Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

O παραλογισμος εν παση τη δοξη του

Η ΑΓΙΟΠΟΙΗΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΛΑΦΑΤΗ ΚΑΙ ΤΑ  ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ ΑΥΤΗΣ.

του Ιερομοναχου Ευθυμιου Τρικαμηνα



          Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ ἐκκλησία δέν ἁγιοποιεῖ κανένα ἀπό τά μέλη της.  Δέν ἔχει δηλαδή τό δικαίωμα νά δώση τό χάρισμα καί τή χάρι τῆς ἁγιότητος σέ κάποιον ὁ ὁποῖος ἀπέθανε.  Τό μόνο της δικαίωμα ὅσον ἀφορᾶ τούς κεκοιμημένους εἶναι νά εὔχεται διά τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν τους.  Δέν μπορεῖ ἀκόμη ἡ ἐκκλησία νά εἰσάγη κάποιον αἱρετικό στήν Ἐκκλησία, οὔτε πάλι κάποιον ὀρθόδοξο νά τόν ἐκβάλη  ἀπό αὐτήν, οὔτε νά συγχωρήση κάποιον ὁ ὁποῖος δέν πρέπει νά συγχωρηθῆ, οὔτε νά μή συγχωρήση αὐτόν ὁ ὁποῖος εἶναι ἄξιος συγχωρήσεως.  Δηλαδή οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας λειτουργοῦν ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν ὑπευθυνότητα καί τήν ὑποχρέωσι νά οἰκονομοῦν καί νά διοικοῦν τήν Ἐκκλησία, ὅπως ἐπιθυμεῖ Ἐκεῖνος καί ὄχι ὅπως  ἀρέσει σ' αὐτούς. Αὐτό ἰσχύει βέβαια καί γιά γενικώτερα διοικητικά, ποιμαντικά, θεολογικά, ἐκκλησιολογικά καί δογματικά θέματα καί τό ἀναφέρουμε, ἐπειδή ἀκούγεται σήμερα κατά κόρον ἡ ἔκφρασις  «ἀφοῦ τό ἀπεφάσισε ἡ Ἐκκλησία (ἐννοώντας βέβαια τούς Ἐπισκόπους ἤ τή Σύνοδο), ἤ ἀφοῦ τόν ἔστειλε τόν Ἐπίσκοπο ἡ Ἐκκλησία, ἤ ἀφοῦ τόν ἁγιοποίησε ἡ Ἐκκλησία, ἐμεῖς πρέπει νά τό ἀποδεχθοῦμε».   Πρόκειται ὡσάν οἱ Ἐπίσκοποι νά λειτουργοῦν ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Χριστό, τήν Ὀρθόδοξη παράδοσι καί ὅλο τό ὑπόλοιπο σῶμα τῆς ἐκκλησίας καί εἶναι ὑποχρεωμένοι οἱ πάντες, ἀκόμη καί ὁ Χριστός, νά πειθαρχοῦν στίς ἀποφάσεις των. Ἐάν ὅμως ἦταν ἔτσι τά πράγματα δέν θά ὑπῆρχε πιό ἀνελεύθερο, πιό δικτατορικό, πιό βάρβαρο ἀνθρώπινο σύστημα ἐπί τῆς γῆς ἀπό αὐτό τῆς Ἐκκλησίας, διότι τόν καταναγκασμό καί τόν ἐκφοβισμό θά τόν ἐπέβαλε καί μέ αἰώνιες καί μεταθανάτιες τιμωρίες καί κολάσεις δι' αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν.





          Ἐρχόμενοι λοιπόν ἔπειτα ἀπό αὐτά  στό ὑπό ἐξέτασιν θέμα τῆς ἁγιοποιήσεως λέγομε ὅτι τήν χάρι τῆς εἰδικῆς καί σχετικῆς ἁγιότητος σέ κάποιον τήν χαρίζει ἀποκλειστικῶς ὁ Χριστός, δίνοντάς του, ἐφ'ὅσον ἀναπαυθῆ καί εὐαρεστηθῆ ἀπό τή ζωή του καί τήν πίστι του, χαρίσματα ἁγιότητος καί ὅσο ζῆ στή γῆ καί μετά θάνατο.  Τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ ἐν ὅσῳ ζῆ κάποιος εἶναι μεταβλητά καί μπορεῖ ἤ νά αὐξηθοῦν, ἤ νά χαθοῦν ἀνάλογα μέ τήν ἀγωνιστικότητα καί τήν προαίρεσι τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ τά μετά τόν θάνατο εἶναι ἄπτωτα καί ἀμετάβλητα.  Τό ἔργο λοιπόν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά διακηρύξη τήν ὑπάρχουσα καί δεδομένη ὑπό τοῦ Θεοῦ ἁγιότητα, σ' αὐτόν ὁ ὁποῖος ἀπέθανε, νά τήν δημοσιοποιήση  καί νά τήν ἀνυμνήση, δοξάζοντας ἔτσι διά μέσου τοῦ ἁγίου τόν δοτῆρα τῆς ἁγιότητος καί κάθε καλοῦ καί διασφαλίζοντας  ἔτσι τούς Χριστιανούς ὥστε νά τιμοῦν τούς ὄντως ἁγίους καί νά ἀποφεύγουν παρορμήσεις ἤ συναισθηματισμούς προσωπικούς, δημιουργώντας ἔτσι κατά τό δοκοῦν ἁγίους.  Ἡ θέσις αὐτή τῆς Ἐκκλησίας πρέπει ὁπωσδήποτε νά ταυτίζεται μέ τήν συνείδησι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἡ δημοσιοποίησις τῆς ἁγιότητος κάποιου πρέπει νά εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς εἰδικῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο αὐτό, τήν ὁποία χάρι ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας  βαθιά κατενόησε καί ἐβίωσε ,  ἀπό τά γεγονότα τά ὁποῖα εἶδε καί ἐγνώρισε ἀπό τήν ζωή τοῦ ἐν λόγῳ ἁγίου καί μετά θάνατον.  Ἔτσι λοιπόν ἡ ἀπόφασις τῆς Συνόδου περί τῆς ἁγιότητος κάποιου ἔρχεται ὡς ἀποτέλεσμα  καί ἐπισφράγισμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί τῆς συνειδήσεως τοῦ λαοῦ Του, καί ὑπάρχει πλήρης ταύτισις καί ἑνότης μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, ἡ δέ ἐκκλησία ἀναδεικνύεται ὡς ἕνα σῶμα ἀδιάσπαστο, τό ὁποῖο κατευθύνεται ἀπό τήν κεφαλή, ἡ ὁποία εἶναι ὁ Χριστός.





          Ἐρχόμενοι λοιπόν στήν περίπτωσι τοῦ Χρυσοστόμου Καλαφάτη, μητροπολίτου Σμύρνης, λέγομε ὅτι ἀπό τά στοιχεῖα τά ὁποῖα προανεφέραμε καί τίς προϋποθέσεις διά νά ἀνακηρυχθῆ  ἡ ἁγιότης του, τίποτα, ἀπολύτως τίποτα, δέν ὑπῆρξε.  Δέν ὑπῆρξε δηλαδή οὔτε εἴδαμε κάπου τήν ἀνάπαυσι καί εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στόν Χρυσόστομο.  Ὁ οὐρανός ἦταν σιωπηλός καί μολυβένιος, οὔτε ἕνα θαῦμα, οὔτε κάτι τό ὑπερφυσικό, οὔτε τήν ἔκδηλη παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή του.  Ἀκόμη καί μετά θάνατο  συναντᾶται ἡ ἴδια  ἀπουσία τῆς χάριτος ἐπί ὀγδόντα χρόνια.  Ἡ συνείδησις πάλι τοῦ λαοῦ ἦταν παγιωμένη, ὅτι ἦτο ἐθνομάρτυρας, ὅτι οἱ Τοῦρκοι τόν ἐφόνευσαν διά τούς πατριωτικούς του ἀγῶνες, ὅτι στό σοβαρό θέμα τῆς ἁγιότητος δέν πρέπει νά συγχέωνται οἱ ἀγῶνες ἕνεκα τῆς φιλοπατρίας μέ αὐτούς διά τήν πίστι, οὔτε τό ἕνα μαρτύριο μέ τό ἄλλο. Παντοῦ καί πάντοτε μέχρι τώρα ὁ λαός τόν ὠνόμαζε ἐθνομάρτυρα καί ἐξῆρε τήν μαρτυρική του θυσία γιά τήν πατρίδα, δέν τοῦ ἔφτιαξε εἰκόνες, δέν τοῦ ἔβαλε φωτοστέφανο, δέν τοῦ ἔκτισε ἐκκλησίες, δέν τόν ὕμνησε ὡς ἅγιο.  Εἶναι  ἀστεῖο νά πάρουμε ὡς καθολική συνείδησι τοῦ λαοῦ κάποιο τροπάριο τό ὁποῖο συνέγραψε κάποιος, ὁ ὁποῖος ἔζησε κοντά του, ὅπως αὐτό τοῦ Λεωνίδα Φιλιππίδη, τό ὁποῖο δέν τό ἐγνώριζε σχεδόν κανείς ἄλλος  ἐκτός ἀπό αὐτόν, καί ἐπιπλέον καί σ' αὐτό πάλι ὑμνοῦνται οἱ πατριωτικοί του ἀγῶνες.   Γιά νά τονίσωμε γιά μιά ἀκόμη φορά τήν λατρευτική ἀφοσίωσί του στήν πατρίδα ἄς μεταφέρωμε ἀπό τό βιβλίο τοῦ Χρ. Σολομωνίδη ἕνα ἀκόμη κομμάτι, μεταφέροντας τά λόγια τοῦ ἰατροῦ καί σπουδαίου λογοτέχνη, Ἀγγέλου Τανάγρα: «..Γιατί ὁ Χρυσόστομος ἔβλεπε παντοῦ καί μόνο σκοπό τῆς ζωῆς του εἶχε τήν πατρίδα.  Μόνον τῆν Ἑλλάδα!  ὁ φλογερός ἐνθουσιασμός του ἦτο τόσος, ὥστε δέν πρόσεχε ποτέ τά προσχήματα τῆς διπλωματίας, ὅπως δέν ἐπρόσεξε ποτέ καί τόν κίνδυνον....» (Β'Τόμος, σελ. 156.)




           Πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά τονίσωμε ὅτι ἡ συνείδησις τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ διαμορφώνει τήν γνώμη καί τή θέσι καί τήν ἀπόφασι τῆς Συνόδου, καί ὄχι ἡ Σύνοδος τή συνείδησι τῶν πιστῶν, εὐνουχίζοντάς τους καί διαμορφώνοντάς τους ὅπως ἀρέσει στούς Ἐπισκόπους.  Ἡ δέ συνείδησις τοῦ λαοῦ πρέπει νά διαμορφώνεται ἀβίαστα σύμφωνα μέ τήν ἀποκάλυψι τοῦ Θεοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στήν ἁγιότητα κάποιου.




          Τό τραγικώτερο ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά εἶναι ὅτι οὔτε καί οἱ Ἐπίσκοποι μέχρι τῆς ἀποφάσεως διά τήν ἁγιοποίησί του, ἐγνώριζαν ἤ ἐπίστευαν  στήν ἁγιότητα τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης.  Αὐτό τό γνωρίζουμε ἀσφαλῶς καί μετά βεβαιότητος ἀπό τά ἀναρίθμητα μνημόσυνα, τά ὁποῖα τοῦ ἐτελοῦσαν μέχρι  τήν ἀνακήρυξι τῆς ἁγιότητός  του καί μεμονωμένα καί ὁμαδικά οἱ Ἐπίσκοποι. Εἶναι δέ γνωστό τοῖς πᾶσι ὅτι οἱ εὐχές καί τά τροπάρια τοῦ μνημοσύνου ζητοῦν ἀπό τόν Θεό τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν δι' ὅποιον τελοῦνται καί τήν παράκλησι τῆς Ἐκκλησίας νά κατατάξη ὁ Θεός μετά τῶν δικαίων τήν ἐν λόγῳ ψυχή.  Ἄν λοιπόν ἔχωμε τή συνείδησι ὅτι κάποιος εἶναι ἅγιος, τό πρῶτο τό ὁποῖο κάνουμε εἶναι ὅτι σταματοῦμε νά παρακαλοῦμε τό Θεό διά τήν συγχώρησί του καί ζητοῦμε τίς πρεσβεῖες του διά τήν δική μας συγχώρησι. Στήν προκειμένη ὅμως περίπτωσι ἅπαντες  οἱ Ἐπίσκοποι ἐτελοῦσαν κατ' ἔτος μνημόσυνο ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ Χρυσοστόμου, ἅπαντες τόν ὠνόμαζαν ἐθνομάρτυρα, ἅπαντες ἐγνώριζαν τίς κατηγορίες περί  τῆς μασονικῆς του ἰδιότητος καί τά αἱρετικά του φρονήματα καί οὐδείς τόν ἐπεκαλέσθη  ποτέ ὡς ἅγιο ἤ τόν ἐμνημόνευσε μετά τῶν ἁγίων ἤ ἐδίδαξε κάτι παρόμοιο.      Ἀπό τούς πρώτους μάλιστα πού ἐτελοῦσαν  μνημόσυνα ὑπέρ ἀναπαύσεως τοῦ Χρυσοστόμου, ἦτο ὁ Πρωτοσύγκελλός του καί στενός  συνεργάτης του  τότε βοηθός ἐπίσκοπος Τραλλέων, μετέπειτα Ἐφέσου, Φιλίππων καί  ἀργότερα  ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, Χρυσόστομος Χατζησταύρου , ὁ ὁποῖος καί ἐγνώριζε πολύ καλά τόν Χρυσόστομο, ἦτο γνώστης τοῦ μαρτυρικοῦ του τέλους, ἐγνώριζε τό λόγο γιά τόν ὁποῖο ἐμαρτύρισε καί παρ' ὅλα αὐτά δέν προέβη στήν ἁγιοποίησί του ἀλλά στήν τέλεσι ἐπιμνημοσύνων δεήσεων ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἐθνομάρτυρος, διότι ἁπλούστατα οἱ πάντες  ἐθεωροῦσαν τόν Χρυσόστομο ὡς ἐθνομάρτυρα καί ὄχι ὡς ἱερομάρτυρα.




           Γεννᾶται λοιπόν τό ἐρώτημα: Ἐφ' ὅσον ὁ Θεός δέν μᾶς ἀπεκάλυψε διά σημείων ὅτι ὁ Χρυσόστομος εἶναι ἅγιος, ἐφ' ὅσον ἡ συνείδησις τοῦ λαοῦ δέν συγκατετέθη ὡς πρός τήν ἁγιότητά του καί ἐπιπλέον οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποι προσηύχοντο δι' αὐτόν, ὅπως δι' ἕνα κοινό ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, πῶς ἔτσι αὐτομάτως θά λέγαμε ἄλλαξαν τά πράγματα στή σύνοδο καί ἀπεφάσισαν νά τόν μεταφέρουν ἀπό τήν κατάστασι τοῦ ἁμαρτωλοῦ θνητοῦ, στή θέσι τοῦ στεφανωμένου καί χαριτωμένου ἁγίου;  Καί ἄν αὐτό συνέβη διά τόν Χρυσόστομο Σμύρνης διατί νά μή συμβῆ καί διά τούς ἄλλους ἀνά τούς αἰώνας μαρτυρήσαντες καί θανατωθέντες στό βωμό τῆς πατρίδος, ἐφ' ὅσον καί αὐτοί ἐπολέμουν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος; Καί ἐπί πλέον σέ ὅλους τούς σφαγιασθέντες ἀπό τίς ἐπιδρομές τῶν βαρβάρων στό Βυζάντιο, ἐφ' ὅσον καί αὐτοί ὑπέστησαν μαρτυρικό θάνατο. Ποῦ ὅμως συναντήσαμε διαχρονικά στήν Ὀρθόδοξη Παράδοσι οἱ Πατέρες νά ἔκαναν κάτι τέτοιο ἤ ἔστω νά μᾶς ὑπέδειξαν αὐτόν τόν εὔκολο καί πλατύ δρόμο τῆς ἁγιοποιήσεως;




          Ὑπάρχουν ἐπιπλέον  καί δύο  ἄλλα προβλήματα  στά ὁποῖα πρέπει νά μᾶς ἀπαντήσουν οἱ ἁγιοποιήσαντες τόν Χρυσόστομο.  Πρῶτον, ὁ Χρυσόστομος ἦτο ἅγιος καί πρίν ἀπό τήν κατάταξί του ἀπό τή Δ. Ἱερά Σύνοδο στή χορεία τῶν Ἁγίων ἤ τόν κατέταξε ὁ Θεός στούς Ἁγίους ὑπακούοντας τρόπον τινά στήν ἀπόφασι τῆς Συνόδου; Καί ἄν μέν ἦτο ἅγιος ἀπό τή στιγμή τοῦ μαρτυρίου του, πῶς τό διεπίστωσε τόσον ὄψιμα ἡ Σύνοδος καί γιατί τόσο καιρό τοῦ ἐτελοῦσαν μνημόσυνα θεωρώντας τον ὡς ἁμαρτωλό, τήν στιγμή πού ὅλες του οἱ ἁμαρτίες εἶχαν συγχωρηθῆ διά τοῦ μαρτυρίου;  Διατί ἐπιπλέον ὁ Θεός δέν κατέδειξε τήν ἀνάπαυσί του διά θαυματουργικῶν σημείων, ὥστε νά καταλάβουν καί οἱ δύσπιστοι ὅτι δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὡς πρός τήν ἁγιότητά του;  Πῶς δέ ἐκ τοῦ ἀντιθέτου θά δείξη τήν ἀγανάκτησί του σέ περίπτωσι κατά τήν ὁποία δέν συμφωνεῖ μέ τήν ἀπόφασι τῆς Συνόδου; Μήπως στέλνοντας κάποια τιμωρία σ'αὐτούς πού τόν ἁγιοποίησαν; Καί πῶς θά τό κάνη αὐτό τή στιγμή κατά τήν ὁποία δέν τιμωρεῖ καί ἀνέχεται αὐτούς οἱ ὁποῖοι τόν βλασφημοῦν, αὐτούς οἱ ὁποῖοι διαστρέφουν τήν πίστι ἤ ζοῦν μέσα στήν ἁμαρτία; Ἡ χειρότερη ἐγκατάλειψις καί ἀποστασιοποίησις καί τιμωρία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἀπομάκρυνσίς του ἀπό αὐτόν καί ἀπό τά  ἔργα του, ὁπότε ὁ ἀνευλόγητος ἄνθρωπος εἶναι φυσικό νά πέφτη ἀπό τό ἕνα λάθος στό ἄλλο, νά δικαιολογῆ τά ἀδικαιολόγητα, νά εὑρίσκεται  μέσα  σέ πνευματικό σκότος, νά ἄγεται καί νά φέρεται ἀπό τό κοσμικό φρόνημα εἴτε ἀσκώντας τήν ἐξουσία, εἴτε παρασυρόμενος ἀπό κοσμικά ρεύματα καί ἰδεολογίες,  πρᾶγμα τό ὁποῖο πιστεύουμε πώς ἔχει πάθει ἡ Σύνοδος αὐτή, ἡ ὁποία τόν ἁγιοποίησε.  Διότι ἐάν ἦτο μόνον αὐτό τό λάθος της καί ὅλη ἡ ἄλλη γραμμή της ἦτο σωστή, θά ἐσκεπτόμεθα ὅτι αὐτό ἦταν ἕνα τυχαῖο γεγονός, τό ὁποῖο εἶναι δυνατόν νά συμβῆ στόν καθένα καί ἐπιπλέον θά ὑπῆρχαν περιθώρια θεραπείας καί διορθώσεως.  Ὅταν ὅμως σήμερα βλέπωμε τούς ἐπισκόπους αὐτούς νά ἔχουν ἄριστες σχέσεις μέ τούς αἱρετικούς, νά τούς ἀναγνωρίζουν ὡς ἀδελφές «Ἐκκλησίες», νά ἀναγνωρίζουν τά μυστήριά των, νά ὑποτάσσωνται πλήρως στήν κοσμική ἐξουσία, νά μήν ἔχουν τό σθένος νά ὁμολογήσουν, νά ποῦν ὄχι, νά ἔχουν οἱ ἴδιοι ἐκκοσμικευθῆ, νά συναγωνίζωνται στά ἔργα κοινωνικῆς ὡφελείας, νά ἐξαντλοῦνται μόνον  σέ εὐσεβιστικά κηρύγματα  καί τό μόνο τους γνώρισμα μέ τόν Χριστό καί τήν ὀρθόδοξη παράδοσι νά εἶναι τό ἐξωτερικό ἱερατικό σχῆμα, τότε συνειδητοποιοῦμε ὅτι δέν εἶναι τυχαία καί αὐτή ἡ ἁγιοποίησις, ἀλλά ἐντάσσεται στόν γενικώτερο συρφετό τῶν πλανῶν καί τῆς προγραμματισμένης ἀποστασίας ἀπό  τήν ὀρθόδοξη παράδοσι.  Ἡ δέ θεραπεία τοῦ κακοῦ αὐτοῦ εἶναι ἀνθρωπίνως ἀδύνατη, διότι δέν ὑπάρχει ἀγαθή προαίρεσις.




          Τό δεύτερο πρόβλημα  τό ὁποῖο ἀναφύεται  εἶναι κατά πόσο μπορεῖ νά εἶναι ὀρθόδοξη μία Ἐκκλησία ἡ ὁποία ἔχει αἱρετικούς «ἁγίους». Οἱ ἅγιοι, ὡς γνωστόν,  εἶναι οἱ ὁδηγοί τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἐκφραστές τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς των καί μέ μία λέξι ὅ,τι καθαρώτερο ἀπό ἀνθρωπίνης πλευρᾶς ἔχει νά παρουσιάση ἡ Ἐκκλησία καί νά προσφέρη στό Θεό.  Ἄν λοιπόν αὐτό τό καθαρό μέρος εἶναι σκοτεινό καί βρώμικο, καί ἄν αὐτό ἐκφράζη τήν Ἐκκλησία, σημαίνει ὅτι καί αὐτή δέν εἶναι ὅπως τήν παρουσιάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καθαρά καί ἄμωμος, μή ἔχουσα σπίλον ἤ ρυτίδα ἀλλά εἶναι βρώμικη καί διεστραμμένη, ἐφ' ὅσον τέτοιοι εἶναι οἱ ἅγιοί της, οἱ ὁποῖοι τήν ἐκφράζουν καί τούς ὁποίους ἀκολουθεῖ.  Ἄν στό σημεῖο αὐτό προβληθῆ τό ἐπιχείρημα ὅτι ἔχουμε καί ἄλλους ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἔσφαλαν στά θέματα τῆς πίστεως, ὅπως π.χ. τόν Ἅγ. Γρηγόριο Νύσσης, πρέπει νά ἀπαντήσωμε ὅτι ἡ ἐκκλησία δέν ἔχει ἁγίους οἱ ὁποῖοι ἔσφαλαν στά θέματα τῆς πίστεως, ἁπλῶς ἐμεῖς δέν ἑρμηνεύουμε τούς ἁγίους ἀπό τούς ἑπομένους ἀπό αὐτούς ἁγίους, ἀλλά προσπαθοῦμε νά τούς κατανοήσωμε μέ τή δική μας σκέψι, ἤ μέ τήν σκέψι τῶν καθηγητῶν τοῦ Πανεπιστημίου, οἱ ὁποῖοι ὡς ἐπί τό πλεῖστον  ἐσπούδασαν στή Δύσι.  Ἔτσι λοιπόν ἀναμασοῦμε αὐτά τά ὁποῖα λέγουν καί διδάσκουν οἱ αἱρετικοί θεολόγοι τῆς Δύσεως καί χρησιμοποιοῦμε τά ἐπιχειρήματά των καί τόν τρόπο σκέψεώς των, ἐπειδή ἐγκαταλείψαμε τούς ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἑρμηνεύουν  ὀρθῶς  τούς προηγουμένους ἁγίους.  Ἔτσι λοιπόν π.χ. γιά τήν θεωρία περί ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων, τήν ὁποία πιστεύουν οἱ Παπικοί καί φέρουν ὡς παράδειγμα δῆθεν τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, ὁ μεταγενέστερος ἅγιος αὐτοῦ, ὁ Ὅσιος  Θεόδωρος ὁ Στουδίτης  ἑρμηνεύοντας ὀρθόδοξα τόν ἅγιο  Γρηγόριο ἀναφέρει πόσες ἀποκαταστάσεις ὑπάρχουν καί ποιά ἀπ' ὅλες χρησιμοποιεῖ ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Νύσσης. (P.G. 99, 1500 C).  Κατά παρόμοιο τρόπο παρερμηνεύεται καί χαρακτηρίζεται ὡς Ἀρειανίζων ὁ Ἅγ. Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ἐνῶ ὁ μεταγενέστερος αὐτοῦ Ἅγ. Μάξιμος ὁ ὁμολογητής τόν ἑρμηνεύει ὀρθοδοξότατα.
          



Ἐρχόμεθα τώρα διά νά ἀποδείξωμε τά ὅσα λέγομε στήν παρουσίασι στοιχείων, τά ὁποῖα εἶναι ἱκανά νά πείσουν καί τόν πλέον δύσπιστο διά τό φρόνημα τοῦ λαοῦ, διά τήν διάθεσι αὐτῶν οἱ ὁποῖοι τόν ἁγιοποίησαν κλπ. Κατ' ἀρχάς παρουσιάζουμε τήν ἐγκύκλιο 2556 τῆς Συνόδου, σύμφωνα μέ τήν ὁποία αὐτή ἀποφαίνεται καί  κατατάσσει στούς ἁγίους τόν Χρυσόστομο καί τούς λοιπούς φονευθέντας στήν Μικρασιατική καταστροφή:




«ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»
Ἀριθ. Πρωτ. 2137                   Ἀθήνησι τῇ 5ῃ Ἰουλίου 1993
     Διεκπ. 883
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2556
Πρός
τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

          Τούς ἐν τῷ μετά σώματος βίῳ κατορθώμασιν ἀρετῆς καί μαρτυρικῷ θανάτῳ τελειωθέντας εὐλαβεῖσθαι καί τιμᾶν, ἐτησίοις τε τελεταῖς καί ἐγκωμίοις γεραίρειν ὅσιον καί τῷ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας πληρώματι λυσιτελέστατον πέφυκεν, ἐπειδή ἡ τούτων μνήμη πρόξενος τυγχάνει ὠφελείας ψυχικῆς καί πνευματικῆς τοῦ Χριστωνύμου πληρώματος.
          Ἐπειδή τοίνυν τοιοῦτοι τόν βίον καί τήν πολιτείαν ἀνεδείχθησαν καί οἱ ἐν ἔτει 1922 ἐν Μικρᾷ Ἀσίᾳ διά τήν ἀμώμητον ἡμῶν ὀρθόδοξον πίστιν μαρτυρήσαντες Ἐπίσκοποι Χρυσόστομος Σμύρνης, Γρηγόριος Κυδωνιῶν, Ἀμβρόσιος Μοσχονησίων, Προκόπιος Ἰκονίου, Εὐθύμιος Ζήλων καί οἱ σύν αὐτοῖς κληρικοί τε καί λαϊκοί ζήσαντες εἰς χρόνους δυσχερεῖς, πιστῶς δέ καί θεαρέστως τόν ἐπίγειον διανύσαντες δόλιχον, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὑπό τήν Προεδρίαν τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Σεραφείμ συνελθοῦσα εἰς τακτικήν Συνεδρίαν τῇ 4ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου σωτηρίου ἔτους 1992, πρός τήν θεάρεστον πολιτείαν καί τό μαρτύριον τούτων ἀπιδοῦσα, λαβοῦσα δ 'ἅμα ὑπ'ὄψιν τά ὅσα δι'αἰτήσεων καί ἐκθέσεων πρός τήν Ἐκκλησίαν ὑπέβαλον μικρασιατικά σωματεῖα, οὐ μήν ἀλλά καί αὐτόπται τοῦ μαρτυρίου μάρτυρες, ὡς καί τά διαλαμβανόμενα ἐν σχετικῇ ἐκθέσει τῆς ἐπί τῶν συνῳδᾶ τῷ  κοινῷ τῆς Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας ἔθει, καί τῇ παραδόσει κατακολουθοῦσα, τήν ἐποφειλομένην τοῖς ἐν Θεῷ τελειωθεῖσι καί μαρτυρήσασιν ἐν ἔτει 1922, ὡς προείρηται, Ἱεράρχαις καί λοιποῖς κληρικοῖς καί λαϊκοῖς, τήν τοῖς ἁγίοις προσήκουσαν ἀπονεῖμαι τιμήν.
          Διό καί θεσπίζομεν Συνοδικῶς καί διοριζόμεθα καί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι διακελευόμεθα ὅπως ἀπό τοῦ νῦν καί εἰς τό ἑξῆς καί εἰς αἰῶνα τόν ἅπαντα οἱ ἐν λόγῳ μάρτυρες συναριθμῶνται τοῖς ἀπ'αἰῶνος ἁγίοις καί μάρτυσι τῆς Ἐκκλησίας, ἱεροτελεστίαις τιμώμενοι καί ὕμνοις ἐγκωμίων γεραιρόμενοι κατ'ἔτος τῇ Κυριακῇ πρό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
          Ὅθεν, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἐν δοξολογίᾳ πολλῇ πρός τόν ἐν Τριάδι Θεόν ἀνακοινοῦσα ὑμῖν ταῦτα, παρακαλεῖ, ὅπως δι'ἐγκυκλίου ὑμῶν ἀναγγείλητε τῷ εὐσεβεῖ Κλήρῳ καί τῷ Χριστεπωνύμῳ λαῷ τῆς καθ' ὑμᾶς Θεοσώστου Παροικίας τήν τοιαύτην συναρίθμησιν ὑπό τῆς καθ'ἡμᾶς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἰς τήν χορείαν τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἐν ἔτει 1922 ἐν Μικρᾷ Ἀσίᾳ μαρτυρησάντων Ἐπισκόπων Χρυσοστόμου Σμύρνης, Γρηγορίου Κυδωνιῶν, Ἀμβροσίου Μοσχονησίων, Προκοπίου Ἰκονίου, Εὐθυμίου Ζήλων καί τῶν σύν αὐτοῖς κληρικῶν τε καί λαϊκῶν, προτρέψητε δέ τούς πιστούς ἵνα κατά τήν ἐπέτειον τῆς μνήμης αὐτῶν, κατακλύζωσι τούς Ἱερούς Ναούς ἀναπέμποντες δεήσεις πρός τόν Ὕψιστον, ἐπικαλούμενοι δ'ἅμα τήν πρεσβείαν αὐτῶν πρός ἁγιασμόν ψυχῆς τε καί σώματος.

+Ὁ Ἀθηνῶν Σεραφείμ, Πρόεδρος
+Ὁ Μεγάρων καί Σαλαμῖνος Βαρθολομαῖος
+Ὁ Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ Χριστόδουλος
+Ὁ Χαλκίδος Χρυσόστομος
+Ὁ Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων Κλεόπας
+Ὁ Παροναξίας Ἀμβρόσιος
+Ὁ Νέας Σμύρνης Ἀγαθάγγελος
+Ὁ Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἁλμωπίας Χρυσόστομος
+Ὁ Καστορίας Γρηγόριος
+Ὁ Κίτρους καί Κατερίνης Ἀγαθόνικος
+Ὁ Διδυμοτείχου καί Ὀρεστιάδος Νικηφόρος
+Ὁ Μυτιλήνης Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου 'Ιάκωβος
+Ὁ Λήμνου Ἱερόθεος
                                                Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
                                      Ἀρχιμ. Δαμασκηνός Καρπαθάκης»




(Ἀπό τήν Ἀσματική ἀκολουθία τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης, ποιηθεῖσα ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν Νικοδήμου (Βαλληνδρᾶ), Ἐκδ. 1993-Α'ἔκδ. Ἀποστολ. Διακονία 1999, σελ. 18).          Βλέπουμε λοιπόν σύμφωνα μέ τήν ἀπόφασι τῆς Συνόδου, ὅτι ἐκτός ἀπό τόν Χρυσόστομο ἁγιοποίησαν καί τούς ἄλλους τέσσερις Ἐπισκόπους καθώς καί ὅλους τούς κληρικούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἐθανατώθησαν στήν Μικρασιατική καταστροφή. Μέσα δέ σέ αὐτούς, σύμφωνα μέ τήν ἀκολουθία, τήν ὁποία τούς ἔφτιαξαν, ἁγιοποιοῦνται καί οἱ στρατιῶτες καί οἱ ἀξιωματικοί, οἱ ὁποῖοι ἐφονεύθησαν στίς μάχες μέ τούς Τούρκους.  Αὐτό εἶναι πρωτάκουστο καί πρωτοφανές στήν ὀρθόδοξη Παράδοσι.  Διότι ναί μέν ἔχουμε ἁγίους ἀνώνυμους, τῶν ὁποίων τά ὀνόματα δέν γνωρίζουμε  λόγῳ τοῦ πλήθους, μᾶς εἶναι γνωστός ὅμως ὁ λόγος διά τόν ὁποῖον ἐμαρτύρησαν καί αὐτός ἀκριβῶς εἶναι ἡ πίστις καί ἡ ὁμολογία στόν 'Ιησοῦν Χριστόν.  Ἡ ὀρθοδοξία δέν ἔχει ἀγνώστους ἁγίους ὑπό τήν ἔννοια τοῦ νά μήν γνωρίζῃ διά ποῖον λόγο ἐμαρτύρησαν ἤ πῶς ἔζησαν καί ἁγίασαν, ἀλλά, ἐνῶ εἶναι γνωστός ὁ λόγος τοῦ μαρτυρίου καί ἡ βιωτή των, μᾶς εἶναι ἄγνωστο τό ὄνομά των. Στήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων, ἐπί παραδείγματι, ὑμνοῦμε ὅλους τούς διά τόν Χριστόν μαρτυρήσαντες ἤ τούς λάθρα βιώσαντες καί εὐαρεστήσαντες τόν Θεό καί ὄχι τούς οἱουσδήποτε πού ἐφονεύθησαν ἤ ἔπραξαν ὁτιδήποτε στήν ζωή των. Ἀναφέρουμε δύο τροπάρια   ἀπό  τούς αἴνους τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων  γιά νά ἰδοῦμε ποιούς ὑμνοῦμε ὡς ἀγνώστους ἁγίους:




(Ἦχος δ'). Ὡς γενναῖοι ἐν μάρτυσι.
«Σύν προφήταις Ἀπόστολοι, σύν Ὁσίοις Διδάσκαλοι, σύν Ἱερομάρτυσι πάντες Δίκαιοι, καί γυναικῶν αἱ ἀθλήσασαι καί πόθῳ ἀσκήσασαι, τῶν Ἁγίων ἡ πληθύς, καί Δικαίων τά τάγματα, εὐφημείσθωσαν, ἱεραῖς μελῳδίαις ὡς τῆς ἄνω,  βασιλείας κληρονόμοι, ὡς Παραδείσου οἰκήτορες.



Οἱ τήν γῆν οὐρανώσαντες, ἀρετῶν ἐν φαιδρότητι, οἱ Χριστοῦ τόν θάνατον μιμησάμενοι, ἀθανασίας τήν πρόξενον, ὁδόν οἱ βαδίσαντες, οἱ τά πάθη τῶν βροτῶν, χειρουργίᾳ τῆς χάριτος, ἐκκαθάραντες, οἱ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ ὁμοψύχως, ἐναθλήσαντες γενναίως, ἀνευφημείσθωσαν Μάρτυρες.» (Πεντηκοστάριο).




          Στήν περίπτωσι ὅμως τοῦ πλήθους τῶν φονευθέντων στήν Μικρασιατική καταστροφή, ποῖος μᾶς ἐγγυᾶται ἄν ἔστω καί μερικοί ἀπό ὅλες αὐτές τίς χιλιάδες τῶν φονευθέντων ἐφονεύθησαν διά τόν Χριστό καί ὁ βίος των ἤτο ἀνάλογος μέ τό μαρτύριό τους; Ὁ λαός προσπαθοῦσε νά σωθῆ καί στήν προσπάθειά του φυσικό ἦτο καί νά φωνάζη καί νά ὑβρίζη τούς τούρκους καί νά καταρᾶται, καί νά φονεύη   καί νά κάνη ὁ,τιδήποτε προκειμένου νά ζήση, ὁ δέ στρατός στήν Μ. 'Ασία εἶναι γνωστό ὅτι κι αὐτός ἔκανε ὄργια  εἰς βάρος τῶν τούρκων, σύμφωνα μέ διηγήσεις ἀπό αὐτούς οἱ ὁποῖοι τά ἔζησαν.  Ὅλους αὐτούς λοιπόν, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσαν νά εὕρουν τρόπο νά γλυτώσουν τή ζωή τους, ξαφνικά, ἐπειδή δέν τό κατώρθωσαν, τούς κατατάσσουμε στούς ὑπέρ Χριστοῦ μαρτυρήσαντες; Καί ποῖος νόμος ἐκκλησιαστικός ἤ παράδοσις ὀρθόδοξος θά μᾶς τό συγχωρήση  αὐτό;  Αὐτά μόνον στόν Παπισμό συναντῶνται καί ὁ Πάπας ἀποφαίνεται ἀλάνθαστα, ἀνακηρύσσοντας τέτοιους ἁγίους.
     



Ἔχουμε μεγάλους πατέρας καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας κατά πάντα ὀρθοδόξους, ἀγωνιστές καί ὁμολογητές τῆς πίστεώς μας, ὅπως τόν Ἰωσήφ τόν Βρυέννιο, τόν Ἡλία Μηνιάτη κ.ἄ. τούς ὁποίους ὅμως δέν ἀνεγνωρίσαμε ὡς ἁγίους, ἐπειδή δέν μᾶς ἔδωσε πληροφορία ὁ Θεός·  καί στήν περίπτωσι τοῦ Χρυσοστόμου  Καλαφάτη ἀνεκηρύξαμε «ἁγίους» οἰκουμενιστάς καί περί τήν πίστι σφάλλοντας καί ἀνώνυμο ὄχλο διά τόν ὁποῖον Κύριος οἶδε διά ποῖον λόγον ἀπέθαναν καί μέ ποῖον τρόπον ἔζησαν.

3 σχόλια:

  1. Εφτά μοιχεπιβάτες υπογράφουν την ανκήρυξη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΔΑΣΗΣ


    Και όμως:
    Αντιγράφουμε από το περιοδικό "ΘΥΜΙΑΜΑ" του Αρχιμ. Ιερεμία Φούντα (νυν Μητροπολίτη):
    "Τα τελευταία χρόνια κυκλοφόρησε στην πατρίδα μας ένα σπουδαιότατο θεολογικό βιβλίο που μας δείχνει από τα πατερικά κείμενα την σωστή ορθόδοξη θέση της Εκκλησίας μας περί Επισκόπου. Είναι το βιβλίο του Επισκόπου Περγάμου και Καθηγητού Πανεπιστημίου κ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ, Η ΕΝΟΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΝ ΤΗ ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑ ΤΩ ΕΠΙΣΚΟΠΩ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ> Είναι φοβερό βιβλίο. Επιβάλλεται να το διαβάσουμε για να φωτισθούμε πραγματικά..........
    Και αλλού: "Πρέπει όμως να πούμε και μάλιστα να τονίσουμε ότι η απειθαρχία στους προεστώτες της Εκκλησίας οδηγεί στην διάσπαση της εκκλησιαστικής ενότητας..........Μερικοί, εντελώς αθεολόγητοι, λέγουν προφορικώς και γραπτώς ότι το πολίτευμα της Εκκλησίας είναι δημοκρατικό και δεν θέλουν να αναγνωρίσουν την υψηλότερη θέση των κληρικών στην Εκκλησία, ούτε να παραδεχτούν την αυθεντία της Ιεραρχίας ή της Ιεράς Συνόδου, που εκφράζει την Εκκλησία. Αλλά το πιλίτευμα της Εκκλησίας δεν είναι δημοκρατικό, είναι ιεραρχικό.......... Ο Επίσκοπος εκφράζει - σαρκώνει την Εκκλησία, γι' αυτό και η ενότητά μας με τον Επίσκοπο.......... Αν κανείς δεν είναι με τον Επίσκοπο, δεν είναι και με την Εκκλησία.".
    Και το κερασάκι:
    "Την ορθόδοξη αυτή γραμμή, υπακοή στην Ιερά Σύνοδο, που εκφράζει την Εκκλησία μας, παραβαίνει με τις ενέργειές του ο Μητροπολίτης πρώην Λαρίσης κ Θεολόγος Πασχαλίδης και δημιουργεί με τους οπαδούς του δεινό εκκλησιολογικό πρόβλημα..........Έτσι και στην Μητρόπολη Λαρίσης αποβλήθηκε ο μακαριστός Κανονικός Μητροπολίτης Ιάκωβος Σχίζας και τοποθετήθηκε στον θρόνο του ο κ. Θεολόγος Πασχαλίδης. Αυτό αδελφοί , ήταν μια αντικανότητα και αυτή η αντικανονικότητα ήταν η αιτία για την έκπτωση του Θεολόγου από τον θρόνο του το 1974. Και η έκπτωσή του αυτή έγινε από την Σύνοδο των Ιεραρχών, δηλαδή από την Εκκλησία..........".
    (ΘΥΜΙΑΜΑ, Μαϊος 1993, αρ. φ. 13, Μάνδρα Αττικής).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Μία ερώτηση παρακαλώ Ο Ιερεμίας Φούντας είναι ο Γόρτυνος Ιερεμίας;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου