ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΣΗΜΑΤΗ
ΚΑΙ ΤΣΟΛΟΓΙΑΝΝΗ
από ΑΝΔΡΑΛΗ
Λαβαμε και δημοσιευουμε την παρακατω απαντησι του δικηγορου κ. Ανδραλη προς τον Θεολογο κ. Παν Σηματη και στον ιστολογο της Αποτειχισης.
Θα ακολουθησουν ανταπαντησεις στον κ. Ανδραλη.
Εξαιτίας της
εκτενούς απαντήσεως του κ. Σημάτη στα σχόλιά μου, αναγκάζομαι να απαντήσω κι
εγώ με εκτενές κείμενο, ευχόμενος να το δημοσιεύσετε στα ιστολόγιά σας.
Σε αυτή την
κίνηση προβαίνω, όχι γιατί είμαι κάποιος ειδικός, αλλά αφ’ ενός επειδή μου
τέθηκαν κάποια ερωτήματα και αφ’ ετέρου επειδή αφέθησαν κάποια υπονοούμενα περί
επαγγελματικής συνεργασίας με τον Σεβασμιώτατο Πειραιώς, τον οποίο δεν γνωρίζω
προσωπικά. Οι παρακάτω σκέψεις δεν εκφράζουν κανέναν άλλο πέρα από τον
γράφοντα.
Πρώτα από όλα,
θέλω να ζητήσω συγνώμη για τον όντως βαρύ χαρακτηρισμό του «αιρετικού». Αφού κ.
Σημάτη μου εξηγήσατε ότι δεν θεωρείτε αποκομμένους από την Εκκλησία τους μη
αποτειχισθέντες, ανακαλώ την κατηγορία αυτή και ομολογώ την παρεξήγησή μου.
Ελπίζω πως και από μέρους του κ. Τσολογιάννη θα υπάρξει ανάκληση του εξ ίσου
βαρέος χαρακτηρισμού «σιγονταροοικουμενιστής».
1)
ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ
Ο σεβαστός π.
Ευθύμιος Τρικαμηνάς, κάνει λόγο στο περίφημο βιβλίο του για «διαχρονική
συμφωνία» των αγίων Πατέρων, αποκρύπτοντας όμως (θέλω να πιστεύω από άγνοια και
όχι εσκεμμένα) άλλους αγίους Πατέρες που δεν συμφωνούν με την υποχρεωτικότητα
της αποτειχίσεως. Άρα ο όρος «διαχρονική συμφωνία» είναι ψευδής και
παραπλανητικός.
Στο εξαιρετικό
και αγιοπατερικά τεκμηριωμένο βιβλίο του π. Βασιλείου Γρηγοριάτη (Παπαδάκη), με
τίτλο «Αντιπατερική η στάση τού ζηλωτικού Παλαιοημερολογιτισμού» αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«Ο ιερός Δοσίθεος Ιεροσολύμων, ερμηνεύων ωραιότατα την
Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία
αντιμετωπίζει αυτούς που κηρύττουν εντός αυτής αιρετικά δόγματα: «Την αίρεση
την αναφύουσαν, εάν εξαπλωθή, κρίνει και κατακρίνει η Οικουμενική σύνοδος»
Έτσι, π.χ., ενώ ο Μονοθελητισμός άρχισε να κηρύττεται το
615, οι κύριοι πολέμιοί του, άγιοι Σωφρόνιος και Μάξιμος, δεν φαίνεται να έχουν
διακόψει την επικοινωνία με τους αιρετικούς προ των συνόδων της Δύσεως (640 -
649), που τους ανεθεμάτισαν.
Επίσης δεκαπέντε περίπου έτη προ της συνόδου του αγίου
Φωτίου «ο άγιος Μεθόδιος συνοδικώς εξήνεγκεν ανάθεμα κατά των του Στουδίου
μοναχών των από της Εκκλησίας εαυτούς αποσχισάντων, διότι αντείχοντο των κατά
Ταρασίου και Νικηφόρου κληθέντων τε και γραφέντων υπό Θεοδώρου». Η
τακτική του αγίου Μεθοδίου να αποδέχεται οικονομικώς τις χειροτονίες των
Εικονομάχων προεκάλεσε σχίσματα. Ο όσιος Ιωαννίκιος κατέκρινε πολυτρόπως
τα σχίσματα αυτά και υπεστήριζε ότι η Εκκλησία πρέπει να είναι ενωμένη, εφόσον
δεν υπάρχουν λόγοι πίστεως.
Αλλά και τα παλαιότερα προσωρινά σχίσματα του αγίου Θεοδώρου
του Στουδίτου για τις Οικονομίες των αγίων πατριαρχών Ταρασίου και Νικηφόρου,
«ου μικρόν πτώμα τοις Πατράσιν έδοξε· αλλ' όμως πάλιν διωρθώσατο». Ακόμη και ο
βιογράφος του, Μιχαήλ ο Στουδίτης, δεν τολμά να υποστηρίξη την πράξη του οσίου
Θεοδώρου. Τα σχίσματα αυτά κατέκριναν μεταξύ άλλων οι ιεροί Μεθόδιος και
Δοσίθεος. Επίσης δεν τα ακολούθησαν άλλοι μοναχοί εκείνης της εποχής, οι οποίοι
ανεδείχθησαν μεγάλοι άγιοι. Τέτοιος ήταν ο μέγας ομολογητής Θεοφάνης, ο οποίος
στην «Χρονογραφία» του αναφέρει την απόσχιση του αγίου Θεοδώρου από την «αγία
Εκκλησία» και τον «αγιώτατο πατριάρχη» Νικηφόρο. Η αιτία της
κατακρίσεώς τους ήταν ότι δεν υπήρχε ζήτημα πίστεως, αλλά απόκλιση από τους
ιερούς κανόνες. Βεβαίως ο άγιος Θεόδωρος είναι μέγας ομολογητής και αποτελεί πρότυπο
ένεκα των ηρωικών αγώνων του έναντι της εικονομαχικής αιρέσεως. Μόνο τα
προσωρινά σχίσματά του για τις ανωτέρω Οικονομίες δεν μπορεί να αποτελέσουν
κανόνα για την Εκκλησία.
Μνημόνευση και αναγνώριση λατίνων
επισκόπων, μεμονωμένα συλλείτουργα, μικτά μυστήρια, παροχή μυστηρίων σε
αιρετικούς, κηδείες αιρετικών, σπουδές σε σχολές αιρετικών, χορηγήσεις αδείας
εξομολογήσεως και διδασκαλίας στους παπικούς καπουτσίνους. Ακόμη και
Μητροπολίτες η μοναχοί εξομολογούντο σε Λατίνους
(λόγω των δυσχερών περιστάσεων που επικρατούσαν στις Τουρκοκρατούμενες και
Λατινοκρατούμενες περιοχές), πράγμα που κατέκρινε με σφοδρότητα ο ιερός
Μακάριος ο Πάτμιος -χωρίς όμως να κάνη σχίσματα.
Κατά δε τα μέσα του ιζ΄ αιώνος «τα μοναστήρια
του Άθω επανειλημμένως εκάλεσαν τους Ιησουίτας, όπως ιδρύσουν εν τω
Αγίω Όρει σχολήν δια την πνευματικήν κατάρτισιν των μοναχών»! Επίσης την
ίδια περίοδο «εις πολλούς τόπους,
εις Ιεροσόλυμα, εις Αλεξανδρειαν και άλλους τόπους, εις μίαν εκκλησίαν
ψάλλουσιν εις εν μέρος ανατολικοί και εις άλλο δυτικοί»! Κατά τις ίδιες
εποχές έγιναν διάλογοι και με τα διάφορα παρακλάδια των Μονοφυσιτών και
Προτεσταντών, τους οποίους συμπαθούσε και υπερήσπιζε ισχυρή μερίδα. Παρά ταύτα
δεν έγιναν σχίσματα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αν και οι Πατέρες ηγωνίζοντο κατά
της ενώσεως με τους Λουθηροκαλβίνους.
Ο όσιος Νικόδημος κατέκρινε τους «λατινόφρονες» της εποχής
του ή «αμίσθους δεφένσορες του
Λατινικού ψευδοβαπτίσματος», όπως τους ωνόμαζε. Το 1755 οι ανατολικοί
πατριάρχες είχαν αποφασίσει συνοδικώς να αναβαπτίζωνται οι εκ των Λατίνων
προσερχόμενοι στην Ορθοδοξία, διότι μέχρι τότε οι Λατίνοι εγίνοντο δεκτοί στην
Ορθοδοξία κυρίως με αναμύρωση. Παρά ταύτα οι λατινόφρονες επολέμησαν την
απόφαση αυτή και συνέχιζαν να δέχωνται τους έχοντες το παπικό ράντισμα Λατίνους
με αναμύρωση.
Ο άγιος Νικόδημος εθλίβετο για την μέχρι τότε μεγάλη
νοθεία, διαφθορά και παρερμηνεία των ιερών κανόνων και για τον «θανατηφόρον και
παραίτιον ψυχικής απωλείας καρπόν» που ετίκτετο εξ αυτών. Απωδύρετο επίσης και
για δεινές παραβάσεις ιερών κανόνων (στ τής Δ , ιδ , ιθ , κγ τής ΣΤ
) και ιδίως για τους Σιμωνιακούς, οι οποίοι κατά τον άγιο Ταράσιο είναι
χειρότεροι των Πνευματομάχων. Έλεγε λοιπόν ο Όσιος, ότι η κατά τον άγιο
Γεννάδιο θεοστυγής αυτή αίρεση έχει γίνει σήμερα αρετή και οι περισσότεροι
χειροτονούνται δια χρημάτων. Συγχρόνως ήλεγχε με σύνεση και τους θεολόγους της
εποχής του, για τα αιρετικά και βλάσφημα φρονήματά τους.
Ο Όσιος και οι λοιποί Κολλυβάδες της εποχής του
ηγωνίσθησαν σθεναρώς υπέρ των ιερών Παραδόσεων, όμως δεν φαίνεται πουθενά να διέκοψαν την επικοινωνία με τους
λατινόφρονες η τους λοιπούς κακοδόξους. Οι συνετοί αυτοί ζηλωτές, σε
αντίθεση με τους σημερινούς, είχαν την ικανότητα να διακρίνουν την διαφορά
μεταξύ των λατινοφρόνων της εποχής τους και των λατινοφρόνων που έκαναν τις
ενώσεις του 1274 και του 1439.»
Με αυτό το
μικρό απόσπασμα σας απαντώ και στο ερώτημα που μου θέσατε για την θέση του
όντως μεγάλου αγίου Θεοδώρου Στουδίτη.
Και επειδή
αναφέρατε και τον «ονοματοκρυπτισμό» που επικαλείται ο θεολογικός γίγαντας των
ημερών μας π. Θεόδωρος Ζήσης, σας υπενθυμίζω ότι ο Μέγας Βασίλειος και ο άγιος
Μάρκος ο Ευγενικός αναγκάσθηκαν να κάνουν και κινήσεις τακτικής, προνοώντας ότι
με «γιούργια» δεν θα κατάφερναν το επιθυμητό αποτέλεσμα για την Εκκλησία μας.
Πιθανολογώ ότι και άλλοι Πατέρες θα αναγκάσθηκαν να κάνουν κινήσεις
φαινομενικής υποχώρησης σε τέτοια ζητήματα για λόγους τακτικής.
Ας περιμένουμε
λοιπόν και ας μη βιαζόμαστε να χαρακητρίσουμε «δειλούς» τους Ορθοδόξους
Επισκόπους μας. Να είστε σίγουροι, ότι οι οικουμενιστές δεν ενοχλούνται από τη
δική σας αποτείχιση, αλλά από την θεολογική κόντρα με τους αντιοικοουμενιστές
επισκόπους ή ηγουμένους, για τους οποίους κυκλοφορούν συκοφαντίες περί
σιμωνίας, τους δημιουργούν εμπόδια στο ιεραποστολικό και κοινοβιαρχικό τους
έργο ή ευνοούν πρωτοφανείς αντιδράσεις μοναστηριών για να τους λυγίσουν...
Αυτούς υπολογίζουν μόνο ως αντιπάλους. Γι’ αυτούς τους κοσμικά ισχυρούς, εσείς
δεν υπάρχετε.
Και κάτι
τελευταίο περί «ονοματοκρυπτισμού»: Ο Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου κατέδειξε δημόσια
τις κακοδοξίες του Περγάμου, βρίσκοντας φανερό σύμμαχο στο πρόσωπο του
Σεβασμιωτάτου Πειραιώς… Προσευχηθείτε να πυκνώσουν αυτές οι θεολογικές μάχες.
Αλλά δεν θέλετε κ. Τσολογιάννη να τον αφήσετε ήσυχο να ασχοληθεί με τα της
Ορθοδοξίας…
2)
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ
Αυτό το θέμα,
παρά τις πενιχρές θεολογικές μου γνώσεις, μπορώ να πω ότι το κατέχω αρκετά. Στα
πλαίσια μιας εργασίας που έκανα πάνω στη στάση των αγίων γερόντων κατά του οικουμενισμού,
διαπίστωσα τα εξής: 1) Ότι όλοι ήταν εναντίον της παναιρέσεως και 2) Ότι όλοι
φοβούμενοι το ανεπανόρθωτο σχίσμα, απέφυγαν τις αποτειχίσεις.
Συν Θεώ, αυτή
η εργασία θα αρχίσει να παρουσιάζεται τμηματικά μετά το Πάσχα στο διαδίκτυο.
Εσείς όμως,
για να μην προκαλέσετε την αρνητική προδιάθεση του χριστιανικού κόσμου που τιμά
και σέβεται αυτούς τους γέροντες ως αγίους, εικάζεται ότι αν σήμερα ήταν στον
κόσμο θα είχαν δίχως άλλο αποτειχισθεί. Η στάση σας, λυπάμαι που το λέω, μου
θυμίζει τους Φαρισαίους που αρνήθηκαν να απαντήσουν στο Χριστό για τον άγιο
Ιωάννη τον Πρόδρομο, φοβούμενοι τις αντιδράσεις των Εβραίων πιστών.
Γνωρίζετε πολύ
καλά ότι οι γέροντες δεν θα είχαν αποτειχισθεί ούτε και σήμερα. Και αυτό
δεν θα τους το συγχωρήσετε ποτέ.
Ο π. Παίσιος,
ο αγαπητός σύγχρονος όσιος όλων των Ορθοδόξων, ένας από εκείνους που μας έμαθε
να αγαπάμε την Πατερική Παράδοση και να τιμούμε τους Αγίους Πατέρες, στην
μνημειώδη πλέον αντιοικουμενιστική επιστολή του στον Ορθόδοξο Τύπο έγραφε και
το εξής:
«Εις τους καιρούς μας βλέπομεν ότι πολλά πιστά τέκνα της
Εκκλησίας μας μοναχοί και λαϊκοί, έχουν, δυστυχώς, αποσχισθή από αυτήν, εξ
αιτίας των φιλενωτικών. Έχω την γνώμην οτι δεν είναι καθόλου καλόν να
αποχωριζώμεθα από την Εκκλησίαν κάθε φοράν που θα πταίη ο Πατριάρχης.
Αλλά από μέσα, κοντά στην Μητέρα Εκκλησία έχει καθήκον και
υποχρέωσι ο καθένας ν’ αγωνίζεται με τον τρόπον του. Το να διακόψη το
μνημόσυνον του Πατριάρχου, να αποσχισθή και να δημιουργήση ιδικήν του Εκκλησίαν
και να εξακολουθή να ομιλή υβρίζοντας τον Πατριάρχην, αυτό νομίζω, είναι
παράλογον.
Εάν δια την α ή την β λοξοδρόμησι των κατά καιρούς Πατριαρχών χωριζώμεθα και κάνωμε δικές μας Εκκλησίες - Θεός φυλάξει! - θα ξεπεράσωμε και τους Προτεστάντες ακόμη.
Εάν δια την α ή την β λοξοδρόμησι των κατά καιρούς Πατριαρχών χωριζώμεθα και κάνωμε δικές μας Εκκλησίες - Θεός φυλάξει! - θα ξεπεράσωμε και τους Προτεστάντες ακόμη.
Εύκολα χωρίζει κανείς και δύσκολα επιστρέφει...
Δυστυχώς, έχουμε πολλές « εκκλησίες » στην εποχή μας.
Δημιουργήθηκαν είτε από μεγάλες ομάδες ή και από ένα άτομο ακόμη. Επειδή συνέβη
στο καλύβι των (ομιλώ δια τα εν Αγίω Όρει συμβαίνοντα) να υπάρχη και ναός,
ενόμισαν οτι μπορούν να κάνουν και δική τους ανεξάρτητη Εκκλησία.
Εάν οι φιλενωτικοί δίνουν το πρώτο πλήγμα στην Εκκλησία,
αυτοί, οι ανωτέρω, δίνουν το δεύτερο.»
Ο διακριτικός
γέρων, π. Εφραίμ Κατουνακιώτης, όπως γνωρίζετε, ανήκε στους «ζηλωτές» και
έπειτα από Θεία Παρέμβαση, γύρισε με το Πατριαρχείο (ναι, ήταν και τότε
οικουμενιστικό). Στο βιβλίο που εκδόθηκε από τους πατέρες της συνοδείας του και
αναφέρεται στο βίο και τις διδαχές του διαβάζουμε:
«Πήγαμε εκεί, ήρθε ο Ιβηρίτης ο Πρωτεπιστάτης. Μας κέρασαν,
τέλος πάντων. Λέει: Πάτερ, τί θα κάνουμε με τον Πατριάρχη; Λέω: Γέροντα, το
χώρισμα, το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος. Γέροντα, λέω, εγώ
δεν παρακολουθώ τέτοια πράγματα, κοιτάω το κομποσχοινάκι μου, να πω την
αλήθεια. Τι κάνουν οι Εκκλησίες, η Κοινότης, άλλοι μου τα λένε, ούτε ερευνώ να
μάθω. Λέω: Γέροντα, είδες τι έκαναν οι Ρώσοι; Παρέδωσαν τα μυστήρια στους
καθολικούς και οι καθολικοί στους Ρώσους. Η Εκκλησία τι τους έκανε, τους
έδιωξε; Όχι. Υπομονή. Τώρα οι Ρώσοι, να με συγχωρέσετε, σφάλμα έχουνε κάνει.
Έτσι κυβερνάται η Εκκλησία. Ναι, η Εκκλησία είναι Εκκλησία! Σε χωρίζω, ναι,
αλλά να γίνει η ένωση δύσκολα είναι.»
Συγνώμη που θα
σας στεναχωρήσω, αλλά αυτοί οι γέροντες μας έκαναν να πιστέψουμε και να γίνουμε
συνειδητά μέλη της Εκκλησίας. Αυτοί μας έμαθαν να αγαπάμε τους Αγίους Πατέρες
και την Ορθοδοξία μας.
3) ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ
ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
Απευθυνόμενος
προς τον κ. Τσολογιάννη, θα ήθελα να τον παρακαλέσω, μιας και διαλαλεί ότι
ακολουθεί τους αγίους Πατέρες, να τους ακολουθήσει όχι μόνο ως προς τον ζήλο
για την Πίστη, αλλά και ως προς το ήθος τους. Φράσεις όπως «ξεπουπουλιασμένος
ασχημομούρης», «ναζιάρα ζωζώ», «αρχοντοχωριάτης», «ακτιστοφωτισμένος», δεν
συναντούνται πουθενά στην Πατερική Γραμματεία. Οι άγιοι Πατέρες που πολεμούσαν
τις αιρέσεις, το έκαναν δίχως εμπάθεια, με αγάπη ακόμα και προς τον ελεγχόμενο
αιρετικό.
Επίσης, θα τον
παρακαλούσα να μη βγάζει έωλα συμπεράσματα που καταλήγουν σε βεβαιότητες, γιατί
τότε υποπίπτει και στο βαρύτατο αμάρτημα της συκοφαντίας. Επαναλαμβάνω ότι δεν
γνωρίζω προσωπικά τον Σεβασμιώτατο Πειραιώς, και το γεγονός ότι συμμετέχω σε
μια ημερίδα που είναι υπό την αιγίδα τεσσάρων εκκλησιαστικών φορέων, δεν με
καθιστά πληρεξούσιο δικηγόρο του. Επιτρέψτε μου όμως να μπορώ να τον εκτιμώ.
Κλείνοντας, θα
ήθελα να ξαναεπικαλεσθώ τον πατέρα Παίσιο, για να δώσω έναν αισιόδοξο τόνο,
προσπερνώντας την απελπισία που καλλιεργείται δυστυχώς και στον εκκλησιαστικό
χώρο:
«Ο Κύριος, όταν θα πρέπη, θα παρουσίαση τους Μάρκους τους
Ευγενικούς και τους Γρηγόριους Παλαμάδες, δια να συγκεντρώσουν όλα τα
κατασκανδαλισμένα αδέλφια μας, δια να ομολογήσουν την Ορθόδοξον Πίστιν, να
στερεώσουν την Παράδοσιν και να δώσουν χαράν μεγάλην εις την Μητέρα μας.»
Με εν Χριστώ
αγάπη
Χαράλαμπος
Άνδραλης
Ἰσχύει ὅτι ὁ κ. Σημάτης θεωρεῖ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τούς κοινωνοῦντας μετά τῶν οἰκουμενιστῶν, δηλαδή τούς μή ἀποτειχισθέντας; Ἐάν ἰσχύει τότε ὁ κ. Σημάτης κηρύττει νέα διδασκαλία, νέα Θεολογία καί νέα δογματική. Ὁ μετά αἱρετικῶν κοινωνῶν δέν θεωρεῖται μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἀκοινώνητος, κατά τό ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω, ἀκοινώνητος ἐστι! Τά ὑπόλοιπα καί οἱ δικαιολογίες κατά τῶν ἀνωτέρω εἶναι ἐκ περισσοῦ καί κυρίως εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ.
ΑπάντησηΔιαγραφήὉ κ. Ἄνδραλης πετάει τό γάντι καί ὀφείλουν οἱ ἀντιοικουμενιστές καί ἀποτειχισθέντες νά τό σηκώσουν κατά τό γραφικό δίδου ἀπολογίαν παντί τῶ αἰτοῦντι...Ἀναμένομεν ἐναγωνίως.
ΑπάντησηΔιαγραφήo Π.Παίσιος δεν ειχε διακόψει το μνημόσυνο με τον Αθηναγόρα;Aν ναι τότε έλεγε τα παραπάνω που αναγράφονται στο κείμενο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΗτο δε και εις την πίστιν, ο Μέγας Αντώνιος, ευσεβέστατος και της ακραιφνούς Ορθοδοξίας τηρητής ακριβέστατος τόσον, ώστε δεν ήθελε ποτέ να συνομιλήση φιλικά με αιρετικόν τινα, αλλά πολύ τους εχθρεύετο και μάλιστα τους Μανιχαίους και τους Αρειανούς, παρήγγελλε δε εις όλους τους πιστούς να μη τους πλησιάζωσι, καθότι η φιλία των είναι βλάβη ψυχής και απώλεια.
ΑπάντησηΔιαγραφή( Μέγας Συναξαριστής τόμος Α΄ σελ. 373 ).
«Μη υπακούετε εις μοναχούς, ούτε εις ιερείς, ούτε εις επισκόπους σε όσα κακώς σας συμβουλεύουν να φρονήτε (να πιστεύετε)»
ΑπάντησηΔιαγραφή(Άγ. Μελέτιος ο Ομολογητής).
«Πρέπει να δείχνωμε για την Αλήθεια θάρρος, ακόμη κι αν σκανδαλίζωνται μερικοί»
(Μ. Βασίλειος).
«Πώς γίνεται να μη κολασθή αυτός που κάνει ότι δεν βλέπει και σιωπά, όταν οι θεϊκοί νόμοι και οι κανόνες υβρίζωνται!»
(Ι. Χρυσόστομος, λόγος εις Βαβύλαν).
Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ – ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑρχιμανδρίτου Ιουστίνου Πόποβιτς (1979)
Ο σύγχρονος «διάλογος της αγάπης», ό οποίος τελείται υπό τη μορφή γυμνού συναισθηματισμού, είναι στην πραγματικότητα ολιγόπιστη άρνηση του σωτηριώδους αγιασμού του Πνεύματος και της πίστεως της Αλήθειας (Β' Θεσ. 2, 13), δηλαδή της μοναδικής σωτηριώδους «αγάπης της αληθείας» (Β' Θεσ.2,10). Ή ουσία της αγάπης είναι ή αλήθεια ή αγάπη ζει και υπάρχει αληθεύουσα. Ή αλήθεια είναι ή καρδιά κάθε θεανθρώπινης αρετής, επομένως και της αγάπης. Και κάθε μία από αυτές κηρύττει και ευαγγελίζεται τον Θεάνθρωπο Κύριο Ιησού ως τον μόνο ό όποιος είναι ή σάρκωση και ή εικόνα της Θείας Αλήθειας, δηλαδή της Παναλήθειας. Εάν τυχόν υπήρχε περίπτωση να είναι ή αλήθεια οτιδήποτε άλλο και όχι ό Θεάνθρωπος Χριστός, τότε αυτή θα ήταν μικρή, ανεπαρκής, πεπερασμένη, θνητή. Τέτοια θα ήταν ή αλήθεια, εάν ήταν νόημα, Ιδέα, θεωρία, νους, επιστήμη, φιλοσοφία, κουλτούρα, ό άνθρωπος, ή ανθρωπότητα, ό κόσμος ή όλοι οί κόσμοι, ή οποιοσδήποτε ή οτιδήποτε ή όλα αυτά μαζί. Ή αλήθεια όμως είναι Πρόσωπο και μάλιστα το πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, και ως εκ τούτου είναι αθάνατη και μη πεπερασμένη, αιώνια. Διότι στον Κύριο Ιησού ή Αλήθεια και ή Ζωή είναι ομοούσιες: ή Αλήθεια ή αιώνια και ή Ζωή ή αιώνια (πρβλ. Ίω. 14, 6' 1,4' 17,3). Εκείνος ό όποιος πιστεύει στον Κύριο Ιησού αυξάνει ακαταπαύστως δια της Αλήθειας Του στις θείες της απεραντοσύνες. Αυξάνει με όλο το είναι του, με όλη τη διάνοια του, με όλη την καρδιά και την ψυχή του. Εν Χριστώ οί άνθρωποι ζούμε «αληθεύοντες εν αγάπη», διότι μόνον έτσι μπορούμε να «αυξήσωμεν εις Αυτόν τα πάντα, ός εστίν ή κεφαλή, ό Χριστός» (Εφ. 4, 15), πάντοτε μέσα στην Εκκλησία και δια της Εκκλησίας, διότι αλλιώς δεν μπορεί ό άνθρωπος να αυξάνει σ' Εκείνον, «ος εστίν ή κεφαλή» του σώματος της Εκκλησίας, δηλαδή στον Χριστό. Ας μην απατούμε τον εαυτό μας. Υπάρχει και ό «διάλογος του ψεύδους», όταν οί διαλεγόμενοι συνειδητά ή ασυνείδητα ψεύδονται ό ένας στον άλλο. Τέτοιος διάλογος είναι οικείος στον «πατέρα του ψεύδους», τον Διάβολο, «ότι ψεύστης εστί και ό πατήρ αυτού» (Ιω. 8,44). Οικείος είναι και σ' όλους τους εκούσιους ή ακούσιους συνεργάτες του, όταν αυτοί θελήσουν να πραγματοποιήσουν το «καλό» τους δια του κακού, να φθάσουν στην «αλήθεια» τους με τη βοήθεια του ψεύδους. Δεν υπάρχει «διάλογος της αγάπης» χωρίς τον διάλογο της αλήθειας. Διαφορετικά τέτοιος διάλογος είναι αφύσικος και ψευδής. Γι' αυτό και ή εντολή του Αποστόλου ζητεί να είναι «ή αγάπη ανυπόκριτος» (Ρωμ. 12,9).
Ό αιρετικό-ουμανιστικός χωρισμός και ή διαίρεση της αγάπης και της αλήθειας είναι σημάδι ελλείψεως της θεανθρώπινης πίστεως και της απολεσθείσης πνευματικής θεανθρώπινης ισορροπίας και ορθοφροσύνης. Εν πάση περιπτώσει τούτο δεν ήταν ποτέ ούτε είναι ή οδός των Πατέρων. Μόνο οί Ορθόδοξοι, ριζωμένοι και θεμελιωμένοι «συν πάσι τοις άγίοις» στην αλήθεια και στην αγάπη, έχουν και αναγγέλλουν, από την εποχή των Αποστόλων μέχρι σήμερα, αυτή τη θεανθρώπινη σωτηριώδη αγάπη προς τον κόσμο και προς όλα τα κτίσματα του Θεού. Ό γυμνός ηθικιστικός μινιμαλισμός [=μειωμένη χριστιανική ηθική] και ό ανθρωπιστικός ειρηνισμός του σύγχρονου Οικουμενισμού πράττουν μόνο ένα πράγμα: φέρνουν στο φως τις φυματικές ουμανιστικές ρίζες τους, δηλαδή την αρρωστημένη φιλοσοφία τους και την ανθρώπινη, «κατά την παράδοσιν των ανθρώπων» (Κολ. 2, ,ανίσχυρη ηθική τους. Φανερώνουν επιπλέον την κρίση της ανθρωπιστικής πίστεως τους στην αλήθεια και την δοκητιστική [=μή πραγματική αντίληψη] αναισθησία τους για την Ιστορία της Εκκλησίας, δηλαδή για την αποστολική και καθολική συνέχεια της στην αλήθεια και στη χάρη. Ενώ ό αποστολικός αγιοπατερικός θεονούς και ή ορθοφροσύνη ευαγγελίζονται με το στόμα του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού την έξης αλήθεια της πίστεως: «Ή πίστη είναι ή βάση των αρετών πού ακολουθούν, εννοώ της ελπίδας και της αγάπης, θέτοντας έτσι σαν βάση την αλήθεια με τρόπο ασφαλή» (Ρ.G. 90, 1189Α).
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το αγιοπατερικό μέτρο της αγάπης προς τους ανθρώπους και της σχέσεως προς τους αιρετικούς, πού κληρονομήθηκε από τους Αποστόλους, έχει όλοτελώς Θεανθρώπινο χαρακτήρα. Τούτο εκφράζουν Θεόπνευστος οι εξής λόγοι του ίδιου Αγίου: «Και δεν τα γράφω αυτά, μη γένοιτο, επειδή θέλω να θλίβονται οί αιρετικοί, ούτε νοιώθοντας χαρά για την κακοποίηση τους, αλλά περισσότερο γιατί χαίρομαι και αγάλλομαι μαζί τους για την επιστροφή τους. Γιατί τι είναι πιο ευχάριστο για τους πιστούς από το να βλέπουν τα διασκορπισμένα παιδιά του Θεού να μαζεύονται όλα μαζί; Ούτε τα γράφω αυτά παρακινώντας σας να δείξετε τη σκληρότητα του Φιλάνθρωπου. Όχι τέτοια μανία! Αλλά τα γράφω αυτά για να σας παρακαλέσω να εκτελείτε και να εφαρμόζετε, με προσοχή και μετά από εξέταση, τα καλά σε όλους τους ανθρώπους και να γίνεσθε τα πάντα σε όλους, ανάλογα με το τι χρειάζεται καθένας τους από εσάς. Και θέλω και εύχομαι να είστε απόλυτα σκληροί και αμείλικτοι μόνο στο να μη συμπράξετε με τους αιρετικούς στη σύσταση και συγκρότηση της φρενοβλαβούς (αιρετικής) δοξασίας τους. Και τούτο διότι εγώ ορίζω ως μισανθρωπία και ως χωρισμό από τη θεία αγάπη την προσπάθεια ενισχύσεως της πλάνης (της αιρέσεως), πού έχει ως συνέπεια την ακόμη μεγαλύτερη φθορά εκείνων πού έχουν ήδη πέσει σ' αυτήν ( Ρ.G. 91,4650).
ΑπάντησηΔιαγραφή«Καὶ μηδεμία ἔστω ὑμῖν κοινωνία πρὸς τοὺς σχισματικούς, μηθ᾿ ὅλως πρὸς τοὺς αἱρετικούς.....οἴδατε γὰρ πῶς κἀγὼ τούτους εξετρεπόμην....σπουδάσατε μᾶλλον καὶ ὑμεῖς ἀεὶ συνάπτειν ἑαυτούς, προηγουμένως μὲν τῷ Κυρίῳ, ἔπειτα δὲ τοῖς ῾Αγίοις· ἵνα μετὰ θάνατον ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς, ὡς φίλους καὶ γνωρίμους, δέξωνται
ΑπάντησηΔιαγραφήκαὶ αὐτοί».
(Μ. ᾿Αντωνίου, PG τ. 26, στλ. 969C-972Α
Ακομα να βρουν τον π.Ευθυμιο;
ΑπάντησηΔιαγραφή