Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2011


Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ

ΚΑΙ Η ...“ΕΞΕΛΙΞΗ” ΠΟΛΛΩΝ ΘΕΟΛΟΓΩΝ!


Όταν απευθύνεται κανείς στον σύγχρονο άνθρωπο σχετικά με το θέμα της προέλευσης της ζωής κάνοντας λόγο για τη Δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου από το Θεό συναντάει κυριολεκτικά έναν τοίχο. Χαρακτηριστικό στις μέρες μας είναι η σχεδόν απόλυτη ισχύ και αποδοχή της θεωρίας της εξέλιξης. Όποιος τολμάει να την αμφισβητήσει, ιδίως μέσα από την προβολή της Αγίας Γραφής και της Δημιουργίας, θεωρείται φονταμενταλιστής, προσκολλημένος στο παρελθόν και στη μυθολογία, ξένος απόλυτα προς το χώρο της επιστήμης και προς την επιστημονική μεθοδολογία.


Οι θέσεις αυτές ήδη στην σχολική πραγματικότητα είναι σχεδόν απόλυτα παγιωμένες, αφού αυτή η θεωρία προβάλλεται με κάθε ευκαιρία μέσα από όλα εκείνα τα διδακτικά βιβλία που σε κάποιο βαθμό μπορούν να συσχετιστούν με αυτήν. Ενδεικτικό μεταξύ άλλων είναι και η ένταξη της θεωρίας στην εξεταστέα ύλη των Πανελλαδικών Εξετάσεων στο μάθημα της Βιολογίας από το 2010. Τα μόνα βιβλία που κρατούν ακόμα κάποια έστω απόσταση είναι τα βιβλία των θρησκευτικών, αλλά και εκεί παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μια σχετική υποχώρηση και προσαρμογή. Με λίγες λέξεις θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: Γιατί να μη γίνονται αποδεκτές τόσο η θεωρία της μεγάλης έκρηξης όσο και η θεωρία της εξέλιξης, αφού ασχολούνται με το «πως» της δημιουργίας που είναι αποκλειστικά θέμα της επιστήμης. Αποστολή της θεολογίας είναι να ασχολείται μόνο με το «ποιος» και «γιατί» της δημιουργίας (βλ. π.χ. τις ενότητες 9 και 24 στο βιβλίο των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου «Χριστιανισμός και Θρησκεύματα»).


Επίσημα η θεωρία της εξέλιξης παρουσιάζεται σαν επιστημονική θεωρία, ως προς την εξερεύνηση και ερμηνεία του φαινομένου της ζωής και της ανάπτυξής του. Στην καθημερινότητα όμως των Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης και στην εκπαίδευση επιβάλλεται κυριολεκτικά ως επιστη­μονική αλήθεια! Συνδέθηκε κυρίως με τον Κάρολο Δαρβίνο (1809-1882), ο οποίος σε δύο βασικά έργα του, το πρώτο με τίτλο «Περί της καταγωγής των ειδών» (1859) και το δεύτερο με τίτλο «Περί της καταγωγής του ανθρώπου» (1871) προσέθεσε στις ήδη υπάρχουσες θεωρίες το μηχανισμό της φυσικής επιλογής, ότι δηλαδή στους διάφορους πληθυσμούς των ειδών επιβιώνουν οι πιο ικανοί, αυτοί οι οποίοι αποδεικνύουν τη μεγα­λύτερη ικανότητα προσαρμογής στις εκάστοτε συνθήκες της ζωής.


Ο 19ος αιώνας, στον οποίο η θεωρία του Δαρβίνου ε8δε το φως της δημοσιότητας, χαρακτηρίζεται από ένα δυνατό ρεύμα αθεΐας στην Δυτική Ευρώπη, προς το πνεύμα της οποίας ταιριάζει απόλυτα η θεωρία αυτή. Διότι θεωρεί και ερμηνεύει τον κόσμο εντελώς αυτόνομα από οποιαδήποτε δημιουργική αρχή, στην ουσία ως αυθυπόστατον. Έτσι εξηγείται και η μεγάλη απήχηση που είχε η θεωρία αυτή στο κλίμα αυτό του 19ου αιώνα: είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι η πρώτη έκδοση του έργου «Περί της καταγωγής των ειδών» εξαντλήθηκε την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας!


Ο δυτικός άνθρωπος ήδη από την εποχή του Διαφωτισμού αναζητού­σε την απαλλαγή από κάθε υπερβατική αυθεντία, την οποία είχε ζήσει και γνωρίσει επί αιώνες μέσω του αυταρχισμού του παπισμού με κορυφαία αποτρόπαια έκφραση την Ιερά Εξέταση. Η δίκη του Γαλιλαίου το 1633, το γεγονός ότι αναγκάστηκε να ανακαλέσει τις θέσεις του, σήμανε το θρίαμβο του παπισμού επί της επιστήμης. Τώρα πλέον θα άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση.


Μέσα στα πλαίσια αυτά κατανοείται η αποδοχή της θεωρίας της εξελίξεως ως αντίδραση ενάντια στον Παπικό ολοκληρωτισμό, δεν μπορούμε, όμως, να μην επισημάνουμε ευθύς εξ αρχής, ότι η αντίδραση αυτή, ως αποτέλεσμα συσσωρευμένου αντιπαπικού μένους άφησε να φανεί πολύ καθαρά ότι η επιστημονικοφανής αυτή θεωρία είχε ελάχιστη ή και καθόλου σχέση με την επιστήμη.


Και πράγματι κάθε άλλο από επιστημονικά έγκυρη και θεμελιωμένη ήταν η θεωρία αυτή από την αρχή της εμφάνισής της: Συνήθως μέσα από την έρευνα και τις παρατηρήσεις οδηγείται ο επιστήμονας στη διατύπωση μιας θεωρίας και στη συνέχεια αναζητείται η επιβεβαίωσή της. Εδώ στην περίπτωση του Δαρβίνου συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ενώ παρατηρούσε και διαπίστωνε μέσα στην μεγάλη βιοποικιλότητα ζωντανών οργανισμών και απολιθωμάτων την ύπαρξη βασικών ειδών –με αναμφισβήτητες ομοιότητες βέβαια μεταξύ τους– όπως επίσης, ότι αυτά τα βασικά είδη αυτούσια εμφανίζονται στα απολιθώματα, πράγμα που δηλώνει ότι δεν υπάρχουν μεταβατικές μορφές ανάμεσα σ’ αυτά τα είδη, διατύπωνε μια θεωρία ακριβώς αντίθετη με την παρατήρηση αυτή και άρα απόλυτα αντιεπιστημονική: Ισχυρίσθηκε ότι όλα τα είδη της ζωής, που υπήρξαν και υπάρχουν στον πλανήτη μας μέχρι και τον άνθρωπο, εξελίχθηκαν σε διάστημα εκατομμυρίων ετών από ένα κοινό πρόγονο μέσω τυχαίων μεταλλαγών (ή μεταλλάξεων, όπως ονομάζονται σήμερα στη γενετική) και του μηχανισμού της φυσικής επιλογής. Η θεωρία αυτή, για να έχει μια στοιχειώδη επιστημονική βάση, θα έπρεπε να προϋποθέτει στο αρχείο των απολιθωμάτων την ύπαρξη άπειρων μεταβατικών μορφών ανάμεσα στα βασικά είδη, πράγμα όμως που, όπως και ο ίδιος έβλεπε, δεν ισχύει. Επομένως η θεωρία, έτσι όπως διατυπώθηκε, δεν βασίζεται στην επιστη­μονική παρατήρηση, αλλά έχει μια καθαρά φανταστική, μια ιδεολογική βάση. Αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια της αθεΐας του 19ου αιώνα και με βασικό όπλο την επιστημονικοφανειά της στοχεύει στην απόρριψη της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου από τον Θεό. Τη θέση του Θεού παίρνει, «καλή τή “ευσεβεί” αθεϊστική πίστει» των εμπνευστών και υποστηρικτών αυτής της θεωρίας, μια αυθύπαρκτη κοσμική πραγματικότητα που κρύβει στην υλική της δομή, στα πρωτόνια, νετρόνια και ηλεκτρόνιά της, τη δυνατότητα ανάπτυξης και εξέλιξης ζωής και νοημοσύνης στην τεράστια αυτή βιοποικιλότητα και τελειότητα που παρατηρούμε. Ειδικά δε τη θέση του σχεδίου του Θεού παίρνει ο παράλογος παράγοντας του τυχαίου και η αρχή της φυσικής επιλογής.


Ήδη μόνο το στοιχείο αυτό, δηλαδή η παντελής έλλειψη στα απολιθώματα μεταβατικών μορφών ανάμεσα στα βασικά είδη αρκεί, ιδίως σήμερα, για την χωρίς περαιτέρω συζήτηση απόρριψη της θεωρίας ως εντελώς ανεδαφικής και παραπλανητικής. Και λέω ιδίως σήμερα, επειδή το αρχείο των απολιθωμάτων μετά από την εντατική έρευνα των παλαιοντολόγων κατά τις δύο τελευταίες εκατονταετίες θεωρείται από τους ειδικούς πλέον ιδιαίτερα πλούσιο (έχουν καταγραφεί σήμερα τουλάχιστον 250.000 απολιθωμένα είδη ανάμεσα στα αμέτρητα δισεκατομμύρια ευρημάτων) και χωρίς ουσιαστικά κενά. Έτσι το επιχείρημα, ότι οι μεταβατικές μορφές μεταξύ των βασικών ειδών δεν έχουν εντοπιστεί ακόμα, έχει χάσει πλέον κάθε ισχύ.


Ωστόσο, λόγω των πολλών αναθεωρήσεων, προσπαθειών εξαπάτη­σης αλλά και γενικά εξ αιτίας του μεγάλου όγκου πληροφοριών, που έχει συγκεντρωθεί από εκπροσώπους πολλών επί μέρους επιστημών, στην προσπάθεια στήριξης της θεωρίας, επιβάλλεται να γίνει μια έστω ενδεικτική αναφορά στην ιστορική διαδρομή της θεωρίας μέχρι τις μέρες μας.


Στον γερμανικό χώρο ο ζωολόγος Έρνστ Χέκελ (1834-1919), καθηγητής της συγκριτικής ανατομίας στο πανεπιστήμιο της Ιένας, έκανε τη θεωρία γνωστή. Ο ίδιος μάλιστα ζητούσε να ενισχύσει τη θεωρία με τον βιογενετικό βασικό νόμο, όπως τον ονόμασε ο ίδιος (σήμερα χρησιμο­ποιείται στα γερμανικά όχι πια η λέξη «βασικός νόμος» αλλά «βασικός κανόνας», στη δε αγγλική ορολογία έχει περάσει με τον όρο «θεωρία της ανακεφαλαίωσης»).


Σύμφωνα με το «νόμο» αυτό: η οντογένεση ανακεφαλαιώνει τη φυλογένεση, δηλ. η βιολογική ανάπτυξη ενός οργανισμού είναι παράλληλη και συνοψίζει ολόκληρη την εξελικτική ανάπτυξη του είδους. Στις μέρες μας ακόμα και από τους υποστηρικτές της θεωρίας της εξέλιξης η θέση αυτή δεν γίνεται πια αποδεκτή. Άλλωστε προσπάθησε να την θεμελιώσει με παραποίηση εικόνων από την εμβρυακή ανάπτυξη διαφόρων οργα­νισμών. Τελικά ο ίδιος αναγκάστηκε να παραδεχθεί αυτή την προσπάθεια εξαπάτησης (εφημερίδα: Berliner Volkszeitung της 29.12.1908).


Από τις άλλες απάτες η πιο γνωστή είναι το κρανίο του Piltdown (βρέθηκε το 1911), ένα ανθρώπινο κρανίο 1330 χρόνων περίπου και μια κάτω σιαγόνα πιθήκου 1450 χρόνων, που παρουσιάστηκαν ως όν με μικτά χαρακτηριστικά. Η απάτη αποκαλύφθηκε το 1953.


Από τη δεκαετία του ’40, του προηγούμενου αιώνα, η θεωρία του Δαρβίνου πήρε το όνομα «συνθετική θεωρία της εξέλιξης» ή «νεοδαρβι­νισμός». Με τη συμβολή διαφόρων επιστημών, όπως η γενετική, η βιολογία πληθυσμών, η ζωολογία, παλαιοντολογία κ.ά. η αρχική θεωρία αναθεωρήθηκε σε κάποια σημεία, ώστε να προσαρμοστεί στα δεδομένα αυτών των επιστημών.


Στη συνθετική αυτή θεωρία συναντούμε συχνά έντονα προβλήματα συνδυασμού και συμφωνίας μεταξύ των επί μέρους επιστημών, όπως επί παραδείγματι μεταξύ παλαιοντολογίας και βιοχημείας ως προς τη συγγένεια των διαφόρων ειδών και τα χρονολογικά δεδομένα του γενεαλογικού τους δένδρου, σε σημείο μάλιστα, που συχνά καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα, ότι το βασικό που συνδέει τους επιστήμονες αυτών των διαφορετικών επιστημών είναι η κοινή τους πίστη στην εξέλιξη!


Μετά τα όσα αναπτύξαμε παραπάνω, είναι πραγματικά θλιβερό ότι πολλοί θεολόγοι σήμερα δέχονται να προσαρμόζουν τη βιβλική διήγηση της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου από το Θεό σε αυτό το ιδεολογικό κατασκεύασμα που αποκαλείται θεωρία της εξέλιξης. Γιατί το κάνουν; Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια ασφυκτική πίεση τόσο στο χώρο της παιδείας όσο και από τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης για την υιοθέτηση αυτής της θεωρίας και την προσαρμογή όλων των άλλων δεδομένων σ’ αυτήν. Είναι όμως εξίσου αλήθεια, ότι αυτή η εξέλιξη δεν έγινε ποτέ. Το μαρτυρούν, όπως είδαμε παραπάνω, αδιάψευστα τα απολιθώματα. Γιατί λοιπόν αυτή η τόσο εύκολη υποχώρηση μπροστά σε μια απάτη; Το γεγονός και μόνο ότι προβάλλεται με κάθε ευκαιρία τόσο δυναμικά και ολοκληρωτικά ώστε να πνίγεται κάθε αντίρρηση, να πνίγεται και εξαφανί­ζεται τελικά η αλήθεια, θα έπρεπε να υποψιάσει τον κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο για το γιγαντιαίο μέγεθος αυτής της απάτης. Και όμως! Πολλοί δεν υποψιάζονται.


Οι ίδιοι εκείνοι που αρνούνται στην Εκκλησία κάθε δικαίωμα, να έχει λόγο στα ζητήματα της πολιτικής, εδώ στο θέμα της προέλευσης της ζωής υποστηρίζουν, ότι η Εκκλησία και επομένως η θεολογία δεν είναι αρμόδια να εκφράζει άποψη για το «πως» της προέλευσης της ζωής, για το «πως» της δημιουργίας. Ο χώρος αυτός ανήκει κατά την άποψή τους αποκλειστικά στην επιστήμη! Τα θέματα, για τα οποία μπορεί να αρθρώσει λόγο η θεολογία είναι το «ποιος» και το «γιατί» της δημιουργίας, ερωτήματα που ούτως ή άλλως για τους υποστηρικτές της αθεϊστικής αντίληψης του κόσμου και της ζωής αγγίζουν ζητήματα μυθολογίας.


Πολλοί θεολόγοι αποδέχονται και επικροτούν απόλυτα τη θέση αυτή. Ενώ η Αγία Γραφή στη διήγηση για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου κάνει σαφέστατα λόγο για το «πως» (δημιουργία με το λόγο του Θεού, πλάση του ανθρώπου) και ακόμα και για το «πότε» (εν αρχή, οι μέρες της δημιουργίας), εκείνοι αποδέχονται ότι η θεολογία δεν έχει αρμοδιότητα. Έτσι παραχωρούν το «πως» αποκλειστικά στην επιστήμη, με αποκορύφωση να θεωρούν τη θεωρία της εξέλιξης ως απόλυτα έγκυρη έκφραση της επιστήμης!


Ποιο είναι το αποτέλεσμα της αποδοχής αυτής της απάτης στη «θεο­λογία» αυτών των «εξελιγμένων» και «εκσυγχρονισμένων» ερμηνευτών της Αγίας Γραφής; Η απόλυτη παραχάραξη της Αγίας Γραφής, η κατάργηση του Θεού και η μετατροπή Του σε είδωλο. Η ακύρωση του λυτρωτικού έργου του Χριστού, αφού αντιστρατεύεται τη ζωή, η αποθέωση ενός αποκτηνωμένου ανθρώπου ως γνήσια έκφραση της αθεϊστικής-δαρβινικής αντίληψης για τη ζωή.


Ποιο συγκεκριμένα: Δεν μπορεί πια να γίνει λόγος για έναν «καλά λίαν» δημιουργημένο κόσμο. Ο Θεός εδώ δημιουργεί την υλική πραγματικότητα του κόσμου, δημιουργεί ίσως και την πρώτη μορφή ζωής, πάντως δεν δημιουργεί το πρώτο ζευγάρι ανθρώπων. Στην πρώτη μορφή ζωής εναποθέτει ως απαραίτητα στοιχεία της εν δυνάμει εξέλιξης και τελειοποίησής της (ο όρος τελειοποίηση επιλέγεται εδώ, επειδή και από αυτούς τους θεολόγους κατά κανόνα δεν αμφισβητείται ότι στον άνθρωπο συναντάμε τη πιο τέλεια εκδήλωση της ζωής) τη φθορά, το θάνατο, τη σήψη, τη σύγκρουση και την επικράτηση των ισχυρότερων οργανισμών, των ικανότερων στην πάλη επιβίωσης. Με τον τρόπο αυτό όλα τα παραπάνω στοιχεία γίνονται πάγια δημιουργικά μέσα του Θεού, τα οποία συμπλη­ρώνονται από την ενεργή παρουσία Του στο τυχαίο στοιχείο της θεωρίας της εξέλιξης. Τη θέση του τυχαίου στοιχείου, δηλαδή, καταλαμβάνει ο ίδιος ο Θεός, με το να κατευθύνει και να επιφέρει τις αλλαγές εκείνες που οδηγούν μέσα από την πάλη επιβίωσης και την ικανότητα προσαρμογής στην τεράστια αυτή βιοποικιλότητα που παρατηρείται σήμερα με κορυφή τον άνθρωπο.


Επομένως ο θάνατος και όλα τα στοιχεία εκείνα που οδηγούν σε αυτόν δεν θεωρούνται πια ως αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπου, ως επακόλουθο της προσπάθειας αυτονόμησής του η οποία οδηγεί φυσικά στη διάσπαση της σχέσης του με τον Θεό, που είναι η όντως ζωή. Αντίθετα, κατανοούνται ως προϋπόθεση της ζωής, ως δημιουργικά και άρα απαραίτητα μέσα για την αύξηση και τελειοποίηση της ζωής, για την ανάπτυξη της νοημοσύνης και την πρόοδο τελικά της ανθρωπότητας στον πολιτισμό.


Ένας τέτοιος άνθρωπος, μια ανθρωπότητα αυτών των προδιαγραφών φυσικά δεν έχει ανάγκη σωτηρίας. Σωτηρία από τι; Μήπως από το θάνατο, τη φθορά, τη σήψη, τον αφανισμό, τη διαμάχη; Αφού όλα αυτά αποτελούν ευεργεσία του Θεού, προφανώς και σήμερα σε ισχύ με στόχο την περαιτέρω τελειοποίηση και προαγωγή της ζωής! Τι το πιο σχιζοφρενικό στο πλαίσιο αυτό της κατανόησης του Θεού, του κόσμου και του ανθρώπου από τη σωτηρία εν Χριστώ; Τι το πιο παράλογο από τη σταυρική θυσία, τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού; Άλλωστε, αφού δεν υπάρχει ο πρώτος Αδάμ, πως μπορεί να υπάρξει ο δεύτερος Αδάμ;


Και το ιδανικό του ανθρώπου; Γιατί να εξανθρωπίζεται, να γίνει έστω ηθικός, να αναπτύξει συναισθήματα και σχέσεις; Αφού ο βασικός νόμος που έχει θέσει ο Θεός αυτών των θεολόγων(!) σε όλους αδιάκριτα τους οργανισμούς είναι η τελειοποίηση της ζωής μέσω της επικράτησης των ισχυρότερων, των πιο ικανών στην πάλη επιβίωσης. Γιατί ο άνθρωπος αυτός να μη ζει ακόμα και με τις πιο κτηνώδεις ορέξεις του, αρκεί να χειρίζεται τις καταστάσεις και τους ανθρώπους με εξυπνάδα και να καταφέρνει να κρατήσει τις ισορροπίες εκείνες που θα εξυπηρετούν τα δικά του συμφέροντα και του εξασφαλίζουν υπεροχή;


Ο «Θεός» αυτών των θεολόγων στην ουσία καταντάει απλό διακοσμητικό στοιχείο, εν τούτοις απαραίτητο, ένα είδωλο για την ικανοποίηση των αναγκών της θρησκευτικής φύσης πολλών ανθρώπων, σαφώς όμως υποδεέστερο και πιο απάνθρωπο από πολλούς θεούς άλλων ειδωλολατρικών θρησκειών.


Φυσικά, οι θεολόγοι προασπιστές της θεωρίας της εξέλιξης δεν υποστηρίζουν ρητά όλα τα παραπάνω, υποστηρίζουν απλά και μόνο την ανάγκη συνταιριάσματος και ερμηνείας της διήγησης της δημιουργίας στην Αγία Γραφή με βάση τα «επιστημονικά» δεδομένα της θεωρίας της εξέλιξης, για να μη βρεθούν οι χριστιανοί εκτός της «επιστημονικής» πραγματικότητας του σύγχρονου κόσμου! Όλα τα παραπάνω όμως απο­τελούν την απόλυτα λογική προέκταση των θέσεών τους.


Τελικά ο στόχος των εμπνευστών και υπερασπιστών αυτής της θεωρίας εκπληρώνεται με διπλό τρόπο: Αφ’ ενός οι ίδιοι ωθούν, παραδίδουν και εδραιώνουν τον άνθρωπο στην αθεΐα και αφ’ ετέρου με την βοήθεια των εργολάβων τους, των «χριστιανών θεολόγων», κρημνίζεται εκ των έσω ο χριστιανισμός. Αυτοί οι «εκσυγχρονιστές χριστιανοί θεολόγοι» αντικα­θιστούν τον Θεό της Αποκάλυψης με έναν θεό-είδωλο και στερούν από τον άνθρωπο τον Θεάνθρωπο Χριστό.


Όσοι από τους αναγνώστες επιθυμούν περισσότερες πληροφορίες για το θέμα, ας δουν μεταξύ άλλων τα βιβλία Duane T. Gish, «Εξέλιξη; Τα απολιθώματα λένε όχι!», Πρέβεζα 1985, Γιάννη Κωστώφ, «Συμβολή στην τελετή λήξεως της θεωρίας της εξελίξεως», Αθήνα 1988, Αποστολου Χρ. Φράγκου, «Εξέλιξη ή Δημιουργία;», Αθήναι 1991 και την πολύ ενημερωμένη και κατατοπιστική ιστοσελίδα (στα γερμανικά, αγγλικά, ισπάνικά και τσέχικα): http://www.genesisnet.info/

Λέων Μπράνγκ

Θεολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεύχος Αυγούστου-Σεπτεμβρίου

Αριθμ. Τεύχους 110-111

9 σχόλια:

  1. Ας αφήσουμε τη Δυση και τους παπικούς και ας επιστρέψουμε στην καθ΄ημάς Ανατολή:

    Άραγε, μήπως στα παρακάτω χωρία των αγίων Πατέρων ενυπάρχει ένα είδος εξέλιξης;

    Α/

    Στο πως της δημιουργίας ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος Νύσσης παρουσιάζουν αξιοσημείωτες απόψεις που κατ’ αναλογία (και μόνο κατ’ αναλογία) παρουσιάζουν ομοιότητες με σημερινές θέσεις των εξελικτικών. Στις γνωστές φάσεις της δημιουργίας τα διάφορα είδη δεν δημιουργήθηκαν εξ αρχής με την τωρινή τους μορφή, αλλά προήλθαν από σπερματικές καταβολές που έβαλε η δημιουργική ενέργεια του Θεού.

    Τούτο το τελευταίο το βλέπουμε στην Εξαήμερο του Μ. Βασιλείου: «Εκάστου γένους τας απαρχάς νυν, οιονεί σπέρματά τινα της φύσεως προβληθήναι κελεύει. το δε πλήθος αυτώ εν τη μετά ταύτα διαδοχή ταμιεύεται, όταν αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι δέη…..». Επειδή ο Μ. Βασίλειος δέχεται πως η γη στο σύνολό της είναι προικισμένη δυνάμει με ζωογονητικές ιδιότητες –με οργανικές δυνατότητες θα λέγαμε- μια επιστημονική πλάνη εκείνης της εποχής (ότι τα χέλια προέρχονται αυτόματα από τη λάσπη δίχως αυγά) την εξηγεί με την παραπάνω βάση. Έτσι υποστηρίζει πως υπάρχουν δυο είδη πολλαπλασιασμού 1/ τα μεν παράγονται από τα δε «εκ της διαδοχής» και 2/ άλλα παράγονται από την ίδια τη γη που τα ζωογονεί με την (οργανική) δύναμη που κατέχει (PG 29. 149C). Εδώ έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι ο Μ. Βασίλειος, ενώ το μπορούσε άνετα σ’ ένα κήρυγμα, δεν λέει πως δημιουργεί εκείνη τη στιγμή ο Θεός εκ του μη όντος, αλλά ότι η γη είναι προικισμένη με τέτοιες ζωογονητικές και οργανικές ιδιότητες (PG 29. 189CD-192A).

    Επομένως σ’ αυτό το σημείο ο Μ. Βασίλειος εισάγει επιστημονικές θεωρίες της εποχής του και τις μπολιάζει λειτουργικά με τη διήγηση της Γένεσης. Συνεπής με τη γραμμή του, ότι το πώς της δημιουργίας διευρύνεται με την έρευνα και δεν ανήκει στη χαρισματική γνώση της θεοπνευστίας συμπληρώνει με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο τις πληροφορίες που παίρνει από την Αγία Γραφή. Αυτόν τον συνδυασμό οφείλει να κάνει κάθε σύγχρονη θεολογία και να μη σπεύδει να καταδικάζει τις θεωρίες των επιστημόνων.

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Β/

    Εξ άλλου ο Γρηγόριος Νύσσης, συμπληρώνοντας κατά κάποιον τρόπο τον Μ. Βασίλειο, μιλάει για τη δημιουργία σαν μια ενέργεια του Θεού ακαριαία, διαμέσου της οποίας δημιουργούνται απαρχής όλες οι καταβολές των όντων. Μετά αρχίζει η δυναμική εξέλιξη και η φανέρωση όλων των ποικιλιών και μεγεθών του σύμπαντος, του κόσμου και της ζωής. Έτσι με τον τρόπο αυτό «κατασκευάζεται» και ο άνθρωπος. Η καταβολή του βρίσκεται στο σύνολο των καταβολών. Επομένως η αρχική του ύπαρξη δεν είναι ιστορική του Αδάμ και της Εύας, αλλά αγενής και σπερματική. Ακριβώς σε τούτη τη σπερματική καταβολή ενυπάρχει με τη θεία πρόγνωση και δύναμη το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, όπως και η δυνατότητα για το σχηματισμό σε άνδρα και γυναίκα.

    Καταγράφει ο Γρηγόριος Νύσσης στο περί της Εξαημέρου έργο του (PG 44. 72AB): «ότι πάντων των όντων τας αφορμάς και τας αιτίας και τας δυνάμεις συλλήβδην ο Θεός εν ακαρεί κατεβάλετο και εν τη πρώτη του θελήματος ορμή η εκάστου των όντων ουσία συνέδραμεν, ουρανός, αιθήρ, αστέρες, πυρ, αήρ, θάλασσα, γη, ζώα, φυτά…..». Με βάση τα παραπάνω του Γρηγορίου Νύσσης οφείλει κανείς να ερμηνεύσει τα όσα λέγονται για τη δημιουργία του ανθρώπου στο έργο του Περί κατασκευής ανθρώπου. Αλλιώτικα ο κίνδυνος να παραπλανηθεί κανείς εύκολα είναι πολύ μεγάλος και να νομίσει ότι ο Νύσσης πλατωνίζει και δέχεται δυο δημιουργίες, τη μια του ιδεατού και «αγενούς» ανθρώπου και την άλλη του ιστορικού Αδάμ. Τούτη την παρερμηνεία έκαναν μεγάλα και φανταχτερά ονόματα της ξένης θεολογίας και φυσικά ακολούθησαν και δικοί μας πατρολόγοι. Απλούστατα ο πρώτος αυτός άνθρωπος είναι ο σπερματικός, η σπερματική καταβολή που έγινε «συλλύβδην εν ακαρεί». Και είναι φυσικό η σπερματική καταβολή, σαν ένα DNA, να είναι αγενής, φορέας όμως του κατ’ εικόνα και του καθ’ ομοίωση.

    Γράφει ο Γρηγόριος Νύσης στο Περί κατασκευής του ανθρώπου (PG 44. 185BCD): «Ου γαρ συνωνομάσθη τω κτίσματι νυν ο Αδάμ καθώς εν τοις εφεξής η ιστορία φησίν. αλλ’ όνομα τω κτισθέντι ανθρώπω ουχ ο τις, αλλ’ ο καθόλου εστίν. Ουκούν τη καθολική της φύσεως κλήσει τοιούτον τι υπονοείν εναγόμεθα, ότι τη θεία προγνώσει τε και δυνάμει πάσα η ανθρωπότης εν τη πρώτη κατασκευή περιείληπται». Εδώ τα πράγματα είναι ξεκαθαρισμένα. Όπως με την ακαριαία καταβολή «των αφορμών και των αιτιών και των δυνάμεων» έχουμε το καθόλου σύμπαν, έτσι και η πρώτη κατασκευή του ανθρώπου είναι σπερματική και περιέχει όλη την ανθρωπότητα και επομένως είναι ο καθόλου άνθρωπος. Καμιά λοιπόν θεωρία για τη δημιουργία ιδεατού ανθρώπου.

    Η παραπάνω διδασκαλία εξόχων πατέρων της ορθόδοξης παράδοσης πράγματι αποτελεί ένα θαυμαστό σημείο. Από το ένα μέρος φαίνεται η ποικιλία των χαρισμάτων και από το άλλο η ελεύθερη και δημιουργική εργασία των ορθοδόξων θεολόγων στα πλαίσια της χαρισματικής θεολογίας και μέσα στα γνωστά όρια της διπλής μυθολογίας. Έτσι μ’ έναν εξαιρετικά αποσαφηνισμένο τρόπο, σύμφωνο με το ήθος της ορθόδοξης θεολογίας, βλέπει κανείς τη διάκριση μεταξύ αιτίας της δημιουργίας και τρόπου πραγμάτωσης και εξέλιξής της. Κατά τους θεολόγους ο τριαδικός Θεός αποκαλύπτει με τη χαρισματική γνώση διαμέσου των θεοφανειών ή φωτοφανειών πως ο ίδιος είναι η αιτία και ακολουθεί έναν τρόπο που προσιδιάζει στην παντοδυναμία και την πανσοφία του.

    Ωστόσο η χαρισματική γνώση δεν περιγράφει επιστημονικά τούτο τον τρόπο, αλλά συμβολικά, ακόμη και στα πλαίσια της οποιασδήποτε επιστημονικότητας. Γι’ αυτό όλοι δέχονται τον Θεό ως μοναδική αιτία της δημιουργίας (η οποία έγινε από το μη ον και όχι από την ουσία του όντος), αλλά ερμηνεύουν τον τρόπο αυτής της δημιουργίας και με τη συνδρομή της επιστημονικής γνώσης.

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τα περί της μη δημιουργίας εξ υπαρχής ενός ιδεατού ανθρώπου καταφαίνονται από τα παρακάτω παρατιθέμενα:

    Α/

    Ένα θέμα που έχει προβληματίσει πολλούς ερμηνευτές της Γενέσεως, είναι η σύγχυση που φαίνεται να υπάρχει σχετικά με τη δημιουργική ημέρα κατά την οποία δημιουργήθηκε ο άνθρωπος. Αλλά παράλληλα το θέμα αυτό, είναι ΚΛΕΙΔΙ για να κατανοήσουμε πολλά άλλα θέματα για τη δημιουργία.

    Σε ποια ημέρα δημιουργήθηκε ο άνθρωπος;
    Η πρώτη ανθρωπολογική αφήγηση της Γενέσεως, (1: 27-36), μας πληροφορεί ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε στο τέλος της 6ης δημιουργικής ημέρας και ήταν το τελευταίο δημιούργημα του Θεού. Η δεύτερη αφήγηση όμως, στο Γένεσις 2: 1 - 3, γράφει τα εξής:

    «Και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πας ο κόσμος αυτών. Και συνετέλεσεν ο Θεός εν τη ημέρα τη έκτη τα έργα αυτού, α εποίησε, και κατέπαυσε τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού, ων εποίησε. Και ευλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν ότι εν αυτή κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού, ων ήρξατο ο Θεός ποιήσαι».

    Το πρόβλημα που δημιουργείται εδώ, μας το τοποθετεί ο αρχιμανδρίτης Ιερεμίας Φούντας, στο βιβλίο του «Γένεσις», έκδοση 1985, σελ. 68: «Ως έχει ο στίχος 2 εις το εβραϊκόν κείμενον παρουσιάζει δυσκολίας, διότι λέγει: «Την εβδόμην ημέραν ετελείωσεν ο Θεός το έργον του το οποίον έκαμε. Και ανεπαύθη την εβδόμην ημέραν…..» Γνωρίζομεν δε ότι το δημιουργικόν έργον του Θεού ετελείωσε την έκτην και όχι την εβδόμην ημέραν. Προς συμβιβασμόν της αντιθέσεως, εγένοντο διάφοροι ερμηνευτικαί προσπάθειαι και προετάθησαν διορθώσεις».

    Στη συνέχεια ο π. Ιερεμίας Φούντας αναφέρει διάφορες προσπάθειες που έγιναν για τη «διόρθωση» του κειμένου της Αγίας Γραφής, που εδώ φαίνεται τόσο αντιφατικό.
    Στην πραγματικότητα όμως, δεν υπάρχει καμμία αντίφαση. Η αντίφαση υπάρχει στον τρόπο που έχουμε εμείς συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε το χρόνο, και να ερμηνεύουμε τις δύο αφηγήσεις για τη δημιουργία του ανθρώπου. Ας γίνουμε όμως σαφέστεροι:

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Β/

    Ο άνθρωπος πλάσθηκε πράγματι κατά την 6η δημιουργική ημέρα, μαζί με την υπόλοιπη υλική δημιουργία. Αν και το υλικό έργο του Θεού τελείωσε, ο σκοπός Του δεν είχε ολοκληρωθεί! Η πρόθεσή του ήταν να «κάνει» άνθρωπο «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν» Του. Όταν όμως έφτιαξε τον άνθρωπο στην 6η δημιουργική ημέρα, τον έκανε μόνο «κατ' εικόνα» Του. Το «καθ' ομοίωσιν» ήταν ακόμα μελλοντικό, όπως φαίνεται στο Γένεσις 1: 26,27.

    Εκεί, στην 6η δημιουργική ημέρα, τελειώνει η πρώτη ανθρωπολογική διήγηση. Η δεύτερη όμως, προχωράει πιο πέρα.

    Σύμφωνα με την περιγραφή του Γένεσις 2: 7, μόλις ο Θεός δίνει στον άνθρωπο το «εμφύσημα» του Αγίου Πνεύματος, ο άνθρωπος γίνεται από «νεκρή» (χωρίς Άγιο Πνεύμα) ψυχή, «ζωντανή ψυχή», «καθ' ομοίωσιν» του Θεού. [«Τοιούτου δε μη όντος (του Αγίου Πνεύματος), του σκηνώματος προύχει των θηρίων ο άνθρωπος κατά την έναρθρον φωνήν μόνον, τα δε λοιπά της αυτής εκείνοις διαίτης εστίν, ουκ ων ομοίωσις του Θεού». (Ειρηναίος)].

    Δεν είναι ακόμα τέλειος, μπαίνει όμως σε πορεία τελείωσης. Τότε ο Θεός τον τοποθετεί στον «Παράδεισο». Ο ΑΔΑΜ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΕΚΕΙΝΗ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Γ/

    Ας δούμε όμως για λίγο, τι είναι η «κατάπαυση» του Θεού.

    O απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του, αναπτύσσει το θέμα της καταπαύσεως, εξηγώντας το χωρίο Ψαλμοί 94 (95 Μασωρ.): 7 - 11. Εκεί το Πνεύμα το Άγιο, (μεταξύ άλλων) λέει για τους Ισραηλίτες που αμάρτησαν και ως αποτέλεσμα γύριζαν επί 40 χρόνια στην έρημο ως το θάνατό τους: «...σήμερον, εάν της φωνής αυτού ακούσητε, μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ... επείρασαν οι πατέρες υμών ...ως ώμοσα εν τη οργή μου ει εισελεύονται εις την κατάπαυσίν μου».

    Ο απόστολος λοιπόν, στην προς Εβραίους επιστολή, 3: 7 - 4: 11, εξηγεί ότι η «κατάπαυση», δεν ήταν απλώς το να κληρονομήσουν τη γη της Επαγγελίας οι Ισραηλίτες, αλλά ότι η γη της Επαγγελίας ήταν τύπος της αληθινής «κατάπαυσης» του Θεού. Συγκεκριμένα στο 4: 3 - 11 λέει:
    «3. Εισερχόμεθα γαρ εις την κατάπαυσιν οι πιστεύσαντες, καθώς είρηκεν: «Ως ώμοσα εν τη οργή μου, ει εισελεύσονται εις την κατάπαυσίν μου» καίτοι των έργων από καταβολής κόσμου γεννηθέντων. 4. Είρηκε γαρ που περί της εβδόμης ούτω: «και κατέπαυσεν ο Θεός εν τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού» 5. και τούτω πάλιν: «Ει εισελεύσονται εις την κατάπαυσίν μου». 6. Επεί ουν απολείπεταί τινας εισελθείν εις αυτήν, και οι πρότερον ευαγγελισθέντες ουκ εισήλθον δι' απείθειαν, 7. πάλιν τινά ορίζει ημέραν, σήμερον, εν Δαβίδ λέγων, μετά τοσούτον χρόνον, καθώς είρηται: «σήμερον εάν της φωνής αυτού ακούσητε, μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών». 8. Ει γαρ αυτούς ο Ιησούς (του Ναυή) κατέπαυσεν, ουκ αν περί άλλης ελάλει μετά ταύτα ημέρας. 9. άρα απολείπεται σαββατισμός τω λαώ του Θεού. 10. Ο γαρ εισελθών εις την κατάπαυσιν αυτού και αυτός κατέπαυσεν από των έργων αυτού, ώσπερ από των ιδίων ο Θεός. 11. Σπουδάσωμεν ουν εισελθείν εις εκείνην την κατάπαυσιν...».

    O απόστολος λοιπόν, αφού εξηγεί ότι κάποιοι θα έπρεπε να εισέλθουν στην κατάπαυση του Θεού, μια και οι Ισραηλίτες εκείνοι δεν εισήλθαν, και αφού εξηγεί ότι η γη της Επαγγελίας δεν ήταν η σπουδαιότερη κατάπαυση, στο εδάφιο 7 μιλάει για τον Δαβίδ. Λέει, ότι αν η κατάπαυση ήταν εκείνη στην οποία εισήγαγε τους Ισραηλίτες ο Ιησούς του Ναυή, δεν θα έγραφε μετά από τόσα χρόνια στον καιρό του Δαβίδ, τη λέξη: «σήμερον». Συνεπώς, εφ' όσον ο Δαυίδ μιλούσε περί άλλης «καταπαύσεως», «απομένει σαββατισμός για το λαό του Θεού». Και στο εδάφιο 11, παροτρύνει τους Χριστιανούς, να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην κατάπαυση του Θεού.

    Σύμφωνα με τον συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής λοιπόν, η «κατάπαυση» του Θεού, δεν είναι κάτι που τελείωσε, ούτε κάτι που αφορά μόνο το Θεό. Αφορά όλους τους Χριστιανούς, σύμφωνα και με το χωρίο Αποκάλυψις 14: 13: «...μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ' άρτι. Ναι, λέγει το Πνεύμα, ίνα αναπαύσονται εκ των κόπων αυτών, τα γαρ έργα αυτών ακολουθεί μετ' αυτών».

    Ήδη λοιπόν από τον 1ο αιώνα που γράφτηκαν αυτά τα λόγια, οι κεκοιμημένοι εν Κυρίω (Χριστιανοί), εισέρχονται στην «κατάπαυση» του Θεού, και αναπαύονται από τα έργα τους, όπως ο Θεός αναπαύθηκε από τα δικά Του.

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Δ/

    Ας γυρίσουμε για λίγο στον Αδάμ, να θυμηθούμε τι του είπε ο Θεός μετά την αμαρτία του: «...επικατάρατος η γη εν τοις έργοις σου εν λύπαις φάγη αυτήν πάσας τας ημέρας της ζωής σου ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι, και φάγη τον χόρτον του αγρού εν ιδρώτι του προσώπου σου φάγη τον άρτον σου έως του αποστρέψαι σε εις την γην, εξ ής ελήφθης...» (Γένεσις 3: 17 - 19).

    Σύμφωνα με τα λόγια αυτά, ο Αδάμ όταν ήταν στον παράδεισο βρισκόταν στην «κατάπαυση του Θεού». Η «κατάπαυση του Θεού» ήταν η «ανάπαυσή Του» από πάντων των έργων του, στην οποία συμμετείχε ο Αδάμ. Τι ήταν λοιπόν η εργασία με τον ιδρώτα του Αδάμ; Μα φυσικά ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ της κατάπαυσης του Θεού από τα έργα του! Ο Αδάμ εργαζόμενος σκληρά, θα ελάμβανε το αντίθετο απ' αυτό που απολαμβάνουν «οι αποθανόντες από τώρα» καθώς «αναπαύονται από των έργων τους». (Αποκάλυψις 14: 13). Πρόκειται για την έξοδο του Αδάμ από την κατάπαυση του Θεού, την οποία απολάμβανε όσο βρισκόταν στο «καθ' ομοίωσιν» Πρόκειται για την πτώση του από την 7η δημιουργική ημέρα.

    Είναι η ίδια κατάπαυση στην οποία ήλπιζε ο Λάμεχ, όταν προφητικά ονόμασε το γιο του: «Νώε»: «και επωνόμασεν το όνομα αυτού Νώε λέγων: «Ούτος διαναπαύσει ημάς από των έργων ημών και από των λυπών των χειρών ημών και από της γης, ης κατηράσατο Κύριος ο Θεός». (Γένεσις 5: 29).

    Ο Λάμεχ γνώριζε ότι παρά την κατάρα του Θεού επί της γης, υπήρχε ακόμα κατάπαυση! Προφήτευσε λοιπόν, ότι ο Νώε θα είχε το ρόλο του σ' αυτό το Θεϊκό σχέδιο να εισέλθουν οι δίκαιοι στην «κατάπαυση του Θεού».

    Εδώ τίθεται το σημαντικό στοιχείο του χρόνου και της σχέσεως μεταξύ των δημιουργικών ημερών. Αν ο Αδάμ με την αμαρτία του ξέπεσε από την 7η δημιουργική ημέρα, σε ποια ημέρα βρέθηκε;

    Είναι σπουδαίο το ότι από τις 7 δημιουργικές ημέρες που αναφέρει η Γένεσις, η μόνη που δεν τελείωσε, είναι η 7η! Για όλες τις προηγούμενες, αναφέρεται: «και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί, ημέρα τάδε» (Γένεσις 1: 5, 8, 13, 19, 23, 31). Για την εβδόμη αντιθέτως, (αλλά κυρίως για την ογδόη, την πρώτη ημέρα τής καινής κτίσης), ισχύει το χωρίο του Ζαχαρία 14: 6,7, που αναφέρει ότι δεν τελειώνουν ποτέ, ότι είναι η αιώνια ανέσπερη ημέρα του Κυρίου: «εν εκείνη τη ημέρα ουκ έσται φως και ψύχος και πάγος έσται μίαν ημέραν, και η ημέρα εκείνη γνωστή τω Κυρίω, και ουχ ημέρα και ου νυξ, και προς εσπέραν έσται φως».

    Η έμμεση παραπομπή του χωρίου στις δημιουργικες ημέρες της Γενέσεως είναι σαφής. Σκοπίμως το χωρίο αντιτίθεται στις έξι πρώτες δημιουργικές ημέρες, οι οποίες έχουν «εσπέρα και πρωί». Εδώ όμως, «και προς εσπέραν έσται φως». Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου και των αγίων Του, όπως φαίνεται στο προηγούμενο χωρίο, το Ζαχαρίας 14: 5: «και ήξει Κύριος ο Θεός μου και πάντες οι άγιοι μετ' αυτού».

    Πώς γνωρίζουμε όμως, ότι εδώ μιλάει και για την 7η και όχι μόνο για την 8η δημιουργική ημέρα, στην οποία αναφέρονται κάποιοι Πατέρες;
    Η απάντηση είναι ότι μιλάει και για τις δύο αυτές ημέρες ταυτόχρονα, γιατί η 7η και η 8η ημέρα σχετίζονται! Αυτό όμως θα πρέπει να το εξηγήσουμε:

    Ας πάρουμε ως παράδειγμα την εβδομάδα. Οι Ισραηλίτες ξεκινούσαν από την 1η ημέρα, και έφθαναν στην 7η, που ήταν το Σάββατο. Τότε δεν εργάζονταν, επειδή αυτή η ημέρα ήταν τύπος της 7ης δημουργικής ημέρας του Θεού, κατά την οποία Εκείνος «ανεπαύθη» και «την αγίασε» (Έξοδος 20: 8 - 11).

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ε/

    Στη Χριστιανική εποχή, χρησιμοποιούμε ως ημέρα αναπαύσεως κυρίως την Κυριακή, επειδή σ' αυτήν αναστήθηκε ο Κύριος και έτσι αυτή απέκτησε την αξία της ημέρας σωτηρίας («καταπαύσεως») του ανθρώπου και προεικόνισε την πρώτη ημέρα του μέλλοντος αιώνα. Έτσι η Κυριακή εκτός από 1η ημέρα της εβδομάδος, είναι και η ημέρα καταπαύσεως των Χριστιανών, δηλαδή ημέρα Σαββατισμού (αναπαύσεως)! Είναι όμως ταυτόχρονα και η επομένη του Σαββάτου, που κορυφώνει την εβδομάδα, δηλαδή 8η! Εξαρτάται δηλαδή πώς θα τη μετρήσει κάποιος. Μπορεί να θεωρηθεί 1η, Σάββατο, ή 8η ημέρα της εβδομάδος. Μάλιστα στην Αγία Γραφή αναφέρεται και ως «μία των Σαββάτων» (Πράξεις 20: 7).

    Πώς θα μπορούσε αυτό να συμβεί με την 7η δημιουργική ημέρα; Αυτό έχει σχέση με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το χρόνο. Και στο δημιουργικό σχέδιο του Θεού, ο χρόνος μπορεί να γίνει αντιληπτός με δύο διαφορετικούς τρόπους: 1. Γραμμικός χρόνος, και 2. (και Χριστιανικότερο) Σταυρικός χρόνος.

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Η επιστημονικές αλήθειες που εκφράζει ΑΡΙΣΤΑ το ανωτέρω άρθρο, αναφέρονται στην αυθαίρετη παραποίηση της Επιστήμης, και στην φιλοσοφία αντί Επιστήμης, από κάποιους Δαρβινιστές και εξελικτικούς. Διεργασίες εντός των ειδών, και όχι εκτός των ειδών παρατηρούνται, οι μεταλλάξεις είναι συνήθως καταστροφικές, η Επιστήμη ανακαλύπτει ότι τα είδη ζώων και φυτών μειώνονται και δεν αυξάνονται, ο δε εγκέφαλος του ανθρώπου έχει εκατονταπλάσιες δυνατότητες από όσες αξιοποιεί ο άνθρωπος, συνεπώς δεν είναι προϊόν εξελίξεως.

    Η Πίστη και η Επιστήμη έχουν άλλα πεδία ενδιαφέροντος, η Επιστήμη στο "επιστητό" η Πίστη στα "ου βλεπόμενα" υλικώς. Δεν διαψεύδει ούτε επιβεβαιώνει η μία την άλλη, (Θεός καταλαμβανόμενος ουκ εστι Θεός) πλην του ότι η γνώση του σύμπαντος δια της Επιστήμης "διηγείται δόξαν Θεού".

    Ως τον 19ο αιώνα μ.Χ. η επιστήμη (και π.Χ.) πίστευε στην "αυτόματη γένεση" ή "αβιογένεση", δηλ. ότι το χώμα και η λάσπη... βγάζουν σκουλήκια και τα σταφύλια ... μύγες... και κάποιοι εξυπνάκηδες, έλεγαν: είδατε; δεν χρειάζεται ο Θεός να δημιουργήσει ζωή. Υπήρξαν Πατέρες της Εκκλησίας που δεχόμενοι την "επιστήμη" της εποχής τους, την οποία σπούδασαν στα τότε πανεπιστήμια, αντέστρεφαν το επιχείρημα, υπέρ της Πίστης: "ο Θεός εδωσε την ικανότητα στη λάσπη να γεννά ζωή".

    Ένας Χριστιανός Επιστήμονας, ο Παστέρ (1822-1895), με τα περίφημα πειράματά του, απέδειξε πως τίποτε δεν γεννιέται μόνο του: τα μυγάκια γεννιούνται από τα αυγά μυγών στο κρέας ή στα σταφύλια, τα σκουλήκια από αυγά σκουληκιών, οι ζύμες από ζύμες (μύκητες), τα βακτηρίδια από βακτηρίδια πολλαπλασιαζόμενα, οι ιοί με αντιγραφή από ιούς, οι μέλισσες από αυγά βασίλισσας μελισσών, τα μανιτάρια από σπόρια μανιταριών... Επιτέλους μετά από αιώνες σκότους, η αληθινή Επιστήμη, αποδέχθηκε το εργαστηριακά αποδεδειγμένο συμπέρασμα του Παστέρ πως "πάσα ζωή εκ ζωής". Και ένας άλλος Χριστιανός μοναχός, ο Μέντελ, ανακάλυψε τους νόμους της κληρονομικότητας, της μεταβίβασης αναλλοίωτων χαρακτηριστικών του DNA των προγόνων στους απογόνους, αποδεικνύοντας πόση πρόοδο στην αληθινή Επιστήμη δίνουν οι πιστοί Επιστήμονες. Αλλά σε κάποιους "κάθησε στο στομάχι" το "πάσα ζωή εκ ζωής" ... και οι "νόμοι της κληρονομικότητας του Μέντελ" και λένε, τώρα, ότι... ναι μεν αλλά... η πρώτη ζωή έγινε μόνη της, από σούπα υλικών με αναερόβιες ηλεκτροδιεγερτικές διεργασίες... χωρίς να εξηγούν την εξέλιξη μεταξύ ειδών, ούτε να έχουν βρει συνδετικό κρίκο ανθρώπου - πιθήκου.

    "Πας οίκος κατασκευάζεται υπό τινος, ο δε τα πάντα κατασκευάσας Θεός". Ο Θεός, τα έκανε όπως ήθελε... εμείς δεν είμασταν εκεί, οι εκφράσεις της Βίβλου είναι ανθρωπομορφικές, και στην ορολογία της εποχής που γράφηκαν. Δεν αντιτίθεται στην Βίβλο ο,τιδήποτε Αληθινά Επιστημονικό. Αλλά δεν δεχόμαστε τα παραμύθια της χαλιμάς ως Επιστήμη.

    Ο Χριστιανός Επιστήμονας Παστέρ, οφέλησε την ανθρωπότητα πολλαπλά! Ανακάλυψε τα εμβόλια, δαμαλισμό κατά της ευλογιά!!! "Μετά από επιτυχημένα προγράμματα εμβολιασμού κατά τη διάρκεια των 19ου και 20ού αιώνα, ο ΠΟΥ ανακοίνωσε την εξάλειψη της ευλογιάς το 1980".(ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΑΣΤΕΡ, ΧΡΙΣΤΙΑΝΕ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ!), ΑΝΤΙΑΝΘΡΑΚΙΚΌ, την αντισηψία στις εγχειρήσεις (μέχρι τότε ούτε αποστείρωση ούτε παστερίωση ήξεραν), την παστερίωση (από το όνομα του παστέρ ονομάστηκε Παστερίωση, εκατομμύρια και δισεκατομμύρια πιστοί και άπιστοι πίνουμε υγιεινό γάλα χωρίς παθογόνα μικρόβια χάρις στον Χριστιανό Παστέρ), την αποστείρωση και κονσερβοποίηση, τους ορούς, τις ζύμες, και χίλια δυο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου