Δικαιωνόμαστε ή Οχι;
Θαυμάστε "Ορθόδοξο
εκκλησιαστικό ύφος και ήθος";;;!!!!
------------------------------------
Η "εντιμότητα"
των ...φαντασμάτων
του ...Ανορθόδοξου
....παρατηρητηρίου....
του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασίλειου Βολουδάκη
O π. Βασίλειος Βολουδάκης έστειλε στό ....Ανορθόδοξο παρατηρηρτήριο των ανώνυμων φαντασμάτων, το παρακάτω σημείωμα μαζί με την απάντηση που είχε δημοσιευθεί στόν "ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΤΥΠΟ" από τις 17/10/1997 καί όμως τό ....Ανορθόδοξο παρατηρητήριο, δεν την είχε ....προσέξει, και λόγω της ...αβλεψίας του δημοσίευσε μόνο την απάντηση της Ι. Μ. Κουτλουμουσίου. Αυτό είναι το "ορθόδοξο" ύφος και ήθος τους!!! Αυτό δεν είπαμε και εμείς;
Είχαν μάλιστα το θράσος και την αναιδεια, αυτοί οι ανώνυμοι φονταμενταλιστές, να μας απειλήσουν και με τα δικαστήρια (προς χαράν του ψυχασθενούς της νέας ....Βαβυλώνας)!!! Κατά τα άλλα αγωνίζονται γιά την Κάρτα του ....Αντιχρίστου τα ...παιδάκια...του παπάΣαράντου. Μήπως όμως ήδη την έχουν ...παραλάβει;
Τους γράφει ο π. Βασίλειος:
Παρακαλώ πολύ να δημοσιεύσετε και τη δική μου ανταπάντησι προς τους πατέρες της Ι.Μ. Κουτλουμουσίου και τον π. Ιωάννη Φωτόπουλο, η οποία και αυτή είχε δημοσιευθεί από το 1997 στο ίδιο φύλλο του ορθοδόξπου τύπου με την επιστολή που δημοσιεύσατε.
Επειδή έχει ήδη παρέλθει αρκετός χρόνος χωρίς να το πράξετε, παρακαλώ πολύ, εν ονόματι της αληθείας να το πράξετε τώρα.
Σας επισυνάπτω το κείμενο της 17/10/1997.
Καλή Ανάστασι!
π. Βασίλειος Βολουδάκης
Κύριε Διευθυντά,
Ἐδιάβασα μέ πολλή προσοχή τίς Ἐπιστολές τῶν σεβαστῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων τῆς Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου καί τοῦ ἀγαπητοῦ μου π. Ἰωάννου Φωτοπούλου καί ἐπειδή διεπίστωσα ὅτι καί oἱ δύο ἐπιστολές κινοῦνται στά αὐτά περίπου πλαίσια, περιώρισα τήν ἀπάντησί μου σέ ἕνα μόνο κείμενο.
Μία πρώτη παρατήρησι ἀπό τήν ἀνάγνωσι τῶν ἀνωτέρω ἐπιστολῶν εἶναι ὅτι ἀπ’ αὐτές ἀπουσιάζει ἡ νηφαλιότητα. Στοιχειώδης δέ ἔνδειξι νηφαλιότητος εἶναι τό νά διαβάζης μέ προσοχή ὅλα ὅσα γράφει κάποιος, νά μή διαβάζης αὐτά πού δέν ἔγραψε καί νά δίδης βαρύτητα στήν οὐσία τῶν γραφομένων τοῦ ἄλλου καί ὄχι στά περί τήν οὐσίαν.
Ἀντιθέτως, oἱ ἐπικριταί μου διαβάζουν αὐτά πού δέν ἔγραψα, δίδουν βαρύτητα στό ἐάν ὁ π. Παΐσιος διετήρησε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του τίς ἀπόψεις του περί τῶν ταυτοτήτων, πρᾶγμα ἐπουσιῶδες γιά τό κέντρο βάρους τῶν κειμένων μου, δίδουν ἔμφασι στό ὅτι καί ὁ π. Παΐσιος καί ὁ π. Ἐπιφάνιος ἔγραψαν ὅτι δέν πρέπει νά πάρουμε τίς ταυτότητες, ἄν ἔχουν τό 666 ἤ δαιμονικά σύμβολα, παραβλέποντας ὅτι ἐπ’ αὐτοῦ ταυτίζομαι ἀπολύτως καί μάλιστα τό διεκήρυξα αὐτό μέσα ἀπό τά κείμενα μου ὄχι ἅπαξ ἤ δίς, ἀλλά πολλάκις, ἀμφισβητοῦν τή μαρτυρία μου γιά τίς ἐπί τοῦ θέματος ἀπόψεις τοῦ π. Ἐπιφανίου –παρά τό ὅτι ἔγραψα πώς στά χειρόγραφά μου ὑπάρχουν oἱ προσθῆκες τοῦ π. Ἐπιφανίο–, πού ἐπιτείνουν τό νόημα τῶν γραφομένων μου καί ἀποσιωποῦν ἐντελῶς τήν οὐσία τοῦ προβλήματος, ἡ ὁποία καί εἶναι τό κεντρικό θέμα τῶν κειμένων μου. Δηλαδή, τό γιατί δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες.
Ἄς πάρουμε ὅμως τά πράγματα μέ τή σειρά:
1. Οἱ σεβαστοί Πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου ὑποστηρίζουν ὅτι ἔγραψα, πώς «ὁ Γέροντας Παΐσιος τροποποίησε ἀργότερα τίς ἀπόψεις του». Οὐδέποτε ἔγραψα κάτι τέτοιο. Ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος ἐδιάβασε σωστά αὐτό πού ἔγραψα καί τούς διορθώνει γράφοντας ὅτι «Λέγει ὁ π. Βασίλειος ὅτι λίγο διάστημα μετά τήν κυκλοφορία τοῦ κειμένου τοῦ π. Παϊσίου, ὁ Μακαριστός ἔπαυσε νά ἀσχολεῖται μέ πάθος μέ τά ἐπίμαχα ζητήματα». Ὅμως καί ὁ π. Ἰωάννης, ὅπως καί oἱ σεβαστοί Ἁγιορεῖτες καταβάλλουν προσπάθεια νά ἀποδείξουν ὅτι «μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του ὁ π. Παΐσιος ἔδινε τήν ὁμολογία του» ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, ἐνῶ αὐτό δέν τούς χρησιμεύει σέ τίποτε, ἐφ’ ὅσον δέν ἀποτελεῖ τόν πολιορκητικό κριό, πού ἐνδείκνυται γιά τήν κατάρριψι τῶν ἐπιχειρημάτων μου. Τό θέμα δέν εἶναι, ἄν ὁ π. Παΐσιος ἔλεγε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του ὅτι δέν πρέπει νά πάρουμε τίς ταυτότητες, διότι αὐτό καί τό ὑποστήριξα καί τό ὑποστηρίζω καί ταυτίζομαι μέ αὐτήν τή θέσι. Καί μάλιστα τά ἔγραψα πολλές φορές. Καί στό «Προλογικό σημείωμα» τοῦ βιβλίου μου καί στά πρόσφατα δημοσιεύματά μου, μέ ἀποκορύφωμα τόν «Ἐπίλογο» τους, ὅπου διακηρύσσω: «Γι’ αὐτό “πάλιν καί πολλάκις” ἐδήλωσα ὅτι “θά πολεμήσω τίς νέες ταυτότητες, ἄν αὐτές ἔχουν τό 666 ἤ ἄλλα δαιμονικά σύμβολα καί θά συστήσω στούς πιστούς, πού θά μέ συμβουλευθοῦν νά ἀρνηθοῦν τήν παραλαβή τους”». Τό θέμα εἶναι, γιατί δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες.
Ἐπ’ αὐτοῦ καί μόνον ὑπάρχει διαφοροποίησι. Ἡ ἐπιστολή τοῦ π. Παϊσίου ὑποστηρίζει ἐμμέσως ὅτι ἡ παραλαβή τῆς ταυτότητος βλάπτει πνευματικά τόν ἄνθρωπο, τόν μολύνει, ἐνῶ τά δικά μου κείμενα ἐκφράζουν τή θέσι (καί τήν στηρίζουν, νομίζω, μέ ἐπιχειρήματα θεολογικά) ὅτι δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες «καί θά τίς ἀρνηθοῦμε ὄχι γιατί φοβόμαστε ἕναν ἀριθμό, ἀλλά γιατί δέν ἐπιτρέπουμε σέ κανέναν νά ἀνακατεύεται στήν πίστι μας καί νά μᾶς ἐπιβάλη ἕναν ἀπεχθῆ ἀριθμό σάν διακριτικό τῆς ταυτότητος μας», ὅπως ἐπίσης «γιατί πρέπει νά προασπίσουμε τούς “ἀσθενεῖς τῇ πίστει” ἐμφόβους χριστιανούς μας, συγκαταβαίνοντας στήν ἀδυναμία τους ἀλλά καί γιατί δέν εἶναι σωστό νά ἐπιτρέψουμε στούς πολιτικούς νά “παίζουν” μέ τήν πίστι μας».
Ἐδῶ, λοιπόν, βρίσκεται ἡ οὐσία τοῦ θέματος. Στό γιατί δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες. Ὅλες οἱ ἄλλες παράμετροι εἶναι ἐπουσιώδεις πτυχές τοῦ κυρίου θέματος. Καί γιά τή λύσι τοῦ κυρίως προβλήματος ἀπαιτεῖται θεολογική ἐπιχειρηματολογία καί ὄχι ἐπίκλησι ὀνομάτων ἁγίων Γερόντων καί Ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων. Θεολογικά δέ ἐπιχειρήματα, τά ὁποῖα νά ἀντικρούουν τήν οὐσία τῶν θέσεων μου δέν ἐδιάβασα μέχρι σήμερα.
Ἐφθάσαμε στό σημεῖο νά πετάξουμε στά σκουπίδια ὄχι μόνο τή θεολογία μας ἀλλά καί τή λογική μας, προκειμένου νά πείσουμε τόν λαό μας ὅτι κάθε θεόπτης ἅγιος ἔχει ὁπωσδήποτε καί τό χάρισμα τῆς διδασκαλίας καί τῆς ἀκριβοῦς διατυπώσεως τῆς πίστεως, ἀδιαφορῶντας γιά τό ἄν ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς διδάσκει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο λέγοντας: «Μή πάντες Ἀπόστολοι; Μή πάντες προφῆται; Μή πάντες διδάσκαλοι; Μή πάντες δυνάμεις; Μή πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων;» (1 Κορ. 12,29-30). Ὁ π. Παΐσιος ἔκρινε ὅτι εἶναι σωστό νά συστήση στούς πιστούς νά μή πάρουν ταυτότητες, ἄν αὐτές ἔχουν τό 666. Ἐπ’ αὐτοῦ οὐδείς εὐρίσκεται διαφωνῶν.
Ὡς πρός τά θεολογικά ἐπιχειρήματα, πού χρησιμοποίησε ὁ π. Παΐσιος δέν εὐθύνεται αὐτός ἀλλά ἐκεῖνοι πού τοῦ τό ὑπέδειξαν καί τοῦ ἔδωσαν καί τίς παραπομπές. Ὁ ἅγιος Πατήρ ἀπό ταπείνωσι δέχθηκε τά ἐπιχειρήματά τους, διότι θεώρησε ὅτι σάν μορφωμένοι γνωρίζουν περισσότερα θεολογικά γράμματα, μέ ἀποτέλεσμα αὐτοί νά τόν ἐκθέσουν ἀπό πλευρᾶς θεολογικῶν ἐπιχειρημάτων. Αὐτό εἶναι ὅλο. Οὔτε ἡ ἁγιότης τοῦ π. Παϊσίου κλονίζεται, οὔτε καί ἐμεῖς πρέπει νά πετάξουμε τό μυαλό μας στά σκουπίδια καί νά μᾶς «σαλέψη», ἐπειδή τάχα πρέπει νά παραδεχθοῦμε τά ἀπαράδεκτα.
Ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος θεωρεῖ «βλάσφημο» αὐτό πού ἔγραψα, ὅτι δηλαδή ὁ π. Παΐσιος πείσθηκε ἀπό θεολόγο μοναχό καί διερωτᾶται «τί εἴδους ἅγιος θά ἦταν, ἄν παρασυρόταν ἀπό τόν ἕνα καί τόν ἄλλο γιά ἕνα τόσο σοβαρό θέμα καί ἔγραψε ἀθεολόγητες καί πλανεμένες ἀπόψεις;».. Ἤδη μέ αὐτά πού ἐξήγησα φαίνεται πολύ καθαρά ὅτι αὐτό πού ὁ π. Ἰωάννης θεωρεῖ «βλάσφημο», εἶναι τιμή γιά τόν π. Παΐσιο ἐκ μέρους μου, διότι τονίζω τήν ταπείνωσί του, καί τήν εὐπιστία του πρός τούς κατά τή γνώμη του εἰδικούς, τούς ὁποίους ἐμπιστεύθηκε ὄχι γιά νά τοῦ ὁρίσουν γραμμή «πλεύσεως», δηλαδή νά τοῦ εἰποῦν τό «ναί» ἤ τό «ὄχι» στίς ταυτότητες (ἐπ’ αὐτοῦ ὁ ἴδιος εἶχε καταλήξει) ἀλλά γιά νά θωρακίσουν τό «ὄχι» του μέ θεολογικά ἐπιχειρήματα.
Ἐπί πλέον δέ, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει τόση εὐθιξία γιά τήν ὑπεράσπισι τῶν ἁγίων, πῶς δικαιολογεῖται ἡ σιωπή καί ἡ ἔλλειψι ἀγανακτήσεως, ὅταν συκοφαντοῦνται ἀνακηρυγμένοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως π.χ. ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος ἐδέχθη ὑβριστική ἐπίθεσι γιά τά θεοφώτιστα συγγράμματά του, γιά τά ὁποῖα καί μόνον ἀνεκηρύχθη ἅγιος; Οὔτε ὁ π. Ἰωάννης, οὔτε πολλοί ἀπ’ αὐτούς πού κόπτονται σήμερα γιά τόν π. Παΐσιο, ἀγανάκτησαν ἐναντίον τῶν βλασφημούντων τόν ἅγιον Νικόδημον.
Κατ’ αὐτούς, τό νά ὑβρίζεται βάναυσα ἡ διδασκαλία ἑνός ἤδη ὑπό τῆς Ἐκκλησίας μας τιμωμένου ὡς ἁγίου, τοῦ ὁποίου ἡ ἁγιότης ἀπεδείχθη ἰδιαιτέρως μέ τά θεῖα συγγράμματα του, δέν εἶναι τίποτε σπουδαῖο. Τό νά ἐλέγχεται ὅμως ὡς θεολογικῶς διάτρητο ἕνα κείμενο ὁσίου ἀνδρός, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει ἀναγνωρισθῆ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας ἐπισήμως, καί ὁ ὁποῖος δέν εἶχε ὡς εἰδικότητά του τή διατύπωσι τῆς ἀκριβείας τῆς πίστεως, εἶναι πρᾶξι... βλάσφημη καί ἀποτρόπαια! Τί νά εἰπῆ κανείς;
2. Ὁ π. Ἰωάννης μέ κάποια δόσι εἰρωνείας, γράφει: «Ὁ π. Βασίλειος γιά νά ἀναιρέσει πασιφανεῖς ἀλήθειες σχετικά μέ τήν ἠλεκτρονική σκλαβιά τῶν ταυτοτήτων καί τό βδελυρό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου (666) ἐπικαλεῖται τρία ἀξιοσέβαστα πρόσωπα, τόν γέροντα Παΐσιο, τόν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο καί τόν σεβασμιώτατο π. Αὐγουστῖνο. Εἶναι φυσικό νά ἐπικαλεῖται τίς μαρτυρίες τέτοιων ἁγιασμένων ἀνθρώπων, γιατί ἀλλιῶς πῶς νά βαστάξει αὐτός καί οἱ λίγοι συμφρονοῦντες “τό βάρος τῆς ἀποδείξεως” τῶν λεγομένων του, ὅταν ὅλοι καί ὅλα γύρω του βοοῦν καί κράζουν περί τοῦ ἀντιθέτου;».
Ἐν πρώτοις συμφωνῶ ὅτι «ὅλα γύρω μου βοοῦν καί κράζουν». Θεολογικά ἐπιχειρήματα δέν ἀκούω. Ἔπειτα πρέπει νά διευκρινήσω ὅτι δέν ἔχω ἀναλάβει ρόλο Ἄτλαντα, οὔτε σκοπός μου εἶναι τό νά ἐπιβληθῶ μέ τά ἐπιχειρήματά μου. Ἁπλῶς, ὑπακούοντας στή συνείδησί μου, κατέθεσα τή μαρτυρία μου. Τίποτε ἄλλο. Συνεπῶς δέν αἰσθάνομαι κανένα βάρος, ὥστε νά τό μοιρασθῶ μέ ἄλλους καί μάλιστα καπηλευόμενος μαρτυρίες ἁγίων προσώπων, ὅπως ἰσχυρίζεται ἐμμέσως, πλήν σαφῶς, ὁ π Ἰωάννης. Τρίτον, θά εἶχε κάποιο δίκιο ὁ π. Ἰωάννης, ἄν πράγματι στηριζόμουν σέ ὅλα τά πρόσωπα πού ἀναφέρει, ἐνῶ συμβαίνει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο γιά τά δύο ἀπό τά τρία αὐτά πρόσωπα. Δηλαδή γιά τόν π. Παΐσιο καί τόν Σεβασμιώτατον π. Αὐγουστῖνον. Τοῦ μέν π. Παϊσίου ἀναιρῶ τήν Ἐπιστολή, ὁπότε ὄχι μόνο δέν στηρίζομαι σ’ αὐτόν ἀλλά ἐπισύρω ἐναντίον μου τήν μῆνιν ὅλων τῶν εὐλαβουμένων αὐτόν μέ «Zῆλον οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν», τόν δέ ἁγιώτατον Μητροπολίτην Φλωρίνης τόν ἀναφέρω ὡς προσχωρήσαντα ἤδη στήν συλλογιστική τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Παϊσίου.
Μένει, λοιπόν, στόν π. Ἰωάννη νά ἀνακάλυψη τά σημεῖα στηρίξεώς μου στούς δύο προαναφερθέντας ἁγίους Πατέρας μας. Ὡς πρός τήν ἀναφορά μου στον π. Ἐπιφάνιο καί πάλι δέν ἔχει δίκιο ὁ π. Ἰωάννης νά μέ εἰρωνεύεται ὅτι στηρίχθηκα σ’ αὐτόν μέ ὑστεροβουλία, διότι ἀλλοίμονο, ἄν ἀπέκρυπτα ὅτι τά κείμενά μου τά ἤλεγξε πρό τῆς δημοσιεύσεώς τους ὁ μακαριστός, ὁ ὁποῖος ἀπό τότε ἦταν πνευματικός μου λόγῳ τῆς πολύ βεβαρημένης καταστάσεως τῆς ὑγείας τοῦ Γέροντος μας π. Σίμωνος, ἕνεκα τῆς ὁποίας εἶχε διακοπή ἡ ἐπικοινωνία του μέ τό ἐξωτερικό περιβάλλον.
Τόν π. Ἐπιφάνιο τόν ἀνέφερα ἐπίσης, διότι ἔζησε τό θέμα, μέ προστάτευσε ἀπό ἐμπαθῆ πυρά καί ἄφησε τίς γραπτές του σημειώσεις πάνω στά χειρόγραφά μου σάν συνηγορία καί παρηγοριά μου. Παρά ταῦτα, δέν ἀμέλησα νά θεμελιώσω τίς ἀπόψεις μου μέ πλῆθος θεολογικῶν ἐπιχειρημάτων, τά ὁποῖα καί παρακαλῶ αὐτά καί μόνα νά ἀντιμετωπισθοῦν ἀπό τούς κατηγόρους μου. Ἄς παραθεωρήσουν τό ἱστορικό τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Παϊσίου καί ἄς σταθοῦν στή θεολογική κριτική της, ὅπως ἐπίσης καί σέ ὅλα ἐκεῖνα πού ἔγραψα μέχρι σήμερα ἐπί τοῦ θέματος καί ἐπ’ αὐτῶν καί μόνο νά συζητήσουμε.
Καί νά εἰπῶ καί κάτι ἄλλο; Μία σοφή παροιμία λέει; «Στό σπίτι τοῦ κρεμασμένου δέν μιλᾶνε γιά σκοινί»! Τί θά εἰπῆ αὐτό; Ὅτι ἄν ἔπρεπε κάποιος νά κατηγορηθῆ ὅτι στηρίζεται σέ ἔγκυρα πρόσωπα, γιά νά ὑποστηρίξη τίς ἀστήρικτες ἀπόψεις του, αὐτός ὁ κάποιος ὁπωσδήποτε δέν εἶμαι ἐγώ. Διότι καί ἀνέπτυξα καί κατωχύρωσα τίς τοποθετήσεις μου, ὅσο μποροῦσα μέ θεολογική συλλογιστική. Ἄλλοι, εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, μή ἔχοντες νά ἀντιτάξουν ὁποιοδήποτε σοβαρό ἐπιχείρημα, «κραδαίνουν» μόνο τήν Ἐπιστολή τοῦ π. Παϊσίου.
3. Ἀκατανόητο καί ἀνεξήγητο εἶναι τό σχόλιο τῆς Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου, ἡ ὁποία, ἀναφερομένη στόν Σεβ. π. Αὐγουστῖνο, γράφει: «Ὁ Μητρ. Φλωρίνης, στόν ὁποῖο ἀναφέρεται (ὁ π. Βασίλειος), ναί μέν στήν “Χριστιανική Σπίθα” τοῦ Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 1986 εἶχε ἀπόψεις παραπλήσιες μέ τόν π. Βασίλειο, ὅμως στό τεῦχος τοῦ Ἰουλίου 1987, ἐκφράζει ἀπόψεις ταυτόσημες μέ τοῦ Γέροντος Παϊσίου καί δίς ἀναφέρεται στό κείμενο “Σημεῖα τῶν καιρῶν — 666” κατά τρόπο ἄκρως ἐπαινετικό». Τό σχόλιο, αὐτό τῶν Ἁγιορειτῶν δέν στρέφεται ἐναντίον μου ἀλλά, ἀντιθέτως, ἐπιβεβαιώνει αὐτά πού ἔγραψα. Ὅτι ὁ Σεβ. Φλωρίνης ἀρχικῶς, μετά τό πρῶτο μου ἄρθρο (24.10.86) συνέπλευσε μέ τίς θέσεις μου καί ἀργότερα ἐπείσθη ἀπό τό κῦρος τοῦ π. Παϊσίου καί τροποποίησε τίς ἀπόψεις του. Συνεπῶς δέν ἀντιλαμβάνομαι τήν ἐναντίον μου ἀντιρρητική ἀξία τοῦ σχολίου αὐτοῦ καί γι’ αὐτό τό χαρακτήρισα ἀνεξήγητο.
4. Oἱ σεβαστοί Πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου γράφουν, πώς ἀμφιβάλλουν γιά τή μαρτυρία μου σχετικά μέ τή στάσι τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου ἔναντι τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Παϊσίου καί τήν ἀποκαλοῦν «δῆθεν προφορική μαρτυρία». Τήν ἀδικαιολόγητη αὐτή καί προσβλητική (γιά ἕνα κληρικό, πού ἄν μή τι ἄλλο δέν φημίζεται γιά τήν ἐπιπολαιότητά του) ἀμφισβήτησί τους προσπαθοῦν νά δικαιολογήσουν, ἐπειδή τάχα «ἐσκεμμένα παραποιῶ τήν ἀλήθεια» προσποιούμενος ὅτι δέν ἀναγνωρίζω τήν «ἀπόλυτη γνησιότητα τῆς Γραφῆς τοῦ Γέροντος Παϊσίου στό φάκελλο πού γράφει: “Δείγμα ταυτότητος. Ἀλλοίμονον!!!”».
Θά παρακαλοῦσα τήν σεβαστή Διεύθυνση τοῦ «Ο.Τ.», ἐάν ἔχει χῶρο στήν ἐφημερίδα νά παράθεση σέ ἀντιβολή τόν γραφικό χαρακτῆρα τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ μακαρίου Γέροντος καί τόν γραφικό χαρακτῆρα τοῦ φακέλλου, γιά νά διαπιστώσουν οἱ ἀναγνῶστες, ἄν ὑπάρχει σχέσι μεταξύ τῶν δύο αὐτῶν γραφικῶν χαρακτήρων. Πάντως, πλειάς ἀνθρώπων πού ἐρώτησα, μοῦ ἀπήντησαν «ἐν ἑνί στόματι» ὅτι οὐδεμία σχέσις, μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο, ὑπάρχει. Παρά ταῦτα, ἐάν ἀποδειχθῆ ὅτι ἐπ’ αὐτοῦ ἔχω λάθος, δέν θά διστάσω νά ὁμολογήσω ὅτι ἔσφαλα καί νά ζητήσω δημοσίως συγγνώμη. Ὅμως, αὐτό εἶναι τό πρόβλημα; Εἶναι αὐτό ἡ οὐσία τοῦ θέματος ἤ ἡ περιουσία; Ἄλλη εἶναι ἡ καρδιά τοῦ θέματος, ὅπως προείπαμε, καί ἀντί νά ἐργασθοῦμε ὅλοι πρός αὐτή τήν κατεύθυνσι περι—εργαζόμεθα τίς παρωνυχίδες!
Οἱ σεβαστοί Πατέρες τῆς Κουτλουμουσίου προχωροῦν, ὅμως, ἀκόμη περισσότερο. Γράφουν ὅτι «ὁ π. Ἐπιφάνιος ἐκφράζει ἀντίθετες ἀπόψεις ἀπό αὐτές πού μᾶς παρουσιάζει ὁ π. Βασίλειος» καί ἀναφέρονται σέ Ἐπιστολή τοῦ π. Ἐπιφανίου, ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε στόν «Ο.Τ.» στίς 11.9.87. Τά αὐτά ὑποστηρίζει καί ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος καί παραθέτει μάλιστα ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ἐπιστολή τοῦ π. Ἐπιφανίου, τό ὁποῖο κατά τή γνώμη του μέ κατατροπώνει, γιά νά θριαμβολογήση λέγοντας πώς «Μετά ἀπό τέτοια κρυστάλλινη σαφήνεια τῶν ἀπόψεων τοῦ π. Ἐπιφανίου σχετικά μέ τή σημασία τοῦ ἀριθμοῦ 666 εἶναι νομίζουμε ἀσέβεια στή μνήμη του νά ἀφήνουμε νά αἰωρεῖται στό ἀναγνωστικό κοινό τοῦ “Ο.Τ.” ἡ ἐσφαλμένη ἐντύπωσι ὅτι οἱ θέσεις τοῦ π. Ἐπιφανίου ταυτίζονται μέ αὐτές τοῦ π. Βασιλείου».
Ἄς ἰδοῦμε, λοιπόν, τί εἶναι αὐτό πού ἔγραψε ὁ π. Ἐπιφάνιος, τό ὁποῖο κατά τόν π. Ἰωάννη εἶναι ἐκ διαμέτρου ἀντίθετο μέ τίς θέσεις μου: «Ἄν πράγματι εἰς τά νέα δελτία ταυτότητος ἔχει ἀποτυπωθῆ ἔστω καί ὑποψία τῆς μορφής τοῦ Βεελζεβούλ, ἀσφαλῶς οἱ πιστοί ὄχι μόνον δέν θά παραλάβουν τά διαβολοδελτία αὐτά ἀλλά οὔτε κάν θά τά ἐγγίσουν. Τό αὐτό θά συμβῆ καί ἄν τά δελτία φέρουν τόν ἀριθμό 666. Ἐάν μέν ὁ ἀριθμός αὐτός ἐτέθη ἐπίτηδες ὡς σχετιζόμενος μέ τόν ἀντίχριστον, θά ἦτο ἀδιανόητον νά φέρωμεν ἐπάνω μας τά σύμβολα τοῦ Ἀντίχριστου. Ἀλλά καί ἐάν ὁ ἀριθμός αὐτός, δέν ἐπελέγη σκοπίμως, δηλ. ὡς σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου, ἀλλ’ ἁπλῶς ὡς ἕνας ἀριθμός μεταξύ τῶν πολλῶν... καί πάλιν τά δελτία ταυτότητος, ὡς προκαλοῦντα τήν θρησκευτικήν μας εὐαισθησίαν μέ τήν χρῆσιν ἑνός ὑπόπτου καί διαβλητοῦ ἀριθμοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀπαράδεκτα. Δέν θά τά παραλάβωμεν».
Καί ἐρωτῶ; Τί διαφορετικό ἔγραψα ὡς πρός αὐτά, πού γράφει ὁ π. Ἐπιφάνιος; Μήπως ἔγραψα ὅτι θά παραλάβωμε τίς ταυτότητες, ἄν ἔχουν τό 666 ἡ σατανικά σύμβολα; Ἀντιθέτως, ἔγραψα «πάλιν καί πολλάκις» ὄχι. Σέ τί τούς ἐξυπηρετεῖ, λοιπόν, τό κείμενο τοῦ Ἐπιφανίου; Μήπως συνηγορεῖ μέ αὐτούς ὅτι δαιμονίζεται ὁ ἄνθρωπος παίρνοντας τήν ταυτότητα, ἡ ὅτι ἀρνεῖται τό Χριστό καί προσχωρεῖ στό Σατανᾶ», ὅπως αὐτοί ὑποστηρίζουν. Τό μόνο στό ὁποῖο ἐκ πρώτης ὄψεως μποροῦν νά στηριχθοῦν εἶναι, πώς ὁ π. Ἐπιφάνιος ἀποκαλεῖ τό 666 σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου, ἐνῶ ἐγώ γράφω ὅτι δέν εἶναι σύμβολο, διότι τά σύμβολα εἶναι ἀμετάτρεπτα.
Τό ἴδιο ὅμως ὑπεστήριζε καί ὁ π. Ἐπιφάνιος καί γι’ αὐτό στίς φράσεις τοῦ χειρογράφου μου «Ποιός ἔκαμε αὐτή τήν ἐπιλογή καί ἀπεφάνθη ὅτι μόνο ὁ ἀραβικός ἀριθμός 666, ὄχι μόνο ὡς ἀριθμός ἀλλά καί ὡς σχῆμα (γιατί αὐτό σημαίνει σύμβολο) θά χρησιμοποιηθῆ ἀπό τόν Ἀντίχριστο..:,», πρόσθεσε πρίν ἀπό τή λέξι «σχῆμα» τό ἐπίθετο «συγκεκριμένο» καί μετά προσέθεσε τήν παρενθετική φράσι «(δηλαδή τρία 6)». Ὅπως καί παρακάτω πού ἔγραφα «Τό σύμβολο ἔχει ὡρισμένο σχῆμα, ὅπως ὁ Τίμιος Σταυρός. Δέν εἶναι δυνατόν τό Σημεῖο τοῦ Χριστοῦ νά ἀποτυπωθῆ διαφορετικά. Μέ ἄλλα σχήματα», ὁ π. Ἐπιφάνιος μοῦ πρόσθεσε τή φράσι «πού δέν δηλώνουν σταυρό». Ἐάν ὁ π. Ἐπιφάνιος διαφωνοῦσε μέ τή θέσι μου αὐτή, θά ἦταν ἀδιανόητο νά καλλωπίζη φραστικά καί νά ἐπεξηγῆ τό λάθος μου. Ἀλλοίμονο ἄν ἕνας Πνευματικός, καί μάλιστα τῆς ἀξίας τοῦ π. Ἐπιφανίου, δέν διορθώνη τά πνευματικά τέκνα του (τότε ἦταν πνευματικός μου) ἀλλά τά ἀφήνει νά δημοσιεύουν πλάνες, καί μάλιστα κοσμεῖ καί τά χειρόγραφά τους μέ προσθῆκες πλάνης!
Στήν Ἐπιστολή του ὁ π. Ἐπιφάνιος ἀποκαλεῖ τό 666 «σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου», διότι ἔτσι τό ἐννοεῖ, μετά τήν δεισιδαιμονική κατήχησί του, ὁ περισσότερος κόσμος. Ἔκαμε δηλαδή ὅ,τι καί ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος προκειμένου νά συνεννοηθῆ μέ μᾶς τούς ἐμπαθεῖς ἀνθρώπους ὀνομάζει «ψυχή» καί τά πάθη μας, λέγοντας «ὁ φιλῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καί ὁ μισῶν τήν ψυχήν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, εἰς ζωήν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν» (Ἰω. 12, 25). Ἐξ ἄλλου ὁ π. Ἐπιφάνιος ρητῶς ἀναφέρει στήν Ἐπιστολή του ὅτι «δέν σκοπεύω νά διαπραγματευθῶ τό θέμα περί Ἀντιχρίστου ἡ περί τοῦ ἀριθμοῦ 666 κ.τ.τ.
Ἐπιγραμματικῶς θά σημειώσω δύο ἡ τρεῖς σκέψεις...». Ὁ σκοπός του ἦταν ἕνας, ὅπως μοῦ ἐξήγησε τότε. Ὄχι νά ἀνάπτυξη θεολογικῶς τό θέμα, ἀλλά νά ἠρεμήσουν τά πνεύματα. Διότι ὁ π. Παΐσιος ὅλο τό καλοκαίρι τοῦ 1987 (κατά τό ὁποῖο, ὅπως ἔγραψα στό “ἱστορικό τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Παϊσίου, ὁ ἅγιος ἀσκητής δυσφημοῦσε τίς ἀπόψεις μου) τοῦ διεμήνυε μέ ἀνθρώπους, κληρικούς καί λαϊκούς, νά γράψη κάτι ἐπί τοῦ θέματος ὁπωσδήποτε. Ἔτσι, ἔγραψε ὁ π. Ἐπιφάνιος. Μέ μοναδικό σκοπό νά διαβεβαίωση τούς ἀνθρώπους ὅτι δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες, ἄν αὐτές ἔχουν δαιμονικά σύμβολα, διότι αὐτό καί μόνο τούς καθησύχαζε μετά ἀπό τόν σάλο πού εἶχε δημιουργηθῆ.
Παρά ταῦτα, δέν θά «μαλώσουμε» γιά τό ἄν εἶναι ἡ δέν εἶναι σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου τό 666. Ἐξ ἄλλου καί νά μή ἦταν σύμβολο, ἔγινε, μετά τήν τόση φασαρία πού ἔχει δημιουργηθῆ. Τό θέμα μας, ὅμως, παραμένει καί εἶναι πολύ συγκεκριμένο: Ναί, δέν θά πάρουμε τίς ταυτότητες, ἀλλά γιατί δέν θά τίς πάρουμε; Ἀπό τήν ἀπάντησι τοῦ ἐρωτήματος αὐτοῦ ἐξαρτῶνται τά πάντα.
Θά ἦταν χρήσιμο νά φιλοσοφήσουμε στίς διατυπώσεις τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Ἐπιφανίου, γιατί μέσα σ’ αὐτές ἀντικατοπτρίζεται τό πνεῦμα, μέ τό ὁποῖο τήν ἔγραψε. Ὅπως πχ σ’ αὐτά πού γράφει μέ ἡμισατυρικό τρόπο. Ὅτι δηλαδή γιά νά ἐπαληθεύσουν οἱ φῆμες, πώς μέσα στίς ταυτότητες κρύβονται δαιμονικά σύμβολα, θά ἔπρεπε «Οἱ ἁρμόδιοι κρατικοί Λειτουργοί, πρῶτον μέν νά εἶναι συνειδητοί σατανολάτραι, δεύτερον δέ νά πάσχουν ἐκ κρετινισμοῦ. Διότι μόνον συνειδητοί σατανολάτραι θά ἔθετον τοιαῦτα σχήματα εἰς τά δελτία ταυτότητος καί μόνον πάσχοντες ἐκ κρετινισμοῦ ἠδύναντο νά πιστεύσουν ὅτι θά εὑρεθοῦν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πού θά ἐδέχοντο νά λάβουν δελτία ταυτότητος μέ τήν εἰκόνα τοῦ Βεελζεβούλ! Καί “νά πάρη ἡ εὐχή!”, εἶναι ὀλίγον δύσκολον νά συμπέσουν ἀμφότεραι αἱ ἰδιότητες (σατανολατρία καί κρετινισμός) εἰς μίαν δεκάδα, τουλάχιστον, ἀνωτάτων στελεχῶν Δημοσίων Ὑπηρεσιῶν καθώς καί εἰς τούς ἁρμοδίους Ὑπουργούς καί Ὑφυπουργούς. Λογικῶς λοιπόν θά ἔπρεπε νά ἀποκλεισθῆ παντελῶς τοιοῦτον ἐνδεχόμενον, δηλαδή ἐκτύπωσις δελτίων ταυτότητος μέ σατανικός μορφάς».
Αὐτό τό πνεῦμα τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ π. Ἐπιφανίου προσπαθεῖ νά ἀλλοιώση ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, προκειμένου νά στηρίξη τόν ἰσχυρισμό του ὅτι ἀσεβῶ τάχα στή μνήμη του, δημιουργῶντας ἐσφαλμένη ἐντύπωσι στό ἀναγνωστικό Κοινό τοῦ «Ο.Τ.» ὡς πρός τό ὅτι οἱ θέσεις τοῦ π. Ἐπιφανίου ταυτίζονται μέ τίς δικές μου. Στήν προσπάθειά του αὐτή γράφει πράγματα, πού ἀποδεικνύουν ὅτι δέν ἐγνώριζε τόν π. Ἐπιφάνιο. Καί ἐκτίθεται πολύ. Γράφει ὅτι ὁ π. Ἐπιφάνιος «πρίν δημοσιεύσει τίς ἀπόψεις του γιά ἕνα μεῖζον θέμα, γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα συζητοῦσε, σκεπτόταν, μελετοῦσε ὅ,τι ἔγραφαν οἱ ἄλλοι καί τέλος δημοσίευε τεκμηριωμένα τίς θέσεις του. Δεχόμαστε λοιπόν κατ’ ἀρχάς ὅτι ὁ μακαριστός μέχρι ἑνός σημείου πιθανόν νά εἶχε προσεγγίσει τίς ἀπόψεις τοῦ π. Βασιλείου, τοῦ ὁποίου πάγια θέσι ἦταν καί εἶναι ὅτι τό 666 δέν εἶναι σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου. Πότε δημοσίευσε ὁ π. Βαοίλειος τά τελευταῖα σχετικά κείμενά του στόν “Ο.Τ.” Λέγει ὁ ἴδιος “στίς 13.2.87 καί 20.2.87”. Τί ἔγινε μετά; Στίς 11.9.87, ἐννέα μῆνες ἀργότερα δημοσιεύεται ἀπό τόν “Ο.Τ.”, Ἐπιστολή τοῦ π. Ἐπιφανίου μέ τίτλο “Ὁ Βεελζεβούλ καί ὁ Ε.Κ.Α.Μ.” ὅπου ἀποκρυσταλλώνονται οἱ ἀπόψεις τοῦ Γέροντος». Ὑπάρχει ἆραγε μεγαλύτερη ἀσέβεια ἀπό αὐτήν τήν ἐκδοχή, πού παραθέτει ὁ π. Ἰωάννης; Οὔτε λίγο, οὔτε πολύ μᾶς παρουσιάζει ἕναν «ἀγνώριστο» π. Ἐπιφάνιο, ὁ ὁποῖος γράφει, ἀφοῦ προηγουμένως ἀκούση καί διάβαση ἄλλους!
Ὅμως ὁ π. Ἐπιφάνιος δέν ἔγραφε ἔτσι, ἀλλά μέ τρόπο ἐντελῶς ἀντίθετο. Ὁ ἴδιος ὁ ἀοίδιμος μοῦ εἶχε εἰπῆ ὅτι γιά κάθε θέμα ἔγραφε ἐντελῶς ἀνεπηρέαστος καί ἀπερίσπαστος καί μόνο ὅταν ὁλοκλήρωνε τά γραπτά του, τότε ἐδιάβαζε ὁτιδήποτε εἶχε γραφή ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ. Ὁ π. Ἐπιφάνιος δέν ἔψαχνε οὔτε σκεπτόταν τά θέματα, γιά νά βρῆ τή λύσι τους τότε πού αὐτά ἐρχόταν στήν επικαιρότητα, ἀλλά εἶχε ἤδη ἀπάντησι καί λύσι γιά ὅλα τά θέματα, πρίν ἀκόμη αὐτά παρουσιασθοῦν ἀνοικτά καί ἀπασχολήσουν πλήθη ἀνθρώπων. Κάποιο ἀπό τά στενά πνευματικά παιδιά του μοῦ ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Ἔχεις τήν ἐντύπωσι, ὅταν συνομιλῆς μέ τόν π. Ἐπιφάνιο, πώς ἔχει τίς λύσεις γιά ὅλα τά θέματα ταξινομημένες σέ κουτάκια μέσα στό μυαλό του καί μόλις τόν ρωτήσης, σοῦ ἀπαντᾶ».
Εἶναι, λοιπόν, δυνατόν νά δεχθοῦμε ποτέ ὅτι ὁ π. Ἐπιφάνιος... ἔψαχνε τίς λύσεις στά θέματά του καί ὅτι ἀρχικά προσήγγισε τίς ἀπόψεις μου καί κατόπιν ἄλλαξε καί ἀποκρυστάλλωσε τίς θέσεις του; Ὁμολογῶ ὅτι περίμενα πώς κάποιοι ἐπικριταί μου θά ἀναφερθοῦν στήν Ἐπιστολή τοῦ π. Ἐπιφανίου, γιά νά μέ ἀντικρούσουν. Ποτέ ὅμως δέν φανταζόμουν ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος θά εἶχε τό «κουράγιο» νά παρουσιασθή ἀμύντωρ τοῦ π. Ἐπιφανίου ἀμφισβητῶντας τήν εἰλικρίνεια τῶν γραφομένων μου, δεδομένου ὅτι ἀπό τοῦ ἔτους 1980 (δηλαδή ἑπτά ὁλόκληρα χρόνια πρίν ἀπό τή συγγραφή τῶν ἄρθρων μου καί τίς συζητήσεις μου μέ τόν π. Ἐπιφάνιο ἐπ’ αὐτῶν) αὐτός εἶχε ὁριστικά ἐγκαταλείψει τόν π Ἐπιφάνιο καί ἀνεζήτησε ἄλλον πνευματικό. Τώρα ἐπικαλεῖται τόν π. Ἐπιφάνιο διαβάλλοντας αὐτούς, πού ὑπῆρξαν αὐτήκουοι καί αὐτόπτες. Λυποῦμαι πολύ πού γράφω αὐτά, ἀλλά ὁ π. Ἰωάννης μέ ἀνάγκασε.
Ἄς ἀναζητήση πνευματικά παιδιά τοῦ στενοῦ κύκλου τοῦ π. Ἐπιφανίου, τά ὁποῖα ἔμειναν δίπλα του μέχρι τοῦ θανάτου του, γιά νά πληροφορηθῆ ἀπό αὐτούς καί ὄχι ἀπό ἐμένα, πού δέν τοῦ ἐμπνέω ἐμπιστοσύνη, περί τῶν θέσεων τοῦ συγχρόνου Μεγάλου Διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας μας στό ὑπό συζήτησιν θέμα. Αὐτοί, τότε πού εἶχα δημοσιεύσει τά κείμενά μου εἶχαν συζητήσει μέ τόν π. Ἐπιφάνιο τό θέμα αὐτό καί γνωρίζουν τά πράγματα. Ἐγώ δέν ἀνῆκα στόν στενό κύκλο τῶν ἐν Χριστῷ μαθητῶν τοῦ π. Ἐπιφανίου, ἀλλά στόν εὐρύτατο. Ὅμως, αὐτό δέν τόν ἐμπόδισε νά μέ περιβάλη μέ τήν ἀγάπη του καί νά μοῦ ἐπιτρέψη νά γνωρίσω λεπτεπίλεπτους θησαυρούς τῆς ἁγίας ψυχῆς του.
5. Κλείνοντας τήν ἀπάντησί μου ἀπευθύνομαι πρός τούς σεβαστούς Πατέρας τῆς Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου, οἱ ὁποῖοι γράφουν ὅτι «μετά τήν ἔκδοση τῶν προσφάτων ἀνακοινώσεων τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος... τό θέμα σχετικά μέ τή στάση πού πρέπει νά τηρήσουν οἱ πιστοί εἶναι πλέον τελείως ξεκάθαρο», γιά νά τούς ὑπενθυμίσω γιά πολλοστή φορά ὅτι τό θέμα δέν εἶναι ποιά στάσι θά τηρήσουν οἱ πιστοί ὡς πρός τή λήψη ἤ ὄχι τῶν ταυτοτήτων. Ἐπ’ αὐτοῦ ὅλοι ἔχουμε ὁμόφωνη θέσι. Τό θέμα εἶναι, ἄν δέχονται οἱ σεβαστοί Ἁγιορεῖτες Πατέρες καί οἱ λοιποί ἐπικριταί μας τή διακήρυξι τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Ὁποία σαλπίζει: «Ἡ Ἐκκλησία μας δέχεται ὅτι ἡ Σφραγίς τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι κάποιο ἐξωτερικό σύμβολο, πού μπορεῖ νά ἐπιβληθῆ στούς ἀνθρώπους μέ βία καί τυραννία, ἀλλά ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού μέ τά Ἱερά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνει “υἱό Θεοῦ”, καί γι’ αὐτό τά Μυστήρια αὐτά, καί ἰδίως τό Χρίσμα, ὀνομάζονται “σφραγίς τοῦ Χριστοῦ”.
“Μία σφραγίς ἀληθῶς, ἡ τοῦ Πνεύματος ἔλλαμψις”, λέγει ἐπιγραμματικά ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος. Καί τήν σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ τήν ἔχει καί τήν διατηρεῖ, ὅποιος ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού ἦλθε στόν κόσμο ἐν σαρκί καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας. Καί οὐδενός εἴδους σφράγισμα, πού ἐπιβάλλεται μέ βία καί τυραννικά, δέν εἶναι ἱκανό νά καταστήσει ἀνενεργό τήν σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ. Κατά τόν ἴδιο τρόπο ἡ σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου, γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ ἡ Ἀποκάλυψη, δέν εἶναι ἕνα ἐξωτερικό σύμβολο, πού μπορεῖ νά ἐπιβληθῆ μέ βία, παρά τήν θέληση καί τήν ἀντίδραση τοῦ ἀτόμου, ἀλλά ἡ ἑκούσια ἀποκοπή του ἀπ’ τή ζωή τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τήν ἑκούσια ἄρνηση τῆς πίστεως, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρ τοῦ κόσμου». Ἄν αὐτή τή διακήρυξη τῆς Ἐκκλησίας μας τήν ἀποδέχονται, τότε βρισκόμαστε πολύ κοντά στήν πλήρη ταύτισι τῶν θέσεων μας.
Ζητῶ συγγνώμη γιά τή μακρηγορία μου, ἀλλά ὅπως εἶπε καί ὁ ἄγνωστος σοφός «δέν εἶχα περισσότερο χρόνο, γιά νά σᾶς γράψω λιγότερα».
Μέ ἐν Χριστῷ ἀδελφική ἀγάπη
π. Βασίλειος Ἐ. Βολουδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου