Ο Χωρεπίσκοπος Ράσκας -Πριζρένης– Κοσσόβου και Μετοχίας, Μάξιμος, για τον ΙΕ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου
Τὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ ἕνα μεγάλο κείμενο που δημοσιεύουμε (παρὰ κάποιες ἀδυναμίες στὴν μετάφραση) δίνει σημαντικὲς
ἀπαντήσεις σχετικὰ μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἐφαρμογὴ τῆς Διακοπῆς τοῦ Μνημοσύνου ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα Ἐπίσκοπο. Καλὸ εἶναι
νὰ τὸ διαβάσουν οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς ποὺ συνεχίζουν νὰ
στηρίζονται στὸν λογισμό τους, ἔχοντας ἐγκαταλείψει τὴν θεανθρώπινη λογικὴ τῶν
Ἁγίων Πατέρων, ποὺ δίδαξαν μὲ λόγια καὶ ἔργα τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ διδάσκοντες κάποια,
ἔστω καὶ ἐλάχιστη κακοδοξία (ἀκόμα κι ἂν αὐτὴ δὲν εἶχε καταδικαστεῖ ἀπὸ Σύνοδο).
Πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, ποὺ οἱ ἴδιοι ὀνομάζουν
ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ!
Ο Χωρεπίσκοπος Μάξιμος (Νοβάκοβιτς):
Η θεολογική επεξήγηση, η έννοια της ύπαρξης και αποστολής της Επαρχίας
Ράσκας-Πριζρένης και Κοσσόβου-Μετοχίας στην εξορία[1]
Ο Κύριος Χριστός, ὁ λίθος…γενόμενος εἰς κεφαλὴν
γωνίας (Πραξ. 4,11) καί τό θεμέλιον (ΑΚορ. 3,11) της πίστης μας,
της σωτηρίας μας, της θεολογίας μας, της Εκκλησίας μας, έφερε την θεϊκή Του
επιστήμη προς το πεσμένο ανθρώπινο γένος, αλλά με αυτή την άφιξη Του σε αυτόν
τον κόσμο, μας έφερε και μας χάρισε το πολυτιμότερο απ’ όλα – Τον Εαυτό Του. Αυτός ο ίδιος είναι η σωτηρία μας, Αυτός ο
ίδιος είναι η Υπερσοφία και ο Λόγος του Θεού –η πηγή της κάθε σοφίας και της
κάθε θεολογίας. Αυτός ο ίδιος είναι το κεφάλι της Εκκλησίας και η Εκκλησία
είναι το σώμα Του. Δια μέσου της Εκκλησίας Του, δια μέσου της χάρης Του, μόνο
για τους βαπτιζόμενους και ορθόδοξους ανθρώπους είναι προσιτός, δια μέσου όλων
των Ιερών Μυστηρίων και των Ιερών Αρετών.
Είναι σαφές, κι αυτό ότι ο Χριστός
διαμένει στην Εκκλησία Του για πάντα –η αλήθεια αυτή περιλαμβάνεται στην
υπόσχεση του Χριστού, δηλαδή στα λόγια Του – “καὶ
ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος“,
και είναι επιβεβαιωμένα με τη λέξη –“Ἀμήν“ (Ματθ. 28,20).
Ωστόσο, βλέπουμε ότι αυτά τα λόγια Του αναφέρονται μόνο σε αυτούς, οι οποίοι
έλαβαν την Άγια βάπτιση και οι οποίοι τηρούν όλα τα διδάγματά Του, δηλαδή, όχι κάτι από την επιστήμη Του,
αλλά τα πάντα. Η Εκκλησία γίνεται η Εκκλησία Του με τον
Χριστό εντός της, και η Εκκλησία ανήκει στο Χριστό μόνο αν τηρεί όλη την
παράδοση του Χριστού σε ολόκληρη την ευαγγελική, αποστολική και αγιοπατερική
πληρότητα της παραδόσεως αυτής. Το ενέχυρο, έτσι, ότι η Εκκλησία ανήκει στο
Χριστό, και ότι η Εκκλησία είναι σαφές η Εκκλησία, όπως βλέπουμε, είναι
ολόκληρη αυτή η ακέραια, ουσιαστική διατήρηση της επιστήμης του Χριστού σε
ολόκληρη την θεανθρώπινη της ακεραιότητα –η διατήρηση της αποστολικής
παραδόσεως, η οποία είναι δεδομένη προς εμάς από τους διαδόχους των Αποστόλων,
από τους Αγίους Πατέρες και δασκάλους της Εκκλησίας του Θεού. Σύμφωνα με τα
λόγια του πατέρα Ιουστίνου Πόποβιτς από το μοναστήρι Τσέλιε: “Η Εκκλησία είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός επεκτεινόμενος διά μέσου των
αιώνων και ολόκληρης της αιωνιότητας“,[2] ακριβώς δια
μέσου της αληθινής ορθόδοξης πίστης ο Χριστός διαμένει στην Εκκλησία με την
χάρη Του διά μέσου των αιώνων. Ότι ολόκληρη
η διατήρηση του ενεχύρου της ορθόδοξης πίστης έχει σημαντική σημασία, και
όχι η διατήρηση εν μέρει, ξέρουμε από τα λόγια του Αγίου Φώτίου του Πατριάρχη
της Κωνσταντινουπόλεως: "Πραγματικά είναι απαραίτητο
όλοι μας να τηρούμε τα πάντα, προπαντός τα πάντα σχετικά με τα θέματα της
πίστης, όπου η κάθε απόκλιση είναι το
θανάσιμο αμάρτημα".[3] Ακόμη και ο
βιογράφος Του μας θυμίζει ότι σαν αυτόν τον άγιο πρέπει όλοι μας να παλεύουμε
για "την αγάπη της αλήθειας", για να μην
είμαστε αυτοί για τους οποίους ο Άγιος Απόστολος γράφει: "ἀνθ’ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς"
(Β Θεσ. 2,10). Από εδώ προέρχεται ο προηγούμενος ισχυρισμός ότι η Εκκλησία
είναι η Εκκλησία, μόνο και μόνο όταν είναι τόπος της κοινωνίας με το Θεό, και η
πηγή της σωτηρίας – μόνο αν έχει αυτήν την πληρότητα της θεϊκής επιστήμης του
Χριστού και της αποστολικής και αγιοπατερικής παραδόσεως.
Οι Άγιοι Πατέρες ήξεραν καλά την αλήθεια
αυτή και αυτή ήταν ο κύριος προσανατολισμός, η κύρια έμπνευση της ποιμαντικής
τους θητείας στην Εκκλησία. Χωρίς διατήρηση ολόκληρης της (γραπτής και
προφορικής) παράδοσης της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα χωρίς αληθινά Δόγματα της
ορθοδοξίας, δεν υπάρχει η Εκκλησία, επειδή ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: "Ο Κύριος Χριστός ονόμασε την ακριβή σωτήρια ομολογία της πίστεως
με τα λόγια – η Καθολική Εκκλησία, και γι’ αυτό το λόγο ονόμασε τον Πέτρο – ο
ευλογημένος, επειδή αυτός ομολόγησε καλά" (Ματθ. 16,18).[4]
…Ένας από τους μεγάλους σύγχρονους
ορθόδοξους θεολόγους, ο Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος του Τζόρντανβιλ (1906-1976) με
αυτή την έννοια προσθέτει: "Επομένως, ο καθένας τέλεια
καταλαβαίνει ότι ο χριστιανισμός είναι προπαντός η θρησκεία της Αλήθειας, την
οποία έφερε στη γη ο Υιός του Θεού από τον Ουράνιο του Πατέρα"
(Ιωάν. 12, 49). Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
υποσχέθηκε ότι θα στείλει το Άγιο Πνεύμα προς τους μαθητές του, για κανέναν
άλλο λόγο παρά μόνο για Αυτό, το Πνεύμα της Αλήθειας να τους φέρει σε ολόκληρη
την αλήθεια (Ιωάν. 16,13).
Αυτή η θεϊκή Αλήθεια είναι η πιο σημαντική στο χριστιανισμό, αυτή είναι η ίδια
η ουσία του χριστιανισμού, και πρέπει να την ακολουθήσει ο κάθε χριστιανός, πιο
πολύ από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο και γι΄ αυτή, αν θα είναι απαραίτητο, πρέπει
να δώσει τη ζωή του, όπως έκαναν πολλοί μάρτυρες, ομολογητές και οι Άγιοι
Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι πάλευαν ακούραστα τους
ψευδοδιδασκάλους-αιρετικούς (οι
οποίοι απέκλισαν από αυτή την Αλήθεια).[6] Αυτή την Αλήθεια, για την οποία ο
Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος γράφει, έχουν, ως εκ τούτου, μόνο αυτοί οι επίσκοποι,
ιερείς και πιστοί, οι οποίοι είναι ορθόδοξοι, και οι ορθόδοξοι είναι μόνο αυτοί
που αναμφιβολώς ακολουθούν αυτή την αλήθεια της αδιάφθορης πίστης, τήν οποία
ομολογούν και κηρύττουν σύμφωνα με τη μάθηση των Αγίων Αποστόλων και Αγίων
Πατέρων, την οποίαν προστατεύουν, διατηρούν, και προσπαθούν να ζουν σύμφωνα με
αυτή. Η ζωή στην αλήθεια της πατερικής πίστης είναι η ευσεβής ζωή. Επομένως, οι ορθόδοξοι είναι μόνο αυτοί
οι οποίοι ευσεβώς ομολογούν την αληθινή ορθόδοξη πίστη, ζώντας ευσεβώς μέσα σε
αυτή. Εξαιτίας αυτής της ζωτικής σπουδαιότητας και
σημαντικότητας διατήρησης της ιεράς ορθόδοξης θρησκείας, καθώς της ζωής μέσα σε
αυτή την πίστη, οι Άγιοι Πατέρες, ως το πιο
άγιο έργο και ο πιο άγιος τους στόχος, παντού και πάντα είχαν μπροστά τους τη
διατήρηση των αληθινών Δογμάτων της ιεράς ορθοδοξίας και ολόκληρης Παραδόσεως
της Εκκλησίας. Με αυτό τον τρόπο, αυτοί μας έδειξαν όχι μόνο
τον δρόμο της σωτηρίας και αληθινής εξυπηρέτησης του Θεού και της Εκκλησίας,
αλλά μας υποχρέωσαν να έχουμε κι εμείς επίσης μπροστά μας, πάνω από το κάθε
έργο και από το κάθε στόχο, ακριβώς αυτό τον αγιότατο και υψηλότατο στόχο· τη
διατήρηση της ιεράς ορθοδοξίας. Η κύρια δημιουργική δύναμη της Εκκλησίας διά μέσου των
αιώνων προερχόταν από αυτόν τον τύπο της εξυπηρέτησης και του ζήλου των Αγίων
Πατέρων για την καθαριότητα και την αλήθεια της ορθοδοξίας. Αυτός ήταν ο κύριος σκοπός και ο στόχος τους. Γι’
αυτό το λόγο, δεν είναι τυχαία ότι όλα τα εμπνευσμένα από το Θεό αγιοπατερικά
έργα, τα οποία είναι γραπτά με την ευαγγελική φιλαλήθεια και την αποστολική
τόλμη με σκοπό την προστασία της ορθοδοξίας κατά τη διάρκεια του διωγμού της,
είναι το πιο στενό θεμέλιο με το οποίο η Εκκλησία ήταν κατοχυρωμένη,
προστατευμένη και κατασκευασμένη διά μέσου των αιώνων.
Η τοποθέτηση οποιουδήποτε άλλου
στόχου πάνω από αυτό και τέτοιο στόχο είναι το ελάττωμα ποιμενικού καθήκοντος
του κάθε εκκλησιαστικού αξιωματούχου και ιερέα, και αυτό δεν οδηγεί στη
δημιουργία της Εκκλησίας, αλλά στη διάλυση
της ίδιας. Όπως στην ιστορία, έτσι και σήμερα βλέπουμε αυτόν τον κανόνα
στην πραγματικότητα. Επειδή, αν μας λείπει τέτοια μοναδική, ορθή και σοβαρή
προσέγγιση στην πίστη και στην Εκκλησία, κινδυνεύουμε να χάσουμε όχι μόνο το
νόημα της ποιμαντικής εξυπηρέτησης και ζωής στην Εκκλησία, αλλά και το δρόμο
των Αγίων μας Πατέρων – να μπούμε στην κακιά αδιέξοδο ανοικτής προδοσίας της
ορθοδοξίας. Αυτό έχει για το αποτέλεσμα την απομάκρυνση και αποστασιοποίηση από
την ίδια την πίστη, δηλαδή από την Εκκλησία και από το Χριστό.
Η διάφορα μεταξύ της
αληθινής και ψεύτικης ειρήνης στην Εκκλησία
Η φανέρωση της περιπλάνησης και
παρέκκλισης από τους σωστούς δρόμους της Εκκλησίας του Θεού, βλέπουμε ως
θλιμμένα παραδείγματα των σύγχρονων μας στη Σέρβικη Ορθόδοξη Εκκλησία και στις
άλλες τοπικές Εκκλησίες, οι οποίοι, αντί να προστατεύουν την ορθοδοξία, θεωρούν
ότι η διατήρηση της εξωτερικής και ψεύτικης ειρήνης στην Εκκλησία
είναι ο σπουδαιότατος εκκλησιαστικός στόχος, καθώς και όσο πιο καλύτερα γίνεται
η τοποθέτηση της Εκκλησίας εντός των μοντέρνων ρευμάτων του κόσμου. Οι
ανεύθυνοι ποιμένες της Εκκλησίας που επιλέγουν
την ψευδαισθητική ειρήνη, ενότητα και ευημερία του εν λόγω
είδους, καταπατούν τη βασική θεολογική αλήθεια της Εκκλησίας ότι χωρίς ενότητα
στην ορθοδοξία, ούτε υπάρχει καμία άλλη ενότητα ούτε καμία άλλη ειρήνη.
Κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι ο πιο
σημαντικός στόχος είναι η διατήρηση των εκκλησιαστικών κτιρίων, του
εκκλησιαστικού εισοδήματος, και γενικά, η διατήρηση της Εκκλησίας με την
έννοια των υλιστικών της αγαθών. Σαν να μην είναι η Εκκλησία πρώτιστα ένα
πνευματικό κατασκεύασμα ή μία πνευματική οντότητα, αλλά το αρχιτεκτονικό ή
οικονομικό πράγμα. Τέτοια μέθοδος εξισώνει την Εκκλησία με τα τείχη και το
ταμείο, και η μέθοδος αυτή είναι ανάξια της χριστιανικής κατανόησης και
αντίληψης της Εκκλησίας, η μέθοδος αυτή μένει μακριά από την αλήθεια της
πίστεως και από τη θεολογική και εκκλησιολογική ουσία της Εκκλησίας. Μιλώντας
γενικά, οι χαμένοι σύγχρονοι μας στη σειρά των εκκλησιαστικών αξιωματούχων της
Σέρβικης Ορθόδοξης Εκκλησίας με επικεφαλής τον πατριάρχη Ειρηναίο (δημοσίως
δηλωμένος οικουμενιστής), και οι άλλοι υπάκουοι σ’ αυτόν, προσπαθούν να
διατηρούν μόνο την εξωτερική εμφάνιση της Εκκλησίας. Σαν να είναι η
Εκκλησία κάποιο κοινωνιολογικό φαινόμενο. Η ιδεολογική βάση αυτής της όρασης είναι η
αίρεση του οικουμενισμού, η οποία δυστυχώς σαν πνευματική μόλυνση είναι επεκτεινόμενη σε όλες τις τοπικές
Εκκλησίες. Επειδή ασπάζονται τέτοια κοσμική και μην πνευματική άποψη, τέτοιοι
ψευδοποιμένες και θεολόγοι δεν μπορούν να καταλάβουν την ίδια την ουσία της
Εκκλησίας· τη θεανθρώπινη βαθύτητα και το χριστολογικό πλάτος της Εκκλησίας ως
του θεανθρώπινου οργανισμού, του οποίου το θεμέλιο είναι η αληθινή ορθόδοξη
θρησκεία με επικεφαλής το Χριστό. Γι’ αυτό το λόγο στη σύγχρονη (μη) ορθόδοξη
θεολογία έχουμε την υπερβολική έμφαση (με το παπιστικό φόντο) ενός
κοινωνιολογικού φαινομένου και μιας λεπτομέρειας, δηλαδή η εξίσωση της Εκκλησίας με την κοινότητα των πιστών
γύρω από οποιοδήποτε
επίσκοπο, παραμελώντας πιο σημαντικό γεγονός ότι η Εκκλησία είναι πρωτίστως η κοινότητα των
πιστών με το Χριστό, και μετά αυτό, η κοινότητα των πιστών γύρω από
τον επίσκοπο, αποκλειστικά γύρω από τον επίσκοπο
που ομολογεί σωστά την ορθοδοξία.
Γι’ αυτό το λόγο, είναι η μεγάλη πλάνη των δημιουργών των μην ορθόδοξων επιτεύξεων της σύγχρονης ευχαριστιακής θεολογίας ότι ο επίσκοπος είναι η εικόνα του Χριστού (εννοείται αυτοδικαίως). Αυτό μοιάζει ζωηρώς με
το χωρισμό του αιρετικού δόγματος περί αλαθήτου πάπα ex cathedra,
δηλαδή ο πάπας είναι “αλάθητος“ μόνο όταν δημοσίως ομολογεί και διδάσκει την
θρησκεία, αλλά στην προσωπική του ζωή είναι αμαρτωλός, όπως λένε οι
ρωμαιοκαθολικοί αιρετικοί. Ο επίσκοπος με βάση, πρωτίστως, την ορθόδοξη του
ομολογία, και πάνω από όλα, την ευσεβή του ζωή, πρέπει να είναι όντως η εύχαρις
και ζωντανή εικόνα του Χριστού, αντί να
παρουσιάζει και να επιβάλλει τον εαυτό του ως κάποια εικόνα του Χριστού,
αποκλειστικά σύμφωνα με το επίσημο του καθήκον, κρύβοντας την πνευματική του
κενότητα πίσω από την προσφώνηση του, με την παπική
υποδήλωση αυτού του πράγματος, σαν να είναι ο επίσκοπος αναπληρωτής του
Χριστού στη γη· αυτό είναι η φιλόδοξία του παπικού αιρετικού ιδρύματος. Αυτό το
υπερβολικό στοιχείο στην καινοτομική ευχαριστιακή θεολογία ταυτόχρονα
αποκαλύπτει τους παπικούς στόχους και τις προθέσεις τέτοιας ψεύτικης θεολογίας.
Τέτοια συνολική ανθρωπιστική άποψη
της λεγόμενης διατήρησης της Εκκλησίας, αποκλειστικά με την έννοια της ύπαρξής
της ως ανθρώπινη κοινότητα και οργάνωση, χωρίς τα συμφραζόμενα
της αληθινής,
ανθρώπινης, ορθόδοξης θρησκείας, ακόμη και με άμεση άρνηση της αλήθειας αυτής
της θρησκείας, παρουσιάζει μόνο μη δημιουργική ανανέωση της αιρέσεως του
Σεργιανισμού, η οποία είναι αποκαλυμμένη και καταραμένη ειδικά από την Ρωσική
Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσίας.
Οι φύλακες της εξωτερικής ειρήνης
και ενότητας της Εκκλησίας δεν προσέχουν την αλήθεια όλων των αληθειών: ότι
χωρίς παραμονή στην αλήθεια της ορθοδοξίας και χωρίς διατήρηση της ορθόδοξης
θρησκείας η κάθε ειρήνη στην Εκκλησία, είναι η ψεύτικη ειρήνη, και η κάθε
ενότητα στην Εκκλησία, η ψεύτικη ενότητα, και το χειρότερο είναι ότι κάθε
τέτοια Εκκλησία είναι στο δρόμο να γίνει η ψεύτικη Εκκλησία. Επειδή κάθε τέτοια
και η κάθε άλλη ενότητα χωρίς ορθοδοξία είναι η ενότητα χωρίς Χριστό που είπε: ὁ μὴ ὢν μετ᾿ ἐμοῦ κατ᾿ ἐμοῦ
ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ᾿ ἐμοῦ σκορπίζει (Λκ. 11,23).
Η κάθε ενότητα
στην Εκκλησία χωρίς
αληθινή πίστη, δηλαδή χωρίς Χριστό είναι
η ενότητα στον αντίχριστο.
Έτσι, μπορούμε να δούμε πόσο είναι
επικίνδυνη τέτοια ψεύτικη ειρήνη και τέτοια ψεύτικη ενότητα, επειδή αυτές, όπως
αποδείχτηκε, δεν εξυπηρετούν τη διατήρηση και τη δημιουργία της Εκκλησίας, αλλά
εξυπηρετούν τον τρομερό και άθεο σκοπό της καταστροφής της Εκκλησίας. Διότι η Εκκλησία δεν είναι η
διοικητικό και γραφειοκρατικό σύστημα των ανθρώπων που φοράνε τα ράσα, αλλά η
Εκκλησία είναι ο ίδιος ο Χριστός, που φάνηκε και αποδείχτηκε στην ευσεβή
ομολογία της ορθόδοξης θρησκείας, δια μέσου της ζωής σύμφωνα με αυτή τη
θρησκεία στα Ιερά Μυστήρια, στις Ιερές Αρετές όλων των μέλων της, με επικεφαλής
το Χριστό. Όλα εκτός από αυτά δεν είναι η Εκκλησία, αλλά η
μίμηση της Εκκλησίας, η κοροϊδία της Εκκλησίας, η εξίσωση
της Εκκλησίας με τον αυτοδιοικούμενο οργανισμό, έχοντας ως αρχή
την δημοκρατική ψηφοφορία και πλειοψηφία. Όλα αυτά σημαίνουν την προσομοίωση
της Εκκλησίας και εκκλησιαστικής ζωής, μέσω της οργάνωσης των γκλάμουρ
δεξιώσεων, της κατάχρησης των ιεροτελεστιών (παραδείγματος χάριν οι χειροτονίες
των επισκόπων), των εγκαινίων καινούργιων (υπερβολικά διακοσμημένων) μοντέρνων
ναών, της οργάνωσης των πολύλογων (αλλά πνευματικά κενών) φιλοσοφικών
διαλέξεων, όπου λείπει η αλήθεια της ορθοδοξίας και η δημιουργική της δύναμη.
Αυτό είναι η εξίσωση της Εκκλησίας με την ομάδα –των επισκόπων ποδοσφαιριστών,
πολιτικών ή επιχειρηματιών. Η απόδειξη γι’ αυτό είναι όλο και περισσότερο
άδειοι ναοί στη Σέρβικη Ορθόδοξη Εκκλησία, ακριβώς επειδή η Εκκλησία, με
επικεφαλής τους επισκόπους προσομοιωτές και δογματικούς ρελατιβιστές, θανάσιμα
χάνει την θεανθρώπινη και σωτηριολογική, αποστολική και ιεραποστολική,
αγιοπατερική και αληθινή, μαρτυρική και εξομολογητική, όσια και ασκητική,
ενάρετη και χρήσιμη ζωηρότητα και ζωτικότητα.
Στα συμφραζόμενα της αιρετικής
οικουμενιστικής κινήσεως ήδη είναι φανερός ο τελικός της στόχος· η νέκρωση της
Εκκλησίας και εξίσωση της με κάποιο εξωτερική φόρμα της χριστιανικής
κοινότητας, δηλαδή η τόνωση αυτού του κοινωνιολογικού χαρακτήρα της Εκκλησίας
(ως κοινότητα των πιστών γύρω από τον επίσκοπο-αξιωματούχο), καθώς και ο εκφοβισμός ότι έξω από τέτοιο και αυτό το είδος της
κοινότητας δεν υπάρχει η σωτηρία.
Στα συμφραζόμενα αυτής της άποψης
για την Εκκλησία, ο στόχος των εκκλησιαστικών ιεραρχών και των προκαθημένων
είναι να υπογράψουν την ουνία με τον πάπα
της Ρώμης (μόνοι τους ή με την πλειοψηφία των ψήφων των οπαδών τους των επισκόπων-ψηφοφόρων),
αδιάφοροι στην πίστη, αδέξιοι στην ευλάβεια και έτοιμοι να συμβιβαστούν με τον
κόσμο σχετικά με τα Ιερά Δόγματα. Μετά, ο καθένας που δεν θέλει να αποδεχτεί αυτήν την ουνία
αυτή, θα αποκλειστεί από την εκκλησιαστική κοινωνία και σύμφωνα με την ασθενή λογική αυτής της κακής ευχαριστιακής θεολογίας θα
στερηθεί από τη σωτηρία. Για αυτό το λόγο κι εμείς είμαστε εναντίον της σύγχρονης ευχαριστιακής θεολογίας και των εξ αυτής προερχόμενων λειτουργικών
μεταρρυθμίσεων, επειδή όλα αυτά μαζί συμβολίζουν τη θεολογική βάση και
διεστραμμένη θεολογική άποψη της οικουμενιστικής κινήσεως που οδηγεί άμεσα στην
ένωση με τον πάπα της Ρώμης.
Η μάχη του Επισκόπου
μας και της Επαρχίας μας για τη διατήρηση της Θρησκείας είναι η κύρια αιτία για
την εξορία μας
Ο Επίσκοπος μας Αρτέμιος, πραγματικά
πιστός πνευματικός γιος του οσίου Ιουστίνου από τη μονή Τσέλιε – αυτού του
τεράστιου δέντρου, φυτρωμένου από το Θεό στην πνευματική περιβόλι του αγίου Σάββα της
Σερβίας, δηλαδη στη Σέρβικη Ορθόδοξη Εκκλησία, πιστά διατηρεί την ορθόδοξη
παράδοση των δύο αναφερόμενων Αγίων Πατέρων. Ιδιαίτερα σημειώνουμε ότι το
μήνυμα όλων των μηνυμάτων της θεολογίας του Πατέρα Ιουστίνου είναι το εξής: με την κάθε προσοχή και ευψυχία
πρέπει να προστατεύουμε την αμετάβλητη και αδιάφθορη ομολογία της ορθόδοξης
θρησκείας, και να ζούμε μέσα και σύμφωνα την θρησκεία αυτή.
Αυτή τη βασική παράδοση του αγίου Ιουστίνου, ο Επίσκοπος Αρτέμιος έλαβε και
χάραξε στην ποιμαντική και ασκητική του προσωπικότητα και συνάμα στην πράξη
του. Φυσικά, ο Επίσκοπος Αρτέμιος μετέφερε όλα αυτά στο ποίμνιο του, στην
Επαρχία του, σε αυτό το μέρος του πνευματικού κήπου του αγίου Σάββα, στο
περιβόλι που δόθηκε από το Θεό. Η ζήλια εκείνων των επισκόπων που έχουν χάσει
το στόχο της ποιμαντικής τους εξυπηρέτησης και έχουν χάσει τον ορθόδοξο
προσανατολισμό στην πράξη τους, βοηθούμενη με την κτηνώδη αναίδεια των ηγεμόνων
του κόσμου και ισχυρών παγκοσμιστών, έβαλε τη μην ευλογημένη χείρα της στο
πνευματικό περιβόλι του Επισκόπου Αρτεμίου, με το σκοπό να το καταστρέψει.
Αλλά, εκείνο το μέρος του ποιμνίου στην Επαρχία μας, το οποίο ήταν βαθιά
ριζώμενο στην αναφερόμενη παράδοση του Επισκόπου μας, παρέμεινε προστατευόμενο
από αυτήν τη μην ευλογημένη χείρα, ενώ εκείνο χωρίς ρίζα ξεριζώθηκε και
ξεράθηκε. Ο ψεύτικος κηπουρός Θεοδόσιος, τον οποίο οι συνοδικοί οικουμενικοί
Πατέρες με τα λόγια κανονικού δικαίου απολύτως δικαία αποκαλούν “μοιχός“,
κατείχε μόνο την περίφραξη του πνευματικού κήπου της Επαρχίας Ράσκας και
Πριζρένης. Όμως, το κύριο περιεχόμενο του κήπου, δηλαδή τα μην ξεραμένα
σπορόφυτα της Επαρχίας έχουν παραμείνει στην ιδιοκτησία του αληθινού κηπουρού
του πνευματικού κήπου –του Επισκόπου Αρτεμίου.
Μιλώντας πιο απλά, η Επαρχία μας
είναι φυσικά αποκλεισμένη έξω από την επίγεια της περίφραξη, δηλαδή έξω από τα
σύνορα της, αλλά ως μια υγιής οντότητα, ο υγιής οργανισμός πνευματικά, συνέχισε
να υπάρχει, ζει και επεκτείνεται εκεί που είναι υποχρεωμένη να υπάρχει με τη
δύναμη των περιστάσεων, όχι σύμφωνα με το θέλημα της, δηλαδή παντού στη χώρα
μας, αλλά και μακρύτερα – στο εξωτερικό. Η Επαρχία κατάφερε όλα αυτά προφανώς
εξαιτίας του Επισκόπου μας, ο όποιος, κρατώντας την παράδοση της Εκκλησίας, για
όλους μας έβαλε τον κύριο στόχο: τη διατήρηση της ορθοδοξίας και τη ζωή στην αμετάβλητη και
αδιάφθορη ορθόδοξη πίστη. Φυσικά, η μάχη μας για τη διατήρηση
της ορθόδοξης θρησκείας είχε μπροστά δικό της εχθρό. Επειδή εκεί πού υπάρχει
μια μάχη, υπάρχει και ένας εχθρός. Ο κύριος εχθρός της ορθοδοξίας τον οποίο
παλεύουμε σήμερα είναι η αίρεση του οικουμενισμού. Ο οικουμενισμός είναι η
ουσία, η βάση και η έμπνευση όλων των καινοτομίων και μεταρρυθμίσεων μέσω των
οποίων οι σύγχρονοι μισθοφόροι και περιπλανημένοι, διεστραμμένοι,
αποπροσανατολισμένοι ποιμένες προσπαθούν να “βελτιώσουν“, “αλλάξουν“,
“μεταρρυθμίσουν“ την ορθόδοξη θρησκεία και με αυτό τον τρόπο να την διαλύσουν,
δηλαδή να καταστρέψουν την Εκκλησία του Χριστού. Βεβαίως, σε αυτή τη μάχη ή
σύγκρουση με την αιρετική οικουμενιστική κίνηση εντός της Σέρβικης Ορθόδοξης
Εκκλησίας και μακρύτερα, καθώς και με το οικουμενιστικό δόγμα, είναι λογικό να
φτάσουμε στη σύγκρουση με τους κορυφαίους αυτού του δογματικού οικουμενιστικού
νεωτερισμού, δηλαδή με τους οικουμενιστές. Αν ξέρουμε ότι οι οικουμενιστές
προέρχονται από τη σειρά των επισκόπων γραφειοκρατών, εκπροσώπων, κακογράφων,
επιχειρηματίων, ποδοσφαιριστών, ψαράδων, πολιτικών, δηλαδή των σφετεριστών των
εκκλησιαστικών θεσμών, εκείνη η σύγκρουση φυσικά έχει μεταφερθεί στο
εκκλησιαστικό-γραφειοκρατικό πλαίσιο που προκάλεσε την εξορία και το διωγμό της
Επαρχίας μας. Το αποτέλεσμα είναι η εξορία μας. …Μετά από το διωγμό μας έξω από
τα σύνορα της Επαρχίας ο Επίσκοπος Αρτέμιος ήταν κατά τη διάρκεια των δύο μηνών
υπό την αστυνομική επιτήρηση κάθε μέρα όλο το εικοσιτετράωρο, όπως ήταν η
κατάσταση του οσίου Ιουστίνου από τη μονή Τσέλιε και του αγίου ιερομάρτυρα
Βαρνάβα από το Χβόσνο. Αυτήν την ανέντιμη ενότητα και συνεργασία της κορυφής
της Σέρβικης Ορθόδοξης Εκκλησίας με την αστυνομία του μην αναγνωρισμένου,
τρομοκρατικού αλβανικού κράτους στο Κοσσυφοπέδιο, τεκμηριώνουν το
οπτικοακουστικό υλικό και τα ντοκουμέντα σχετικά με αυτή την παράνομη πράξη,
και οι άλλες παράνομες πράξεις των αξιωματούχων της Σέρβικης Ορθόδοξης Εκκλησίας
με το σκοπό του διωγμού μας. Δεν έχουμε καιρό να πούμε όλα. Αυτή η σύγκρουση
μας με τους επισκόπους οικουμενιστές και τον Πατριάρχη Ειρηναίο ήταν
αναπόφευκτη, επειδή, καθώς ήδη έχουμε πει, δεν
είναι δυνατό να παλέψουμε τον οικουμενισμό χωρίς να αντιμετωπίσουμε τους
οικουμενιστές. Αλλιώς, θα κάναμε το ίδιο όπως οι πολιτικοί όταν μιλούν για
τη μάχη εναντίον της εγκληματικότητας χωρίς να διώξουν τους αληθινούς
εγκληματίες όπως δυστυχώς γίνεται συχνά.
Τέλος πάντων, όλα αυτά δεν μας
απομάκρυναν από τον κύριο μας στόχο, από την προστασία της ορθοδοξίας.
Αντιθέτως, μας έχουν ενθαρρύνει να συνεχίσουμε σε αυτόν το δρόμο. Επομένως, η
προστασία της Θρησκείας είναι τώρα περισσότερο από ποτέ ο κύριος σκοπός και η
έμπνευση της διωγμένης, εμπαιγμένης, εξευτελισμένης και στερημένης από το κάθε
δικαίωμα, αλλά από το Θεό υποστηριγμένης μας Επαρχίας. Για τους ορθόδοξους αυτό
είναι καλό, για άλλους είναι ο παράλογος φόβος και η λύπη, επειδή εμείς, μέσω
αυτού, παλεύομε με αυτό τον τρόπο για την επιστροφή της ενότητας στη Σέρβικη
Ορθόδοξη Εκκλησία σχετικά με την ομολογία της ορθοδοξίας, αληθινή ειρήνη και
κοινότητα με το Άγιο Πνεύμα. Διότι, χωρίς ορθόδοξη θρησκεία, δεν υπάρχει
κοινότητα ούτε με το Άγιο Πνεύμα ούτε στο Άγιο Πνεύμα. Η παραμονή σε αυτό το
δρόμο και η παρακολούθηση αυτής της κατεύθυνσης, είναι ο αλάνθαστος περίπατος
στο μονοπάτι του Χριστού, των Αγίων Αποστόλων και Αγίων Πατέρων, όπως έχει
αποδειχθεί από την προηγούμενη μας εμπειρία. Εμείς μόνο ακολουθούμε, όσο
μπορούμε, την αποστολική και αγιοπατερική εμπειρία, την οποία μαρτυρούν οι βίοι
των Αγίων Αποστόλων και Αγίων Πατέρων (προστατών της αληθινής πίστης). Αυτό μας
μαρτυρούν τα βαθύτερα δογματικά τους έργα, αλλά και το εκκλησιαστικό δίκαιο,
δηλαδή η διατύπωση του κανονικού δικαίου αυτής της αποστολικής και αγιοπατερικής
εμπειρίας στη μάχη για τη διατήρηση της ορθοδοξίας.
Εάν είχαμε σοβαρές θεολογικές σχολές στη χώρα μας και όχι άντρα του Οικουμενιστικού συγκρητισμού, ζηζιουλισμού και γιανναρισμού καθώς και μιας γενικότερης και ευρύτερης εκτρωματικής και μεταλλαγμένης θεολογίας που διαθέτουμε σήμερα το θαυμάσιο και υπέροχο αυτό κείμενο θα έπρεπε να είχε κορνιζαρισθεί και αναρτηθεί σε περίποπτη θέση στους τοίχους των ως άνω σχολών, τους οποίους και θα κοσμούσε.
Εσείς, σεβασμιώτατοι, δεν παραπέμψατε τα ανεκδιήγητα "συνοδικά" κείμενα της Κρήτης σε επιτροπές, όπως κάποιοι άλλοι συνεπίσκοποί σας, αλλά τα εξαποστείλατε καταλλήλως στη χωματερή της εκκλησιαστικής Ιστορίας. Εκεί δηλαδή που τους αξίζει.
Αψηφήσατε το γεγονός ότι το δίκην παγκοσμίου χωροφύλακος της Οικουμενικής Ορθοδοξίας ενεργούν παπάτο που εδρεύει στο Βόσπορο διοργάνωσε τη συγκεκριμένη σύναξη με το στανιό και σε συνεργασία με υπερατλαντικά κέντρα εξουσίας και επιχειρεί κατά τρόπο επιεικώς αήθη να την επιβάλλει, επίσης με το στανιό, στις συνειδήσεις των απανταχού Ορθοδόξων.
Αποδείξατε ότι διαθέτετε την ορθή, περί πανορθοδόξου ενότητος, αντίληψη που δεν συνίσταται στην άκριτη ομοφωνία και συμφωνία των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών αλλά στην ενότητα επί τη βάσει της Ορθοδόξου παραδόσεως και των Θείων και Ιερών κανόνων.
Με την πεπαρρησιασμένη σας παρέμβαση διασώσατε το κύρος του επισκοπικού αξιώματος και πληρώσατε αφάτου χαράς το ορθοφρονούν Ορθόδοξο ποίμνιο όπου γης.
Ο πιστός λαός του Θεού χαίρει, επίσης, και αγάλλεται και για το γεγονός της μη συμμετοχής της τοπικής Εκκλησίας της Βουλγαρίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο του ψεύδους και των αιρέσεων.