Κυριακή 8 Απριλίου 2012





Βαΐων Ιω 12,1-18


Άρωμα ευγνωμοσύνης- κακοσμία φιλαργυρίας



του αρχιμ. Αθανασίου Σιαμάκη



Έξι μέρες πριν από το πάσχα ο Ιησούς βρέθηκε στη Βηθανία, το χωριό της Μάρθας και της Μαρίας, δίπλα στα Ιεροσόλυμα.

Την προηγούμενη μέρα είχε αναστήσει τον αδερφό τους και φίλο του Λάζαρο.

Οι αδερφές του του έκαναν τραπέζι, όπως συνήθως, αλλ’ αυτή τη φορά με αισθήματα ιδιαίτερα φορτισμένα από βαθειά συγκίνηση και ευγνωμοσύνη.


Ο Λάζαρος καθόταν μαζί με τους μαθητάς και τους άλλους παρακαθημένους.

Η Μάρθα άξια νοικοκυρά, διακονούσε στην κουζίνα.

Η Μαρία ανέλαβε να πλύνει τα πόδια των φιλοξενουμένων, όπως συνηθίζονταν, αρχίζοντας από τον Ιησού.

Πλημμυρισμένη η ψυχή της από ασυγκράτητα αισθήματα ευγνωμοσύνης και αγάπης για ότι αυτός έκανε στον αδερφό της, αντί για νερό πήρε στα χέρια της ένα πήλινο βάζο μιας χρήσεως (αμπούλα) γεμάτο ακριβό υγρό νάρδινο μύρο, το έσπασε, και άλειψε αφειδώλευτα τα πόδια του Χριστού.

Ύστερα έλυσε τα μαλλιά της και τα σκούπισε μ’ αυτά.

Το σπίτι γέμισε ευωδία.

Οι παριστάμενοι έμειναν εμβρόντητοι.


Το γεγονός θεωρήθηκε σπατάλη και σκανδάλισε τον Ιούδα και τους άλλους μαθητάς.

Ο Ιούδας σαν είδε «χαμένα» τόσα λεφτά, ετοιμάζεται σαν κόμπρα να πλήξει ευθέως, αλλά τελικά προτιμάει να διαμαρτυρηθεί εμμέσως αφού φόρεσε τη μάσκα της φιλανθρωπίας.

Κάνει λοιπόν το φίλο των φτωχών, ενώ μέσα του, σύμφωνα με τον ιερό ευαγγελιστή, έκρυβε έναν υποκριτή και κλέφτη.

Τις κλοπές τις έκανε από το κοινό ταμείο των δώδεκα (= γλωσσόκομον), που το είχαν για τις ανάγκες τους και για έκτακτη βοήθεια φτωχών (γλώσσα= η κάθε κοιλότητα, το κιβώτιο, η θήκη για τη φύλαξη των χρημάτων, το πουγγί, το πορτοφόλι· -κομον<κομώ, φροντίζω για κάτι, δέχομαι, φυλάγω. Εδώ τα χρήματα).


Ο Ιούδας λοιπόν αντιδρά·

«Γιατί αυτό το μύρο δεν πουλήθηκε για 300 δηνάρια και δεν δόθηκε στους φτωχούς;».

Το έμπειρο μάτι του είχε εκτιμήσει κιόλας το μύρο. 300 δηνάρια.

Ένα δηνάριο= ένα μεροκάματο. 300 μεροκάματα Χ 30 σημερινά ευρώ= 9.000 ευρώ.


Πόσο ανεκτικός ήταν ο Χριστός!

Ο μαθητής ελέγχει το διδάσκαλο.

Και ποιος μαθητής ποιον διδάσκαλο!

Μπορείτε να φανταστείτε πως θ’ αντιδρούσε ένας προϊστάμενος, αν τους μιλούσε έτσι ο χθεσινός υπάλληλός του;

Κι όμως ο Ιησούς...

Ενώ ήξερε καλά τη φιλαργυρία του τον ανέχτηκε τρία χρόνια να κατακλέβει το κοινό ταμείο, και τώρα, ενδιαφερόμενος τάχα για τους φτωχούς, να βγαίνει από πάνω λάδι.

Και τον καθησυχάζει.

Μην εγείρεις τώρα τέτοιο θέμα, Ιούδα.· άφησέ την ήσυχη.

Η γυναίκα το έκανε για μένα σαν αποχαιρετιστήριο από τη ζωή αυτή.

Σα να κατάλαβε ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να πεθάνω και χάρισε εκ των προτέρων το μύρο στα της ετοιμασίας της ταφής του σώματός μου.

Εξ άλλου τους φτωχούς τους έχετε πάντοτε κοντά σας, εμένα όμως σύντομα δεν θα με έχετε.


Και ναι μεν ο Ιούδας δεν έδωσε συνέχεια, αλλ’ από μέσα του έβραζε διότι του ξέφυγε ένα τόσο μεγάλο ποσό.

Το φύλαξε σαν κρατούμενο...


Στο μεταξύ πολύς λαός έμαθε ότι ο Χριστός ανέστησε το Λάζαρο, και μαζεύτηκε στο σπίτι να δει με τα μάτια του το απίστευτο.

Να δει το Χριστό, να δει κυρίως το Λάζαρο.

Αυθόρμητη θαυμαστική εκδήλωση του καλοπροαίρετου λαού.

Η είδηση βέβαια ενθουσίαζε τα πλήθη, δεν ενθουσίαζε όμως και τους αρχιερείς, την άρχουσα θρησκευτική τάξη της ιουδαϊκής κοινωνίας.

Αυτοί έβλεπαν το ρεύμα του κόσμου να κυλάει προς τον Ιησού και έλιωναν από φθόνο.

Μέρα με την ημέρα έχαναν τη δημοφιλία τους και διψούσαν για εκδίκηση.


Την άλλη μέρα τα πλήθη που είχαν καταφθάσει στα Ιεροσόλυμα από διάφορα μέρη για το πάσχα, και προφανώς είχαν ακούσει τα νέα, πληροφορήθηκαν ότι ο Ιησούς πρόκειται να μπει στα Ιεροσόλυμα, και το θεώρησαν μοναδική ευκαιρία να τον δουν με τα μάτια τους.

Η ζύμη της πληροφορίας φούσκωσε τον ενθουσιασμό του λαϊκού φυράματος.

Πήραν στα χέρια τους χουρμαδόκλαδα και χύθηκαν στους δρόμους, κραυγάζοντας· «Ευλογημένος ο ερχόμενος, ο σταλμένος από το Θεό σαν αντιπρόσωπός του, ο αναμενόμενος βασιλιάς του Ισραήλ».

Στο μεταξύ ο Χριστός είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, σύμφωνα μ’ εκείνο που είχε πει ο προφήτης Ζαχαρίας· «Να, ο βασιλιάς σου, Σιών, έρχεται, όχι πάνω σε πολεμικό άρμα, όπως οι πανίσχυροι δυνάστες του κόσμου, αλλά σ’ ένα πουλαράκι».


Εκπληκτικά τα εκπεμπόμενα μηνύματα.

Άρωμα ευγνωμοσύνης, κακοσμία φιλαργυρίας, χολή αρχιερέων, αφέλεια λαού, μεγαλοψυχία Χριστού, εκούσια πορεία προς το πάθος.

Μηνύματα για όλους.

Ω τιμημένο Ευαγγέλιο, που οι άνθρωποι σήμερα σε έχουν πετάξει από τη ζωή τους.

Όπως κι αν έχει το πράγμα, δεν θα παύσεις να ταρακουνάς συνειδήσεις λέγοντας τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου