ΜΕΓΑ ΣΚΑΝΔΑΛΟΝ
ΤΥΧΟΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗΣ
ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ
του Παλαιμαχου Αγωνιστου Θεολογου
Γεροντα π. Ιωαννη Διωτη.
12ον
«Δὲν βοηθᾷ στὴν πνευματικὴ προκοπὴ τόσο ἡ νηστεία ὅσο ἡ προσευχὴ μὲ πένθος. Μερικὲς φορὲς ἡ πολλὴ καὶ ἀδιάκριτη νηστεία δημιουργεῖ προβλήματα στὴν προσευχή» (σελ. 448).
Διὰ πρώτην φορὰν συναντῶ διατύπωσιν δυσαρμονίας μεταξὺ προσευχῆς καὶ νηστείας, μάλιστα δὲ ἀπὸ ἕνα Ἱερομόναχον καὶ ἀπὸ ἕνα Ἐπίσκοπον, τὸν Ναυπάκτου Ἱερόθεον. Κακόδοξον τοῦτο καὶ ἀθεολόγητον.
Ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς διδάσκει ἄλλα, ὅτι ἡ νηστεία ἐνισχύει τὴν προσευχὴν καὶ ἡ προσευχὴ τὴν νηστείαν. Νηστεία μετὰ προσευχῆς καὶ προσευχὴ μετὰ νηστείας. Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος : «Νηστεία προσευχὴν εἰς οὐρανὸν ἀναπέμπει» (P.G. 31, 173). Λέγει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ο Χρυσόστομος: «Ὁ νηστεύων κοῦφος (ἐλαφρύς) ἐστὶ καὶ ἐπτερωμένος καὶ μετὰ νήψεως εὔχεται… Ὁ εὐχόμενος μετὰ νηστείας διπλᾶς ἔχει τάς πτέρυγας» (P.G. 58, 563-564). «Νηστεύοντες αἰτεῖσθε παρὰ τοῦ Θεοῦ τὰ αἰτήματα ὑμῶν» (Κλήμης Ῥώμης, Διαταγαὶ Ἀποστόλων). Καὶ ὁ Κύριος: «Τοῦτο δὲ τὸ γένος (τῶν δαιμόνων) οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Μτθ. ιζ΄ 21).
Ὑποβαθμίζει, καταφανῶς, ὁ Ναυπάκτου μαζὶ μὲ τὸν «ἅγιόν» του Σωφρόνιον τὴν νηστείαν ὡς παράγοντα βοηθείας «εἰς τὴν πνευματικὴν προκοπήν», ἐρχόμενος εἰς ἀντίθεσιν καὶ πρὸς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ πρὸς τὴν Ἱερὰν Παράδοσιν.
Εἶναι γνωσταὶ αἱ μεγάλαι νηστεῖαι τῶν Προφητῶν καὶ τῶν ἄλλων ἁγίων προσώπων τῆς Ἁγίας Γραφῆς. «Καὶ ἦν Ἄννα προφῆτις… ἥ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν» (Λκ. β΄ 36-37). Τὰ δὲ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων περὶ νηστείας εἶναι δυσεξαρίθμητα. Ἰδοὺ ἐλάχιστα ἀκόμη δείγματα:
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «Ἀγαπήσωμεν σφόδρα τὴν νηστείαν· μέγα γὰρ φυλακτήριόν ἐστιν ἡ νηστεία» (Περί Παρθενίας). «Ἀρχαία γὰρ ἦν ἡ ἐντολὴ (τῆς νηστείας) …. οὖσα παιδαγωγία καὶ τρυφῆς σωφρόνισμα»
(Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, P.G. 36, 656). «Οὐ διὰ τοῦτο ἐγενόμεθα καὶ ζῶμεν, ἵνα φάγωμεν καὶ πίωμεν, ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἐσθίομεν, ἵνα ζῶμεν οὐ γὰρ τὸ ζῆν διὰ τὸ φαγεῖν, ἀλλὰ τὸ φαγεῖν διὰ τὸ ζῆν γέγονεν ἐξ ἀρχῆς» (ἱερὸς Χρυσόστομος, P.G. 63. 769-770).
«Ἡ πολλὴ νηστεία δημιουργεῖ προβλήματα στὴν προσευχή». Καταντᾷ ἀπίστευτον νὰ λέγωνται αὐτὰ ἀπὸ τὸν Σωφρόνιον Σαχάρωφ καὶ νὰ υἱοθετοῦνται καὶ νὰ διαδίδωνται μὲ ἐνθουσιασμὸν ἀπὸ τὸν Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον.
Ἐγράφη εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ἐν λόγῳ παρατηρήσεως ὅτι ἡ νηστεία ἐνισχύει τὴν προσευχὴν καὶ ἡ προσευχὴ τὴν νηστείαν.
Ὁ Ναυπάκτου ἔγραψε περὶ τοῦ «Ὀρθοδόξου
Μοναχισμοῦ». Ἀλλά, ὅπως φαίνεται, τώρα ἀπέρριψεν ὅλα ὅσα διεπίστωσεν ἀπὸ τὰ ἀσκητικὰ κείμενα, ὅτι οἱ περίφημοι μεγάλοι ἀσκηταὶ ἔτρωγον ἅπαξ, δὶς ἕως τρεῖς φορὰς τὴν ἑβδομάδα παξιμάδι μόνον καὶ ἦσαν νυχθήμερον προσευχόμενοι.
Οἱ αὐτοθεωρούμενοι αὐτοὶ (Σωφρόνιος καὶ Ἱερόθεος) ὡς… «σπουδαῖοι θεολόγοι», πρὶν σκεφθοῦν, ἐκστομίσουν καὶ διατυπώσουν τὰς τοιαύτας πλάνας
των, ἔπρεπε νὰ λάβουν ὑπ’ ὄψιν των τὰς μεγάλας νηστείας τοῦ Χριστοῦ: «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας
τεσσαράκοντα» (Μτθ. δ΄ 2), τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου («Ἰωάννου δὲ ὁ βίος μία νηστεία ἦν», Μ. Βασίλειος, P.G. 31, 117), τοῦ Μωϋσέως, Ἠλιοὺ τοῦ Θεσβίτου, τοῦ Δανιὴλ καὶ πολλῶν ἄλλων ἁγίων προσώπων.
Ὑποτίμησις τῶν Πατερικῶν κειμένων
Ὁ Ναυπάκτου διὰ νὰ τιμήσῃ τὸν ψευδο-«ἅγιόν» του Σωφρόνιον Σαχάρωφ, ἔχει ὑποτιμήσει, προκλητικῶς καὶ σκανδαλωδῶς, τοὺς πραγματικῶς ἁγίους καὶ ὁσίους Πατέρας τῆς Ὀρθοδοξίας.
Εἰς τὸ ἡμερολόγιον τῆς Μητροπόλεώς του (2010), ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ὡς ἐπιστέγασμα τῆς ἀκολουθίας «Πρωϊνὴ Προσευχή», παρέθεσε ἐκτενὲς κείμενον τοῦ ἱερομονάχου Σωφρονίου Σαχάρωφ, αὐθαιρέτως, ὡς λειτουργικὴ εὐχή, συνέχεια τοῦ ὁποίου ἀκολουθεῖ τὸ «Μικρὸν Ἀπόδειπνον».
Ὁ Ναυπάκτου καυχᾶται ὅτι ἔγραψε πολλὰς σελίδας περὶ τοῦ Μοναχισμοῦ καὶ ὅτι εἶναι μελετητὴς τῶν Πατερικῶν κειμένων.
Ἐρωτᾶται ὁ Δεσπότης· δὲν εὗρε καταλληλότερον Πατερικὸν κείμενον ἀπὸ αὐτὸ τοῦ Σωφρονίου, τὸ ὁποῖον εἶναι ἓν προσποιητὸν κατασκεύασμα καὶ δι’ αὐτὸ δὲν ἔχει τὴν φυσικότητα μιᾶς πνευματικῆς κατανύξεως, ὅπως ἔχουν τὰ Ἁγιοπατερικὰ κείμενα;
Ὁ Δεσπότης τῆς Ναυπάκτου υἱοθέτησε πλήρως τὸ κείμενον αὐτὸ καὶ τὸ κατέταξε μεταξὺ τῶν ἐπισήμων λειτουργικῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἰσόκυρον και ἰσότιμον μὲ τὰ κείμενα αὐτά. Ὅμως, τὸ κείμενον αὐτὸ τοῦ Σωφρονίου Σαχάρωφ εἶναι λανθασμένον. Ἰδοὺ πῶς προσεύχεται τὸ ἴνδαλμα τοῦ κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος Ἱερόθεος αὐθαιρετεῖ καὶ ἐδῶ:
α΄) «Ὅταν εὐδοκήσῃς θεῖναι πέρας τῇ ζωῇ μου, προγνώρισόν μοι τὸν θάνατόν μου, ἵνα ἡ ψυχή μου ἑτοιμασθῇ πρὸς συνάντησίν Σου».
Ἡ τοιαύτη δέησις καὶ εὐχὴ εἶναι ἀντίθετος πρὸς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ πρὸς τὴν πνευματικὴν βιοτὴν τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Οὐδεὶς Ἅγιος εἶχε ζητήσει ἢ ἀναμείνει τὴν πρόγνωσιν τῆς κοιμήσεώς του διὰ νὰ ἑτοιμασθῇ πρὸς ἀναχώρησιν διὰ τὰς αἰωνίους μονάς. Θὰ ἦτο πρόξενον ἀμετανοησίας τοῦτο, τὸ ὁποῖον δὲν ἔχει ἀλλοῦ παρατηρηθῆ, παρὰ μόνον εἰς τὸ δίδυμον Σωφρονίου καὶ Ἱεροθέου.
Ἀπορῶ πῶς συμβαίνει οἱ αὐτοθαυμαζόμενοι δύο αὐτοὶ Κληρικοὶ διὰ τὰ δῆθεν σπάνια θεολογικὰ χαρίσματά των, νὰ ἐκτροχιάζωνται συνεχῶς ἀπὸ τὴν ὀρθὴν θεολογικὴν πορείαν. Ἰδοὺ ἡ σχετικὴ φωνὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς :
«Γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται» (Μτθ. κε΄ 13).
«Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν · τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής» (Μρκ. ιδ΄ 38).
«Ἄρα οὖν μὴ καθεύδωμεν ὡς καὶ οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν» (Α΄ Θεσ. ε΄ 5).
«Ἐὰν οὖν μὴ γρηγορήσῃς, ἥξω ἐπὶ σὲ ὡς κλέπτης, καὶ οὐ μὴ γνώσῃ ποίαν ὥραν ἥξω ἐπὶ σέ» (Ἀπ. γ΄ 3).
Πολὺ δὲ ἐκφραστικὸν διὰ τὴν περίπτωσιν καὶ διδακτικὸν εἶναι καὶ τὸ γνωστὸν κατανυκτικώτατον τροπάριον τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος :
«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρίσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὅν εὑρίσει ῥαθυμοῦντα...».
β΄) «Μὴ ἐπιτρέψῃς παρεκκλῖναι τοῦ φωτὸς τῶν προσταγμάτων Σου, ἕως ἂν ἀποβῶσι ταῦτα ὁ μόνος νόμος ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μου, προσκαίρου τε καὶ αἰωνίου».
Εἰς τὴν «αἰωνίαν ὕπαρξιν» δὲν λειτουργοῦν νόμοι, διότι δὲν ὑπάρχουν ἐκεῖ συνθῆκαι, προϋποθέσεις καὶ ἐνδεχόμενα διαπράξεως τοῦ κακοῦ. Καὶ αὐτὸ κατατάσσεται εἰς τὰ ἀθεολόγητα καὶ τὰ ἀπρόσεκτα τοῦ Σωφρονίου καὶ Ἱεροθέου.
γ΄) «...Μὴ ἐγκαταλίπῃς με, ἀλλὰ βιαίως ἐπανάγαγέ με εἰς τὴν ἁγίαν Σου ὁδόν».
Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀθεολόγητον. Ὁ Θεὸς δὲν βιάζει καὶ δὲν ἐξαναγκάζει. Εἰς τὴν ἀντίθετον περίπτωσιν δὲν θὰ εἶχον οὐδεμίαν ἠθικὴν ἀξίαν αἱ πράξεις μας. Ὁ Θεὸς ἔχει ἀφήσει τὸν ἄνθρωπον ἐλεύθερον εἰς τὰς ἐνεργείας του καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θείαν διδασκαλίαν, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἔμφυτον τὸν ἠθικὸν νόμον ἐντός του διὰ τῆς συνειδήσεώς του καὶ γνωρίζει ποῖον εἶναι τὸ κακὸν καὶ ποία ἡ ἀρετή. Ἐπιλέγει μὲ τὴν θέλησίν του. Καὶ δὲν ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος μόνον μὲ τὰς πράξεις του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰς σκέψεις του. Ὅταν δὲ ὁ Θεὸς κατευθύνῃ «βιαίως» τὰς πράξεις καὶ τὰς κινήσεις τῆς ἀνθρωπίνης σκέψεως διὰ νὰ μὴ ἁμαρτάνῃ, τότε καταργεῖται ἡ ἐλευθέρα βούλησις τοῦ ἀνθρώπου.
Παραθέτω μίαν ἀκόμη παρατήρησιν εἰς τὴν ἐκθύμως υἱοθετηθεῖσαν καὶ ἐπισήμως χρησιμοποιηθεῖσαν ὑπὸ τοῦ κ. Ἱεροθέου «εὐχὴν» τοῦ ψευδο-«ἁγίου» του Σωφρονίου Σαχάρωφ:
δ΄) «Καὶ τῇ δυνάμει τῆς εὐλογίας Σου ἱκάνωσόν με ἐπιτελέσαι πᾶν ἔργον καὶ πάντα λόγον ἐν τῇ ἀρχομένῃ ὑπ’ ἐμοῦ ἡμέρᾳ ταύτῃ...».
Ἡ ἡμέρα ἄρχεται ἀφ’ ἑαυτῆς. Κατὰ ποίαν ἔννοιαν εἶναι «ἀρχομένη» ὑπὸ τοῦ Σωφρονίου; Τί λέγει ἐπ’ αὐτοῦ τὸ θεολογικὸν τοῦτο δίδυμον;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου