Σάββατο 4 Απριλίου 2009












ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΦΩΣ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΓΗΣ

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗ !

Είχαν φθάσει εκεί, 1.000 χρόνια πρίν από τόν Χριστόφορο Κολόμβο !

Διάφορες σκέψεις γιά τό μυστηριώδες ταξίδι τους...

Μέσα στήν σιγή τού δάσους Cockaponset State Forest στό Νότιο Connectikut, κοντά στό χωριό Guiulford, βρίσκεται ή αρχαιότερη Χριστιανική Εκκλησία τής Νοτίου Αμερικής, αριστοτεχνικά σκαλισμένη από πέτρα.

Οί επιγραφικές αποδείξεις τήν σημειώνουν νά έχει κτισθεί στά 1500 χρόνια από σήμερα, από Ορθόδοξους Χριστιανούς μοναχούς προερχομένους από τό ελληνικό Βυζάντιο, πού διέφυγαν μέ πλοία από τήν Βόρειο Αφρική κατά τίς επιδρομές τών Βανδάλων.

Υπάρχουν πολλά Ελληνικά κύπελλα ( σέ σχήμα μικρής κούπας ) πλαισιωμένα μέ καθαρά χριστιανικά σύμβολα ή μονογράμματα τού Χριστού, μέ βαπτιστήρια, κηροπήγια, Δεσποτικός θρόνος ή καθέδρα επισκοπική, καί ένα Ιερό Βήμα.

Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι, ότι δέν έχουμε νά κάνουμε μόνο μέ κάποιες επιγραφές, αλλά μέ έναν συγκεκριμένο τόπο Ορθόδοξης Χριστιανικής λατρείας στήν αρχαία Αμερική, εκατοντάδες χρόνια πρίν βρεθεί αυτή, στά 1504 από τόν Χριστόφορο Κολόμβο !!

Τά κομψοτεχνήματα αυτά, παραλληλίζονται καί μέ άλλα ευρήματα πού εντοπίσθηκαν τό 1926 σέ μιά Όαση τού Μαρόκο, στήν Βόρεια Αφρική.

Ένας ειδικός ερευνητής, ό Frederick J. Pohl μελετώντας τίς επιγραφές τοποθέτησε τήν άφιξη τών μοναχών στήν Βόρειο Αμερική, γύρω στά 480 μ.χ. , σέ μιά εποχή μεγάλων ανακατατάξεων στήν Βορειο-Αφρικανική Ήπειρο.

Είναι ιστορικώς γνωστό ότι μέχρι τό 430 μ.χ. πολλοί Επίσκοποι λειτουργούσαν στήν Βόρειο Αφρική, καί πιό πολύ στήν Τυνησία καί στήν Καρχηδόνα όπου καί μέχρι σήμερα διασώζονται ερείπια.

Ήταν περίοδος διωγμών από Βανδάλους αιρετικούς - Αρειανιστές πού καί οί ίδιοι κυνηγημένοι από τούς βαρβάρους λαούς τής Βόρειας Ευρώπης είχαν καταφύγει στήν Αφρική.

Από τήν άλλη πλευρά, υπήρχε ό μοναχισμός στήν Βόρεια Αφρική από τήν εποχή τού Αγίου Αυγουστίνου, Επισκόπου Ιππώνος στήν Καρχηδόνα, γύρω στά 388 μ. χ.

Οί μοναχοί ερχόμενοι σέ σύγκρουση πίστεως μέ τούς τότε έξη Βανδάλους μονάρχες πού κυβερνούσαν τήν περιοχή, καταδιώχθηκαν απηνώς απ΄ αυτούς μέ αποτέλεσμα νά σκορπιστούν στήν έρημο καί τά βουνά τής Ανατολικής Λιβύης καί από εκεί νά διαφύγουν μέ πλοία " στήν γή πού δύει ό ήλιος..." , δηλαδή τήν σημερινή Βόρειο Αμερική.

ΕΝΑ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΕΣ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ...

Ένα χειρόγραφο ενός μοναχού πού επέστρεψε στήν πατρίδα του μετά τήν ήττα τών Βανδάλων τό 534 μ.χ. επί Ιουστινιανού, εξηγεί τό ταξίδι τών συνασκητών του στήν Βόρειο Αμερική.

Ειδικότερα αναφέρεται στήν καταστροφή από φωτιά, τήν λεηλασία, καί τήν τελική διαφυγή τής χριστιανικής κοινότητας πρός " τήν γή πού δύει ό ήλιος " στό Asq Sammal ή στήν γή τού Βορρά, μέ πολλά καράβια.

Στό χειρόγραφο γίνεται λόγος γιά μιά " βορειοδυτική πορεία από τό Μαρόκο...".


Στά ευρήματα τού Κονέκτικατ βρέθηκαν καί τά ακόλουθα,


1) Ένα σύνολο από 96 τρύπες ή σκαλίσματα μέ Χριστιανικά σύμβολα ή μονογράμματα τού Χριστού καί τής Παρθένου Θεομήτορος.

Μερικά έχουν σχήμα ψαριού μέ γράμματα ΙΧΘΥΣ ( από τά αρχαία χριστιανικά Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ ).


2) Ένα κηροπήγιο από 14 τρύπες γιά τοποθέτηση κεριών καί λαμπάδων μέ χαραγμένα επάνω του Βυζαντινά γράμματα IC , καί μέ ενδιάμεσο σύνδεσμο μεταξύ τού I καί τού C ώστε νά σχηματίζουν τό όνομα "Ιησούς", καί μέ ένα βυζαντινό σύμπλεγμα επάνω τους.

Ή βάση τού κηροπήγιου είναι σέ Ελληνικό Δωρικό ρυθμό !


3) Ένα άλλο σχέδιο από κύπελλο φέρει τά Βυζαντινά γράμματα " ΜΡ" γιά τό "Μήτηρ" πού αναφέρεται στήν λέξη "Μητέρα", γιά τήν Θεοτόκο Μαρία.


4) Βρέθηκαν ακόμη 2 εξαιρετικά εντυπωσιακά βαπτιστήρια, ένα ορθογώνιο καί ένα σέ σχήμα φλόγας( σύμβολο τού Αγίου Πνεύματος πού λαμβάνεται στό βάπτισμα),καί μέ 9 τρύπες γιά κεριά.

Οκτώ, γιά τήν 8η μέρα μετά τήν Σταύρωση, πού έχουμε τήν Ανάσταση, καί ή 9η γιά τήν πασχαλινή λαμπάδα, συμβολική τού Χριστού.


5) Υπάρχουν επίσης αναπαραστάσεις μέ νερά καί ψάρια πού ξεχύνονται στόν Ωκεανό, συμβολικό τών νεο-βαπτισθέντων Χριστιανών γνωστών ώς "μικρών ψαριών" πού αναδύονται από τά νερά τής αιωνίου ζωής, μετά τό βάπτισμα.


5) Ένας σκαλιστός θρόνος, δίπλα στό βαπτιστήριο, είναι καί ό επισκοπικός θρόνος επιβλέποντος τού επισκόπου στά τού βαπτίσματος.


Όλα αυτά, ή Εκκλησία καί τά ευρήματα, αποτελούν μιά ισχυρή μαρτυρία γιά τήν εμφάνιση τής Ορθοδόξου Χριστιανικής πίστης στήν Αμερική, πρίν ακόμη καί από τήν επίσημη εύρεσή της , στά 1492 , από τόν Χριστόφορο Κολόμβο.

( Τό άρθρο αυτό είναι παρμένο από τό περιοδικό " Orthodox Heritage" ( Ορθόδοξη Κληρονομιά) , τόμος 2, τεύχος 6, σελ.8-9)


Αυτό το άρθρο, που περιγράφει αυτην την θαυμάσια ανακάλυψι της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αμερική, μου την έστειλαν δύο εκλεκτοί φίλοι και την αναδημοσιεύω γιατί την θεωρώ πολύ σημαντική.

Παρασκευή 3 Απριλίου 2009









ΤΑ ΤΡΙΑ ΣΕ ΙΣΧΥ ΣΗΜΕΡΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ


Αφιέρωσι


Οι κατωτέρω αναφορές, αφιερώνονται, σ’ όσους έχουν την ψευδαίσθηση, ότι σήμερα 21 Μαρτίου (κατά το ημερολόγιό τους) έχουν εαρινή ισημερία. Δεν γνωρίζουμε, αν όντως το πιστεύουν ή όχι. Πάντως, αν θεωρούν ότι αυτό αληθεύει, δεν έχουν παρά να το επιβεβαιώσουν. Την πρακτική, του πως μπορούν να το πιστοποιήσουν, μας το δίνει ένας Επίσκοπος του Παλαιού ημερολογίου:
Ιννοκέντιος Φιγκουρόφσκυ (+1931) Μητροπολίτης Πεκίνου

Υπολογισμός του Πάσχα χωρίς Πασχάλιο Πίνακα «Αλλά ένας Ορθόδοξος ημπορεί ευκόλως να υπολογίση την ημέρα του Πάσχα ακόμη και χωρίς τον Πασχάλιο Πίνακα ή ειδικούς υπολογισμούς. Θα έχη μόνον να παρατηρή την διεύθυνσιν των σκιών κατά την ανατολήν του ηλίου και να σημειώση την ημέραν, κατά την οποίαν αυταί αι σκιαί κατευθύνονται ακριβώς προς την δύση. Αυτή είναι η ισημερία» (Ανοικτή επιστολή ..... εμμονής εις το Ορθόδοξον Ημερολόγιον ..... Περιοδικό: Ορθόδοξος Ένστασις και Μαρτυρία. τ. 30-31, Ιαν-Ιουν. 1993).

Συμφωνούμε απόλυτα με τον ανωτέρω Επίσκοπο και καλούμε, όποιον είναι καλοπροαίρετος να κάνει το πείραμα. Δεν έχει, παρά να το πιστοποιήσει χρησιμοποιώντας την ταράτσα του σπιτιού του και δυο απλούστατα όργανα: ένα ραβδί και μια πυξίδα.
Αν λοιπόν στήσει όρθιο το ραβδί και κοιτάξει την πυξίδα, κατά την Ανατολή του Ηλίου, θα πρέπει να δει τη σκιά του ραβδιού να σκοπεύει στη Δύση. Πλην όμως, σήμερα, η σκιά δεν θα δείχνει τη Δύση, αλλά τα Νοτιοδυτικά.
Αν, το ίδιο πείραμα το κάνει κατά τη Δύση του Ήλιου, τότε η σκιά του ραβδιού, αντί να δείξει την Ανατολή, θα δείξει προς τα Νοτιοανατολικά.
Αυτό, κατά τον ανωτέρω Επίσκοπο, θα πιστοποιεί, ότι δεν έχουμε σήμερα ισημερία, αλλά ότι αυτή θα έχει γίνει προ πολλού.

Τι μας δείχνει το πείραμα; Ότι, ο Θεός έχει βάλει, σήμερα, τον Ήλιο, να είναι σε μια ορισμένη θέση στο στερέωμα.
Εμείς, τι κάνουμε; Διαφωνούμε με το Θεό μας, ισχυριζόμενοι, ότι δεν είναι στη θέση, που τον έχει τοποθετήσει, αλλά κάπου αλλού. Που το στηρίζουμε αυτό; Πουθενά.
Γιατί, μη μας πει κανείς, ότι οι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου γνωμάτευσαν, ότι ο Ήλιος δεν πρέπει να είναι εκεί που τον έχει τοποθετήσει ο Κύριος! Ούτε το διανοήθηκαν αυτό, αλλά θα ήταν και βλασφημία να το διανοηθούν!

Που να γνωρίζουν, ότι επί 1700 και πλέον χρόνια, οι Ορθόδοξοι θα είχαν σταθεροποιήσει τον Ήλιο σε μια ορισμένη θέση, ακλόνητη, ανά τους αιώνας των αιώνων!
Κάτι θα κατάλαβαν, οι Πατέρες μιας άλλης Συνόδου, οι οποίοι ήθελαν κάθε χρόνο να προσδιορίζεται η θέση του Ήλιου, στην ισημερία, ώστε να μπορούμε να βαδίζουμε σύμφωνα με την πραγματικότητα και όχι σύμφωνα με τη φαντασία.
Που να φαντασθούν, οι Πατέρες της Α΄ Συνόδου, ότι θα υπήρχαν άνθρωποι πιστοί με ξύλινα μυαλά, που το ρολόι του χρόνου έχει κολλήσει, γι’ αυτούς, στον 4ον αιώνα και εξακολουθούν και μας μιλούν και σήμερα για έναν πλασματικό χρόνο και όχι για τον πραγματικό!

Εισαγωγή

Είχαμε αναφερθεί, παλαιότερα, στην ύπαρξη σε χρήση τριών ημερολογίων, που χρησιμοποιούνται σήμερα στο Δυτικό κυρίως κόσμο. Αυτά είναι: τα Ιουλιανό, Γρηγοριανό και διορθωμένο Ιουλιανό και τη σύμφωνα με αυτά, εορτή του χριστιανικού Πάσχα.

Είναι γνωστό, ότι για τον καθορισμό της εορτής επελήφθη η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια το 325, η οποία έβγαλε σχετική απόφαση, η οποία στην ουσία της καθόριζε τέσσερις προϋποθέσεις:
την εαρινή ισημερία,
την 1η εαρινή πανσέληνο,
την πρώτη Κυριακή
και την εύρεση του Ιουδαϊκού πάσχα.
Αυτές οι παράμετροι, επειδή αφορούν θέσεις και κινήσεις ουρανίων σωμάτων, τα ανέθεσε η Σύνοδος στους επιστήμονες Αστρονόμους της Αλεξάνδρειας, να τα καθορίσουν και σύμφωνα με αυτούς επιφόρτισε την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας να αναγγέλλει την ημερομηνία της εορτής σ’ όλο το χριστιανικό κόσμο, σ’ Ανατολή και Δύση.
Αναφέρεται επίσης, ότι ο Επίσκοπος Χωών Αχιλλέας Τάτιος, σπουδαίος Αλεξανδρινός αστρονόμος, ο οποίος πήρε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, είναι ο κατασκευάσας τον κανόνα για τον εορτασμό του Χριστιανικού Πάσχα.


Οι πρώτες τριβές και οι πρώτες απείθειες παρουσιάστηκαν αμέσως, μετά την υπογραφή της απόφασης.
Η δυτική οφρύς έδειξε αμέσως την ιδαιτερότητά της.
Η Ρώμη αρνήθηκε να δεχτεί την ισημερία της 21ης Μαρτίου, γιατί είχε καθορίσει με τους δικούς της αστρονόμους την ισημερία στις 18 Μαρτίου.
Η ασυμφωνία εκδηλώθηκε αμέσως και έτσι το επόμενο έτος (326) ο εορτασμός σε Ανατολή και Δύση δεν ήταν κοινός.
Αυτό συνεχίστηκε και τα επόμενα έτη μέχρι το 800, που η Δύση επανήλθε στον Αλεξανδρινό κανόνα. Έτσι, η Δύση είχε ισημερία στις 18 Μαρτίου, η Ανατολή στις 21 και οι Ιουδαίοι στις 27.
Η απείθεια όμως στην απόφαση της Α΄ Συνόδου συνεχίστηκε και σε άλλες συνοδικές αποφάσεις τοπικών Συνόδων.
Έτσι, η πρώτη αντίδραση εκδηλώθηκε στην αγία Σύνοδο της Σαρδικής (344-345), όπου ανατράπηκε το σκέλος της απόφασης, που αφορούσε την αναγγελία της ημερομηνίας της εορτής.
Η απόφαση της Συνόδου αυτής, για τον εορτασμό αναφέρει: «όπως επί 50 έτη οι Επίσκοποι Ρώμης και Αλεξανδρείας αγγέλωσιν απανταχού ως έθος την ημέραν της εορτής του Πάσχα» ο μεν Ρώμης εις τας Εκκλησίας της Δύσεως, ο δε Αλεξανδρείας εις τας Εκκλησίας της Ανατολής.
Αυτό βέβαια στην πράξη δεν ίσχυσε επί 50 μόνον χρόνια, αλλά επί 500!

Μια άλλη αμφισβήτηση της απόφασης της Α΄ Συνόδου έχουμε από την αγία Σύνοδο της Καρθαγένης του 418. Αυτή αμφισβητεί τον άπαξ προσδιορισμό της εορτής από την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας και ζητά να προσδιορίζεται η ημερομηνία κάθε χρόνο από τη ίδια τη Σύνοδο.
Έτσι, στον ξ΄ κανόνα της αναφέρει: «Ώστε εν εκάστοις ενιαυτοίς συνέρχεσθαι προς το συζητείν, και όταν εις εν συνέλθωμεν, τότε διαδοθήσεται του αγίου Πάσχα η ημέρα δια των ευρεθησομένων εν τη Συνόδω τοποτηρητών» (ΠΗΔΑΛΙΟ, σελ. 492). Ο άγιος Νικόδημος απορεί για τον κανόνα αυτό, αφού 100 χρόνια περίπου μετά την Α΄ Σύνοδο, οι Αφρικανοί Πατέρες, οι οποίοι ήσαν παρόντες στη Μεγάλη Σύνοδο (οι προκάτοχοί τους βέβαια), ήθελαν αυτοί να καθορίζουν κάθε χρόνο την ημερομηνία.
Εμείς όμως δεν απορούμε. Ίσως να είχαν δίκιο οι Αφρικανοί Πατέρες, στο ότι έπρεπε κάθε χρόνο, βάσει των εκάστοτε νέων αστρονομικών δεδομένων, να καθορίζεται η ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι στην «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» έχουμε αμφισβήτηση των αποφάσεων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, για την ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα, από δυο άγιες Τοπικές Συνόδους και από την Εκκλησία της Ρώμης.
Το φαινόμενο λοιπόν του εορτασμού του Πάσχα, σε αλλότριες ημερομηνίες, δεν είναι πρωτόγνωρο στην Εκκλησία και δεν επηρεάζει τη συνοχή της.
Μερικοί όμως δεν μπορούν να το καταλάβουν αυτό και το έχουν αναδείξει, είτε σε θέμα δογματικό, που δεν είναι ή ακόμη περισσότερο στην Παράδοση, που δεν υπήρξε παρά για 200 χρόνια στα 2000 χρόνια της ζωής της Εκκλησίας και αυτά σε μια ενδιάμεση περίοδο.

Όλα τα ανωτέρω, είναι μια προεισαγωγή στο κύριο θέμα μας, που είναι η ύπαρξη τριών σήμερα ημερολογίων, το οποίον μια μερίδα πεισμόνως αρνείται, θεωρούσα, ότι υπάρχουν μόνο δυο ημερολόγια, το Ιουλιανό και το Γρηγοριανό, ενώ το λεγόμενο διορθ. Ιουλιανό, ότι είναι ένα καλά καμουφλαρισμένο Γρηγοριανό.
Δεν δέχονται καμία εξήγηση από κανέναν, ούτε από τους αρμόδιους επιστήμονες Αστρονόμους, ορισμένοι των οποίων έχουν επίσημα εκφρασθεί περί του διορθ. Ιουλιανού ημερολογίου και τις θέσεις των οποίων παραθέτουμε παρακάτω.
Επειδή δε, ορισμένοι εξ αυτών είναι εν ζωή, καλό θα είναι, εφ’ όσον διαφωνούν, να προβούν με κάθε πρόσφορο μέσο, σε διάψευση των θέσεών των και σε καταγγελία, επιδιώκοντες ακόμη και μια προσωπική επαφή και ενημέρωση.


Και ένα τελευταίο, γι’ αυτούς που κόπτονται για το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Θα ήτανε ομολογία πίστεως πραγματική και όχι εκ του ασφαλούς, να πάψουν να χρησιμοποιούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίον πράγματι ακολουθεί η Πολιτεία και να πάψουν να χρησιμοποιούν στα επίσημα έγγραφα, αν είναι υπάλληλοι του Δημοσίου ή ιδιωτικοί υπάλληλοι, μόνο το Γρηγοριανό ημερολόγιο, ενώ στα ιδιωτικά έγγραφα να γράφουν οι ίδιοι ημερομηνίες σε δυο ημερολόγια, στο Γρηγοριανό (ως πολιτικό ημερολόγιο) και στο Ιουλιανό (ως εκκλησιαστικό ημερολόγιο).
Όποιος αγωνίζεται, αγωνίζεται μέχρι τέλους τίμια και θαρραλέα και δεν υποκύπτει στον Αντίχριστο, για να μη χάσει τη θεσούλα του.


Διορθωμένο Ιουλιανό Ημερολόγιο


ΣΤΡΑΤΟΥ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΜΑΝΟΥ ΔΑΝΕΖΗ
Καθηγητών Αστροφυσικής Πανεπιστημίου Αθηνών

Αντιγραφή από το ένθετο περιοδικό «ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ» της εφημερίδας «Καθημερινή»
8 Απριλίου 2001

"Τα ημερολόγια, που ακολουθεί ο χριστιανικός κόσμος, δεν είναι μόνο το Ιουλιανό και το Γρηγοριανό, αλλά και το ακριβέστερο του κόσμου, το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους.


Μετά τη Γρηγοριανή μεταρρύθμιση του ημερολογίου, το 1582, το νέο ημερολόγιο έγινε αμέσως αποδεκτό από τις καθολικές χώρες, όχι όμως και από τις διαμαρτυρόμενες, οι οποίες το αποδέχτηκαν σταδιακά.
Στις αρχές του 20ού αιώνα άρχισαν να το αποδέχονται ως πολιτικό ημερολόγιο και οι ορθόδοξες χριστιανικές χώρες.

Όσον αφορά τους Έλληνες Ορθοδόξους, μόλις στις 16 Φεβρουαρίου του 1923, αποφάσισαν να δεχτούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Επειδή, όμως, υπήρχε μία καθυστέρηση περίπου 13 ημέρων, η 16η Φεβρουαρίου στο παλαιό ημερολόγιο ονομάστηκε 1η Μαρτίου του νέου.

Η Εκκλησία της Ελλάδος, το 1924, αποδέχτηκε -αφού συμβουλεύτηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο- όχι το Γρηγοριανό, αλλά το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο, το οποίο έκτοτε ακολουθεί.


Πράγματι, ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Δ΄ (ο Μεταξάκης, 1922-1923) συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη Πανορθόδοξο Συνέδριο τον Μάιο του 1923, στο οποίον έλαβαν μέρος το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Ρωσίας, το Πατριαρχείο Σερβίας, το Πατριαρχείο Ρουμανίας και οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες της Ελλάδος και της Κύπρου.
Το σημαντικό γεγονός είναι, ότι το Πανορθόδοξο Συνέδριο αποφάσισε, ότι η αλλαγή του ημερολογίου ήταν επιβεβλημένη, αφού δεν προσέκρουε σε κανένα κανονικό ή δογματικό κώλυμα.

Επιπλέον καθόρισε ως ημέρα της αλλαγής του ημερολογίου την 1η Οκτωβρίου του 1923, η οποία θα ονομαζόταν 14η Οκτωβρίου του 1923.

Η απόφαση του Συνεδρίου ήταν, ότι δεν θα υιοθετείτο το Γρηγοριανό ημερολόγιο και υπεδείχθη νέος ημερολογιακός κύκλος 900 ετών, ακριβέστερος του Γρηγοριανού κύκλου των 400 ετών.

Η νέα ημερολογιακή πρόταση που έγινε από τον Σέρβο αστρονόμο Μιλούτιν Μιλάνκοβιτς, όριζε ότι από τα έτη που δείχνουν αιώνες (επαιώνια έτη), δίσεκτα θα θεωρούνται μόνον εκείνα των οποίων ο αριθμός των αιώνων διαιρούμενος δια 9, δίνει υπόλοιπο 2 ή 6. Για τα άλλα έτη ισχύει ο Ιουλιανός κανόνας.
Συνεπώς αντί των δίσεκτων ετών 400, 800, 1200, 1600, 2000 κ.ο.κ. του Γρηγοριανού ημερολογίου, καθιέρωνε ως δίσεκτα τα έτη 200, 600, 1100, 1500, 2000 κ.ο.κ. Εντός κύκλου 900 ετών περιέρχονται 218 δίσεκτα έτη και έτσι η μέση διάρκεια του προτεινόμενου έτους είναι 365,24222222 ημέρες, δηλαδή το σφάλμα του είναι περίπου 2,03 δευτερόλεπτα ετησίως, που σημαίνει ότι αστρονομικά είναι το ακριβέστερο από όλα τα προταθέντα μέχρι σήμερα ημερολογιακά συστήματα.

Εάν τώρα δεν έχει υιοθετηθεί από τις άλλες χριστιανικές Εκκλησίες οι λόγοι ασφαλώς δεν είναι επιστημονικοί.


Όσον αφορά τον εορτασμό του Πάσχα, το Συνέδριο πρότεινε ο καθορισμός της εαρινής πανσελήνου να καθορίζεται αστρονομικά με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και η ημερομηνία του να καθορίζεται κατά τον «χρόνο» της Ιερουσαλήμ. Υπέδειξε επιπλέον σε όλα τα Ορθόδοξα Αστεροσκοπεία και Πανεπιστήμια να φτιάξουν πίνακες του Πασχαλίου μεγάλης διάρκειας.

Ωστόσο, για να τακτοποιηθεί το ημερολογιακό ζήτημα πρότεινε τελικά, έπειτα από συμβιβαστική πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφ’ ενός μεν να προστεθούν οι 13 ημέρες στο Ιουλιανό ημερολόγιο, δημιουργώντας το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο, αφ’ ετέρου δε να μη γίνει καμία παρέμβαση στον Πασχάλιο κύκλο.

Μ' αυτόν τον τρόπο η προσθήκη των 13 ημερών δεν συνιστά κανένα δογματικό ή κανονικό κώλυμα, εφ' όσον δεν θίγεται διόλου το ζήτημα του υπολογισμού του Πάσχα.
Επίσης απεφάσισε, η κάθε Εκκλησία να αποφασίσει ελεύθερα, εάν προτιμά να ακολουθήσει το Ιουλιανό ημερολόγιο ή το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό. Ούτε η μία, ούτε η άλλη απόφαση θα επηρεάσει την ενότητα και την κανονική κοινωνία των Ορθοδόξων Εκκλησιών μεταξύ τους.


Τελικά, το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο, υιοθετήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος την 10η Μαρτίου του 1924, που θεωρήθηκε 23η Μαρτίου του 1924, γιατί εν τω μεταξύ η διαφορά είχε φθάσει τις 13 ημέρες.

Αναφορικά με τα Πατριαρχεία που έλαβαν μέρος στο Συνέδριο, το Ρωσικό αποφάσισε να μην προχωρήσει σε καμία αλλαγή.
Το Πατριαρχείο της Σερβίας αρχικά απεδέχθη το Νέο Ιουλιανό ημερολόγιο, αλλά στη συνέχεια υπαναχώρησε.


Από τα Πατριαρχεία, που δεν έλαβαν μέρος στο Πανορθόδοξο Συνέδριο, τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Αντιοχείας δεν δέχτηκαν την πρόταση του Συνεδρίου, εφ' όσον δεν την επικύρωνε απόφαση Οικουμενικής Συνόδου.
Επίσης, την ίδια απόφαση πήρε και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, επειδή υποστήριζε ότι με την αλλαγή του ημερολογίου θα άλλαζε και το Πασχάλιο, δημιουργώντας σύγχυση στους πιστούς προσκυνητές που συνέρρεαν στην ιερή πόλη.
Λίγα χρόνια αργότερα, την 1η Οκτωβρίου του 1928, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υιοθέτησε κι αυτό το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο.


Σήμερα το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο ακολουθούν τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Επίσης οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες Ελλάδος, Κύπρου, Αλβανίας και Πολωνίας, όπως και οι Αυτόνομες Εκκλησίες Τσεχίας και Σλοβακίας.
Τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Ρωσίας και Σερβίας δεν έχουν αποδεχθεί την ημερολογιακή μεταρρύθμιση και για λόγους παράδοσης διατηρούν μέχρι σήμερα το Ιουλιανό ημερολόγιο.

Ακριβώς και για λόγους παράδοσης στην Ελλάδα, τα μοναστήρια στο Άγιον Όρος, όπως και τα μετόχια του Αγίου Όρους στην υπόλοιπη Ελλάδα διατηρούν το Ιουλιανό (παλαιό) ημερολόγιο, το οποίο διατηρούν και οι «Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί» (Γ.Ο.Χ.), γνωστοί ως παλαιοημερολογίτες".


Για την αντιγραφή
Ορθόδοξο Θεολογικό Εργαστήριο


ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Οι ανωτέρω Καθηγητές Αστροφυσικής είναι μέλη:
1.- Της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης

2.- Της Ελληνικής Αστρονομικής Εταιρίας

3.- Της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών
4.- Της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας Είναι συγγραφείς πολλών συγγραμμάτων Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών.
Είναι βαθύτατοι γνώστες των διαφόρων ημερολογίων, όλων των τόπων της γης, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με το θέμα του εορτασμού του Πάσχα, σε συγγράμματά τους.

Είναι γνωστοί στην Ελλάδα, από την επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά πολλών επεισοδίων: «Το Σύμπαν που αγάπησα».


Εκτός των ανωτέρω καταγραφών των καθηγητών Αστροφυσικής ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ και ΔΑΝΕΖΗ, παρατίθενται και άλλες καταγραφές σχετικές με τα ημερολόγια από ετέρους καθηγητές Αστρονομίας σε Ελληνικά και ξένα Πανεπιστήμια:


Αιγινήτης Δ. Καθηγητής Αστρονομίας


Στον καθηγητή Αστρονομίας του πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντή του Αστεροσκοπείου Αθηνών Δ. Αιγινήτη (1862-1934) οφείλεται, τόσον η εισαγωγή του Γρηγοριανού από την Πολιτεία (με εισήγησή του το 1918 προς την Πολιτεία), όσο και της διόρθωσης του Ιουλιανού από την Εκκλησία (με εισήγησή του το 1919 προς την Εκκλησία).
Το υπόμνημα του Δ. Αιγινήτη προς την Πολιτεία, διαβιβάστηκε από τον Υπουργό Παιδείας στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Η Ιερά Σύνοδος διόρισε επιτροπή αποτελούμενου από τον Επίσκοπο Δημητριάδος Γερμανό, ως Πρόεδρο, τον Επίσκοπο Ναυπακτίας Αμβρόσιο, τον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, Καθηγητή της Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών (1923), τον Εμμ. Ζολώτα, καθηγητή Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και τον εισηγητή της πρότασης Δημήτριο Αιγινήτη.

Η Επιτροπή στις 6.3.19, μειοψηφούντος του καθηγητή Ζολώτα, κατέληξε στην εξής πρόταση:
«Η Επιτροπή φρονεί ότι η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, δύναται να γίνη μετά συνεννόησιν μετά πασών των λοιπών ορθοδόξων αυτοκεφάλων εκκλησιών και ιδίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου….., υπό τον όρον, ουχί της προσχωρήσεως εις το Γρηγοριανόν, αλλά της συντάξεως νέου ημερολογίου…..».

Η Ιερά Σύνοδος στη συνεδρία της 20.3.19 ενέκρινε την πρόταση της Επιτροπής και πρόσθεσε:
«Εάν η πολιτεία, μη ελπίζουσα ταχείαν αποπεράτωσιν του νέου ημερολογίου, αισθανομένη δε αυξανούσας τας σχετικάς δυσχερείας, εφ’ όσον και όμορα κράτη εδέχθησαν το Γρηγοριανόν, νομίζη ότι δεν δύναται να παραμείνη εις το σήμερον ημερολογιακόν καθεστώς, είναι ελευθέρα να δεχθή το Γρηγοριανόν, ως ευρωπαϊκόν ημερολόγιον, της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του νέου επιστημονικού, το Ιουλιανόν»


Κατά συνέπεια, η Πολιτεία με την απόφαση αυτή της Ιεράς Συνόδου είχε την πλήρη ελευθερία να προχωρήσει στην αλλαγή του ημερολογίου, χωρίς τον τυχόν κίνδυνο εκκλησιαστικής αντίδρασης, που μπορούσε να δημιουργήσει την εσφαλμένη ιδέα στο λαό ότι θίγουσα το ημερολόγιο έθιγε την ίδια τη θρησκεία (!).


Η ελληνική κυβέρνηση το 1923 διόρισε επιτροπή αποτελούμενη από τους Καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτριο Αιγινήτη, Αμίλκα Αλιβιζάτο, Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, από τον υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Κοφινά και από τον νομικό Παντελή Τσιτσεκλή, για να επεξεργαστεί και να προτείνει τον ακριβή τρόπο εισαγωγής του Γρηγοριανού ως πολιτικού ημερολογίου.

Η Επιτροπή αυτή, γνωστή ως Επιτροπή Κοφινά, πρότεινε την εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου ως πολιτικού, ενώ η Εκκλησία μπορούσε να διατηρήσει το Ιουλιανό και σε συνεννόηση με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες να προβεί στη διόρθωσή του.

Η Επιτροπή Κοφινά υπεδείκνυε τα εξής:

«Κρίνομεν πρέπον να διατηρηθή προσωρινώς εν ισχύει ως εκκλησιαστικόν ημερολόγιον το Ιουλιανόν, και όσον δηλαδή αφορά και τας θρησκευτικάς εορτάς και τα της Εκκλησίας εν γένει, μέχρις ου συνεννοηθώσι εις την μεταβολήν αυτού πάσαι αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι. Καθ’ όσον όμως αφορά εις την μεταβολήν του ημερολογίου, ως προς τας πολιτικάς σχέσεις και πράξεις, θεωρούμεν ταύτην αναγκαίαν, επείγουσαν και επιβεβλημένην υπό πολλαπλών και μεγάλων ηθικών συμφερόντων της χώρας και συνεπώς νομίζομεν ότι η Πολιτεία, έχουσα ήδη και της Εκκλησίας την σχετικήν συναίνεσιν και υπόδειξιν, μη δυναμένη δε ν’ αναμένη την άνω συνεννόησιν πασών των ορθοδόξων Εκκλησιών, ήτις δυνατόν και να βραδύνη, οφείλει να εισέλθη αμέσως εις την παγκόσμιον ενότητα εν τη μετρήσει του χρόνου εισάγουσα εις τας πολιτικάς σχέσεις την Γρηγοριανήν ημερομηνίαν, ήτις προηγείται ήδη κατά 13 ημέρας της Ιουλιανής (…..) ως έπραξαν προ τινός και πάντα τα λοιπά ορθόδοξα κράτη……….».


Η Εκκλησία της Ελλάδος αναγνώρισε τη συμβολή του Καθηγητή Δ. Αιγινήτη στη διόρθωση του ημερολογίου (ασφαλώς τη διόρθωση του Ιουλιανού και όχι του Γρηγοριανού).
Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος στη μελέτη του: «Η διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου εν τη εκκλησία της Ελλάδος» (1933), αναφέρει για τον Δ. Αιγινίτη:
«Σπουδαιοτάτη υπήρξεν η συμβολή του Δ. Αιγινήτου εν τω ζητήματι της διορθώσεως του Ιουλιανού ημερολογίου. Δια συγγραφών και υπομνημάτων δεν υπεστήριξεν μόνον την επιστημονικήν άποψιν του ζητήματος, αλλά και απέδειξεν επί τη βάσει αυθεντικών κειμένων την υπ’ αυτών των εκκλησιαστικών διατάξεων επιβαλλομένην διόρθωσιν του ημερολογίου. Ο Αιγινήτης κατέχει το ημερολογιακόν ζήτημα ου μόνον από επιστημονικής, αλλά και από εκκλησιαστικής και ιστορικής απόψεως, δια τούτο δε αποτελεί διεθνή αυθεντίαν, εις την οποίαν πολλάκις καταφεύγουσιν και αυτοί οι ξένοι ειδικοί σοφοί».


Κοντόπουλος Γεώργιος. Καθηγητής Αστρονομίας Πανεπιστημίου Αθηνών


Εισήγηση καθηγητή της Αστρονομίας Γ. Κοντόπουλου στο Πανορθόδοξο Συνέδριο της Γενεύης (1977): μεταξύ των άλλων αναφέρει: «………. Ο υιοθετηθείς κανόνας από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο ήταν ο ακόλουθος:
«Το Πάσχα θα πρέπει να εορτάζεται την 1η Κυριακή μετά την 1η πανσέληνο της εαρινής ισημερίας»….. «την εποχή της Συνόδου της Νικαίας το χρησιμοποιούμενο ημερολόγιο ήτανε το Ιουλιανό. Το Ιουλιανό ημερολόγιο, όμως, υποθέτει την κατά μέσο όρο διάρκεια του έτους ίση με 365.25 ημέρες. Γνωρίζουμε όμως ότι αυτό δεν είναι σωστό….. Η διαφορά αυτή Ιουλιανού – Τροπικού συμποσούται σε μια ολόκληρη ημέρα κάθε 128 έτη………. Μια άλλη διαφορά οφείλεται στον κανόνα που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό της πανσελήνου. Ο σωστός τρόπος θα ήταν να υπολογισθεί η πανσέληνος από ακριβείς αστρονομικές παρατηρήσεις………. Κάθε 307 έτη το σφάλμα (της πανσελήνου) συμποσούται σε μια ημέρα. Έτσι έχουμε σήμερα ένα λάθος 5 ημερών στον υπολογισμό της πανσελήνου……….
Γι’ αυτούς τους λόγους, ο σημερινός υπολογισμός του Πάσχα των Ορθοδόξων περιέχει δυο σφάλματα:
1. Η υπολογισθείσα ημερομηνία της ισημερίας συμβαίνει 13 ημέρες αργότερα από την πραγματική
και 2. Η υπολογισθείσα ημερομηνία της πανσελήνου συμβαίνει 5 ημέρες περίπου αργότερα από την αντίστοιχη πραγματική……….
Αυτή η διαφορά θα αυξάνει στο μέλλον. Ας δώσουμε ένα ακραίο παράδειγμα: Μετά κάποιες χιλιάδες χρόνια το Ορθόδοξο Πάσχα, εάν ακόμα υπολογίζεται με την ίδια μέθοδο, θα συμβαίνει το καλοκαίρι και αργότερα το φθινόπωρο, κ.λπ. Το συμπέρασμα είναι ότι ο παρών υπολογισμός της ημερομηνίας του Πάσχα από την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι σε συμφωνία με το γράμμα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Δεν είναι ακόμη σε συμφωνία ούτε και με το πνεύμα της, το οποίον είναι όλοι οι Χριστιανοί να εορτάζουν το Πάσχα την ίδια ημέρα».


Braniste Ene Καθηγητής Θεολογίας Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου


Ο Καθηγητής Braniste, στο Πανορθόδοξο Συνέδριο της Γενεύης (1977) παρατηρεί: «………. Νομίζω όμως ότι το σύστημα υπολογισμού, το προταθέν εν Κων/πόλει το έτος 1923, είναι πολύ ακριβέστερον. Τούτο σφάλεται κατά 2΄΄ μόνον και ουχί 26΄΄ ως το Γρηγοριανόν. Εξ άλλου πρόκειται περί ενός ημερολογίου, το οποίον είναι προϊόν Ορθοδόξου μελέτης και δεν έχει επιβληθή υπό των Ρωμαιοκαθολικών».


Θεοδοσίου Στρ.- Δανέζης Μ. Καθηγητές Αστροφυσικής Πανεπιστημίου Αθηνών


Εσφαλμένη η ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα:
«Επομένως, ο υπολογισμός της ημερομηνίας του Πάσχα καθορίζεται σωστά από τους Καθολικούς και τους Διαμαρτυρόμενους και εσφαλμένα από τους Ορθόδοξους (το «σωστά» ή αντίστοιχα το «εσφαλμένα» αναφέρεται στην αστρονομική άποψη του θέματος), που στηρίζονται στον κύκλο του Μέτωνα και στην πανσέληνο που συμβαίνει μετά την εαρινή ισημερία και υπολογίζεται σύμφωνα με το Ιουλιανό……….
Πράγματι, οι Ορθόδοξοι εορτάζουν το Πάσχα συνήθως την 1η Κυριακή μετά την 2η εαρινή πανσέληνο και αρκετές φορές τη 2η Κυριακή, αντί να γιορτάζουν την 1η Κυριακή μετά την 1η εαρινή πανσέληνο………. Το Πάσχα των Ορθοδόξων του 1992 γιορτάσθηκε την 2η Κυριακή μετά τη 2η εαρινή πανσέληνο………. Το Πάσχα των Ορθοδόξων το 1993 γιορτάσθηκε την 2η Κυριακή μετά την εαρινή πανσέληνο» (Στρ. Θεοδοσίου – Μάνος Δανέζης. Η Οδύσσεια των ημερολογίων. Αθήνα, 1995, τ. Β΄, σελ. 169).

Άλλοι Επιστήμονες Αστρονόμοι

Το όλο θέμα, της εκ των πραγμάτων παράβασης της απόφασης της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, εκτός των ανωτέρω Επιστημόνων, έχει κατά καιρούς απασχολήσει και άλλους, οι οποίοι θεωρούν, ότι ένα απλό αστρονομικό πρόβλημα έχει φέρει τέτοια αναστάτωση και τέτοιο διχασμό και πολεμική μεταξύ των Ορθοδόξων χριστιανών.

Το σημείο αυτό έχουν επισημάνει κατά καιρούς στα γραπτά τους και οι παλαιότεροι Έλληνες αστρονόμοι, Δημ. Κωτσάκης, Δημ. Κατσής και Κων. Χασάπης.



ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ

Πέμπτη 2 Απριλίου 2009




















"Εμετρήθη, εζυγίσθη και

ευρέθη ελλειπής"(Δανιήλ
5,25).


ΑΠΡΟΣΜΕΝΕΣ… ΜΕΤΑΠΤΩΣΕΙΣ

Ευχαριστούμε το Θεό, διότι μέσα στην άνυδρη εν Ελλάδι εκκλησιαστική κατάσταση, στην οποία έντιμοι κληρικοί ερασταί της αγιότητος καθαιρούνται και ακόλαστοι και βδελυροί δικαιώνονται πανηγυρικώς από τα ανώτατα εκκλησιαστικά θεσμικά όργανα, κατεστημένο που δέχεται ευχάριστα τις επιδράσεις του ελεεινού και αποσαθρωμένου παπισμού αλλά αντιδρά όταν ακούγονται ορδόδοξες αντιπαπικές φωνές, μέσα σε τέτοια εκκλησιαστική ανομβρία και ξηρασία υπάρχουν και κάποιοι κληρικοί, οι οποίοι φαίνονται να έχουν διάθεση ομολογιακή υπέρ της ορθής πίστεως.

Θα ονομάσουμε εδώ το σεβαστό π. Γεώργιο Μεταλληνό, ο οποίος στη μακρά πορεία του έχει δώσει πολλά δείγματα ότι δεν συμβιβάζεται με αντορθόδοξους ιδεολογικούς φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού, και όχι μόνο. Αποτελεί ορθόδοξη τεκμηριωμένη φωνή στα ζητήματα της πίστεως και της Ορθοδοξίας, μία ελπίδα μέσα στη απελπιστική κατάσταση της γενικής προδοσίας και αλλοτριώσεως και αποστασίας.


Σεβόμαστε και την ηλικία του και τις περγαμηνές του και τις ορθόδοξες αντιλήψεις του, αλλά δεν μπορούμε να σιωπήσουμε μπροστά σε μια άστοχη συγκατάθεσή του. Δεν μπορούμε να δικαιολογήσουμε ότι δέχτηκε πρόσκληση του υποτιθέμενου «ποιμενάρχου» Ιγνάτιου Λάππα, για να μιλήσει στη ματωμένη υπέρ Χριστού Λάρισα.

Και όχι μόνο φέτος, αλλά και πέρισυ που συνέφαγε και συνέπιε με τον Λάππα. Και όχι μόνον αυτός ο ίδιος αλλά έστειλε εκεί ακόμα και την πρεσβυτέρα του.

Σε μια πόλη όπου οι ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ Χριστιανοί της πόλεως αυτής δίνουν καθημερινά την ορθόδοξη αγωνιστική μαρτυρία τους όσο κι αν τους κοστίζει αυτή σε φυλακίσεις, ξυλοδαρμούς, διασυρμούς, δικαστήρια, απώλειες περιουσιών, πτωχεύσεις, δεινά των οποίων εντολεύς και πρωτουργός είναι ο υποτιθέμενος «ποιμενάρχης» της πόλεως, ο οποίος, έχει χάσει παντελώς την έξωθεν καλή μαρτυρία και ως πεπτωκώς θα έπρεπε όχι μόνο να είχε παραιτηθεί, αλλά και να είχε κρεμάσει το ωμοφόριό του, που αναξίως φέρει, εφ’ όρου δε ζωής εκζητώντας το έλεος του Θεού.


Πάτερ Γεώργιε, η οξυδέρκειά σας δεν έπρεπε να περιπέσει σε τέτοιο ατόπημα.


Οι αγωνισταί Χριστιανοί της Λάρισας, που σας είχαν τόσο ψηλά στη συνείδησή τους, πως τώρα θα σας κρατήσουν εκεί στην ίδια θέση;


Πως δεν θα σκοντάψουν όταν δούν τον π. Γεώργιο να συμπνευματίζεται και να συντρώγη με το διώκτη τους και να συμπαρακάθεται σε τράπεζα Ιεζάβελ;


Όλους αυτούς τους ανθρώπους του Θεού τους έχετε απογοητεύσει.


Σεις ο ίδιος τους δίνετε το δικαίωμα να βλέπουν στο πρόσωπό σας εφεξής έναν εκκλησιαστικό άνδρα που τους διέψευσε τις ελπίδες, τους έσπασε τα φτερά.

Έναν κληρικό που «χωλαίνει επ’ αμφοτέραις ταις ιγνύαις», και που άριστα διολισθαίνει από τη μια στιγμή στην άλλη από το στρατόπεδο της μάχης στο στρατόπεδο του εχθρού.

Σεις τους δίνετε το δικαίωμα να γκρεμίσουν από τη συνείδησή τους τον αγωνιστή και στη θέση του να βάλουν το πορτραίτο του παλιμβούλου και αμφιρρεπούς, αυτού που ο Λόγος χωρίς προσωποληψίες θα τον ονόμαζε άνδρα «δίψυχον, ακατάστατον εν πάσαις ταις οδοίς αυτού».


Θα ήταν το πράγμα ανεκτότερο αν ήταν σύμπτωμα συναρπαγής ή υποκλοπής του μεθοδίου, αλλά δυστυχώς και άλλα τινά ενισχύουν την άποψη ότι πρόκειται περί τακτικής, την οποία ο λαός την εκφράζει με την παροιμία «και στο σκύλο καλημέρα και στη γάτα καλησπέρα».

Περί συστήματος διπλωματικής συμπεριφοράς που συνιστά ανοιχτές γέφυρες με τον εχθρό.


Θα αναφέρουμε ένα πρόσφατο λόγο σας που βεβαιώνει του λόγου το αληθές, και μακάρι να μην είναι έτσι. Σεις που πράγματι έχετε διαφωνήσει ρητώς με το πνεύμα του διεφθαρμένου παπισμού και του επάρατου οικουμενισμού και με τους φορείς και τους πρωτεργάτες αυτών των αιρετικών ρευμάτων στον ορθόδοξο χώρο, πως δικαιολογείται να προσφέρετε λιβανωτόν στον κ. Βαρθολομαίο και στον κ. Ζηζιούλια;


Και όμως στην ομιλία σας τη σχετική με τους Τρείς Ιεράρχες γράφετε

«Αλληλοσυμπλήρωση Πίστης και Επιστήμης μπορεί να υπάρξει κυρίως στο οικολογικό πρόβλημα, δεδομένου ότι Ορθόδοξοι Θεολόγοι, όπως ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης ή ο Σεβασμιότατος Περγάμου Ιωάννης, αγωνιζόμενοι για τη διάσωση της Φύσης, δεν παύουν να αναγνωρίζουν ότι το νόημα της δημιουργίας αποκαλύπτεται δια της επιστήμης, η δε Θεολογία εύχεται και στηρίζει την Επιστήμη, που αγωνίζεται για τη διάσωση της Κτίσης»
(Ο. Τ).


Να πιστέψουμε ότι πιστεύετε σ’ αυτά, π. Γεώργιε;

Ώστε οι παπόφρονες , που πούλησαν την Ορθοδοξία, είναι μεγάλοι θεολόγοι;


Οι ουνιτοποιημένοι, που θέλουν να επιβάλουν υποχρεωτικώς την ουνιτοποίηση στην ελλαδική εκκλησία και ευρύτερα, είναι οι αγωνισταί υπέρ της φύσεως;


Τα πρόκοψαν στα ζητήματα της πίστεως, τα προκόβουν τώρα και στα ζητήματα της φύσεως.

Πως μπορεί στ’ αλήθεια αυτός που δεν σέβεται τον Κτίστη, να σέβεται την κτίση;

Πως μπορεί να περισωθεί η κτίση με τις ενέργειες των απίστων και αλληθρήσκων «οικολόγων», με τους οποίους συνεργάζονται οι δύο αυτοί, που υποτίθεται ότι είναι ηγετικά στελέχη της Πίστεως;


Πώς αυτοί που έχουν χάσει την πίστη τους και την ψυχή τους θα σώσουν τα κτίσματα του Δημιουργού;

Αυτοί που δεν περιέσωσαν τον εαυτό τους από το γκρεμό της πλάνης να περισώσουν την κτίση;

Έτσι περισώζεται η κτίση, με τις φούσκες των αντιφασκόντων προς εαυτούς ψευδοοικολόγων;


Δεν περισώζεται λοιπόν η κτίση με τη μετάνοια και την υποταγή όλων στο άγιο θέλημα του Θεού;


Μα θα πείτε αυτά τα ξέρετε. Σίγουρα τα ξέρετε. Αυτή άλλωστε είναι και η μεγάλη σας ευθύνη. Γιατί όμως ενώ τα λέτε, δεν τα κάνετε;


Τι εξήγηση να δώσουμε στους σκανδαλισμένους για τις απρόβλεπτες μεταπτώσεις σας;
Εμείς δεν μπορούμε ούτε είναι η θέση μας να ξέρουμε τα έγκατα ή τα παρασκήνια, αν υπάρχουν.
Αυτό το ξέρετε εσείς, και οφείλετε μία απάντηση.


Διότι, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, παντού εμφιλοχωρεί ο διάβολος και δεν θέλουμε να είμαστε απόλυτοι.

Παντού διεισδύει ο τεκτονισμός και ο κομμουνισμός. Ακόμη και στα σχολικά βιβλία των θρησκευτικών, όπως ξέρετε πολύ καλά.

Θα είμαστε ευτυχείς να διαβάσουμε λόγο πειστικό.

Απο το περιοδικο ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ μηνος Απριλιου 2009

Τετάρτη 1 Απριλίου 2009









Η "ευλογία" του αιρεσιάρχου Πάπα της Δύσεως, μας ειναι ενστικτωδως αποκρουστική και αηδιαστική. Η "ευλογία" του αιρεσιάρχου Πάπα της Ανατολής, δεν μας χρειάζεται. Οι Ορθόδοξοι έχουμε την ευλογία του Τριαδικού Θεού, των Προφητών, των Αγίων, των Πατέρων. Ζούμε, κινούμεθα και εσμέν, μέσα στη Χάρι του Παναγίου Πνεύματος.


ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ακοινώνητοι όσοι επι-«κοινωνούν» με αιρετικούς

Πριν 3 χρόνια η Ι. Μονή Οσ. Γρηγορίου Αγ. Όρους εξέδωσε ένα αξιόλογο βιβλίο με τίτλο: «Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας», με πρόλογο του π. Γεωργίου Καψάνη. Στις σελίδες αυτού του βιβλίου βρίσκει κανείς την ιστορία αγίων μοναχών, που υβρίστηκαν, εξορίστηκαν, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν, επειδή υπερασπίστηκαν την Ορθόδοξη πίστη, όχι μόνο ενώπιον των ετερόδοξων, μα και ενώπιον των “ορθοδόξων” μεν, φιλοπαπικών και λατινόφρονων δε! Όσοι έχουν την πνευματική διάκριση ας εκτιμήσουν πόσο παράλληλοι είναι οι καιροί∙ ας παραλληλίσουν συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις, αν μάλιστα είναι γνώστες κάποιων σύγχρονων πιέσεων και διώξεων, που προδικάζουν τι πρόκειται να επακολουθήσει. Τότε θα δουν πως οι ομοιότητες είναι υπαρκτές και ψηλαφήσιμες.


Με σκοπό να βοηθηθούμε στην συνειδητοποίηση της νέας καταστάσεως που διαμορφώνεται, επέλεξα κάποια αποσπάσματα από το θαυμάσιο και επίκαιρο αυτό βιβλίο, επισημαίνοντας, πως δυστυχώς, την θεωρητική ομολογία πίστεως που με το βιβλίο της η Μονή καταθέτει, δεν συμφωνούν οι πράξεις των μοναχών της Ι. Μονής, αφού δεν μιμούνται τα θεάρεστα παραδείγματα που μας παρουσιάζουν, όπως το παρακάτω:


Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός έγραφε στον ιερομόναχο Θεοφάνη μετά την ψευδένωση στη Φερράρα:

«Όμως ο αγών δεν είναι πλέον στα λόγια, αλλά στα έργα. Ούτε είναι καιρός για ρητά και έγγραφες αποδείξεις (τι θα ωφελούσαν άλλωστε σε τέτοιους διεφθαρμένους κριτές;) Αντιθέτως όσοι αγαπούν το Θεό, πρέπει να έχουν ετοιμασθή να πολεμήσουν μαζί τους στα έργα. Επίσης, να είναι έτοιμοι να υποφέρουν κάθε κίνδυνο για την ευσέβεια και για τον αγώνα να μη μολυνθούν από την κοινωνία με τους ασεβείς» (Οι αγώνες των μοναχών…, Ι. Μ. ΟΣ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, σελ. 297).


Ο αγ. Θεόδ. ο Στουδίτης

«ως ακριβής τηρητής των ι. Κανόνων… απέφευγε μέχρι θανάτου την εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς και το μνημόσυνο των αιρετικών επισκόπων. Πίστευε και εκήρυττε, ότι η μνημόνευση και μόνο του αιρετικού επισκόπου αποτελεί “μολυσμόν” και στερεί την Ορθοδοξία σ’ αυτόν που τον μνημονεύει, ενώ η εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς μας χωρίζει παντελώς από τον Χριστό. Επίσης ότι, κατά τον ι. Χρυσόστομο, όχι μόνο οι αιρετικοί, αλλά και όσοι κοινωνούν μαζί τους είναι εχθροί του Θεού, ενώ, κατά τον Μ. Αθανάσιο, πρέπει να αποφεύγουμε όχι μόνο τους πρώτους, αλλά και τους δεύτερους» (σελ. 193).


Το έτος 1221, Κύπριοι μοναχοί, εκβιάστηκαν από τους Λατίνους να απαρνηθούν την πίστη τους.

«Τότε οι τίμιοι γέροντες (μοναχοί) απάντησαν ομόφωνα… “Εμείς έτσι λέμε: Όσοι μεταλαμβάνουν τα άζυμα εκπίπτουν από την αλήθεια και πιστεύουν σε ψευδή δόγματα που είναι ενάντια του αγίου Ευαγγελίου… Είναι δε πλανεμένοι…” (σελ. 220). Γι’ αυτά που είπαν βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν. «Μετά από τριετή κάθειρξι οι Όσιοι έκαναν και νέα ομολογία ενώπιον του λατίνου επισκόπου», με αποτέλεσμα να βασανιστούν και να θανατωθούν (σελ. 221).

Τότε λοιπόν, (αρχές 13ου αιώνα) επειδή ακριβώς μοναχοί, επίσκοποι και άλλοι πιστοί εβασανίζοντο στην Κύπρο από τους Λατίνους, εστάλη αντιπροσωπεία στον Πατριάρχη Κων/λεως Γερμανό, παρακαλώντας τη Σύνοδο να επέμβει.

Η αντιπροσωπεία απεκάλυψε την πονηρία των Λατίνων και έγραφε:

«Απαιτούν να τους δίνουμε τα χέρια μας (ως ένδειξι υποταγής) και ισχυρίζονται ότι αυτό είναι εντελώς αθώο και άμεμπτο. Αυτό όμως δεν είναι τίποτε άλλο, παρά προδοσία της… πίστεως και καθοδήγησις για να υποταχθούμε στην Εκκλησία τους…

Παρακαλούμε λοιπόν να αναγραφή με σαφήνεια στις συνοδικές αποφάσεις σας και το εξής: Να μη δίνουν οι Κύπριοι τα χέρια τους στους Ιταλούς, έστω κι αν αυτό έχη παραλειφθή να αναφερθή στους ιερούς κανόνες. Διότι εάν γίνη έτσι, υπάρχει προφανής κίνδυνος να καταπέση αμέσως η…οικοδομή».


Το αποτέλεσμα, αυτής της προσφυγής των μοναχών, ήταν η Σύνοδος που συνεκάλεσε ο Πατριάρχης Γερμανός, να συστήσει στους Κυπρίους αγωνιστές της πίστεως «να απορρίψουν απροκάλυπτα την δια χειραψίας υποταγή…» (σελ. 223).



[Σήμερα ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και οι περί αυτόν, όχι μόνο χειραψίες, αλλά και ασπασμούς και συμπροσευχές και «ατελή» συλλείτουργα τελούν μετά του Πάπα, και στην πανθρησκειακή σύναξη της Ασίζης παρίστανται υπό τον Πάπα. Και το τελευταίο: στην Σύνοδο των καρδιναλίων στη Ρώμη το 2008, προεδρεύοντος του Πάπα, εξεφώνησε λόγο ς τιμώμενο πρόσωπο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος].


Εξ άλλου, σε μια βαρυσήμαντη και άκρως επίκαιρη επιστολή του Πατριάρχου Γερμανού (1229) διαβάζουμε:

«Όσοι κληρικοί αποδέχονται την Εκκλησίαν μας και επιθυμούν να κρατήσουν την πατροπαράδοτη πίστι, να μη υποκύψουν στους αρχιερείς τους που υποτάχθηκαν στους Λατίνους. Ούτε να υπακούσουν έστω και για λίγο σ’ αυτούς, επειδή οι επίσκοποι θα τους αφορίσουν με σκοπό να τους κάνουν να πεισθούν στην λατινική Εκκλησία. Επειδή ένας τέτοιος αφορισμός είναι άκυρος και επιστρέφει μάλλον σ’ αυτούς που τον πράττουν. Και τούτο διότι έχουν γίνει πρόξενοι σκανδάλου στον λαό του Θεού, αφού κατεπάτησαν την ακρίβεια των ι. Κανόνων και δέχτηκαν τους …αλλοτριοεπισκόπους και τους έδωσαν τα χέρια, το οποίο είναι σημείο ευπειθείας και υποδουλώσεως…

…Εσείς δε περιούσιε λαέ του Χριστού, στερεωθείτε στην πίστη, …μη προδίδετε κανένα από τα ορθά δόγματα τα οποία έχετε λάβει από παλαιά. Να θεωρήτε χαρά και κέρδος κάθε βιοτική θλίψι και κάθε ζημία, προκειμένου να διαφυλαχθή μέσα σας απαραβίαστος ο θησαυρός της Ορθοδόξου πίστεως» (σελ. 224).


«Όσοι όμως δικαιολογούν τους Κυπρίους (οι οποίοι είχαν αναγνωρίσει τον πάπα και ζητούσαν να ενωθούν και με την Εκκλησία της Κων/λεως), προέβαλαν σαν αδύναμη βοήθεια το…επιχείρημα: «Εάν ο Χριστός δεν αποστρέφεται ένα αμαρτωλό που προσέρχεται σ’ Αυτόν…, πως εμείς θα εγκαταλείψουμε τόσες πολλές μυριάδες χριστιανών, που προσέρχονται στην Εκκλησία;… Εάν λοιπόν προβάλλουν (αυτό το επιχείρημα) θα τους απαντούσε αμέσως η ίδια η δικαιοσύνη: Ο Θεός δέχεται μόνο αυτόν που μετανοεί» (σελ. 268).


Αργότερα -τον 14ο αιώνα, ο πατριάρχης Καλέκας «ενέκλεισε τον Άγιο (Γρηγόριο Παλαμά) στην φυλακή των ανακτόρων «ως κακούργο». …Το 1344, ο αδίστακτος Καλέκας έφθασε στο σημείο να αναθεματίση τον Μέγα Γρηγόριο (Παλαμά)… Τον αναθεματισμό υπέγραψαν πολλοί (σ.σ. “ορθόδοξοι” κατά τα “άλλα”) επίσκοποι…» (σελ. 267).


Ο αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όμως, θεωρούσε τον πατριάρχη Καλέκα αποκομμένο από την Εκκλησία με όσα έχει κάνει, διδάσκοντάς μας με συγκεκριμένο παράδειγμα, ποιοι αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και ποιοι είναι αποκομμένοι απ’ αυτή, εξ αιτίας των αντικανονικών ενέργειών τους. Γράφει:

«όποιος είναι αποχωρισμένος από τον Καλέκα, τότε ανήκει πράγματι στον κατάλογο των Χριστιανών και είναι ενωμένος με το Θεό κατά την ευσεβή πίστι» (σελ. 268).


Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο ιερός Ιωσήφ (συγκαταλεγόταν και αυτός στους διωχθέντας). Όταν ο πατριάρχης Καλέκας αφόρισε τον αγ. Γρηγόριο Παλαμά και τους ομόφρονές του (1344), έγραφε:

Ποια είναι η Εκκλησία» που μας «έχει αποδιώξει; Η των Αποστόλων; Εμείς όμως είμαστε υποστηρικταί της και συμφωνούμε μαζί της… Επομένως δεν μας έχει αποβάλει η Αποστολική Εκκλησία…αλλά η καινοφανής Εκκλησία και τα παράδοξα δόγματα που αυτός (ο Καλέκας) συνέστησε… Αφού λοιπόν έγινες εργαστήριον κάθε ψεύδους, κάθε συκοφαντίας, οποιουδήποτε φαύλου πράγματος,… πλεονεξίας, ιεροσυλίας,… έπειτα “χειροτονείς” και τον εαυτό σου Εκκλησία… Γιατί είσαστε Εκκλησία; Από το ότι δωροδοκείς; Από το ότι εξαγοράζεις τις δίκες; Από το ότι δεν κάνεις διάκριση μεταξύ των ανιέρων και των αγίων; Από ότι επιτρέπεις την είσοδο του ιερού σε όλους τους μολυσμένους και βέβηλους;… Από το ότι πωλείς την χάρι του Αγ. Πνεύματος;…


Άλλοτε πάλι χαρακτηρίζει την ψευδοεκκλησία του Καλέκα “σφαλεράν και πόρω Θεού βάλλουσαν”. Κατά συνεπεια ο πατριάρχης “δει υποταγήναι τη Εκκλησία, ης προ ολίγου αφηνίασεν αποσκιρτήσας”. Για όλα αυτά ο ιερός Ιωσήφ συνιστούσε:

Αποκοπτέον ημάς της εκείνου κοινωνίας”. Προσέθετε δε ότι χρειάζονται πηγές δακρύων για να κλαύση κανείς το

“σύντριμμα” της Εκκλησίας… και την καινοτομία της πίστεως» (σελ. 274-275).


Ο ιερός Νικηφόρος Κάλλιστος έγραφε:

Όταν «πίστεως συμβαίη γίνεσθαι την διαφοράν, ου μόνον πατέρες προς παίδας (και αντίστροφα), αλλά και γυνή» προς τον σύζυγόν της, «και ανήρ προς την σύζυγον διαστασιάζουσιν (επαναστατούν)» (σελ. 276).


«Οι ανθενωτικοί απεδοκίμασαν την ένωσι…και αποσχίσθησαν από τον πατριάρχη Βέκκο και τους ομόφρονές του. Τους κατηγορούσαν ότι εξέπεσαν της ιερωσύνης και ότι τελούσαν άκυρα μυστήρια. Αυτό ήταν σύμφωνο με τους κανόνες α΄ κα β΄ τς Γ οκουμενικς Συνόδου. Γι’ αυτό προέτρεπαν τους πιστούς να μη εκκλησιάζονται με τον πατριάρχη και τους ενωτικούς κληρικούς. Ο Βέκκος…εξέδωσε “πατριαρχικό αφορισμό”, κατά των σχισματικών επισκόπων» (σελ. 237).


Μετά την Δ΄ Σταυροφορία οι Λατίνοι που εισήλθαν στο Αγ. Όρος καταπίεζαν τους μοναχούς και «προσπαθούσαν να τους προσηλυτίσουν στο βλάσφημο δόγμα τους “καταπείσαντες τους εν τη Μονή Ιβήρων μοναχούς…ίνα υποταχθώσιν εις την έδραν της Ρώμης, δίδοντες απλήν δια χειραψίας υπόσχεσιν εις τον εν Θεσ/νίκη Λατίνον επίσκοπον”» (σελ. 224-225).


Ο ιερός Ιωσήφ ο Καλόθετος πίστευε,

«ότι όταν η ευσέβεια κινδυνεύη, οι μοναχοί πρέπει να εγκαταλείπουν την προσφιλή σ’ αυτούς σιωπή και ησυχία και να αγωνίζονται με όλες τους τις δυνάμεις υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως: «Διότι ποιός δεν θα δυσαρεστείτο, όταν ακούη να υβρίζεται ο Θεός;… Ήταν δε δυνατόν, προς Θεού, να σιωπήσουμε και να προδώσουμε με τη σιωπή μας τον Θεόν, όταν είχαν εμφανισθή σε μας τα γράμματα της μανιώδους γνώμης…(του Ακινδύνου), τα οποία διήγειραν όλο τον κόσμο εναντίον του Θεού και ημών;… Πως δεν θα έχη κανείς για όλη του τη ζωή ως εχθρό, αυτόν (τον αιρετικό) που έχει υβρίσει με τέτοιο τρόπο τον Θεό;


Το ιερό Ευαγέλιο συμβουλεύει…να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των αμαρτωλών, αλλά αφού μετανοήσουν… Διότι αυτός που παρέχει συγγνώμη στον αμετανόητο, κάνει τον εαυτό του ανάξιο συγχωρήσεως… διότι καθιστά τον εαυτό του πιο φιλάνθρωπο από τον Θεό» (σελ. 273).


Γράφει ο ιερός Ιωσήφ Βρυέννιος:

«Ορισμένοι τόλμησαν να αναγγείλουν ότι… η ένωσις (των εκκλησιών) θα γίνη χωρίς να μετατραπή κανένα από τα έθιμα και τα δόγματα… Εισηγήθηκαν μάλιστα, ότι δεν είναι καθόλου άτοπο να μνημονεύουμε τον πάπα ως άγιο… Αυτή είναι λοιπόν η ένωση;… Με αυτόν τον τρόπο σκέπτεσθε δήθεν να ενωθήτε μαζί μας, την στιγμή που η μεν προσθήκη μένει αδιόρθωτη, όλα δε όσα προξένησε το μακροχρόνιο και επάρατο σχίσμα μένουν αμετακίνητα; Άνθρωποι, αυτό δεν είναι διόρθωσις ούτε ένωσις των Εκκλησιών. Αντιθέτως, είναι χειρότερο σχίσμα από το προηγούμενο… Διότι πως θα γίνη η ένωσις, εφόσον υφίστανται μεταξύ μας μύρια διαφορετικά φρονήματα;… Αυτό το πράγμα δεν είναι ένωσις της Εκκλησίας της Ρώμης με μας… Αντιθέτως είναι παράλογη υποταγή στον πάπα της Ρώμης…» (σελ. 288).


Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός σε άλλη επιστολή του έγραφε:

«Οι περισσότεροι αδελφοί, έχοντας πάρει θάρρος από την εξορία μου, ελέγχουν με αυστηρότητα τους αλιτήριους (Λατινόφρονες) και παραβάτες της ορθής πίστεως και των πατρικών θεσμών. Τους διώχνουν επίσης από παντού ως καθάρματα, χωρίς να ανέχωνται να συλλειτουργούν μαζί τους, ούτε να τους μνημονεύουν καθόλου στα Μυστήρια ως Χριστιανούς…

Να συμβουλεύσης δε τους ιερείς του Θεού να αποφεύγουν με κάθε τρόπο την εκκλησιαστική κοινωνία με τον λατινόφρονα μητροπολίτη τους και ούτε να συλλειτουργούν μαζί του, ούτε να τον μνημονεύουν καθόλου, ούτε να τον θεωρούν αρχιερέα, αλλ’ ως μισθωτό λύκο. Επίσης να μη λειτουργούν καθόλου σε λατινικές εκκλησίες, για να μη έλθη και σε μας η οργή του Θεού που επήλθε στην Κων/πολι, εξ αιτίας των παρανομιών που έγιναν εκεί…

Να αποφεύγεται λοιπόν και εσείς, αδελφοί, την εκκλησιαστική κοινωνία με τους ακοινωνήτους και το μνημόσυνο των αμνημονεύτων. Φευκτέον αυτούς (τους λατινόφρονες) ως φεύγει τις από όφεως» (σελ. 297-298).

«Δεν τα λέμε αυτά πεισματωδώς (γράφουν συναγωνιστές Μάρκου του Ευγενικού), ούτε επειδή επιθυμούμε να επιβάλουμε την δική μας γνώμη, (αλλά) επειδή θέλουμε να ελεήσουμε τις ψυχές μας και επειδή φοβόμαστε την καταδίκη του Θεού, αγωνιζόμαστε για να μη εκπέσουμε από την ορθή πίστι μας και στερηθούμε την κληρονομία των αιωνίων αγαθών» (σελ. 301).


Το 1452 ο Γεννάδιος προσκλήθηκε στο παλάτι «μαζί με πολλούς εκκλησιαστικούς άνδρες για να συσκεφθούν περί της ενώσεως. Ο Γεννάδιος αρνήθηκε να προσέλθη και τους δήλωσε δι’ επιστολής τα εξής:

“…Εάν η σύναξη αυτή γίνεται για να ληφθή η συγκατάθεσις των εκκλησιαστικών για την ένωσι που έκανε ήδη η πολιτεία -αλίμονο! Αυτό είναι χωρισμός από το Θεό- τότε αφήστε με, μη με πειράζεται… Όποιος θα μνημονεύση τον πάπα η θα έχη εκκλησιαστική κοινωνία με αυτούς που τον μνημονεύουν η θα συμβουλεύση …κάποιον να μνημονεύση, θα τον θεωρήσω όπως και η αγία και μεγάλη Σύνοδος της Κων/πόλεως, η οποία εξέτασε το λατινικό δογμα και κατεδίκασε όσους το πίστεψαν, τον Βέκκο δηλ. και τους ομόφρονές του…Οι Σύνοδοι και οι άλλοι πατέρες ορίζουν ότι <αυτών που αποστρεφόμαστε το φρόνημα πρέπει να αποφεύγωμε και την κοινωνία>… Πάνω απ’ όλα όμως ο Κύριός μας λέγει: <Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν> (Ιω. ι , 5).

Μη γένοιτο να κάνω αιρετικήν την Εκκλησία μου, την αγία μητέρα των Ορθοδόξων. Δεχόμενος το μνημόσυνο του πάπα, εφόσον ομολογεί και πιστεύει εκείνα, για τα οποία δεν τον δέχεται η Εκκλησία μας… Και θα είμαι οπωσδήποτε ακοινώνητος προς τον πάπα και όσους έχουν εκκλησιαστική κοινωνία με αυτόν, όπως και οι Πατέρες μας. Διότι πρέπει να μιμούμαστε την ευσέβειά τους, αφού δεν έχουμε την αγιωσύνη και την σοφία τους”» (σελ. 303-304).


Ο ιερός Γεννάδιος, όταν και τότε συζητούσαν το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών, έγραφε:

«Αυτά όμως που λέγουν εκείνοι, δηλ. να αναβάλουμε προσωρινά την εξέτασι του θέματος, δεν είναι προσωρινή εκκλησιαστική Οικονομία. Είναι προσωρινή συγκατάθεσίς μας στην προσθήκη (του filioque) και στην ένωσι που επικυρώθηκε κακώς στην Φλωρεντία. Είναι πρόσκαιρος εκλατινισμός- αν είναι βέβαια πρόσκαιρος και όχι αιώνιος!- συμπεραίνοντας από τα πρόσωπα που τον πραγματοποιούν…» («Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας», σελ. 304).


[Πράγματι, και μόνο ο τεμαχισμός του Διαλόγου σε Διάλογο Αγάπης και Διάλογο Αληθείας, είναι μια αντίφαση, μια απάτη.

Γιατί ξεχωρίζει τα αχώριστα και διαιρεί τα αδιαίρετα: την αγάπη από την αλήθεια. Γιατί και τα δύο πηγάζουν και στηρίζονται σ’ Αυτόν που είναι και η Αγάπη και η Αλήθεια.

Βέβαια και η όλη διενέργεια του Διαλόγου είναι χριστιανικά απαράδεκτη, όπως την υπονοούν και διεξάγουν. Γιατί υποτίθεται ότι διαλεγόμεθα και συζητάμε για να βρούμε την αλήθεια. Εμείς όμως είμαστε σίγουροι για την αλήθεια. Και όμως δεν τους το καθιστούμε καθαρό. Και αφήνουμε να πλανάται η εντύπωση σ’ αυτούς και το ορθόδοξο πλήρωμα της Εκκλησίας, ότι κι αυτοί έχουν την αλήθεια, ότι συζητούμε για ένα συμβιβασμό, πως χάριν της αγάπης θα υποχωρήσουμε σε κάποια «ανώδυνα» θέματα για την αλήθεια!].



Π.ΣΥΜΕΩΝ


Απο το περιοδικο ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ μηνος Απριλιου 2009

Τρίτη 31 Μαρτίου 2009





ΑΛΑΖΟΝΙΚΕΣ ΦΙΛΟΔΟΞΙΕΣ
ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ


Το ζήτημα που κυριολεκτικά δεν αφήνει τον αιρεσιάρχη Βαρθολομαίο να κοιμηθεί, είναι η σύγκληση οικουμενικής συνόδου. Όλες οι πυρετώδεις κινήσεις του Βαρθολομαίου από την ώρα που έγινε πατριάρχης μέχρι σήμερα συγκεφαλαιώνονται στην αλαζονική φιλοδοξία του να συγκαλέσει οικουμενική σύνοδο, ύστερα από τόσων αιώνων αδράνεια του εκκλησιαστικού αυτού θεσμού.
Χωρίς να μπορεί να εμβαθύνει γιατί αδράνησε και έπεσε σε αχρηστία ο θεσμός των οικουμενικών συνόδων, θεωρεί τον εαυτό του κατάλληλο και ικανό για ένα τέτοιο εγχείρημα, που δεν τόλμησαν ή δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν άλλοι πριν από αυτόν πατριάρχες, παρόλο ότι το ήθελαν και το έβλεπαν σαν εκκλησιαστική ανάγκη. Θέλει να λύσει χρονίζοντα προβλήματα, να υψώσει τη θέση του, να ενοποιήσει το χριστιανικό κόσμο, να αφήσει στην κοσμική ιστορία εποχή.

Βεβαίως κανένας δεν αμφιβάλλει ότι πρέπει οι ανά τον κόσμο ορθόδοξες τοπικές Εκκλησίες κατά καιρούς να συνέρχονται σε κοινή σύνοδο (οικουμενική) με πνεύμα ενότητος και συνεργασίας, όπως παλιά.
Οι καιροί όμως έχουν αλλάξει, οι χριστιανοί επηρεάζονται από τον κόσμο σε μεγάλο βαθμό, τα προβλήματα καθημερινώς ανακύπτουν οξύτερα, και η ενωμένη Ορθόδοξη Εκκλησία θα έπρεπε με γνώμονα τον αναλλοίωτο και αιώνιο Λόγο του Θεού να δίνει λύσεις συμφέρουσες για τη σωτηρία του πληρώματός της.

Ποιος όμως Χριστιανός Ορθόδοξος μπορεί να εμπιστευθεί τα μεγάλα αυτά ζητήματα στον οικουμενιστή και φιλοπαπιστή και ξεπουλημένο Βαρθολομαίο;

Μια ματιά στο θεματολόγιο και στον τόπο όπου θέλει να διεξαχθούν οι συνεδριάσεις σε δύο φάσεις, μπορεί να βοηθήσει στην εξαγωγή προκαταρκτικών συμπερασμάτων.

Ποια τα θέματα;
1. Η διασπορά.
2. Η παραχώρηση του αυτονόμου και του αυτοκεφάλου στις Εκκλησίες.
3. Τα δίπτυχα.
Τρία θέματα καθαρά διοικητικά, που προμηνύεται να προκαλέσουν σεισμό διαφωνιών και αντεκδικήσεων, όπως και στο παρελθόν (1993 και 1999), διότι έχουν σχέση με τη νομή της εξουσίας, κυρίως ανάμεσα στα πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως και Ρωσίας.
Ποιος θα πάρει το μεγάλο «φιλέτο» και ποιανού όνομα θα ακούγεται πρώτο στη θεία λειτουργία.
Αυτά είναι τα μεγάλα θέματα κατά τον κ. Βαρθολομαίο.

Πέραν όμως αυτών των θεμάτων, πού έχουν σχέση μόνο με το διακανονισμό των εξουσιών και τα «πακέτα», όπως είπαμε, είναι και τα μεγάλα δογματικά θέματα που μας χωρίζουν από τον παπισμό, τον προτεσταντισμό, το χιλιασμό, και τις άλλες αιρέσεις.

Είναι και η επικύρωση των αποφάσεων των τοπικών και οικουμενικών συνόδων, που έγιναν από Χριστού μέχρι τώρα, με τις οποίες έχουν δοθεί λύσεις σε πολλά ζητήματα πίστεως και ζωής της Εκκλησίας, πράγμα που τήρησαν όλες οι επόμενες οικουμενικές σύνοδοι για τις προηγούμενες, για να δείξουν το ενιαίο πνεύμα δια μέσου των αιώνων.

Είναι και το ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας και κράτους.
Είναι και το ζήτημα της συμμετοχής των λαϊκών στις συνεδριάσεις των οικουμενικών συνόδων.
Είναι και τα ζητήματα της εκλογής επισκόπων, του αγάμου των επισκόπων, των μυστηρίων, του ήθους των κληρικών, των θεολογικών σχολών, του μοναχισμού, και τόσα άλλα ζητήματα που κρατούν την Εκκλησία σε μια κακοδαιμονία και εξουθένωση.
Γιατί για όλα αυτά ο κ. Βαρθολομαίος τα αποσιωπά;

Γιατί φροντίζει μόνο τόσο επιμελώς η μέλλουσα σύνοδος να συγκληθεί σε χώρο μη ορθόδοξο, στο Σαν-Μπεζί της Γενεύης;
Σίγουρα ο άνθρωπος θέλει ήσυχο το κεφάλι του από συγκεντρώσεις των ορθοδόξων χριστιανών που θα αποδοκιμάζουν τις ενέργειές του.
Πολύ έξυπνο.
Αλλά ας μην επαναπαύεται, γιατί δεν αποκλείονται και οι εκπλήξεις.

Ας μην ξεχνά λοιπόν ότι το ορθόδοξο πλήρωμα δεν τον αναγνωρίζει ως κατάλληλο για μια τέτοια βαρειά και υπεύθυνη και πρωτοβουλία συγκλήσεως οικουμενικής συνόδου.

Και όχι μόνο τον θεωρεί ακατάλληλο, αλλά και τον εξαιρεί σε περίπτωση συγκλήσεως τελικώς της συνόδου. Τον εξαιρεί για τα αιρετικά του φρονήματα, για την πολιτικοποιημένη και παγκοσμιοποιημένη πολιτεία του, για τις επιδιώξεις του να αναλάβει την εξουσία της Ανατολής για να την υποτάξει έπειτα στη Δύση.

Ο πιστός λαός τον θεωρεί ανάξιο.
Και αιρετικό.
Και καθαιρετέο.
Και η παρά κάθε διαμαρτυρία σύγκληση της συνόδου θα κριθεί από τον πιστό λαό.

Δεν θα πρέπει να λησμονεί ότι το έγκυρο μιας συνόδου δεν εξαρτάται από αυτόν που την συγκαλεί και από αυτούς που συμμετέχουν, αλλά από την έγκρισι ή απόρριψη του πιστού λαού.

Στο απώτερο παρελθόν ο πιστός λαός έχει χαρακτηρίσει συνόδους ως ψευδοσυνόδους, οι οποίες στιγματίστηκαν και απορρίφθηκαν από τη συνείδηση του ορθοδόξου πληρώματος.

Ο άγρυπνος πιστός λαός φυλάγει τις πνευματικές Θερμοπύλες και στην κατάλληλη στιγμή θα ενεργήσει κατά συνείδηση.

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009














Ο Ι Κ Ο Υ Μ Ε Ν Ι Σ Μ Ο Σ


Ο Οικουμενισμός είναι ένα Κίνημα, που ξεκίνησε στα μέσα του ΙΘ΄ αιώνα στη Δύση και το οποίο προσπαθεί να φέρει σε προσέγγιση, διάλογο, αλληλοκατανόηση και συνεργασία τους διαιρεμένους Χριστιανούς. Στο κίνημα αυτό μετέχουν (δυστυχώς) και οι Ορθόδοξοι.


Οι βασικές συνιστώσες της Οικουμενιστικής κίνησης, είναι σε γενικές γραμμές:

α/ Η Θεωρία των κλάδων,

β/ Η Βαπτισματική Θεολογία,

γ/ Η Περιεκτικότητα,

δ/ Ο Διαχριστιανικός δογματικός συγκρητισμός,

ε/ Ο Διαθρησκειακός συγκρητισμός.


Η θεωρία των κλάδων είναι και αυτή μια προτεσταντική περί Εκκλησίας θεωρία. Έχει την προέλευσή της από την αγγλικανική θεολογία. Σήμερα αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της εκκλησιολογίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, έχοντας σκοπό να δικαιολογήσει την εκκλησιολογική υπόσταση του Προτεσταντισμού.


Κατά τη θεωρία αυτή, στον κορμό της Εκκλησίας υπάρχουν πολλά κλαδιά. Κάθε κλαδί αντιπροσωπεύει ένα τμήμα της Εκκλησίας νόμιμο, ισότιμο και ισόκυρο με τα άλλα, χωρίς όμως να ενσαρκώνει μονάχο του ολόκληρη την Εκκλησία, την οποία για να βρούμε πρέπει να τη δούμε στο σύνολό της, αθροίζοντας τα επί μέρους κομμάτια της. Η Εκκλησία του Χριστού είναι το ολικό άθροισμα των επί μέρους τμημάτων της, έστω κι αν αυτά διαφέρουν μεταξύ τους.


Το ίδιο συμβαίνει και με την αλήθεια την οποία φανέρωσε ο Χριστός στον κόσμο. Καμιά επί μέρους Εκκλησία, κανένα από τα ιστορικά τμήματά της, δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι κατέχει ολόκληρη τη θεία αλήθεια όπως τη δίδαξε ο Χριστός, γιατί στην ιστορία καμιά ιδέα, κανένα θεώρημα δεν μπορεί να παραμένει αμετάβλητο και αναλλοίωτο στη ροή του χρόνου και στη συνεχή εξέλιξη των πραγμάτων του κόσμου τούτου.

Επομένως καμία από τις λεγόμενες καθολικές Εκκλησίες (Ορθόδοξη και Ρωμαϊκή), λιγότερο φυσικά οι Προτεσταντικές, δεν μπορεί να ισχυρισθεί για τον εαυτό της, ότι είναι η Εκκλησία του Χριστού ή ότι κατέχει καθαρό και ακέραιο το θησαυρό της αποκαλυφθείσας θείας αλήθειας.


Τι άλλο βέβαια θα έλεγε μια χριστιανική εκκλησιαστική κοινότητα, η οποία έχει χάσει την έννοια της καθολικότητας, του κύρους και της αυθεντίας της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού;


Η περί Κλάδων θεωρία είναι πολύ της μόδας σήμερα και συζητιέται πλατιά στα σαλόνια του θεολογικού διαλόγου των Εκκλησιών. Για μας τους Ορθοδόξους όμως κρύβει παγίδες πολλές και είναι αφάνταστα επικίνδυνη. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί από το θανάσιμο εναγκαλισμό της, ο οποίος μπορεί να μας οδηγήσει σε άμβλυνση της ορθόδοξης εκκλησιαστικής μας συνειδήσεως, της οποίας είναι απρόβλεπτες οι ολέθριες συνέπειες.


Η Βαπτισματική Θεολογία ρίχνει το όλο βάρος της στην ένωση όλων των Χριστιανών, στο ότι όλοι αυτοί (Ορθόδοξοι, ΡΚαθολικοί, Προτεστάντες) έχουν σαν κύρια πύλη εισόδου στην Εκκλησία το μυστήριο του βαπτίσματος, το οποίον είναι κοινό σε όλους, άσχετα με τις όποιες παραλλαγές. Η Βαπτισματική Θεολογία είναι ένα από τα σημεία, που υπερτονίζεται, διότι είναι ένα «από τα κοινά που μας ενώνουν». Βέβαια παραγνωρίζεται το θεμελιώδες γεγονός, ότι άλλο Θεό πιστεύουν οι Ορθόδοξοι, άλλο οι Παπικοί και άλλο οι Προτεστάντες.


Ως προς την Περιεκτικότητα, είναι ένας όρος, όπου δηλώνει την αναλογία στην οποίαν κάτι βρίσκεται ανάμικτο με κάτι άλλο και συνεισφέρει κατά το ποσοστό που του αναλογεί. Δηλ. σε μια ενωμένη Εκκλησία, κάθε κλάδος της συνεισφέρει ένα μέρος της αλήθειας και όλοι μαζί αποδίδουν τη Μία αλήθεια. Επομένως, η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως μέρος ενός συνόλου, συνεισφέρει το ποσοστό της αλήθειας, που της αναλογεί και όχι όλη την Αλήθεια. Καμιά επί μέρους Εκκλησία δεν κατέχει όλη την Αλήθεια, αλλά μόνο μέρος αυτής.


Όσον αφορά τον Συγκρητισμό, διαχριστιανικό και διαθρησκειακό. Η λέξη συγκρητισμός είναι αρχαία και εφαρμοζόταν κυρίως στην Κρήτη, όπου υπήρχε συνένωση αντιμαχόμενων μερίδων έναντι ενός τρίτου κοινού εχθρού. Παράδειγμα, η συνένωση Ορθοδόξων, Παπικών και Προτεσταντών, αφήνοντας κατά μέρος τις επί μέρους διαφορές τους, προ ενός κοινού εχθρού, π.χ. του Ισλαμισμού.


Ο Συγκρητισμός και μάλιστα ο διαθρησκειακός δεν είναι τωρινό θρησκειολογικό φαινόμενο.


Είναι φαινόμενο ήδη από τους ελληνιστικούς και μεταχριστιανικούς χρόνους, που εκδηλώθηκε ως ανάμειξη, αφομοίωση και συγχώνευση των θρησκευτικών αντιλήψεων και των λατρευτικών τύπων των ανατολικών θρησκειών και μυστηρίων με τη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων, έτσι ώστε οι διάφοροι λαοί να λατρεύουν, μολονότι με διαφορετικό όνομα, την ίδια θεότητα.

Μέσα σ’ αυτό το δημιουργηθέν κλίμα εμφανίστηκε ο Χριστιανισμός, ο οποίος καίτοι χρησιμοποίησε κάποια στοιχεία από άλλα θρησκεύματα, ποτέ δεν συναίνεσε στην ιδέα αυτή.


Το Οικουμενιστικό κίνημα αυτό θεσμοποιήθηκε το 1948 με το λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.)». Ιδρυτικά μέλη ήταν εκτός των Προτεσταντικών ομολογιών, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως, Ελλάδος και Κύπρου (οι υπόλοιπες προσχώρησαν αργότερα).

Έτσι, το Π.Σ.Ε. θεωρείται μια «Ομοσπονδία Εκκλησιών», βάσει δε του Καταστατικού του ορίζεται ως «Κοινωνία Εκκλησιών», κοσμικού δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 66 του Ελβετικού Αστικού Κώδικα.


Η Ορθόδοξη Εκκλησία, με τη συμμετοχή της στο Π.Σ.Ε. και για πρώτη φορά στην Ιστορία της εμφανίζεται να «ανήκει κάπου», σε μια «Ομοσπονδία» Χριστιανικών Κοινοτήτων, όπου η Αλήθεια και οι ποικίλες διαστρεβλώσεις (δηλ. αιρέσεις) τίθενται στο αυτό επίπεδο, παράλληλα προς Αυτήν και σε κλίμα αλληλοαναγνώρισης, δηλ. εντός ενός προφανώς συγκρητιστικού πλαισίου.


Με τη συμμετοχή των Ορθοδόξων στο Κίνημα αυτό, υπερβαίνονται τα όρια, που οι Πατέρες, δια των Ι. Κανόνων, είχαν θέσει προς απαγόρευση του συγχρωτισμού Ορθοδόξων και Αιρετικών και έτσι το «συμπροσεύχεσθαι», «συνεορτάζειν», «συνεσθίειν» κ.ά. όχι μόνο νομιμοποιήθηκαν», αλλά ξεπεράσθηκαν κατά πολύ.


Και όσον αφορά την απαγόρευση του «συμπροσεύχεσθαι» είναι γνωστοί οι Ι. Κανόνες: ι΄, με΄, ξε΄ Αποστολικοί, στ΄, θ΄, λβ΄, λδ΄, λζ΄ Αντιόχειας, λγ΄ Λαοδίκειας, θ΄ Τιμοθέου Αλεξανδρείας.


Για την απαγόρευση του «συνεορτάζειν» ασχολούνται οι Ι. Κανόνες: ο΄, οα΄ Αποστολικοί, λζ΄, λη΄, λθ΄ Λαοδίκειας.


Σπουδαιότατη όμως είναι η σχετική διακήρυξη του Εφέσου, αγίου Μάρκου: «Άπαντες οι της Εκκλησίας Διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι και πάσαι αι Θείαι Γραφαί φεύγειν τους ετερόφρονας και της αυτής κοινωνίας διίστασθαι» (PG τ. 160, στλ. 101 CD/ Επιστολή προς άπαντας τους Ορθοδόξους). Και ενώ, ο άγιος Μάρκος απαγορεύει και το απλώς «συγχρωτίζεσθαι», δυστυχώς οι Οικουμενιστές μεταβαίνουν σε ένα ευρύτερο πεδίο του «συνανήκειν», «συμπράττειν», «συμμαρτυρείν» και «συνδιακονείν» τον κόσμο, επιτρέποντας στο Π.Σ.Ε. να σκέπτεται και να δραστηροποιείται, σαν να διαθέτει το κύρος μιάς υπερ-Εκκλησίας.


Αυτός λοιπόν, ο από κοινού συγχρωτισμός καταργεί στην πράξη την εκκλησιολογική αποκλειστικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εφ’ όσον το μοναδικό της έργο, δηλ. την διακονία του κόσμου δια της Αληθείας και «εν τη Αληθεία της Πίστεως», το εκχωρεί και σε άλλα «χριστιανικά σώματα», τα οποία όμως έχουν εκπέσει από την Αλήθεια και την Ενότητα της Εκκλησίας, ως εκ τούτου δε έχοντα ανάγκην μετανοίας και εκκλησιοποίησης.


Ο αείμνηστος Σέρβος δογματολόγος αγιος π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρούσε τη συμμετοχή στο Π.Σ.Ε., ως «δουλικό εξευτελισμό, «οικτρώς και φρικωδώς αντιαγιοπαραδοσιακή στάση», «εντροπή», «αποκαλυπτικώς φρικαλέα κατά την ανορθοδοξία και αντορθοδοξία της» και «ανήκουστη προδοσία».


Οι αποφάσεις στο Π.Σ.Ε. διαμορφώνονται και εξαρτώνται αποκλειστικά από την ποσοτική υπεροχή των προτεσταντικών ψήφων (οι Ορθόδοξοι είναι μειοψηφία και οι παπικοί είναι παρατηρητές και όχι μέλη, καθότι θεωρούν την ΡΚαθολική εκκλησία, ως τη μόνη Αγία, Καθολική……. η οποία κατέχει, από μόνη της, την όλη Αλήθεια).

Αρκεί να λεχθεί, ότι εκ των Προτεσταντών, απλώς οι Καλβινιστές έχουν μεγαλύτερη πλειοψηφία σε σχέση με τους Ορθόδοξους. Αλλά και οι Μεθοδιστές από μόνοι τους έχουν μεγαλύτερη πλειοψηφία έναντι των 4 παλαιφάτων Πατριαρχείων της Ανατολής.


Ο «Στρατός Σωτηρίας» που συμμετέχει στην Κεντρική Επιτροπή του Π.Σ.Ε. έχει καταργήσει το Ποτήριο της Θ. Ευχαριστίας, για τον απλούστατο λόγο, ότι είναι….. αντιαλκοολικοί!


Αλλά και πολλές από τις 330 «εκκλησίες» μέλη του Π.Σ.Ε. δέχονται αναντίρρητα την ομοφυλοφιλία και έχουν ειδικές τελετές για όσα ζεύγη ομοφυλοφίλων θέλουν να επισφραγίσουν τις σχέσεις τους με γάμο. Αρκεί αυτό και μόνο για να φανταστεί κανείς πώς οι Ορθόδοξοι εξακολουθούν και συμμετέχουν σ’ ένα τέτοιο συμφερτό!


Ας αφήσουμε όμως το ίδιο το Π.Σ.Ε. να μας κάνει σαφείς τους σκοπούς του:

α/ Να διευκολύνει την κοινή μαρτυρία των Εκκλησιών σε κάθε τόπο και σε όλους τους

τόπους.

β/ Να υποστηρίζει τις Εκκλησίες στο παγκόσμιο ιεραποστολικό και ευαγγελιστικό τους

έργο.

γ/ Να εκφράζει το κοινό ενδιαφέρον των Εκκλησιών στην υπηρεσία των ανθρωπίνων αναγκών, της κατακρήμνισης των μεταξύ των ανθρώπων εμποδίων και της προαγωγής μιας ανθρώπινης οικογένειας με δικαιοσύνη και ειρήνη.

δ/ Να προάγει την ανανέωση των Εκκλησιών με την ενότητα, τη λατρεία, την αποστολή και την υπηρεσία.


Είναι πολύ χαρακτηριστικό, ότι στο Π.Σ.Ε. δεσπόζει κυριολεκτικά η «κοινή οικουμενική λατρεία», δηλ. ο λατρευτικός συγκρητισμός, όπου καλλιεργείται ο οικουμενικός συμπνευματισμός και δημιουργείται το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, που προκαλεί βαθμιαία άμβλυνση του αισθήματος του αποχωρισμού και της διάστασης των Εκκλησιών και έτσι εμφανίζεται να υπάρχει ένα είδος οικουμενικής Εκκλησίας, που συνέρχεται και λατρεύει από κοινού τον Κύριο και Δεσπότη των απάντων, έτσι γενικά και αόριστα.


Αυτός ο διαχριστιανικός συγκρητισμός του Π.Σ.Ε. τείνει να διευρυνθεί σε διαθρησκειακό συγκρητισμό από το 1971 και μετά και έτσι τείνει να μετατραπεί το Συμβούλιο σε Λέσχη θρησκευομένων ανθρώπων και ομάδων, μη απαραίτητα Χριστιανών. Μέσα δε στις προτάσεις, που δυστυχώς επεξεργάστηκαν Ορθόδοξοι, προς επίτευξη κοινού οικουμενιστικού πνεύματος είναι:

1/ Δημιουργία κοινού ημερολογίου.

2/ Εντατικότερη επικοινωνία με κάθε τρόπο.

3/ Οικειώτερη προσέγγιση των αντιπροσώπων των Εκκλησιών.

4/ Επικοινωνία και «συναδέλφωση» των Θεολογικών Σχολών.

5/ Προώθηση των οικουμενικών σπουδών.

6/ Οικουμενικό πνεύμα στην Παιδεία.

7/ Θεολογικοί διάλογοι και συνέδρια.

8/ Οικουμενική διαπαιδαγώγηση του πληρώματος όλων των ομολογιών.

9/ «Συναδέλφωση» Επισκοπών και Μητροπόλεων διαφόρων «ομολογιών».

10/ Κοινός εορτασμός θρονικών εορτών και πολιούχων αγίων.

11/ Λύση δογματικών προβλημάτων

12/ Αμοιβαίος σεβασμός ηθών και εθίμων.

13/ Αποφυγή δημιουργίας νέων προβλημάτων.

14/ Παραχώρηση ευκτήριων οίκων.

15/ Μικτοί γάμοι.

16/ Συνεργασία σε ευρύτατο επίπεδο σε επίκαιρα προβλήματα.


Παρά τις διάφορες χλιαρές διαμαρτυρίες των Ορθοδόξων, εγκρίθηκαν ηθικοί κανόνες που αντιστρατεύονται και αυτή την Αγία Γραφή, όπως η ομοφυλοφιλία, ο λεσβιασμός, οι εκτρώσεις και άλλες παρεκτροπές, που απομακρύνουν σταθερά το Οικουμενιστικό Κίνημα από την Ευαγγελική Αλήθεια και Ηθική. Τελικά δημιουργείται μια κρίση αυτοσυνειδησίας, υπευθυνότητας, συνέπειας λόγου και έργου, αυτοσεβασμού, αληθινής ενότητας, αλλά πρωτίστως Θεολογίας.


Κατακλείουμε το μικρό και περιληπτικό αυτό πόνημα με τις θέσεις περί Οικουμενισμού, με τις αναφορές από τον καθηγητή Θεολογικής Α. Θεοδώρου, που συνοψίζει πολύ χαρακτηριστικά και γλαφυρά την Κίνηση αυτή του Οικουμενισμού:


«Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση και παναίρεση, όπως χαρακτηρίζεται συνήθως. Είναι κάτι πολύ χειρότερο από την παναίρεση. Ο Οικουμενισμός είναι μια υπέρβαση, αμνήστευση, παραθεώρηση, για να μην πούμε νομιμοποίηση και δικαίωση των αιρέσεων. Είναι η ετεροδοξία παραλλαγμένη και μεταμορφωμένη, που επιζητεί να συνυπάρχει με την καθολικότητα. Ο Οικουμενισμός, στον ιερό χώρο της Ορθοδοξίας, είναι θανατηφόρα νόσος


Ορθόδοξο Θεολογικό Εργαστήριο

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου