Η Β Βατικάνειος Σύνοδος και η Ορθοδοξία- ΜΕΡΟΣ -Γ
πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου(χημικού)
Η Εκκλησιολογία της Β Βατικάνειας Συνόδου υπό το φως της Ορθοδοξίας (τέταρτο μέρος)
Δ. Αποφάσεις για
τα άλλα Μυστήρια
-Η διάσπαση
των Μυστηρίων
Ενώ η βασική
διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας είναι ότι υπάρχει ενότητα μεταξύ του
Βαπτίσματος, του Χρίσματος και της θείας Ευχαριστίας, οπότε το Βάπτισμα
ολοκληρώνεται με το (καί στό) Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, εν τούτοις η
Σύνοδος αυτή έκανε την διάσπαση μεταξύ των Μυστηρίων. Οι Ρωμαιοκαθολικοί
βαπτίζονται σε μικρή ηλικία, αλλά αργότερα κατά την εφηβεία τους χρίονται και
κοινωνούν για πρώτη φορά στην θεία Ευχαριστία.
-Αναγνώριση
Μυστηρίων
Η Β’
Βατικανή Σύνοδος προχώρησε στο να αναγνωρίσει το Βάπτισμα στους περισσότερους
Προτεστάντες, όχι όμως και την θεία Ευχαριστία, ενώ στους ορθοδόξους
αναγνωρίζει την εγκυρότητα της θείας Ευχαριστίας, αλλά θεωρεί ότι οι
ορθόδοξοι στερούνται όχι το πλήρωμα του Χριστού, αλλά το πλήρωμα της κοινωνίας
με τον εκπρόσωπο του Χριστού, τον Πάπα.
Ε. Η διάσπαση μεταξύ του Σώματος του Χριστού και της Εκκλησίας
Σύμφωνα με την
νέα Βατικάνεια εκκλησιολογία μπορεί κανείς να ενσωματωθεί στον Χριστό με
το Μυστήριο του Βαπτίσματος, χωρίς, όμως, να είναι μέλος της «Καθολικής Εκκλησίας». Έτσι, το
ίδιο το Μυστήριο του Βαπτίσματος, κατά την Β’ Βατικανή Σύνοδο, μπορεί να παράγη
διαφορετικά αποτελέσματα εκτός και εντός της «Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας». Κατά
την Σύνοδο αυτή οι αιρετικοί και οι σχισματικοί (Προτεστάντες και
Ορθόδοξοι) μπορούν να ενωθούν με τον Χριστό, χωρίς, όμως, να είναι μέλη της
Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας». Έτσι, εισάγεται η αντιπατερική και
αντιεκκλησιαστική αρχή της «μερικής ή ατελούς κοινωνίας». Αυτό σημαίνει ότι
υπάρχουν «δύο διαφορετικές τάξεις βαπτιζομένων, δύο είδη ενότητας, Βαπτισμάτων,
κοινωνίας και εκκλησίας», πράγμα που είναι ασυμβίβαστο με την πατερική
παράδοση.
ΣΤ. Η
διάκριση των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος
Στην απόφαση της
Β’ Βατικανής Συνόδου απουσιάζει παντελώς η διάκριση των ενεργειών του Αγίου
Πνεύματος. και μάλιστα υποστηρίζεται ότι και έξω από την Εκκλησία,
ακόμη και σε αιρετικούς και σχισματικούς ενεργεί η Χάρη του Θεού, χωρίς να
γίνεται διασάφηση τί Χάρη ενεργεί. «Κατά την διδασκαλία των Πατέρων
της Εκκλησίας, ενώ η ενέργεια του Θεού είναι απλή, εν τούτοις υπάρχουν διάφοροι
βαθμοί μεθέξεώς της, ανάλογα με τα αποτελέσματά της. Έτσι, όλη η κτίση μετέχει
στην δημιουργική, συνεκτική και προνοητική ενέργεια του Θεού, όμως «τό Άγιον
Πνεύμα ενεργεί καθαίροντας, φωτίζοντας και αγιάζοντας μόνον μέσα στο πλαίσιο
της Εκκλησίας». Άν υπήρχε ταυτότητα ενεργειών, τότε δεν θα υπήρχε διάκριση,
οπότε όλα τα κτίσματα θα μετείχαν στην θεοποιό ενέργεια του Θεού, πράγμα που
είναι απαράδεκτο από πατερικής πλευράς».(Ναυπάκτου Ιερόθεος)
Ζ. Λειτουργικές
καινοτομίες
Η Β' Σύνοδος του
Βατικανού επέτρεψε τη μετάφραση της λατινικής «λειτουργίας» στις εθνικές
γλώσσες. Σαν άποτέλεσμα πολλοί από τους Καθολικούς, συνηθισμένοι στην
παραδοσιακή λατινική λατρεία, επεσήμαναν την απώλεια της ιερής προσευχητικής
φύσης της λατρείας και η εισαγωγή νέων μεταφράσεων της Λειτουργίας και η
απόρριψη της λατινικής γλώσσας λατρείας, η οποία προσευχόταν επί πολλούς
αιώνες, όχι μόνο δεν έφερε νέους ανθρώπους στις καθολικές εκκλησίες, αλλά
αποξένωσε ένα τεράστιο μέρος των τακτικών ενοριών, τον οποίο η λατινική γλώσσα
σήμαινε τη συνέχεια των παραδόσεων και του αρχαίου πολιτισμού της Ρωμαϊκής
Εκκλησίας.
Η Λατινική
Λειτουργία της Τριεντίνου , ή tridentina, που ήταν η κύρια καθολική
εκκλησιαστική λειτουργία για πολλούς αιώνες αντικαταστάθηκε από μια νέα ιεροτελεστία
(το λεγόμενο «Novus ordo» - «νέα ιεροτελεστία») στις τοπικές γλώσσες. Η διαφορά
δεν έγκειται μόνο στη λειτουργική γλώσσα, αλλά και στο ύφος της λειτουργίας.
Για παράδειγμα, αν πριν από το Συνοδο, σύμφωνα με την παραδοσιακή (Trentent)
Λειτουργία σχεδόν σε όλη τη λειτουργία ο ιερέας στεκόταν μπροστά στο
θυσιαστήριο, «προς τον Θεό» (και, κατά συνέπεια, με την πλάτη του στους
ενορίτες), τώρα ήταν στραμμένο προς τους πιστούς και την πλάτη του στον Θεό.
Εσπερινός και
Όρθροςς δεν γίνεται πριν από τη Θεία Λειτουργία. Η νηστεία στη σύγχρονη
Καθολική Εκκλησία έχει πρακτικά καταργηθεί: οι Καθολικοί υποχρεούνται πλέον να
νηστεύουν μόνο μία ημέρα το χρόνο - τη Μεγάλη Παρασκευή, και ακόμη και τότε όχι
αυστηρά.
Μετά την Β Βατικάνειο η εξομολόγηση στις καθολικές εκκλησίες διαχωρίζεται από την θ.κοινωνία..
ΣΤ.Αγιολογία
Αφαιρέθηκαν από
τα καθολικά λειτουργικά ημερολόγια (ανάμεσά τους και κάποιοι άγιοι της Αρχαίας
Εκκλησίας) με το πρόσχημα ότι η ζωή τους δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη (π.χ.
ο άγιος Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Νικηφόρος, οι Αγ. Μεγαλομάρτυρες Βαρβάρα και
Αικατερίνη κ.λπ.).
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου