Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2011



Ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθοδοξίας

στό σύγχρονο κόσμο(β)


του μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος κ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ




Μακρινοί διάδοχοι τῶν πρώτων χριστιανικῶν γενεῶν, νιώθουμε τήν ἀνάγκη νά κοινωνήσουμε στή χαρά καί στήν ἐμπειρία τῶν ἀποστολικῶν προγόνων μας, ὄχι μόνο μέ τή μελέτη τῶν ἱστορικῶν καταλοίπων, ἀλλά καί μέ τήν προσωπική μας μαθητεία στίς διδαχές καί στά γεγονότα, στά πολλαπλά μηνύματα τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Κυρίου μας καί στήν ἀνακαινιστική ἐξόρμηση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.


1) Στό εὐαγγελικό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννη συναντᾶμε τή μαρτυρία:”οὕτω ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον” (Ἰωάν. γ΄ 16). Ἴσαμε τή στιγμή τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Κυρίου μας, τό κυρίαρχο στοιχεῖο στίς γενιές τῶν ἀνθρώπων ἦταν ἡ λατρεία τῶν εἰδώλων καί ἡ ἐξουθενωτική καθυπόταξη στίς δυναστικές ἐξουσίες. Ἀκόμα καί μετά τήν ἐνανθρώπηση στίς λαϊκές ὁμάδες ἤ στίς ἀπομονωμένες προσωπικότητες πού δέν εἶχαν τήν εὐτυχία καί τή χάρη νά προσεγγίσουν τόν σαρκωμένο Λόγο, ἡ θεοποίηση τῶν εἰδώλων καί τῶν κοσμικῶν ἐξουσιῶν λειτουργοῦσε ὡς ὑποχρεωτική ἐξάρτηση. Τά εἴδωλα ἦταν μαγευτικά καί οἱ ἐξουσίες ἐξοντωτικές.


Ἡ σάρκωση τοῦ θεανθρώπου Κυρίου καί ἡ θεμελίωση τῆς Ἐκκλησίας ἔφεραν τήν φωτισμένη ἀνατροπή. Οἱ ἐξελίξεις τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων διαγράφουν ἱστορικές ἀλλαγές πού ἀνύψωσαν τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα σέ χαρισματική ὕπαρξη καί τήν ἀνθρώπινη κοινωνία σέ Ἐκκλησία, σέ ζωντανή οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. Στήν ἐκκλησιαστική σύναξη, πού κοινωνεῖ ἄμεσα μέ τό Θεό Πατέρα, καί χειραγωγεῖται μέ τόν ἄμεσο λόγο τοῦ σαρκωμένου Κυρίου μας καί τή Χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος.

Ὁ ἄνθρωπος, τό ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, δέ σκύβει ταπεινωτικά τό κεφάλι στήν κοσμική ἐξουσία μήτε προσφέρει δουλική ἐξυπηρέτηση στά συμφέροντα τῆς ὀλιγαρχίας. Ὑπηρετεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί γεύεται τίς δωρεές τῆς θεϊκῆς ἀγάπης.


Τά ἱστορικά μνημόνια, πού ἔφτασαν στήν ἐποχή μας, μαρτυροῦν ὅτι, ἀπό τήν πτέρυγα τῆς εἰδωλολατρείας, ἀσκήθηκαν ἀφόρητες πιέσεις γιά νά ἀναγνωρίσουν τά λαϊκά στρώματα ὡς θεϊκούς ὁδηγητές τούς φορεῖς τῆς ἐξουσίας καί νά σκύψουν τό κεφάλι σέ ἀδιάκριτη ὑποταγή. Οἱ πιστοί ὅμως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁλόκληρο τό λογικό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας, στάθηκε ἀνυποχώρητο. Ἡ ἀπόκριση πού ἔδινε στή σκληρή καταπίεση ἦταν μία καί μοναδική. Ὁ Θεός εἶναι ὁ στοργικός μας Πατέρας. Ὁ δημιουργός ὅλου τοῦ κόσμου καί ἡ πηγή τῆς ἀγάπης. Ὁ αὐτοκράτορας ἤ ὁποιοσδήποτε ἄλλος ἐξουσιαστής δέν εἶναι παρά ὁ τύραννος, πού κολοβώνει τήν ἐλευθερία μας καί ἐκμεταλλεύεται τήν προσωπικότητά μας.


Ἡ ἀντιπαράθεση αὐτή πότισε τό Κολοσσαῖο μέ μαρτυρικό αἷμα καί τίς ἄλλες ἀρένες τῆς ἀντιπαράθεσης μέ κορμιά μαρτύρων. Παρά ταῦτα οἱ ἡρωϊκές καρδιές τῶν μαρτύρων δέν κάμφθηκαν καί ἡ καθυπόταξη τῆς ἐξουσίας τοῦ κόσμου δέν ὁριστικοποιήθηκε. Κατά τό μακρό διάστημα πού μᾶς χωρίζει ἀπό ἐκείνη τήν ἐποχή ἡ ἀκαμψία τῶν μαρτύρων χριστιανῶν ἐκδηλώθηκε ὡς τό μεγάλο θαῦμα τῆς ἱστορίας καί ἡ ἀγαπητική κοινωνία τῶν μαρτύρων μέ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Πατέρα ἀναδείχθηκε τό μεγάλο προνόμιο τῶν αἰώνων.


Εἶναι σαφής ἡ ὑποχρέωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας καί ὅλου τοῦ σύγχρονου ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος νά μεταφέρουν στή στρεβλωμένη σύγχρονη ἀθεϊστική κοινωνία τά μηνύματα τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐποχῆς καί νά φωνάξουν μέ θέρμη ψυχῆς καί μέ πειστικότητα ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερη καί ὑπεύθυνη ὕπαρξη πού ζεῖ καί κινεῖται μέσα στό φῶς τῆς θείας παρουσίας καί τῆς θείας καθοδήγησης καί δέν μπορεῖ νά ἀναπτυχθεῖ ἐάν κινεῖται ἀποκομμένος ἀπό τήν κοινωνία μέ τό Θεό, οὔτε πετυχαίνει νά ἀναδείξει τίς ἐπί μέρους κοινωνίες του ἱερή οἰκογένεια μεστή Θείας Χάριτος καί δημιουργό πολιτιστικῆς εὐγένειας.


2) Δεύτερο χαρισματικό ἄνοιγμα τῆς ὀρθόδοξης ἱστορικῆς πραγματικότητας καί μαρτυρίας εἶναι ὁ φωτισμός καί ἡ ἀνάδειξη τῆς κοινωνίας τῶν ἁγίων. Τό ἀποστολικό κήρυγμα καθώς προχώρησε στίς ἐσχατιές τοῦ γεωγραφικοῦ χώρου μετέφερε τό ἄρωμα τῆς χάριτος τῆς Πεντηκοστῆς καί τήν ἔμπνευση γιά προσωπική ἀνανέωση καί ἀναβάθμιση στό κλίμα τῆς ἁγιότητος. Τό ἄγγελμα καί ἡ προτροπή τῶν ἁγίων ἀποστόλων καί τῶν διαδόχων τους ἦταν πηγαῖο καί δυναμικό. “ Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν, ἀποθώμεθα οὖν τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός, ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν” (Ρωμ. ιγ΄ 12-13). Καί τό δεύτερο παράπλευρο ἄγγελμα “ ὅσα ἐστίν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετή καί εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε” (Φιλιπ. δ΄ 8).

Καθώς τό φωτισμένο κήρυγμα τῶν θείων διδαχῶν καί τό πνευματικό ἄρωμα πού ἁπλώνονταν στόν ὁρίζοντα ἀπό τήν χαρισματική πληρότητα τῶν ἀναγεννημένων διδασκάλων, τροφοδοτοῦσαν τίς ἀνήσυχες ὑπάρξεις, τίς διψασμένες γιά φῶς, γιά κάθαρση ψυχῆς καί γιά ὁδοιπορία στούς δρόμους τῆς ἁγιότητας, πλήθη πιστῶν ἀνταποκρίνονταν στά ἱερά μηνύματα καί τήν ἀναγεννητική πρόκληση, διάβαιναν τήν πύλη τῆς μετάνοιας καί ἄρχιζαν νά περπατοῦν στούς δρόμους τῆς νέας ζωῆς τῆς καθαρότητος τοῦ βίου καί τοῦ θησαυρισμοῦ τῶν χαρισμάτων τῆς καινῆς κτίσης. Τά συναξάρια πού ἱστοροῦν τούς βίους τῶν ἁγίων καί μᾶς παρακινοῦν σέ συστράτευση εἶναι ἀνεξάντλητα.

Ἐκεῖνος πού τά πιάνει στό χέρι καί τά φιλομετρεῖ νοιώθει νά περπατάει ἐνταγμένος στή στρατιά τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου βαστάζοντας τό μυροδοχεῖο τῆς ἁγνότητας καί τά ἀπομνημονεύματα τῆς ἀποστολικῆς ἁγιότητας. Αὐτή ἡ διακίνηση τῶν ἁγίων ὡς ἱστορική φωτιστική πραγματικότητα μέσα στόν κόσμο μας, τόν καταλερωμένο καί καταρυπομένο ἀπό τή διαφθορά καί τή διαβολική σκοπιμότητα, ἀποτελεῖ μήνυμα στήν κάθε ἐποχή καί στήν κάθε γενιά καί κραυγή γιά μετάνοια, γιά ἀλλαγή βίου καί γιά ἔνταξη στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ καί στή στρατιά τῶν ἀναμορφωτῶν τοῦ κοινωνικοῦ βίου. “ Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς” (Ματθ. ε΄ 16).


3) Τό τρίτο δυναμικό στοιχεῖο πού ἔχει ὑποχρέωση νά προβάλει ἡ ὀρθόδοξη κοινότητα στό σκοτεινό ὁρίζοντα τῆς ἄθεης ἐποχῆς μας εἶναι ὁ πλοῦτος καί ἡ ποιότητα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας καί τῆς παράλληλης ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας. Οἱ πατέρες μας οἱ ἀναγεννημένοι καί φωτισμένοι ἔσκυψαν μέ πόθο καί πάθος στά κείμενα τῶν Γραφῶν, στό λόγο τοῦ Κυρίου, τίς ἀποστολικές διακηρύξεις, τίς ἐμπειρίες καί τίς διδαχές τῶν μεταποστολικῶν χρόνων, σ᾿ ὅλο τόν πλοῦτο πού παραδόθηκε ἀπό γενιά σέ γενιά καί σχηματοποίησαν τόν κώδικα τῆς καθολικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας πού εἶναι κατάμεστος μέ τήν ἐμπειρία τῆς ἁγιότητας καί τήν ἔνθερμη διάθεση τῆς ἀποστολικότητας.

Τά κείμενα πού ἔχουν φτάσει στά χέρια μας, καί δέν εἶναι λίγα, φωτίζουν καί ἐμπνέουν καί χειραγωγοῦν ἀγαπητικά τήν ἀξιολόγηση τῆς νέας ζωῆς καί τήν ὁλόψυχη ἔνταξη στή στρατιά τῶν ἁγιασμένων. Ἀνοιχτές οἱ πόρτες τῆς Ἐκκλησίας. Φωτεινά τά παραδείγματα. Ἔντονη ἡ παρόρμηση. Διακριτικό τό ρεῦμα τῆς σπουδῆς καί τῆς ἔνταξης στήν ποίμνη τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀφοσίωσης. Ὁ Κύριος τρέχει στά λαγκάδια καί στά βουνά γιά νά συναντήσει τό χαμένο πρόβατο καί ἡ πλανεμένη λογική ὕπαρξη ἀναζητάει τόν Ποιμένα καί Πατέρα πού εἶναι ὁ Θεός τῆς ἀγάπης.


4) Δέν θά παραλείψω νά ὑπογραμμίσω καί τό μόχθο τῆς πλατιᾶς ἐπισκοπικῆς φάλαγγας, πού ἐκτός ἀπό τήν ἀκάματη διδαχή, ἀσχολήθηκε καί συνέπραξε στή δημιουργία σταθεροῦ διοικητικοῦ σχήματος καί στήν κατάρτιση τοῦ κώδικα τῶν Ἱερῶν Κανόνων, πού ἀποτέλεσε καί ἐξακολουθεῖ νά ἀποτελεῖ τό ρυθμιστή τῶν ποικίλων προβλημάτων πού κατά καιρούς παρουσιάζονται καί τόν ὁδηγό στήν ἐξελικτική πορεία τοῦ συνοδικοῦ σχήματος.


Πολύ ἐνωρίς οἱ χαρισματικοί ποιμένες μέ ἀδελφική ἀλληλοπεριχώρηση καί μέ φωτισμένη κρίση πλαισίωσαν τήν τράπεζα τῆς συνοδικότητας, μελέτησαν τά προβλήματα τῆς συγκεκριμένης ὥρας καί συναντήθηκαν σέ κοινή γνώμη καί σέ φωτισμένη ἀπόφαση στή δημιουργία Κανόνων καί στόν προσδιορισμό τῶν τρόπων ἀντιμετώπισης τῶν δυσκολιῶν καί συνάντησης σέ κοινή ἄποψη καί σέ κοινή ὀργανωτική μεθόδευση.

Σημαντικό ρόλο ἔπαιξε καί τό κοσμικό δίκαιο τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἰουστινιανοῦ καί ἡ ἀποφασιστικότητα τῆς φωτισμένης ἡγεσίας τῆς ἐποχῆς νά μεθοδεύσει τή συνοδική λειτουργικότητα καί τήν εἰρηνική καί ἀποτελεσματική ποιμαντική διακονία. Ἰδιαίτερο ρόλο ἔπαιξαν οἱ “Νεαρές” τοῦ Ἰουστινιανοῦ πού ἀποτέλεσαν τούς θεμελιακούς πυλῶνες τοῦ θαυμαστοῦ καί ἀποτελεσματικοῦ Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Κατά καιρούς καί ἀποφάσεις καί κανονικές διατάξεις τοπικῶν συνόδων ἐνσωματώνονται ὡς Κανόνες ὑψίστου κύρους ὅπως οἱ Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Μεταφέρουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τόν β΄ Κανόνα τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού κατακυρώνει καί ἐγγράφει στό ἀποδεκτό κανονικό σύστημα σειρά Κανόνων τοπικῶν Συνόδων καί πατερικῶν ἀπόψεων πού ἐγκρίθηκαν καί ἐνσωματώθηκαν στό κανονικό δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας:

“ Ἐπισφραγίζομε δέ καί τούς λοιπούς πάντας ἱερούς Κανόνας τούς ὑπό τῶν ἁγίων καί μακαρίων πατέρων ἡμῶν ἐκτεθέντας, τοὐτέστι τῶν τε ἐν Νικαίᾳ συναθροισθέντων τριακοσίων δεκαοκτώ ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἐν Ἀγκύρᾳ, ἔτι μήν καί τῶν ἐν Νεοκαισαρίᾳ, ὡσαύτως καί τῶν ἐν Γάγγραις,πρός τούτοις δέ καί τῶν ἐν Ἀντιοχείᾳ τῆς Συρίας, ἀλλά μήν καί τῶν ἐν Λαοδικίᾳ τῆς Φρυγίας. Προσέτι καί τῶν ἑκατόν πεντήκοντα τῶν ἐν ταύτῃ τῇ θεοφυλάκτῳ καί βασιλίδι συνελθόντων πόλει, καί τῶν διακοσίων τῶν ἐν τῇ Ἐφέσῳ μητροπόλει τό πρότερον συναγηγερμένων, καί τῶν ἐν Χαλκηδόνι τῶν ἑξακοσίων τριάκοντα ἁγίων καί μακαρίων Πατέρων. Ὡσαύτως καί τῶν ἐν Σαρδικῇ, ἔτι μήν καί τῶν ἐν Καρθαγένῃ. Προσέτι γε μήν καί νῦν αὖθις ἐν ταύτῃ τῇ θεοφυλάκτῳ καί βασιλίδι πόλει συνελθόντων ἐπί Νεκταρίου τοῦ τῆς βασιλίδος ταύτης πόλεως Προέδρου, καί Θεοφίλου τοῦ γενομένου Ἀλεξανδρείας Ἀρχιεπισκόπου”.


Πρίν ἀποσύρω τή σκέψη μου καί τόν κάλαμό μου ἀπό τό μεγαλεῖο τοῦ κανονικοῦ δικαίου τῆς Ἐκκλησίας μας καθηλώνομαι στή χρεωστική ὁμολογία ὅτι κατά καιρούς καί ἰδιαίτερα στόν αἰώνα πού ἔληξε ἡ ὀφειλή ἀπόλυτου σεβασμοῦ τῶν Ἱερῶν Κανόνων καταπατήθηκε πολλές φορές βάναυσα ἀπό τούς λειτουργούς πού εἶχαν καταθέσει ὅρκο ἀπόλυτου σεβασμοῦ.

Δέν εἶναι οὔτε δύο οὔτε τρεῖς οἱ περιπτώσεις πού, εἴτε οἱ ἐπίσκοποι ὡς μονάδες εἴτε ἡ σύνοδος ὡς ἐνιαῖο διοικητικό σύνολο, κατεπάτησαν τούς ὅρκους τους καί παραβίασαν Ἱερούς Κανόνες προκειμένου νά πετύχουν τούς ἰδιοτελεῖς σκοπούς τους. Ἔχοντας καί ὁ γράφων τό κείμενο τοῦτο καί πληθύς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τήν ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ἀδιστάκτου περιφρονήσεως ἀπό ἐπισκόπους τοῦ ἱεροῦ δικαίου τῆς Ἐκκλησίας ὑπογραμμίζω τούτη τή δήλωση.

Στό λαό μας, στή λογική ποίμνη μας, ἔχουμε ὑποχρέωση νά ἐπισημαίνουμε, νά ἀναλύουμε καί νά ὑπογραμμίζουμε τήν ἁρμονία πού εἰσάγουν οἱ Ἱεροί Κανόνες στήν Ἐκκλησία μας, ἀλλά καί νά διατρανώνουμε τή λύπη μας καί τήν μετάνοιά μας γιά τίς ἀντικανονικότητες, πού ἔπληξαν καί πλήττουν κατά καιρούς ἐπικίνδυνα τό κύρος τῶν ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων, τῶν συνοδικῶν συνέδρων, τῶν διδασκάλων τῆς ἔντιμης διακονίας καί τῶν λειτουργῶν πού διάβηκαν τήν πύλη τοῦ ἱεροῦ βήματος γιά νά δεχθοῦν μέ τή χειροτονία τους τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ μιά πράξη ἀσύστολης ἐπιορκίας. Εἶπαν θά τηρήσουν μέ πιστότητα τούς Ἱερούς Κανόνες καί προχώρησαν στή χυδαία καταπάτησή τους.

Ἡ ἐκπλήρωση τοῦ ἱεροῦ χρέους περνάει ἀπό ἕνα ἐπικίνδυνο μονοπάτι. Συχνά ὀνοματίζουμε ὁμολογία Ὀρθοδοξίας τήν κατάθεση ἀλλοιωμένων προσωπικῶν ἀπόψεων πού δέν φωτίζουν τήν πλούσια εὐαγγελική ἀποκάλυψη, ἀλλά ὑπηρετοῦν τίς προσωπικές μας σκοπιμότητες. Ἑρμηνεύουμε ὅπως ἐμεῖς θέλουμε τά κείμενα τῶν Γραφῶν ἤ δίνουμε ἄλλο φῶς στούς Ἱερούς Κανόνες πού θέσπισαν οἱ μεγάλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας συναγμένοι σέ θεοφώτιστες Οἰκουμενικές Συνόδους.

Τό χρέος μας εἶναι νά ὁμολογήσουμε ἐν μετανοίᾳ τήν ἄτυχη σκοπιμότητα καί νά κινηθοῦμε στή μοναδική λεωφόρο τῆς καθαρῆς ἐντιμότητας. Νά μεταφέρουμε στό λαό ἀπερίτμητη τήν ἀλήθεια καί ἀπόλυτα σεβαστό τό χρέος εὐθυγράμμισης πρός τήν ἀποστολική καί πατερική διδαχή.

1 σχόλιο:

  1. Σοφά λόγια, θεωρητικά όλοι θα συμφωνήσουν. θεωρητικά! Βέβαια αν κάποιος με τον βίο και τα έργα του συνειδητά αντιπαρέρχεται τις Ευαγγελικές Αλήθειες και καταπατεί την Κανονική Τάξι, δεν αποκλείεται να προσπαθήσει να βρει και θεωρητική τεκμηρίωση για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.

    «Στενάζομεν βαρούμενοι» (Β´Κορ. 5,4). Πλην των πνευματικών, δογματικών και διοικητικών αντικανονικών παρεκτροπών, κανένα μέλος της Εκκλησίας από τους επισκόπους μέχρι τον νεότερο κατηχούμενο δεν θα βίωνε τόσο έντονα την οικονομική ανασφάλεια της εποχής, την απελπισία από τα οδυνηρά αποτελέσματα της πενίας λόγω "χαρατσιών", τοκογλυφικών επιθέσεων των δανειστών μας, χαμηλών αμοιβών, και ανεργίας, αν είχαμε ακμάζουσα Πίστι -εμπιστοσύνη- στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και αν ίσχυε κατά πάντα η φράση του Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος π.Νικοδήμου: "ὑποχρέωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας καί ὅλου τοῦ σύγχρονου ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος νά μεταφέρουν στή στρεβλωμένη σύγχρονη ἀθεϊστική κοινωνία τά μηνύματα τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐποχῆς". Στην πρωτοχριστιανική εποχή ο πλούσιος χριστιανός πρόσφερε έμπρακτα την αγάπη του στον πένητα, στον πάσχοντα, στον ασθενή, δεν υπήρχε η αποξένωση και ο ατομικισμός αλλά η φιλαδέλφεια, το ενδιαφέρον για τους αδελφούς, "ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες, την φιλοξενίαν διώκοντες" (Ρωμ.12,13). "τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἴς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά|" (Πράξ.4,32, - 2,44), οι αδελφοί μιας πλούσιας εκκλησίας έστελναν οικονομική βοήθεια στους αδελφούς μιας φτωχότερης, όλη η εκκλησία μιά οικογένεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου