Γερόντισσα Γαβριηλία. Η νεοφανής Οσία ως «πρόσωπον αντιλεγόμενον».
Έρευνα πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
ΜΕΡΟΣ -Α
Εισαγωγικά
Η ανακοίνωση της αγιοκατάταξης της γερόντισσας Γαβριηλίας
δημιούργησε έντονο προβληματισμό σε πολλούς μεταξύ των οποίων και στον
γράφοντα.
Οι αρνητικές κριτικές που ασκήθηκαν στο βιβλίο «Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ
ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ» δημιούργησαν ένα αρνητικό κλίμα για το πρόσωπο της
γερόντισσας. Επίσης η οικουμενιστική πολιτική του Φαναρίου και οι
αθρόες αγιοκατατάξεις τα τελευταία χρόνια ενίσχυσαν το κλίμα αυτό.
Ο προβληματισμός της αγιοκτατάταξης μας έκανε τα ψάξουμε
περισσότερο το θέμα και τελικά διαπιστώσαμε ένα πρώτο βασικό λάθος.
ΤΑΥΤΙΣΑΜΕ ΤΗΝ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΟΝΟ ΜΕ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΑ ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ-ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.
Δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο από κανέναν πως η συγγραφεύς
του βιβλίου δεν συνέχισε και δεν μιμήθηκε την ζωή της γ. Γαβριηλίας.
«Το βιβλίο περιέχει την πρόσληψη της γερόντισσας από μέρους ενός
ανθρώπου ο οποίος εγκατέλειψε το δρόμο της γερόντισσας. Τουτέστιν αυτή η
εγκατάλειψη περιέχεται στο εν λόγω βιβλίο και ουδεμία σχέση έχει το περιεχόμενο
αυτό με την γ. Γαβριηλία».
Ο,τι δημοσιεύουμε στην συνέχεια είναι προϊόν έρευνας την οποία συνεχίζουμε.
Σκοπός της έρευνας είναι να αναδείξουμε όλες τις πτυχές της
προσωπικότητας της γερόντισσας, ώστε να οδηγηθούμε σε ασφαλή συμπεράσματα.
Σύντομα βιογραφικά στοιχεία της Γερόντισσας
Η Γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του
1897, ημέρα εορτασμού των Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, στην Κωνσταντινούπολη.
Ο πατέρας της ήταν εύπορος ξυλέμπορος κι έζησε σε ένα περιβάλλον με πολλές
ανέσεις στην Πόλη, στο Φανάρι. Ήταν ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, γεμάτο αγάπη για
όλον τον κόσμο. Τις ημέρες που το αρχοντικό των Παπαγιάννη «δεχόταν» η χαρά της
μικρής Αυρηλίας (το όνομά της πριν δεχτεί την μοναχική κουρά) έτρεχε αμέσως για
ν’ ανοίξει και να υποδεχθεί εκείνη τους επισκέπτες.
Η Αυρηλία ήταν το τέταρτο και το τελευταίο παιδί της
οικογενείας. Από τα αδέλφια της η μεγάλη, η Βασιλική ήταν εκείνη που της
πρωτομίλησε για τον Θεό. Μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε
ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη.
Μετά το γυμνάσιο, έφυγε για να συνεχίσει τις Σπουδές της στην
Ελβετία στην Σχολή Γεωπονικής του Estavayer-Le-Lace. Αγαπούσε ιδιαίτερα τα φυτά
και κυριολεκτικά μέχρι το τέλος της ζωής της «μιλούσε» μαζί τους και λες κι
έβλεπες κάθε φορά την ανταπόκριση τους.
Το 1923 βρίσκεται οικογενειακώς στην Θεσσαλονίκη. Εκεί μπαίνει
στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ως Ακροάτρια στην Φιλοσοφική Σχολή. Μετά το
τέλος των σπουδών τις φθάνει στην Αθήνα και η πρώτη της φροντίδα ήταν να πιάσει
κάποια δουλειά. Έπιασε λοιπόν δουλειά σε μια ψυχιατρική κλινική όπου παρέμεινε
έναν μόνον χρόνο. Έπειτα ακολούθησε η Αγγλία, μόνη με μοναδική περιουσία μια
χάρτινη Λίρα Αγγλίας. Η εν Χριστώ περιπέτειά της μόλις άρχιζε. Εκεί βρήκε
διάφορες εργασίες, ενώ παράλληλα βοηθούσε πλήθος απόρων και ανέργους, επίσης
φρόντιζε δωρεάν πολλούς φτωχούς.
Κι έρχεται το 1954, η χρονιά σταθμός στην πνευματική της ζωή.
Ήταν 24 Μαρτίου την ημέρα που έφυγε για την άλλη ζωή η μητέρα της. Για κείνη,
μόλις άρχιζε η Μεγάλη περιπέτεια της Πίστης στον Χριστό. Από κει και πέρα
ξεκίνησε η μεγάλη ιεραποστολή της στις πέντε ηπείρους της υφηλίου. Το 1954 πήγε
στην Ινδία όπου και παρέμεινε 5 χρόνια. Ήταν μεγάλος σταθμός στην ζωή της και η
ίδια αγαπούσε ιδιαίτερα την Ινδία. Εκεί βοηθούσε ακατάπαυστα πλήθος λεπρών και
αρρώστων και τους έδειχνε απεριόριστη αγάπη! Όλοι την αγαπούσαν και την φώναζαν
αδελφή Λίλα. Στο καθημερινό της κουραστικό πρόγραμμα ήταν απαραίτητη η δίωρη
ανάγνωση της Αγίας Γραφής και πολλές ώρες προσευχής. Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη
στον Θεό και γι’ αυτό ποτέ δεν κρατούσε χρήματα πάνω της. Όλα της τα έδινε
εκείνος, έλεγε, εκείνη το μόνο που έκανε ήταν να αφεθεί στα χέρια Του. Βοηθούσε
πλήθος ανθρώπων ενώ ήταν η αιτία πολλοί άνθρωποι να βαφτιστούν Ορθόδοξοι. Ποτέ
δεν μιλούσε σε άλλους για τον Χριστό αν δεν της το ζητούσαν οι ίδιοι. Τα χρόνια
αυτά έκανε σημαντικές γνωριμίες, όπως την Μητέρα Τερέζα, Sivananda, Baba Amte.
Την καλούσαν σε διάφορες χώρες για να μιλήσει για τον Ορθόδοξο
Χριστιανισμό και πραγματικά άφηνε τα πλήθη άλαλα. Μετά την Ινδία βρέθηκε στα
Ιμαλάια για έναν χρόνο με λιτή τροφή, μόνη μόνο το Θεό, σε ώρες ατελείωτης
προσευχής. Η ίδια έλεγε αργότερα ότι εκείνο τον χρόνο έζησε τον ησυχαστικό
μοναχισμό χωρίς καν να το γνωρίζει! Μετά από μια θαυμαστή συγκυρία βρέθηκε σε
μοναστήρι στην Βηθανία και σε ηλικία 62 ετών έγινε μοναχή. φτασε στην Κοινότητα της Αναστάσεως
του Κυρίου της Βηθανίας όπου και δέχτηκε την μοναχική κουρά. Μετά την τριετή
δοκιμασία της ως μοναχή, η Παπαγιάννη έλαβε το όνομα Γαβριηλία.
Εν συνεχεία στάλθηκε στην Κοινότητα Ταϊζέ στη Γαλλία από τον
Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όπου η αποστολή της εκεί ήταν σύντομη. Στη συνέχεια,
στάλθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου περιόδευσε σε εθνικές ελληνικές
κοινότητες σε δεκαεπτά Πολιτείες και συνόδευσε πολλούς ψυχικά ασθενείς
σε ψυχιατρικά νοσοκομεία στην Ευρώπη.
Μετά από σχεδόν μια δεκαετία περιοδειών, ομιλιών και προσφοράς
στους ασθενείς, στάλθηκε στην Ανατολική Αφρική για τρία χρόνια για να κάνει
ιεραποστολικό έργο.
Μετά από σύντομη ανάθεση εργασίας στη Γερμανία, η αδελφή
Γαβριηλία στάλθηκε πίσω στην Ινδία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια.
Ακολουθεί η Αθήνα όπου έκανε εγχείρηση για να θεραπευτεί από την
100% τύφλωση του αριστερού ματιού της. Όταν έγινε η εγχείρηση «εγένετο φως».
Παρέμεινε στην Αθήνα στην Ιερά Μονή Ευαγγελίστριας, την Νέα Ιερουσαλήμ όπως η
ίδια έλεγε. Μέσα από το μοναστήρι αλληλογραφούσε και βοηθούσε πολλούς ανθρώπους.
Ακολουθεί η Αφρική, η Αθήνα, όπου κάθε μέρα δεχόταν πονεμένους ανθρώπους και
τους βοηθούσε.
Έπειτα, ακολούθησε η Αίγινα και η Λέρος, όπου και κοιμήθηκε σε
ηλικία 95 ετών, στις 28 Μαρτίου του 1992.
Η Γερόντισσα Γαβριηλία ήταν ένας σπάνιος άνθρωπος με απεριόριστη
αγάπη προς τον πλησίον.
Ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της
ιεραποστολικής διακονίας της Μοναχής Γαβριηλίας
Όπως αναφέρει η Μοναχή Φιλοθέη, η «δεύτερη βιογράφος» της,
τόνιζε ιδιαίτερα τη σημασία της ιεραποστολής, διότι θεωρούσε ότι πρέπει
να μοιραζόμαστε το θησαυρό που έχει παραδώσει η Εκκλησία με οποιονδήποτε
και οπουδήποτε τον συναντήσουμε. Και αντιλαμβανόταν την ιεραποστολή ως
καθημερινή διακονία στον οποιονδήποτε πάσχοντα. Και όταν, βέβαια, της
δόθηκε η ευκαιρία, ο «καιρός», όπως θα έλεγε η ίδια, συνέβαλε σε
οργανωμένες μορφές ιεραποστολικές προσπάθειες της εποχής της, όπως στην
περίπτωση του π. Λάζαρου Μουρ, κατά τη δεύτερη παραμονή της στην Ινδία, ή
στην περίπτωση του π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου, υπό την ευθύνη του
οποίου εργάστηκε κατά την παραμονή της στην Κένυα.
Εντούτοις, αν και δεν είχε ως άμεσο στόχο τη μετάδοση του
Ευαγγελίου, τόσο η προσωπικότητά της, όσο και το έργο που προσφέρει, μπορεί να
χαρακτηριστεί ως ιεραποστολικό, γιατί φέρει δύο βασικά χαρακτηριστικά: της
μαρτυρίας Χριστού (δια της πράξης, της σιωπής και – όποτε της ζητείτο – της
ρητής μαρτυρίας) και της ανιδιοτελούς διακονίας με τίμημα την προσωπική της
αφοσίωση. Κάποια φορά, η Ίντιρα Γκάντι, την οποία επίσης είχε γνωρίσει, την
παρουσίασε σε μια κυρία λέγοντας ότι ανήκει σε μια Εκκλησία τελείως διαφορετική
από αυτές που γνώριζαν. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, η Γερόντισσα επισημαίνει
ότι η διαφορά της από τους Ρωμαιοκαθολικούς ή άλλους ιεραποστόλους είναι η
εξής: «Δεν μιλούσα. Δεν έλεγα τίποτα! Τους αγαπούσα μόνο… και δούλευα, και
δούλευα, και δούλευα. Και μια μέρα έρχεται ένας πολύ σοφός… και μου λέει: “μα
ποιον θεό έχεις;”. Λέω: “Ένας είναι ο Θεός και ο Υιός του είναι ο Χριστός!”»
Η αδελφή Γαβριηλία αποτελεί μια ευαγγελική φιγούρα, η οποία κατά
το πρότυπο του Χριστού ζει στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής της με πλήρη
ακτημοσύνη, αδιάφορη για χρήμα και για προσωπική στέγη, στηρίζεται στη
φιλοξενία των ανθρώπων και φορά το ίδιο πάντα λευκό φόρεμα σαν ιατρική μπλούζα,
χωρίς να νοιάζεται πώς θα επιβιώσει ή πώς θα ταξιδέψει, τι θα φάει και πού θα
κοιμηθεί. Ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο ξεκινώντας χωρίς χρήματα, δείχνοντας
απόλυτη εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού. «Δεν επέτρεψε στον εαυτό της να βάλει
χρήματα στην Τράπεζα. Όταν μια φορά την πίεσαν πολύ οι φίλοι της να κάνει
Ασφάλεια Ζωής, την έκανε και πλήρωσε την πρώτη δόση. Όταν όμως κατάλαβε τι είχε
κάνει, δεν έδωσε συνέχεια και σταμάτησε» αναφέρει η φίλη της Ελένη Βίρβου.
Ακόμη και όταν δούλευε, τα χρήματα που κέρδιζε τα πρόσφερε για να καλύψει
ανάγκες (ορφανών, ανέργων, τυφλών, κλπ). Όταν κάποιος γνωστός τη ρώτησε πώς
μπορεί να ζει χωρίς χρήματα, η αδελφή απάντησε: «Μπορώ όπως μπορούν τα πετεινά
του ουρανού. Ο Θεός έχει αναλάβει να με τρέφει»… Αυτός δυσπίστησε, και όταν
έφυγε για λίγο και γυρίζοντας τη βρήκε με ένα χαρτονόμισμα στο χέρι, οπότε τη
ρώτησε πού το βρήκε. «Να», του λέει ξεκαρδισμένη, «όπως στεκόμουν εδώ στο
πεζοδρόμιο και σε περίμενα, στάθηκε μπροστά μου ένας άγνωστος κύριος, με
χαιρέτισε ευγενικά, μου έδωσε αυτό το χαρτονόμισμα και έφυγε. Έτσι γίνεται.
Κατάλαβες τώρα; Για σένα έγινε όλο αυτό»!
Η αγάπη της στον ασκητικό και ησυχαστικό τρόπο ζωής φαίνεται
καθαρά σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Παρά τη μεγάλη κινητικότητα, λόγω των
επαναλαμβανόμενων ταξιδιών, σε διάφορα μέρη του κόσμου και της συνεχούς
δραστηριότητάς της, λόγω της ενασχόλησής της με τα προβλήματα των ανθρώπων, δεν
έπαυε να αναζητά την ησυχία και τη μόνωση, τη σιωπή και την προσευχή. Και όταν
την έβρισκε ήταν ευτυχισμένη, όπως φαίνεται από την περιγραφή της παραμονής της
στα Ιμαλάια: «Η ζωή μου είναι η ζωή ενός Ερημίτη… Σηκώνομαι στις 4 το πρωί και
κάθομαι στη σιωπή ακούγοντας μόνο τα πουλιά… Στις 6 παίρνω το πρόγευμά μου, δυο
φλιτζάνια τσάι και βρώμη… Μεταξύ 8 και 9 Αγία Γραφή…..» (κλπ). Όταν, δε, προς
το τέλος της ζωής της οδηγείται προς το μοναχικό σχήμα, η χαρά της είναι
μεγάλη.
Εκείνο όμως που κατ’ εξοχήν διέκρινε την προσωπικότητα της
αδελφής Γαβριηλίας ήταν η απέραντη, ανιδιοτελής και αφειδώλευτη αγάπη. Τη δράση
και τη ζωή της καθόριζε η αγάπη για τον άλλον. Όπως συμβαίνει στην ορθόδοξη
πατερική παράδοση, το ίδιο ισχύει και για την αδελφή Γαβριηλία: η αγάπη
συνοψίζει όλες τις αρετές. «Τι να την κάνεις την υπακοή εάν δεν αγαπάς; Τι να
το κάνω να είσαι ένα ρομπότ πτώμα; Το θέμα είναι να αγαπάς. Γιατί αγάπη,
ταπείνωση, υπομονή, υπακοή, είναι συνώνυμα. Δεν υπακούω, αγαπάω», έλεγε. Και
μια φορά, όταν κάποιος τη ρώτησε ποιος είναι ο σκοπός της ζωής απάντησε: «μα…
ν’ αγαπάμε». Και όταν τη ρωτά η φίλη της Ελένη Βίρβου, πού βρίσκει τόση αγάπη,
απαντά ότι γεννήθηκε με αυτό το χάρισμα, γιατί νοιώθει ότι είναι το αγαπημένο
παιδί του Θεού. Η αγάπη αυτή την καθοδηγεί ώστε να προσφέρει τη ζωή της
ολόκληρη στην υπηρεσία του πλησίον, όποιος και αν είναι αυτός. Η αδελφή
Γαβριηλία διακονεί και υπηρετεί τους ανθρώπους, σαν να υπηρετεί τον ίδιο τον
Χριστό. Θα λέγαμε ότι μιλάει για τον Χριστό, όχι με λόγια, αλλά με έργα. Με το
χάρισμα της θεραπείας των άκρων των ποδιών και με το άγγιγμά της στα
καταπονημένα μέλη ανθρώπων έφτανε στην καρδιά των ανθρώπων: «Μέσω των ποδιών
στην καρδιά» έλεγε χαρακτηριστικά. Για το έργο αυτό, στο οποίο θα αναφερθούμε
αναλυτικά στο επόμενο κεφάλαιο, αγαπήθηκε και αναγνωρίστηκε από όλους, όσοι τη
γνώρισαν.
Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή της Ίντιρα Γκάντι, στον πατέρα
της Τζαβαρχαλάλ Νεχρού, όταν ο ίδιος ζήτησε να μάθει για την αδερφή Γαβριηλία:
«δεν είναι Καθολική, είναι από μία άλλη εκκλησία, εντελώς διαφορετική, δεν την
ξέρεις». Η Γερόντισσα απαντά σχετικά. «Δεν μιλούσα, δεν έλεγα τίποτε, μόνο τους
αγαπούσα και δούλευα... Δούλευα πολύ». Και πήγε μια μέρα ένας πολύ μεγάλος
σοφός και της λέει «μα ποιον Θεό έχεις;» και του απαντά η Γερόντισσα για τον
Χριστό και εκείνος απορημένος της απαντά «μα γιατί δε μας το λες, εμείς πρώτη
φορά βλέπουμε Ευρωπαίο να μην μιλά και να μη μας λέει ότι οι θεοί μας δεν είναι
τίποτε. Ενώ όλοι οι Ιεραπόστολοι έρχονται, μιλούν και κατακρίνουν». Και η
αδερφή του απαντά πως η ίδια δε μπορεί να το κάνει αυτό διότι οι πρόγονοί της
ήταν σαν και αυτούς, και ο Χριστιανισμός δεν έκοψε όλη μας την παλιά Φιλοσοφία,
αλλά μας έδωσε τον Χριστό ως Ζωή. Η αδερφή έλεγε, δεν μπορείς να αγαπάς και να
υπερέχεις του άλλου, γιατί θα τον βλέπεις και εκείνον ως Εικόνα του Θεού. Κι αν
έτσι νιώθεις, τότε δεν μπορείς να κάνεις καμία διάκριση. Πολλές φορές τη
ρωτούσαν μα πώς συζητάς με τον Μουσουλμάνο, πώς περπατάς μαζί με τον Ινδό,
πρέπει στο μυαλό σου να έχεις ότι μόνο με την αγάπη απαντάς σε αυτά, και τότε
είσαι όντως άνθρωπος του Χριστού. Όπως λέει η ίδια, «δεν μπορείς να είσαι
Χριστιανός και να μην αγαπάς το ίδιο όλους, και ομόδοξους και ετερόδοξους. Και
ομόθρησκους και αλλόθρησκους και αλλόφυλους. Δεν ευθυνόμαστε για το πού
γεννιόμαστε…». Επίσης, τη ρωτούσαν συχνά γιατί σχετίζεται με τόσες θρησκείες,
με Ινδούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους. Και εκείνη απαντούσε «Γιατί ο Θεός είναι
Αγάπη… Πώς θα είσαι Χριστιανός αν αγαπήσεις μόνο τους Χριστιανούς; Και οι
αμαρτωλοί το αυτό ποιούσιν!»
….H πραγματοποίηση του
ιεραποστολικού στόχου δεν είναι προτεραιότητα της Γαβριηλίας. Αν και ήξερε ότι
η βαθιά πίστη στο Χριστό αλλάζει τη ζωή του ανθρώπου, η προτεραιότητά της ήταν
η διακονία των ανθρώπων αυτών, οι οποίοι εκτός της αναπηρίας, του πόνου, της
δυσοσμίας, ζούσαν και εντελώς απομονωμένοι από κάθε οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον.
Από τις περιγραφές που διαβάζουμε στην Ασκητική της αγάπης, καταλαβαίνουμε πως
όχι μόνο δεν είχε σχέση με τη διαδικασία της πειθούς για την αλήθεια της
Ορθοδοξίας αλλά ήταν και κάτι που πίστευε πως ο Θεός το έστελνε ως δώρο, όταν ο
χρόνος ήταν κατάλληλος και απλά εκείνη δώριζε το σώμα και τα χέρια της ως
δοχείο Χάριτος για να φτάσουμε στο τελικό αποτέλεσμα.
Επομένως η ιεραποστολή της αδελφής Γαβριηλίας, γενικότερα στο
κόσμο και ειδικότερα στην Ινδία, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ως στόχο τη
μεταστροφή των ανθρώπων στο Χριστιανισμό, φέρει το χαρακτήρα της μαρτυρίας και
της καταλλαγής. Τα χαρακτηριστικά αυτά, μαζί με την απέραντη αγάπη που διέθετε,
γινόταν στο πρόσωπό της αληθινή παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Όπου και να
βρισκόταν, με όποιον και να συναναστρεφόταν, η παρουσία της είχε σκοπό την
ειρήνευση και την καταλλαγή με τον πιο αθόρυβο τρόπο: το άγγιγμα, το χαμόγελο,
τη σιωπή.
Συνεχίζεται….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου