ΜΕΓΑ ΣΚΑΝΔΑΛΟΝ
ΤΥΧΟΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗΣ
ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ
του Παλαιμαχου Αγωνιστου Θεολογου
π. Ιωαννη Διωτη.
ΤΥΧΟΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗΣ
ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ
του Παλαιμαχου Αγωνιστου Θεολογου
π. Ιωαννη Διωτη.
10ον
Νοθεύει καὶ τὴν Θείαν
Λειτουργίαν ὁ Σωφρόνιος
Ὁ πρῶτος ποὺ ἐτόλμησε νὰ προσθέσῃ «δικάς του εὐχὰς» εἰς τὴν Θείαν
Λειτουργίαν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἦτο ὁ Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ. Γράφει μεταξὺ ἄλλων ἀπὸ τὸ Παρίσι, τὴν 30ὴν Δεκεμβρίου
1958, εἰς τὴν ἀδελφήν του Μαρίαν Συμεώνωφ Καλασνίκοβα Σαχάρωφ.
«Στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ὅπου
συνηθίζεται νὰ διαβάζωνται συμπληρωματικὲς προσευχὲς ἢ αἰτήσεις στὴ λειτουργία,
δηλαδὴ μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο, ἄρχισα νὰ παραθέτω
μερικὲς δεήσεις καὶ ἔπειτα προσευχὲς ποὺ
προετοιμάζουν γιὰ τὸ μυστήριο, ὥστε νὰ βοηθήσω τοὺς
παρισταμένους πρὶν ἀπὸ τὴν πιὸ σημαντικὴ στιγμὴ τῆς λειτουργικῆς ἀναφορᾶς, νὰ συγκεντρωθοῦν ἐσωτερικὰ καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν ἱερέα. Σοῦ στέλνω τὰ κείμενα αὐτά. Ἔχω γιὰ τὴν ὥρα πέντε. Τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὸ διαβάζω ὁλόκληρο στὴ λειτουργία ἀλλάζοντας τὴ σειρά του γιὰ νὰ δημιουργεῖται ποικιλία» (Ἀρχιμανδρίτου
Σωφρονίου, Γράμματα στὴ Ρωσία, σελ. 82-83).
Κατὰ τὸν Σωφρόνιον
Σαχάρωφ, δὲν βοηθοῦν αἱ κατανυκτικαὶ εὐχαὶ τῆς Θείας Λειτουργίας «τοὺς
παρισταμένους διὰ νὰ συγκεντρωθοῦν ἐσωτερικά». Ὁ Σωφρόνιος
διέγνωσε τὴν ἀνάγκην νὰ προβῇ εἰς λειτουργικὴν αὐθαιρεσίαν μὲ προσθήκην αὐτοσχεδίων εὐχῶν. Ὠς ἔχει ἐπισημανθῆ καὶ ἀλλοῦ, εἶναι διατεταραγμένος ὁ ἐσωτερικὸς κόσμος
Σωφρονίου καὶ Ἱεροθέου.
Καὶ ἄλλα διαστρεβλωτικὰ τῆς προσευχῆς
«Μετὰ ἀπὸ μιὰ σαρκικὴ ἁμαρτία σταματᾷ ἡ προσευχή, ἐνῷ ἡ θεολογικὴ συγγραφὴ μπορεὶ νὰ συνεχίζεται. Αὐτὸ διακρίνει τὴν θεολογία ὡς χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπὸ τὴν θεολογία ὡς ἀνθρωπίνη ἐπιστήμη. Ἀπὸ τὴν προσευχὴ φαίνεται ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ θεολογῇ, νὰ συγγράφῃ, νὰ εἶναι ἐπιστήμων, ἀλλὰ νὰ μὴν προσεύχεται, νὰ μὴν εἶναι ἅγιος» (σελ.
301-302).
Τραγέλαφος.
Τέρας μὲ δύο ὄψεις, τράγου καὶ ἐλάφου. Τίς μοι δώσῃ σοφίαν, ἵνα κατανοήσω
τὰ ἀκατανόητα καὶ ἄσοφα τοῦ ἀσόφου «σοφοῦ» Σωφρονίου Σαχάρωφ; Εἶναι δυνατὸν ποτὲ νὰ σταματήσῃ ἡ προσευχὴ τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ ὑπὸ οἱασδήποτε
συνθήκας; Εἰς ἕνα εὐσυνείδητον καὶ ἔχοντα «φόβον Κυρίου»
Χριστιανόν, ἀμέσως μετὰ τὴν διάπραξιν, ἐξ ἀδυναμίας ἤ ἐκ συναρπαγῆς, οἱασδήποτε ἁμαρτίας, δημιουργεῖται ἡ ἀνάγκη
μεγαλυτέρας, θερμοτέρας, ἐντατικωτέρας καὶ μετὰ πολλῶν δακρύων καὶ ἀναστεναγμῶν προσευχῆς, διὰ νὰ ἔλθῃ τὸ λυτρωτικὸν ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ νὰ ἠρεμήσῃ ἀπὸ τὴν τρικυμίαν
τοῦ πικροῦ ἐλέγχου τῆς συνειδήσεώς του, διὰ τῆς ἐν συντριβῇ καρδίας εἰλικρινοῦς μετανοίας
καὶ καθαρᾶς ἐξομολογήσεως. Σωφρονίου σοφίαν ἐζήλωσεν ὁ Ναυπάκτου.
Δι’ αὐτὸ δημοσιοποιεῖ καὶ αὐτὸς τὰς ἀνοησίας τοῦ ψευδοαγίου του.
Διαγράφεται
λοιπὸν καὶ ἐδῶ τὸ τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» καὶ τὸ τοῦ ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «Μνημονευτέον
τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον». Ὁ κ. Ἱερόθεος
πολλάκις ἀνέγνωσεν εἰς τὰς τρεῖς θείας Λειτουργίας, τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, τοῦ Μεγάλου
Βασιλείου καὶ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, καθὼς καὶ εἰς ἄλλας ἱερὰς ἀκολουθίας: «Πάλιν καὶ πολλάκις σοὶ προσπίπτομεν καὶ σοῦ δεόμεθα, Ἀγαθὲ καὶ Φιλάνθρωπε, ὅπως, ἐπιβλέψας ἐπὶ τὴν δέησιν ἡμῶν, καθαρίσῃς ἡμᾶς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος….», «Σοὶ μόνῳ ἡμάρτομεν καὶ σοὶ προσπίπτομεν» καὶ πλῆθος ἄλλων τοιούτων
λειτουργικῶν εὐχῶν καὶ δεήσεων.
Ἐπισημαίνεται ἀκόμη καὶ μία ἄκρα ἀντίθεσις πρὸς τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Εἶπεν ὁ «ἅγιος» τοῦ ἁγίου Ναυπάκτου Σωφρόνιος Σαχάρωφ καὶ προβάλλει ὁ Ναυπάκτου, ὡς ἀνωτέρω, πρὸς διδαχήν:
«Εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ θεολογῇ, νὰ συγγράφῃ, νὰ εἶναι ἐπιστήμων, ἀλλὰ νὰ μὴ
προσεύχεται, νὰ μὴ εἶναι ἅγιος».
Ὅλα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος καὶ πολλὰ ἄλλα δύναται νὰ τὰ ἐνεργῇ χωρὶς τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸν Σωφρόνιον
Σαχάρωφ καὶ τὸν κ. Ἱερόθεον. Ὅμως, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς λέγει ὅτι «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. ιε΄ 5).
Εἶναι ἐξοργιστικὴ ἡ τοιαύτη
προκλητικὴ ἀντίθεσις πρὸς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν τοῦ Σωφρονίου καὶ τοῦ Ἱεροθέου.
«Δὲν συμβιβάζεται ἡ ἐσωτερικὴ προσευχὴ μὲ τὴν ἐν τῷ κόσμῳ δρᾶσιν, ὁσονδήποτε καὶ ἐὰν εἶναι αὐτὴ ὠφέλιμος. Ἕνεκα τούτου δὲν ἔρχεται ἔμπνευσις διὰ τὰ κηρύγματα» (σελ. 327).
Αὐτὸ εἶναι ἀπόσπασμα ἐκ τῆς ἀπὸ 30-9-1978 ἀπαντητικῆς ἐπιστολῆς τοῦ Σωφρονίου
Σαχάρωφ πρὸς τὸν Ναυπάκτου, ὁ ὁποῖος ἐζήτησεν ἀπάντησιν διὰ μίαν κατάστασίν του, τὴν ὁποίαν
παρουσιάζει εἰς τὸ βιβλίον του ἐπιγραμματικῶς καὶ συνεσκιασμένως, χωρὶς νὰ παραθέτῃ αὐτούσιον τὸ περιεχόμενον
τῆς ἰδικῆς του ἐπιστολῆς πρὸς τὸν Σωφρόνιον, ἐνῷ δημοσιοποιεῖ αὐτούσιον τὴν ἀπάντησιν τοῦ Σωφρονίου. Γράφει ὁ κ. Ἱερόθεος: «Κάποια
στιγμή, ὅμως, κάνοντας τὴν εὐχή, αἰσθάνθηκα κάτι ἰδιαίτερο. Φοβήθηκα μήπως αὐτὸ ἦταν κάποια κατάσταση πλάνης. Ἔγραψα ἀμέσως στὸν Γέροντα καὶ τοῦ ἀνέφερα ἀκριβῶς τὴν κατάσταση αὐτὴ ποὺ περνοῦσα καὶ ζητοῦσα προσωπικὴ καθοδήγηση» (σελ. 325).
Ἀπὸ τὴν ἀπάντησιν τοῦ Σωφρονίου
προκύπτει ὅτι ὁ κ. Ἱερόθεος, κατὰ τὴν προσευχήν του, ᾐσθάνθη δῆθεν οὐρανόθεν
μήνυμα διὰ νὰ ἀναχωρήσῃ εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ συγχρόνως ἀδυναμίαν τινὰ διὰ τὴν προετοιμασίαν τῶν κηρυγμάτων του. Ἦτο τότε ὁ κ. Ἱερόθεος ἱεροκῆρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἐδέσσης. Ὁ Ναυπάκτου ἐκφράζεται σαφῶς ὅτι ἔχει θεοπτικὰς ἐμπειρίας, χωρὶς νὰ ἀντιλαμβάνεται ὅτι αὐτὰ εἶναι πλάνη τοῦ διαβόλου.
Εἰσερχόμεθα
τώρα εἰς τὴν οὐσίαν μιᾶς ἀκόμη, ὡς ἀνωτέρω, ἐκ τῶν πλανῶν τοῦ Σωφρονίου, τὰς ὁποίας ὁ Ναυπάκτου υἱοθετεῖ, θαυμάζει καὶ προβάλλει.
Συμφωνοῦν λοιπὸν καὶ οἱ δύο αὐτοὶ ὅτι ὅσοι ἔχουν «δρᾶσιν ἐν τῷ κόσμῳ» δὲν δύνανται νὰ ἔχουν «ἐσωτερικὴν προσευχήν». Ἐρωτῶ· τὸ ἁγιογραφικὸν «Ἀδιαλείπτως
προσεύχεσθε» καὶ τὸ τοῦ ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «Μνημονευτέον
τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον»
διαγράφονται; Ἰσχύει καὶ ἐδῶ ἡ ἀναλυτικὴ ἀπάντησις, ἡ ὁποία ἐδόθη ἀνωτέρω εἰς ἑτέραν σχετικὴν παρατήρησιν.
Ὁ Σωφρόνιος εἰς τὴν ἀπορίαν τοῦ Ναυπάκτου
(τοῦ τότε Ἀρχιμανδρίτου) περὶ τῆς δυσκολίας
του νὰ συγκεντρώνεται διὰ τὴν
προετοιμασίαν τῶν κηρυγμάτων του, κατόπιν τῆς… ἀποκαλυπτικῆς «εὐχῆς», ἀπαντᾷ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς «ἐσωτερικῆς προσευχῆς», ἡ ὁποία δὲν συμβιβάζεται «μὲ τὴν ἐν τῷ κόσμῳ δρᾶσιν», ὅπως εἶναι καὶ τὰ θεῖα κηρύγματα,
κατὰ τὸν Σωφρόνιον καὶ τὸν κ. Ἱερόθεον.
Ψυχοπαθολογικὸν φαινόμενον.
Ἐνῷ λοιπὸν τὰ θεῖα κηρύγματα ἐπιβάλλεται νὰ προετοιμάζωνται
ἐν συνεχεῖ καὶ κατανυκτικῇ προσευχῇ, ὁ Σωφρόνιος Σαχάρωφ καὶ ὁ Ναυπάκτου κ.
Ἱερόθεος διδάσκουν ὅτι ἡ «ἐσωτερικὴ προσευχή» δὲν διευκολύνει
τὴν συγκέντρωσιν τῆς σκέψεως διὰ τὴν
προετοιμασίαν τῶν κηρυγμάτων, διότι αὐτὰ (τὰ κηρύγματα) εἶναι «δρᾶσις ἐν τῷ κόσμῳ», ὡς ἀποφαίνονται
καὶ τὰ δύο αὐτὰ
«ἑξαπτέρυγα» τῆς Θεολογίας. Ὁ Δεσπότης αὐτός καὶ ὁ Σωφρόνιος
Σαχάρωφ ἀγνοοῦν, ὡς φαίνεται, ὅτι τὸ θεῖον κήρυγμα εἶναι στοιχεῖον καὶ μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας.
«Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι» τοὺς δούλους σου
Ἐπίσκοπον Ἱερόθεον καὶ Ἱερομόναχον Σωφρόνιον καὶ «κατάρτισαι» αὐτοὺς θεολογικῶς.
Ὅλοι ἔχομεν ἀνάγκην
θεολογικῆς καταρτίσεως, διότι τὰ ὅσα ἀγνοῶμεν εἶναι πολὺ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὁποῖα γνωρίζομεν.
Μόνον ὁ Σωφρόνιος
Σαχάρωφ δὲν εἶχεν ἀνάγκην θεολογικῆς καταρτίσεως, ὅπως
παρουσιάζει αὐτὸν ὁ ὑπερθαυμαστής του Ναυπάκτου Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς
συμπεριφέρεται καὶ γράφει ὡς νὰ ἔχῃ πλήρη θεολογικὴν ἐπάρκειαν.
*
«Πολλὲς φορὲς γιὰ νὰ ἀπαντήσω σὲ κάποιον ἄνθρωπο δὲν προσεύχομαι στὸν Θεό, ἀλλὰ τοῦ λέγω κάτι ἀπὸ τὸν νοῦ μου. Διότι, ἂν προσευχηθῶ καὶ λάβω πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν ὑπακούσῃ, τότε θὰ παρακούσῃ στὸν Θεό, δηλαδὴ θὰ ἔλθῃ σὲ ἀντίθεση μαζί του. Ἔτσι ὁμιλῶ ἀπὸ τὸν νοῦ μου, ὥστε οἱ ἄνθρωποι τοὐλάχιστον νὰ μὴ ὑπακούσουν σὲ μένα καὶ νὰ μὴ ἀντιστέκωνται στὸν Θεό» (σελ. 352).
Εἶναι καὶ αὐτὰ ἀπὸ τὰ ἀνόητα καὶ παιδαριώδη «διδάγματα» τοῦ Σωφρονίου
Σαχάρωφ, τὰ ὁποῖα ὁ κ. Ἱερόθεος υἱοθετεῖ, ἀποδέχεται καὶ δημοσιοποιεῖ.
Ὥστε λοιπὸν διὰ νὰ δίδωμεν ἀπαντήσεις εἰς τοὺς ἀνθρώπους δὲν πρέπει νὰ προσευχώμεθα
εἰς τὸν Θεὸν καὶ οὔτε νὰ προσφέρωμεν
τὸν θείον λόγον, ἀλλὰ νὰ ὁμιλῶμεν ἀπὸ τὸν νοῦν μας. Ἐντάσσονται καὶ αὐτὰ εἰς τὰ θεολογικὰ σκύβαλα τοῦ Σωφρονίου
Σαχάρωφ καὶ Ἱεροθέου Βλάχου.
Ὅμως, ὁ σκοπὸς ἡμῶν τῶν ποιμένων εἶναι ἡ κατήχησις καὶ ὁ εὐαγγελισμὸς τοῦ λαοῦ. Πῶς θὰ ἐπιτευχθῇ τοῦτο, ἐὰν δὲν κηρύξωμεν τὸν νόμον καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Δὲν ἔχουν
μεγαλύτερον κῦρος, μεγαλυτέραν πειστικότητα καὶ μεγαλυτέραν
πνευματικὴν ἀξίαν οἱ προσωπικοὶ λόγοι τοῦ Ἱερομονάχου Σωφρονίου ἀπὸ τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ.
Ἐρωτῶ· οἱ προσωπικοὶ λόγοι τοῦ Σωφρονίου εἰς τὰς ἀπαντήσεις τῶν ἐρωτώντων καὶ εἰς τὰς συμβουλάς
του ἦσαν ἀσχετοι μὲ τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ τὴν Πατερικὴν σοφίαν ἢ ἦσαν σύμφωνοι μὲ τὸν νόμον καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀπέκρυπτεν αὐτὸ ὁ Σωφρόνιος διὰ νὰ μὴ γίνῃ ἀνυπακοὴ εἰς τὸν Θεόν, ὅταν δὲν γίνουν
δεκτοὶ οἱ λόγοι του αὐτοί;
Ὁ Κύριος εἶπεν: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με» (Λκ. ι΄16).
Οἱ ἀναγνῶσται ἀντιλαμβάνονται τὸ ἀκατάστατον τῶν σκέψεων τοῦ Σωφρονίου. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος δὲν ὑπακούει εἰς τοὺς Ἱερεῖς καὶ Πνευματικοὺς τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπακούει καὶ εἰς τὸν Θεόν. Ἑπομένως, δὲν θὰ ἠδύνατο ὁ Σωφρόνιος νὰ ἐμποδίσῃ τὴν ἀνυπακοὴν εἰς τὸν Θεόν ἐκείνου ὁ ὁποῖος δὲν θὰ εἶχεν ὑπακούσει εἰς αὐτόν, παρὰ τὸ ὡς ἄνω τέχνασμα
τοῦ Σωφρονίου, τὸ ὁποῖον πανηγυρικῶς δέχεται ὁ κ. Ἱερόθεος καὶ τὸ προβάλλει πρὸς διδαχήν. Ἀπαράδεκτος λοιπὸν ἡ ἀπόκρυψις τοῦ θείου λόγου.
*
«Χαίρομαι γιατὶ πολλοὶ δὲν μοῦ κάνουν ὑπακοὴ καὶ ἔτσι δὲν ἔχω εὐθύνη» (σελ. 354),
διδάσκει ὁ Σωφρόνιος καὶ υἱοθετεῖ ὁ κ. Ἱερόθεος !!!
Νέοι κανόνες
ποιμαντικῆς. Χαίρει λοιπὸν ὁ ποιμήν, ἐπειδὴ οἱ
ποιμαινόμενοι δὲν ὑπακούουν εἰς αὐτόν; Τί συμβαίνει; Καὶ ἐὰν μὲν ἡ διδαχή του εἶναι ἀντίθετος πρὸς τὸν θεῖον νόμον,
τότε καλῶς νὰ μὴ εἰσακούεται. Ὅμως, εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτὴν δὲν πρέπει νὰ χαίρῃ, ἀλλὰ νὰ θλίβεται
σφοδρῶς, διότι θὰ εἶναι ἀνάξιος ποιμήν. Ἐὰν δὲ ἡ διδαχή του εἶναι σύμφωνος
πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Χριστιανικὴν Διδασκαλίαν καὶ δὲν γίνεται
παραδεκτός, πάλιν ἐξ ἴσου καὶ περισσότερον πρέπει νὰ λυπῆται, διότι δὲν ἐπιτυγχάνει εἰς τὴν ἀποστολήν του
διὰ νὰ σωθοῦν αἱ ψυχαὶ τῶν ποιμαινομένων ὑπ’ αὐτοῦ.
*
«Δὲν μπορεῖ ὁ Χριστιανὸς πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα νὰ προσευχηθῇ μὲ αἴσθηση
Χάριτος. Ὁ Θεὸς κάποτε – κάποτε
δίδει τὴν Χάρη του. Ὅταν ὁ νοῦς κάνῃ νοερὰ προσευχὴ καὶ κουρασθῇ, τότε δὲν μπορεῖ ξανὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ προσευχηθῇ ἐντατικά… Ἄλλοτε ἐξασκεῖται ἡ προσευχὴ μία ὥρα, ἄλλοτε δύο ὧρες καὶ κάποτε ἕνα
τέταρτο. Ὅταν γίνεται μὲ ἔνταση ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἡμέρα» (σελ. 307).
Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀνυμνούμενος
καὶ ὑπερυψούμενος «ἅγιος» τοῦ ἁγίου
Ναυπάκτου. Καταργεῖ τὸ «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. ε΄
17), ἀφοῦ «ὁ Θεὸς κάποτε – κάποτε δίδει τὴν Χάρη του», δηλαδὴ κατά τινα
χρονικὰ διαστήματα («κάποτε – κάποτε»), καὶ ἀφοῦ ἀρκεῖ μιᾶς ὥρας προσευχὴ μέχρι δύο ὡρῶν, ἀκόμη καὶ ἑνὸς τετάρτου τῆς ὥρας, «γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἡμέρα», κατὰ τὸν
δοξολογούμενον ὑπὸ τοῦ Ναυπάκτου Ἱερομόναχον Σωφρόνιον Σαχάρωφ.
Ἐδῶ περιορίζεται
ὑπὸ τοῦ Σωφρονίου Σαχάρωφ μέχρι δύο ὥρας τὴν ἡμέραν καὶ ἡ νοερὰ προσευχή, «ὅταν κουρασθῇ ὁ νοῦς», ὅπως δέχεται
καὶ ὁ Ναυπάκτου καὶ προβάλλει πρὸς διδαχήν μας.
Ἀκουέτω ὁ Ναυπάκτου καὶ τὰ ἀκόλουθα,
μήπως ἐπὶ τέλους συναισθανθῇ τοὺς ἐκτροχιασμούς
του ἐν τῇ θεολογικῇ πορείᾳ του καὶ ἀρχίσῃ νὰ ἀμφιβάλλῃ διὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ δυστυχοῦς Σωφρονίου Σαχάρωφ.
«Βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε· οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ καιρός ἐστιν… ὀψὲ ἢ μεσονυκτίου ἢ ἀλεκτοροφωνίας ἢ πρωί» (Μκ. ιγ΄ 33,
35). Ἐν συνεχεῖ προσοχῇ καὶ προσευχῇ πρέπει νὰ εὑρισκώμεθα, διότι δὲν γνωρίζομεν τὴν ἡμέραν, οὐδὲ τὴν ὥραν κατὰ τὴν ὁποίαν ἔρχεται ὁ Κύριος. «Ἔλεγε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύχεσθαι αὐτούς» (Λκ ιη΄ 1). Ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπος «ἐξῆλθεν εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι, καὶ ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ» (Λκ. ς΄ 12).
«Οὗτοι πάντες ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει» (Πράξ. α΄ 14). Παρέμενον ἀκούραστοι καὶ καρτερικοὶ εἰς τὴν προσευχὴν καὶ εἰς τὴν δέησιν
(Π.Ν. Τρεμπέλας). «Προσευχὴ δὲ ἦν ἐκτενὴς γινομένη ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας» (Πράξ. ιβ΄ 5).
«Τὸ δωδεκάφυλον ἡμῶν ἐν ἐκτενείᾳ νύκτα καὶ ἡμέραν λατρεῦον…» (Πράξ. κς΄ 7). Τελεῖ ἀδιακόπως καὶ συνεχῶς νύκτα καὶ ἡμέραν τὰς θυσίας τῆς λατρείας
(Π. Ν. Τρεμπέλας). «Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε» (Κολ. δ΄ 2). «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Μτθ. κς΄
41).
Μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ Ἁγιογραφικὰ χωρία πρέπει
νὰ ἀντιληφθῇ ὁ Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος τὰς θεολογικὰς πλάνας τοῦ «ἁγίου» του
Σωφρονίου Σαχάρωφ ὅτι δῆθεν «δὲν μπορεῖ ὁ Χριστιανὸς πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα νὰ προσευχηθῇ μὲ αἴσθηση
Χάριτος», ὅτι «ὁ Θεὸς κάποτε -
κάποτε δίδει τὴ Χάρη του», ὅτι «ὅταν ὁ νοῦς κάνῃ νοερὰ προσευχὴ καὶ κουρασθῇ, τότε δὲν μπορεῖ ξανὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ προσευχηθῇ ἐντατικά», ὅτι «ἡ προσευχὴ ἐξασκεῖται ἄλλοτε μία ὥρα, ἄλλοτε δύο ὧρες, καὶ κάποτε ἕνα
τέταρτο» καὶ ὅτι «ὅταν
γίνεται μὲ ἔνταση, ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἡμέρα», δηλαδὴ αἱ δύο ὧραι προσευχῆς εἶναι ἀρκεταὶ καὶ διὰ τὰς ὑπολοίπους ἄλλας 22 (εἴκοσι δύο) ὥρας τῆς ἡμέρας.
Διὰ νὰ εἶχον
συνειδητοποιήσει πλήρως τὰς πλάνας των αὐτὰς ὁ Ναυπάκτου καὶ ὁ Σωφρόνιος ἔπρεπε νὰ εἶχον λάβει ἀκόμη ὑπ’ ὄψιν των καὶ τὴν ἀγωνιώδη
προσευχὴν τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἀνθρώπου, εἰς τὴν Γεθσημανήν. Προσευχόμενος ἐκεῖ ὁ Κύριος μὲ ἔντασιν «καὶ γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο» (Λκ. κβ΄
44). Δὲν διέκοψε τὴν προσευχήν του ὁ Κύριος καὶ ἂς «ἐγένετο ὁ ἱδρὼς αὐτοῦ ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος καταβαίνοντες ἐπὶ τὴν γῆν» (Λκ. κβ΄
44). Ὁ Σωφρόνιος διδάσκει καὶ υἱοθετεῖ ὁ κ. Ἱερόθεος ὅτι διακόπτεται ἡ προσευχή, ὅταν ὁ νοῦς κουρασθῇ, καὶ ὅτι ὁ
προσευχόμενος «δὲν μπορεῖ ξανὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ προσευχηθῇ ἐντατικά».
Πρωτάκουστοι θεολογικαὶ κακοδοξίαι. Κόπωσις ψυχοπαθολογικῆς ἐξάρσεως.
Ἐπίσης, ὁ Σωφρόνιος καὶ ὁ Ἱερόθεος ἔπρεπε νὰ εἶχον διδαχθῆ σχετικῶς καὶ ἀπὸ τὸν ἅγιον
Γρηγόριον τὸν Θεολόγον, ὁ ὁποῖος λέγει: «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον».
Τέλος, ἐπειδὴ ὁ κ. Ἱερόθεος ἔχει καυχηθῆ καὶ γραπτῶς ὅτι ἔγραψε πολλὰς σελίδας περὶ τοῦ Ὀρθοδόξου
Μοναχισμοῦ, ἔπρεπε νὰ γνωρίζῃ ὅτι οἱ Μοναχοὶ νυχθήμερον σχολάζουν «ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει» (Φιλ. δ΄ 6).
Διατί ὁ Ναυπάκτου καὶ ὁ Σωφρόνιος εἰσάγουν «καινὰ δαιμόνια», ἀνατρέποντες τὰ τῆς προσευχῆς
παραδεδεγμένα καὶ πραττόμενα;
Ἰδοὺ καὶ ἡ ἀντίφασις τῶν δύο τούτων,
Ἱεροθέου καὶ Σωφρονίου: «Συνεχῶς πρέπει νὰ προσευχόμαστε, ἀκόμη καὶ ὅταν βαδίζουμε στὸν δρόμο» (σελ. 260).
Τί ἰσχύει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου