Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ. 
(Ένας εκ των 12 διωχθέντων). 


Απρόβλεπτες καταστάσεις 

Την ημέρα που ήρθε η έγκριση για την ανέγερση των παραπάνω σχεδίων, αυτή ακριβώς την ημέρα έπαιρνε από τον στρατιωτικό Διοικητή την εντολή να εγκαταλείψει ο γέροντας Κωνστάντιος το θρόνο της Αλεξανδρούπολης. Φθόνησε, θα λέγαμε, ο Μισόκαλος τον άδολο, φίλεργο και ανύστακτο στρατιώτη του Χριστού και έστειλε τα όργανά του (δικτάτορα Ιωαννίδη, αρχ/σκοπο Σεραφείμ Τίκα) να χαλάσουν ό,τι οι ίδιοι δεν μπορούσαν να κάνουν. Δίχως να διατυπωθεί κατηγορία, δίχως να κληθεί ο γέροντας (ο ήρωας της Καβάλας και των Καλαβρύτων, ο διωκόμενος από τους Βουλγάρους και αναγνωρισμένος από τον Άρη Βελουχιώτη ως γενναίος μαχητής) να αντιμετωπίσει τους κατηγόρους του (εάν υπήρχαν), δίχως να κάνουν, έστω, μια τυπική δίκη, τον απομάκρυναν βίαια από το αγαπημένο του ποίμνιο και του στέρησαν την πατρική ιδιότητα. Κανένας δεν άκουσε, δεν είδε, δεν αντιλήφθηκε ότι ο ήρωας έπεφτε θύμα; Κανένας – δυστυχώς – δεν συγκλονίστηκε από τις θυσίες του, ούτε ένοιωσε την υποχρέωση να χύσει βάλσαμο στις πληγές του και να του ράνει με δάφνες το λευκασμένο κεφάλι του! Τι κρίμα!!! Οι δημοσιογράφοι στόλιζαν τα κούφια είδωλα, υμνούσαν την εξουσία, δόξαζαν τους άτιμους, υπηρετούσαν δουλικά τους χαμαιλέοντες. Ίσως κάποια στιγμή να γύρισαν το βλέμμα τους, να είδαν τον γέροντα της αγνής προσφοράς και αθόρυβης θύελλας πεταμένο και πληγωμένο στην άκρη του δρόμου… Αυτοί όμως αντί νερού τον πότισαν ξύδι, του πέταξαν το ανάθεμα του χουντικού και τη μομφή του συνεργάτη των δικτατόρων, καταχωρώντας στις εφημερίδες λίβελους εναντίον του, ανάλογους με τις προσταγές των ορατών και αόρατων χειριστών του παρασκηνίου. Καινούρια πατρίδα Ο σεμνός ιεράρχης πήρε και πάλι το δρόμο της εξορίας. Φορτωμένος την ιστορία του και την πικρία του, αποσύρθηκε στην αγαπημένη του Καβάλα, στο λόφο του αγίου Σίλα, “φιλοξενούμενος” από τα ιδρύματα που ο ίδιος είχε δημιουργήσει. Εδώ σε ένα ταπεινό σπιτάκι, δίπλα στο Οικοτροφείο, του ήλθαν τα νέα, ότι τη μητρόπολή του την κατέλαβε ο αρχιμανδρίτης Άνθιμος Ρούσας, που για χρόνια ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος του εμπιστεύτηκε την διεύθυνση του μεγαλύτερου Οργανισμού της Εκκλησίας, την “ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ”. Η είδηση αυτή τον πίκρανε πολύ. Ο Αλεξανδρινός ποιητής Καλλίμαχος συγκεκριμένα έλεγε: “Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος” (310-240 π.Χ.). 



Τα γεγονότα που ακολούθησαν, αντί να καταπραΰνουν τον πόνο του κατάλευκου γέροντα, τον φόρτισαν περισσότερο και τον όξυναν. Για την ιστορία θα αναφερθούμε σε δύο μόνο θλιβερά περιστατικά για να τα θυμηθούν οι παλαιότεροι και να τα μάθουν οι νεώτεροι. ΠΡΩΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ Κάποια στιγμή, ο σεβαστός Γέροντας αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα υγείας και τότε αποφάσισε να ταξιδέψει μέχρι την Αλεξανδρούπολη, να επισκεφθεί το γιατρό του, που ήταν και πνευματικό του παιδί και του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Έφθασε στην Αλεξανδρούπολη, σχεδόν μυστικά, αποφεύγοντας κάθε επικοινωνία. Κάποια όμως μάτια τον είδαν και έτρεξαν, τον προσκύνησαν, του φίλησαν το χέρι και πήραν την ευλογία του. Άλλοι όμως, κακοήθεις, μετέφεραν αμέσως την είδηση στον “καταληψία” της μητρόπολης. Ακούγοντας ο δεσπότης Άνθιμος ότι ο γέρων Κωνστάντιος ήρθε στην πόλη, καταλείφθηκε από φόβο και τρόμο θυμίζοντάς μας τον Ηρώδη που: “Ακούσας ο Ηρώδης ο Βασιλεύς, εταράχθη…” (Ματθ. 2, 3), και αντί να τρέξει, να του φιλήσει το χέρι, να του προσφέρει φιλοξενία και κάθε αναγκαία εξυπηρέτηση, αυτός λειτούργησε σαν μαινόμενος… αντίπαλος. Έστειλε ανθρώπους του και διέταξαν το γέροντα να φύγει αμέσως από τα όρια της Αλεξανδρούπολης, άλλως θα εφαρμόσει την σταλινική διάταξη 2026/23-7-74 1 και να μην τολμήσει άλλη φορά να εμφανιστεί στην περιοχή του και “ταράξει” τη γαλήνη του και αναστατώσει το ποίμνιό του με μία δεύτερη επίσκεψή του. Ο χαριτωμένος γέροντας υπάκουσε, έσκυψε το κεφάλι κι ενώ τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα, σηκώθηκε, πήρε το μπαστούνι του, μπήκε στο αυτοκίνητο, και μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, γύρισε στην Καβάλα, πικραμένος και αηδιασμένος από την απάνθρωπη συμπεριφορά. Ο γέροντας γρήγορα ανασύνταξε τις δυνάμεις του κι άρχισε τη συνηθισμένη δραστηριότητά του. Το Οικοτροφείο Αρρένων, που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, έβλεπε να υπολειτουργεί και οι οικότροφοι μαθητές να ελαττώνονται χρόνο με το χρόνο, λόγω της δημιουργίας Γυμνασίων και Λυκείων σε όλη την ύπαιθρο, γι’ αυτό το μετέτρεψε σε Οικοτροφείο Υπερηλίκων (Γηροκομείο) και μέσα σ’ ένα ιδανικό περιβάλλον ξεκουράζονταν τα κουρασμένα γερατειά. Στον τρίτο (3ο ) όροφο του κτηρίου έφτιαξε ένα ωραιότατο παρεκκλήσι, αφιερωμένο στον Ευαγγελιστή Λουκά, για να παρακολουθούν τις Ιερές Ακολουθίες οι τρόφιμοι γέροντες και πολλοί κάτοικοι της Καβάλας, λειτουργώντας ο ίδιος καθημερινά. Προχώρησε ακόμα και στη δημιουργία ενός νέου κτιρίου, δίπλα στο ΟικοτροφείοΓηροκομείο, για να βοηθήσει τις οικογένειες που εργάζονταν και δεν είχαν που να αφήσουν τα παιδιά τους. Ήταν ένας πρότυπος παιδικός σταθμός που λειτουργούσε, σχεδόν εθελοντικά, από ευσεβείς κοπέλες με τα απαραίτητα προσόντα. Μετά την επάνοδό του στην Καβάλα από την Αλεξανδρούπολη (1974) έδωσε νέα ώθηση στην αποπεράτωση του οκταώροφου συγκροτήματος της οδού Δαγκλή 28, που λόγω απουσίας του είχαν ατονήσει οι εργασίες. Τα εγκαίνια έγιναν στις 21 Μαΐου 1978 με ομιλητή τον καθηγητή Παν. Αθηνών, αστρονόμο Γεωρ. Κοντόπουλο και θέμα: «Η τελευταία εξέλιξη των ηλεκτρονικών εγκεφάλων». Παρά το προχωρημένο της ηλικίας – ανήσυχο πνεύμα – δεν έπαυσε να σκέφτεται ότι έπρεπε και η Καβάλα να αποκτήσει μια Κατασκήνωση για τη σωματική, ψυχική και πνευματική ανάπτυξη των παιδιών στα πρότυπα της Αλεξανδρούπολης. Βρήκε μια κατάλληλη έκταση, κοντά στην Ηρακλείτσα Καβάλας, μια θαυμάσια τοποθεσία μεταξύ βουνού και θάλασσας, και αμέσως άρχισαν οι εργασίες. Πρόφθασε ο άγιος επίσκοπος να παραβρεθεί στα εγκαίνια, φυτεύοντας και ένα δένδρο και ευλογώντας την νεανική πνευματική αυτή όαση. Παρά τις πολλές εξωτερικές φροντίδες, εν τούτοις αφιέρωνε πάρα πολύ χρόνο στην προσευχή. Ο Βασίλειος Βουτσάς, που βοηθούσε το Γέροντα, γράφει: «Μέσα εις το Ιερό Βήμα του Αγίου Λουκά (εκκλησάκι του Οικοτροφείου) τελούσε υποδειγματικά, όπως πάντοτε, τη Θεία Λειτουργία, αφοσιωμένος στον Τριαδικό Θεό, σε στάση προσοχής – παρά το βάρος των ετών – χωρίς να διασπάται η προσοχή του από τίποτα, χωρίς κανένα ψίθυρο ή ομιλία. Επίσης στην Ιερά Πρόθεση, μνημόνευε χιλιάδες ονόματα, ένα-ένα. Πήγαινε από τις 5 η ώρα το πρωί, δεν ήθελε κανείς να πλησιάζη…». Ο γέροντας Κωνστάντιος στο ερημητήριο του αγίου Σίλα, αφιέρωνε πολλές ώρες την ημέρα στο Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως. Εκτός από τα πνευματικά του παιδιά, καθημερινά έρχονταν – εκτός από την Καβάλα – και από την Δράμα, Κομοτηνή, Θεσσαλονίκη κ.α. πονεμένοι άνθρωποι να αναπαυτούν κάτω από το επιτραχήλιό του. ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ Οι ημέρες διάβαιναν, τα χρόνια κυλούσαν κι ο μοιχεπιβάτης επίσκοπος Αλεξανδρούπολης Άνθιμος αναπαύτηκε στο μαξιλάρι του θριάμβου. Ένοιωσε ότι ασφάλισε την κυριαρχία του και απολάμβανε την πρόσκαιρη ευτυχία του διότι τον θεωρούσε οριστικά καταδικασμένο και εκκλησιαστικά νεκρό! Ήταν 30 Οκτωβρίου 1990 όταν ξέσπασε κυκλώνας. Ακολούθησαν ώρες συγκλονιστικές. Μεγάλη ταραχή κατέλαβε όλο το εκκλησιαστικό κατεστημένο. Η είδηση, που μεταδόθηκε αστραπιαία, πληροφορούσε ότι το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο (ΣτΕ) της Χώρας κατήργησε το νομοθετικό εξάμβλωμα της δικτατορίας (που είχε προμετωπίδα την 3 & 7/74 Συντακτική Πράξη) και δικαίωσε τους δώδεκα (12) Μητροπολίτες, που ο τύραννος αρχιεπ. Σεραφείμ απομάκρυνε από τις μητροπόλεις και τα ποίμνιά τους, καταπατώντας κάθε έννοια δικαίου. Φόβος και τρόμος κατέλαβε τον “μοιχεπιβάτη” Άνθιμο. Αισθάνθηκε να φεύγει η γη κάτω από τα πόδια του. Έβλεπε το θρόνο του να τρίζει επικίνδυνα διότι η απόφαση ακύρωνε όλες τις αποφάσεις της Συνόδου της Ιεραρχίας του Ιουλίου 1974 και κήρυττε έκπτωτους τους 12 καταληψίες-μοιχεπιβάτες δεσποτάδες που ο Σεραφείμ είχε διορίσει το 1974. Ως προς τον κ. Άνθιμο, μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως, η υπ’ αριθ. 3801/1990 έλεγε: «Ακυροί, καθ’ όσον αφορά τον αιτούντα, την από 11-7-1974 απόφασιν της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος» [(ΦΕΚ ΝΠΔΔ 141/12-7-1974) – Το ΦΕΚ αυτό ήταν που έδιωξε τον Κωνστάντιο από την μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως –] ως και το από 22-7-1974 [(ΦΕΚ Γ΄ 284/23-7-1974). Το ΦΕΚ αυτό ακύρωσε την εκλογή, αναγνώριση και κατάσταση του αρχιμανδρίτη Ανθίμου Ρούσα ως Μητροπολίτη της Ιεράς Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως]. Το ημερολόγιο τότε έγραφε: Κυριακή 25/11/1990 – Μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης & Μερκουρίου, όταν ο ένοχος Άνθιμος, ευρισκόμενος σε πλήρη σύγχυση, πήρε την απόφαση να επισκεφτεί στο ασκητήριό του τον εξόριστο ιερομάρτυρα Κωνστάντιο (τον διερχόμενο μια φάση σκληρής δοκιμασίας) θεωρώντας τη στιγμή κατάλληλη ώστε να εξασφαλίσει την επικάλυψη της επιορκίας του. Πλαστογράφησε, λοιπόν, εξ ονόματος – δήθεν – του γέροντα επισκόπου, μια επιστολή με αποδέκτη την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που δήλωνε ότι παραιτείται και αποδέχεται ως διάδοχο του και συνεχιστή στο έργο του τον επίσκοπο Άνθιμο, που τον εξέλεξε η Ιεραρχία το 1974. Συμπλήρωνε δε στο τέλος την επιστολή με ευχές για ευόδωση των προσπαθειών του διαδόχου του (sic) προς δόξαν Θεού και προς οικοδομήν του ποιμνίου! ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ: Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΝΘΙΜΟΥ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου