ΤΟ ΠΡΩΤΕΙΟ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ (ΙΟΥΝΙΟΣ 2023)-ΣΧΟΛΙΑ
ΜΕΡΟΣ ΣΤ2 -Σχόλια
Έρευνα: πρωτοπρεσβύτερος
Δημήτριος Αθανασίου
Σημείωση. Για να μην κουράσουμε τους αναγνώστες αναλύοντας
κάθε άρθρο του Κειμένου της Αλεξάνδρειας θα κάνουμε μια γενική αξιολόγηση του
κειμένου για το Πρωτείο και το Αλάθητο του Πάπα, ΄ώστε να
παρουσιάσουμε τις ορθόδοξες θέσεις.
--------------------------------------------------------------------------------------------
Α. Γίνεται μια ιστορική παράθεση της εμφάνισης και της
εξέλιξης του Πρωτείου με απόκρυψη σημαντικών εκκλησιαστικών γεγονότων. Στη ν
δεύτερη χιλιετία υπήρξε το Σχίσμα των Εκκλησιών και οι Ρωμαικαθολικοί πλέον
είναι ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ. Το 1009 και το 1014 κατελήφθη ο θρόνος της Πρεσβυτέρας Ρώμης
από τους Φράγκους και εισήχθη το filioque για πρώτη φορά στο Σύμβολο της
Πίστεως, τότε ο Πατριάρχης της Νέας Ρώμης διέγραψε από τα δίπτυχα τον Επίσκοπο
της Παλαιάς Ρώμης και από τότε υπάρχει ακοινωνησία, η οποία δεν ήρθη μέχρι
τώρα, έστω και αν έγινε to
1965 η άρση των αναθεμάτων του 1054.Επίσης
όλες οι αιρέσεις, που ξεκινούν από την διδασκαλία των Λατίνων ότι
στον Θεό ταυτίζεται η άκτιση ουσία με την άκτιστη ενέργεια και επομένως
ο Θεός επικοινωνεί με την κτίση δια κτιστών ενεργειών, είναι αιρέσεις που
εισήχθησαν στην Πρεσβυτέρα Ρώμη κατά την Β' χιλιετία.
Β. Κατά την Β χιλιετία παρατηρείται πιο έντονα και η αλλαγή
της εκκλησιολογίας, γιατί τα πρεσβεία τιμής που είχαν δοθεί στον Επίσκοπο της
Πρεσβυτέρας Ρώμης μετατράπηκαν σε πρωτείο διακονίας όλης της Εκκλησίας. Και εδώ
βέβαια παρατηρείται το σοβαρότερο πρόβλημα. Λόγω δε των αιρέσεων που εισήχθησαν
στους Λατίνους κατά την Β χιλιετία δεν είναι δυνατόν να ισχύουν τα πρεσβεία
τιμής της Α χιλιετίας
Γ. Στην Α χιλιετία θεσπίσθηκαν πρεσβεία τιμής και όχι
διακονίας στον Επίσκοπο της Πρεσβυτέρας Ρώμης, όπως και ίσα πρεσβεία τιμής στον
Επίσκοπο της Νέας Ρώμης, εν τούτοις μετά την εισαγωγή αιρετικών δοξασιών ο
κατέχων τον θρόνο της Πρεσβυτέρας Ρώμης δεν έχει τα πρεσβεία τιμής στο συνοδικό
σύστημα των Πατριαρχών της Ανατολής. Επομένως, όχι μόνον δεν υφίσταται πρωτείο
εξουσίας-διακονίας του Πάπα σε όλη την Εκκλησία, αλλά ούτε και πρεσβεία τιμής
στο συνοδικό πολίτευμα της Εκκλησίας, μετά την εισαγωγή ετεροδοξασιών.
Δ. Στην Α Βατικάνεια Σύνοδο (1870) θεσπίσθηκε το αλάθητο του
Πάπα, ενώ στην Β Βατικάνεια Σύνοδο (1962-1965) καθορίσθηκε η έννοια του
πρωτείου του Πάπα σε όλη την Εκκλησία.
Ε. Στο βιβλίο που εκδόθηκε από το Βατικανό με τίτλο
«Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας» –η οποία Κατήχηση συγκροτήθηκε από Επιτροπή
δώδεκα Καρδιναλίων και Επισκόπων υπό την προεδρία του Καρδιναλίου Ιωσήφ
Ράτσινγκερ, που αργότερα έγινε Πάπας Βενέδικτος , βάσει όλων των συνοδικών
αποφάσεων του Βατικανού και κυρίως της Β Συνόδου του Βατικανού– υπάρχει και
ενότητα με τίτλο «Ο σύλλογος των Επισκόπων και ο αρχηγός του, ο Πάπας».
Στο κείμενο αυτό γράφονται τα εξής:
- Ο Χριστός "συγκρότησε τους δώδεκα (Αποστόλους) υπό
μορφή Συλλόγου, δηλαδή σταθερού σώματος, επικεφαλής του οποίου τοποθέτησε τον
Πέτρο, που τον διάλεξε ανάμεσα τους". "Όπως ο Άγιος Πέτρος και οι
άλλοι Απόστολοι, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου, αποτελούν ένα και μόνο
Αποστολικό σύλλογο, έτσι και ο Επίσκοπος Ρώμης, διάδοχος του Πέτρου, και οι
Επίσκοποι, διάδοχοι των Αποστόλων, σχηματίζουν μεταξύ τους ένα σύνολο".
-Ο Κύριος; μόνο τον Σίμωνα, στον οποίο έδωσε το όνομα Πέτρος, τον έκανε την πέτρα της Εκκλησίας Του. Σ' αυτόν εμπιστεύθηκε τα κλειδιά, τον όρισε ποιμένα όλου του ποιμνίου. "Αλλά αυτό το αξίωμα να δένει και να λύνει, που δόθηκε στον Πέτρο, δόθηκε επίσης, χωρίς καμιά αμφιβολία, στο σύλλογο των Αποστόλων, ενωμένων με τον αρχηγό τους". Το ποιμαντικό αυτό καθήκον του Πέτρου και των άλλων Αποστόλων ανήκει στα θεμέλια της Εκκλησίας και συνετίζεται από τους επισκόπους κάτω από το πρωτείο του Πάπα.
-Ο Πάπας, Επίσκοπος Ρώμης και διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου,
"είναι η αιώνια και ορατή αρχή και θεμέλιο της ενότητας, που συνδέει τόσο
τους επισκόπους μεταξύ τους όσο και το πλήθος των πιστών".
"Πραγματικά, ο Επίσκοπος Ρώμης, με το αξίωμά του ως αντιπρόσωπος του
Χριστού και ως ποιμένας όλης της Εκκλησίας, έχει πλήρη, υπέρτατη και παγκοσμία
εξουσία μέσα στην Εκκλησία, την οποία μπορεί πάντοτε ελεύθερα να ασκεί".
- "Ο σύλλογος ή το σώμα των Επισκόπων δεν έχει εξουσία,
αν δεν Βρίσκεται σε κοινωνία με τον Επίσκοπο Ρώμης ως αρχηγό του". Ο ίδιος
αυτός σύλλογος "είναι επίσης φορέας της υπέρτατης και πλήρους εξουσίας
μέσα στην παγκόσμια Εκκλησία, την οποία όμως δεν μπορεί να ασκεί χωρίς τη
σύμφωνη γνώμη του Επισκόπου Ρώμης"
- "Ο σύλλογος των Επισκόπων ασκεί την εξουσία πάνω σε
όλη την Εκκλησία με επίσημο τρόπο στην Οικουμενική Σύνοδο". "Δεν
μπορεί να υπάρξει Οικουμενική Συνοδός αν δεν επικυρωθεί, ή τουλάχιστον αν δεν
γίνει δεκτή, από το διάδοχο του Πέτρου".
- "Ο σύλλογος αυτός, με την πολλαπλή του σύνθεση,
εκφράζει την ποικιλία και την παγκοσμιότητα του λαού του Θεού, και, με τη
συνάθροισή του κάτω από έναν αρχηγό, εκφράζει την ενότητα του ποιμνίου του
Χριστού" (… ).
- (… ) Το ποιμαντικό καθήκον του Διδακτικού Σώματος έγκειται
στην επαγρύπνηση, ώστε ο Λαός του Θεού να παραμένει στην αλήθεια, η οποία
ελευθερώνει. Για να εκπληρώνουν αυτή την υπηρεσία, οι ποιμένες της Εκκλησίας
προικίσθηκαν από τον Χριστό με το χάρισμα του αλάθητου σε θέματα πίστεως και
ηθών. Η άσκηση αυτού του χαρίσματος μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους.
- "Αυτό το αλάθητο έχει ο Επίσκοπος Ρώμης, κεφαλή του
συλλόγου των Επισκόπων, χάρη στο αξίωμά του, όταν, σαν πρώτος ποιμένας μαζί με
το διάδοχο του Πέτρου, ασκούν το ύψιστο διδακτικό τους αξίωμα", προπάντων
στην Οικουμενική Σύνοδο. Όταν, με το υπέρτατο Διδακτικό της Σώμα, η Εκκλησία
προτείνει μία αλήθεια "να την πιστεύσουμε ως αποκεκαλυμμένη από τον
Θεό" και σαν διδασκαλία του Χριστού, "οφείλουμε να παραδεχθούμε μέσα
στην υπακοή της πίστεως αυτούς τους ορισμούς". Το αλάθητο αυτό
επεκτείνεται στις ίδιες διαστάσεις, όπου επεκτείνεται και η παρακαταθήκη της
θεϊκής αποκαλύψεως.
-. Η θεϊκή συμπαράσταση προσφέρεται επίσης στους διαδόχους
των Αποστόλων, όταν διδάσκουν ενωμένοι με το διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου, και
με ιδιαίτερο τρόπο προσφέρεται στον Επίσκοπο Ρώμης, ποιμένα όλης της Εκκλησίας
(… ).
-. "Η εξουσία αυτή, που την ασκούν προσωπικά στο όνομα
του Χριστού, είναι δική τους, τακτική και άμεση, έστω και αν η άσκηση της
ρυθμίζεται τελικά από την ανώτατη εξουσία της Εκκλησίας". Αλλά δεν πρέπει
να θεωρούνται οι Επίσκοποι ως αντιπρόσωποι του Πάπα, του οποίου η τακτική και
άμεση εξουσία σε όλη την Εκκλησία δεν εκμηδενίζει, αλλ’ αντίθετα επιβεβαιώνει
και προστατεύει την εξουσία των Επισκόπων. Η εξουσία αυτή πρέπει να ασκείται σε
κοινωνία με όλη την Εκκλησία υπό την καθοδήγηση του Πάπα».
Συνοπτικά
1 Το πρωτείον του Πάπα εξακολουθεί να στηρίζεται στον Άγιο
Πέτρο.
2 Θεμέλιο της ενότητας «αιώνιο και ορατό» είναι ο Πάπας.
3 Ο Πάπας μένει «αντιπρόσωπος του Χριστού» και ποιμένας όλης
της Εκκλησίας, με «υπέρτατη και παγκόσμια εξουσία» (Episcopus Universalis).
4 Ο Πάπας υπέρκειται των Οικουμενικών Συνόδων.
5 Ο Πάπας έχει -κατ' εξοχήν- το αλάθητον, ως «κεφαλή» όλων
των Επισκόπων και «πρώτος ποιμένας» της Εκκλησίας.
6 Όλα τελούνται (από τους Επισκόπους) «υπό την καθοδήγηση
του Πάπα».
Είναι κατάδηλος ο παπο-κεντρισμός, θα
μπορούσε -ίσως- να δικαιολογηθή στον δυτικό μεσαίωνα, αλλ’ όχι και
σήμερα.
ΣΤ. -Οι φράσεις «αντιπρόσωπος του Χριστού», «ποιμένας όλης
της Εκκλησίας» και «υπέρτατη και παγκόσμια εξουσία μέσα στην Εκκλησία», την
οποία μάλιστα ασκεί ελεύθερα, είναι εκείνες που προσδιορίζουν πως εννοεί ο
Πάπας σήμερα την θέση του στην Εκκλησία.
-Λόγω αυτής της θέσεώς του όποιος Επίσκοπος η όποια Σύνοδος
δεν βρίσκεται σε κοινωνία με τον Πάπα, δεν έχει καμμιά εξουσία. «Ο σύλλογος η
το σώμα των επισκόπων δεν έχει εξουσία, αν δεν βρίσκεται σε κοινωνία με τον
επίσκοπο Ρώμης, ως αρχηγό του». Ο σύλλογος των Επισκόπων είναι «φορέας της
υπέρτατης και πλήρους εξουσίας μέσα στην παγκόσμια Εκκλησία, την οποία όμως δεν
μπορεί να ασκεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του επισκόπου Ρώμης». Δηλαδή, αν κανείς
Επίσκοπος η και Αυτοκέφαλη Εκκλησία δεν αναγνωρίζη το πρωτείο του Πάπα και δεν
έχη κοινωνία μαζί του η ασκή εξουσία χωρίς την σύμφωνη γνώμη του Πάπα, δεν έχει
καμμία αξία.
-Είναι δε χαρακτηριστική και η σχέση μεταξύ πρωτείου του
Πάπα και Οικουμενικής Συνόδου. Βεβαίως, όπως υποστηρίζεται, «ο σύλλογος των
επισκόπων ασκεί την εξουσία πάνω σε όλη την Εκκλησία με επίσημο τρόπο στην
Οικουμενική Σύνοδο», αλλά «δεν μπορεί να υπάρξει Οικουμενική Σύνοδος αν δεν
επικυρωθεί, η τουλάχιστον αν δεν γίνει δεκτή, από το διάδοχο του Πέτρου».
-Ζ.Επίσης, το πρωτείο του Πάπα συνδέεται με το αλάθητο. Στην
Κατήχηση του Βατικανού γράφεται ότι ο Χριστός, που είναι η αλήθεια, «δώρισε
στην Εκκλησία Του την ιδιότητα να συμμετέχει στο δικό Του αλάθητο». Και
συγχρόνως γράφεται: «Αυτό το αλάθητο έχει ο επίσκοπος Ρώμης, κεφαλή του
συλλόγου των επισκόπων, χάρη στο αξίωμά του, όταν, σαν πρώτος ποιμένας και
διδάσκαλος όλων των πιστών, που στηρίζει στην πίστη τους αδελφούς του,
διακηρύσσει με οριστική πράξη μια διδασκαλία σχετική με την πίστη και την
ηθική». Αυτό το αλάθητο υπάρχει και στο σώμα των επισκόπων, «όταν αυτοί, μαζί
με τον διάδοχο του Πέτρου, ασκούν το ύψιστο διδακτικό τους αξίωμα, προπάντων
στην Οικουμενική Σύνοδο»
Η.Οι απόψεις αυτές των Λατίνων για την θέση και την εξουσία
του Πάπα στην Εκκλησία, ως προς το πρωτείο και το αλάθητο, είναι σαφέστατες και
δείχνουν την απόκλισή τους από την ορθόδοξη εκκλησιολογία.
Θ. Το σχήμα είναι σαφέστατο. Ο Πάπας είναι αντιπρόσωπος του
Χριστού επί της γης, αυτός έχει το πρωτείο, όχι τιμής, αλλά εξουσίας-διακονίας
στην παγκόσμια Εκκλησία, αυτός κατοχυρώνει τις αποφάσεις των Οικουμενικών
Συνόδων, διαφορετικά δεν έχουν ισχύ, και αυτός δίνει εγκυρότητα στις Εκκλησίες,
που σημαίνει ότι όσοι δεν αναγνωρίζουν τον Πάπα είναι ελλειματικές
εκκλησιαστικές κοινότητες.
Ι. Είναι αρκετά δύσκολο να οι Λατίνοι να ανατρέψουν το αλάθητο του Πάπα
της Α Βατικανείου Συνόδου και το πρωτείο του Πάπα της Β Βατικανείου Συνόδου, οι
οποίες για αυτούς θεωρούνται Οικουμενικές.
Συμπερασματικά
Ο π.Γεώργιος μεταλληνός σε σχετική εργασία του για το
Πρωτείο και Αλάθητο του Πάπα έγραψε.
«Tο Παπικό «πρωτείον δικαιοδοσίας» (Jurisdictionis) μένει
κύρια και μόνιμη έκφραση της παπικής αλλοτριώσεως, αλλά και η ανίατη, ως
φαίνεται, νόσος της Λατινικής Εκκλησίας. Αυτή ήταν η συνείδηση των Βυζαντινών
Ορθοδόξων, που προσέκρουαν καθ' όλη την διάρκεια των ενωτικών διαλόγων
(11ος—15ος αι.) στην παπική εμμονή στο πρωτείο εξουσίας και την συνεχή απαίτηση
των Παπών δια την επιβολή του στους Ανατολικούς. Είναι δε γεγονός, ότι τα περί
Πάπα δόγματα (πρωτείον, αλάθητον, ο Πάπας νicarius -αντιπρόσωπος- του Χριστού κ.λπ.) ήταν και είναι το
μεγαλύτερο εμπόδιο στην επιτυχή έκβαση των σημερινών διαλόγων, όπως και κατά
την «βυζαντινή» περίοδο. Πρέπει δε να υπογραμμισθή, ότι από τον δυτικό μεσαίωνα
και κυρίως από την Α' Βατικανή Σύνοδο (1869-70), με την δογματοποίηση του
αλάθητου, πρωτείο και αλάθητο συμπορεύονται ως η πεμπτουσία του Παπισμού».
Στον διεξαγόμενο διάλογο δίνεται η εντύπωση, ότι το βάρος
πίπτει στο πρωτείον, και μάλιστα κατά την πρώτη χιλιετία (ταυτίζονται όμως
πρωτείο και «πρεσβεία τιμής»;), είναι δε απολύτως βέβαιο, ότι μία τυχόν κοινά
αποδεκτή διατύπωση (Formula) θα οδηγήσει αναπότρεπτα στην αποδοχή του παπικού
πρωτείου και στην μεταγενέστερη εκδοχή του. Αυτός είναι ο στόχος του Παπισμού
και των ιδικών μας δυτικοφρόνων. Και δια μεν το «παπικό πρωτείο» έχουν γραφή
πολλά εκατέρωθεν. Για την Ορθόδοξη τοποθέτηση στο πρόβλημα αρκεί να μελετήσουμε
τον ογκώδη τόμο «Εκκλησιολογία» (Αθήναι 1973) του μακαρίτου διδασκάλου μας
Ιωάννης Καρμίρη. Δια το «παπικόν αλάθητον» όμως, που είναι η συμπλήρωση του
πρωτείου και θα αποτελέσει κατ' αδήριτη νομοτέλεια το επόμενο βήμα του διαλόγου
ελάχιστα λέγονται. Αν δεν γίνει μετά την αναγνώριση του πρωτείου αυτομάτως και
η αποδοχή του αλάθητου, διότι, όπως θα δούμε ο παπικός θεσμός είναι αδιανόητος
χωρίς την άμεση διασύνδεση πρωτείου και αλάθητου.
Τι είναι δε ως δόγμα πίστεως το αλάθητον; Κατά την
«Εγκύκλιον της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου κατά των λατινικών καινοτομιών»
(1838) πρόκειται για θεοποίηση του Πάπα («ο παρ' αυτών -δηλαδή των Λατίνων-
θεοποιούμενος πάπας»). Κατά τον όσιο π. Ιουστίνο Πόποβιτς «το δόγμα περί του
αλάθητου του Πάπα… Δεν είναι άλλο παρά η αναγέννησις της ειδωλολατρίας και του
πολυθεϊσμού». Ο καθηγητής δε Ιωάννης Καρμίρης, δεχόμενος την άμεση σύνδεση
πρωτείου και αλάθητου, παρατηρεί: «Τα συγκροτούντα τον παπικόν θεσμόν δύο δόγματα
του πρωτείου και του αλάθητου είναι απαράδεκτα υπό της Ορθοδόξου Καθολικής
Εκκλησίας» (όπου πρ. 621). Τα δύο δε αυτά παπικά δόγματα είναι «το κυριώτερον
αίτιον της θλιβεράς διαιρέσεως της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας» (σ.
645).
Εξ άλλου, το παπικόν πρωτείον είναι η πηγή όλων των άλλων
καινοτομιών της Λατινικής Εκκλησίας. Ανύψωση δε του Πάπα υπέρ τις Οικουμενικές
Συνόδους μένει, όπως θα δούμε, μέχρι σήμερα αμετακίνητη. Ο «Λεβιάθαν»,
συνεπώς, που καταβροχθίζει την έννοια της Εκκλησίας, είναι ο παπικός θεσμός. Η
μεγαλύτερη αυταπάτη των Ορθοδόξων συνομιλητών είναι η επιδίωξη επανερμηνείας
του πρωτείου, το οποίο, όπως και αν χαρακτηρισθεί, θα παραμένει πρωτείο
αντι-Εκκλησιαστικό και πατερικά απαράδεκτο, ως απ’ αρχής φορτισμένο με την πολιτική-κοσμική
σημασία του. Η προσχηματική, μάλιστα, πρόταση Παπικών και οικουμενιστών να
γίνει δεκτό το παπικό πρωτείον ως «πρωτείον διακονίας», αποδεικνύεται απατηλό
πυροτέχνημα. Διότι η μεγαλύτερη έκφραση ειλικρινείας, φιλαληθείας και διακονίας
θα ήταν η επιστήμη άρνηση εκ μέρους του Παπισμού όλων των παπικών καινοτομιών,
στο επίκεντρο των οποίων βρίσκονται τα ειδικά περί Πάπα δόγματα.
Είναι, άλλωστε, ιστορικά γνωστό, ότι ο Παπισμός μετέρχεται
πολλά τεχνάσματα, για να γίνονται δεκτές οι θέσεις του. Στην Σύνοδο της
Φλωρεντίας (1439) λ.χ. έγινε δεκτό το πρωτείο του Ρώμης, «ως περιέχεται εν ταις
πράξεσι των οικουμενικών συνόδων και τοις ιεροίς κανόσι». Αυτή ήταν η διατύπωση
των Ανατολικών, για να αποφευχθεί η αποδοχή του παπικού πρωτείου κατά την
δυτική εκδοχή του. Τότε όμως αναδύθηκε η παπική πονηρία και απάτη. Και ιδού
πώς: Ο ΣΤ' κανόνας της Α' Οικουμενικής ανοίγει με την φράση: «Τα αρχαία έθη
κρατείτω». Στην λατινική-παπική μετάφραση όμως προτάχθηκε η φράση: «Romana
Ecclesia Semper Primatum Habuit» (η ρωμαϊκή Εκκλησία είχε πάντα το πρωτείο),
ώστε να θεωρηθή και το πρωτείο «αρχαίον έθος» της Εκκλησίας. Τα «πρεσβεία
τιμής», που δέχονταν οι Ανατολικοί, όταν ο Πάπας είναι «εν τη Εκκλησία»,
προβάλλονταν από τους Δυτικούς ως παπικόν πρωτείον (δικαιοδοσίας).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Για την συγγραφή του παρακάτω άρθρου χρησιμοποιήθηκαν ως
βιβλιογραφικές πηγές τα παρακάτω
Α. Το πρωτείο του Πάπα στην Α και Β χιλιετία (Μητροπολίτη
Ναυπάκτου.
Β. Παπικό πρωτείο εξουσίας: μια φαντασίωση που έγινε δόγμα
(Τού Papyrus 52)
Γ Ιεροκανονική θεώρησις τού Παπικού Πρωτείου (. πρωτ.
Αναστασίου Γκοτσόπουλου)
Δ. Πώς έγινε ο Πάπας "αλάθητος" Πρ. Γεωργίου Δ.
Μεταλληνού
Ε. Ο διάλογος για το Παπικό πρωτείο και η Παπική διγλωσσία (Πρωτοπρ.Γεώργιος Δ. Μεταλληνός)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου