Τρίτη 18 Μαρτίου 2025

 ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ 

(Α μερος)



• Ένας µεγάλος Ιεραπόστολος

• Ένας µεγάλος Αρχιεπίσκοπος

• Ένας µεγάλος Αναµορφωτής Ηγέτης

• Ένας µεγάλος Αναστηλωτής

της Αλβανικής Εκκλησίας

• Αλλά… ένας ταπεινός εργάτης του Ευαγγελίου


α) Ο βίος, η πορεία του και το αποστολικό του έργο β) Μια τηλεφωνική γνωριµία

(εξοµολόγηση!).

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(για τους λόγους αυτούς)

Πρόθεσή µου ήταν να γράψω εκφράζοντας την προσωπική µου άποψη για τον Αρχιεπίσκοπο

Αλβανίας π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο, το γνήσιο και αληθινό άνθρωπο του Θεού, όπως τον γνώρισα,

χωρίς να τον συναντήσω µε τις παρατηρήσεις µου και τις απαντήσεις του, τις περιπέτειές του, τους

εκβιασµούς και τις εκτιµήσεις του.

Ένιωθα µέσα µου την ανάγκη να εκφραστώ ελεύθερα, όχι ως ένα θύµα προπαγάνδας και

διαφήµισης, αλλά σ΄ένα σύντοµο και περιεκτικό, όπως αρµόζει σ΄αυτές τις περιπτώσεις, ώστε να

µεταφέρεις αυτά που γνωρίζεις και ίσως είναι και άγνωστα, για να τα πληροφορηθούν και αρκετοί

άλλοι. Όµως πολύ µε ερέθισαν, µε διήγειραν και µε φανάτισαν τα δεκάδες δηµοσιεύµατα, οι

αναρτήσεις στα αναρίθµητα σάιτ, οι τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκποµπές και οι επικήδειοι λόγοι,

γιατί παρέλειψαν – σκόπιµα; – να αναφερθούν για το ποτάµι της ιστορικής πορείας του µακαριστού

πρωθιεράρχη που ήταν γνωστές και κρυστάλλινες οι πηγές, απ΄όπου άντλησε τον απροσµέτρητο

πνευµατικό πλούτο. Πώς βρέθηκε κάτω από την καθοδήγηση πνευµατοφόρων υπάρξεων µε

φλεγόµενες καρδιές, υπηρέτες του Θείου Λόγου, θησαυρίσµατα πατερικά που του χειραγώγησαν

την προσφορά και το αποστολικό έργο και ήθος.

Το στέγαστρο που τον απάγκιασε, από το νεανικό “κατακλυσµό” , ήταν σωτήριος ΚΙΒΩΤΟΣ η

Αδελφότητα Θεολόγων “Η ΖΩΗ”, για την οποία κανείς δεν ψέλλισε, γιατί µέσα από εδώ βγήκε ο π.

Αναστάσιος σώος και εφοδιασµένος µε µεθυστικά βιώµατα ικανά να του στερεώσουν το µόχθο της

θυσίας στη ζωή και προς την ιερωσύνη του. Η δε µεγάλη του αποδοχή να αναλάβει τον τεράστιο

πνευµατικό και διοικητικό διευθυντικό τοµέα στον αγρό της Εκκλησίας, ήταν έργο του Δάσκαλου και

Πατέρα Αρχιεπίσκοπου Ιερώνυµου, που και γι’ αυτόν εδώ κανείς, µα κανείς, δεν είπε λέξη. Είναι

χαρακτηριστική η περίπτωσή του, ωσάν να µεταφερόµαστε νοερά στην κλήση του Χριστού προς

τους µαθητές του: “δεύτε οπίσω µου και ποιήσω υµάς αλιείς ανθρώπων” (Ματθ. 4, 19) και σ’

αυτό το κάλεσµα ανταποκρίθηκε, όπως και πολλοί άλλοι. Ήταν η χρονική περίοδος της ανάτασης

και της ανακούφισης που ήρθε στην Εκκλησία, η οποία ήταν πολύ σύντοµη, διότι δεν το ήθελαν τα

σκοτεινά κέντρα. Ήταν µια φωτεινή αναλαµπή που τη διαδέχθηκε το σεραφειµικό σκότος. Ήταν µια

γλυκιά δοξολογική µελωδία που έσβησε µέσα στη σκληρότητα των γεγονότων, που δηµιούργησε η

“Πρεσβυτέρα” και που µεταποιήθηκε σε θρήνο.

Για τους λόγους αυτούς θα αναφερθώ, όσο πιο περιεκτικά γίνεται στα όσα δεν ψέλλισαν όλοι

αυτοί για την τεράστια, πάνω από έναν αιώνα προσφορά, της “ΚΙΒΩΤΟΥ” που λέγεται “Η ΖΩΗ”

και για το µακαριστό Αρχιεπίσκοπο π. Ιερώνυµο Α΄ (Κοτσώνη). Δεν είπαν λέξη, γι΄αυτό το ατόφιο

εκτύπωµα των Αποστολικών οραµατισµών, τον αχθοφόρο των ατίµητων Πατερικών

θησαυρισµάτων και τον Πατέρα, Δάσκαλο και Καθοδηγητή του µακαριστού Αρχιεπισκόπου

Αλβανίας π. Αναστασίου Γιαννουλάτου!

ΤΟ ‘’ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ’’ ΚΑΛΕΣΜΑ


Το µακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο δε µου δόθηκε η ευκαιρία να τον συναντήσω, για να τον

γνωρίσω, όµως τον γνώρισα πολύ καλά και σε βάθος χωρίς ποτέ να ανταµωθούµε. Γι’ αυτό και

αρκετές φορές είχα γράψει για τον π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο πως ήταν ένα διαµάντι από τους

τριάντα τρεις “αστέρες πολύφωτους, του νοητού στερεώµατος” (θεολόγους στρατιώτες της

παράταξης του Κυρίου) που τους επιστράτευσε διάκονος Ιησού Χριστού, Ιερώνυµος Α΄ (Κοτσώνης),

αφού προηγουµένως η Αριστίνδην Σύνοδος (αυτή η Σύνοδος είχε επιβληθεί, τότε όπως και για

δεκάδες ακόµα, χρόνια πριν) τον εξέλεξε οµόφωνα αρχιεπίσκοπο (είναι η µόνη και µοναδική

φορά στα 175 χρόνια της Αυτοκέφαλης Ελληνικής Εκκλησίας που παµψηφεί εκλέγεται

αρχιεπίσκοπος). Αυτή η µεγάλη προσωπικότητα που δε ζούσε µήτε για τον εαυτό του, µήτε για

συγγενείς του, µήτε για οποιοδήποτε ανθρώπινο σύστηµα, η ζωή του και το όραµά του ήταν η

Εκκλησία και όλες οι κινήσεις του αποσκοπούσαν για µια ζώσα αποστολική εκκλησία. Κάλεσε και

τον π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο που βρίσκονταν στο Πανεπιστήµιο του Μαρβούργου της Γερµανίας,

να γυρίσει στην Ελλάδα, να βοηθήσει στην ανασυγκρότηση της διοικητικής και πνευµατικής δοµής

της Εκκλησίας, η οποία είχε καταντήσει ένας οργανισµός εξουσίας κοσµικού φρονήµατος, που έδινε

διαταγές, υπέγραΦε έγγραφα, απορροφηµένη στην τυπική γραφειοκρατία, ένας τεράστιος

µηχανισµός σε εξάρθρωση που λειτουργούσε κακέκτυπα µέσα σε πλαίσια του κρατικού

µηχανισµού. Οι επίσκοποι απολάµβαναν τις πρόσκαιρες τιµές, τα µητροπολιτικά λογιστήρια

εισέπρατταν τις εισφορές, παντού επικρατούσε µια µακάρια απραξία (αφήνουµε τα σκάνδαλα) και

κανένα ενδιαφέρον για τον ευαγγελισµό του λαού.

Ο π. Αναστάσιος άκουσε µε ευαισθησία το κάλεσµα του καλού Ποιµένος π. Ιερωνύµου και

επέστρεψε στην Ελλάδα, . Ήταν ένα χρονικό συνοδοιπορίας, παρουσία κάτω από το Σταυρό. Είχε

συγκροτηθεί µια επιτελική οµάδα που κοινοβιακά στην πλειοψηφία ζούσαν εντός της

αρχιεπισκοπής. Τον εφευρετικό και ακούραστο αρχιεπίσκοπο Ιερώνυµο κάθε πρωί, πριν απλώσει ο

ήλιος τις ακτίνες, τον έβρισκαν γονατιστό µπροστά στη µικρή Αγία Τράπεζα του παρεκκλησίου της

αρχιεπισκοπής, να καταθέτει στο θρόνο του Θεού τις ορθρινές προσευχές του. Δεν έδινε “ύπνον

τοις οφθαλµοίς του και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις του” (ψαλµός 131, 4).

Ακολουθούσε το πρωινό και συγχρόνως άκουγε από όλους τους συνεργάτες µε απλότητα

εισηγήσεις και εν συνεχεία έδινε για τον καθένα τις διάφορες κατευθύνσεις και αναχωρούσαν στην

αποστολή που είχε αναλάβει. Η σύναξη και η κατάθεση των πεπραγµένων του καθενός γίνονταν

κάθε µεσηµέρι στο κοινοβιακό µεσηµεριανό γεύµα, όποτε έπαιρναν – όσοι δεν είχαν κάποια άλλη

επείγουσα ενασχόληση – νέες αποστολές!

ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ

ΤΟΥ π. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΩΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

Η αρχιεπισκοπή έγινε πλέον ένα εργαστήρι έµπνευσης και δηµιουργίας, υπό την καθοδήγηση και

το ανύστακτο πνεύµα του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύµου και την ακούραστη στη µεθοδολογία και

εργατικότητα των συνεργατών του, π. Δηµήτριο Τρακατέλη, µετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αµερικής, π.

Αναστάσιο Γιαννουλάτο, µετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αλβανίας, τον π. Ευθύµιο Στύλο, µετέπειτα

επίσκοπο Αχελώου, τον π. Βασίλειο Παναγιωτόπουλο, µετέπειτα επίσκοπο Ευρίπου, για το

γραφείο Τύπου του Ιερωνύµου Α΄, τον π. Νικόδηµο Γκατζηρούλη, µετέπειτα µητροπολίτη Αττικής

και Μεγαρίδος και πολλοί άλλοι. Έτσι δηµιουργήθηκε ένας ολόκληρος στρατός γύρω τους που

άρχισε να εργάζεται εθελοντικά µε ζήλο και µε σύστηµα, δηµιουργώντας τα πρωτόγνωρα και

πρωτότυπα κέντρα εξυπηρέτησης της τρίτης ηλικίας, έργα αλληλεγγύης, κλάδους κατήχησης και

Κηρύγµατος, την αξιοποίηση της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, την Εκκλησιαστική Παιδεία, το

Νοσοκοµείο Κληρικών Ελλάδος, το καλύτερο και το πιο άρτια οργανωµένο στον Ελλαδικό χώρο, το

Ίδρυµα “Σχολή Διακονισσών Αδελφών Νοσοκόµων”, για να επανανδρώσουν το Νοσοκοµείο

τους µε το κατάλληλο προσωπικό. Το πρωτότυπο “Πανορθόδοξο Κέντρο” µε εξοπλισµό

µεταφραστικό πρωτόγνωρο για διεθνή συνέδρια και φιλοξενία µε πάνω από 60 ατοµικούς κοιτώνες.

Τα 64 “Σπίτια Γαλήνης Χριστού” που έβρισκαν στοργή και περίθαλψη 1.640 άτοµα και µε ένα

εθελοντικό προσωπικό 2.024 άτοµα. Η Φιλανθρωπική Δράση ήταν τεράστια µε: α) “Οµάδα

Ελευθέρως διαβιούντων Υπερηλίκων” αποτελούνταν από 410 εθελόντριες κυρίες και


δεσποινίδες σε 82 “Οµάδες” και εξυπηρετούσαν 1.113 ανήµπορα γεροντάκια καθηµερινά, β)

“Όµιλοι Διασπάρτου Γήρατος” που εξυπηρετούσαν 850 υπερήλικους γέροντες, γ) “Κινητές

Μονάδες Περιθάλψεως Κατακοίτων” αποτελούνταν από 30 εθελόντριες εκπαιδευµένες για

“κατ’ οίκον νοσηλεία” και µε εθελοντές γιατρούς πραγµατοποιούσαν νοσηλευτική παροχή σε

εκατοντάδες ασθενείς, δ) “Κίνηµα Αγάπης”, είχε γεµίσει η Αθήνα από τρεις ειδικούς κάδους

(πρωτόγνωρο για κείνη την εποχή) “ανακύκλωσης” που µέσα συλλέγονταν, στο πρώτο άχρηστα

χαρτιά, εφηµερίδες, περιοδικά, στο δεύτερο ρουχισµός, κουρέλια, ρετάλια και ούγιες υφασµάτων

εργοστασίων, στο τρίτο µέταλλα, έπιπλα, ή κ.ά. τα πουλούσαν σε µάνδρες ανακύκλωσης, τα

χρήµατα που εισέπρατταν ήταν δεκάδες εκατοµµύρια δραχµές το χρόνο και διοχετεύονταν για τις

ανάγκες των “Ευαγή Ιδρυµάτων” και δεκάδες ακόµα ιδρύµατα λειτουργούσαν υπό την

αρχιεπισκοπική οικονοµική και πνευµατική αιγίδα του.

Το πρώτο µέληµά του ήταν να τακτοποιήσει το µισθολόγιο και την ασφάλιση των κληρικών που

από την απελευθέρωση του Ελληνικού κράτους «Επί γενεές ολόκληρες οι ιερείς αµείβονταν σε

κάθε είδος. Κάθε πιστός έδιδε µέρος της παραγωγής του στον αντιπρόσωπον του Θεού, για

να ζήσει και αυτός και η οικογένειά του» (“ΕΘΝΟΣ”, 19/1/1959). Στο χρόνο επάνω µε

προσωπικές πιέσεις του Ιερωνύµου προς την Κυβέρνηση, τον Ιούλιο του 1968 δηµοσιεύθηκε ο Α.Ν.

υπ’ αριθ. 469 “περί µισθοδοσίας του εφηµεριακού κλήρου” ισότιµος µε τους δηµοσίους

υπαλλήλους και ισχύει µέχρι σήµερα.

Ο καθηγητής Χρ. Γιανναράς είχε πει κάποτε ότι: Το πνεύµα και οι σχεδιασµοί του αρχιεπισκόπου

Ιερωνύµου Α΄ (Κοτσώνη) είναι 100 χρόνια µπροστά και αυτά µε το χρόνο, τώρα το

αντιλαµβανόµαστε.

Α) Είχε προνοήσει να συµµαζέψει τη διασκορπισµένη, καταπατηµένη και λεηλατηµένη

εκκλησιαστική περιουσία, καταρτίζοντας µε ειδικούς επιτροπές το άγνωστο τότε και σαν όνοµα

ακόµα ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. Παραιτούµενος ο ίδιος και ερχόµενος ο Σεραφείµ, ένα µέρος το

εξαφάνισε (µάλλον το έκαψε) και ένα µέρος βρίσκεται πεταγµένο σε κάποιο υποθηκοφυλακείο της

Ν. Μάκρης. Το Ελληνικό Κράτος µετά από 50 χρόνια αποφάσισε να φτιάξει ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ και

είναι ακόµα ατελείωτο!

Β) Του ήταν µείζον θέµα η Εκκλησιαστική Εκπαίδευση και έπρεπε να ενταχθεί στην αρµοδιότητα

της Εκκλησίας και το πέτυχε µε τον Α.Ν. 876/1971 “Περί υπαγωγής της Δηµόσιας Εκκλ.

Εκπαίδευσης εις την Εκκλησία” είχαν εκτυπωθεί ως αρχή είκοσι δύο (22) εγχειρίδια διδακτικά για

τους µαθητές και διδάσκοντες. Ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείµ που τον διαδέχθηκε, µόλις ανέλαβε, τον

πρώτο µήνα το σταµάτησε: «Η Ιερά Σύνοδος προτείνει – στο υπουργείο Παιδείας – την διακοπήν

της λειτουργίας αυτών… παρακαλούµεν και αύθις όπως, συν τη ενεργεία των δεόντων προς

υλοποίησιν αυτών…» (Αθήνησι τη 16/3/1974)!

Γ) Αµέσως µετά την ενθρόνιση του π. Ιερωνύµου το πρώτο πράγµα που έκανε, ήταν να

επισκεφτεί το “κυβερνείο” της Εκκλησίας, δηλαδή τη διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, το χώρο

που στεγάζονταν η “Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος” βρέθηκε προ εκπλήξεως, δεν

πίστευε στα µάτια αυτά που έβλεπε, άρα ό,τι έγραφε ο Τύπος κατά καιρούς «Οι Σεβασµιωτάτοι

Ιεράρχαι έχουν εκλάβει την Εκκλησίαν ως είδος συνδικαλιστικού Σωµατείου, που δεν

διευθύνεται καν υπό των µελών του, αλλ’ από µίαν οµάδα εργατοπατέρων, οι οποίοι αξιούν

να τους αναγνωρισθή, ότι αυτοί είναι η συνέλευσις και η διοίκησις…» (εφ. “ΕΘΝΟΣ”,

23/1/1960).

Άλλη εφηµερίδα: «Ο Αρχιεπισκοπικός θρόνος των Αθηνών ουσιαστικώς εχήρευεν από του

θανάτου του Μεγάλου Μητροπολίτου, ως ετιτλοφορείτο τότε, Αθηνών, Γερµανού Καλλιγά…

η Εκκλησία έκτοτε παρέµεινεν ουσιαστικά αδιοίκητος… την όλην πολυτάραχον ιστορίαν της

Ελλάδος του πρώτου ηµίσεως και πλέον του τρέχοντος αιώνος» (“ΤΟ ΒΗΜΑ”, 8/1/1962).

Ήταν πολύ λίγα σ’ αυτά που αντίκριζε.

Όλη η διοίκησις της Εκκλησίας αυτοστεγάζονταν στο κτήριο της αρχιεπισκοπής, οι Συνελεύσεις

της Ιεράς Συνόδου και της Ιεραρχίας γίνονταν στοιβαγµένοι σε δύο γραφεία του κτηρίου. Οι

Συνοδικοί Οργανισµοί, Συµβούλια, επιτροπές αριθµούσαν περί τα 25, τα γραφεία ήταν ελάχιστα:


«διατίθεντο µόνον ολίγα τινα δωµάτια, και ταύτα ανεπαρκώς εξοπλισµένα και µε ανεπαρκές

εµβαδόν, ελλείψεως θερµάνσεως κατά τον χειµώνα και ακατάλληλα δι’ εργασίαν, οία

προϋποτίθεται ότι είναι η των Γραφείων Συνοδικών Επιτροπών…» (εκθέσεις πεπραγµένων).

Το προσωπικό του Συνοδικού Γραφείου µε το Ν.Δ. 4562/1966 αποτελούνταν από 15 άτοµα

προσωπικό και έπρεπε αυτοί να εξυπηρετήσουν 25 Συνοδικές Επιτροπές, αδιάκριτα αν είχαν

ειδίκευση στο αντικείµενο. Παρά τις φιλότιµες προσπάθειες ουσιώδεις υποθέσεις έφθαναν και

δεκαετία να εξεταστούν. Ευαισθητοποιήθηκε αµέσως και αναζήτησε τρόπους θεραπείας (η

λεπτοµερής περιγραφή απαιτεί πολύ χώρο και χρόνο, για τούτο τη σµικρύνω στο ελάχιστο).

Επισκεύασε και ενίσχυσε τα υπάρχοντα κτήρια, κατασκεύασε νέα και πρόσθεσε και όροφο σε όλο

το συγκρότηµα της Ιεράς Μονής Πεντέλης, όλο αυτό ήταν µια πολύ µεγάλη οικονοµική δαπάνη,

όπου εδώ πλέον µεταφέρθηκε όλη η Διοίκηση της Μικρής και Μεγάλης Ιεράς Συνόδου, µε όλους

τους Οργανισµούς και τις επιτροπές.

Δε θα ασχοληθούµε µε τον Ο.Δ.Ε.Π. (Οργανισµός Διοικήσεως Εκκλ. Περιουσίας), ούτε µε το

Τ.Α.Κ.Ε. (Ταµείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος), πολλώ µάλλον µε τον “Καταστατικό Χάρτη της

Εκκλησίας”, την “Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη” κ.ά. (περί αυτών είχαµε εκτενώς γράψει στην εφ.

“ΑΓΩΝΑΣ” µε τίτλο: «ΟΙ ΜΑΥΡΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ», “η σφαγή των

12 µητροπολιτών” από το 38 ο µέρος αρ. φύλλου 260/1/2019 έως 58 µέρος αρ. φύλλου

284/2/2021). Θα αναφερθούµε σε δύο από τους τρεις µεγάλους και δύσκολους τοµείς που

ανατέθηκαν από το φωτισµένο Αρχιεπίσκοπο π. Ιερώνυµο Α΄ στον Αρχιµανδρίτη π. Αναστάσιο

Γιαννουλάτο.

Ο πρώτος ήταν η “Αποστολική Διακονία” που µέχρι τα τέλη του 1967 ήταν ένας άρρωστος

Οργανισµός πολυπληθών υπαλλήλων: «οι οποίοι πλην ενός, ήσαν από απόψεως

υπηρεσιακής ατακτοποίητοι… Είχεν περιέλθει εις τόσην ανυποληψίαν ο επιτελικός αυτός

Οργανισµός της εκκλησίας, ώστε καθηγηταί Πανεπιστηµίου και διακεκριµένοι κληρικοί

απεποιούντο και αυτήν ακόµη την Γενικήν Διεύθυνσιν αυτής, προσφεροµένην εις αυτούς

υπό της Ιεράς Συνόδου» (από τα πεπραγµένα).

Για την ιστορική αλήθεια και να µάθει ο πιστός λαός τι συνέβαινε στο µεγαλύτερο αλλά “άρρωστο”

Οργανισµό της Εκκλησίας σ’ αυτό θα αναφερθούµε επιγραµµατικά: α) Τί έλεγε η πρόταση της Ι.

Συνόδου στον Αρχιµ. π. Αυγουστίνο Καντιώτη, αρ. πρωτ. 3107 & Διεκ. 1213/30.11.1962: «…

Πεποίθαµεν, αποβλέποντες εις την µέχρι τούδε επαινετήν και καρποφόρον εργασίαν σας εν

τω αµπελώνι του Κυρίου, ότι µετά ζέσεως και θερµουργού πίστεως θα εργασθήτε προς την

εκπλήρωσιν των σκοπών του σπουδαιοτάτου τούτου Οργανισµού της Εκκλησίας…» (Ο

Αθηνών Χρυσόστοµος) και β) Τί απάντησε ο προταθείς Αρχιµανδρίτης, Αυγουστίνος Καντιώτης:

«Ευσεβεστάτως προάγοµαι να γνωρίσω… Αφού εκφράσω τας βαθείας µου ευχαριστίας

προς τε… ίνα εν πάση ειλικρινεία διατυπώσω τας απόψεις µου επί της Συνοδικής

αποφάσεως» και συνεχίζει στο θέµα: «… η θέσις του Γεν. Δ/ντού, έχοντος συνείδησιν των

ευθυνών απέναντι της Εκκλησίας, θα είναι τραγική. Το κακόν χρονίζη και η σήψις προχωρή

βαθύτερον. Σήµερον ο Γεν. Δ/ντής πρέπει να εισέλθη κρατών χειρουργικήν µαχαίραν και επί

ηµέρας να χειρουργή άνευ οίκτου. Μόνον ούτως υπάρχει ελπίς να σωθή ο βαρύτατα νοσών

Οργανισµός… Ο άγιος Αργολίδος Χρυσόστοµος µε την διακρίνουσαν αυτόν ευφράδειαν σκέψεως,

εξέφερε περί της παρούσης καταστάσεως της Απ. Διακονίας κρίσεις, αι οποίαι, πρέπει να

εµβάλλουν εκ τρόµον πάντα όστις ειλικρινώς πονεί την Αγίαν ηµών Εκκλησίαν. Οσµή θανάτου, είπε

χαρακτηριστικώς αναδίδεται. Και πράγµατι. Σκεπτόµεθα, άγιοι Πατέρες, ότι η µισθοδοσία του

προσωπικού της Απ. Διακονίας, υπερβαίνουσα τας 200.000 δρχ. µηνιαίως, επήρκει δια τον

διορισµόν 100 ιεροκηρύκων, και τις δύναται να βεβαίωση, ότι η Απ. Διακονία προσέφερεν έργον

εσάξιον του έργου, όπερ θα προσέφερον 100 ιεροκήρυκες; Αύτη είναι η επικρατούσα θλιβερά

κατάστασις… (και αναφέρει για κληρικούς που λαµβάνουν πολλαπλούς µισθούς που καταληστεύουν

το ιερό χρήµα και αρκείται να τους χαρακτηρίσει ως έµποροι του χειρίστου είδους). Και ήδη ερωτάται:

Πώς θα δυνηθή ο Γεν. Δ/ντής να διορθώση ταύτην; Εγώ τουλάχιστον αδυνατώ.


Δεν θα ήθελον να κινδυνεύσω να παίξω τον θλιβερόν ρόλον νεκροποµπού ή

νεκροθάπτου ενός επισήµου και τόσον ζωτικής σηµασίας Οργανισµού της Εκκλησίας, του

οποίου η αρχή µε τόσας χρηστάς ελπίδας εχαιρετίσθη…» (“ΧΡ. ΣΠΙΘΑ”, αρ. φ. 255/12/1962).

Λόγω χώρου δε θα συνεχίσουµε µε γραφόµενα και λεγόµενα από τον παραιτηθέντα Γεν. Δ/ντή

του Οργανισµού και καθηγητή Παν. Ανδρέα Φυτράκη, τον προσωρινό τοποθετηθέντα Αχαΐας και

µετά Κορίνθου Παντελεήµονα, ούτε µε τις εισηγήσεις των µητροπολιτών Αργολίδος Χρυσόστοµο,

Ελασσόνος Ιάκωβο, Καστοριάς Δωρόθεο, Πειραιώς Χρυσόστοµο κ.ά. Αλλά µε δύο λέξεις στην

Ιεραρχία τον Ιανουάριο του 1963 που διατύπωσε ο Δηµητριάδος Δαµασκηνός λέγοντας: «…

εχρεωκόπησεν ο οργανισµός και πρέπει να διαλυθή».

Όλη η οργάνωση ήταν διαλυµένη, παντού αδιαφορία, µύριζε µούχλα, το τυπογραφείο ήταν

πεπαλαιωµένο, σε κάποια έκθεση αναφέρει ότι ένα βιβλίο στην αγορά κόστιζε 18 δρχ. και στην

“Αποστολική Διακονία” το τριπλάσιο, δηλαδή 54 δρχ. Ο δε Πειραιώς σε µελέτη που έκανε,

ρωτούσε: «… σαν τα ιδρύµατα της “Αποστολικής Διακονίας”… προσφέρουν αληθώς

υπηρεσίας εις την Εκκλησίαν και εάν πληρούν τον σκοπόν, δι’ ον υπάρχουν».

Γι’ αυτόν το λόγο τα περιοδικά “Εκκλησία” και “Εφηµέριος” τυπώνονταν σε ιδιωτικό

τυπογραφείο, η δε έκδοσις της σειράς των “Ελλήνων Πατέρων” σταµάτησε την έκδοση στον 36 ον

τόµο το Μάιο του 1965. Και το πιο θλιβερό απ’ όλα ήταν, αυτά που αναφέρει στην Έκθεσίν του ο

Επίσκοπος και Γεν. Δ/ντής Αχαΐας Παντελεήµων Καρανικόλας, ότι αναγκάζονταν αρκετές φορές να

κρύβεται σε διάφορα Γραφεία “ίνα µη ατενίση τους πιστωτάς του Οργανισµού”.

Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ

Δεύτερο, ήταν η ιεραποστολή που µέχρι το 1967 ήταν σχεδόν άγνωστη. Η πρώτη προσπάθεια

έγινε το 1960 από τον αρχιµανδρίτη π. Χρυσόστοµο Παπασαραντόπουλο. Αυτός αφού

προσευχήθηκε, πήρε την ευλογία του γέροντα π. Αµφιλόχιου Μακρή από την Πάτµο – τώρα άγιο

της Εκκλησίας – δεν άκουσε τις φωνές ούτε ακόµα και του αρχιεπισκόπου που τούλεγαν που θα

πάει στο άγνωστο, χωρίς γλώσσα, χωρίς εφόδια, µε µια ηλικία περασµένη κοντά στα 60 και µε υγεία

επιβεβαρυµµένη (συνεχείς πονοκεφάλους και πρόβληµα στοµάχου). Αυτός ξεκίνησε και άφησε τον

εαυτό του στα χέρια του Θεού ακολουθώντας την εντολή του Χριστού: «Πορευθέντες µαθητεύσατε

πάντα τα έθνη…» (Ματθ. 28, 19). Περνώντας από τους Αγίους Τόπους, για να προσκυνήσει στα

βήµατα που περπάτησε ο Κύριος και Σωτήρας µας, συνάντησε κατά θεϊκή σύµπτωση τον

Πατριάρχη Αλεξανδρείας Χριστόφορο, πήρε και από εδώ ευλογία και πορεύθηκε στην Ουγκάντα,

προχώρησε Κένυα, Τανζανία και έφθασε στο Κονγκό στο σηµερινό Ζαίρ. Απ΄όπου περνούσε,

κατηχούσε, βάπτιζε, δηµιουργούσε Εκκλησίες και προχωρούσε ωσάν ένας νέος άγιος Κοσµάς

Αιτωλός.

Ήταν 13 Δεκεµβρίου 1972, όταν αποφάσισε από την Κανάγκα, να πάει στο Μπουζµάζι Στη

διαδροµή τον κατεβαλε µια ακατάσχετη ρινορραγία, επιστρέφει στην Κανάγκα, µπήκε στο

νοσοκοµείο, αλλά ήταν πρωτόγνωρες καταστάσεις, την ηµέρα των Χριστουγέννων λειτούργησε µε

πολλή µεγάλη δυσκολία και σε τέσσερις (4) ηµέρες, 29 Δεκεµβρίου 1972, άφησε την ψυχή του στα

χέρια του Κυρίου Του στο νοσοκοµείο. Παπάς δεν υπήρχε να τον κηδεύσει. Οι πρώτοι αφρικανοί

πιστοί της περιοχής που είχε κατηχήσει και βαπτίσει µε την ανεψιά του Όλγα – που άφησε την

εργασία της ως νοσοκόµα του αντικαρκινικού νοσοκοµείου “Άγιας Σάββας” και τον

ακολούθησε ως δεύτερη ιεραπόστολος – τον τίµησαν µε τα δικά τους έθιµα της κηδείας, ντυµένοι

µε τις τοπικές ειδικές ενδυµασίες της Κανάγκας.

Ο µεγάλος θεολόγος της αδελφότητος “ΣΩΤΗΡ” Αθ. Φραγκόπουλος είχε γράψει για την κηδεία:

«Υποδέχθηκαν εις τον Ουρανόν την µακαρίαν ψυχήν του πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων,

για να τον εντάξουν εις την χορείαν των µεγάλων αγωνιστών της πίστεως και αποστόλων

του Ευαγγελίου».

Ένας δεύτερος που πήρε το δρόµο της Ιεραποστολής, ήταν ο π. Αναστάσιος Γιαννουλάτος, ο

οποίος και ως φοιτητής της θεολογίας είχε ανησυχίες για την Ιεραποστολή, γι’ αυτό παρέα µε άλλους

νεαρούς θεολόγους βγαλµένους από την Αδελφότητα “Ζωή” το 1959 ίδρυσαν την Εξωτερική

Ιεραποστολή µε την ονοµασία “Πορευθέντες”. Κυκλοφόρησαν µάλιστα και συνώνυµο περιοδικό,


στο οποίο είχε γράψει τότε: «… Η ιεραποστολική δραστηριότητα δεν είναι απλώς κάτι χρήσιµο

ή κάτι ωραίο, αλλά είναι υποχρέωσή µας» και αρθρογραφούσε µήπως αφυπνίσει συνειδήσεις.

Την επόµενη χρονιά (1960) χειροτονείται διάκονος και µετά τέσσερα χρόνια (24 Μαΐου 1964),

Κυριακή πρωί, στην Αθήνα χειροτονείται πρεσβύτερος, λαµβάνει και το οφίκιο του αρχιµανδρίτου και

το απόγευµα έφυγε για την Ουγκάντα και τέλεσε την πρώτη του Θεία Λειτουργία. Ο µεγάλος πόθος

του γίνεται πραγµατικότητα, όµως, “Άλλαι µεν βουλαί ανθρώπων, άλλα ο Θεός κελεύει”, στο

χρόνο περίπου επάνω προσβλήθηκε από ελονοσία µε έναν πυρετό 40 – ο ίδιος σε συνέντευξη

είπε: - Όλα έδειχναν ότι τελείωνε η ζωή µου, είχα προλάβει να κάνω µια προσευχή, την οποία

θυµάµαι ακόµα. «Θεέ µου, µπορείς να έχεις πολλά παράπονα από εµένα, αλλά προσπάθησα

να σε αγαπήσω». Θα σας έλεγα ότι αυτή είναι η περίληψη και σήµερα… (Αλ. Παπαχελάς, 2017).

Με υποδείξεις των γιατρών επέστρεψε στην Ελλάδα, µετά τη θεραπεία βρέθηκε στη Γερµανία για

µεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Αµβούργου και του Μαρβούργου (1965-1969)

παράλληλα δίδασκε στο Πανεπιστήµιο του Μαρβούργου τη νεοελληνική γλώσσα και φιλολογία από

το 1966-1969, συγχρόνως εξυπηρετούσε και λειτουργικά τους Έλληνες εργάτες και φοιτητές.

Ο Αρχιεπ. Ιερώνυµος Α΄ καλεί π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο

Αναλαµβάνοντας το πηδάλιο της Εκκλησίας ο φωτισµένος και σεµνός αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµος

Α΄ (Κοτσώνης) το 1967, το κλίµα άλλαξε µονοµιάς, από την πρώτη στιγµή, που πάτησε το πόδι του

στα γραφεία της Ιεράς Συνόδου και άρχισε να ερευνά τα περασµένα πεπραγµένα, βρέθηκε σε ένα

υποτυπώδη Γραφείο Εξωτερικής Ιεραποστολής µε κάποιους ασυντόνιστους “Ιεραποστόλους” που

κινούνταν µόνοι τους ή ενισχύονταν οικονοµικά από κάποιους ιδιωτικούς Συλλόγους και απ’ αυτούς

κατευθύνονταν.

Αυτό τον προβληµάτισε και έβαλε σε ενέργεια ένα προπαρασκευαστικό σχέδιο για τη σωστή

λειτουργία του µεγάλου έργου της Εξωτερικής Ιεραποστολής, ώστε να γνωρίσουν τον Ορθόδοξο

Ευαγγελισµό «οι εν σκιά θανάτου καθήµενοι αδελφοί ηµών».

Το ξεκίνηµα έγινε µε την ετήσια “Εβδοµάδα Εξωτερικής Ιεραποστολής” και από την πρώτη

στιγµή η ανταπόκριση του κόσµου και ιδιαίτερα των νέων ήταν συγκινητική.

Η όλη οργάνωση της Εξωτερικής Ιεραποστολής ήταν γρήγορη, δηµιουργήθηκαν:

α) “Κέντρον Ιεραποστολικών Σπουδών” για κάποια εκπαίδευση στο έργο της Ιεραποστολής.

β) Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου λειτούργησε ειδικό τµήµα στο Παν. Αθηνών εκπαίδευσης

Ιεραποστόλων.

γ) Δηµιουργήθηκε Οικοτροφείο για σπουδαστές Ιεραποστόλους µε δαπάνες εξ ολοκλήρου της

Εκκλησίας.

δ) Άµεσος ήταν η εκτύπωση βιβλίων σε όλες τις τοπικές γλώσσες και διαλέκτους, όπου υπήρχαν

Ορθόδοξοι ιθαγενείς για τις λειτουργικές ανάγκες καθώς και από Εκκλησιαστική ιστορία, κατήχηση,

πνευµατική και Δογµατική ζωή της Εκκλησίας.

ε) Αγοράστηκαν σε ποσότητες εκκλησιαστικά είδη (δισκοπότηρα, κολυµβήθρες, καµπάνες,

σταυροί αγιασµού, άµφια, ράσα …) για τις ανάγκες, όπου υπήρχε Ορθόδοξη παρουσία.

στ) Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου συγκροτείται Συνοδική επιτροπή µε Πρόεδρο το µητροπολίτη

Αττικής & Μεγαρίδος π. Νικόδηµο Γκατζιρούλη για τη βοήθεια σε εµπόλεµους λαούς και ιδιαίτερα

στην Μπιάφρα της Νιγηρίας, όπου πέθαιναν χιλιάδες σκελετωµένα παιδιά από ασιτία καθηµερινά

στους δρόµους. Υπολογίζονταν ότι 6.000 άνθρωποι πέθαιναν την ηµέρα.

Η Ιεραποστολή ανταποκρίθηκε µε 1.620.598 δρχ., φάρµακα αξίας 180.000 δρχ., µε 300.000

κονσέρβες αξίας 3,5 εκατ. δρχ. και τόνους µε διάφορα άλλα τρόφιµα.

Το ίδιο έγινε µε τους πληµµυροπαθείς της Μοζαµβίκης, του Πακιστάν, της Ρουµανίας κ.ά., µε

χιλιάδες κιβώτια από τρόφιµα, ιµατισµό και κλινοσκεπάσµατα, οι βοήθειες αυτές της Ελλαδικής

Εκκλησίας εκτιµήθηκαν τότε ως οι σηµαντικότερες από τις βοήθειες ολόκληρων κρατών και µάλιστα

πλουσιοτάτων.

Δε θα αναφερθούµε στο µεγάλο “αιµοδότη” των Ορθοδόξων Εκκλησιών του Ανατολικού

(Κοµµουνιστικού) µπλοκ, σε Ιερά σκεύη, εικόνες, άµφια… αλλά και οικονοµικά στην εποχή που όλα

εκεί “τα σκίαζε η φοβέρα…”.


Υπάρχουν ακόµα αρκετές δραστηριότητες που η χαρισµατική έµπνευση του π. Ιερωνύµου Α΄

σχεδίαζε και υλοποιούσε, αλλά σταµατούµε εδώ.

Αυτόν τον πολυσήµαντο οργανισµό, το ανύσταχτο και ανήσυχο πνεύµα του Αρχιεπισκόπου

Ιερωνύµου, θέλησε να τον επανδρώσει µε κατάλληλους ανθρώπους, διότι έβλεπε σε απόσταση

χώρου και σε διάσταση χρόνου, το “σήµερα” και το “αύριο” της Εκκλησίας. Το χαρισµατικό µάτι του

έβλεπε γόνιµα, κατάρτιζε προγράµµατα και άνοιγε δρόµους, που ίσαµε τότε ήταν άγνωστα.

Ήταν βέβαιος ότι ο µόνος κατάλληλος άνθρωπος που µπορούσε να αντιµετωπίσει τις ανάγκες της

Εξωτερικής Ιεραποστολής ήταν ο π. Αναστάσιος Γιαννουλάτος και τον κάλεσε να επιστρέψει στην

Ελλάδα, ενώ έκανε µεταπτυχιακά και παράλληλα, δίδασκε σε Πανεπιστήµιο στη Γερµανία και ο

οποίος είχε “µαθητεύσει” ως Ιεραπόστολος, για κάποιο διάστηµα τον γνώριζε – παρότι είχαν µια

διαφορά ηλικίας 25ετία – από τις διάφορες πνευµατικές εργασίες µέσα σε τοµείς της Αδελφότητας

“ΖΩΗ”, πρώτα ως λαϊκός θεολόγος και µετά ως κληρικός.

Ο π. Αναστάσιος στην αρχή αρνήθηκε – όπως αναφερθήκαµε – µετά δέχθηκε και επέστρεψε

αναλαµβάνοντας πρώτα τον τοµέα της Εξωτερικής Ιεραποστολής και του ανατέθηκε να διευθύνει

αυτόν το νευραλγικό Οργανισµό, διότι ο π. Αναστάσιος γνώριζε και βίωσε µε προσωπική εµπειρία

την Ιεραποστολή.

Μια καινούργια περίοδος ξεκίνησε, σήµανε προσκλητήριο, νέοι άνθρωποι αλλά και φορείς της

Ιεροσύνης ανταποκρίθηκαν στο κάλεσµα, να προσφέρουν στην Ιεραποστολή. Ο κήπος άρχισε να

πρασινίζει, να ανθίζει και άρχισαν να έρχονται τα ευχάριστα νέα.

Καθοριστικό σηµείο που σηµάδεψε την όλη πορεία, ήταν η απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 9 ης

Φεβρουαρίου 1970 και µε εισήγηση της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών να

λειτουργήσει το “Κέντρον Σπουδών Ορθοδόξου Μαρτυρίας” και Διευθυντής διορίστηκε ο π.

Αναστάσιος Γιαννουλάτος, µε Αναπληρωτή τον Υφηγητή του Πανεπιστηµίου Αθηνών κ. Ηλία

Βουλγαράκη και στον πνευµατικό και οικονοµικό τοµέα τον Αρχιµανδρίτη Αντώνιο Ρωµαίο, µε

γραµµατέα τη δίδα Ελένη Γκανούρη.

Στα τέλη του 1970 ο καθ. Πανεπιστηµίου κ. Ευάγγελος Θεοδώρου παραιτήθηκε από Γενικός

Διευθυντής της “Αποστολικής Διακονίας” που είχε διοριστεί µε την ανάληψη της Αρχιεπισκοπής

του π. Ιερωνύµου. Αυτός ο επιτελικός Οργανισµός για χρόνια ήταν ακέφαλος, επειδή λειτουργούσε

ως µπάχαλο και κανείς δεν τον αναλάµβανε. Στα τρία χρόνια χρηστής διαχείρισης υπό τη διεύθυνση

κ. Θεοδώρου από ελλειµµατικός εκατοµµυρίων έγινε πλεονασµατικός.

Ο κ. Ευαγ. Θεοδώρου, εκλέχτηκε ως τακτικός καθηγητής του Πανεπιστηµίου Αθηνών, αλλά

λόγω των πανεπιστηµιακών υποχρεώσεών του αναγκάστηκε να παραιτηθεί.

Έµεινε για λίγο χρονικό διάστηµα και πάλι ακέφαλος, οπότε ο σοφός Πρωθιεράρχης Ιερώνυµος Α΄

που από την πρώτη στιγµή στο αρχιεπισκοπικό τιµόνι της Εκκλησίας, στέκονταν άγρυπνος και

αεικίνητος, παραδοµένος στην οδηγία του Παναγίου Πνεύµατος, επιστράτευσε και πάλι τον

οραµατιστή και ανήσυχο π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο ως Γενικό Διευθυντή της “Αποστολικής

Διακονίας”. Ο διορισµός του θα επηρεάσει αποφασιστικά την περαιτέρω καλή πορεία της

Οργάνωσης που λειτουργούσε ως τροφοδότης σε όλους τους τοµείς και µετά την ψήφιση του υπ’

αριθ. 3 Κανονισµού «Περί της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος» που

υπήχθησαν υπό τη δικαιοδοσία του: Η Ποιµαντική Οργάνωση, η Εξοµολόγηση, Συµπαράσταση των

Ναυτιλλοµένων, η Έκδοση του “Ηµερολογίου” της Εκκλησίας και όλων των Λειτουργικών

Εκδόσεων, Ίδρυση Μουσείου, Εκκλησιαστική Παιδεία, Εκπαίδευση του Ιερού Κλήρου, Σχολή

Κοινωνικών Λειτουργών – Διακονισσών, Διορθόδοξες και Διαχριστιανικές Σχέσεις, Εξωτερική

Ιεραποστολή, Απόδηµος Ελληνισµός, Θρησκευτική Διαφώτηση, Τυπογραφείο, Βιβλιοπωλείο Χριστ.

Αγωγή της Νεολαίας (Κατηχητικά, των σπουδαστών των Ανωτάτων Σχολών, Εργαζοµένης και

Στρατευοµένης Νεολαίας), του Τύπου και των Οπτικοακουστικών µέσων κ.ά.

“Άπαντα τα ανωτέρω µνηµονευθέντα, ευρίσκονται υπό τη διοικητική και οργανωτική ευθύνη της

Γενικής Διευθύνσεως της Αποστολικής Διακονίας, που από του παρελθόντος Οκτωβρίου διωρίσθη

υπό της Ιεράς Συνόδου, ο καθηγητής του Πανεπ. Αθηνών επίσκοπος Ανδρούσης, Θεοφιλέστατος κ.

Αναστάσιος, ο οποίος µετ’ επιµελείας και επιστήµης πολλής συνεχίζει την καλύτερη οργάνωση και


την πνευµατική αναθεµελίωση του επιτελικού τούτου συγκροτήµατος της Εκκλησίας” (“ΠΕΡΙ ΤΩΝ

ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΩΝ ΤΗΣ Δ.Ι.Σ.” – “ΕΙΣ ΤΟ ΠΗΔΑΛΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ”, σελ. 141-143).

Το ανήσυχο πνεύµα του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύµου Α΄ που δεν επέτρεπε “νυσταγµό τοις

βλεφάροις του”, λαµπαδοδροµούσε εκκλησιαστικές δράσεις, οσοδήποτε επίπονα και δαπανηρά

και αν ήταν και τα µεταποιούσε σε πραγµατικότητα. Ένα τέτοιο µεγαλεπήβολο σχέδιο ήταν η

δηµιουργία του “Διορθόδοξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος”, ένα εντελώς πρωτότυπο

για την ελληνική πραγµατικότητα, ήταν ένας εκκλησιαστικός και οικοδοµικός άθλος. Στήθηκε στον

αύλειο χώρο της Μονής Πεντέλης, σχεδιάστηκε και θεµελιώθηκε στις 3 Μαΐου 1969 και

ολοκληρώθηκε µε εγκαίνια στις 25 Απριλίου 1971, όλοι αυτοί που ήρθαν στα εγκαίνια, έµειναν

άναυδοι για το επιβλητικό αυτό οικοδόµηµα και µε τον πολύ υψηλών προδιαγραφών [από

µεταφραστικό, ακουστικό, µηχανολογικό, χώροι διαµονής (60 µονόκλινα διαµερίσµατα), βιβλιοθήκες

µε αίθουσες αναγνώσεως, εστιατόρια, καφέ, αίθουσα ενηµέρωσης…] Όραµα του Ιερώνυµου ήταν

να γίνει κέντρο συναντήσεων Ορθοδόξων παραγόντων από όλο τον κόσµο, µε συνέδρια θεολογικά

και ποιµαντικά και να φιλοξενούνται εντός προσκεκληµένοι από την Ελληνική και οποιαδήποτε άλλη

Ορθόδοξη χώρα.

Όλοι επαίνεσαν τότε τον Αρχιεπίσκοπο γι’ αυτήν την αξιοθαύµαστη πρωτοβουλία και την

εµπνευσµένη του ενέργεια. Οι µόνοι που αντέδρασαν και υπέβαλαν αντιρρήσεις ήταν οι του

Οικουµενικού Πατριαρχείου, µε το διολισθέν επιχείρηµα ότι µόνο το Οικουµενικό Πατριαρχείο έχει

τέτοιο δικαίωµα, να αναπτύσσει πρωτοβουλίες σε κλίµα διορθόδοξο, όλες οι άλλες Ορθόδοξες

Εκκλησίες δεν έχουν τέτοιο δικαίωµα και πρέπει να περιορίζονται µόνο στην τοπική τους Εκκλησία.

Αυτό είχε ως αποτέλεσµα τη διατάραξη των αδελφικών σχέσεων µεταξύ των δύο Εκκλησιών,

κλόνισε τη µεταξύ των εµπιστοσύνη και µπήκε ένα µικρό ανάχωµα στις διαβάσεις αγάπης που

υπήρχαν. Αυτό ήταν η αρχή για τις περαιτέρω σχέσεις τους!

Σ’ αυτό το Διακονικό Κέντρο εµπιστεύτηκε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµος Α΄ για Τρίτη φορά και σε

τρίτο τοµέα ευθύνης συγχρόνως και πάλι τον Αρχιµανδρίτη π. Αναστάσιο Γιαννουλάτο, ένα

άνθρωπο µε καρδιά φορτισµένη µε αγάπη του Θεού, µε βίο κρυστάλλινο, µε χέρια έντιµα και

καθαρά που θα µπορούσε να µετρήσει και αξιοποιήσει µε φόβο Κυρίου την παραµικρή ευκαιρία.

Εκτός όλων των παραπάνω, ήταν πολύγλωσσος, επιστηµονικά και θεολογικά, πλήρης

καταρτισµένος και γνώστης των θρησκειών του κόσµου που θα µπορούσε να διαλεχθεί µε

οποιοδήποτε και για ο,τιδήποτε.

 Εφημεριδα ΑΓΩΝΑΣ ΛΑΡΙΣΑΣ, Τριανταφυλλος Τασιοπουλος.

10 σχόλια:

  1. Για τις οικουμενιστικές του δραστηριότητες δεν θα πείτε τίποτα;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ...μπά... Οι ορθοδοξότατοι Τσουλογιάννης, Τασιόπουλος και ΣΙΑ είναι κι αυτοί με το ΠΣΕ, οπότε να πουν τι?...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Τι λες ανωνυμε; Σε ποιο ΠΣΕ ειναι οι αποτειχισμενοι; Εσυ ποιος εισαι; Που ανηκεις; Εισαι μεσα στην Αιρεσι σιγουρα γιατι μονο τετοιοι τολμουν και μας βαζουν στο στομα τους και να μας συκοφαντουν. Και ο Τσολογιαννης και ο Τασιοπουλος αρνουνται το ΠΣΕ το Παναιρετικο συμβουλιο των Αιρεσεων και δεν εχουν καμμια σχεσι. Εσυ ο σουπερ ορθοδοξος δεν μας ές το ονομα σου, τοσο ακριβο ειναι;

      Διαγραφή
    2. (Ποιός Έλλην Αρχιεπίσκοπος ήταν μέλος της Κ.Ε. του ΠΣΕ;... O Tίκας; Μπα... Ο Παρασκευαϊδης; Μπα... Ο Λιάπης; Μπα... Ε, τότε ποιός;..)

      ...απ΄ τη μία "...αρνούνται το ΠΣΕ..." (oι Κύριοι Τσολογιάννης και Τασιόπουλος...) κι απ΄ την άλλη λιβανίζουν (!) ανώτατα στελέχη του ...ΠΣΕ (όπως ο Ιερων. Κοστώνης [ήταν και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΣΕ - τι; ...όχι;...] , Αναστ. Γιαννουλάτος (Προεδρεύων του ΠΣΕ επί μισό αιώνα - τι; ... όχι;..); Και καλά ο Τασόπουλος, ζεί στις φαντασιώσεις του - που γίνονται boomerang ... Εσείς κ. Τσολογιάννη αφού τα ξέρετε γιατί τους λιβανίζετε;... ( Scripta manent...)

      Διαγραφή
    3. Koιταξε ανδριοπουλε η Εκκλησια της Ελλαδος ηταν μελος του ΠΣΕ απο τοτε που δημιουργηθηκε το ΠΣΕ και ηταν ολοι οι αρχιεπισκοποι στο ΠΣΕ, ακομα και ο Αντιλατινος Χρυσοστομος Χατζησταυρου και ο διαδοχος του Ιερωνυμος Κοτσωνης. Και τι θελεις να μας πεις αλλο ψεμμα; Ο Τασιοπουλος δεν γραφει φαντασιωσεις αλλα αληθειες και μονο αληθειες που συντριβουν ολους τους διαβολικους ανθρωπους που υπηρετουν τον Διαβολο πιστα. Ο Κοτσωνης ανδρεοπουλε ηταν αγιος αρχιεπισκοπος και αφησε εποχη εναρετου και πιστου αρχιεπισκοπου που ολοι οι μαζι οι μετεπειτα δεν πιανουν δεκαρα μπροστα του. Δυστυχως ενα μεγαλο διαστημα δεν ημουνα μαζι του δυστυχεστατα. Ο Θεος να με συγχωρησει,

      Διαγραφή
  3. Οποιαδήποτε κριτική σε πρόσωπο είναι εποικοδομητική όταν συμπεριλαμβάνει στοιχεία θετικής αντιπροσφοράς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ο οικουμενισμός είναι από τα πιο καίριο ζητήματα, για την εκτίμηση ενός εκκλησιαστικού άνδρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου