ΜΕΡΟΣ -Α
Της Ολυμπίας
«Τήν ἀμοιβή, λοιπόν, τήν ἀντάξια πρός τό μεγάλο ἐνδιαφέρον σας, νά τήν
περιμένετε ἀπό
τό Χριστό, πού σήμερα γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Σέ ὅλους
ἐμᾶς
τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἶναι πλέον γνωστό ὅτι ἀρχικά
ἡ ἑορτή
τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζονταν
τήν 6η Ἰανουαρίου,
τήν ἴδια ἡμέρα
μαζί μέ τά Ἅγια
Θεοφάνεια, ἀλλά
γιά πολλούς ἀπό
ἐμᾶς
δέν εἶναι πολύ γνωστό τό ἀκριβές ἱστορικό αὐτῆς
τῆς ἐκκλησιαστικῆς καθιέρωσης τῆς ἑορτῆς τῶν
Χριστουγέννων.
Πρώτη ἡ
Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, λίγο πρίν τό 336
μ.Χ. διαχώρισε αὐτές
τίς δύο Δεσποτικές ἑορτές
μεταξύ τους καί τότε καθιέρωσε τά Χριστούγεννα νά ἑορτάζονται τήν 25η
Δεκεμβρίου.
Ἡ
25η Δεκεμβρίου ὡς
ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καί ὡς μία πλέον ξεχωριστή ἑορτή ἀπό
τά Θεοφάνεια, δέν ἐπικράτησε
ἀμέσως σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο, ἀλλά τό ξεκίνημά της ἀπό τήν Ρώμη ἀμέσως μετά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἡ τελική καθολική ἀποδοχή της μετά τήν Γ΄ Οἰκουμενική, ὁδήγησε πρός αὐτή τήν κατεύθυνση.
Ἡ
ἐκκλησιαστική καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν
Χριστουγέννων προηγήθηκε χρονικά αὐτῆς τῆς
ἀντίστοιχης παγανιστικῆς ἡμέρας
τοῦ εἰδωλολατρικοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ «Ἡλίου», ἡ ὁποία
τοποθετήθηκε κατά τήν 25η Δεκεμβρίου ἐνδεχομένως
ἀπό τόν Ἰουλιανό τόν Παραβάτη περί τό 362
μ.Χ., στή θέση τῆς
παλαιότερης ἑορτῆς τῆς «γεννήσεως
τοῦ
Ἀνικήτου»,
πού ὅμως δέν ἦταν ὁ
ἥλιος.
Ἑπομένως
ἡ Ἐκκλησία
δέν ἀντέγραψε καμία προηγούμενη
παγανιστική ἑορτή,
πολύ περισσότερο μία ἑορτή
ἥσσονος σημασίας ὡς πρός τίς ἄλλες ἡλιακές
ἑορτές, ὅπως αὐτήν
τοῦ «Ἡλίου».
Τό πιό πιθανό εἶναι
νά συνέβη τό ἀντίθετο,
δεδομένης αὐτῆς τῆς
ἀνταγωνιστικῆς διάθεσης τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ
Παραβάτη ἔναντι
τῆς Ἐκκλησίας
τοῦ Χριστοῦ καί τῆς προσπάθειάς του νά τήν ἐξαλείψει.
Ἔτσι
αὐτός ὁ
διαχωρισμός τῆς
ἑορτῆς
τῶν Χριστουγέννων ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, ὅσο καί ἡ ἐπιλογή
τῆς 25ης Δεκεμβρίου ὡς ἡμέρας
ἑορτασμοῦ τῶν
Χριστουγέννων, ἔγιναν
γιά πραγματικούς ἐκκλησιαστικούς
λόγους ἀπό Ἁγίους
Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας καί ὄχι γιά λόγους ἀντιγραφῆς ἤ
ἀνταγωνισμοῦ παγανιστικῶν προτύπων.
Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Χρυσόστομος στήν ἑρμηνεία τοῦ λόγου του γιά αὐτή τήν ἁγία ἡμέρα
τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δίνει μία πραγματική μαρτυρία ὅτι ἡ
Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἐγνώριζε χάρη στά ἀρχεῖα
της, ὡς πρωτεύουσας, τήν ἀκριβῆ
ἡμερομηνία τῆς ἀπογραφῆς τοῦ
Καίσαρος Αὐγούστου,
ὅταν ἐγεννήθη
ὁ Χριστός.
– «Ἐγένετο δέ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε δόγμα παρά Καίσαρος
Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι πᾶσαν τήν οἰκουμένην. Αὕτη ἡ ἀπογραφή πρώτη ἐγένετο ἡγεμονεύοντος τῆς Συρίας Κυρηνίου.
Καί ἐπορεύοντο
πάντες ἀπογράφεσθαι,
ἕκαστος εἰς τήν ἰδίαν πόλιν» (Λουκ. 2,
1-3).
Ὁ
Χρυσορρήμων Ἅγιος
Ἰωάννης ἀναπτύσσει ἐπιπλέον ὡς τεκμήριο καί τά βιβλικά γεγονότα ἀπό τόν εὐαγγελισμό τοῦ Ζαχαρία μέχρι τή Γέννηση τοῦ Κυρίου.
Τό παρακάτω κείμενο, ἐν
συντομία περιγράφει ἀλλά
καί μέ ἀκρίβεια αὐτόν τόν βιβλικόν προσδιορισμό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, ἔχοντας ὡς ὁδηγό
τόν Ἅγιο Ἰωάννη
τόν Χρυσόστομο.
Βιβλική ἐξέταση τοῦ θέματος
“Τά γεγονότα τά ὁποῖα βιβλικῶς μᾶς καθοδηγοῦν στόν προσδιορισμό τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου εἶναι τά ἑξῆς: (1)
Ἡ
ἱερατική ὑπηρεσία τοῦ Ζαχαρία, πατρός τοῦ Προδρόμου, στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων (τοῦ Ἡρώδη), κατά τήν ὁποία ὁ Ζαχαρίας ἔλαβε τόν χρηματισμό τῆς Συλλήψεως τοῦ Προδρόμου· ἀμέσως μετά ἐκείνη τήν ὑπηρεσία του συνέλαβε ἐξ αὐτοῦ ἡ ἁγία Ἐλισσάβετ.
Τό σημεῖο αὐτό εἶναι κομβικό στήν ὅλη διαπραγμάτευση,
διότι τό Εὐαγγέλιο
μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου ἔλαβε χώρα τόν ἕκτο μῆνα ἀπό τή Σύλληψη τοῦ Προδρόμου.
Ὁ
Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου, δηλαδή ἡ ἐξ Ἁγίου Πνεύματος Σύλληψη
τοῦ
Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, κατά τόν ἕκτο μῆνα τῆς Συλλήψεως τοῦ Προδρόμου ἀπό τήν Ἐλισσάβετ (Λουκ. 1,
26).
Ἡ
μετά ἀπό
ἐννέα μῆνες Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ἀκολουθία τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καθώς
ὁ Χριστός ἦταν τέλειος, κατά
πάντα, ἄνθρωπος,
καθώς καί ἐμεῖς, «πλήν ἁμαρτίας».
Μέ περισσότερες λεπτομέρειες,
διερχόμαστε ἀπό
τά ἑξῆς ἑρμηνευτικά σημεῖα:
Ἡ
διήγηση τοῦ
Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ γιά τόν εὐαγγελισμό τοῦ Ζαχαρία στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του (Κεφ.1,
1-25) μπορεῖ,
κατά τόν ἱερό
Χρυσόστομο, νά μᾶς
δώσει τόν προσδιορισμό τῆς
ἑορτῆς ἐκείνης κατά τήν ὁποίαν ἔγινε ὁ εὐαγγελισμός τοῦ Ζαχαρία, ὅταν ὁ Ἄγγελος τοῦ διεμήνυσε τή λύση τῆς στειρώσεως τῆς Ἐλισσάβετ καί τή σύλληψη
τοῦ
Προδρόμου:
– «Ἐγένετο δέ ἐν τῷ ἱερατεύειν αὐτόν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ, κατά τό ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθών εἰς τόν ναόν τοῦ Κυρίου… Ὤφθη δέ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστώς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος» (Λουκ.
1, 8-11).
Παρακάτω, μαρτυρεῖται ὅτι ὁ λαός δέν ἐγνώριζε τήν αἰτία τῆς καθυστερήσεως τοῦ Ζαχαρία στόν Ναό, κατά
τήν ὥρα
δηλονότι τῆς
συνομιλίας του μέ τόν Ἀρχάγγελο
Γαβριήλ: «καί ἦν ὁ λαός προσδοκῶν τόν Ζαχαρίαν, καί ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτόν ἐν τῷ ναῷ» (Λουκ.
1, 21).
Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξάγει ἀπό τή μαρτυρία τοῦ Κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου τά στοιχεῖα πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά νά ἀποδείξει ποιά ἑορτή ἦταν αὐτή κατά τήν ὁποία ἔγινε ἡ ἀναγγελία τῆς συλλήψεως τοῦ Ἰωάννου, υἱοῦ τοῦ Ζαχαρία.
Ἔτσι,
θά εἶναι
γνωστό ποιός ἦταν
ὁ «ἕκτος μήνας» τῆς Ἐλισσάβετ, ὅταν συνέλαβε ἐξ Ἁγίου Πνεύματος ἡ Θεοτόκος.
– «Ἀπό ποῦ λοιπόν θά μάθουμε,
ποιός ἦταν
ὁ ἕκτος μήνας τῆς κυήσεως τῆς Ἐλισσάβετ; Ἄν μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας κατά τόν ὁποῖον ἄρχισε νά κυοφορεῖ. Ἀλλά ἀπό ποῦ θά μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας κατά τόν ὁποῖον συνέλαβε; Ἄν μάθουμε σέ ποιό
διάστημα ἔλαβε
τόν εὐαγγελισμό
ὁ Ζαχαρίας ὁ ἄνδρας της».
Ἡ
ἑρμηνεία τῶν λεγομένων τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ Κατά Λουκᾶν ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο,
φαίνεται νά προσκρούει σέ ἑρμηνευτικές δυσκολίες, τίς ὁποῖες ὅμως ὁ Χρυσορρήμων ἐπιλύει ἐπιτυχῶς, ἡ δέ ὑπόλοιπη ἑρμηνευτική φαίνεται νά
συναινεῖ.
Ἡ
ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὅπως τήν ἀναπτύσσει στόν λόγο
του «Εἰς
τήν γενέθλιον ἡμέραν
τοῦ
Σωτῆρος
ἡμῶν Χριστοῦ»,
θεμελιώνεται σέ τρεῖς
σημαντικές πληροφορίες:
α) Στήν
ἀναφορά τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος στό
ὡς ἄνω εὐαγγελικό κείμενο,
β) Στή μή
ὀπτική
ἐπαφή
καί μή φυσική ἐγγύτητα
τοῦ
λαοῦ μέ
τόν χρονίσαντα ἐντός
τοῦ
Ναοῦ
ἱερέα Ζαχαρία.
Καί γ΄ στό ὅτι ὁ Ζαχαρίας ἦταν μόνος του ἐντός τοῦ Ναοῦ, ἐξ οὗ και ἀναφέρεται ὅτι τόν προσέμενε ὁ λαός.
Βάσει αὐτῶν ὁ ἱερός Χρυσόστομος θεωρεῖ δεδομένον ὅτι ὁ Ζαχαρίας εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ νομικοῦ Ναοῦ.
Μέ τήν προϋπόθεση αὐτή, ἐρευνᾶ ὁ Χρυσορρήμων ἐν συνεχείᾳ ποιά ἦταν ἡ λειτουργική συνάφεια
στήν ὁποία
ὁ Ἀρχιερεύς εἰσόδευε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων· γράφει:
– «Ἄν λοιπόν ἀποδειχθεῖ σαφῶς ἀπό τίς Γραφές, ὅτι ὁ Ἀρχιερεύς εἰσερχόταν μόνο μία φορά
στά Ἅγια
τῶν
Ἁγίων καί
μόνος του καί πότε καί σέ ποιόν μῆνα τοῦ χρόνου εἰσέρχεται αὐτήν τή μία φορά, θά εἶναι εὔδηλος ὁ καιρός κατά τόν ὁποῖον ἔλαβε τόν εὐαγγελισμό· καί ὅταν γίνει αὐτό φανερό, θά εἶναι σέ ὅλους γνωστή καί ἡ ἀρχή τῆς συλλήψεως» τοῦ Προδρόμου ἀπό τή μητέρα του Ἐλισσάβετ”.
Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Χρυσόστομος, στήν ὁμιλία του γιά αὐτή τήν ἐκκλησιαστική καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν
Χριστουγέννων, γράφει τά ἑξῆς: «Ἀπό καιρό κι’ ἐγώ ἐπιθυμοῦσα νά μάθω γιά τήν ἡμέρα αὐτή (τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ). Καί ὄχι νά τή μάθω μόνο ἐγώ, ἀλλά μαζί μέ πολλούς ἀνθρώπους. (2)
Καί εὐχόμουν πάντοτε νά εἶναι τόσο γεμάτος ὁ τόπος τῆς συγκεντρώσεως, ὅπως τόν βλέπουμε νά εἶναι αὐτή τή στιγμή.
Ἡ
ἐπιθυμία μου, λοιπόν, ἐκπληρώθηκε καί
πραγματοποιήθηκε.
Καί ἐνῶ δέν πέρασαν οὔτε δέκα χρόνια ἀπό τότε πού
πληροφορηθήκαμε καί ἔγινε
γνωστή σ᾿
ἐμᾶς ἡ ἡμέρα αὐτή, ὅμως ἔγινε μέ τό δικό σας ζῆλο τόσο σπουδαία, σάν
νά μᾶς
παραδόθηκε ἀπό
τό Θεό πρίν ἀπό
πολλά χρόνια.
Γι’ αὐτό καί δέν θά ἔσφαλε κανείς ἄν τήν ὀνόμαζε καί νέα καί παλαιά μαζί.
Νέα, γιατί πρίν ἀπό λίγο τή γνωρίσαμε,
παλαιά καί ἀρχαία,
γιατί ἔγινε
γρήγορα συνομήλικη μέ τίς πιό παλαιές, κι’ ἔφτασε στήν ἴδια ἡλικία μ᾿ ἐκεῖνες.
Ὅπως,
δηλαδή, τά χυμώδη καί καρποφόρα φυτά ἀναπτύσσονται καί καρποφοροῦν σέ πολύ μικρό χρονικό
διάστημα ἀπ᾿ τή στιγμή πού θά
φυτευθοῦν,
ἔτσι καί ἡ ἡμέρα (ἡ ἑορτή) αὐτή, πού ἦταν γνωστή στούς
Χριστιανούς τῆς
Δύσης ἀπό
παλαιά, καί σέ μᾶς
ἔγινε γνωστή τώρα κι’ ὄχι πρίν ἀπό πολλά χρόνια, τόσο
γρήγορα διαδόθηκε καί καρποφόρησε, ὅσο μπορεῖτε νά δεῖτε τώρα, πού γέμισε ὁ αὐλόγυρος καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀσφυκτικά γεμάτη ἀπό τό πλῆθος τῶν
συγκεντρωθέντων.
Τήν ἀμοιβή, λοιπόν, τήν ἀντάξια πρός τό μεγάλο ἐνδιαφέρον σας, νά τήν
περιμένετε ἀπό
τό Χριστό, πού σήμερα γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος.
Ἐκεῖνος θά σᾶς ἀμείψει ὁπωσδήποτε γιά τήν
προθυμία σας αὐτή.
Γιατί ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον σας γιά τούτη
τήν (ἑόρτιο)
ἡμέρα εἶναι πολύ μεγάλη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης πού νιώθετε γιά
τόν γεννηθέντα (Χριστό).
Ἄν
πρέπει ὅμως
κι’ ἐμεῖς οἱ συνάνθρωποί σας κάτι
νά προσφέρουμε, θά προσφέρουμε ὅ,τι μποροῦμε, ἤ μᾶλλον ὅσα ἐπιτρέψει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νά ποῦμε γιά τή δική σας ὠφέλεια.
– Τί ἐπιθυμεῖτε λοιπόν ν᾿ ἀκούσετε σήμερα;
Μά τί ἄλλο παρά γιά τήν ἡμέρα αὐτή πού ἑορτάζουμε. Γιατί
γνωρίζω καλά, ὅτι
ἀκόμη καί σήμερα πολλοί
λογομαχοῦν
μεταξύ τους, καί ἄλλοι
μέν κατακρίνουν, ἄλλοι
δέ ὑποστηρίζουν
τήν ἑορτή
αὐτή.
Καί γίνεται παντοῦ πολλή συζήτηση γιά τήν
ἡμέρα αὐτή, καί ἄλλοι τήν κατηγοροῦν ὅτι εἶναι καινούρια καί
πρόσφατη καί θεσπίστηκε τώρα τελευταῖα, ἐνῶ ἄλλοι τήν ὑπερασπίζονται ὅτι εἶναι παλαιά καί ἀρχαιότατη, ἀφοῦ ἤδη οἱ Προφῆτες προφήτευσαν τή
γέννηση τοῦ
Χριστοῦ
καί ἀπό
πολλά χρόνια ἦταν
γνωστή καί σπουδαία γιά ὅσους
κατοικοῦν
ἀπό τή Θράκη μέχρι τά Γάδειρα.
Ἐμπρός,
λοιπόν, ἄς
μιλήσουμε γι᾿
αὐτά.
Γιατί ἄν, ἐνῶ ἀκόμη ὑπάρχει ἀμφισβήτηση γύρω ἀπ᾿ τήν ἑορτή αὐτή, τήν τιμᾶτε τόσο, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἄν γίνει πιό γνωστή, θά
εἶναι πολύ μεγαλύτερο τό ἐνδιαφέρον γι᾿ αὐτή, γιατί ἡ ἀποσαφήνιση πού θά γίνει
μέ τήν ὁμιλία,
θά αὐξήσει
τό σεβασμό σας πρός αὐτή.
Ἔχω
λοιπόν νά προβάλω τρεῖς ἀποδείξεις, μέ τίς ὁποῖες θά μάθουμε σίγουρα, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ ἐποχή πού γεννήθηκε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός Λόγος.
Καί γι᾿ αὐτές τίς τρεῖς ὑπάρχει μία ἀπόδειξη, τό ὅτι ἡ ἑορτή κατέστη γνωστή
τόσο γρήγορα κι’ ἔφτασε
σέ τόσο ὕψος
μεγαλοπρέπειας καί δόξας.
Κι’ ἐκεῖνο πού ἔλεγε ὁ Γαμαλιήλ σχετικά μέ τή
χριστιανική διδασκαλία, ὅτι
“ἄν προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους, θά ἐξαφανισθεῖ, ἄν ὅμως προέρχεται ἀπό τό Θεό, δέν μπορεῖτε νά τήν ἐξαφανίσετε, καί
προσέξτε μήπως φανεῖτε
καί Θεομάχοι”.
– «Καί τά νῦν λέγω ὑμῖν, ἀπόστητε ἀπό τῶν ἀνθρώπων τούτων καί ἐάσατε αὐτούς· ὅτι ἐάν ᾖ ἐξ ἀνθρώπων ἡ βουλή αὕτη ἤ τό ἔργον τοῦτο, καταλυθήσεται· εἰ δέ ἐκ Θεοῦ ἐστιν, οὐ δύνασθε καταλῦσαι αὐτό, μή ποτε καί
θεομάχοι εὑρεθῆτε» (Πράξεις
5, 38-39).
Αὐτό θά ἔλεγα κι’ ἐγώ γιά τούτη τήν ἡμέρα, ὅτι ἐπειδή δηλαδή ὁ Θεός Λόγος ἐκ τοῦ Θεοῦ προέρχεται, γι’ αὐτό ὄχι μόνο δέν ἐξαφανίστηκε ἡ ἑορτή αὐτή, ἀλλά καί γίνεται
μεγαλοπρεπέστερη καί γνωστότερη χρόνο μέ τό χρόνο.
Γι’ αὐτό καί ἡ χριστιανική διδασκαλία
κατέκτησε ὅλη
τήν οἰκουμένη
μέσα σέ λίγα χρόνια, ἄν
καί αὐτοί
πού τήν κήρυξαν παντοῦ
ἦταν σκηνοποιοί,
ψαράδες, ἀγράμματοι
καί ἁπλοϊκοί
ἄνθρωποι.
Μά τό ὅτι ἐκεῖνοι πού τήν κήρυξαν δέν
ἦταν σπουδαῖοι, δέν δυσκόλεψε τή
διάδοσή της, γιατί ἡ
δύναμη τοῦ
περιεχομένου της ἦταν
ἰσχυρότερη ἀπ᾿ ὅλα, καί ἐξουδετέρωνε ὅλα τά ἐμπόδια δείχνοντας τή
δύναμή της».
Ἀδέλφια μου, ἄς μήν γινόμαστε ποτέ ἀχάριστοι πρός τόν Εὐεργέτη Κύριό μας, ἀλλά ἄς τοῦ προσφέρουμε –μέ δοξολογία σάν ἐκείνη τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων Του μέσα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς– ὅλη μας τήν ἁγνή πίστη, μέ ἐλπίδα, μέ ἀγάπη, δείχνοντας τό δικό μας ἔλεος καί τή φιλοξενία τῆς ψυχῆς μας γιά νά ὑποδεχθεῖ Ἐκεῖνον.
«Ὅλοι οἱ Προφῆτες προφήτευσαν πώς ὁ Χριστός θά ἔρθει ὄχι ἀπό
τή Ναζαρέτ, ἀλλά ἀπ᾿ τή Βηθλεέμ, καί ὅτι ἐκεῖ θά γεννηθεῖ» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γράφει
περί τῆς ἀπολογητικῆς ἀξίας τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων στήν ὁμιλία του «Εἰς
τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτήρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ:
«Ἡμεῖς δέ τούτων (ἐννοεῖ τούς ἰσχυρισμούς
τῶνεἰδωλολατρῶν) μέν οὐδέν οὔτε λέγομεν, οὔτε ἀκοῦσαι ποτε ἄν ἀνασχοίμεθα˙ ἐκεῖνο
δέ φαμεν, ὅτι καθαράν σάρκα καί ἁγίαν καί ἄμωμον καί ἁμαρτίᾳ ἁπάσῃ γεγενημένην ἄβατον
ἐκ παρθενικῆς μήτρας ἀνέλαβεν ὁ Χριστός, καί
τό οἰκεῖον διωρθώσατο πλάσμα.
Κἀκεῖνοι μέν (οἱ εἰδωλολάτρες),
καί οἱ τά αὐτά ἀσεβοῦντες αὐτοῖς Μανιχαῖοι, εἰς κύνας καί πιθήκους καί θηρία
παντοδαπά τήν οὐσίαν εἰσάγοντες τοῦ Θεοῦ (τήν γάρ ψυχήν τούτοις ἅπασιν ἐκ τῆς οὐσίας
ἐκείνης εἶναί φασιν), οὐ φρίττουσιν οὐδέ
καταδύονται, ἡμᾶς δέ ἀνάξια τοῦ Θεοῦ λέγειν
φασίν, ὅτι τούτων μέν οὐδέν οὔτε εἰς νοῦν λαβεῖν ἀνεχόμεθα˙ ὅ δέ αὐτῷ πρέπον ἦν
καί προσῆκον, λέγομεν, ὅτι τό οἰκεῖον ἔργον ἐλθών
διωρθώσατο τῷ τῆς γεννήσεως ταύτης τρόπῳ».
(3)
1. Τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος
“Ὡς πρός τίς πρῶτες
πληροφορίες καί προϋποθέσεις, τό
θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος ἐντοπίζει ὁ
Χρυσορρήμων στό ἄβατο καί πλέον ἐσώτερο καί ἱερό μέρος τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἡρώδη, στά
Ἅγια τῶν Ἁγίων, προφανῶς βασιζόμενος στήν πρός Ἑβραίους
Ἐπιστολή· γράφει: (4)
– «Οὐκ
εἶπε, τοῦ θυσιαστηρίου τῶν θυσιῶν, ἀλλά, τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Τό
γάρ θυσιαστήριον τό ἔξω θυσιῶν ἦν καί ὁλοκαυτωμάτων, τό δέ ἔσω θυμιάματος».
Πράγματι, ἡ πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή, ἡ
ὁποία κατά καμμία λογική δέν μποροῦσε ἤ δέν ἐπιτρεπόταν νά σφάλει ἐν προκειμένῳ,
ἀφοῦ ἀπευθυνόταν σέ Ἑβραίους, σημειώνει:
– «Μετά
δέ τό δεύτερον καταπέτασμα σκηνή ἡ
λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καί τήν
κιβωτόν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα
τό μάννα καί ἡ ῥάβδος Ἀαρών ἡ βλαστήσασα καί αἱ πλάκες τῆς διαθήκης» (Ἑβρ. 9,
3-4).
Σύμφωνα μέ τόν Καθηγητή Παναγιώτη
Τρεμπέλα, ἡ ἀναφορά αὐτή τῆς Πρός Ἑβραίους Ἐπιστολῆς περί τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ
θυμιάματος μέσα στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, «παρέσχε
πράγματα τοῖς ἑρμηνευταῖς», διότι τό θυσιαστήριον
«τοῦτο ἔκειτο εἰς τά Ἅγια» καί ὄχι στά Ἅγια
τῶν Ἁγίων, κατά τήν Παλαιά Διαθήκη (προφανῶς ἐννοεῖ
τά Ἔξ. 30, 6, Β΄ Παρ. 4, 19-20, Α΄ Μακ. 1, 21).
Ἐν συνεχείᾳ, ἀφοῦ ἀναλύσει τό ὅτι δέν
εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει ἄλλο, δεύτερο, θυσιαστήριο θυμιάματος, καί ἀφοῦ
παραθέσει καί τή μαρτυρία τῆς ἀποκρύφου Ἀποκαλύψεως τοῦ Βαρούχ (στ΄ 7) γιά τό ἐν
λόγῳ θυσιαστήριο ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν Ἁγίων, ὁ Καθηγητής Τρεμπέλας καταλήγει σάν
σέ πιθανότερη ἑρμηνεία –βάσει καί ἄλλων μαρτυριῶν– στό ὅτι τό
θυσιαστήριον τῶν θυμιαμάτων (κατά τήν Παλαιά
Διαθήκη) ἤτό χρυσοῦν θυμιατήριον (κατά
τήν Πρός Ἑβραίους) ἤ ἀλλιῶς θυσιαστήριον τοῦ
θυμιάματος κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ Λουκᾶ, ἐνῷ
ἀνῆκε χωροταξικῶς στά Ἅγια, πού ἀποτελοῦσαν «προθάλαμο»
τῶν Ἁγίων τῶν Ἁγίων, ὡστόσο «κατά τήν ἡμέραν τοῦ Ἐξιλασμοῦ…
φαίνεται νά ἦτο ἐν ἐνεργείᾳ καί νά ἀνῆκεν οὕτως εἰς τά Ἅγια
τῶν Ἁγίων».
Ἡ διαπίστωση μπορεῖ νά βοηθήσει στόν ἐντοπισμό
τῶν συμβαινόντων ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν
Ἁγίων.
2. Ἡ ἀπόσταση Ζαχαρία καί λαοῦ
Ἡ ἀδυναμία
φυσικῆς ἐγγύτητος τοῦ προσευχομένου λαοῦ μέ τόν Ἅγιο
Ζαχαρία ὁ ὁποῖος ἐθυμίαζε, ἀποτελεῖ κατά τόν Ἅγιο Χρυσόστομο ἕτερο τεκμήριο, ὅτι
ὁ Ζαχαρίας εὑρισκόταν ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν
Ἁγίων:
– «Καί
ἀπό τοῦ λέγεσθαι, ὅτι ἔξω ἦν ὁ λαός προσδεχόμενος αὐτόν, εὔδηλον ὅτι εἰς τά Ἅγια τῶν
Ἁγίων εἰσῆλθε».
Παρακάτω, ἐπισημαίνει καί τήν ἄγνοια
τοῦ λαοῦ γιά τά συμβαίνοντα στόν Ζαχαρία, ὡς πρόσθετη μαρτυρία, καί καταλήγει:
«Ὁρᾷς, ὅτι ἐσωτέρω τοῦ καταπετάσματος ἦν; Τότε τοίνυν εὐηγγελίσθη».
– Ἐδῶ
προκύπτει, ὅμως τό ἑξῆς ἐρώτημα: Δέν θά ἦταν δυνατόν ὁ Ζαχαρίας νά εἶναι ἀπομονωμένος
καί κεκρυμμένος ἀπό τόν λαό εὑρισκόμενος καί στά Ἅγια καί
ὄχι μόνο στά Ἅγια τῶν Ἁγίων;
Παρά ταῦτα, εἶναι προφανές, ὅτι κατά
τήν ἱερατεία στά Ἅγια,
οἱ θύρες τῶν Ἁγίων παρέμεναν ἀνοικτές.
Ἡ σύγχρονη ἰουδαϊκή «λειτουργική» τοῦ
«Temple Institute», ἱδρύματος τό ὁποῖο ἀσχολεῖται μέ τήν ἐρευνητική ἀποκατάσταση
τῶν τεκταινομένων στόν Ἰουδαϊκό Ναό καί μέ τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ ἰδίου τοῦ Ναοῦ, δέχεται
ὅτι κατά τήν καθημερινή προσφορά ὅλων τῶν θυσιῶν ἀπό τούς ἱερεῖς, ἦταν ἀνοικτές
οἱ θύρες τῶν Ἁγίων ἤδη ἀπό τό πρωΐ.
Αὐτές κατά τό βιβλικό κείμενο
διεχώριζαν τά Ἅγια,
ὅπου τό θυσιαστήριον τῶν θυμιαμάτων, ἀπό τήν ἐσωτερική αὐλή (τῶν ἱερέων), ὅπου
τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων, ἡ χαλκίνη θάλασσα κ.λπ, πέραν τῆς ὁποίας εὑρισκόταν
ἡ ἐξωτερική αὐλή, ὅπου στεκόταν ὁ λαός καί ἔβλεπε, πίσω ἀπό χαμηλό τοῖχο.
Ἡ ἐπικοινωνία αὐτή διά τῶν ἀνοικτῶν
θυρῶν ἐξυπηρετοῦσε καί τήν ἑξῆς πρακτική ἀνάγκη: Ἄνθρακες ἀπό τό
θυσιαστήριο τῶν ὁλοκαυτωμάτων, χρησιμοποιοῦνταν γιά τήν προσφορά τοῦ θυμιάματος
ἐντός τῶνἉγίων.
Τήν ἑρμηνεία αὐτή τῶν ἀνοικτῶν θυρῶν ἡ
ἰουδαϊκή αὐτή «λειτουργική», βασίζει εἰς τό χωρίον 3, 2 τοῦ Λευιτικοῦ, ὅπου ἀναφέρεται
ὅτι ἡ προσφορά θυσιῶν γίνεται πλησίον τῶν θυρῶν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, ὥστε
νά εἶναι ἡ προσφορά ἐνώπιον τοῦ Κυρίου:
– «Καί
σφάξει αὐτό ἐναντίον Κυρίου παρά τάς θύρας τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου» (ἡ ὑψομετρική
διαφορά τοῦ Ναοῦ ἀπό τήν ἐξωτέρα αὐλή, ὅπου εὑρισκόταν ὁ λαός, δικαιολογεῖ τήν
μερική θέα τῶν συμβαινόντων ἐντός τῶν
Ἁγίων).
Συνεπῶς, ἐφ’ ὅσον στήν περίπτωση τοῦ
Ζαχαρία δέν ὑπῆρχε ὀπτική ἐπαφή τοῦ λαοῦ μέ αὐτόν, ἄρα ὁ Ζαχαρίας δέν εὑρισκόταν
στά Ἅγια,
ὅπου ἦταν ἀνοικτές οἱ θύρες, ἀλλά στά Ἅγια
τῶν Ἁγίων, ὅπου τό καταπέτασμα ἀπέκλειε τή
θέαση· καθώς σημειώνει ἑρμηνευτικῶς καί ὁ Οἰκουμένιος Τρίκκης· «καί συνέβαινε
τούς Ἰουδαίους μήτε ὁρᾷν τά γινόμενα, διείργοντος τοῦ καταπετάσματος».
Δεδομένων τῶν καθημερινῶν ὑπηρεσιῶν
στά Ἅγια, τό κλείσιμο τῶν θυρῶν τοῦ Ναοῦ κατά τήν Ἁγία Γραφή, ὅπου προφανῶς ἐννοοῦνται
τά Ἅγια,
χαρακτηρίζει περιόδους θρησκευτικῆς παρακμῆς καί ἀποστασίας τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τον
Θεό·
– «Ὅτι
ἀπέστησαν οἱ πατέρες ἡμῶν καί ἐποίησαν τό πονηρόν ἐναντίον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν καί
ἐγκατέλιπαν αὐτόν καί ἀπέστρεψαν τό πρόσωπον αὐτῶν ἀπό τῆς σκηνῆς Κυρίου καί ἔδωκαν
αὐχένα καί ἀπέκλεισαν τάς θύρας τοῦ ναοῦ καί ἔσβεσαν τούς λύχνους καί θυμίαμα οὐκ
ἐθυμίασαν καί ὁλοκαυτώματα οὐ προσήνεγκαν ἐν τῷ ἀγίῳ Θεῷ Ἰσραήλ»”.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στήν
ὁμιλία του γιά αὐτή τήν ἐκκλησιαστική καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων,
γράφει ἀκόμηκαί τά ἑξῆς: “Ἄν ὅμως κάποιος ἀπ᾿ αὐτούς πού
δημιουργοῦν ἔριδες, δέν παραδέχεται ὅσα εἶπα, μπορῶ νά προβάλλω καί δεύτερη ἀπόδειξη.
(5)
– Ποιά
εἶναι αὐτή;
Εἶναι ἐκείνη πού βγαίνει ἀπ᾿ ὅσα
διαβάζουμε μές στά Εὐαγγέλια γιά τήν ἀπογραφή. Λέει, λοιπόν, ὁ Εὐαγγελιστής:
«Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες βγῆκε διάταγμα ἀπό
τόν Καίσαρα Αὔγουστο νά ἀπογραφεῖ ὅλη ἡ οἰκουμένη. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἀπογραφή
πού ἔγινε ὅταν διοικητής τῆς Συρίας ἦταν ὁ Κυρήνιος. Καί πήγαιναν ὅλοι νά ἀπογραφοῦν,
καθένας στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του. Πῆγε καί ὁ Ἰωσήφ ἀπό τή Γαλιλαία, ἀπό τήν
πόλη Ναζαρέτ, στήν Ἰουδαία στήν πόλη τοῦ Δαυΐδ, πού τό ὄνομά της εἶναι Βηθλεέμ,
γιατί (ὁ Ἰωσήφ) καταγόταν ἀπ᾿ τήν οἰκογένεια καί τή φυλή τοῦ Δαυΐδ, γιά νά ἀπογραφεῖ
μαζί μέ τή Μαρία τή μνηστή του, πού ἦταν ἔγκυος. Μόλις ὅμως αὐτοί ἔφτασαν ἐκεῖ,
ἦρθε ἡ ὥρα νά γεννήσει αὐτή. Καί γέννησε τόν Υἱό Της τόν πρωτότοκο, καί τόν
σπαργάνωσε καί τόν ἔβαλε νά κοιμηθεῖ μές στή φάτνη, γιατί δέν εἶχαν τόπο στό
κατάλυμα» (Λουκ. 2, 1-7).
Ἀπ᾿ αὐτά γίνεται φανερό πώς (ὁ
Χριστός) γεννήθηκε κατά τήν πρώτη ἀπογραφή.
Καί εἶναι δυνατό, ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά
γνωρίζει μέ ἀκρίβεια, νά ἐρευνήσει τούς ἀρχαίους δημόσιους κώδικες τῆς Ρώμης
καί νά μάθει τό χρόνο τῆς ἀπογραφῆς. Θά ᾿λεγε ὅμως κάποιος:
– Καί
τί μᾶς ἐνδιαφέρει, ἀφοῦ εἴμαστε μακριά ἀπό τή Ρώμη καί ποτέ δέν τήν ἐπισκεφτήκαμε;
Ἄκου ὅμως καί μήν ἀμφισβητεῖς, γιατί
παραλάβαμε τήν ἡμέρα αὐτή ἀπό ἐκείνους πού γνωρίζουν ὅλα αὐτά μέ ἀκρίβεια καί
διαμένουν σέ αὐτή τήν πόλη.
Γιατί ἐκεῖνοι πού μένουν ἐκεῖ,
γιορτάζουν πρίν ἀπό πολλά χρόνια καί ἀπό παλιά παράδοση, κι’ αὐτοί τώρα μᾶς τήν
γνώρισαν.
Οὔτε ἄλλωστε ὁ Εὐαγγελιστής μᾶς ἀνέφερε
ἄσκοπα τήν ἐποχή ἐκείνη, ἀλλά σκόπιμα μᾶς τό φανέρωσε, γιά νά μᾶς κάνει γνωστή
τήν ἡμερομηνία αὐτή καί νά μᾶς καταδείξει τό σχέδιο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ.
Γιατί ὁ Αὔγουστος δέν ἔβγαλε τότε αὐτό
τό διάταγμα ἀπό δική του θέληση οὔτε μέ δική του πρωτοβουλία, ἀλλά ὁ Θεός τοῦ
τό ἔβαλε στό νοῦ του, γιά νά τόν κάνει νά ὑπηρετήσει ἀκόμη καί παρά τή θέλησή
του τή γέννηση τοῦ Μονογενοῦς.
– Καί
πῶς αὐτό –θά διερωτόταν κανείς–
συντελεῖ σ᾿ αὐτό τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ;
Δέν εἶναι οὔτε μικρό οὔτε τυχαῖο αὐτό,
ἀγαπητέ, ἀλλά πολύ μεγάλο καί ἕνα ἀπό τά ἀναγκαῖα καί τά σπουδαῖα.
– Ποιό
λοιπόν εἶναι αὐτό;
Ἡ Γαλιλαία εἶναι περιοχή τῆς
Παλαιστίνης καί ἡ Ναζαρέτ πόλη τῆς Γαλιλαίας.
Καί ἡ Ἰουδαία ἐπίσης εἶναι κάποια
περιοχή πού ἔτσι τήν ὀνομάζουν οἱ κάτοικοί της, καί ἡ Βηθλεέμ εἶναι πόλη τῆς Ἰουδαίας.
Ὅλοι οἱ Προφῆτες προφήτευσαν πώς ὁ
Χριστός θά ἔρθει ὄχι ἀπό τή Ναζαρέτ, ἀλλά ἀπ᾿ τή Βηθλεέμ, καί ὅτι ἐκεῖ θά
γεννηθεῖ.
Νά λοιπόν, τί λένε οἱ Γραφές:
– “Καί σύ Βηθλεέμ πού ἀνήκεις
στήν περιοχή τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, δέν εἶσαι ἡ πιό ἀσήμαντη ἀπ᾿ τίς κυριώτερες
πόλεις τῆς Ἰουδαίας· γιατί ἀπό σένα θά προέλθει ὁ ἡγεμόνας πού θά διδάξει καί
θά ὁδηγήσει τό λαό μου τόν Ἰσραήλ”.«Καί
σύ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γάρ ἐξελεύσεται
ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τόν λαόν μου τόν Ἰσραήλ» (Ματθ.
2, 6).
Καί οἱ Ἰουδαῖοι πού ρωτήθηκαν τότε ἀπό
τόν Ἡρώδη, ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός, τοῦ ἀνέφεραν αὐτή τήν μαρτυρία.
Γι᾿ αὐτό καί ὅταν ὁ Φίλιππος εἶπε:
“Βρήκαμε τόν Ἰησοῦ ἀπό τήν Ναζαρέτ”.
– «Εὑρήκαμεν,
Ἰησοῦν τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ»,
καί τόν ρώτησε ὁ Ναθαναήλ: “Εἶναι δυνατόν νά προέλθει κάτι καλό ἀπό τή
Ναζαρέτ”, «ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;»,
ὁ Χριστός εἶπε γι’ αὐτόν: “Νά ἕνας πραγματικός Ἰσραηλίτης πού δέν ἔχει πονηρία
μέσα του”, «ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ
ἔστι» (Ἰωάν. 1, 35-48).
– Ἀλλά,
θά ρωτοῦσε κανείς, γιατί ἐπαίνεσε ὁ Χριστός τό Ναθαναήλ;
Γιατί δέν παρασύρθηκε ὁ Ναθαναήλ ἀπ᾿
τήν ἀναγγελία τοῦ Φιλίππου, καί γνώριζε μέ σαφήνεια καί ἀκρίβεια ὅτι ὁ Χριστός
δέν ἔπρεπε νά γεννηθεῖ στή Ναζαρέτ οὔτε στή Γαλιλαία, ἀλλά στήν Ἰουδαία καί
μάλιστα στή Βηθλεέμ, ὅπως κι ἔγινε.
Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ μέν Φίλιππος δέν τό
πρόσεξε, ὁ δέ Ναθαναήλ ὡς νομομαθής ἀπάντησε σύμφωνα πρός τούς λόγους τῆς ἀνωτέρω
Προφητείας, γνωρίζοντας ὅτι δέ θά ἔλθει ὁ Χριστός ἀπό τή Ναζαρέτ, γι’ αὐτό ὁ
Χριστός εἶπε: «ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ
ἔστι» (Ἰωάν. 1, 48).
Γι’ αὐτό καί κάποιοι Ἰουδαῖοι ἔλεγαν
στό Νικόδημο: “Ἐρεύνησε καί δές, ὅτι δέ γεννήθηκε Προφήτης στή Γαλιλαία”. «Ἀπεκρίθησαν
καί εἶπον αὐτῷ· μή καί σύ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; Ἐρεύνησον καί ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ
τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται» (Ἰωάν. 7, 52).
Καί ἀλλοῦ πάλι· “ὁ Χριστός δέν θά ἔλθει
ἀπό τήν κώμη Βηθλεέμ, ἀπ᾿ τήν ὁποία ἦταν κι’ ὁ Δαυΐδ;”. «Οὐχί
ἡ γραφή εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καί ἀπό Βηθλεέμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν
Δαυΐδ, ὁ Χριστός ἔρχεται;» (Ἰωάν. 7, 42).
Καί ὅλοι εἶχαν τήν ἴδια γνώμη, ὅτι
σίγουρα ὁ Χριστός ἔπρεπε ἀπό ἐκεῖ νά ἔλθει (ἀπ᾿ τήν Ἰουδαία) καί ὄχι ἀπ᾿ τή
Γαλιλαία.
Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία,
πού ἦταν κάτοικοι τῆς Βηθλεέμ, τήν ἐγκατέλειψαν καί ἐγκαταστάθηκαν στή Ναζαρέτ,
ὅπου καί διέμειναν (πράγμα βέβαια πού συμβαίνει συνήθως σέ πολλούς ἀνθρώπους,
νά ἐγκαταλείπουν, δηλαδή, τίς πόλεις πού γεννήθηκαν καί νά διαβιοῦν σέ ἄλλες
πόλεις στίς ὁποῖες δέ γεννήθηκαν), κι’ ἔπρεπε ὁ Χριστός νά γεννηθεῖ στή
Βηθλεέμ, βγῆκε διάταγμα, πού καί χωρίς τή θέλησή τους τούς ἀνάγκαζε νά πᾶνε σ᾿
αὐτή τήν πόλη, γιατί ἔτσι εἶχε προνοήσει ὁ Θεός.
Γιατί ὁ νόμος πού ἀπαιτοῦσε ἀπ᾿ τόν
καθένα νά ἀπογραφεῖ στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τούς ἀνάγκασε νά ξεσηκωθοῦν ἀπό
ἐκεῖ, ἐννοῶ ἀπό τή Ναζαρέτ, καί νά ἔλθουν στή Βηθλεέμ γιά νά ἀπογραφοῦν. Ἀκριβῶς
αὐτό ὑπονοοῦσε καί ὁ Εὐαγγελιστής ὅταν ἔλεγε:
«Ἀνέβη δέ καί Ἰωσήφ ἀπό τῆς Γαλιλαίας
ἐκ πόλεως Ναζαρέτ εἰς τήν Ἰουδαίαν εἰς πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται Βηθλεέμ, διά
τό εἶναι αὐτόν ἐξ οἴκου καί πατριᾶς Δαυΐδ, ἀπογράψασθαι σύν Μαριάμ τῇ
μεμνηστευμένῃ αὐτῷ γυναικί, οὔσῃ ἐγκύῳ. ἐγένετο δέ ἐν τῷ εἶναι αὐτούς ἐκεῖ ἐπλήσθησαν
αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν, καί ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς
τόν πρωτότοκον, καί ἐσπαργάνωσεν αὐτόν καί ἀνέκλινεν
αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. 2,
4-7).
Ἀδέλφια μου, ἄςμήν γινόμαστε ποτέ
ἀχάριστοι πρός τόν Εὐεργέτη Κύριό μας, ἀλλά ἄς τοῦ προσφέρουμε –μέ δοξολογία σάν ἐκείνη τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων Του μέσα ἀπό τά βάθη
τῆς καρδιᾶς– ὅλη
μας τήν ἁγνή πίστη, μέ ἐλπίδα, μέ ἀγάπη, δείχνοντας τό δικό μας ἔλεος καί τή
φιλοξενία τῆς ψυχῆς μας γιά νά ὑποδεχθεῖ Ἐκεῖνον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου