Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009











ΙΑ΄


ΠΑΠΙΚΟ ΑΛΑΘΗΤΟ

Παπικό αλάθητο είναι η αλαζονική αντίληψη του Πάπα Ρώμης, ότι όταν ούτος αποφαίνεται από καθέδρας, η κρίση του είναι αλάθητη. Πρώτη εμφανής εξάσκηση του αλαθήτου έχουμε από τον πάπα άγιο Αγαπητό Α΄ (535-536), όπου με τη σύμφωνη γνώμη του Ιουστινιανού Α΄ καθαίρεσε τον Πατριάρχη Κων/πόλεως Άνθιμο Α΄ και εξέλεξε στη θέση του τον Μηνά, τον οποίον και χειροτόνησε ο ίδιος. Τα της εκλογής αυτής της «αποστολικής καθέδρας» ζήτησε να εγκριθούν από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, έστειλε δε σχετική επιστολή στον Ιεροσολύμων Πέτρο, για να του αναγγείλει τα της εκλογής και του ζητούσε να του απαντήσει «πως υποδέξονται την κρίσιν της Αποστολικής Καθέδρας». Ο Ιεροσολύμων συγκάλεσε σύνοδο, η οποία επικύρωσε ως ορθή την εκλογή του Μηνά. «Από τον τρόπο καταδίκης του Άνθιμου και την υποδοχή της απόφασης από την τοπική σύνοδο Ιεροσολύμων καταφανώς δηλώνεται η ηγεμονία του Πάπα στην καθόλου Εκκλησία και η ευπείθεια και υποταγή προς αυτόν των άλλων Εκκλησιών και η αναγνώριση του αλαθήτου του» (αγίου Νεκταρίου, τα αίτια του Σχίσματος, τ. Α΄, σελ. 158-159)..

Αργότερα, το 1870, το αλάθητο θεσπίστηκε καταστατικά από την Α΄ Βατικανή Σύνοδο. Σύμφωνα με το δόγμα του αλαθήτου, ο Πάπας της Ρώμης είναι πάνω από τις Οικουμενικές Συνόδους και έχει την πλήρη και υπέρτατη δικαιοδοσία να αποφαίνεται αλάθητα και τη διδασκαλία του είναι υποχρεωμένη να παραδεχτεί ολόκληρη η Εκκλησία. Όποιος τολμήσει να «αντείπη», δηλ. να φέρει αντίρρηση στη διδασκαλία του, «ανάθεμα έστω». Οι ΡΚαθολικοί θεολόγοι φτάνουν στο σημείο να διακηρύττουν ότι και ψέμα να πει ο Πάπας, αυτό πρέπει να γίνει δεκτό από τους πιστούς, σαν αλήθεια!

Η ανακήρυξη ενός και μόνου ανθρώπου σαν αλαθήτου, όσο και εάν αυτός κατέχει τον ανώτατο βαθμό της Ιεροσύνης, είναι πράξη ξένη και αντίθετη προς την Αγία Γραφή και την Παράδοση. Αντίθετα, το αλάθητο ανήκει σ’ όλη την Εκκλησία. Γι’ αυτό στην εγκύκλιο των Ορθοδόξων Πατριαρχών της 6.5.1848 καθορίζεται, ότι: «ο φύλαξ της Ορθοδοξίας, το σώμα της Εκκλησίας, τουτ’ έστιν ο λαός αυτός εστι». Η Εκκλησία στο σύνολό της, κλήρος και λαός είναι «η πιστή φρουρός της Αποστολικής Παραδόσεως, φυλάττουσα αυτήν ως πεπιστευμένην ταύτη παρακαταθήκην».

Αλλά το αλάθητο του Πάπα εμφανίστηκε ξαφνικά; Όχι βέβαια. Πρώτα δημιουργήθηκε το αλάθητο των αγίων και κατόπιν επεκτάθηκε αυτό και στο παπικό αλάθητο. Αλλά έχουμε αλάθητο στους αγίους; Όχι, λένε οι Πατέρες: Είναι αλήθεια, ότι για την Εκκλησία η αγιότητα δεν ήταν ποτέ συνώνυμη του αλάθητου. Καθώς το είπε με σοφία ο Εφέσου άγιος Μάρκος, για τον ωριγενισμό του αγίου Γρηγορίου Νύσσης: «συμβαίνει κάποιος να είναι διδάσκαλος και ωστόσο να μην τα λέει όλα τέλεια σωστά. Διότι ποια ανάγκη θα υπήρχε για τους Πατέρες να κάνουν Οικουμενικές Συνόδους, αν καθένας τους σε τίποτε δεν απομακρυνόταν από την αλήθεια;». Αλλά και ο Μ. Φώτιος αναφέρει για τους αγίους: Ο Μ. Φώτιος σε μια επιστολή του στον πάπα Νικόλαο δηλώνει απερίφραστα ότι πολλοί Πατέρες, όπως ο Διονύσιος Αλεξανδρείας, ο Ιππόλυτος, ο Μεθόδιος και ο Ειρηναίος, διατύπωσαν εσφαλμένες απόψεις και συμπληρώνει: «Εμείς δε επειδή προσέξαμε ότι μερικοί άλλοι από τους μακαρίους Πατέρες και διδασκάλους μας πλανήθηκαν σε πολλά σημεία της ακριβούς ερμηνείας των ορθών δογμάτων, τους μεν ισχυρισμούς τους δεν τους αποδεχόμενα ως προσθήκη στη διδασκαλία της Εκκλησίας, αλλά τα ίδια τα πρόσωπά τους τα ασπαζόμεθα με τιμή» (Μ. Φωτίου, Επιστολαί 1 (ΚΔ΄), Migne 102, 813). Έτσι, οι άγιοι ούτε αλάνθαστοι είναι, ούτε αναμάρτητοι, αλλά είναι οι πιο θεραπευμένοι μέσα στο μεγάλο νοσοκομείο ψυχών και σωμάτων, που είναι η Εκκλησία.

Το αλάθητο του Πάπα, αργότερα, επεκτάθηκε σε κάθε απόφαση του. Έτσι, ενώ στην Α΄ Βατικανή μόνον οι, από καθέδρας και με τη χρήση του όρου «ορίζομεν» (definimus), αποφάσεις του Πάπα ήταν αλάθητοι, στη Β΄ Βατικανή θεσπίστηκε, ότι ο Πάπας είναι αλάθητος όχι μόνον όταν αποφαίνεται επισήμως ως Πάπας, αλλά οσάκις αποφαίνεται. Από τα παραπάνω εμφαίνεται, ότι η Οικουμενική Σύνοδος γίνεται απλά ένα συμβουλευτικό όργανο του Πάπα.

Με τον τρόπο αυτό, η συνοδική αρχή, η παραδοθείσα από τους αγίους Αποστόλους, αντικαθίσταται από την παποκεντρική αρχή. Ο «αλάθητος» Πάπας καθίσταται κέντρο και πηγή ενότητας της Εκκλησίας, που σημαίνει ότι η Εκκλησία έχει ανάγκη από έναν άνθρωπο για να την διατηρείται σε ενότητα. Έτσι παραθεωρείται και υποβαθμίζεται η θέση του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος. Με τη μεταφορά του αλάθητου από το Άγιο Πνεύμα στο πρόσωπο του Πάπα περιορίζεται η εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας μέσα στην Ιστορία και καθίσταται εγκοσμιοκρατική.

Μια πρόγευση του πρωτείου και του αλαθήτου έχουμε στις παπικές υπαγορεύσεις (dictates papae) Γρηγορίου Ζ΄ (1073-1085) με τις οποίες ισχυροποιούντο οι αποφάσεις της συνόδου του Λατερανού (1059) με τίτλο: «Η ρωμαϊκή Εκκλησία ιδρύθηκε από τον Κύριο και μόνον από Αυτόν».
1.- …………………………………………..
2.- «Μόνον ο ρωμαίος ποντίφικας ονομάζεται δικαίως παγκόσμιος».
3.- «Μόνον αυτός μπορεί να καθαιρέσει ή να δώσει άφεση στους επισκόπους.
4.- «Ο λεγάτος του (δηλ. ο πρεσβευτής του), σε ένα εκκλησιαστικό συμβούλιο, είναι ανώτερος από όλους τους επισκόπους, ακόμη κι’ αν είναι κατώτερος κατά τη χειροτονία και μπορεί να τους απαγγείλει ποινή καθαιρέσεως».
5.- «Ο πάπας μπορεί να καθαιρέσει τους απόντες».
6.- «Μεταξύ άλλων, δεν μπορεί κανείς να συγκατοικήσει με αυτού, που ο πάπας έχει αφορίσει».
7.- «Μόνον αυτός μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, να θεσπίσει νέους νόμους, να συνενώσει νέους λαούς, να μετατρέψει μια συνοδεία σε αβαείο, να διαιρέσει μια πλούσια επισκοπή και να συγχωνεύσει πτωχές επισκοπές».
8.- «Μόνον αυτός μπορεί να χρησιμοποιήσει τα αυτοκρατορικά εμβλήματα».
9.- «Ο πάπας είναι ο μόνος άνθρωπος του οποίου όλοι οι πρίγκιπες φιλούν τα πόδια».
10.- «Είναι ο μόνος του οποίου το όνομα μνημονεύεται σε όλες τις εκκλησίες».
11.- «Το όνομά του είναι μοναδικό στον κόσμο».
12.- «Έχει τη δυνατότητα να καθαιρεί τους αυτοκράτορες».
13.- «Έχει τη δυνατότητα να μεταθέτει τους επισκόπους από μια έδρα σε άλλη, σύμφωνα με τις ανάγκες».
14.- «Έχει το δικαίωμα να χειροτονεί ένα κληρικό οποιασδήποτε εκκλησίας, όπου θέλει».
15.- «Αυτός ο οποίος χειροτονήθηκε από τον πάπα μπορεί να δώσει εντολές στην εκκλησία ενός άλλου, αλλά όχι να κηρύξει πόλεμο και δεν μπορεί να δεχθεί από έναν άλλον επίσκοπο κάποιο ανώτερο αξίωμα».
16.- «Δεν μπορεί να γίνει καμία σύγκληση γενικής συνόδου χωρίς την εντολή του».
17.- «Κανένα κείμενο ή βιβλίο δεν μπορεί να έχει εγκυρότητα χωρίς την έγκρισή του».
18.- «Η απόφασή του δεν μπορεί να τροποποιηθεί από κανένα και μόνον αυτός μπορεί να τροποποιήσει τις αποφάσεις όλων».
19.- «Ο πάπας δεν μπορεί να κριθεί από κανένα».
20.- «Κανείς δεν μπορεί να καταδικάσει κάποιον που επικαλείται την αποστολική έδρα».
21.- «Οι σημαντικές υποθέσεις κάθε εκκλησίας πρέπει να φέρονται ενώπιόν του».
22.- «Η ρωμαϊκή εκκλησία δεν πλανήθηκε ποτέ και σύμφωνα με τη μαρτυρία της Γραφής δεν θα πλανηθεί ποτέ».
23.- «Ο ρωμαίος ποντίφικας, ο οποίος έχει χειροτονηθεί σύμφωνα με τους κανόνες, γίνεται αδιαμφισβητήτως άγιος με τις αξιομισθίες του μακάριου Πέτρου».
24.- «Με τη διαταγή και τη συγκατάθεση του πάπα επιτρέπεται σε κάποιον υπήκοο να εκφέρει κατηγορία».
25.- «Μπορεί εκτός συνοδικού συμβουλίου να καθαιρέσει ή να συγχωρήσει τους επισκόπους».
26.- «Αυτός ο οποίος δεν είναι με την καθολική εκκλησία, δεν μπορεί να θεωρείται καθολικός».
27.- «Ο πάπας μπορεί να αποδεσμεύσει υπηκόους του από όρκο πίστης που έδωσαν σε αδίκους».
[Registrum, 11,55α.] – Περιοδικό: «Ορθόδοξη Μαρτυρία» τ. 114

Επακόλουθο αυτής της απόφασης είναι το κείμενο της θέσπισης, τόσο του πρωτείου, όσο και του αλάθητου της Α΄ Βατικανής συνόδου, το οποίο στα επίμαχα σημεία, έχει ως κατωτέρω, σε μετάφραση:

Καταστατικός χάρτης (Constitutio) I

Κεφάλαιο (caput) 1.
Όρισεν η σύνοδς αύτη, ότι: «….. εάν τις είπη, ότι ο μακάριος Πέτρος δεν είναι υπ’ αυτού του Χριστού του Κυρίου κατεστημένος πάντων των αποστόλων αρχή (principem) και πάσης της στρατευομένης Εκκλησίας ορατή κεφαλή. ή ότι ούτος τιμής μόνον, ουχί δε αληθούς και πραγματικής (propriae) δικαιοδοσίας πρωτείον υπ’ αυτού του Κυρίου ημών Χριστού κατ’ ευθείαν και αμέσως έλαβεν, ανάθεμα έστω».

Κεφάλαιο (caput) 2.
«….. Εάν τις είπη ότι δεν είναι κατά διάταξιν αυτού του Χριστού του Κυρίου ή θείω δικαίω, ίνα ο μακάριος Πέτρος εν τω πρωτείω υπέρ την καθολικήν Εκκλησίαν έχη συνεχείς διαδόχους ή ότι ο Ρωμαίος Ποντίφηξ δεν είναι του μακαρίου Πέτρου εν τω πρωτείω τούτω διάδοχος, ανάθεμα έστω».

Κεφάλαιο (caput) 3.
«….. Όθεν διδάσκομεν και διακηρύττομεν, ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία, διατάσσοντος του Κυρίου, υπέρ πάσας τας άλλας έλαβε πρωτείον κανονικής εξουσίας, και ότι η εξουσία αύτη της δικαιοδοσίας του Ρωμαίου Ποντίφηκος, ήτις είναι αληθώς επισκοπική, είναι και άμεσος. προς ταύτην δε οιουδήποτε τυπικού και αξιώματος οι ποιμένες και οι πιστοί, τόσον καθ’ εαυτούς ανά εις όσον και ομού πάντες δεσμεύονται δια καθήκοντος ιεραρχικής υποταγής και αληθούς υπακοής, ου μόνον εν τοις πράγμασιν, άτινα αφορώσιν εις την πίστιν και τα ήθη, αλλά και εις εκείνα, άτινα εις την ευταξίαν και διοίκησιν της Εκκλησίας της καθ’ άπασαν την οικουμένην. Ούτως ώστε τηρουμένης μετά του Ρωμαίου Ποντίφηκος τόσον της κοινωνίας όσον και της μετ’ αυτού ενότητος εν τη ομολογία της πίστεως, η Εκκλησία του Χριστού είναι μια ποίμνη υπό έναν ύψιστον ποιμένα». «Όθεν εάν τις είπη, ότι ο Ρωμαίος Ποντίφηξ έχει τοσούτον μόνον καθήκον επιβλέψεως ή διοικήσεως, ουχί δε πλήρη και υπερτάτην εξουσίαν δικαιοδοσίας εις σύμπασαν την Εκκλησίαν, ου μόνον εν τοις αφορώσιν εις την πίστιν και τα ήθη, αλλά και εις εκείνα, άτινα εις την ευταξίαν και διοίκησιν της καθ’ άπασαν την οικουμένην Εκκλησίας. ή ότι έχει ταύτην μετρίαν εις τα ισχυρότερα μέρη, ουχί δε ολόκληρον την πληρότητα ταύτης της υπερτάτης εξουσίας. ή ότι αύτη τούτου η εξουσία δεν είναι κανονική (ordinariam) και άμεσος είτε εις πάσας είτε εις ανά μιαν εκάστην τας εκκλησίας είτε εις πάντας είτε εις ένα έκαστον τους ποιμένας και τους πιστούς, ανάθεμα έστω».

Κεφάλαιο (caput) 4.
«….. Διδάσκομεν και ως θεόθεν αποκεκαλυμμένον δόγμα ορίζομεν: ότι ο Ρωμαίος ποντίφηξ, όταν από καθέδρας αποφαίνεται, τουτέστιν όταν επιτελών το καθήκον του Ποιμένος και Διδασκάλου πάντων των χριστιανών, καθ’ όσον καθορίζει δια της υπερτάτης Αποστολικής εξουσίας την διδασκαλίαν περί της πίστεως ή των ηθών, ήτις υπό της καθολικής Εκκλησίας δέον να τηρήται, δια θείας επιστασίας, επηγγελμένης αυτώ εν τω μακαρίω Πέτρω, εν τω αυτώ αλαθήτω ισχύει, εν τω οποίω ο θείος Λυτρωτής ηθέλησεν ίνα η Εκκλησία αυτού, όταν ορίζη την διδασκαλίαν περί πίστεως και ηθών, να είναι δεδιδαγμένη. Όθεν παρομοίως του Ρωμαίου ποντίφηκος αι αποφάσεις εξ αυτών, ουχί δε εκ της συγκαταθέσεως της Εκκλησίας είναι ατροποποίητοι. Εάν δε τις τολμά να αντείπη εις ταύτην την ημετέραν απόφανσιν, όπερ ο Θεός αποστρέψεται, ανάθεμα έστω» (H. Denzinger-E. Nebreda (1909), σελ. 382-387).

Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ

Υποσημ. blog apotixisi: Οσα κείμενα είναι γραμμένα από διάφορους συγγραφείς, δεν σημαίνει ότι γίνονται αποδεκτά σε όλα τους τα μέρη από το blog apotixisi.
Δημοσιεύονται καλή τη πίστει, για την πρόκλησι ελεύθερου διαλόγου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου