενικης,τον απορριπτει ο γιατρος!!Κυριε Γ.Ο.Χ τα ενανες σαλατα!!!
ΔιαγραφήΑν συμμετείχε ο ιατρός οι επικρίσεις θα ήσαν ...κατά ριπάς. Όπως παροτρύνει ο ιστολόγος σε επόμενο θέμα, οι καιροί είναι τόσο περίεργοι ώστε για έκαστο εξ ημών είτε ιατρό είτε ασθενή ισχύει το "ο σώζων εαυτόν σωθήτω".
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα σχόλια είναι απλές τοποθετήσεις στα πλαίσια του διαλόγου και έκαστος βαδίζει κατά τη συνείδησί του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Δεν γνωρίζουμε αν τα 4 σχόλια τα έγραψε γιατρός και μάλιστα ΓΟΧ. Αλλα΄αυτό δεν έχει σημασία. Από τις 10 παρατηρήσεις μας θα ασχοληθούμε εκτενώς με μία, με εκείνη για το Ευαγγέλιο.
Το Ευααγγέλιο δεν είναι ο Λόγος του Θεού, αλλά ο λόγος περί του Λόγου του Θεού. Ασφαλώς είναι η ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ, την οποίαν έγραψαν οι Ευαγγελιστές, αλλά δεν είναι πάνω από την Εκκλησία. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος είναι πάνω από το κατά Ματθαίον και όχι το ανάποδο. Γι' αυτό και η Εκκλησία την αγία Τράπεζα την εδραιώνει πάνω σε οστά αγίων (π.χ. του Ματθαίου) και όχι στο Ευαγγέλιο.
Το Ευαγγέλιο είναι θεόπνευστο, αλλά όχι αλάνθαστο, γιατί αυτός που το έγραψε ήταν ένας άγιος άνθρωπος, αλλά δεν το έγραψε κατά θεία υπαγόρευση, γι' αυτό και περιέχει λάθη (το λάθος ανθρώπινο) και θα εξηγήσουμε παρακάτω. Το ότι κατά τη θ. λειτουργία ανυψώνεται, αναγινώσκεται και προσκυνείται δεν σημαίνει ότι είναι πάνω από την Εκκλησία, μέλη άγια της οποίας το έγραψαν και μέλη άγια της οποίας το ερμήνευσαν. Η Εκκλησία λοιπόν, με αυτό το σώμα των αγίων μελών της γράφει το Ευαγγέλιο, το οποίον βέβαια δεν έπεσε εξ ουρανού (όπως λένε οι Μορμόνοι) και βέβαια ούτε ξαναγράφεται, ούτε μπορεί να αλλοιωθεί. Μοναδική λοιπόν δικαιοδοσία της Εκκλησίας είναι να γράψει και να ερμηνεύσει το Ευαγγέλιο:
Είναι λάθος να συγχέεται η Θεοπνευστία της Αγίας Γραφής με το αλάθητο. Η Αγία Γραφή είναι αλάθητη μόνο σε θέματα σωτηρίας και μόνο ερμηνευόμενη από την Εκκλησία, η οποία είναι και αυτή που έγραψε την Αγία Γραφή.
Τόσο στην Παλαιά, όσο και στην Καινή Διαθήκη, έχουν γίνει προσθήκες και αφαιρέσεις ή μετατροπές σε διάφορα σημεία τους. Βεβαίως οι μετατροπές είναι μικρής δογματικής σημασίας, εφόσον ξεκαθαρίζονται από άλλα σημεία, όμως δεν παύουν να είναι διαφορές.
Ο συγγραφέας ενός κειμένου της Αγίας Γραφής, συχνά μας γράφει αυτό που θυμόταν ή αυτό που κατάλαβε από μια ομιλία ή μια ιστορία. Μερικοί ακόμα, όπως ο ευαγγελιστής Λουκάς, δεν ήταν καν αυτόπτες μάρτυρες των όσων έγραψαν, αλλά μας μεταφέρουν όσα «διερεύνησαν» από τους αυτόπτες, όπως ο ίδιος ο Λουκάς παραδέχεται στην αρχή του βιβλίου του (1. 2): «καθώς παρέδοσαν ημίν οι απ’ αρχής αυτόπται και υπηρέται γενόμενοι του λόγου». Έτσι έχουμε το Χριστό που μίλησε, αυτόν που τον άκουσε και κατάλαβε όσα κατάλαβε, τον Λουκά, στον οποίο μεταφέρθηκαν αυτά τα λόγια και τον τρόπο που τα κατάλαβε ο Λουκάς. Στη συνέχεια, έχουμε τον Λουκά να τα καταγράφει και εμάς με τη σειρά μας, να τα διαβάζουμε και να τα κατανοούμε με τους δικούς μας περιορισμούς και τις δικές μας προκαταλήψεις και αντιλήψεις.
Για παράδειγμα, ο Λουκάς αναφέρει μια φράση του Χριστού από την επί του όρους ομιλία, ως εξής: «μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού» (6. 20). Αντιθέτως ο Ματθαίος την αναφέρει ως εξής: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5. 3). Όπως μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί, άλλο είναι «οι πτωχοί» και άλλο «οι πτωχοί τω πνεύματι». Και έστω και αν ισχύουν και οι δυο αυτές φράσεις για τη χριστιανική πίστη, δεν είπε ο Χριστός και τις δυο. Μία από τις δυο είπε. Τι είπε όμως; Είναι σαφές ότι τα λόγια του μεταφέρθηκαν διαφορετικά από έναν από τους δυο ευαγγελιστές! Γιατί εδώ, μεσολάβησε η προσωπική κατανόηση του μεταφέροντος το λόγο του Χριστού και βέβαια η μνήμη του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα άλλο παράδειγμα έχουμε στην Κυριακή προσευχή. Άλλη προσευχή καταγράφει ο Ματθαίος και άλλη ο Λουκάς, η Εκκλησία όμως επέλεξε τη μια από αυτές στη λατρευτική της ζωή:
Επομένως «θεοπνευστία» δεν σημαίνει «αλάθητο». Ο Θεός εκπληρώνει το σκοπό του, μέσα από την ανθρώπινη αδυναμία και τα λάθη. Και τότε είναι φανερό, ότι δεν είναι κανένας άνθρωπος ο αλάθητος οδηγός και φωστήρας, αλλά μόνον ο Θεός είναι Αυτός που μπορεί να οδηγήσει ασφαλώς την Εκκλησία Του.
Η Αγία Γραφή δεν είναι «υπαγορευμένο κείμενο». Οι συγγραφείς της, δεν είχαν τη συναίσθηση, ότι αυτό που έγραφαν θα ενσωματωθεί στην Αγία Γραφή. Έγραφαν περί της Αποκάλυψης του Θεού σ’ αυτούς. Δεν τους υπαγόρευσε ο Θεός την Αγία Γραφή, υπό τύπον προϊσταμένου και γραμματέως. Κατέγραψαν κάποια πράγματα ωφέλιμα (είτε κατ’ εντολή του Θεού, είτε από μόνοι τους), στα οποία υπήρχε και θεία Αποκάλυψη. Και αυτή η θεία Αποκάλυψη που περιείχαν, τα έκανε να συγκαταριθμηθούν από την Εκκλησία ως Θεόπνευστα. Δεν ήταν ολόκληρα Θεία Αποκάλυψη. Αλλά περιείχαν Θεία Αποκάλυψη. Αυτό σημαίνει, ότι δεν είναι σωστό να θεωρούμε κάθε τους λέξη ως αλάθητη. Αλλά μόνον εντός της παράδοσης της Εκκλησίας είναι δυνατό να γίνει η ορθή κατανόηση του κειμένου.
Αν ο σκοπός του Θεού ήταν να είναι η Αγία Γραφή αλάθητη, θα είχε αποτύχει! Γιατί έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω προβλήματα που αναφέραμε, κανείς δεν είναι δυνατόν να τη διαβάσει και να ισχυρισθεί ότι διαβάζει και αντιλαμβάνεται το ακριβές νόημα που είχε υπόψη του ο συγγραφέας του κάθε βιβλίου. Το ακριβές νόημα της Θείας Αποκάλυψης δεν είναι δουλειά της Αγίας Γραφής, αλλά της Εκκλησίας συνολικά και διαχρονικά.
Αλλά η Αγία Γραφή, ως θεόπνευστο σύγγραμμα, είναι γραμμένο με τη Θεία Πρόνοια. Και τίποτα εκεί μέσα δεν είναι τυχαίο. Ο Θεός δια της Εκκλησίας Του, φρόντισε να γραφεί και να μαζευτεί, οτιδήποτε χρειαζόταν για το σκοπό της Αγίας Γραφής. Αυτό σημαίνει, ότι έχουν το σκοπό τους εκεί, ακόμα και τα λάθη! Έτσι ο πιστός πρέπει να ζητάει βοήθεια κατανόησης από «τον στύλο και εδραίωμα της αληθείας» (Τιμόθ. Α΄ 3. 15), δηλ. την Εκκλησία.
Όταν η Αγία Γραφή από μόνη της ερμηνευτεί ξέχωρα από την Ιερά Παράδοση, δεν διαφέρει από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο και περιέχει λάθη. Παράδειγμα: Γράφει ο Ματθαίος (27. 9): «τότε επληρώθη το ρηθέν δια Ιερεμίου του προφήτου λέγοντος. και έλαβον τα τριάκοντα αργύρια, την τιμήν του τετιμημένου ον ετιμήσαντο από υιών Ισραήλ». Λοιπόν, όσο και αν ψάξει κανείς στον Ιερεμία, αυτή τη παράγραφο δεν θα τη βρει! Και ας γράφει ο Ματθαίος, ότι το λέει ο Ιερεμίας. Υπάρχει όμως αυτό το εδάφιο; Ναι, υπάρχει, αλλά στον προφήτη Ζαχαρία (11. 12): «και ερώ προς αυτούς ει καλόν ενώπιον υμών εστιν, δότε στήσαντες τον μισθόν μου ή απείπασθε. και έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργυρούς». Εδώ είναι προφανές, ότι ο Ματθαίος έγραψε από μνήμης τη προφητεία και έκανε λάθος! Νόμιζε ότι την είχε διαβάσει στον Ιερεμία, αλλά την είχε διαβάσει στο Ζαχαρία! Συνεπώς αυτά που έγραφε, δεν του τα υπαγόρευε ο Θεός. Δικά του ήταν! Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να του υπαγόρευσε λάθος πληροφορία. Μήπως ο Θεός δεν ήξερε ποιος έγραψε την προφητεία; Όμως ο Θεός τον άφησε να κάνει αυτό το λάθος, για να είναι αυτό το λάθος σήμερα, ατράνταχτη απόδειξη, απέναντι σ’ αυτούς που έχουν την άποψη ότι η Αγία Γραφή είναι αλάθητη!
Ένα άλλο θέμα είναι αυτό των παρεμβολών στα κείμενα των Γραφών. Έτσι:
Ντροπή σου ΙΚ. Μόνο Προτεστάντης θα μπορούσε να γράψει έτσι.
ΔιαγραφήΣτο όνομα τίνος τελείται το μυστήριο του Βαπτίσματος; Είναι σαφές ότι τελείται στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Ο ιερέας εμβαπτίζει και αναδύει τον βαπτιζόμενο τρεις φορές απαγγέλοντας το «βαπτίζεται ο δούλος του Θεού ….. εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό συνέβαινε από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της Εκκλησίας; Όχι. Στις Πράξεις των Αποστόλων του Λουκά, πέντε φορές αναφέρεται, ότι το βάπτισμα ετελείτο στο όνομα του Ιησού Χριστού. Όπως επίσης και στις προς Ρωμαίους και Γαλάτας επιστολές του Παύλου και συγκεκριμένα:
1.- Πράξεις 2. 38: ο Πέτρος: «Πέτρος δε έφη προς αυτούς. Μετανοήσατε, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών,…..».
2.- Πράξεις 8. 16: οι Πέτρος και Ιωάννης: «ούπω γαρ ην επ’ ουδενί αυτών επιπεπτωκός, μόνον δε βεβαπτισμένοι υπήρχον εις το όνομα του Κυρίου Ιησού,…..».
3.- Πράξεις 10. 48: ο Πέτρος: «προσέταξέ τε αυτούς βαπτισθήναι εν τω ονόματι του Κυρίου,…..».
4.- Πράξεις 19. 6: ο Παύλος στην Έφεσο: «….. ακούσαντες δε εβαπτίσθησαν εις το όνομα του Κυρίου Ιησού».
5.- Πράξεις 22. 16: ο Σαούλ: «και νυν τι μέλλεις; Αναστάς βάπτισαι και απόλουσαι τας αμαρτίας σου, επικαλεσάμενος το όνομα του Κυρίου».
6.- Ρωμαίους 6. 3: ο Παύλος: «ή αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν;».
7.- Γαλάτας 3. 27: ο Παύλος: «όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε».
Στα ανωτέρω χωρία των Πράξεων των Αποστόλων του ευαγγελιστή Λουκά καταφαίνεται, ότι οι Απόστολοι Πέτρος, Ιωάννης και Παύλος βάπτιζαν «εις το όνομα του Ιησού Χριστού» και τούτο μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής.
Ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο τέλος του ευαγγελίου του (28. 18-20) διηγείται, ότι οι ένδεκα μαθητές (μεταξύ των οποίων οι Πέτρος και Ιωάννης) επήγαν εις την Γαλιλαία, εις το όρος, που τους είχε ορίσει ο Ιησούς (για να τον δουν μετά την Ανάσταση). Και όταν τον είδαν, τον προσκύνησαν, μερικοί όμως ήσαν διστακτικοί. Και ο Ιησούς τους επλησίασε και τους είπε: «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης. πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν».
Το ερώτημα είναι, ότι εφ’ όσον ήταν παρόντες οι Πέτρος και Ιωάννης και οι άλλοι Απόστολοι στη συνάντηση αυτή με τον Ιησού και άκουσαν τα λόγια του, γιατί αργότερα δεν τα εφάρμοσαν, αλλά βάπτιζαν στο όνομα Ιησού Χριστού. Αλλά και οι Λουκάς και Παύλος δεν είχαν ακούσει την εντολή; Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς, ότι αρνήθηκαν να εκτελέσουν την εντολή. Τότε τι συμβαίνει;
Η αλήθεια βρίσκεται στο ότι, ούτε ο Κύριος έδωσε αυτή την εντολή, ούτε στο Ματθαίο υπήρχε αυτό το χωρίο. Διότι απλούστατα δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη το δόγμα περί Αγίας Τριάδας, πράγμα που καθιερώθηκε με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (381). Έτσι, επί 4 αιώνες οι Χριστιανοί βαπτίζονταν στο όνομα του Ιησού Χριστού. Καθώς καταγράφει ο Περγάμου Ιωάννης, το χωρίο στο Ματθαίο είναι μεταγενέστερη προσθήκη, όταν πλέον το δόγμα της Αγίας Τριάδος εδραιώθηκε στην Εκκλησία. Και ομολογουμένως άργησε να καθιερωθεί. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, το Άγιον Πνεύμα αναφέρεται απλώς, ως το Πνεύμα του Θεού το άγιον. Στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο καταγράφεται ως εκπορευόμενον από τον Πατέρα και ως συμπροσκυνούμενο μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό. Έπρεπε να φθάσουμε στην ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (681) για να αναγνωρισθεί το Άγιον Πνεύμα, ως Θεός και ως ομοούσιον τω Πατρί: «Εις εν Πνεύμα άγιον, το εκ Θεού Πατρός εκπορευόμενον, το φως και Θεώ και αυτώ γνωριζόμενον, και ον αληθώς Πατρί και Υιώ συναϊδιον, ομοούσιόν τε και ομόφυλον, και της αυτής ουσίας και φύσεως, και ωσαύτως δε και θεότητος». Έτσι, επί 7 αιώνες δεν είχε γίνει συνείδηση στην Εκκλησία, ότι το Άγιο Πνεύμα ήτανε το 3ο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας και επομένως ήτανε πράγματι αδύνατο να έδωσε ο Κύριος αυτή την εντολή του βαπτίσματος, όπως αναφέρεται στο Ματθαίο.
Μια παρόμοια μεταγενέστερη παρεμβολή σε αγιογραφικό χωρίο έχουμε στην Α΄ επιστολή Ιωάννη: «ότι τρεις εισιν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα» (5. 7), όπου δηλώνεται σαφώς το τριαδολογικό δόγμα, το οποίον αναπτύχθηκε πολύ αργότερα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην ανωτέρω αναφορά του Ματθαίου (28. 18-20) χρησιμοποιεί και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, παρ’ όλον ότι αναφέρει και αυτός το βάπτισμα στο όνομα του Κυρίου: «Αυτός που βαπτίσθηκε για χάρη μας και βάζει μέσα μας τη δική του μορφή της αφθαρσίας και της αγιοσύνης. Κι’ αυτό βροντοφωνάζει ο Παύλος: «Όσοι βαπτισθήκατε στο όνομα του Κυρίου, ντυθήκατε τον Χριστό»» (Ερμηνεία εις το Σύμβολον της Πίστεως, P.G. 155, 797 A). Ο ίδιος ο άγιος αναλύοντας το χωρίο του Ιωάννη (Ιω. Α΄ 5. 7) καταγράφει: «Πιστεύω εις ένα Θεόν. Είναι μία αχώριστη η φύση των Τριών Προσώπων, μία ουσία, μία δύναμη, μία δόξα, μία θέληση, μία κίνηση, μία ενέργεια. Όπως και μία είναι η λάμψη της ακτίνας του ήλιου –και του φωτός- και όπως είναι μία η λάμψη και η θέρμη της φωτιάς και της ακτινοβολίας του φωτός» (P.G. 155, 821B).
Βέβαια, σήμερα βαπτίζουμε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, παρ’ όλον ότι στον αναγιγνωσκόμενο, κατά την ακολουθία της βάπτισης, Απόστολο αναφέρεται, ότι βαπτιζόμεθα στο όνομα του Χριστού!
ΙΚ
Ευχαριστούμε τον ΙΚ για τον κόπο του, όπως πάντα έχει πλήθος σωστών παρατηρήσεων ή απόψεων, αλλά και μερικά θέματα περί Κ.Δ. στα οποία υπάρχει ριζική διαφωνία (οι αντίστοιχες εξηγήσεις - απαντήσεις δύνανται να δοθούν από ειδικούς και όχι από έναν τυχαίο σχολιαστή (ανώνυμο, όχι ιατρό, ΓΟΧ ... ναι, με την έννοια ότι όλοι μας εδώ είμαστε Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, δεν παραχωρώ την αποκλειστικότητα του τίτλου σε κανέναν άλλο).
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα Πανεπιστήμια δυστυχώς δεν τα διδάσκουν πάντοτε και όλοι σωστά, επηρρεασμένοι από τις θύραθεν σπουδές στην Εσπερία ή την άγνοιά τους. Παράδειγμα μη Ορθόδοξης διδασκαλίας, στο δημοσιευμένο στην "Αποτείχιση" άρθρο http://apotixisi.blogspot.gr/2014/02/6.html#comment-form το οποίο λόγω σπουδαιότητας αντέγραψα ολόκληρο, και πάλι επαναλαμβάνω δύο σημεία:
"Εἶναι λυπηρὸ ὅτι ἡ ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, δὲν ἀνευρίσκονταν στὰ μηναῖα τῆς ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος γνωρίζει ποιοί εἶναι οἱ λόγοι ποὺ ὁ Φώτιος, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐκκλησιαστικὲς προσωπικότητες, πέρασαν ΔΕΚΑ περίπου ΑΙΩΝΕΣ γιὰ νὰ μπῇ στὶς μέρες μας στὰ βιβλία τῆς ἐκκλησίας! Ἡ ἡμέρα ἐκείνη θὰ τὸ ἀποκαλύψῃ." ... " ἦταν ἡ σύγκλησι τῆς Η΄ οἰκουμενικῆς συνόδου τὸ 879, ἡ ὁποία ἔδωσε τὸ ἰσχυρότερο μάθημα στὴν παπικὴ αὐθαιρεσία. Κατ᾿ αὐτὴν καταδικάστηκε τὸ Filioqueσὰν διδαχὴ καὶ προσθήκη στὸ σύμβολο τῆς πίστεως, ἀγνοήθηκε παντελῶς τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα Ῥώμης καὶ τὸ ἔκκλητο... ,ἀναθεματίστηκαν ὅλες οἱ κατὰ τοῦ Φωτίου σύνοδοι ποὺ ἔγιναν στὴ Ῥώμη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι. Ὅλα αὐτὰ ταπεινωμένος τὰ ὑπέγραψε καὶ ὁ πάπας Ῥώμης καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του. Αὐτὴ εἶναι ἡ Η’οἰκουμενικὴ σύνοδος, ἡ ὁποία ἀργότερα φρόντισε ὁ παπισμὸς νὰ τὴν ἐξαφανίσῃ ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς ἱστορίας, ὥστε νὰ παραμείνῃ ἄγνωστη ὡς Η΄ οἰκουμενική. Ἀκόμη καὶ στὰ πανεπιστήμια σήμερα γίνεται λόγος μόνο γιὰ 7 οἰκουμενικὲς συνόδους"
Δηλαδή η Ιερά Παράδοσις, καταπατείται!! Για 10 αιώνες εξαφανίστηκε η Θ. Λειτουργία από τα Μηναία της Εκκλησίας μας. Ακόμα και σήμερα, η ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ καταπατείται και οι Ορθόδοξοι αγνοούμε και περιφρονούμε την Η Οικουμενική Σύνοδο !!!
Τα σημαντικότερα όμως που δεν πρέπει να μείνουν ασχολίαστα είναι το κείμενο και η θεοπνευστία της Καινής Διαθήκης.
Οι προτεσταντικές εκδόσεις(Nestle - textus receptus) της Καινής Διαθήκης τις οποίες δυστυχώς αντιγράφουν και κάποιες εκδόσεις - μεταφράσεις της Κ.Δ. ορθοδόξων αδελφοτήτων ναι έχουν λάθη αντιγραφικά και προσθήκες, αλλά η Καινή Διαθήκη της Εκκλησίας μας, εκδόσεως Αποστολικής Διακονίας κατά το κείμενο του Οικουμενικού Πατριαρχείου που εκδόθηκε μετά από κριτική έκδοση των χειρογράφων πηγών, είναι το ίδιο με το αρχικό κείμενο των βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Επίσης το θέμα "αλάθητου" και "θεοπνευστίας" το έχουμε ξανασυζητήσει και κάθε επανάληψη είναι ανιαρή. Αλάθητη είναι η Καινή Διαθήκη στα ιστορικά γεγονότα (δεν λέει ποτέ ψέμματα) και στη Διδασκαλία που αφορά τη σωτηρία μας.